Σάββατο 19 Μαρτίου 2022

Laila Pakalniņa: «Μ’ αρέσει να τοποθετώ την κάμερα και ν’ αναρωτιέμαι τι θα συμβεί»

 

Laila Pakalniņa (Φωτογραφία: Γιάννης Κοντός)

Συνομιλώντας -και ενίοτε διαφωνώντας- μια ηλιόλουστη σαλονικιώτικη μέρα με την Laila Pakalniņa, την σημαντικότερη Λετονή ντοκιμαντερίστρια, στο πλαίσιο του 24ου ΦΝΘ, το οποίο φιλοξενεί εκτενές αφιέρωμα στο φιλμικό της έργο.

Η δουλειά σας συνιστά έναν βαθύ στοχασμό πάνω στη ζωή και τις καθημερινές δραστηριότητες των απλών κατοίκων της Λετονίας. Τι σας συγκινεί σ’ αυτό;

Νομίζω ότι η ζωή είναι ενδιαφέρουσα και απρόσμενη, οπότε μπορείς να φτιάξεις ταινίες παντού και για τα πάντα. Μπορείς απλώς να τοποθετήσεις κάπου την κάμερά σου και να φιλμάρεις, και η ταινία θα συμβεί.

Ασφαλώς δεν είναι τόσο εύκολο όσο ακούγεται. Χρειάζεται να έχεις φαντασία στην προσέγγισή σου, αλλά γενικά δε θέλω να εξαναγκάσω τη ζωή ή να επιβάλω τις ιδέες μου.

Απλώς μ’ αρέσει να τοποθετώ την κάμερα και ν’ αναρωτιέμαι τι θα συμβεί. Μιας και ζω στη Λετονία, αυτός είναι ο ευκολότερος τόπος όπου μπορώ να το πετύχω! Αν ζούσα αλλού, θα κινηματογραφούσα εκεί.

Θα ήσασταν, επομένως, πρόθυμη να φιλμάρετε ανθρώπους σε άλλα μέρη;

Κι εδώ, στη Θεσσαλονίκη.

Σας ενέπνευσε κάτι συγκεκριμένο στην πόλη;

Για μένα ο καλύτερος χρόνος μέσα στη μέρα για να αντλήσω έμπνευση είναι το πρωί, επειδή τρέχω εκείνες τις ώρες. Μου αρέσει η ατμόσφαιρα της πόλης που ξυπνά.

Όταν τρέχεις στο Παρίσι πριν την ανατολή, φαντάζει σαν μια διαφορετική πόλη, καθόλου τουριστική.

Κάνοντας βόλτα στην παραλιακή λεωφόρο της Θεσσαλονίκης το πρωί νιώθω την πόλη εντελώς διαφορετική, λες και είναι ένα άλλο μέρος, κι οι άνθρωποι έχουν άλλη διάθεση: κάποιοι πάνε στη δουλειά, λίγοι τρέχουν, υπάρχουν και μερικά σκυλιά.

Αυτή την ώρα το φως είναι επίπεδο, το πρωί είναι ευμετάβλητο.



Η δουλειά σας είναι, επίσης, πολύ ποιητική, όπως κι αν καθένας/καθεμία ορίζει την έννοια του «ποιητικού». Αναζητάτε ή εντοπίζετε την ποίηση στην καθημερινότητα;

Δε θα έλεγα πως συμβαίνει σκόπιμα.

Ακόμα κι όταν δεν τραβάμε φωτογραφίες ή δε φτιάχνουμε φιλμ, ακόμα κι αν απλώς παρατηρούμε τριγύρω, επιλέγουμε τι βλέπουμε. Ίσως αυτός είναι ο δικός μου τρόπος να βλέπω.

Το «ποιητικό» ίσως είναι κάτι λιγάκι γλυκό, κι αυτό δε μου αρέσει. Μου αρέσουν οι εικόνες όπου μπορείς να δεις περισσότερα από ένα επίπεδα. Κι αυτό μπορεί να συμβεί παντού.

Αν το θέλεις.

Αν το θέλεις- κι αν θέλεις να το δείξεις και σε άλλους, ο καλύτερος τρόπος είναι η σύνθεση.

Οι ταινίες σας έχουν ιδιαίτερη φωτογραφική ποιότητα. Ασχολείστε και με τη φωτογραφία;

Δεν είμαι φωτογράφος ούτε διευθύντρια φωτογραφίας, είμαι απλώς σκηνοθέτρια. Νομίζω ότι κάθε άνθρωπος έχει αυτή την αίσθηση της σύνθεσης από την παιδική του ηλικία. Μόνο αργότερα χάνεται αυτό το ταλέντο.

Μπορούμε να καταλάβουμε τα παιδιά βλέποντας τις φωτογραφίες τους. Μου αρέσει να παρατηρώ τη ζωή και να δημιουργώ τις δικές μου συνθέσεις βάσει αυτής.

Όταν, όμως, σκηνοθετώ φιλμ, εμπλέκω διευθυντές φωτογραφίες και κάμεραμεν. Πάντα αναζητώ κάμεραμεν που είναι πιο ταλαντούχοι οπτικά από μένα.

Το να είσαι σκηνοθέτης σημαίνει το να χρησιμοποιείς τα ταλέντα άλλων ανθρώπων με υπευθυνότητα.

Ποια είναι η σχέση σας με τους ανθρώπους που κινηματογραφείτε πριν τα γυρίσματα, κατά τη διάρκειά τους, ίσως και κατόπιν;

Είναι αρκετά παράξενο, αλλά συνειδητοποιώ πως χρειάζομαι απόσταση. Το αντιλήφθηκα όταν έκανα την Καμινάδα. Τα γυρίσματα διήρκεσαν μία εβδομάδα και δε συνεχίστηκαν άλλο γιατί ήρθαμε πολύ κοντά με τους ανθρώπους.

Μου αρέσει να είμαι κάπως αόρατη, απλώς να βρίσκομαι κάπου και να παρατηρώ. Αν είσαι υπερβολικά κοντά με τους ανθρώπους, δεν μπορείς πια να παρατηρείς.



Το πιο πρόσφατο ντοκιμαντέρ σας, Σπίτια, έχει μια ιδιομορφία: φιλμάρετε τους ενοίκους σπιτιών να τα κοιτάζουν απ’ έξω, ενώ εσείς βρίσκεστε μέσα. Υπονοώντας μια αποστασιοποίηση ενός ανθρώπου από την ταυτότητά του, ακόμα και χωρικά;

Είναι ένα ξεχωριστό φιλμ για μένα, γιατί συνήθως δε χρησιμοποιώ πολλούς διαλόγους στις ταινίες μου. Είναι επίσης ένα ντοκιμαντέρ για την επικοινωνία και τη δημιουργία ταινιών.

Υπάρχει κάτι πολύ τελετουργικό τόσο στον τρόπο που κινηματογραφείτε, όσο και στις ανθρώπινες δραστηριότητες που κινηματογραφείτε- κι εδώ μου έρχονται στο μυαλό πρώιμες δουλειές σας όπως τα Σεντόνια, Το ταχυδρομείο ή Το φέρι μποτ.

Σας ενδιαφέρει η αποτύπωση των καθημερινών τελετουργιών;

Αν δε στήνεις κάτι, αν είσαι ειλικρινής απέναντι στη ζωή, εκεί καταλήγεις με την καθημερινότητα.

Χρησιμοποιώ την κάμερα και τον ήχο για να εξερευνήσω την πραγματικότητα. Δεν καταλαβαίνω πώς γίνεται να γράφεις ένα σενάριο σχετικά με το τι θα συμβεί, όταν δεν το ξέρεις.

Γι’ αυτό και ως επί το πλείστον αποφεύγετε να χρησιμοποιείτε διαλόγους;

Οι άνθρωποι στην καθημερινή τους ζωή δε μιλάνε και τόσο, εκτός κι αν εργάζονται σε τομείς που απαιτούν την επικοινωνία με άλλους.

Προτιμάτε, επομένως, να αφήνετε τους θεατές να ενώνουν τα κομμάτια του αφηγηματικού σας «παζλ»;

Ασφαλώς, γι’ αυτό και πολύ σπάνια χρησιμοποιώ μουσική ή voice over. Δε θέλω να χειραγωγώ τον θεατή, πιστεύω σ’ αυτόν.



Διαπρέπετε στη χρήση της μικρού μήκους κινηματογραφικής φόρμας, αν και έχετε σκηνοθετήσει και μεγάλου μήκους ταινίες. Τι σας συναρπάζει πιο πολύ σ’ αυτή τη φόρμα;

Σε κάθε ιδέα αρμόζει όχι μόνο η δική της φόρμα, αλλά και η δική της διάρκεια. Αν μπορείς να πεις κάτι με ένα φιλμ μικρού μήκους, δε χρειάζεται να γυρίσεις ένα μεγάλου μήκους. Μερικές φορές, όμως, χρειάζεται.

Τα Σπίτια είναι η μεγαλύτερη σε διάρκεια ταινία μου. Δε νομίζω ότι θα ξαναγυρίσω άλλη τόσο μεγάλη.

Με την εξαίρεση του Παπουτσιού, που δυστυχώς δεν έχω δει και το οποίο έχει μια πολιτική διάσταση, οι υπόλοιπες δουλειές σας δε χαρακτηρίζονται από αυτή τη διάσταση.

Οι ταινίες μου δεν είναι πολιτικές, αλλά ταυτόχρονα δεν είμαστε απαλλαγμένοι από την πολιτική- τουναντίον!

Στο συλλογικό φιλμικό πρότζεκτ Όψεις της Ευρώπης (2004) συμμετείχατε με μια μικρού μήκους ταινία σας.

Μιας και διανύουμε (άλλη) μια ταραχώδη περίοδο στην ευρωπαϊκή ήπειρο, με τον πόλεμο στην Ουκρανία να εντείνεται και τα σύνορα να επαναχαράσσονται, ποιο είναι το όραμά σας για την Ευρώπη;

Το συγκεκριμένο πρότζεκτ αφορούσε σε σκηνοθέτες και σκηνοθέτριες που προέρχονταν από χώρες ήδη ενταγμένες στην Ε.Ε., αλλά και από νεοεισελθείσες.

Αισθανόμουν τον φόβο των «παλαιών» ευρωπαϊκών χωρών απέναντι στις νέες. Αυτό που ήθελα να δείξω μέσα από τη συμμετοχή μου ήταν πως δε χρειαζόταν να μας φοβούνται. Είμαστε το ίδιο. Αυτό θα έλεγα και τώρα.

Πάντως, επικρατεί χάος.

Ο Πούτιν αναζητά λόγους για να τρομοκρατήσει το ίδιο του το έθνος. Ήδη ζούμε σε έναν τελείως διαφορετικό κόσμο, αλλά την ίδια στιγμή οι ανθρώπινες αξίες καθίστανται ακόμα πιο σημαντικές.

Βλέπεις πόσο ευπρόσδεκτοι γίνονται από τις γειτονικές χώρες οι πρόσφυγες/προσφύγισσες από την Ουκρανία.



Προς το παρόν, δεν είμαι σίγουρος ότι αυτό θα συνεχιστεί όσο αυξάνεται ο αριθμός των εκτοπισμένων.

Ήδη, όμως, υπάρχουν περισσότεροι από 2 εκατομμύρια άνθρωποι, μια μικρή Λετονία.

Δεν είναι νεαροί άρρενες, αλλά γυναικόπαιδα που δραπετεύουν από τον πόλεμο και θέλουν να επιστρέψουν στη χώρα τους μόλις αυτό είναι ασφαλές. Είναι περήφανοι άνθρωποι. Το κίνητρό τους δεν είναι οικονομικό, αλλά η επιβίωση.

Από την άλλη, υπάρχει πολλή υποκρισία από την πλευρά της Δύσης, η οποία δεν έχει αγκαλιάσει με την ίδια ζέση πρόσφυγες και προσφύγισσες από μουσουλμανικές χώρες.

Ίσως ταυτίζονται μ’ αυτούς.

Ίσως. Όποιος/όποια, όμως, αναγκάζεται να εγκαταλείψει τη γενέτειρά του/της γιατί δεν μπορεί να επιβιώσει εκεί, πρέπει να αποτελεί υποκείμενο ταύτισης τουλάχιστον στο επίπεδο του ανθρώπινου δράματος.

Η εξάρτηση που ως Ευρώπη έχουμε απέναντι στη Ρωσία κατέστησε τη Ρωσία ισχυρή και πολύ εγωιστική. Επί τουλάχιστον οκτώ χρόνια προετοίμαζε αυτόν τον πόλεμο. Κι αν εξελιχθεί σε πυρηνικό, δε θα υπάρχουν νικητές.

Ούτε ανάμεσα σε εκτοπισμένους ή καταπιεσμένους υπάρχουν νικητές: είτε πρόκειται για Ουκρανούς πρόσφυγες, ρωσόφωνους στην Ανατολική Ουκρανία ή διαφωνούντες Ρώσους στη Ρωσία.

Τα τραύματα κι οι αγώνες αυτών των ανθρώπων μ’ ενδιαφέρουν, όχι των εξουσιαστών. Το σινεμά θα επιβιώσει- και όχι μόνο της πανδημίας;

Το σινεμά και το ντοκιμαντέρ θα επιβιώσουν, ήδη το έχουν καταφέρει.

Με το κλείσιμο των κινηματογράφων πολλοί άνθρωποι στράφηκαν σε εναλλακτικούς τρόπους θέασης. Όσον αφορά στα ντοκιμαντέρ, οι εναλλακτικές πλατφόρμες ίσως ήταν ο μόνος τρόπος να τα παρακολουθήσεις.

Το γενικότερο ζήτημα είναι, λοιπόν, να επιστρέψουν οι θεατές στους κινηματογράφους. Και το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης είναι μια πολύ καλή ένδειξη προς αυτή την κατεύθυνση.

Το σινεμά δε θα πεθάνει, νομίζω.

Ευχαριστώ θερμά τον Γιώργο Παπαδημητρίου από το Γραφείο Τύπου του Φεστιβάλ για την πολύτιμη συνδρομή του στην υλοποίηση της συνέντευξης στο πλαίσιο του 24ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.

Το ντοκιμαντέρ της Laila Pakalniņa Σπίτια προβάλλεται στο πλαίσιο του αφιερώματος στο έργο της στο 24ο ΦΝΘ το Σάββατο, 19 Μαρτίου (αίθουσα Τώνια Μαρκετάκη, 18:00, παρουσία της σκηνοθέτριας).

Η επαναληπτική προβολή πραγματοποιείται την Κυριακή, 20 Μαρτίου (αίθουσα Φρίντα Λιάππα, 15:45).

Παράλληλα, είναι διαθέσιμο διαδικτυακά μέχρι τη λήξη του Φεστιβάλ, όπως και οι μικρού και μεσαίου μήκους ταινίες της που περιλαμβάνονται στο αφιέρωμα.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου