Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ρεπορτάζ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ρεπορτάζ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 8 Απριλίου 2020

Σχετικά με την εν εξελίξει δίωξη του αναρχικού Ιρανού μετανάστη Abtin Parsa


«Ήμουν ένας 16χρονος με αναρχικές απόψεις και αθεϊστικές πεποιθήσεις. Βασανίστηκα εξαιτίας των αθεϊστικών μου απόψεων και της αντικυβερνητικής μου στάσης ενώ ήμουν μαθητής στην πόλη Zarghan, στο Ιράν». 


Έτσι εξιστορούσε ο 22χρονος σήμερα Abtin Parsa, αναρχικός μετανάστης και αιτών πολιτικό άσυλο στην Ελλάδα όπου βρίσκεται από το 2017, την αντιμετώπισή του από τις ιρανικές αρχές μεταξύ του 2014 και το 2015 σε παλαιότερο κείμενό του.


Τον Ιανουάριο του 2019 συνελήφθη στην Πάτρα κατά την προσπάθειά του να περάσει στην Ιταλία με πλαστό διαβατήριο (η δίκη εκκρεμεί), ενώ τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου συνελήφθη και καταδικάστηκε σε πρώτο βαθμό για απείθεια.


Άτομο με ανοιχτή πολιτική και κινηματική δράση στον εγχώριο αντιεξουσιαστικό χώρο τα τελευταία χρόνια, κατά καιρούς δημοσιοποιεί ενυπόγραφα κείμενά του μέσω του ίντερνετ και των social media.


Σε ένα από αυτά, το οποίο αναρτήθηκε στον αντιεξουσιαστικό ιστότοπο πληροφόρησης Athens Indymedia στις 9 Μαρτίου, προέβη σε μια εκτενή ανάλυση του μεταναστευτικού ζητήματος και της αλληλεγγύης προς τους μετανάστες.


«Πιστεύω πως το μεταναστευτικό δεν λύνεται αλλάζοντας τους νόμους επειδή ο καπιταλισμός και το κράτος δημιουργούν την μεταναστευτική κρίση», επισήμανε στο εν λόγω κείμενο.


«Γι’ αυτό η αλληλεγγύη στους μετανάστες θα πρέπει να έχει αντικρατικά και αντικαπιταλιστικά χαρακτηριστικά», συμπέρανε.


«Εμείς σαν μετανάστες θα πρέπει να παλέψουμε για τις ανάγκες μας και αυτή την στιγμή η μεγαλύτερη ανάγκη μας είναι η επιβίωση, γι’ αυτό και πρέπει να καταστρέψουμε αυτούς που μας σκοτώνουν», υπογράμμισε.


«Δεν είμαστε επικίνδυνοι για την κοινωνία˙οι μπάτσοι είναι επικίνδυνοι για την κοινωνία και οι μόνοι τρομοκράτες είναι το κράτος και ο καπιταλισμός», διευκρίνισε.


Ήταν, όμως, μια συγκεκριμένη φράση του που, εντέχνως αποκομμένη από το υπόλοιπο κείμενο, ερμηνεύτηκε από τα πάντα πρόθυμα καθεστωτικά Μ.Μ.Ε. ως έκκληση να οπλιστούν οι μετανάστες στον Έβρο


Αυτή η φράση αναπαράχθηκε ευρύτατα, προκειμένου να φιλοτεχνηθεί το επιθυμητό από την εξουσία και τους μηχανισμούς της προφίλ του επικίνδυνου «τρομοκράτη», και δη μετανάστη.


Σε καταγγελία του, που αναρτήθηκε διαδικτυακά στις 23 Μαρτίου, κατηγόρησε συγκεκριμένα τον τηλεοπτικό σταθμό  STAR για «ξεκάθαρη χειραγώγηση» των λέξεών του και εστίαση στην ιδιότητά του ως μετανάστη.


Σχεδόν τρεις βδομάδες μετά τη δημοσίευση του κειμένου, στις 29 Μαρτίου, και εν μέσω πρωτόγνωρων περιοριστικών μέτρων εξαιτίας ή υπό το πρόσχημα της πανδημίας, ο Abtin Parsa συνελήφθη από την «Αντι»τρομοκρατική στην πλατεία Βικτωρίας.


Την επομένη οδηγήθηκε στο Αυτόφωρο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθήνας. 


Η εκδίκαση της υπόθεσης αναβλήθηκε, όμως, για την Πέμπτη 9 Απριλίου λόγω αντιρρήσεων της υπεράσπισης στο να αναγνωστούν οι ένορκες καταθέσεις που περιλαμβάνονται στη δικογραφία.


Μια δικογραφία, της οποίας, σε κάθε περίπτωση, το ακριβές περιεχόμενο παραμένει ακόμα άγνωστο τόσο στον διωκόμενο όσο και στην συνήγορο υπεράσπισης.


Στη συνέχεια, του αποδόθηκε η πλημμεληματική κατηγορία της «προώθησης ένοπλης εξέγερσης» με την επιβαρυντική διάταξη του 187Α, του διαβόητου «τρομονόμου», ακριβώς λόγω του «επίμαχου» δημοσιεύματος.


Πρόκειται για την πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια που απαγγέλλεται τέτοια κατηγορία στο πλαίσιο του 187Α.


Αυτό συνιστά μια ξεκάθαρη απόπειρα των κατασταλτικών μηχανισμών να ποινικοποιήσουν έναν πολιτικό λόγο που αντιτίθεται στον κυρίαρχο, όσο «αμφιλεγόμενος» ή «εμπρηστικός» κι αν αυτός μπορεί να θεωρηθεί από κάποιους.


Το ίδιο βέβαια δεν ισχύει για τον αντιμεταναστευτικό/ξενοφοβικό λόγο και τις απορρέουσες από αυτόν έκνομες πρακτικές. Αυτός όχι μόνο επιβραβεύεται και επικροτείται, αλλά και αντανακλά την κυρίαρχη πολιτική στρατηγική.


Σε μια κοινωνική και πολιτική συγκυρία ανάδυσης ενός επιθετικού μετα-μοντέρνου ολοκληρωτισμού που «σαρώνει» δικαιώματα κατακτημένα μέσα από αιματηρούς αγώνες, η υπόθεση του Abtin Parsa σίγουρα αποκτά ευρύτερες προεκτάσεις.


Πολλαπλώς στοχοποιημένος ο ίδιος, ως αναρχικό πολιτικό υποκείμενο και μετανάστης, θεωρείται από την εξουσία ένας «αδύναμος κρίκος». 


Οι αμέσως επόμενοι «αδύναμοι κρίκοι» μπορεί να είναι όσοι εργαζόμενοι επιλέξουν προσεχώς να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους που βάναυσα καταργούνται, αναστέλλονται ή περιστέλλονται υπό το πρόσχημα της εν εξελίξει πανδημίας.


Γι’ αυτό και υποθέσεις όπως του Abtin Parsa είναι σημαντικές ψηφίδες του «μωσαϊκού» ενός πολέμου ενάντια στα καταπιεζόμενα στρώματα της κοινωνίας, ο οποίος μαίνεται.

Σάββατο 21 Μαρτίου 2020

Διώξεις 11 Τούρκων και Κούρδων αγωνιστών και αγωνιστριών με βάση τον «τρομονόμο»


Άλλο ένα επεισόδιο στην πολυετή στοχοποίηση των Τούρκων και Κούρδων αγωνιστών που συνδέονται με την Επιτροπή αλληλεγγύης για τους πολιτικούς κρατούμενους στην Τουρκία και το Κουρδιστάν και το Λαϊκό Μέτωπο από τους εγχώριους διωκτικούς μηχανισμούς εξελίσσεται από την Πέμπτη 19 Μαρτίου.


Πιο συγκεκριμένα, τις πρωινές ώρες εκείνης της μέρας πραγματοποιήθηκε ταυτόχρονη επιχείρηση της Αντιτρομοκρατικής στα γραφεία τους στην οδό Τζαβέλλα 3 στα Εξάρχεια και σε σπίτι στην οδό Αυλώνος στα Σεπόλια.  


Στην επιχείρηση της οδού Τζαβέλλα, που παρέμεινε αστυνομοκρατούμενη επί ώρες, συμμετείχε πλήθος αστυνομικών των ΕΚΑΜ, των ΜΑΤ, καθώς και των ομάδων ΟΠΚΕ, ΔΙ.ΑΣ και ΔΡΑΣΗ. 


Κατέληξε με την προσαγωγή 15 ατόμων, τα οποία βρίσκονταν εκεί, και με την πρόκληση σοβαρών υλικών ζημιών στο χώρο των γραφείων. 


Οι 7 αλληλέγγυες και αλληλέγγυοι που είχαν σπεύσει να συμπαρασταθούν στους 15 προσήχθησαν επίσης λίγο πριν τη μία το μεσημέρι, για να αφεθούν αργότερα μέσα στη μέρα. Οι 15 προσαχθέντες αφέθηκαν ελεύθεροι αργά το βράδυ της 19ης Μαρτίου.


Εξ αυτών, ο ένας, σε βάρος του οποίου εκκρεμούσε ένταλμα της Ιντερπόλ, πέρασε από Εισαγγελέα στο Εφετείο και αφέθηκε τελικά ελεύθερος. 


Ο δεύτερος, δικηγόρος και μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Κωνσταντινούπολης, είχε έρθει στην Ελλάδα στα τέλη Φεβρουαρίου, προκειμένου να αιτηθεί άσυλο λόγω των διώξεων που υφίστατο στην Τουρκία.


Εξαιτίας, όμως, της αναστολής της διαδικασίας κατάθεσης αιτήσεων λόγω των γεγονότων στον Έβρο, δεν είχε τη δυνατότητα να υποβάλει κι εκείνος και παραμένει κρατούμενος στο Αλλοδαπών. 


Τα 11 άτομα, 9 που διέμεναν στο σπίτι στα Σεπόλια, καθώς και άλλα 2 που θεάθηκαν σε δρόμο κοντά σ’ αυτό, συνελήφθησαν βίαια και διώκονται βάσει του άρθρου 187Α του Ποινικού Κώδικα, του διαβόητου «τρομονόμου».


Σύμφωνα με τη δικογραφία, όπως μέχρι στιγμής έχει διαμορφωθεί, οι 11 κατηγορούνται για «συγκρότηση, ένταξη και διεύθυνση τρομοκρατικής οργάνωσης».


Δε διευκρινίζεται, ωστόσο, ποια είναι αυτή η οργάνωση, όπως μας επεσήμανε η εκ των συνηγόρων τους, Αλέκα Ζορμπαλά, ούτε αν πρόκειται για εγχώρια ή μη.


Τους αποδίδονται, εξάλλου, η κακουργηματική πράξη του νόμου περί όπλων και τα αδικήματα της βίας κατά υπαλλήλων και της οπλοφορίας.  


Οι 11 οδηγήθηκαν την Παρασκευή 20 Μαρτίου στις 12:25 το μεσημέρι στα Δικαστήρια της οδού Ευελπίδων, όπου πέρασαν από Ανακριτή και Εισαγγελέα, και έλαβαν προθεσμία για να απολογηθούν την Τρίτη 24 Μαρτίου στις 10 το πρωί.


Ενδεικτικό της εκδικητικότητας και του μένους των διωκτικών μηχανισμών είναι το ότι οι 11 παρέμειναν πισθάγκωνα δεμένες και δεμένοι από την ώρα της  μεταγωγής τους από τη ΓΑΔΑ μέχρι και την επιστροφή τους σ’ αυτή στις 19:30.


Έξω από το χώρο των Δικαστηρίων βρίσκονταν συγκεντρωμένοι τουλάχιστον 20 αλληλέγγυες και αλληλέγγυοι, που έκαναν αισθητή την παρουσία τους φωνάζοντας συνθήματα.


Γεγονός εξαιρετικά παρήγορο, σε μια συγκυρία κατά την οποία λόγω της πανδημίας έχει επιβληθεί στην κοινωνία ένα ιδιότυπο καθεστώς «γύψου», ενώ θεμελιώδη εργασιακά, κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα τελούν υπό αναστολή ή κατάργηση.

Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2020

Δίκη μελών του ΣΣΜ: Απαλλακτική και άκρως φιλεργατική η εισαγγελική πρόταση


Με την απαλλακτική και άκρως φιλεργατική εισαγγελική πρόταση συνεχίστηκε την Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου στο Θ’ Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθήνας η δίκη 7 μελών του ΣΣΜ. Νωρίτερα, είχαν ολοκληρωθεί οι απολογίες των διωκόμενων.


«Εκβίαση είναι η κατάσταση που ζούμε συνολικά», υποστήριξε η τρίτη διωκόμενη κατά την απολογία της.


«Κανένας εκβιαστής δεν πάει στην Επιθεώρηση Εργασίας», συμπλήρωσε, για να συνεχίσει: «Δεν έχει καταδικαστεί ποτέ εργοδότης για παραπτώματα εργατικά. 6.5 χρόνια είμαι υπόδικη, κυκλοφορώ μ’ αυτή τη δίωξη».


«Κάνατε κάποια κίνηση, καταμηνύσατε;», διερωτήθηκε η εισαγγελέας.


«Όταν εμένα μου έρχεται μια δίωξη το 2014, δεν έχω ούτε το χρόνο ούτε τα χρήματα να κάνω δίκες», επεσήμανε.


«Δεν ξέρω αν μπορείτε να πάτε στην Ασφάλεια, αλλά οι εισαγγελείς είμαστε δωρεάν. Οποιοσδήποτε έχει κάποιο θέμα, μπορεί να έρθει σε μας δωρεάν ή να στείλει μια επιστολή από το σπίτι του», παρατήρησε η εισαγγελέας.


Όσον αφορά στις τέσσερις συνδικαλιστικές παρεμβάσεις του σωματείου στο μεζεδοπωλείο Σαλαντίν: «Αν ήταν κάτι παράνομο, κάποιος θα το είχε καταγράψει. Σε κάθε παρέμβαση υπήρχαν διμοιρίες ΜΑΤ, ομάδες Δέλτα, ΔΙΑΣ».


«Τους χτίσαμε το μαγαζί και ζητάνε και τα ρέστα. Δεν υπήρχαν ένσημα και ασφάλιση, το ημερομίσθιο ήταν 5 ευρώ. Γι’ αυτό πρέπει να υπάρχουν σωματεία και παρεμβάσεις», κατέθεσε ο τέταρτος διωκόμενος, επίσης απολυμένος του Σαλαντίν.


Όσο για την περιβόητη συνάντηση με τον τότε ιδιοκτήτη του μεζεδοπωλείο στο χώρο της Τεχνόπολης στις 27 Ιανουαρίου του 2014, κινήθηκε σε «τυπικό», σύμφωνα με τον διωκόμενο, πλαίσιο. «Δεν είμαστε φίλοι», συμπλήρωσε.


«“Μου αποδείξατε ότι είσαστε πιο δυνατοί”», λέει ο ιδιοκτήτης στα παρευρισκόμενα μέλη του σωματείου, και «μας βγάζει ένα κίτρινο φάκελο. Οι διεκδικήσεις ήταν γύρω στις 15.000 ευρώ. Του λέμε: “Δε γίνονται αυτά τα πράγματα”», συνέχισε.


«Το διακύβευμα ήταν να μην απολύει εργαζόμενους», ξεκαθάρισε ο διωκόμενος, διευκρινίζοντας ότι δε διατυπώθηκε καμιά απειλή.


«Αυτά είναι τα χαϊδεμένα παιδιά από όλους τους ελεγκτικούς μηχανισμούς», σχολίασε δηκτικά, αναφερόμενος στους ιδιοκτήτες των εκάστοτε μαγαζιών, στα «αφεντικά», όπως τα αποκάλεσε, κάτι που προξένησε την ενόχληση της εισαγγελέως.


Η ίδια θεώρησε πως με τη χρήση του συγκεκριμένου όρου τούς αποδίδεται μεγαλύτερη αξία απ’ όση πραγματικά έχουν, ενώ έχει παρέλθει η εποχή της δουλείας.


«Θέλουμε να φανερωθεί η σχέση κυριαρχίας που έχουν αυτοί οι άνθρωποι στις ζωές μας», διευκρίνισε ο διωκόμενος.


Ακολούθησε μια άκρως αποκαλυπτική του ήθους και της συγκρότησης του πρώην ιδιοκτήτη του μεζεδοπωλείου Σαλαντίν κατ’ αντιπαράσταση εξέταση με τον διωκόμενο, προς διακρίβωση των περιστατικών που έλαβαν χώρα στις 27/1/2014.


Επιβεβαιώθηκε, λοιπόν, ότι ο ίδιος ζήτησε τη συνάντηση -«σκέφτηκα σε κάποιο ουδέτερο χώρο», υποστήριξε-, αλλά για το ποσό «δε θυμάμαι πόσο ακριβώς ήταν. Έβαλα κάποια λεφτά να σωθώ. Ας πούμε 1.500. Κατ’ εμέ δεν τους όφειλα».


«Χαρίσατε λεφτά;», απόρησε η εισαγγελέας.


«Καταστρεφόταν η επιχείρησή μου, εφόσον είχαν κάνει τις παρεμβάσεις», της απάντησε.


«Πόσες παρεμβάσεις είχαν γίνει μέχρι τις 12/2/2014;», τον ρώτησε.


«Στην αρχή ήταν καθημερινά, και μετά επιλεκτικά, Σάββατο και Κυριακές», ισχυρίστηκε ψευδώς.


«Πόσα χρήματα είχατε βάλει μέσα;», επέμεινε η εισαγγελέας.


«Ό,τι είχα πει στην προηγούμενη κατάθεσή μου», απάντησε παρελκυστικά.


«Μας είπε: “Ελάτε να συζητήσουμε. Παιδιά, είστε δυνατοί”. “Δεν παίζουμε μπρα ντε φερ εδώ πέρα”. “Aφήνω ένα φάκελο εδώ, έχει 1.500. Αυτό από μένα”», εξιστόρησε ο διωκόμενος.


«Γιατί δεν τα πήρανε;», αναρωτήθηκε η εισαγγελέας.


«Γιατί μου λένε: “Θα στα πάρουμε όλα”», συνέχισε με τα φαντασιοκοπήματά του ο πρώην ιδιοκτήτης του Σαλαντίν.


Ήταν τέτοια η αφέλεια και το θράσος του, που λίγες στιγμές αργότερα αποκάλυψε πως είχε αναζητήσει... μπράβους, προκειμένου ν’ απαλλαγεί από τους ενοχλητικούς εργαζόμενους.


«Σε μπράβους πήγα και ρώτησα τι κάνω σ’ αυτή την περίπτωση», δήλωσε ξεδιάντροπα.


Προς τούτο, απευθύνθηκε, μάλιστα, σε γνωστό επιχειρηματία που δραστηριοποιείται στο χώρο της νυχτερινής διασκέδασης στην περιοχή της Ιεράς Οδού, ο οποίος του συνέστησε «να μην μπλέξει» και «να πάει στην Αστυνομία»!


«Αντί να πάτε στην Αστυνομία, προτιμήσατε να πάτε στους μπράβους», παρατήρησε η εισαγγελέας.


«Απολύθηκα το Γενάρη του ’14. Δουλεύαμε “μαύρα” 2 χρόνια. Υπήρχαν θέματα που δεν είχαν διεκδικηθεί και επιλυθεί. Η απόλυσή μου ήταν παραδειγματική, γιατί ενοχλούσαμε με τις αξιώσεις μας», κατέθεσε ο πέμπτος διωκόμενος.


«Αποφασίσαμε να κάνουμε παρεμβάσεις, παράλληλα απολύθηκαν άλλοι συνάδελφοι. Το Σεπτέμβρη του ’13 δηλωθήκαμε φουλ, γιατί φοβόντουσαν μην ελεγχθούν», συνέχισε, αναφερόμενος στην εργοδοσία του Σαλαντίν.


«Γίναν περισσότερες παρεμβάσεις, γιατί η εργοδοσία δεν ήθελε να δοθεί λύση. Γι’ αυτό έκλεισε το μαγαζί. Δεν έγινε κάτι ιδιαίτερο στις παρεμβάσεις στο Σαλαντίν», ξεκαθάρισε.


Όσο για τη συνάντηση της 27/1/2014, όπου παρίστατο:


«Έγινε σε πολύ χαλαρό κλίμα. Του εξηγήσαμε ότι το ζήτημά μας δεν είναι μόνο τα χρήματα, αλλά η επαναπρόσληψη. Το μόνο που ειπώθηκε από μας είναι πως εμείς δεν παίρνουμε έτσι χρήματα», διασαφήνισε.


«Από την αρχή αυτοί οι άνθρωποι δεν ήθελαν ν’ αναλάβουν τις ευθύνες τους. Τα πρώτα ένσημα κολλήθηκαν μισά το Μάιο του 2013. Εντείναμε τις διεκδικήσεις μας», υπογράμμισε ο διωκόμενος.


Εισαγγελέας: Το ότι άνοιξε μια επιχείρηση πρώην συνέταιρος άσκησε επιρροή στο κλείσιμο του Σαλαντίν;


Διωκόμενος: Σίγουρα.


Εισαγγελέας: Η επιχείρηση έκλεισε από σας;


Διωκόμενος: Εννοείται πως όχι.


Εισαγγελέας: Από τι έκλεισε;


Διωκόμενος: Διώξανε έναν υπεύθυνο, διαλύσανε μια ομάδα εργαζομένων.


Εισαγγελέας: Οι εργαζόμενοι είναι η επιχείρηση;


Διωκόμενος: Οι εργαζόμενοι παράγουν. Οι πελάτες μάς γνωρίζανε προσωπικά. Ο κόσμος έφυγε για δυο λόγους: για την κοινωνική επαφή και επειδή κοινοποιήσαμε και δημοσιοποιήσαμε μια εργασιακή συνθήκη που δεν είναι αρεστή.


«Είχαμε ξεκάθαρη συνδικαλιστική δράση, γι’ αυτό και απολυθήκαμε. Ήταν παράνομη η απόλυσή μου, ανακοινώθηκε τηλεφωνικά», επεσήμανε ο τελευταίος από τους παρόντες διωκόμενους, εκ των απολυμένων του Σαλαντίν.


Εισαγγελέας: Για ποιο λόγο έκλεισε η επιχείρησή του;


Διωκόμενος: Πιστεύω ότι ήταν η κακή διαχείριση του καταστήματος -και η οικονομική- από την αρχή, δεν είχαν ιδέα, η σχέση με το προσωπικό, τα δικαιώματα του προσωπικού και η ικανοποίησή τους.


Εισαγγελέας: Αυτό επιβεβαιώνει τη δική του θέση, τι δεν καταλαβαίνετε;


Διωκόμενος: Ίσως ήταν αδιάλλακτοι με κάθε αίτημα που προτείναμε και οι πελάτες δεν είναι χαζοί να μην καταλαβαίνουν ότι υπάρχει μια αδικία σ’ ένα μαγαζί.


Εισαγγελέας: Θεωρείτε πως έχετε τη δύναμη να κλείσετε ένα μαγαζί;


Διωκόμενος: Όχι. Ο κόσμος επηρεάζεται από τις εργασιακές συνθήκες που επικρατούν σ’ ένα μαγαζί και επιλέγει πού πάει και πού δεν πάει.


Εισαγγελική πρόταση


«Θεωρώ ότι δεν υπάρχει λόγος να μακρηγορήσω σε μια διαδικασία που ήταν υπεραναλυτική», υπογράμμισε η εισαγγελέας, ξεκινώντας την αγόρευσή της.


Σε σχέση, λοιπόν, με τις κατηγορίες τις απόπειρας εκβίασης του ιδιοκτήτη του café bar Βοτανοπωλείο και της ηθικής αυτουργίας κατά συρροή που αποδίδονται σε τρία μέλη του ΣΣΜ πρότεινε την απαλλαγή τους. Για να συνεχίσει:


«Για έναν μάρτυρα που δεν κάνει την τιμή να εμφανιστεί στο δικαστήριο, δε θεωρώ ότι το δικαστήριο θα πρέπει ν’ ασχοληθεί. Θεωρώ ότι είναι αναξιόπιστος και κατά τεκμήριο αυτά που έχει καταθέσει ψευδή».


«Ήταν σαφής παραβάτης της εργατικής νομοθεσίας, κι αυτό φάνηκε», συμπλήρωσε. «Όταν κάποιος είναι παράνομος, πρέπει πρώτα να λύσει τις δικές του παρανομίες. Η απουσία του αποδεικνύει ότι ήταν ψευδόμενος», συμπέρανε.


Απαλλακτική, εξάλλου, υπήρξε η πρότασή και για τις ίδιες κατηγορίες, οι οποίες αφορούν στην περίπτωση του μεζεδοπωλείου Σαλαντίν.


«Δε με έπεισε ο [πρώην ιδιοκτήτης του Σαλαντίν] για την αξιοπιστία του. Θεωρώ ότι έχει υποπέσει σε πλείστες αντιφάσεις. Καθ’ ομολογίαν του έχει παραβιάσει συστηματικά τα δικαιώματα των εργαζομένων», επεσήμανε.


«Οι επιχειρήσεις δεν ευημερούν με την καταπάτηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων και το αίμα τους. Δεν πρέπει να ληφθεί υπόψη από το δικαστήριο η βασιμότητα αυτών που λέει», υπογράμμισε.


«Για πρώτη φορά στη ζωή μου διαβάζω ένα κατηγορητήριο που δεν μπορώ να αντιληφθώ. Δε “βγαίνει” αυτό το κατηγορητήριο, γιατί δεν είναι κατανοητό. Αυτά που διαλαμβάνονται ως απόπειρα εκβίασης δεν είναι απόπειρα εκβίασης», σημείωσε.


«Δεν είναι δουλειά του ποινικού δικαστηρίου αν αυτές οι παρεμβάσεις είναι νόμιμες ή όχι. Η νομοθεσία δεν είναι όσο σκληρή θα έπρεπε όσον αφορά στην καταπάτηση δικαιωμάτων των εργαζομένων», συνέχισε.


«Γίνεται απόπειρα ποινικοποίησης του δικαιώματος του συνδικαλίζεσθαι. Το δικαστήριο πρέπει να σταθεί ανάχωμα σ’ αυτή την προσπάθεια», κατέληξε.


Χωρίς ειρμό και έρμα -αξιακό, ηθικό, νομικό, πολιτικό-, η μακρά αγόρευση του συνηγόρου πολιτικής αγωγής, Κυβέλου, που ακολούθησε, το μόνο που κατάφερε να προκαλέσει στο ακροατήριο ήταν γέλωτες, μειδιάματα και αρκετή κόπωση.


Η δίκη ολοκληρώνεται την Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου στο κτίριο 13, αίθουσα (αμφιθέατρο) 106 των Δικαστηρίων της Ευελπίδων, 11 π.μ., με τις αγορεύσεις των συνηγόρων υπεράσπισης και την ανακοίνωση της απόφασης.

Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2020

Δίκη μελών του ΣΣΜ: Οι εργατικές διεκδικήσεις δεν είναι εκβιασμός


Συνεχίστηκε την Παρασκευή 17 Ιανουαρίου στο Θ’ Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθήνας η δίκη 7 μελών του Σωματείου Σερβιτόρων, Μαγείρων και λοιπών εργαζομένων του κλάδου του επισιτισμού.


Τα μέλη του ΣΣΜ διώκονται για... απόπειρα εκβίασης και ηθική αυτουργία από την εργοδοσία του μεζεδοπωλείου Σαλαντίν και του café bar Βοτανοπωλείο, γιατί διεκδίκησαν δεδουλευμένα, επαναπρόσληψη και ασφαλιστική κάλυψη.


Η δίκη ξεκίνησε την Πέμπτη 19 Δεκεμβρίου μετά από αναβολές 5 χρόνων, με τις καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας.


Πιο συγκεκριμένα, κατέθεσαν οι ιδιοκτήτες του μεζεδοπωλείου Σαλαντίν, ο λογιστής του Βοτανοπωλείου και ο ιδιοκτήτης του café Scherzo, Τυρολόγος, πρωτόδικα ερήμην καταδικασμένος για ρίψη πυροβολισμών στη διάρκεια συνδικαλιστικής παρέμβασης στο café και ξυλοδαρμό εργαζομένου.


Κατά τη δεύτερη δικάσιμο ολοκληρώθηκε η εξέταση του μάρτυρα Τυρολόγου, ακολούθησε η διαδικασία των αναγνωστέων, οι καταθέσεις των μαρτύρων υπεράσπισης και η απολογία του πρώτου από τα διωκόμενα μέλη του ΣΣΜ.


«Το κάνουνε επάγγελμα, πουλάνε προστασία», υποστήριξε ανερυθρίαστα ο Τυρολόγος, αναφερόμενος στα διωκόμενα μέλη του ΣΣΜ


«Έκλεισε το κατάστημα [σημ.: το café Scherzo], γιατί μια φορά τη βδομάδα είχαμε επισκέψεις από τα παιδιά», συμπλήρωσε ψευδώς.


Η αλήθεια, βέβαια, είναι πολύ διαφορετική


Όπως αποκάλυψε η συνήγορος υπεράσπισης Γιαννακοπούλου, ο πρώην συνέταιρος της εν λόγω επιχείρησης, Λιόνας, είχε υποβάλει αίτηση λύσης της εταιρίας, καταλογίζοντας υπαιτιότητα στον Τυρολόγο.


«Το ότι του επιτρέπεται να κυκλοφορεί ελεύθερος είναι ένα θέμα», υπογράμμισε η Γιαννακοπούλου.


«Έχουν εγερθεί υπόνοιες καθαρής ψευδορκίας», σχολίασε η εισαγγελέας της έδρας αναφερόμενη στον εν λόγω μάρτυρα, γεγονός που ενόχλησε τον συνήγορο πολιτικής αγωγής, Κυβέλο, ο οποίος κατ’ επανάληψη την αντιμετώπισε απαξιωτικά.


«Αν δε σας κάνω, να κάνετε χρήση των δικαιωμάτων σας και να υποβάλετε αίτηση εξαίρεσης», τον προέτρεψε.


Ήταν τέτοια η ένδεια της δικονομικής στρατηγικής της πολιτικής αγωγής, που κατέφυγε σε μια σωρηδόν προσκόμιση αναγνωστέων, προκειμένου να «αποδείξει» τον «εκβιαστικό» και «παράνομο» χαρακτήρα των κινητοποιήσεων του σωματείου.


Δε δίστασε, μάλιστα, να επικαλεστεί διαδικτυακά σχόλια ή συγκεντρώσεις και αναγραφή συνθημάτων έξω από την οικία μαρτύρων κατηγορίας, επιχειρώντας, αποτυχημένα, να τα συσχετίσει με τη δημόσια και επώνυμη δράση του ΣΣΜ.


Ακολούθησε η κατάθεση του πρώτου μάρτυρα υπεράσπισης, μέλους του σωματείου και εργαζόμενου στο παρελθόν στο μεζεδοπωλείο Σαλαντίν, που ανέδειξε τη ζοφερή εργασιακή πραγματικότητα (και) στον κλάδο του επισιτισμού εν μέσω κρίσης.


«Εν μέσω κρίσης, τη δουλειά την έβρισκες με το κιάλι. Δεν έχουμε κλείσει κάποιο μαγαζί ποτέ. Ποτέ κανείς από το σωματείο δεν απειλεί και δεν εκβιάζει κανέναν», δήλωσε χαρακτηριστικά.


«Δεν έχουμε επισκεφτεί κανενός το σπίτι και δεν έχουμε αναγράψει κανένα σύνθημα», συμπλήρωσε.


Ο ίδιος, μάλιστα, αναγκάστηκε να αποδεχτεί την καταβολή μειωμένων ενσήμων, προκειμένου να διατηρήσει τη δουλειά του και να δοθεί κάποια ασφαλιστική κάλυψη και στους νεοπροσλαμβανόμενους εργαζόμενους


«Δε με παίρνει να βάζω σε όλους όλα τα ένσημα», του είχε πει με τον χαρακτηριστικό κυνισμό της εργοδοσίας ένας εκ των ιδιοκτητών του Σαλαντίν.


«Κανονικότητα δεν είναι η παρανομία, απ’ όποιον κι αν έχουμε υπέρβαση. Όποιος υποκύπτει στον εκβιασμό, ν’ αναλάβει τις ευθύνες του», παρατήρησε η εισαγγελέας, σχολιάζοντας τη ζοφερή εργασιακή «κανονικότητα».


Η δεύτερη μάρτυρας υπεράσπισης, εργαζόμενη κατά το παρελθόν στο Βοτανοπωλείο, είχε προβεί σε εξωδικαστικό συμβιβασμό για τα δεδουλευμένα που της οφείλονταν


Αυτό, ωστόσο, συνέβη αφότου είχε απολυθεί μια εκ των διωκόμενων και συνάδελφός της στο ίδιο café, στην οποία είχε ασκηθεί και σωματική βία από φερόμενο ως εργαζόμενο, αλλά μάλλον μέτοχο της επιχείρησης.


«Αφού δεν παρευρέθηκε στην Επιθεώρηση Εργασίας, παρενέβη το σωματείο», κατέθεσε η μάρτυρας σε σχέση με την απουσία του ιδιοκτήτη της επιχείρησης, Κουρταλή, από τη διαδικασία που είχε κινήσει η νυν διωκόμενη.


«Είμαι ενεργός από το 2008, εκείνη την περίοδο ήμουν πρόεδρος του σωματείου», κατέθεσε ο πρώτος διωκόμενος ξεκινώντας την απολογία του.


Πώς λειτουργούν; Όταν, ως σωματείο, δέχονται καταγγελίες από εργαζόμενους, επιδιώκουν να τις διασταυρώσουν. Επιπλέον: «Είχαμε δικηγόρους που συνεργαζόμασταν, συμβουλευόμασταν λογιστές».


Όσον αφορά στο Σαλαντίν


«Ήμασταν ενήμεροι για τις εργασιακές συνθήκες. Οι άνθρωποι δούλευαν εντελώς ανασφάλιστοι. Δεν μπαίνουμε σε παζάρια, δεν κάνουμε συζητήσεις με τους εργοδότες. Το βασικό ήταν η επαναπρόσληψη, τα ένσημα και τα δεδουλευμένα». 


Για να συμπληρώσει:


«Είμαστε σωματείο, είμαστε εργαζόμενοι, δεν απειλούμε κανέναν. Δεν αποκλείουμε εισόδους μαγαζιών, ούτε βρίζουμε ή διώχνουμε πελάτη. Δεν έχουμε προσωπική διένεξη. Κι οι υπόλοιποι εργαζόμενοι ήταν αλληλέγγυοι στις κινητοποιήσεις».


«Δεν μπορούμε να αφήσουμε μια συναδέλφισσα στο έλεος του κάθε τραμπούκου- εργοδότη ή προϊστάμενου», υπογράμμισε.


«Ο λόγος που έκλεισε έχει να κάνει με τη δράση τη δική σας;», ρώτησε τον διωκόμενο η εισαγγελέας.


«Τα μαγαζιά δεν κλείνουν από τα σωματεία. Είναι επικερδές να κλείσει [ένας ιδιοκτήτης] την επιχείρηση όταν συναντήσει αντιδράσεις και να μείνουν οι εργαζόμενοι στο δρόμο», επεσήμανε εκείνος.


«Η νόμιμη αξίωση δεν είναι εκβιασμός, ο τρόπος, ίσως», σημείωσε η εισαγγελέας, για να διερωτηθεί, στη συνέχεια: «Γιατί να μ’ ενδιαφέρει ως πελάτη ποιες είναι οι εργασιακές συνθήκες;»


«Σε ακραία περιστατικά μπορεί να μοιράσουμε ένα κείμενο. Αυτό ένα κομμάτι της κοινωνίας μπορεί να το ενδιαφέρει», απάντησε ο διωκόμενος.


Σημειωτέον ότι η αίθουσα του δικαστηρίου ήταν κατάμεστη από μέλη του Σωματείου Σερβιτόρων, Μαγείρων και λοιπών εργαζομένων του κλάδου του επισιτισμού, καθώς και από πολλούς άλλους αλληλέγγυους.


Η δίκη συνεχίζεται, και κατά πάσα πιθανότητα ολοκληρώνεται, την Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου στο κτίριο 13, αίθουσα 106, των Δικαστηρίων της Ευελπίδων (9 π.μ.)