Paolo Licata (Φωτογραφία: Γιάννης Κοντός) |
Η μετανάστευση και η σεξουαλική
κακοποίηση στη Σικελία του ’60, βιωμένες υπό το πρίσμα της
πιτσιρίκας Lucia, συνθέτουν τον «πυρήνα» της γλυκόπικρης ταινίας του Ιταλού Paolo Licata
Μόνη
με τα όνειρά της.
Τον συναντούμε στην Αθήνα,
όπου βρίσκεται με αφορμή την κυκλοφορία
του φιλμ στους κινηματογράφους από τις 21
Οκτωβρίου.
Το
μεγάλου μήκους ντεμπούτο σου μυθοπλασίας Μόνη με τα όνειρά
της βασίζεται σε ένα μυθιστόρημα. Τι σε έλκυσε σε αυτό; Φαντάζομαι ότι
η κοινή καταγωγή με την συγγραφέα του ήταν ένας λόγος.
Βρισκόμουν σε μια
ιδιαίτερη περίοδο της ζωής μου, γιατί αναζητούσα μια καλή ιστορία που θα
αποτελούσε τη βάση της μεγάλου μήκους ταινίας μου. Κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο
για ένα ντεμπούτο.
Κανένας δε θα προσφέρει
πολλά χρήματα γι’ αυτό, γιατί κανένας δε σε ξέρει, ούτε σε εμπιστεύεται.
Οπότε, μια καλή ιστορία
για μια τέτοια ταινία πρέπει να είναι συμβατή με έναν χαμηλό προϋπολογισμό.
Η συγκεκριμένη ιστορία
θίγει, λοιπόν, πολλά σημαντικά ζητήματα, όπως η μετανάστευση ή η βία εναντίον
των γυναικών, είναι περιορισμένη σ’ έναν μικρό τόπο και εστιάζει στον
μικρόκοσμο του κεντρικού χαρακτήρα, της Lucia.
Αυτό μου επέτρεπε να
ζητήσω έναν μεσαίας κλίμακας προϋπολογισμό.
Έχεις
γεννηθεί κοντά στον τόπο όπου εκτυλίσσεται η πρωτότυπη ιστορία;
Όχι πολύ μακριά. Η
Σικελία δεν είναι τόσο μεγάλη, άλλωστε. Υπάρχουν, ωστόσο, διαφορές από πόλη σε
πόλη.
Η πρωτότυπη ιστορία
εκτυλίσσεται στο ανατολικό τμήμα του νησιού. Τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν στο
δυτικό.
Αρχικά αναζήτησα
τοποθεσίες στα ανατολικά, γιατί εκεί είχε γεννηθεί η Catena Fiorello, η συγγραφέας του
βιβλίου.
Η περιοχή είναι πολύ
επιβαρυμένη με μαγαζιά, όμως, οπότε δεν είναι εύκολο να γυρίσεις ένα φιλμ που
να φαίνεται ότι λαμβάνει χώρα στη δεκαετία του ’60.
Καταλήξαμε, έτσι, στα
δυτικά, όπου υπήρχαν σημεία τα οποία μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε, παρότι
είναι κι εκεί τουριστικά.
Η αίσθηση της απομόνωσης,
της εγκατάλειψης που αναδίδει ένα νησί ήταν ακριβώς αυτό που ψάχναμε, μιας και
η Lucia
είχε εγκαταλειφθεί απ’ τους γονείς της.
Marta Castiglia |
Παρότι
το μυθιστόρημα -και κατ’ επέκταση το φιλμ σου- εκτυλίσσεται στα τέλη της
δεκαετίας του ’60, θίγει ζητήματα που παραμένουν σύγχρονα, όπως η μετανάστευση
και η βία εναντίον των γυναικών.
Δυστυχώς, αυτοί οι
θεματικοί άξονες θα συνοδεύουν τους ανθρώπους για πάντα.
Η βία υφίσταται πάντα. Το
ίδιο και η μετανάστευση. Ανέκαθεν οι άνθρωποι εξωθούνταν να μετακινούνται από
το ένα μέρος στο άλλο για να επιβιώσουν.
Κατά τα τέλη της
δεκαετίας του ’60 συμβάλαμε στο φαινόμενο της μετανάστευσης των γονιών, με
ανθρώπους κυρίως από τον Νότο της Σικελίας να μετακινούνται σε δυτικοευρωπαϊκές
χώρες ή και πιο μακριά.
Στις μέρες μας δε φεύγουν
οι γονείς, αλλά τα παιδιά τους. Η τραγωδία, όμως, είναι η ίδια.
Δεν
είναι, πάντως, συνήθης η αποτύπωση εκείνων που μένουν πίσω, αναμένοντας -ίσως-
τη στιγμή που κι εκείνοι θα μεταναστεύσουν και θα επανενωθούν με την οικογένειά
τους.
Αυτό ήταν, άλλωστε, ένα
από τα στοιχεία που μου άρεσαν στην πρωτότυπη ιστορία, η αφήγηση της
μεταναστευτικής εμπειρίας από μια εντελώς διαφορετική οπτική γωνία.
Είναι ασύνηθες να
νοιάζεσαι για όσους μένουν πίσω και το πώς είναι να χάνεις τους γονείς σου, που
φεύγουν.
Ιδίως,
μάλιστα, όταν ο κεντρικός χαρακτήρας είναι ένα τόσο νεαρό κορίτσι, το οποίο -πρέπει
να ομολογήσω- υποδύεται τον ρόλο του πολύ ολοκληρωμένα. Είχε η Marta Castiglia παίξει στο παρελθόν κάπου;
Την πρωτοσυνάντησα σε ένα
από τα τελευταία casting,
αφότου είχα ήδη συναντήσει 400 κορίτσια. Ένιωσα ευτυχής, γιατί ήταν ακριβώς όπως φανταζόμουν τον χαρακτήρα.
Είχε σπουδάσει επί μία
τριετία σε θεατρική σχολή για παιδιά, αλλά ποτέ δεν είχε κάνει σινεμά.
Αντιμετωπίσαμε, ωστόσο,
ένα μεγάλο πρόβλημα. Δε μιλούσε ούτε λέξη σισιλιάνικης διαλέκτου- κι η γλώσσα
που ακούς στην ταινία δεν είναι ιταλικά, αλλά κυρίως σισιλιάνικη διάλεκτος.
Marta Castiglia |
Είναι
σημαντικές οι διαφορές;
Μεγάλες.
Φαντάσου ότι οι Ιταλοί από τον Βορρά δεν καταλαβαίνουν λέξη σισιλιάνικα.
Αναζητούσα ένα πρωτόγονο
κορίτσι, σαν να είχε κατέβει από ένα δέντρο, έναν ανθρώπινο τύπο πολύ ρουστίκ.
Ένα κομμάτι μου
αισθάνθηκε γοητευμένο από εκείνη, υπήρχε μια ενέργεια που με έσπρωχνε προς το
μέρος της. Το άλλο κομμάτι μου σκεφτόταν ότι δε μιλούσε γρι σισιλιάνικα. Θα
ήταν εφιάλτης.
Μετά από δυο-τρεις άυπνες
νύχτες αποφάσισα να καλέσω έναν εκπαιδευτή στη σισιλιάνικη διάλεκτο.
Έπειτα από λίγες πρόβες
ήταν εντελώς διαφορετική. Κι όχι μόνο γιατί ο εκπαιδευτής ήταν καλός, αλλά και
επειδή και η ίδια είναι μια απίστευτη
δύναμη της φύσης από την άποψη του επαγγελματισμού, ακόμα κι αν τότε ήταν μόνο
δέκα χρονών.
Καθετί που λέγαμε εγώ ή ο
εκπαιδευτής το σημείωνε στο σενάριο. Είναι φυσικό ταλέντο, αλλά και πολύ
συγκεντρωμένη στη δουλειά.
Ο
τρόπος που την φιλμάρεις σχεδόν από την αρχή της ταινίας, σαν να πρόκειται για μια
μικρή γυναίκα, μάς προϊδεάζει για τα όσα τραυματικά θα της συμβούν στη συνέχεια.
Αυτή ήταν ακριβώς η
πρόθεσή μου, να φιλοτεχνήσω έναν χαρακτήρα με αμφίσημα γνωρίσματα: την
αθωότητα, λόγω της ηλικίας της, αλλά και κάτι που θα μπορούσε να διεγείρει κακόβουλες
σκέψεις και πράξεις.
Η Μarta ήταν υπέροχη.
Έχει την ίδια στιγμή αυτό το αθώο βλέμμα και είναι ελκυστική.
Marta Castiglia, Lucia Sardo |
Πέραν
της Lucia,
υπάρχει μια σειρά από δευτερεύοντες χαρακτήρες με αυτοτελή σημασία, όπως η Lucia Sardo, που υποδύεται την γιαγιά της, την nonna Maria. Έχει πολύ ιδιαίτερο πρόσωπο.
Πολύ ελληνικό.
Αναζητάς
πρόσωπα, γενικά;
Πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση/παρατήρηση.
Κάθε πρόσωπο είναι επίπονα και προσεκτικά επιλεγμένο.
Πάντα μου άρεσαν τα
ξεχωριστά πρόσωπα. Είμαι φαν του Sergio
Leone,
και στις ταινίες του πάντα υπάρχουν ιδιαίτερα πρόσωπα.
Το
πρόσωπο της Lucia
Sardo
είναι σχεδόν αρχαϊκό.
Είναι μια σπουδαία
ηθοποιός στην Ιταλία, μια από τις Σισιλιάνες-σύμβολα. Μόλις επέστρεψε από το
Λος Άντζελες, όπου γύρισε μια πολύ σημαντική τηλεοπτική σειρά με την Ζoe Saldana.
Κάποια
στιγμή αποφασίζει να πάρει την κατάσταση στα χέρια της. Έτσι συμβαίνει και στο
βιβλίο;
Εκεί εξηγείται
διαφορετικά. Στο φιλμ, τουλάχιστον στο πρώτο μέρος, θέλαμε να την παρουσιάσουμε
σαν την «κακιά», ώστε η ανατροπή προς τέλος να είναι πιο δυνατή.
Μου
φαίνεται ανακουφιστικό που έδρασε όπως έδρασε αποδίδοντας δικαιοσύνη, χωρίς κατ’
ανάγκη να εγκρίνω την πράξη της, όταν επικρατεί τόση σιωπή και συγκάλυψη
σχετικά με το ζήτημα της σεξουαλικής κακοποίησης των γυναικών.
Δεν είναι εύκολη επιλογή
για εκείνη. Ξέρει τι διαπράττει, γι’ αυτό και αυτοτιμωρείται εγκλειόμενη στο
σπίτι της μέχρι το τέλος της ζωής της.
Στο συγκείμενο του φιλμ,
όμως, ήταν η μόνη που μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο.
Χαίρομαι
που δεν αποτυπώνεις τις γυναίκες ως αδύναμες ή θύματα και μόνο.
Τελικά νιώθεις ένοχος που
αισθάνεσαι καλά για την πράξη της γιαγιάς. Όλα είναι σχετικά, πάντως.
Κι
όλα συμβαίνουν κάτω από το παραπλανητικά καλόκαρδο και φιλόξενο φως του ήλιου.
Αυτό δημιουργεί μια αντίθεση, έτσι δεν είναι;
Απολύτως. Καταδεικνύεται,
ωστόσο, μια θλιβερή πραγματικότητα. Στατιστικά, περίπου το 80% της βίας είναι
ενδοοικογενειακή.
Υπάρχει ξεκάθαρη αντίθεση
ανάμεσα στο μέρος όπου εκτυλίσσεται η ιστορία και στα κακά πράγματα που
συμβαίνουν στην Lucia
και στις άλλες γυναίκες.
Μου αρέσει που φεύγει
όταν ήδη βίωνε το τραύμα.
Από τη μία αγαπά τον τόπο
της, αλλά ταυτόχρονα λυπάται, γιατί οι γονείς της λείπουν. Και η σωματική βία
που υπέστη την κάνει να δει το μέρος που τόσο αγαπούσε με αρνητικό τρόπο.
Στο τέλος, μόλις μαθαίνει
τι είχε κάνει η γιαγιά της για χάρη της, αυτό την επανασυνδέει με τη γενέτειρά
της.
Και
την συμφιλιώνει με αυτή.
Μου αρέσει αυτή η οπτική
γωνία της ιστορίας.
Κι
εμένα, προσφέρει μια αίσθηση ήρεμης λύτρωσης και συμφιλίωσης με το παρελθόν.
Ένα παρελθόν που τόσο
φοβόταν μέχρι να μεγαλώσει και να το αναγνωρίσει.
Ευχαριστώ
θερμά τον Σταύρο
Γανωτή, υπεύθυνο γραφείου τύπου της Enorama Distribution,
για τη συμβολή του στον προγραμματισμό της συνέντευξης.
Η ταινία του Paolo
Licata Μόνη με τα όνειρά
της προβάλλεται
στους κινηματογράφους από τις 21 Οκτωβρίου σε διανομή της Enorama Distribution.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου