Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2020

Άντονι Τσεν: «Το σινεμά μου είναι πάντα ένα σινεμά ελπίδας»

 


Μια σαραντάρα καθηγήτρια κινεζικών σε σχολείο στη Σιγκαπούρη που βιώνει πολύπλευρη κρίση αναπτύσσει μια σχέση με έναν μαθητή της στο λιτό και διακριτικό δράμα του Σιγκαπουριανού σκηνοθέτη Άντονι Τσεν, Η εποχή της βροχής.

Συναντηθήκαμε με τον Άντονι Τσεν στο πλαίσιο του 60ού Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Η ταινία του προβάλλεται από τις 24 Σεπτεμβρίου.

Υπάρχει κάποια μεταφορική σπουδαιότητα στη χρήση της υγρασίας και της βροχής σε ό,τι αφορά τη Σιγκαπούρη;

Ασφαλώς.

Ανέκαθεν ήθελα να περιλάβω τον καιρό στις ταινίες μου, γιατί κάτι τέτοιο είναι πολύ κινηματογραφικό. Το πρόβλημα είναι πως στη Σιγκαπούρη δεν έχουμε εποχές, αλλά ένα τροπικό κλίμα όλο τον χρόνο.

Ο καιρός αλλάζει μόνο για μια περίοδο τεσσάρων με οκτώ εβδομάδων κάθε έτος όταν αρχίζουν οι μουσώνες και βρέχει πολύ, κάποιες φορές επί ώρες.

Η βροχή είναι πολύ ποιητική, πολύ ορατή, πολύ έμφυτη, και ταυτόχρονα μια πολύ καλή μεταφορά για να περιγράψεις ένα έντονο συναισθηματικό «τοπίο».

Επίσης, αν δεις πώς αποτυπώνω τη Σιγκαπούρη στο φιλμ, είναι πάντα κάπως γκρίζα και βροχερή. Αυτό λέει πολλά για τον τρόπο που νιώθω για τη χώρα. Έχει γίνει ένα πολύ πιο ψυχρό μέρος, όπου οι άνθρωποι είναι πολύ πιο ψυχροί μεταξύ τους.

Γιατί συμβαίνει αυτό; Υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος λόγος;

Δε νομίζω ότι οφείλεται σε έναν συγκεκριμένο λόγο. Αυτό που συνήθως διαβάζεις για τη Σιγκαπούρη είναι πως πρόκειται για μια από τις πλουσιότερες χώρες στην Ασία, ότι ευημερεί.

Μετά από χρόνια αναζήτησης του κεφαλαιακού πλούτου και του κατα κεφαλήν εισοδήματος, ωστόσο, και παρόλο που οι περισσότεροι είναι ευκατάστατοι μεσοαστοί, η κοινωνία έχει γίνει πολύ πιο εγωιστική και ψυχρή.  

Αυτή η εξ αρχής καταδικασμένη, λοιπόν, σχέση που αποτυπώνεται στην ταινία σου έρχεται σε αντίθεση με το κυρίαρχο συναισθηματικό «τοπίο» του εγωισμού.

Δε θα τη συσχέτιζα πλήρως, αλλά μπορείς να τη «διαβάσεις» έτσι, βεβαίως.

Γιατί, επομένως, αποφάσισες να εστιάσεις, καθώς το φιλμ ξεδιπλώνεται, σ’ αυτή τη σχέση; Θυμίζει λίγο τη Σύντομη συνάντηση του Ντέιβιντ Λιν.

Δεν ξεκίνησα έχοντας κατά νου να κάνω μια ταινία για τη σχέση μιας καθηγήτριας κι ενός μαθητή, αλλά για μια σαραντάρα που βιώνει μια κρίση μέσης ηλικίας.

Ο γάμος της είναι σε κρίση, η οικογενειακή της ζωή σε κρίση, η εργασιακή το ίδιο. Αυτή η γυναίκα δεν έχει καθόλου κοινωνική ζωή, δεν έχει χρόνο ούτε να παρακολουθήσει ένα φιλμ.

Αναζητά κάποιον άλλο στη ζωή της που θα της δώσει ζεστασιά, ανακούφιση, αγάπη. Το μόνο μέρος που μπορεί κάτι τέτοιο να συμβεί είναι στο σχολείο, γιατί είναι καθηγήτρια.

Διδάσκει κινέζικά, και δεν την εκτιμούν πολύ.


Υπάρχει σύγκρουση ανάμεσα στις επίσημες γλώσσες στη Σιγκαπούρη;

Τα αγγλικά είναι η επίσημη γλώσσα και τη μιλάμε για πολλά χρόνια, γιατί υπήρξαμε βρετανική αποικία και τη δεκαετία του ’70 η κυβέρνηση μετέτρεψε όλα τα σχολεία σε αγγλικά. Όλα, λοιπόν, διδάσκονται στα αγγλικά.

Υπάρχει μια απόρριψη των κινέζικων και μια ταξική συνείδηση στο πλαίσιο της οποίας θα βρεθείς σε καλύτερη τάξη, αν μιλάς καλά αγγλικά.

Η πρωταγωνίστρια κατάγεται από τη Μαλαισία, δεν πολυμιλάει αγγλικά.

Γιατί ήταν σημαντικό για σένα να την αποτυπώσεις ως χαρακτήρα μαλαισιανής καταγωγής;

Πρώτον, επειδή στη Σιγκαπούρη δε μιλιούνται τα κινέζικα πολύ εισάγονται καθηγητές από τη Μαλαισία.

Δεύτερον, οι δυο χώρες έχουν μακρά Ιστορία. Στο παρελθόν υπήρξαμε κομμάτι της ίδιας χώρας και το 1963 ανεξαρτητοποιηθήκαμε από τη Βρετανία.

Το 1965, η Σιγκαπούρη διαιρέθηκε, γιατί υπήρχαν περισσότεροι Σιγκαπουριανοί στη Σιγκαπούρη και Μαλαισιανοί στη Μαλαισία.

Κάθε φορά που πηγαίνω στη Μαλαισία, πάντως, νιώθω ότι υπάρχει πολύ περισσότερη ευγένεια, γενναιοδωρία, ανθρωπιά και ζεστασιά, που δεν τις έχεις στη Σιγκαπούρη. Ήθελα να το σχολιάσω αυτό κινηματογραφικά.

Ο σχολιασμός σου είναι πολύ διακριτικός και χαμηλόφωνος, τόσο στο επίπεδο της πολιτικής κατάστασης και των κοινωνικών συνθηκών, όσο και στην απεικόνιση των χαρακτήρων και των μεταξύ τους σχέσεων.

Το τελευταίο που θέλω είναι να είμαι ένας τραχύς σκηνοθέτης.

Μου αρέσει ένα έργο τέχνης που το απολαμβάνεις στην ολότητά του, κι όχι επειδή αρχίζεις να παρατηρείς επιμέρους στοιχεία.

Νομίζω πως το σινεμά κινείται προς την κατεύθυνση του ηχηρού και του στιλιζαρισμένου. Για μένα, επιστρέφει στους χαρακτήρες μου, ελπίζω να κρύψω αυτό που προσπαθούν να κάνουν, για να μη δεις τα χνάρια τους παντού.

Αν καταφέρω να αποτυπώσω τους ανθρώπους με τον πιο ειλικρινή τρόπο, θα μπορέσεις να το αισθανθείς ως άνθρωπος, ακόμα κι αν κατάγεσαι από άλλη χώρα.

Δεν είναι ένα εντυπωσιακό, αμφιλεγόμενο φιλμ. Ακόμα και την ερωτική σκηνή ήθελα να την παρουσιάσω όσο πιο αληθινή γινόταν.


Πολλή από αυτή την αληθοφάνεια οφείλεται στην ερμηνεία της πρωταγωνίστριάς σου. Είναι μια πολύ γνωστή ηθοποιός στη Σιγκαπούρη;

Είναι πολύ γνωστή, έχουμε συνεργαστεί τρεις φορές. Υπήρξε ηθοποιός στο θέατρο, έπειτα ασχολήθηκε με την Τηλεόραση και κατόπιν με τον κινηματογράφο. Είναι πιθανόν η καλύτερη ηθοποιός σε Σιγκαπούρη και Μαλαισία.

Είναι, ωστόσο, η πιο δύσκολη ταινία που έχει κάνει. Στην καθημερινή ζωή της είναι ένα πολύ φωνακλάδικο και παιχνιδιάρικο άτομο. Το να αποτραβηχτεί στο φιλμ ήταν πολύ επώδυνο για εκείνη.

Κάθε μέρα έπρεπε να κλαίει, για δεν μπορούσε να απελευθερώσει το οποιοδήποτε συναίσθημα στο πλατό.

Ποιες είναι οι εντυπώσεις σου από την πρεμιέρα της ταινίας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης;

Η αίθουσα ήταν γεμάτη, και με εξέπληξαν οι αντιδράσεις.

Είναι η πρώτη μου φορά στο Φεστιβάλ και την Ελλάδα, δεν είχα ιδέα ότι υπήρχε τόσο ισχυρή κινηματογραφική κουλτούρα στη χώρα..

Ανησυχούσα μήπως δεν έρθει κανένας, αλλά ήταν φίσκα, κι αναρωτιόμουν γιατί. Έπειτα συνειδητοποίησα πως αυτό συμβαίνει επειδή το δράμα κατάγεται από την Ελλάδα.

Στη Σιγκαπούρη, τα σινεμά έχουν σταματήσει να προβάλλουν ξένες ταινίες. Στο παρελθόν υπήρχαν αίθουσες όπου παίζονταν κάποια φεστιβαλικά φιλμ, τώρα όχι. Υπάρχει μόνο ένας ανεξάρτητος κινηματογράφος που προβάλλει τέτοιες ταινίες.

Έχει το μισό πληθυσμό της Ελλάδας, αλλά την πιο πυκνή κατ’ άτομο ύπαρξη αιθουσών στον κόσμο. Κι όμως, παρακολουθούμε μόνο χολιγουντιανά φιλμ.

Γεγονός πολύ λυπηρό.

Πολύ λυπηρό. Και το κοινό σταματά να χρησιμοποιεί το μυαλό του. Έχει γίνει πολύ παθητικό, γιατί στις χολιγουντιανές ταινίες σού τα δίνουν όλα.

Η αλλαγή του καιρού στο τέλος τoυ φιλμ υποδηλώνει κάτι αισιόδοξο;

Είναι πολύ σημαντική, σε όλες τις ταινίες μου.

Η ζωή είναι δύσκολη για όλους μας, γιατί είμαστε άνθρωποι και κάνουμε και συνεχίζουμε να κάνουμε λάθη και να γαμάμε τη ζωή μας, αλλά πάντα πιστεύω ότι υπάρχει ελπίδα.

Κι ελπίζω πως το σινεμά μου είναι πάντα ένα σινεμά ελπίδας. Στο τέλος, πιστεύω ότι θα υπάρξει ένα φως στην άκρη του τούνελ, ότι θα βγει ο ήλιος μετά τη βροχή.

Η ανθρωπότητα πάντα θα ευημερεί.

Photo credit (Άντονι Τσεν): Γιάννης Κοντός.

Η συνέντευξη με τον σκηνοθέτη πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του 60ού Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.

Ευχαριστώ θερμά την Αγγελική Στελλάκη από το Γραφείο Τύπου του Φεστιβάλ για τη συνδρομή της στη διοργάνωσή της.

H ταινία του Άντονι Τσεν Η εποχή της βροχής προβάλλεται στους κινηματογράφους της Αθήνας από τις 24 Σεπτεμβρίου και της Θεσσαλονίκης από την 1η Οκτωβρίου σε διανομή της One from the Heart.