Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2020

Κιμ Στάνλεϊ Ρόμπινσον: «Ο φόβος κι η ελπίδα είναι πάντα μαζί μας»

 

(Photo credit: Gage Skidmore/Wikimedia Commons)

Θαυμαστής του Ρέι Μπράντμπερι, «μαθητής» και φίλος της Ούρσουλα Λε Γκεν, ο Αμερικανός Κιμ Στάνλεϊ Ρόμπινσον είναι ίσως ο πιο διακεκριμένος εν ζωή συγγραφέας έργων ανθρωπιστικής, πολιτικοποιημένης επιστημονικής φαντασίας.

Μια διεξοδική συζήτηση μαζί του με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου του Lucky Strike στα ελληνικά πριν από μερικούς μήνες.

Το πρώτο μυθιστόρημά σας που εκδόθηκε, το The Wild Shore, κυκλοφόρησε λίγο μετά τον πρόωρο θάνατο του Φίλιπ Κ. Ντικ.

Έχοντας αφιερώσει το διδακτορικό σας στη δουλειά του, τον βλέπετε ως τον μέντορά σας, το «σημείο εισόδου σας» στο σύμπαν της συγγραφής έργων επιστημονικής φαντασίας;

Όχι. Ο σύμβουλός μου Fredric Jameson πρότεινε να κάνω το διδακτορικό μου πάνω στον Φίλιπ Ντικ, γιατί ένιωθε ότι ήταν ο πιο σημαντικός εν ζωή Αμερικανός μυθιστοριογράφος.

Καταλάβαινα τι εννοούσε, και απολάμβανα τα μυθιστορήματα του Φίλιπ Ντικ και τη δουλειά μου σχετικά μ’ αυτά, αλλά οι αγαπημένοι μου συγγραφείς ήταν η Λε Γκεν, ο Wolfe, ο Delany, o Disch, o Russ, ο Λεμ και οι αδερφοί Στρουγκάτσκι.

Επίσης μου άρεσαν πολλοί συγγραφείς από τη δεκαετία του ’50.

Επιπλέον, αναγνωρίζετε τον εαυτό σας ως κομμάτι μιας γενεαλογίας συγγραφέων που επίσης περιλαμβάνει τον Ρέι Μπράντμπερι ή την Ούρσουλα Λε Γκεν;

Θαύμαζα τα διηγήματα του Μπράντμπερι και με ενέπνεε ο άνδρας. Η Λε Γκεν ήταν δασκάλα και φίλη μου.

Σίγουρα αισθάνομαι μέρος της παράδοσης όλων των συγγραφέων επιστημονικής φαντασίας, αλλά ίσως εννοείς ότι ορίζουν ένα είδος ανθρώπινης επιστημονικής φαντασίας που καθοδηγείται από χαρακτήρες. Αν είναι έτσι, ναι.

Περιγράφετε τον εαυτό σας ως «ένθερμο backpacker». Πώς αυτό επηρεάζει την οπτική σας στη ζωή, στους ανθρώπους, στην κοινωνία και στη συγγραφή; Και πώς το ταξίδι επεκτείνει και βαθαίνει αυτή την οπτική;

Δεν έχω ταξιδέψει πάρα πολύ για πολλά χρόνια, αλλά πράγματι ταξιδεύω με σακίδιο πολύ στη Σιέρρα Νεβάδα της Καλιφόρνια. Αυτό είχε μεγάλο αντίκτυπο στη γραφή μου- όχι τόσο στη ζωή, στους ανθρώπους ή στην κοινωνία.

Γνωρίζω τους φίλους μου από τα ταξίδια με σακίδιο καλύτερα από τους περισσότερους ανθρώπους, και όντως νομίζω ότι η ζωή εμπλουτίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό με το να αφιερώνεις όσο περισσότερο χρόνο μπορείς στην ύπαιθρο.

Αλλά ως επί το πλείστον έχει υπάρξει ένα στοιχείο άμεσης εμπειρίας που έχω βρει διάφορους τρόπους να το εντάξω σε πολλά από τα μυθιστορήματά μου.

Στη διάσημη Αρειανή τριλογία σας εξερευνάτε, ανάμεσα σε άλλα ζητήματα, εναλλακτικές στον καπιταλισμό. Είναι αναστρέψιμος πριν να είναι πολύ αργά;

Είναι η λογοτεχνική μυθοπλασία, ιδίως στην εκδοχή της επιστημονικής φαντασίας, ο δικός σας τρόπος να κάνετε πολιτική;

Ναι, αυτές οι εικασίες τις οποίες έχω κάνει σχετικά με τον μετα-καπιταλισμό που σίγουρα θα έρθει, νωρίτερα ή αργότερα, είναι η κύρια μορφή της πολιτικής μου δράσης στον κόσμο.

Δε νομίζω πως ανατροπή είναι η σωστή λέξη γι’ αυτό που θα ακολουθήσει.

Θα πρέπει να διασώσουμε ό,τι είναι καλό στον καπιταλισμό και να φτιάξουμε κάτι καλύτερο σε αντικατάστασή του, αλλά ο κόσμος θα εξακολουθεί να είναι ένας κόσμος εξουσίας και χρήματος.

Ακόμα και αφού ο καπιταλισμός ως ένα σύστημα άδικης ιδιοκτησίας κεφαλαίου αλλάξει προς κάτι καλύτερο.

Η ηθική της κοινωνικής ευθύνης, η συνειδησιακή ακεραιότητα και η πολιτική ανυπακοή, συνυφασμένες με έναν βαθύ, αλτρουιστικό ανθρωπισμό, συνιστούν τον πυρήνα του Lucky Strike, που κυκλοφόρησε φέτος το καλοκαίρι στα ελληνικά.

Πόσο ουσιώδες είναι το να αψηφά κάποιος νόρμες και εντολές;

Καθετί πρέπει να εξετάζεται για την ηθική ακεραιότητά του και τη χρησιμότητα για τη βιόσφαιρα και τη δικαιοσύνη.

Οι παράνομες εντολές χρειάζεται να παρακούονται -αυτή είναι η Νυρεμβέργη-, και σε κακές εντολές που βασίζονται σε κακούς νόμους πρέπει να υπάρχει αντίσταση με κάθε δυνατό τρόπο.

Οι νόρμες δημιουργούνται από το πώς οι άνθρωποι συμπεριφέρονται, κι εκεί έχουμε αρκετή ελευθερία. Οι νόρμες ξαναφτιάχνονται αρκετά γρήγορα. Οι νόμοι είναι δυσκολότεροι.

«Ο πόλεμος γεννάει παράξενα όνειρα», γράφετε στην ίδια νουβέλα. Πώς αποβάλλουμε την πολεμοκάπηλη νοοτροπία που μας έχει επιβληθεί από τα συστήματα κυριαρχίας παγκοσμίως;

Καλή ερώτηση.

Το να κάνεις τους νόμους δικαιότερους και να φέρεις τον πολιτισμό σε ισορροπία με τη βιόσφαιρα είναι δύο τρόποι να φτάσεις στις αιτίες των πολέμων. Αλλά υπάρχει πολλή δυναμική στον θυμό και την πικρία.

Αυτό που μου δίνει κάποια ελπίδα είναι ότι η κλιματική κατάσταση είναι τόσο ζόρικη ώστε οι πόλεμοι που συνέβαιναν στο παρελθόν θα φαντάζουν τόσο ανόητοι και ανούσιοι από ποτέ κι ίσως υποχωρήσουν.

Κι αυτό ακόμα κι αν υπάρχει πιο γενικευμένη αναταραχή, καθώς η πείνα προκαλεί απελπισία.

Αν «ο κορονοϊός ξαναγράφει τη φαντασία μας», πώς θα μπορούσαμε, ως μη ανήκοντες στις κυρίαρχες ελίτ, να ανακτήσουμε την αντίληψη/τον έλεγχο της ύπαρξης, των κοινών συμφερόντων, του φαντασιακού και των αφηγήσεών μας;

Oi κυρίαρχες ελίτ αποτελούν μόνο το 1%, ίσως το πολύ το 10%, του πληθυσμού, οπότε οι υπόλοιποι πρέπει να το δούμε αυτό και να δράσουμε από κοινού για το γενικό καλό.

Σε κάποια μέρη αυτό είναι δημοκρατία που εφαρμόζεται καλά -όπως στην περίπτωση της απομάκρυνσης του Τραμπ διά της ψήφου!-, σε άλλα είναι άλλες μορφές έγκυρης πολιτικής εκπροσώπησης ή πολιτικής ανυπακοής.

Η πολιτική εκπροσώπηση παντού είναι υπό πολιορκία, επομένως σε κάθε χώρα πρέπει να υπάρχει επιμονή σ’ αυτό - στο ότι οι αντιπρόσωποί μας πραγματικά μάς εκπροσωπούν καλά.

Σε ποιο βαθμό το πιο πρόσφατο μυθιστόρημά σας, The Ministry for the Future, αντανακλά τον ευρύτερο -ανθρωπολογικό, υπαρξιακό, ψυχικό, πολιτικό και κοινωνικό- αντίκτυπο της πανδημίας και της κρατικής διαχείρισής της;

Τώρα που το βιβλίο έχει κυκλοφορήσει, ο καθένας μπορεί να δει πως καταπιάνεται με την κλιματική κρίση και το πώς να αφαιρέσουμε τα υπολείμματα άνθρακα από τον πολιτισμό μας αρκετά γρήγορα ώστε να αποφύγουμε ένα γεγονός μαζικού αφανισμού.

Η πανδημία μάς έχει δώσει κάποιες ιδέες για το πόσο γρήγορα μπορούμε να δράσουμε, κι επίσης πώς μπορούμε να κάνουμε τα πράγματα χειρότερα υποκρινόμενοι ότι το πρόβλημα δεν είναι πραγματικό και πολύ επικίνδυνο.

Όπως προσπάθησε ο Τραμπ, αλλά απέτυχε να το κάνει.

Η πανδημία, λοιπόν, δίδαξε μαθήματα που χρειάζεται να μάθουμε για να πάμε μπροστά.

Σε έναν βαθμό, το μυθιστόρημά μου Ministry for the Future, που είχε τελειώσει πριν την πανδημία, μοιάζει με ιστορία από τις επόμενες τρεις δεκαετίες, μέσα στις οποίες πραγματικά μάθαμε σημαντικά μαθήματα και τα θέσαμε σε εφαρμογή.

O Αύγουστος του 2020 σηματοδότησε την 75η επέτειο του βομβαρδισμού της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι.

Nομίζετε πως η χρήση της πυρηνικής ενέργειας ή/και των πυρηνικών όπλων εξακολουθεί να αποτελεί υπαρξιακή/ζωτική απειλή για την ανθρωπότητα;

H πυρηνική ενέργεια και τα πυρηνικά όπλα είναι δύο διαφορετικά ζητήματα.

Όσον αφορά στα πυρηνικά όπλα, πρέπει να κηρυχτούν παράνομα όπως τα χημικά όπλα, τα βασανιστήρια και άλλες απάνθρωπες πράξεις,

Κατόπιν, όλα να αποσυναρμολογηθούν και το πυρηνικό καύσιμο είτε να χρησιμοποιηθεί σε εργοστάσια πυρηνικής ενέργειας ή να απορριφθεί με ασφάλεια.

Αυτή η διαδικασία πρέπει να καθοδηγηθεί από τις Η.Π.Α. και τη Ρωσία μαζί. Πρέπει να συνεργαστούν σ’ αυτή και για τις ειδικές ομάδες που μάχονται να κρατήσουν τα πυρηνικά όπλα μακριά από τα χέρια των τρομοκρατών.

Αν οι Η.Π.Α. επρόκειτο να ηγηθούν, ίσως ακολουθούσε η Ρωσία. Οι Η.Π.Α. έχει την ηθική ανάγκη και την ικανότητα να το κάνει, οπότε πρέπει να το κάνουμε.

Αυτό θα ήταν μέρος μιας γενικότερης εκστρατείας απεμπλοκής των Η.Π.Α. από τη δουλειά της παγκόσμιας αυτοκρατορίας, ταυτόχρονα με τη μείωση των 800 στρατιωτικών βάσεών της ανά τον κόσμο.

Υπάρχει πολλή δουλειά μπροστά, αν οι Η.Π.Α. θέλουν να ξαναγίνουν ένα αξιοπρεπές έθνος.

Όσο για την πυρηνική ενέργεια, αυτό είναι αρκετά πιο πολύπλοκο, γιατί χρειάζεται να αφαιρέσουμε τα υπολείμματα άνθρακα από την τεχνολογία μας και την ατμόσφαιρα όσο γίνεται περισσότερο. Πρόκειται για πρωτεύουσα επιτακτική ανάγκη.

Σ’ αυτή την προσπάθεια, η πυρηνική ενέργεια για την παραγωγή ηλεκτρισμού ίσως θα ήταν μια βιώσιμη επιλογή.

Θα ήταν ένα είδος τεχνολογίας-γέφυρα προς μια πιο καθαρή, ασφαλέστερη μορφή παραγωγής ενέργειας, αλλά ίσως θα ήταν καλύτερη από το να καίμε πιο πολύ άνθρακα στην ατμόσφαιρα.

Εδώ δε νομίζω πως η πλήρης, από-την-κούνια-στον-τάφο ιστορία καύσης του άνθρακα έχει ειπωθεί για την πυρηνική ενέργεια.

Σημειώνω ότι το αμερικανικό Ναυτικό έχει αφιερώσει εκατομμύρια ώρες για μια ασφαλή πυρηνική ενέργεια, γιατί δεν το κάνει για το κέρδος.

Υπάρχουν, λοιπόν, επιχειρήματα και προς τις δύο κατευθύνσεις γι’ αυτό το ζήτημα, δεδομένου του ότι τα πιο πρόσφατα σχέδια εργοστασίων πυρηνικής ενέργειας μειώνουν το πυρηνικό καύσιμο στο σχεδόν τίποτα, από την άποψη του όγκου.

Με λίγα λόγια, η παραγωγή πυρηνικής ενέργειας είναι κάτι που δε μας παίρνει να απορρίψουμε χωρίς δεύτερη σκέψη, μόνο και μόνο επειδή είναι επικίνδυνη, που είναι.

Υπάρχουν ακόμα μεγαλύτεροι κίνδυνοι στην καύση άνθρακα και στη δημιουργία ενός γεγονότος μαζικού αφανισμού.

Το ζήτημα αξίζει μια πολύ πιο λεπτομερειακή ανάλυση και συζήτηση, χωρίς προϋπάρχουσες προκαταλήψεις με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.

Τι είδος μέλλοντος οραματίζεστε, λοιπόν, για την ανθρωπότητα- ή τι είδος μέλλοντος πραγματικά αξίζει; Φοβάστε ποτέ το σκοτάδι μέσα μας και γύρω μας;

Η ανθρωπότητα αξίζει το καλύτερο μέλλον που μπορεί να φτιάξει για τον εαυτό της.

Αυτό είναι πολιτισμός, κι αν μπορέσουμε να εγκαταστήσουμε τη δικαιοσύνη ανάμεσα στους ανθρώπους και μια καλή ισορροπία με τη βιόσφαιρα, εμείς -αλλά αυτό θα σήμαινε κι όλες οι επόμενες γενιές- θα επωφελούνταν από τις ενέργειές μας τώρα.

Τότε θα αξίζαμε να νιώθουμε καλά γι’ αυτό.

Δε θα ζήσουμε αρκετά για να δούμε το τελικό καλό αποτέλεσμα, αλλά η κατάσταση είναι αρκετά ξεκάθαρη ώστε να δουλέψουμε σκληρά τώρα για να δημιουργήσουμε ένα καλύτερο μέλλον για τους επόμενους/επόμενες, όλες τις ζωντανές υπάρξεις.

Δεν αξίζουμε αυτό το καλό μέλλον, είμαστε υποχρεωμένοι να προσπαθήσουμε να το φτιάξουμε.

Συχνά φοβάμαι, είναι απολύτως λογικό. Αλλά ο φόβος κι η ελπίδα είναι πάντα μαζί μας. Και η ελπίδα- είναι πολύ επίμονη.

Ευχαριστώ θερμά τον Ramsey Kanaan από τις Εκδόσεις PM Press για την καθοριστική συμβολή του στην πραγματοποίηση της συνέντευξης.

Η νουβέλα του Κιμ Στάνλεϊ Ρόμπινσον Lucky Strike κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις των Συναδέλφων σε μετάφραση του Γιάννη Καψόπουλου.



Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2020

Nona Fernández Silanes: «Όταν γράφω, ρίχνομαι στο κενό»

 


Αφηγηματικά κατακερματισμένο, το βαθιά προσωπικό μυθιστόρημα της σημαντικής Χιλιανής συγγραφέως Nona Fernández Silanes Space Invaders αποτελεί μια συνταρακτική «ανατομία» του τραύματος της χούντας του Πινοσέτ.

Μια γνωριμία μαζί της με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου στα ελληνικά.

Αφιερώνεις το μυθιστόρημά σου Space Invaders στην Estrella González Jepsen. Υπήρξε στην πραγματικότητα ή πρόκειται για μυθοπλαστικό χαρακτήρα που συντίθεται από χαρακτηριστικά περισσότερων ανθρώπων;

Η ιστορία είναι εμπνευσμένη από πραγματικά γεγονότα. Η Estrella González Jepsen ήταν συμμαθήτριά μας και οι αναμνήσεις και τα όνειρα που έγραψα είναι οι αναμνήσεις και τα όνειρα της δικής μου γενιάς.

«Έχω παραδοθεί σ’ αυτό το όνειρο: ξέρω ότι δεν είναι τίποτε παραπάνω από ένα όνειρο, αλλά δεν μπορώ να δραπετεύσω απ’ αυτό», γράφει ο Georges Perec στη Σκοτεινή κάμαρα.

Αυτό το παράθεμα προτάσσεις, και φαίνεται πως προσδιορίζει τη «γραμματική» του βιβλίου σου. Eίχες βιώσει τη χούντα σαν ένα όνειρο από το οποίο δεν μπορούσες να ξεφύγεις;

Προέρχομαι από μια γενιά που είναι κατά το ήμισυ καταδικασμένη στη μνήμη.

Δεν ήμασταν οι πρωταγωνιστές εκείνων των ετών, αλλά μεγαλώσαμε εκεί, τα παρατηρήσαμε και προσπαθήσαμε ακόμη και να κινητοποιηθούμε. Δεν το επιλέξαμε, αλλά έτσι ήταν.

Σε μια χώρα όπου ακόμα δεν έχουμε σταματήσει να θυμόμαστε, να διώκουμε τους ενόχους, γνωρίζοντας τις πλήρεις αλήθειες.

Σε μια χώρα που λειτουργεί με το σύνταγμα που άφησε η δικτατορία, όπου ο «πινοσετισμός» είναι ακόμα ζωντανός,  έχουμε το δικαίωμα στη γραφή, στο όνειρο και στη μνήμη. Είναι δύσκολο να ξεφύγεις από αυτό.

Όλοι οι χαρακτήρες του Space Invaders βρίσκονται στην προεφηβική ηλικία. Υπήρξε η πιο καθοριστική για σένα; Έπαιζες κι εσύ αυτό το videogame;

Η παιδική ηλικία και η εφηβεία είναι θεμελιώδη στάδια στη ζωή όλων των ανθρώπων. Είναι σαν την Ιθάκη μας, επιστρέφουμε σ’ αυτά συνεχώς νοερά.

Στην περίπτωσή μου, σημαδεύτηκαν από μια σκοτεινή ιστορική στιγμή. Υπό το φως του χρόνου, βλέπουμε με περισσότερο τρόμο εκείνα τα χρόνια που ζούσαμε φυσικά.

Ήμασταν πάντα μικροί Αρειανοί που δέχτηκαν επίγειες σφαίρες, όπως αυτό το παιχνίδι που παίζαμε τόσο πολύ.

Ο Χόρχε Γκαλάν έχει δηλώσει ότι έχει ζήσει «σε μια κοινωνία που ζει μεταξύ σιωπής και λησμονιάς». Ισχύει το ίδιο και για σένα; Είναι η λογοτεχνία πεδίο αναδιαπραγμάτευσης, επαναπροσδιορισμού της ιστορικής μνήμης;

«Η γραπτή μνήμη πρέπει να εφευρεθεί», είχε δηλώσει ο Χόρχε Σεμπρούν, Ισπανός συγγραφέας που έγραψε πολλά για την εμπειρία του σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Αγκαλιάζω αυτή την ιδέα.

Σε μια κοινωνία που έχει καταδικαστεί στη λήθη, καθοδηγούμενη από τη λήθη, η μνήμη γίνεται πράξη αντίστασης και είναι καθήκον να εφεύρουμε μια μνήμη. Εκεί όπου δεν γνωρίζουμε, εκεί που δεν έχουμε πληροφορίες, μπορούμε να φανταστούμε.

Πρέπει επίσης να γνωρίζεις την αδυναμία δημιουργίας μιας μοναδικής μνήμης. Μια μεμονωμένη εκδοχή συμβάντων, μια επίσημη εκδοχή, είναι ο χειρότερος εχθρός της μνήμης.

Πρέπει να μην εμπιστευόμαστε τη μνήμη που καθιερώνεται ως τρόπος να καθησυχαστούμε. Η άσκηση της μνήμης πρέπει να μας ξυπνήσει, να μη μας αφήσει σε ησυχία.

Η αληθινή μνήμη είναι το παρόν και πρέπει να είναι ζωντανό, όχι στάσιμο, όχι κρυμμένο σε διάσημες φράσεις ή ράφια βιβλίων ή εγχειρίδια Ιστορίας.

Η μνήμη είναι ένα ψευδολόγο και ανακριβές τέρας κατασκευασμένο σε πολλές εκδοχές, με πολλά βλέμματα. Μόνο ξέροντας αυτό είναι δυνατόν να τα πάει κάποιος καλά μαζί της.

Η γραφή σου είναι ταυτόχρονα ακριβής και παραισθησιακή. Τι αναζητάς μέσα από τη συγγραφική διαδικασία, τι σε σαγηνεύει και τι σε φοβίζει σ’ αυτή;

Όταν γράφω, ρίχνομαι στο κενό. Δεν ξέρω πραγματικά πού πηγαίνω ή τι θα βρω. Μια μικρή διαίσθηση με καθοδηγεί, αλλά στο ταξίδι είμαι εντελώς χαμένη.

Αυτή είναι η πρόκληση της γραφής. Η κατοίκηση αυτής της παράλληλης διάστασης: παράξενη, άβολη, αλλά εξαιρετικά συναρπαστική.

Μου αρέσει, υπάρχει ένας ίλιγγος και μια τεράστια χαρά που με συγκινεί, ακόμα και όταν δουλεύω με άγρια και σκληρά υλικά, όπως σε αυτή την περίπτωση.

Η συγγραφή είναι ένας τρόπος επίκλησης της πραγματικότητας, απόπειρας να την κατανοήσουμε, να αναλογιστούμε, να είμαστε στον κόσμο.

Είναι επίσης μια προσφορά που γίνεται στους άλλους. Ένα δώρο, ένα «παράθυρο» το οποίο ελπίζει να προξενήσει αντανακλάσεις, να βοηθήσει στην εστίαση σε περιοχές που συνήθως δε φαίνονται.

Είσαι άνθρωπος κοινωνικά και πολιτικά δραστήριος. Το θεωρείς χρέος, ευθύνη σου;

Ο κόσμος είναι σε μια τόσο λυπηρή κατάσταση που όποιος δεν αισθάνεται ότι καλείται να προσπαθήσει να τον βελτιώσει, εγείρει όλες τις υποψίες μου.

Πιστεύω πως η συλλογική δράση για αγώνες που αποσκοπούν σε ένα καλύτερο μέλλον πρέπει να αποτελεί επείγουσα έκκληση για όλες και όλους.

Στη Χιλή οι αριθμοί ευημερούν, όχι όμως και η πλειονότητα των ανθρώπων. Το γεγονός αυτό πυροδότησε τις κινητοποιήσεις που ξεκίνησαν τον Οκτώβριο του 2019, στις οποίες από την αρχή υπήρξες αλληλέγγυα. Ποια είναι η προοπτική τους;

Όπως λες, στις 18 Οκτωβρίου ξεκίνησε μια κοινωνική εξέγερση στη Χιλή που δε φανταζόμουν ποτέ πως θα ζήσω.

Πολίτες, κουρασμένοι από δεκαετίες βίαιου και χωρίς φρένο νεοφιλελευθερισμού, αποφάσισαν να διαδηλώσουν απαιτώντας την αξιοπρέπεια της ζωής τους.

Η Χιλή ξύπνησε, ήταν το σύνθημα, γιατί όλη αυτή η βίαιη και επισφαλής πραγματικότητα της μέρας έγινε ανυπόφορος εφιάλτης.

Αλλά μετά από πέντε μήνες εξέγερσης, με μια κυβέρνηση που δεν μπορούσε να ακούσει τις απαιτήσεις των πολιτών και με μια αδέξια και δυσφημισμένη πολιτική τάξη, έφτασε η υγειονομική κρίση και έπρεπε να εγκαταλείψουμε τους δρόμους.

Σήμερα η εξέγερση συνεχίζεται και έχει μετακινηθεί στην ιδιωτική σφαίρα, σε συνελεύσεις μέσω Zoom, σε εικονικές ενέργειες, στην επανοικειοποίηση των δικτύων.

Είναι περίεργο πως αυτός ο ιός, που μας χωρίζει φυσικά, επανενεργοποιεί το συλλογικό πνεύμα και τη διαμαρτυρία από άλλο μέρος.

Ειδικά επειδή σε αυτήν την κρίση αποδείχθηκαν σκληρά όλες οι απαιτήσεις στις οποίες έχουμε προβεί. Έχουν αποκαλυφθεί ανισότητες, δυστυχία, έλλειψη κρατικής στήριξης.

Ελπίζουμε να βγούμε ξανά για να επιμείνουμε με περισσότερη δύναμη και περισσότερη οργή για την αλλαγή του παραδείγματος.

Μιλώντας για τον κορονοϊό και την κρατική του διαχείριση παγκοσμίως, πόσο έχει επαναπροσδιορίσει τη δικιά σου καθημερινότητα και ύπαρξη σε όλα τα επίπεδα;

Την έχει επαναπροσδιορίσει πλήρως. Αυτή η κρίση ήταν σαν σεισμός για όλους. Είμαστε υπερβολικά κοντά για να κατανοήσουμε την πραγματική διάσταση του μετασχηματισμού που βιώνουμε.

Η αίσθηση της συλλογικότητας, της ενσυναίσθησης, της κατανόησης ότι πρέπει να φροντίσουμε τον εαυτό μας για να φροντίσουμε τους άλλους, ότι είμαστε ένα σύνολο και ότι όλα δε λειτουργούν, αν δεν είμαστε συνδεδεμένοι.

Ελπίζω πως η συνειδητοποίηση αυτού θα μας κάνει να αντέξουμε καλύτερα στο μέλλον.

Αντιλαμβάνεσαι τον εαυτό σου ως εκπρόσωπο μιας νεότερης γενιάς Χιλιανών συγγραφέων; Κι αν ναι, ποια είναι τα χαρακτηριστικά αυτής της γενιάς και η απήχησή της στη χιλιάνικη κοινωνία;

Αν και ανήκω σε μια πολύ δυνατή γενιά, πρέπει να πω ότι υπάρχει μια άλλη πολύ νεότερη από τη δική μου που έχει επίσης εργαστεί με πολλή ενέργεια. Γενικά, η χιλιάνικη λογοτεχνία απολαμβάνει μια υπέροχη στιγμή.

Με την εμφάνιση ανεξάρτητων εκδοτικών οίκων, έχουμε έναν πλούσιο κατάλογο συγγραφέων με πολύ διαφορετικά έργα.

Είναι δύσκολο να παρατηρήσω το φαινόμενο εκ των έσω για να το επεξεργαστώ περισσότερο, αλλά αναγνωρίζω τον αναβρασμό αυτής της αφηγηματικής στιγμής.

Ολοκληρώνοντας με μια αμιγώς λογοτεχνική ερώτηση, πιστεύεις ότι η πρόσληψη βιβλίων όπως το Space Invaders σε χώρες με τραυματικό παρελθόν παρόμοιο με της Xιλής -για παράδειγμα η Ελλάδα- καθίσταται πιο εύκολη;

Η ζωή που αποκτούν τα βιβλία είναι ένα μυστήριο για μένα.

Πάντα πίστευα ότι το Space Invaders ήταν μια πολύ τοπική, πολύ χιλιάνικη ιστορία, δύσκολη να την καταλάβει κάποιος στο εξωτερικό, αλλά έχει διαβαστεί πολύ καλά εκτός Χιλής.

Νομίζω πως αυτό συμβαίνει επειδή το μονοπώλιο του τρόμου δεν είναι χιλιάνικο. Όλος ο κόσμος, όλες οι χώρες έχουν τα δικά τους τραύματα. Κι επίσης επειδή το έδαφος της παιδικής ηλικίας ανήκει σε όλους μας.

Ευχαριστώ τον Vito DOnghia, ατζέντη της συγγραφέως, για την ανεκτίμητη βοήθειά του.

Ευχαριστώ, επίσης, θερμά τις τέσσερις υπέροχες κυρίες που συνέβαλαν αποφασιστικά στα διάφορα στάδια της μεταφραστικής διαδικασίας της συνέντευξης.

Το μυθιστόρημα της Nona Fernández Silanes Space Invaders κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Gutenberg σε μετάφραση του Κώστα Αθανασίου.



Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2020

Οντζάκι: «Η κοινωνική ανισότητα είναι μια μεγάλη πανδημία»

 


Ο μαγικός ρεαλισμός «συναντά» την πολιτική σάτιρα στο ευρηματικό μυθιστόρημα-«ανατομία» της αστικής Αφρικής Οι διάφανοι, με την «πένα» του Οντζάκι, του τρομερού παιδιού της αγκολέζικης λογοτεχνίας.

Η επικοινωνία μαζί του, πάντα απρόβλεπτη και συνάμα συγκινητική. Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Αιώρα.

Οι διάφανοι ξεκινούν και τελειώνουν στις φλόγες. Πώς αντιλαμβάνεσαι τη φωτιά; Είναι μια δημιουργική, εξαγνιστική, καταστροφική δύναμη; Ή σύνθεση αντιθέτων, ίσως;

Δεν είμαι σίγουρος... Νομίζω ότι υπήρχαν πράγματα που όντως έλεγχα κι άλλα όχι, όταν έγραφα το βιβλίο. Ήξερα πού πήγαινε, αλλά όχι πώς θα τελείωνε.

Αλλά η φωτιά είναι φωτιά. Έχει δυνάμεις, υποθέτω. Επίσης, υπήρχε πολλή βροχή σε ένα άλλο βιβλίο, το Quantas madrugadas tem a noite. Τώρα υπάρχει η φωτιά, κι υπάρχει μια τρίτη έκπληξη που έχω αφήσει για τη Λουάντα... Άλλο ένα βιβλίο.

Mε μουσικούς όρους, το μυθιστόρημά σου θυμίζει μια σχολαστικά αλλά παθιασμένα ενορχηστρωμένη ομαδική δουλειά- σε κάποιους, φέρνει στο μυαλό την τζαζ.

Ποιος είναι ο ρόλος σου σ’ αυτή την «ορχήστρα»; Εκείνος του μαέστρου, του βιρτουόζου ή του ακροατή;

Θα ήθελα να είμαι ακροατής, ναι. Αλλά συμφωνώ πως θυμίζει συναυλία τζαζ. Μου αρέσει αυτό. Αγαπάω την τζαζ, αγαπάω την αργή τζαζ. Τον Τσετ, τον Μάιλς, όταν είναι αργός. Ακόμα κι ο Κορτάσαρ είναι τζάζι όταν γράφει.

Μου πήρε πολλά χρόνια ν’ αρχίσω, να φανταστώ, να ονειρευτώ κι έπειτα να γράψω το βιβλίο, και μετά άλλα τρία χρόνια για να το αναθεωρήσω. Οπότε ναι, είναι τζαζ.

Η ετοιμόρροπη πολυκατοικία, σπίτι της πλειονότητας των εργατικών καταβολών συμπρωταγωνιστών του βιβλίου σου, συνιστά έναν χαρακτήρα από μόνη της.

Κατά κάποιον τρόπο μού θυμίζει το Μέγαρο Γιακουμπιάν του Αλάα Αλ-Ασουάνι. Σου χρησίμευσε ως σημείο αναφοράς;

Δεν το έχω διαβάσει και δεν το ξέρω, αλλά νομίζω ότι πρέπει να το διαβάσω. Αυτό που πραγματικά μου χρησίμευσε ως σημείο αναφοράς είναι μια ιστορία που προ πολλού κάποιος μου είπε για έναν άντρα όπως ο Οντονάτο.

Έπειτα, η ίδια η πόλη. Και μετά, κάποια πράγματα που χρειαζόταν να πω γι’ αυτή. Κάποια από αυτά ήθελα να τα πω και στον εαυτό μου, κι αυτό μου πήρε λίγο χρόνο.

Και οι ανθρώπινοι χαρακτήρες, ξεκινώντας από τον Οντονάτο; Είναι απλώς αποκυήματα της φαντασίας σου ή αντλούν στοιχεία από πραγματικά άτομα που ζουν ή έχουν ζήσει στην Αγκόλα;

Θυμάμαι πως κάποιοι από αυτούς είναι αληθινοί, ή όσο αληθινοί μπορούν να είναι στην αρχή ενός βιβλίου.

Ο Οντονάτο ξέρω από πού έρχεται. Αλλά υπήρχαν και ευχάριστες εκπλήξεις: ο ΠωλητήςΚοχυλιών και ο Τυφλός εμφανίστηκαν από το πουθενά.

Ή από κάπου που δεν μπορώ ν’ αναγνωρίσω. Δε χρειάζεται να τους αναγνωρίσω, χρειάζεται να τους αποδεχτώ. Τα υπόλοιπα έρχονται, όπως μια από τις 17 γιαγιάδες μου θα έλεγε.

Και βεβαίως, έχεις τον ΣτρατηγόΧόφμαν, τον ΑρτούροΑρισκάδο, τον οποίο προσπάθησα να παρουσιάσω στο βιβλίο όσο πιο κοντά γινόταν στον πραγματικό του χαρακτήρα. Σπουδαίος φίλος, νεκρός πια, εκπληκτικός άνθρωπος και χορευτής.

Ο ΝταβίντεΑϊρόζα, νομίζω, επισημαίνει πως ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της ανθρωπότητας είναι το ότι δε δίνει στη φαντασία τον χώρο που της αξίζει. Συμμερίζεσαι την άποψή του;

Σε κάθε περίπτωση, το μυθιστόρημά σου «ξεχειλίζει» από φαντασία, οπότε υποθέτω πως αυτή είναι ένα από τα «όπλα» σου.

Συμφωνώ. Δε δίνουμε πολύ χώρο στη φαντασία, στη δημιουργικότητα, στην ελευθερία της φαντασίας. Θέλουμε να πούμε στους ανθρώπους «ένα όριο» για να προχωρήσει η φαντασία τους.

Aκόμα και με τα παιδιά, πρέπει να αποδεχτούμε και να τα αφήσουμε να μας δώσουν τον τρόπο «τους» να φανταζόμαστε την πραγματικότητα, όχι τον δικό μας.

Λέγοντας «φαντασία» εννοώ την ποίηση, την οικολογία και το δικαίωμα κάποιου να είναι πολλαπλοί άνθρωποι ταυτόχρονα. Όχι ως σχιζοφρενής, αλλά αποδεχόμενος την ποικιλομορφία στις πεποιθήσεις και στη συμπεριφορά μας.

Ανεξάντλητη, παιχνιδιάρικη και εξαιρετικά αναζωογονητική είναι επίσης η αίσθηση του χιούμορ σου, που αποτελεσματικά εξισορροπεί τα δραματικά, αν όχι τραγικά, στοιχεία του μυθιστορήματός σου. Άλλο ένα από τα «όπλα» σου;

Είναι και μια φυσική στρατηγική -σ’ αυτό το βιβλίο-, και ένα αγκολέζικο στοιχείο όλων μας.

Είναι, νομίζω, σημαντικό να επιτρέπεις στη χαρά να εμφανίζεται εκεί που εμφανίζεται η ντροπή. Να επιτρέπεις στον καθένα να βρει το γέλιο εκεί που υπήρχε μόνο το κλάμα.

Αλλά δε θα την αποκαλούσα «δική μου αίσθηση του χιούμορ». Θα την αποκαλούσα «αγκολέζικη».

Υπάρχει μια βαθιά αίσθηση saudade (νοσταλγίας), επίσης, ιδίως στον χαρακτήρα του Οντονάτο. Στην προηγούμενη κουβέντα μας είχες αναφέρει ότι νιώθεις αποκομμένος από το παρόν. Ισχύει αυτό ακόμα;

Έχω προβλήματα, ναι, σύνδεσης με την άμεση πραγματικότητα. Εννοώ την καθημερινή μου ζωή, τον καθημερινό μας χρόνο.

Τείνω να προτιμώ το διάβασμα ή τις ταινίες, ή να μένω κάπου μέσα στη φαντασία μου. Eίναι ένα καλό μέρος για να βρίσκεσαι. Ίσως γερνάω, ίσως ήμουν πάντα έτσι.

Υπάρχουν πράγματα, καινούρια πράγματα, που θέλω να κάνω: να κάνω πιο πολύ Τάι Τσι ξανά, ίσως κάποια μέρα να διδάξω Τάι Τσι Τσουάν, να γράψω πιο πολύ για τα παιδιά, το αγαπάω αυτό. Και να δουλέψω με παιδιά, και ηλικιωμένους.

Κι όλα αυτά, κατά κάποιον τρόπο, σημαίνουν το να βρίσκομαι μακριά από την πραγματικότητά μας.

«Η ανθρωπότητα είναι άσχημη- αλλά παραμένει, γιατί ο πυρήνας της είναι καλός», γράφεις κάπου. Πιστεύεις στο εγγενές καλό των ανθρώπων, στην «καλοσύνη των ξένων»;

Πιστεύω στη Φύση ως όλο. Είμαστε μέρος της. Αυτός είναι «ο πυρήνας» που θα μπορούσε να μας σώσει. ΑΝ επανασυνδεθούμε. Δεν έχει να κάνει μόνο με το να επανασυνδεθούμε με τη φύση.

Το να κάνουμε αυτό είναι το ίδιο με το να «συνδεθούμε με τους εαυτούς μας». Είμαστε η Φύση. Αργά ή γρήγορα, νομίζω ότι θα γυρίσουμε σ’ αυτή.

Ηλικιακά, είσαι -σχεδόν- «παιδί» της ανεξαρτησίας της Αγκόλα, που τον Νοέμβριο έγινε 45 χρονών. Αν η «κυρία Ιδεολογία» μάς έχει όντως αφήσει, τι απέμεινε εκεί για να γιορτάσει κάποιος;

Η «κυρία Ιδεολογία» πεθαίνει στη διάρκεια μιας συγκεκριμένης περιόδου εδώ, στην Αγκόλα.

Αλλά η ήπειρος, η Αφρική ως ήπειρος, όχι ως χώρα, «ανατέλλει» πάλι. Πολιτισμικά, πνευματικά. Νέοι καλλιτέχνες, νέοι συγγραφείς, κι ας ελπίσουμε ένα νέο είδος πολιτικών.

Κάθε χρόνο, οι αφρικανικές χώρες γιορτάζουν την ανεξαρτησία τους. Και πρέπει να το χρησιμοποιήσουν αυτό για να σκεφτούν τι σημαίνει «ανεξαρτησία» στο οικουμενικό και πραγματικό μας πλαίσιο.

Αλλά ναι, πρέπει πάντα να γιορτάζεις την ανεξαρτησία και την ελευθερία, και ν’ αναρωτιέσαι αν εσύ, όλοι μας, τιμούμε εκείνους που πέθαναν για την ανεξαρτησία μας.

Η οριζόντια αλληλεγγύη, όχι η κρατικά επιχορηγούμενη/τύπου ΜΚΟ, συνδέει βαθιά τους προερχόμενους από την εργατική τάξη χαρακτήρες.

Σε καιρούς οικουμενικής πολιτικής, κοινωνικής, ψυχικής και υπαρξιακής δυστοπίας, εν μέρει λόγω της πανδημίας, νομίζεις πως αυτή χρειαζόμαστε και μας λείπει;

Δεν είμαι κάποιος ξεχωριστός για ν’ απαντήσω σε αυτή την ερώτηση.

Η πολύ μικρή συνεισφορά μου θα ήταν ότι χρειάζεται να προσέχουμε την πλειονότητα των ανθρώπων σε κάθε πλαίσιο, κάθε χώρα, κάθε τάξη ή ομάδα.

Η κοινωνική ανισότητα είναι μια μεγάλη πανδημία. Οι διακρίσεις, στη ρίζα της συμπεριφοράς μας, είναι μια μεγάλη πανδημία. Το να προστατεύονται μερικές χώρες και μέρη, ενώ ξεχνιούνται άλλες, είναι μια μεγάλη πανδημία.

Ο τρόπος που η πλειονότητα του κόσμου ασχολείται με τα χρήματα και τους αριθμούς, αντί για το ένστικτο και τις κοινωνικές πραγματικότητες, είναι κι αυτό μια μεγάλη πανδημία.

Από πού να ξεκινήσουμε; Κοιτάζοντας τον καθρέφτη. Αλλά χωρίς να ξεχνάμε τα λουλούδια, την ποίηση, την παράδοση. Ίσως.

Τελικά, χρειάζεται να γίνουμε διάφανοι για να είμαστε καλύτερα ορατοί;

Τελικά, όπως θα το έθετε ο Τζιμ Μόρισον: «Έζησες μια καλή ζωή;» Περιλάμβανε αυτή η ζωή άλλους; Τελικά, μπορείς να έχεις μικρές σπίθες παρηγοριάς και ηρεμίας στα μάτια σου, όπως, πιθανόν, ο πρόεδρος Μουχίκα έχει τώρα;

Τελικά, δεν πρέπει να είσαι καλύτερα ορατός, απλώς να ξέρεις αν έκανες κάτι για να βοηθήσεις κάποιον που μπορούσες να βοηθήσεις, ή αν έκανες κάτι για να ακολουθήσεις αυτόν που πρέπει να ακολουθήσεις.

Και πες μια καλή ιστορία. Μεταβίβασε μια καλή ιστορία. Ο χρόνος θα κρίνει τα υπόλοιπα.

Το μυθιστόρημα του Οντζάκι Οι διάφανοι κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Αιώρα σε μετάφραση της Μαρίας Παπαδήμα.