Δευτέρα 29 Δεκεμβρίου 2025

Αργύρης Μπακιρτζής: «Ο τουρισμός είναι ένας βρυκόλακας που ρουφάει τον χυμό των τόπων»

 

Αργύρης Μπακιρτζής (Φωτογραφία: Γ. Κανελλόπουλος)

«Παραφυάδα», όπως αυτοαποκαλείται, των Χειμερινών Κολυμβητών, το σχήμα «Θέλω να πάρω τα βουνά» ανεβαίνει στη σκηνή του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» στις 2 και 3 Γενάρη, με αφετηρία τραγούδια του Μεσοπολέμου.

Κουβεντιάζοντας με τον Αργύρη Μπακιρτζή για τον τουρισμό, την ανάπτυξη, τις παραφυάδες και την απόλαυση του χρόνου με τα εγγόνια του.

Στις 21 Οκτωβρίου του 2019, κατά τη διάρκεια ενός συναυλιακού δρώμενου στο Half Note Jazz Club είχατε δηλώσει πως «Ο τουρισμός και η ανάπτυξη είναι η καταστροφή της Ελλάδος». Το είχα συγκρατήσει αυτολεξεί.

Έξι -κοντά επτά- χρόνια αργότερα, τουρισμός και ανάπτυξη εξακολουθούν να εξυπηρετούν συγκεκριμένους διαόλους. Εσείς, σε τι ανάπτυξη προσβλέπετε και πόσο ευσεβής πόθος θεωρείτε ότι αυτή παραμένει;

Στις συναυλίες μας, μιλώντας για τους τουρίστες στην περιοχή του Ψυρρή και επεκτεινόμενος στους κυβερνώντες, αλλά και σε «φιλόδοξους αντιπολιτευόμενους», είχα καταλήξει ότι μοιάζουν με τους εξωγήινους που καταλαμβάνουν σώματα ανθρώπων στην ταινία του Κάρπεντερ Ζουν ανάμεσά μας. 

Ως προς τους τουρίστες, προς στιγμήν ξεγελιόμουν, όμως γρήγορα συνειδητοποιούσα πως ήταν φυσιολογικοί άνθρωποι.

Αντίθετα, το ίδιο  δε συνέβαινε με μερικούς δικούς μας, όταν τους άκουγα να μιλούν με το πιο αθώο ύφος, σαν παιδιά του κατηχητικού, δικαιολογώντας τις πιο φρικτές πράξεις και συμπεριφορές.

Αυτό το καλοκαίρι, πηγαίνοντας για παραστάσεις και συναυλίες στον Άγιο Βασίλειο Κυνουρίας, στον Πάρνωνα, με ελάχιστο τουρισμό, στο Αργοστόλι, με πολύ και υψηλού επιπέδου τουρισμό, στη Σαμοθράκη, σχετικά περιορισμένο τουρισμό λόγω της απόστασής της, καθώς και επιστρέφοντας στο σπίτι μου στο Καζαβήτι της Θάσου, όπου ο τουρισμός έχει αλαλιάσει, η αίσθησή μου άλλαξε. 

Βλέποντας τις διαβαθμίσεις του, ένιωσα ότι ο τουρισμός είναι ένας βρυκόλακας που ρουφάει τον χυμό των τόπων όπου «ανθίζει». Όχι οι άνθρωποι, αλλά το φαινόμενο.

Έτσι, άρχισα να βλέπω τους κυβερνώντες όχι σαν εξωγήινους, αλλά σαν ζόμπι τα οποία έχουν εγκαταλείψει τον τόπο μας στην αγκαλιά του τουρισμού που δίνει λεφτά, τα περισσότερα των οποίων, όμως, καταλήγουν σε ξένες τσέπες.

Οι άνθρωποι έχασαν τις δουλειές τους, όλες οι οικονομίες τους πηγαίνουν στα Airbnb, άφησαν την αποκτημένη μέσα στους αιώνες γνώση να φτιάχνουν πράγματα, να δουλεύουν τη γη,  ξέμαθαν να ζουν, να έχουν σχέσεις, να είναι φιλόξενοι.

Kατάντησαν «καλοί χριστιανοί» που δεν τους αφορά το «Δος μοι τούτον τον ξένoν». 

Η Παιδεία, η Υγεία, η Προστασία του περιβάλλοντος, της πολιτιστικής κληρονομιάς και σχεδόν όλα τ’ άλλα  είναι σε θλιβερό επίπεδο, και η μόνη σχεδόν δουλειά που τους απόμεινε έφθασε να είναι το σερβίρισμα και η εξυπηρέτηση των τουριστών.

Η πρωτογενής παραγωγή σε μεγάλο βαθμό σώζεται απ’ τους μετανάστες και τους πρόσφυγες, κι αυτό σε μεγάλο βαθμό απ’ την εκμετάλλευσή τους.

Ο τουρισμός ως «ανάπτυξη» είναι ό,τι χειρότερο. Στις συναυλίες τον αποκαλώ «λαίλαπα». Τα νέα όπλα καταστροφής, είναι «ανάπτυξη»; Κι όμως, είναι ο κυριότερος μοχλός «ανάπτυξης» στη Δύση.

Η ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών στην Κίνα φαίνεται να έχει ενδιαφέρον, όμως  η μόλυνση απ’την εκμετάλλευση των «σπάνιων γαιών» στα σύνορα της Μογγολίας πρέπει να είναι ανεξέλεγκτη.

Ο Τσιώλης στο μονόπρακτό του, Η δημοπρασία, ρωτάει: «Περιβάλλον ή ανάπτυξη;» Θέλει κι ερώτημα; Οι λίγοι πατούν στους ώμους των πολλών, τους πνίγουν. Σε λίγο δε θα ’χουν πού να πατήσουν, θα βουλιάξουν κι αυτοί.

Μας ταιριάζει ο στίχος του Σκαρίμπα, «-Μα βέβαια, βυθιζόμεθα κυρία!»

Δεν μπορώ να μην επαναλάβω μια περιγραφή του Ευριπίδη απ’ τις Βάκχες:

«Όταν θα καταλάβετε τι κάνατε, φρικτός θα σας πονέσει πόνος. Αν όμως ως το τέλος, μείνετε παντοτεινά όπως τώρα, χωρίς καμιά ευτυχία, πως δυστυχία δε νιώθετε θα λέτε» (μτφρ. Νικολέτα Φριντζήλα).

«Θέλω να πάρω τα βουνά», βαφτίζεται η παραφυάδα των Χειμερινών Κολυμβητών η οποία θα «καταλάβει» τη σκηνή του «Παρνασσού» στην «αυγή» του νέου χρόνου.

Οι παραφυάδες συνειρμικά δεν παραπέμπουν συνήθως σε κάτι θετικό. Εσείς, πώς αντιλαμβάνεστε την εν λόγω έννοια; Και γιατί επιλέξατε να αυτοπροσδιοριστείτε ως σχήμα κατ’ αυτόν τον τρόπο;

Οι παραφυάδες ή συνιστώσες ή σκέλη ή παρακολουθήματα του συγκροτήματος προέκυψαν ως εξής.

Επειδή, στην πολύ σφιχτή οικονομικά εποχή που διανύσαμε, πολλοί διοργανωτές μουσικών εκδηλώσεων ζητούσαν ολιγομελή μουσικά σχήματα, ανακοινώσαμε, με αρκετή δόση πλάκας, τη δημιουργία μουσικών υποσυνόλων εντός του συγκροτήματος:

Mε ονόματα όπως «Καθετήρες» (κυρίως προς μελλοντική χρήση, αν και «Το αύριο είναι ήδη χθες», τουλάχιστον κατά τον αγαπημένο Φίλιπ Ντικ), «Κασμάδες», «Συγκρότημα Χαράλαμπος Παπαδόπουλος» κ.ά.

Αυτή η πρόταση έγινε βέβαια και για την ευλυγισία που προσφέρει, στους δυσβάσταχτους οικονομικά καιρούς που διανύουμε, όμως στην πορεία επιβεβαιώθηκε η ανάπτυξη μουσικών θεμάτων και διαδρομών που συχνά εξαφανίζονται στο πλήρες σχήμα των επτά ή οκτώ μουσικών του συγκροτήματος σε απαρτία.

Το όνομα της συνιστώσας «Θέλω να πάρω τα βουνά» -ήταν η εποχή των συνιστωσών της αριστεράς-, προήλθε απ’ το ομώνυμο τραγούδι που τραγούδησα στον δίσκο του Θόδωρου Θεοδωρίδη (2005), πάνω σε στίχους του Πραβινού καπνεργάτη και σατιρικού ποιητή Αντρίκου Βέττα (1899).

Το 2018, το τραγούδι και ο τίτλος του μας παρακίνησαν να προσεγγίσουμε μουσικά ιδιώματα και είδη που μας είλκυαν, δημοτικά, ρεμπέτικα, «ελαφρά», σμυρνέικα, με σημείο εκκίνησης αστικά και λαϊκά τραγούδια του Μεσοπολέμου.

Το πρόγραμμα ανοίγεται συνειρμικά, κατά την προσφιλή συνήθεια των Χειμερινών Κολυμβητών, στα παραπάνω ιδιώματα  και στους πειραματισμούς που η αλληλοδιείσδυσή τους προσφέρει και επιτρέπει.

Δώσαμε μερικές εξαιρετικές συναυλίες στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, στο Φεστιβάλ Αξιοθέας του Μιχάλη Πιερή στη Λευκωσία και στο Half Note.

Μετά, ενώ ετοιμαζόμασταν να ηχογραφήσουμε τα τραγούδια του προγράμματος, η οικονομική δυσκολία και άλλες δουλειές μας έκαναν να ξεχαστούμε.

Σήμερα, όμως, ο τίτλος αυτός του τραγουδιού και της παράστασης, είναι τόσο επίκαιρος που δεν μπορούσαμε να τον αγνοήσουμε.

Ποια είναι η σχέση σας με τα βουνά - κυριολεκτικώς; Και με τις κάθε είδους αποδράσεις - ειδικώς; Σας ήταν ανέκαθεν πιο εύκολο να μένετε -σε καταστάσεις, πλαίσια, σχέσεις- παρά να φεύγετε;

Είμαι λάτρης της κολύμβησης. Με την γυναίκα μου καθημερινά διανύουμε ικανές αποστάσεις εναλλάσσοντας όλα τα στιλ κολύμβησης, εξαιρώντας το πεταλούδας στο οποίο περιορίζομαι στα 10-20 μέτρα.

Στις καταστάσεις δεν είμαι μονολιθικός. Κρίνοντας και κάνοντας. Τα βουνά με μαγεύουν.

Στις ταινίες του Κριστόφ Ζανούσι μάλιστα, τα πλάνα των βουνών με τη μουσική που τα στοίχειωνε, ήταν τόσο απόλυτα καθηλωτικά που μια περίοδο της ζωής μου μ’ έκαναν να χάνω το χαμόγελό μου για μήνες.

 «Με σημείο εκκίνησης αστικά και λαϊκά τραγούδια του Μεσοπολέμου, το πρόγραμμα ανοίγεται συνειρμικά σε διάφορα μουσικά ιδιώματα και είδη», διαβάζω στο Δελτίο Τύπου. Τι σας γοητεύει περισσότερο στη συγκεκριμένη εποχή;

Κυρίως η μουσική, ένα καζάνι όπου βράζουν παραδόσεις ανθρώπων από πολλούς διαφορετικούς τόπους -  κόσμους.

Και σε τι συνίσταται η «εντελώς διαφορετική θεώρηση και οπτική στα λαϊκά και ελαφρά τραγούδια της περιπετειώδους εκείνης για την Ελλάδα και τον κόσμο περιόδου», που ως σχήμα υιοθετείτε;

Δεν προτείνουμε κάτι επιχειρώντας να διαφοροποιηθούμε. Επιλέγουμε τραγούδια που μας ελκύουν με τον τρόπο που περιγράφω σε προηγούμενη απάντηση.

Πόσα χρόνια συνεργάζεστε με την Εύη Μάζη,  πόσο ανοιχτός παραμένετε σε προτάσεις για συνεργασίες και πόσο ανοιχτόμυαλες εκτιμάτε ότι είναι οι νεότερες γενιές μουσικών και ερμηνευτ(ρι)ών;

Απ’ το 2016, όταν συμμετείχαμε και οι δυο στο «String theory ensemble» του Γιώργου Πατεράκη. Προτιμώ να μην γενικεύσω, όμως με πολλούς νέους συνεργάζομαι εξαιρετικά και τραγουδώ σε συναυλίες ή σε δίσκους τους περνώντας πολύ ευχάριστα.

Εκτός από ερμηνευτής, είστε, ως γνωστόν, δεινός αφηγητής ιστοριών - σχεδόν περφόρμερ, θα έλεγα. Πόσο νωρίς στη ζωή σας συνειδητοποιήσατε την ανάγκη σας να μοιράζεστε ιστορίες με το όποιο κοινό; Τι συναισθήματα σάς γεννά;

Όταν είδα ότι ο Κώστας Σιδέρης, μέλος του συγκροτήματος και δικηγόρος, ο οποίος είχε αναλάβει να παρουσιάζει τις ιστορίες που είχαν οδηγήσει στα τραγούδια, έκανε πολλά λάθη -προφανώς γιατί δεν ήταν δικές του ιστορίες-, ανέλαβα κι αυτήν την υποχρέωση.

Χωρίς αυτές τις αφηγήσεις πάρα πολλά τραγούδια θα ήταν ακατανόητα, οπότε αποτελούν πια σχεδόν αναπόσπαστο μέρος τους. Όταν παραλείπω καμιά, οι συνάδελφοι μού το υπενθυμίζουν ώστε να βρουν χρόνο για κουβέντα και τσιγάρο.

Εξάλλου, όλο και προστίθενται καινούργιοι ακροατές και δεν ξεχνώ αυτό το χρέος και προς αυτούς.

Κανακεύετε και δεύτερο εγγονάκι πλέον.

Του τραγουδάτε καθόλου, το νανουρίζετε; Κι αν ναι, έχετε -και έχει- κάποιες προτιμήσεις; Σας μερεύει ο χρόνος που περνάτε μαζί του ή είστε ήδη γαλήνιος και επαρκώς ισορροπημένος κι ο ίδιος;

Περνάμε τέλεια μαζί. Η συντροφιά τους με συναρπάζει και είναι οι καλύτερες ώρες μου. Από τραγούδια, άλλο τίποτα.

Ο μεγάλος, ούτε δυο χρόνων δεν έγινε ακόμη, σε εξοντώνει αφού δε σταματάει παρά για να κοιμηθεί. Ο μικρός θηλάζει, μαμ, κακά και νάνι. Η πιο κοινή ιστορία, και όμως τόσο ιδιαίτερη για τον καθένα.

Το σχήμα «Θέλω να πάρω τα βουνά» εμφανίζεται ζωντανά την Παρασκευή 2 και το Σάββατο 3 Ιανουαρίου 2026 στον Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός» (Πλατεία Καρύτση 8, Αθήνα), 21:00.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου