Ένα από τα πλέον συναρπαστικά
-και αρκετά πολιτικοποιημένα- post rock σχήματα της
εποχής μας, οι Σουηδοί Oh
Hiroshima
εμφανίζονται
για
πρώτη φορά στην Ελλάδα το Σάββατο 15 Μαρτίου στο An Club.
Ο Jakob Hemström, ιδρυτικό
μέλος, κιθαρίστας και τραγουδιστής του ντουέτου, μάς εισάγει
στον κόσμο των Oh
Hiroshima
ενόψει
της συναυλίας.
Χαίρομαι που σας γνωρίζω
διαδικτυακά, Oh
Hiroshima.
Μιας και τα ονόματα συνήθως
κουβαλούν νοήματα -ακόμα και μη συνειδητά-, και σίγουρα αυτά τα οποία θέλουμε να
τους αποδώσουμε, γιατί επιλέξατε το συγκεκριμένο όνομα για το συγκρότημά σας;
Το συγκρότημα πήρε το όνομά του από τον πρώην κιθαρίστα μας, Leif Eliasson. Ήταν το όνομα που έδωσε
στο σόλο πρότζεκτ του, ένα πρότζεκτ το οποίο σύντομα ενσωμάτωσε και εμένα (Jakob Hemström).
Νομίζω ότι εκείνη την
εποχή ο Leif
ήθελε απλώς ένα όνομα που θα μπορούσε να ταιριάζει με την αίσθηση της μουσικής την
οποία προσπαθούσε να δημιουργήσει, κάτι συναισθηματικό, μελαγχολικό και λίγο
δραματικό.
Το όνομα της μπάντας
είναι επίσης ένα είδος θρήνου, και ως τέτοιο φέρει επίσης μια ελπίδα για
αλλαγή.
Ξεκινήσατε ως ένα πειραματικό,
DIY
post rock ντουέτο
γύρω στα 2007. Τα EP
και
τα δύο πρώτα άλμπουμ σας, μάλιστα, ήταν δικές σας κυκλοφορίες, ενώ τα επόμενα βγήκαν
από «κανονική» εταιρεία.
Τι έχετε διατηρήσει από το
DIY
ήθος
σας;
Από εκεί προήλθαμε και
εξακολουθεί να είναι κομμάτι μας. Επειδή το απολαμβάνουμε, προσπαθούμε να
κρατήσουμε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος της δημιουργικής δουλειάς μέσα στο
συγκρότημα.
Έχουμε δουλέψει με εταιρείες
που δεν παρεμβαίνουν στο καλλιτεχνικό μας όραμα και μας επιτρέπουν να
δημιουργούμε ό,τι μας αρέσει. Αυτό είναι φυσικά το πιο σημαντικό.
Προσπαθούμε επίσης να
κάνουμε όσο το δυνατόν περισσότερα βίντεο, φωτογραφίες, σχέδια μόνοι μας, ακόμα
κι αν υπάρχουν όρια στο σύνολο των δεξιοτήτων μας σ’ αυτούς τους τομείς.
Όταν πρόκειται για άλλα
πράγματα, τα οποία δεν έχουν απαραιτήτως άμεση σχέση με τον ήχο ή την αισθητική
του συγκροτήματος, είναι απλώς πολύ χρήσιμο να τα κάνεις μέσω εταιρειών, ατζέντηδων
κ.λπ.
Ωστόσο, νομίζω πως το DIY ήθος
μας μάς βοηθά να μη θεωρούμε τίποτα δεδομένο, αφού παλιά τα κάναμε όλα μόνοι
μας.
Το Empty places full of memories είναι το ντεμπούτο EP σας. Με ποια έννοια μπορεί τα άδεια
μέρη να είναι γεμάτα αναμνήσεις;
Ο Leif επινόησε αυτόν τον τίτλο και νομίζω
ότι τον συνέδεσε με το όνομα της μπάντας μας. Μέρη που έχουν αξία για τα
ανθρώπινα όντα τα οποία κατά κάποιον τρόπο καταστρέφονται και εξαφανίζονται θα
ήταν το πιο κατάλληλο παράδειγμα.
Όταν συνθέτατε το The Fog of war, από το ντεμπούτο άλμπουμ
σας Resistance
Is
Futile,
αναλογιζόσασταν τον πόλεμο από υπαρξιακής/φιλοσοφικής άποψης; Και γιατί, εκείνη
την εποχή, θεωρούσατε πως «η αντίσταση είναι μάταιη»;
Οι στίχοι του The Fog of War απεικονίζουν την εικόνα
μιας δυστοπικής, μετα-αποκαλυπτικής κοινωνίας ως ένα είδος προειδοποιητικής
ιστορίας.
Όσον αφορά τον τίτλο του
άλμπουμ, νομίζω ότι ήταν κυρίως μια συναισθηματική σύνδεση παρά μια αναλυτική ή
φιλοσοφική.
Απλώς τον ένιωσα σωστό
και ταιριαστό, και συνδέθηκε με τον ήχο και την αίσθηση του άλμπουμ στο σύνολό
του.
«Φωτιά/Πού
είσαι;/ Να διαμορφώσεις και να αναδιαμορφώσεις τα πάντα εξ αρχής/ Γλώσσες
από το εξωτερικό/ Καθοδηγήστε με όταν είμαι γονατιστός», αναρωτιέστε
στο Ellipse
(In
silence
we
yearn).
Τι σας δένει με «τη
φωτιά που τα καταναλώνει όλα»; Και γιατί λαχταράμε στη σιωπή;
Η φωτιά είναι μια πολύ ικανή
και ισχυρή μεταφορά που μπορεί να χρησιμοποιηθεί με πολλούς τρόπους. Είναι
επίσης και πολύ καθολική, και μπορούν να συσχετιστούν με αυτή όλα τα είδη
ανθρώπων.
Στο Ellipse τη χρησιμοποίησα ως
σύμβολο ελπίδας για ριζική αλλαγή - είτε σε προσωπικό, είτε σε κοινωνικό
επίπεδο. Ως κάτι το οποίο σαρώνει και καταρρίπτει τα πράγματα, ώστε κάτι νέο να
πάρει τη θέση τους.
Κάπως συνδέεται και με
τον τίτλο του άλμπουμ.
Η φράση Ιn silence we yearn ήταν ένας τρόπος να
περιγραφεί ένα αίσθημα ελπιδοφόρας απελπισίας:
Ελπίζεις και λαχταράς τη
μεταμόρφωση, αλλά σε έχει φιμώσει η αίσθηση ότι δεν ξέρεις πώς να κινηθείς προς
αυτόν τον στόχο.
«Πάρε όλες τις ώρες/
Ανάμενε απαντήσεις/ Πέρα από τη θλίψη/ Ατέλειωτοι φράχτες/
Χάσε όσα ξέρεις/ Επανεκκίνηση φθινοπώρου/ Ξεπέρασε αυτές τις
λέξεις/ Μπες στην παρηγοριά», προσκαλείτε τον ακροατή στο Molnet (Oscillation).
Γιατί είναι σημαντικό να
χάνεις όσα ξέρεις; Και πού βρίσκετε παρηγοριά;
Είναι μια προσπάθεια
έκφρασης ενός αισθήματος διαχρονικότητας και ειρήνης που καλύπτει τα πάντα.
Αυτές οι στιγμές είναι πολύ σπάνιες στη ζωή, αλλά εξαιρετικά πολύτιμες αν
μπορείς να βιώσεις μία.
Σε μια τέτοια στιγμή
υπάρχει επίσης κάτι το οποίο θα μπορούσε να περιγραφεί ως απώλεια ελέγχου που φαντάζει
απελευθερωτική παρά τρομακτική, δεν μπορεί να αποτυπωθεί με λέξεις κι έτσι σε
απογυμνώνει από αυτό το οποίο «ξέρεις».
Είναι ένας τόπος
παρηγοριάς κι ένα μέρος συνάντησης με αυτό που θα αποκαλούσα «Θεό».
«Ο χρόνος για
περισυλλογή τελειώνει/ Καθυστέρηση της μεταμόρφωσής μου/ Είμαι το
φως της αυγής που έρχεται», «διακηρύσσετε» στο Humane (Myriad).
Τι απομένει απ’ την ανθρωπότητα
στα συντρίμμια ενός συνεχιζόμενου «καπιταλιστικού κατακλυσμού»;
Αυτή είναι μια πολύ καλή
ερώτηση, μια ερώτηση που σκέφτομαι πολύ και η οποία σίγουρα επηρεάζει τους
στίχους αυτού του συγκροτήματος.
Δεν έχω την απάντηση,
αλλά πιστεύω ακράδαντα ότι λιγοστεύει η ανθρωπιά μας προς όφελος του
ολοκληρωτικού καταναλωτισμού. Η κατανάλωση φαίνεται να είναι ένας τελικός
στόχος ο οποίος σέρνεται σε κάθε γωνιά της κοινωνίας μας.
Επηρεάζομαι από το συγκεκριμένο
γεγονός αυτό όσο και ο οποιοσδήποτε, και κάθε χαλίκι που ρίχνεται σε αυτό το
μηχάνημα είναι καλό χαλίκι.
Οι στίχοι του Humane συνδέονται επίσης κάπως
με το ζήτημα, καθώς είναι ένα είδος σάτιρας του μεταανθρωπισμού, που θα
μπορούσε να περιγραφεί ως σωτηρία μέσω της κατανάλωσης.
«Κάποιο εσωτερικό
φωτοστέφανο μισοκρυμμένο/ Η δικιά μου έξοδος απ’ το όνειρο/ Υπάρχει
ένα δωμάτιο αναμονής κοντά/ Πράγματι πιστεύω», εξομολογείστε στο Ascension (Myriad).
Ποιο είναι το πιο επίμονο
όνειρό σου; Σε τι πιστεύεις;
Έχει να κάνει με το να
ξυπνάς από έναν αντιληπτό εφιάλτη, να βγαίνεις από το σκοτάδι του μυαλού σου
και να τολμάς να πιστεύεις σε κάτι μεγαλύτερο και πιο σημαντικό από τον εαυτό
σου.
Θέλω να πιστεύω σε μια
ουσιαστική ύπαρξη, ελπίζω στη σωτηρία όλων των πραγμάτων και στην ευκαιρία να
εργαστώ προς έναν τέτοιο στόχο, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό.
«Οι φίλοι μου είναι
συνηθισμένοι/ Δε θα ριζοσπαστικοποιούνταν ποτέ/ Κι όταν οι καιροί
είναι βαρετοί/ Και πάλι περπατούν στοιχισμένοι/ Έχει περάσει
υπερβολικά πολύς καιρός από τότε που σε διαπέρασε κεραυνός», αναλογίζεστε
στο Wild
Iris
(All
things
shining).
Τι χρειάζεται για να
χτυπήσει ένας «κεραυνός» ένα άτομο ή μια κοινωνία; Θα μπορούσε η μουσική να λειτουργήσει ως «σπίθα»;
Ναι, το πιστεύω.
Τουλάχιστον έτσι ελπίζω. Για ένα άτομο ξέρω πως μπορεί, και υπάρχει κάτι ιερό
στη μουσική, τη δημιουργία της και τις δυνατότητες να κάνει ακριβώς αυτό.
Ως μουσικός το θεωρώ
μέρος της καλέσματός μου.
Ακόμα κι αν τις
περισσότερες φορές έχει να κάνει με το να κάθομαι απλώς στον καναπέ με μια
κιθάρα ελπίζοντας να εκδηλωθούν κουλ ριφ, αυτή είναι η πεποίθησή μου
τουλάχιστον από μια ανυψωμένη οπτική γωνία.
Λαχταρώ να χτυπήσει αυτός
ο κεραυνός και να έχω την εμπειρία να συντονίζομαι με τον κόσμο έξω από εμένα,
τόσο με ανθρώπους όσο και με τόπους. Δεν πρόκειται για συγκινήσεις και
αδρεναλίνη, αλλά για κάτι βαθύτερο και πιο βιώσιμο.
Το Σάββατο 15 Μαρτίου
εμφανίζεστε στο Αn Club, έναν από τους λίγους
ιστορικούς συναυλιακούς χώρους που έχουν απομείνει στην Αθήνα. Μιας και θα
είναι η πρώτη σας συναυλία στην Ελλάδα, πώς βιώνετε αυτήν την προοπτική;
Είμαστε πολύ χαρούμενοι
που επιτέλους καταφέρνουμε να φέρουμε τη μουσική μας στην Αθήνα και την Ελλάδα.
Αυτό είναι ένα γεγονός το οποίο πραγματικά περιμένουμε με ανυπομονησία.
Το να επισκεπτόμαστε νέα
μέρη για πρώτη φορά και να έχουμε την ευκαιρία να συνδεθούμε με ανθρώπους μέσω
της μουσικής μας είναι μια πραγματική ευλογία.
Oι Oh Hiroshima εμφανίζονται
ζωντανά στη σκηνή του Αn Club το
Σάββατο 15 Μαρτίου.
Τη συναυλία ανοίγουν οι OATH.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου