Κυριακή 2 Μαρτίου 2025

Shpëtim Selmani: «Η τέχνη δεν μπορεί ν’ αλλάξει κάτι, αλλά μπορεί να βρει αλήθειες»

 


Καταξιωμένος ποιητής, συγγραφέας και θεατρικός ηθοποιός, ο Κοσοβάρος Shpëtim Selmani ανθολογείται στο τεύχος 32 του εκλεκτικού περιοδικού Τεφλόν. Με αυτήν την αφορμή, συζητάμε μαζί του. Με πάθος και ειλικρίνεια.

Γράφεις ποίηση και πρόζα, ενώ είσαι και καταξιωμένος θεατρικός ηθοποιός. Η ποίηση ή η υποκριτική ήρθε πρώτα στη ζωή σου; Ποιες ανάγκες εκπληρώνει η καθεμιά;

Είμαι παιδί της δεκαετίας του 1990, όταν η χώρα μου περνούσε σε μια σκληρή πολιτική, κοινωνική και ψυχολογική κρίση, που είχε ως αποτέλεσμα τον πόλεμο.

Ο πατέρας μου μού είχε φέρει διαφορετικούς τίτλους βιβλίων από το εργοστάσιο στο οποίο δούλευε. Είχαν μια βιβλιοθήκη που είχε αρχίσει να καταστρέφεται από το σερβικό καθεστώς εκείνη την εποχή. Θυμάμαι ότι τα είχα διαβάσει γρήγορα.

Ήμουν ένα ντροπαλό, περιορισμένο και περίεργο παιδί, με ερωτήσεις οι οποίες ανησυχούσαν τους συγγενείς μου. Ίσως όπως κάθε παιδί. Αυτά τα ερωτήματα ήταν και εξακολουθούν να είναι το θέμα της λογοτεχνίας.

Η λογοτεχνία αφορά στις απαντήσεις σε ερωτήσεις που προέρχονται από ένα παιδί. Ακόμα και σήμερα. Κατά κάποιον τρόπο. Η λογοτεχνία, λοιπόν, μού ήρθε νωρίς.

Όταν ήμουν παιδί, έπαιζα επίσης διαφορετικούς ρόλους εμπνευσμένους από γεγονότα στα οποία συμμετείχα ή που παρατηρούσα. Άρα ήρθαν με φυσικό τρόπο. Γενικά, δε θέλω να επιβάλλω τα πράγματα.

Λογοτεχνία και θέατρο διαφέρουν ως μέσα, αλλά φυσικά υπάρχουν και μεγάλες ομοιότητες.

Η λογοτεχνία είναι κάτι ατομικό. Το θέατρο είναι ομαδικό. Έχουν εκπληρώσει μια ανάγκη που μου ήταν απαραίτητη ως νεαρού ανθρώπου αλλά παραμένει ακόμα μυστηριώδης.

Έχω μεγαλώσει πια. Οι δαίμονες μέσα μου και η πραγματικότητα έξω από μένα σχεδόν θέλουν να με καθορίσουν. Συνεχίζω να πιστεύω σ’ αυτήν την παρόρμηση την οποία είχα ως παιδί.

Η πρώιμη ποίησή σου κυριαρχείται από την απεικόνιση της ζοφερής, ασφυκτικής ζωής των κατώτερων τάξεων των Βαλκανίων και του Κοσόβου, μιας ζωής που περιγράφεται ως «αμερικανική κόλαση» (Γράμμα σ’ έναν άγνωστο Γάλλο ποιητή).

Νιώθεις κοντά στο βαλκανικό προλεταριάτο; Και γιατί η ζωή του είναι μια «αμερικανική κόλαση»;

Επίτρεψέ μου να σου εξηγήσω το πλαίσιο εντός του οποίου γράφτηκε αυτό το ποίημα. Συνδέεται περισσότερο με ορισμένες σιωπηλές προκαταλήψεις σχετικά με το ότι είμαστε μια αμερικανική αποικία.

Πολλοί Ευρωπαίοι έχουν καλλιεργήσει μια προκατάληψη εναντίον μας ως χώρα. Θυμήσου πως ήμασταν απομονωμένοι για περισσότερα από είκοσι χρόνια. Δεν είχαμε ελεύθερη μετακίνηση.

Στο μεταξύ, ως κοινωνία προερχόμασταν από έναν πόλεμο και ήταν απαραίτητο για εμάς να ανοίξουμε τους ορίζοντές μας και να δούμε πιο μακριά.

Το «αμερικανική κόλαση» είναι ειρωνικό, κυνικό και φυσικά σκωπτικό. Έναντι όλων όσοι τρέφονται με λανθασμένες και συχνά γελοίες πληροφορίες.

Απέναντι σε όλους αυτούς που εξακολουθούν να καλλιεργούν έντονες διαχωριστικές γραμμές στον χάρτη και να κρίνουν την αδυναμία.

Είναι καλύτερο να πεις πως δεν ξέρεις πού βρίσκεται η Ελλάδα παρά ότι η Ελλάδα είναι κοντά στην Πορτογαλία. Και να είσαι σίγουρος για αυτό. Για κάτι περισσότερο από αυτό.

Αυτό το ποίημα αποτελεί μια έκκληση σε όλους τους ανθρώπους να γνωριστούν μεταξύ τους. Και να είναι πάνω από έθνη. Αναφέρεται στο έθνος σαν έναν παραλογισμό. Οι άνθρωποι είναι άνθρωποι. Είναι ελεύθεροι. Παντού. Σε κάθε έθνος.

Κάτι άλλο συμβαίνει. Η βλακεία είναι ισχυρή και η άγνοια είναι σαν ένα επικίνδυνο υποβρύχιο.

«Tα Bαλκάνια είναι σφαγείο/ γεμάτο βαριεστημένα μοσχάρια. [...] Δεν υπάρχει ούτε Παράδεισος ούτε Κόλαση/ στα Βαλκάνια, η ενοχή ευδοκιμεί/ περισσότερο απ’ οποιοδήποτε άλλο αμάρτημα», γράφεις στο Βαλκάνια.

Γιατί, κατά τη γνώμη σου, τα Βαλκάνια είναι χώρα αμοραλισμού και ενοχής;

Επίτρεψέ μου να εξηγηθώ μέσα από το ακόλουθο ποίημα. Δε μου αρέσει να χρησιμοποιώ ποιήματα σε συνεντεύξεις, αλλά νομίζω ότι είναι η κατάλληλη ώρα:

«Οι Έλληνες δε συμπαθούν τους Μακεδόνες και επειδή δεν τους αρέσουν

Οι Μακεδόνες έγιναν Βόρειοι,

Καθετί που δε μας αρέσει βρίσκεται στον Βορρά,

Οι Μακεδόνες δε συμπαθούν τους Έλληνες,

Από την άλλη, οι Έλληνες δε συμπαθούν τους Τούρκους,

Οι Τούρκοι είναι ισχυροί, λένε ‘Τρώμε Έλληνες’,

Οι Έλληνες δε συμπαθούν ούτε και τους Αλβανούς,

Οι Αλβανοί δε συμπαθούν τους Έλληνες,

Οι Μακεδόνες και οι Αλβανοί δεν αλληλοσυμπαθιούνται,

υπάρχουν εντάσεις μεταξύ τους,

Έπειτα οι Σέρβοι δε συμπαθούν τους Αλβανούς,

τους Κροάτες και τους Βόσνιους,

Οι Σλοβένοι μάς κοιτούν από απόσταση,

Οι Αλβανοί, οι Κροάτες και οι Βόσνιοι

δε συμπαθούν τους Σέρβους,

Οι τυχεροί και σοφοί Σλοβένοι κοιτάζουν

τους Μαυροβούνιους και τους Αλβανούς απέναντι,

να πίνουν καφέ σε ξεχωριστά τραπέζια σε ένα μπαρ.

Οι Σλοβένοι φαίνεται να διατρέχουν λίγο μεγαλύτερο κίνδυνο από τους Ευρωπαίους, που αναλογίζονται το βαλκανικό κουβάρι».

«[Τα Βαλκάνια] είναι εκ φύσεως τόπος εγκλημάτων, γενοκτονιών και πραξικοπημάτων», συνεχίζεις. Γιατί  «εκ φύσεως»;

Ειρωνικό είναι. Στο τέλος ρίχνουμε την ευθύνη στη φύση. Είναι υπεύθυνη για τα πάντα, κι έτσι να συνεχίζουμε να της δείχνουμε τα μπράτσα μας. Και να σκοτώνουμε περισσότερο.

Φυσικά και είμαστε κακοποιητές. Επί αιώνες διαπράττουμε καθετί πρωτόγονο, για να σκοτώσουμε τους άλλους, επειδή είναι οι άλλοι. Και ναι, υπάρχει η φύση για να διατυπώσει πολλές ερωτήσεις.

Το Libërthi i dashurisë (Bιβλιαράκι αγάπης), EUPL 2020, είναι μια αντανάκλαση της σχέσης σου με τον πατέρα σου, την σύντροφό σου, τη λογοτεχνία, τον εθνικισμό και τον καταναλωτισμό, καθώς κι εσύ ετοιμάζεσαι να γίνεις πατέρας.

Πώς έχει αλλάξει η οπτική σου για τον εαυτό σου, τον κόσμο, τις σχέσεις με τους άλλους και τη λογοτεχνία αφότου έγινες πατέρας; Πώς ιεραρχείς τις ανάγκες, τις επιθυμίες και τις ευθύνες σου ως γονιός και ως πολιτικοποιημένος καλλιτέχνης;

Ο ρόλος μου ως πατέρας έχει ασφαλώς αλλάξει την αντίληψή μου σχετικά με κάποιες αποφάσεις.

Δεν είναι εύκολο για μένα να είμαι πατέρας. Στην αρχή με έλουζε ιδρώτας. Έκλαιγα κι είχα πολλά ερωτήματα για τον εαυτό μου. Η πατρότητα με βοήθησε, όμως, να αυξήσω την υπευθυνότητά μου.  

Παλαιότερα, δεν είχα υπάρξει και πολύ υπεύθυνος. Αναμφίβολα, υπάρχει και πολλή αγάπη. Πολλή ενσυναίσθηση. Ο γιος μου έχει αρχίσει να διαβάζει και με ευχαριστεί πολύ όταν τον βλέπω να το κάνει. Είναι κάτι ανεκτίμητο.

Δεδομένου του ότι κατάγεσαι από μια μικρή βαλκανική χώρα, έχεις βιώσει υποτιμητική ή πατερναλιστική συμπεριφορά εκ μέρους των δυτικοευρωπαϊκών λογοτεχνικών φεστιβάλ/ιδρυμάτων ή μεμονωμένων καλλιτεχνών;

Ναι, οι μεγάλες χώρες ή οι ισχυρές χώρες παράγουν άτομα που εκμεταλλεύονται αυτό το πλεονέκτημα.

Αλλά ο Μάρτιν Έιμις έγραψε κάποτε πως η δημογραφία είναι ένα τέρας. Θα πρέπει να το ξέρουμε αυτό. Έτσι, και πάλι η φύση μπαίνει στο παιχνίδι. Για κάποια πράγματα πρέπει όντως να κατηγορηθεί ή όχι;

Φαίνεται ότι αυτές τις μέρες με γοητεύει η σχέση φύσης και ανθρώπου. Ως συγγραφέας πρέπει πάντα να μιλάω ως πολιτικός σε λογοτεχνικές εκδηλώσεις γιατί το κοινό ενδιαφέρεται να ρωτά πάντα για τη σύγκρουση Κοσόβου και Σερβίας.

Για μια στιγμή βλέπω τον εαυτό μου ως πολιτικό.

Και θυμάμαι την Βισουάβα Σιμπόρσκα όταν λέει πως το να ζεις ή να μη ζεις είναι ένα πολιτικό ζήτημα. Ας γίνουμε και πολιτικοί τότε, αλλά καλοί και δίκαιοι - αν μπορούμε. Ας γίνουμε, λοιπόν, άνθρωποι πρώτα.

Γενικά, σε ποιον βαθμό η βαλκανική λογοτεχνία υποεκπροσωπείται στους λογοτεχνικούς κύκλους της Δυτικής Ευρώπης και ως προς τη διαθεσιμότητα στο ευρύτερο κοινό μέσω ενός συντονισμένου προγράμματος μεταφράσεων;

Νομίζω ότι η βαλκανική λογοτεχνία έχει κάτι το θλιβερό. Η μνήμη είναι ακόμα νωπή σε σχέση με τον πόλεμο.

Έχω διαβάσει σύγχρονους Βαλκάνιους συγγραφείς και είναι όλοι μηδενιστές, περιφρονητικοί και αποκρουστικοί σε βαθμό ο οποίος συχνά είναι αφόρητος.

Και χωρίς να θέλω να μιλήσω για τον εαυτό μου βρίσκομαι, όμως, εκεί. Νομίζω πως πρέπει να υπάρξουν περισσότερα λογοτεχνικά δρώμενα που να διευκολύνουν αυτήν την αναγνώριση.

Για παράδειγμα, δεν ξέρω αν υπάρχει φεστιβάλ αφιερωμένο στη βαλκανική λογοτεχνία.

Στην Πρίστινα διοργανωνόταν ένα υπέροχο φεστιβάλ το οποίο έπαιξε αυτόν τον ρόλο με δυνατό τρόπο. Τώρα, όμως, δεν υπάρχει πλέον ή έχει αλλάξει μορφή.

Ζώντας σε μια ταραγμένη και με ουλές από επιφανειακά επουλωμένα τραύματα περιοχή, ποιες είναι οι κύριες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν το Κόσοβο και τα Βαλκάνια σε πολιτιστικό, πολιτικό και κοινωνικοοικονομικό επίπεδο σήμερα;

Τώρα, το ζήτημα είναι να θεραπευτούμε από το παρελθόν και να δούμε το μέλλον ως κάτι κοινό. Στις μέρες μας, όλος ο κόσμος φλέγεται. Κι αυτό είναι βασανιστικό για εκείνους που τον αντιλαμβάνονται ως κάτι κοινό.

Δεν υπάρχει, ωστόσο, τίποτα πιο ανθρώπινο από αυτήν τη στάση, αυτήν τη δήλωση. Ο κόσμος μάς ανήκει. Καθετί ανθρώπινο διατρέχει κίνδυνο στις μέρες μας. Είμαστε, ωστόσο, εδώ για να το πούμε ηχηρά.

Η τέχνη δεν μπορεί ν’ αλλάξει τον κόσμο - κι η ποίηση ακόμα λιγότερο. Μπορεί, ωστόσο, να αμφισβητήσει -κι έτσι δυνητικά ν’ αλλάξει- στάσεις, νόρμες και προκαταλήψεις, κατά τη γνώμη σου;

Η τέχνη δεν μπορεί ν’ αλλάξει κάτι, αλλά μπορεί να βρει μερικές αλήθειες αν δεν αφεθούμε να χειραγωγηθούμε από αυτή. Εκείνες οι αλήθειες μπορούν να είναι σημαντικές στην κατάστασή μας.

Ευχαριστώ τον Shpëtim Selmani για την ευγενική παραχώρηση της φωτογραφίας του που συνοδεύει το κείμενο.

Η ποίηση του Κοσοβάρου Shpëtim Selmani ανθολογείται στο τεύχος 32 του εκλεκτικού και πάντα ανήσυχου περιοδικού Τεφλόν. Κείμενο: Jazra Khaleed, Μετάφραση: Βίκτωρας Ηλιόπουλος.

Την Τετάρτη 5 Μαρτίου, στις 19:30, το περιοδικό Τεφλόν παρουσιάζει στο βιβλιοπωλείο Κομπραί (Διδότου 34, Εξάρχεια) ένα ποιητικό σουαρέ αφιερωμένο στη Σύγχρονη αλβανόφωνη ποίηση.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου