Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2025

Sarah Davachi: «Υπάρχει κάτι το ευλαβικό στην ενασχόληση με την τέχνη»

 


Μια από τις σημαντικότερες εκπροσώπους της σύγχρονης μινιμαλιστικής μουσικής, η Καναδή Sarah Davachi εμφανίζεται σε ένα μοναδικό double bill με την επίσης Καναδή Kara-Lis Coverdale στις 7 Οκτωβρίου στο Gazarte.

Μια σε βάθος συνέντευξη μαζί της.

Είσαι μια εξαιρετικά ταλαντούχα ηλεκτροακουστική συνθέτρια/ερμηνεύτρια της οποίας το έργο «ασχολείται με τις περιπλοκές του ηχοχρώματος και του χρονικού χώρου», με «έμφαση στις διακυμάνσεις στην υφή, την πολυπλοκότητα των αρμονικών τόνων, τα ψυχοακουστικά φαινόμενα, το κούρδισμα και τον τονισμό».

Θα ήθελες να μου αναλύσεις τις δημιουργικές/μουσικές σου ανησυχίες; Έχουν αναπτυχθεί σταδιακά μέσω της έκθεσης σε καλλιτεχνικά ερεθίσματα από την παιδική σου ηλικία και εξής, και μετά μέσω της επίσημης εκπαίδευσης;

Σ’ ευχαριστώ!

Νομίζω ότι οι μουσικές μου ανησυχίες δεν έχουν αλλάξει σημαντικά από την αρχή:

Πάντα με ενδιέφερε έμφυτα η χροιά, η υφή και η αρμονία, και με έλκυε ο περίπλοκα διατηρημένος ήχος από τότε που είχα οποιαδήποτε θεωρητική κατανόηση του τι συνέβαινε, για οποιονδήποτε λόγο.

Από πολλές άλλες απόψεις, οι ανησυχίες μου έχουν εδραιωθεί και μετατοπιστεί με μερικούς πολύ σημαντικούς τρόπους επίσης.

Τα τελευταία χρόνια τα ενδιαφέροντά μου έχουν μετακινηθεί από την εστίαση στα ηλεκτρονικά όργανα στην εργασία με ακουστικά όργανα.

Αυτό έχει διαμορφώσει το είδος της δουλειάς που κάνω και την κατεύθυνση προς την οποία φαίνεται να κινείται με φυσικό τρόπο.

Επίσης, έχω σίγουρα μια πιο τυποποιημένη άποψη για το είδος των μουσικών δομών και εμπειριών πάνω στις οποίες εργάζομαι, ως αποτέλεσμα των εξερευνήσεών μου.

Νομίζω, λοιπόν, πως τα πράγματα ξεκίνησαν με έναν πιο γενικό τρόπο και σιγά σιγά πλησιάζω περισσότερο σε αυτό που νιώθω ότι πάντα ήθελα να κάνω μουσικά.

Δε νομίζω πως είναι σημαντικό να φτάσω εκεί απαραίτητα, αλλά απολαμβάνω πολύ τη διαδικασία του να το καταλαβαίνω και να προσπαθώ ξανά και να το επαναλαμβάνω.

Θεωρώ τον εαυτό μου συνθέτρια-ερμηνεύτρια μινιμαλιστικής μουσικής, και συγκεκριμένα μουσικής με επίκεντρο τα drone.

Εντός του συγκεκριμένου πλαισίου, με ελκύει η πιο ήσυχη πλευρά αυτού του είδους μουσικής, αναζητώντας πάντα κάποιο είδος οικειότητας στον ήχο.

Για να την πετύχω, δουλεύω με διάφορες πτυχές της διάρκειας, του αρνητικού χώρου, της ψυχοακουστικής, του κουρδίσματος, της αρμονίας, της επανάληψης και της ακρόασης.

Σε ποιον βαθμό και με ποιους τρόπους οι ποικίλες αναφορές στις οποίες έχεις εκτεθεί έχουν (ανα)διαμορφώσει το καλλιτεχνικό σου όραμα;

Νομίζω ότι με έχουν βοηθήσει κυρίως να πλησιάσω περισσότερο σε αυτό το οποίο θέλω μουσικά και να αποκτήσω μια καλύτερη αίσθηση του πώς να επικοινωνώ αυτά που έχω στο μυαλό μου.

Όλα τα πράγματα τα οποία συναντώ έχουν κάποιο είδος διαλογικής σχέσης με το έργο μου.

Αυτό σημαίνει ότι έχουν τόσο μεγάλο αντίκτυπο στον τρόπο με τον οποίο εξελίσσεται το έργο μου όσο το έργο αναζητά συγκεκριμένα πράγματα που θα του μιλήσουν.

Ειδικά με τα μουσικά όργανα συμβαίνει αυτή η διαδικασία: υπάρχει μια εναλλαγή μεταξύ αυτού το οποίο μπορώ να αντλήσω από το όργανο και αυτού που μου ανταποδίδει το όργανο για να εμπνεύσει νέες κατευθύνσεις στη δουλειά μου.

Περιλαμβάνοντας σόλο πρότζεκτ, μουσικά σύνολα δωματίου και ακουσματική μουσική και ενσωματώνοντας ένα ευρύ φάσμα ακουστικής και ηλεκτρονικής ενορχήστρωσης, τα άλμπουμ σου χαρακτηρίζονται, ωστόσο, από μια μινιμαλιστική προσέγγιση.

Πώς αντιλαμβάνεσαι και βιώνεις τον μινιμαλισμό, τόσο από αισθητικής όσο και από φιλοσοφικής άποψης;

Εννοιολογικά, ο μινιμαλισμός αφορά την οικειότητα με ένα συγκεκριμένο είδος εμπειρίας, όποια κι αν είναι αυτή η εμπειρία.

Στη μινιμαλιστική μουσική, αυτό συνήθως καταλήγει να είναι εμπειρίες που παραβλέπονται σε κανονιστικές μουσικές μορφές, όπως η υφή και η κάθετη αρμονία και η εσωτερική δομή του ήχου.

Αισθητικά, οι κύριες δομές που προκύπτουν είναι είτε ο παρατεταμένος ήχος με τη μορφή βόμβου είτε ως επανάληψη του ήχου.

Νομίζω ότι ο σκοπός της μινιμαλιστικής τέχνης είναι να μετατοπίσει την εστίαση στις μικρολεπτομέρειες και να τις αναδιατυπώσει ως τις μνημειώδεις ηχητικές εμπειρίες που στην πραγματικότητα έχουν την ικανότητα να είναι.

Όσο περισσότερο βυθίζομαι στην πλούσια μουσική σου παραγωγή, τόσο περισσότερο με εκπλήσσει το βάθος και η ποικιλομορφία της.

Πώς καταφέρνεις να παραμένεις, ταυτόχρονα, σε εγρήγορση, ανοιχτή σε νέες προκλήσεις και εστιασμένη;

Η προσωπικότητά μου είναι ιδανική για να της συμβαίνουν πολλά διαφορετικά πράγματα ταυτόχρονα.

Μου αρέσει να έχω χώρο από ένα πράγμα, ώστε να μπορώ να το σκέφτομαι και να το αφήνω να «κάτσει» και να αναπτυχθεί περισσότερο στο μυαλό μου πριν το ξαναδουλέψω.

Έτσι, όσο συμβαίνει αυτό, μπορώ να εστιάσω την προσοχή μου σε κάτι άλλο με το οποίο δουλεύω και να διαγράψω έναν κύκλο μέσα από πράγματα.

Διαπιστώνω επίσης ότι πολλά από τα πράγματα πάνω στα οποία δουλεύω αγγίζουν το ένα το άλλο με ενδιαφέροντες τρόπους, οπότε όλα αλληλοσυνδέονται ούτως ή άλλως και καταλήγουν να επηρεάζουν την κατεύθυνση του καθενός.

Πιστεύω ακράδαντα στην επανάληψη και νομίζω ότι η στρωματοποιημένη φύση μου και η ικανότητά μου να εργάζομαι σε πολλά έργα ταυτόχρονα είναι μια επέκταση αυτής της πεποίθησης.

Συχνά, υπάρχει και μια τελετουργική χροιά στο έργο σου. Είναι η μουσική -και η τέχνη γενικότερα- αλληλένδετη/συνυφασμένη, κατά τη γνώμη σου; Και αν ναι, γιατί;

Ναι, σίγουρα το πιστεύω.

Υπάρχει κάτι το ευλαβικό στην ενασχόληση με την τέχνη γενικότερα, ένα είδος ψυχικής μεταμόρφωσης που συμβαίνει και επηρεάζει τη ζωή στην οποία επιστρέφεις μετά την εμπειρία και τον τρόπο που βιώνεις την καθημερινή σου ζωή.

Αυτό είναι πραγματικά σημαντικό.. 

Υπό αυτή την έννοια, νομίζω ότι υπάρχει και μια σαφής ηθική ή δεοντολογική διάσταση στην τέχνη.

Προσπαθώ, λοιπόν, να σέβομαι την τελετουργική διαδικασία όταν δουλεύω και ειδικά όταν εμφανίζομαι ζωντανά, κάτι που μπορεί να είναι πιο δύσκολο επειδή υπάρχουν περισσότεροι περισπασμοί στο να ακούς σε μια συναυλιακή διαδικασία.

Αν μπορώ να μπω σ’ αυτόν τον τόπο νοερά, τούτο συμβάλλει στο να γίνει η αντίληψη  του συγκεκριμένου τρόπου εμπειρίας λίγο καλύτερα κατανοητή από τον ακροατή.

Υποθέτω πως το έργο σου δεν απευθύνεται -αν και μπορεί να απευθύνεται- σε ένα μαζικό κοινό, χωρίς απαραίτητα να αποτελεί μια ελιτίστικη ενασχόληση.

Ποια είναι η σχέση σου με το (δυνητικό) κοινό σου;

Η δουλειά μου απευθύνεται σε όποιον βρίσκει κάτι ουσιαστικό σε αυτήν και φυσικά θέλω οι άνθρωποι να μπορούν να εκτιμούν τα ίδια πράγματα τα οποία εκτιμώ εγώ όταν δημιουργώ μουσική.

Ωστόσο, προφανώς αντιλαμβάνομαι ότι αυτό το είδος ενασχόλησης με τη μουσική είναι λιγότερο συνηθισμένο, ειδικά στο τρέχον μουσικό κλίμα του streaming, της βραχυπρόθεσμης κατανάλωσης και της προβολής στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Προσωπικά, δε βλέπω κάτι ελιτίστικο σε αυτό το είδος μουσικής, αν και θα μπορούσα να καταλάβω πώς θα μπορούσε να γίνει αντιληπτό με αυτόν τον τρόπο όταν η εστίαση τείνει να γίνεται πιο θεωρητική, όπως σε σχέση με το κούρδισμα.

Κάτι στο οποίο πιστεύω ότι η μινιμαλιστική μουσική είναι τόσο καλή είναι ότι η θεωρητική πλευρά της είναι εκεί για να την προσεγγίσει ο καθένας αν θέλει.

Δεν είναι, όμως, ένα απαραίτητο ή απαιτούμενο βήμα το οποίο πρέπει να κάποιος να κάνει για να εμπλακεί σε βάθος με τη μουσική και την ηχητική εμπειρία.

Σε σχέση με τη μουσική μου συγκεκριμένα, διαπιστώνω κυρίως ότι όσοι δε συνδέονται με τέτοιου είδους μουσικές εμπειρίες τείνουν απλώς να μην έχουν την υπομονή να δουν νόημα στο έργο.

Ίσως δεν έχουν συνηθίσει να ακούν ή να ακούνε με αυτόν τον τρόπο, και ίσως τους κάνει να νιώθουν άβολα να το δοκιμάσουν.

Είναι σαν την κριτική για τη μουσική με drone που πραγματικά μισώ, η οποία υποδηλώνει πως αυτό το είδος μουσικής είναι «μόνο μια νότα» χωρίς να συμβαίνει τίποτα άλλο.

Σίγουρα, επιφανειακά ίσως να μην υπάρχει πολλή εμφανής κίνηση ή δεξιοτεχνία σ’ αυτήν, αλλά αν απλώς ακούσεις, αν ανοίξεις τα αυτιά και το μυαλό σου στην εμπειρία, τότε υπάρχουν τόσα πολλά να ακούσεις και να εξερευνήσεις.

Απλώς πρέπει να είσαι πρόθυμος να πας εκεί, δε χρειάζεται να καταλάβεις τι συμβαίνει ή να μπορείς να το εξηγήσεις. Δεν είναι όλοι ανοιχτοί σε κάτι τέτοιο, και δεν μπορώ να κάνω τίποτα γι’ αυτό, κάτι που είναι εντάξει.

Η δουλειά μου ως συνθέτρια ή/και μουσικός είναι να δημιουργώ ένα είδος αρχιτεκτονικού νοητικού χώρου για τον ακροατή, το σκηνικό και το περιβάλλον για μια συγκεκριμένη κατηγορία εμπειρίας.

Και μετά είναι στο χέρι του ακροατή να μπει μέσα και να κοιτάξει τριγύρω.

Τα The Untuning of the Sky και All My Circles Run είναι τα αγαπημένα μου άλμπουμ από τη δισκογραφία σου. Υπάρχουν έργα σου που αγαπάς περισσότερο για οποιονδήποτε λόγο;

Είναι όλα κοντά μου για διαφορετικούς λόγους, κάποιους μουσικούς και κάποιους προσωπικούς, όπως αν η δουλειά πάνω σε ένα άλμπουμ με βοήθησε να δω κάτι συγκεκριμένο στη ζωή μου.

Μουσικά, τα Let Night Come On Bells End The Day, Pale Bloom, Antiphonals, Two Sisters και Long Gradus είναι ίσως τα άλμπουμ που μου φαίνονται πιο οικεία, επειδή σ’ αυτά έχω πλησιάσει πιο πολύ στο να δημιουργήσω το είδος των μουσικών εμπειριών τις οποίες νιώθω ότι πάντα επιδιώκω.

Όχι πως τα άλλα άλμπουμ δεν αντιπροσωπεύουν αυτήν την αίσθηση, αλλά σε εκείνες τις περιπτώσεις άλλες μουσικές ή προσωπικές συνθήκες έχουν επηρεάσει τη δημιουργία τους που τα έχουν στρέψει προς μια λίγο διαφορετική κατεύθυνση.

Αλλά πραγματικά είναι όλα ξεχωριστά για μένα με τον δικό τους ιδιαίτερο τρόπο, και όλα έχουν επηρεάσει το ένα το άλλο - το ένα δε θα μπορούσε να υπάρξει χωρίς το άλλο.

Πού προτιμάς περισσότερο να συνθέτεις, να ηχογραφείς και να ερμηνεύεις τη μουσική σου - και γιατί;

Όσον αφορά στη σύνθεση και την ηχογράφηση, είμαι πιο ευτυχισμένη όταν δουλεύω στο στούντιό μου στο σπίτι.

Μου αρέσει να έχω τον χρόνο και τον χώρο που έχω εκεί για να δουλεύω πάνω σε κάτι στην ιδιωτικότητα του στούντιό μου.

Να δοκιμάζω διαφορετικά πράγματα, να τα αφήνω να «κάθονται», να τα ακούω χωρίς να μπαίνει κανείς άλλος στο μυαλό μου και να φτιάχνω πράγματα ακριβώς όπως θέλω να τα ακούσω.

Αυτή η διαδικασία συνήθως περιλαμβάνει μια αρχική περίοδο συνεργασίας με διαφορετικούς μουσικούς για να συγκεντρώσω τις ηχογραφήσεις με τις οποίες θα δουλέψω μόλις βρεθώ στο στούντιό μου.

Μόλις, όμως, το κάνω αυτό, τότε τείνει να είναι πιο μοναχική δουλειά μέχρι τα πράγματα να βρίσκονται στο τελικό στάδιο και να είναι έτοιμα για mastering κ.λπ. Αυτή η διαδικασία μου δίνει τη μεγαλύτερη ελευθερία.

Μου αρέσει, επίσης, να δουλεύω σε στούντιο, και μπορεί να λειτουργήσει πολύ καλά και να είναι αρκετά εμπνευστικό να φέρω ένα ολοκληρωμένο κομμάτι σε ένα στούντιο και να επικεντρωθώ στην ίδια τη διαδικασία ηχογράφησης, ξεχωριστά από τη σύνθεση.

Αισθάνομαι, όμως, ότι τα δύο είναι αλληλένδετα στο μυαλό μου και νιώθω πιο δημιουργική όταν είμαι μόνη μου δουλεύοντας στο στούντιό μου.

Όσον αφορά τις συναυλίες, οι προτιμήσεις μου φυσικά ποικίλλουν επειδή υπάρχουν πολλά διαφορετικά είδη χώρων και όλοι έχουν τα δικά τους πλεονεκτήματα.

Γενικά, μου αρέσει να εμφανίζομαι σε χώρους που είναι ήσυχοι και οικείοι, και σε χώρους οι οποίοι έχουν ήδη ενσωματωμένη αυτή την αίσθηση σεβασμού για τη μουσική εμπειρία.

Οι εκκλησίες και οι αίθουσες συναυλιών προφανώς ταιριάζουν πολύ καλά σε αυτή τη δομή.

Αλλά εξαρτάται πραγματικά, επειδή κάθε χώρος είναι μοναδικός και είναι δύσκολο να μετρήσεις πώς θα λειτουργήσει μέχρι να βρεθείς πραγματικά μέσα σε αυτόν και να ξεκινήσει η περφόρμανς.

Υπάρχουν ορισμένοι χώροι οι οποίοι νομίζεις ότι θα είναι υπέροχοι αλλά που τελικά αποδεικνύονται όχι και τόσο σπουδαίοι, και το αντίστροφο.

Και πάλι, υπάρχουν πάντα εξαιρέσεις, αλλά γενικά δε μου αρέσει να εμφανίζομαι σε μπαρ και κλαμπ.

Απλώς δεν είναι οι κατάλληλοι χώροι για τη μουσική που μου αρέσει να δημιουργώ, και ποτέ δε μου επιτρέπουν να είμαι πλήρως παρούσα όταν εμφανίζομαι, κάτι το οποίο προφανώς επηρεάζει και τη μουσική.

Η Λένα Πλάτωνος, πρωτοπόρος της σύγχρονης ελληνικής ηλεκτρονικής μουσικής σκηνής, επιβεβαιώνει σε συνέντευξή της Ιούλιο του 2008 την πεποίθησή της πως «Η μουσική του μέλλοντος είναι η ηλεκτρονική».

Συμμερίζεσαι τη βεβαιότητά της;

Όχι, δεν μπορώ να πω ότι νιώθω έτσι, αλλά όχι επειδή πιστεύω πως το μέλλον της μουσικής «δεν» είναι ηλεκτρονικό ή είναι κάποιο άλλο συγκεκριμένο δυαδικό σχήμα.

Μου φαίνεται λίγο περίεργο στην πραγματικότητα το γεγονός ότι υπάρχει τόσος διαχωρισμός μεταξύ της ακουστικής και της ηλεκτρονικής μουσικής και των αντίστοιχων οργάνων.

Για μένα, καθεμιά κάνει διαφορετικά πράγματα και καθεμιά έχει τον δικό της ιδιαίτερο τρόπο ομιλίας, καθώς και τους δικούς της περιορισμούς, τόσο τους καλούς όσο και τους κακούς,

Οπότε νομίζω πως το ζήτημα απλώς αφορά στην εύρεση της σωστής μορφής άρθρωσης για το μήνυμα που μεταφέρεται.

Άλλες φορές αυτή η φόμα θα είναι η ηλεκτρονική μουσική, άλλες φορές όχι, τις περισσότερες φορές θα είναι κάποιο μίγμα και των δύο, και όλες οι περιπτώσεις έχουν νόημα.

Η συνθετική μου διαδικασία είναι ηλεκτρονική, με την έννοια ότι εργάζομαι από μια ηλεκτροακουστική/προσανατολισμένη στο στούντιο οπτική γωνία πολλές φορές, ακόμα κι όταν δουλεύω εξ ολοκλήρου με ακουστικά όργανα.

Για να είμαι ειλικρινής, όμως, τα τελευταία δέκα χρόνια έχω βρει πολύ περισσότερη έμπνευση δουλεύοντας με ακουστικά όργανα παρά με ηλεκτρονικά.

Οι μόνες εξαιρέσεις είναι ίσως το Mellotron και το όργανο Hammond B3: βρίσκω και τα δύο απείρως συναρπαστικά.

Αυτό δεν έχει και τόση σημασία όμως, και είμαι σίγουρη πως θα αλλάξει σε διαφορετικά σημεία της ζωής μου,

Το θέμα, ωστόσο, παραμένει ότι μου φαίνεται περίεργο που έχουμε την τάση να προβαίνουμε σε τόσο έντονες διακρίσεις και κρίσεις σχετικά με τη δημιουργία ακουστικής έναντι της ηλεκτρονικής μουσικής.

Δεν τις βλέπω ως τόσο ξεχωριστές και αντιθετικές.

Σε κάθε περίπτωση, ποιο είναι το όραμά σου για την ηλεκτρονική μουσική του -εγγύς- μέλλοντος και την τέχνη γενικότερα, ειδικά με την έλευση της Τεχνητής Νοημοσύνης;

Δε σκέφτομαι με όρους ηλεκτρονικής ή ακουστικής μουσικής, παρά μόνο ίσως με έναν δομικό ή ιδιωματικό τρόπο, όπως στη διαφορά μεταξύ της «ηλεκτρονικής» και της «ακουστικής» εργασίας, οι οποίες είναι ενδιαφέρουσες παραλλαγές.

Δε σκέφτομαι τόσο πολύ το μέλλον της «ηλεκτρονικής» μουσικής όσο απλώς το μέλλον της μουσικής και της τέχνης, οι οποίες μοιάζουν συνδεδεμένες και με τις δύο χωρίς να χρειάζεται να κάνω μια επίσημη διάκριση.

Οπότε ναι, δε βλέπω κάποια διάκριση, αλλά μάλλον και οι δύο υπάρχουν σε ένα ευρύτερο φάσμα ηχητικής εμπειρίας και αλληλεπιδρούν συνεχώς.

Προσωπικά, δε βλέπω καμία αξία στην τέχνη της Τεχνητής Νοημοσύνης. Ίσως αυτή να είναι μια ισχυρή και ίσως αφελής άποψη, αλλά το εννοώ.

Η τέχνη και οι καλλιτέχνες είναι ήδη τόσο υποτιμημένοι στην κοινωνία μας και απλά δεν μπορώ να φανταστώ ότι θα ενθουσιαστώ ποτέ με την Τεχνητή Νοημοσύνη.

Υπάρχουν πολλές αποχρώσεις στην ανθρώπινη εμπειρία, και ακόμη και τα πιο ακατάστατα κομμάτια είναι πολύτιμα.

Πώς βλέπεις τον εαυτό σου ως δημιουργικό άτομο στο πλαίσιο της μουσικής του μέλλοντος; Νιώθεις μέλος μιας παγκόσμιας κοινότητας μουσικών;

Μου αρέσει να το πιστεύω, σίγουρα.

Υπάρχουν ασφαλώς πολλές διαφορές απόψεων και προσεγγίσεων, αλλά μου αρέσει να πιστεύω ότι όλοι θέλουμε το καλύτερο ο ένας για τον άλλον και πως έχουμε μια συνολική αίσθηση ευημερίας για αυτό το οποίο κάνουμε στο μυαλό μας.

Βλέπω τον εαυτό μου να εργάζομαι σε ένα συγκεκριμένο είδος γενεαλογίας. Η πορεία του αμερικανικού μινιμαλισμού μου φαίνεται ουσιαστική και αυτό πάντα με βολεύει τόσο φιλοσοφικά όσο και δημιουργικά.

Αλλά μου αρέσει επίσης να σκέφτομαι τον εαυτό μου ως μέλος μιας μεγαλύτερης κοινότητας πειραματικών μουσικών που όλοι ασχολούνται με τα ίδια ζητήματα, τόσο μουσικά όσο και οικονομικά, όλοι παρακινημένοι από την επιθυμία και τον σεβασμό για τα ίδια είδη ουσιαστικών εμπειριών.

Και, τέλος, ποιες πτυχές της δουλειάς σου σκοπεύεις να αναδείξεις στο πολυαναμενόμενo double bill σου με την Kara-Lis Coverdale στην Αθήνα την Τρίτη 7 Οκτωβρίου;

Για τη συναυλία του Οκτωβρίου, θα παίξω σε ένα όργανο Hammond B3.

Όλες οι πτυχές της δουλειάς μου επηρεάζονται από οτιδήποτε κάνω με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, επομένως δε θα έλεγα πως αυτή η συναυλία θα είναι εννοιολογικά διαφορετική από οποιαδήποτε άλλη.

Αλλά το όργανο είναι πολύ ιδιαίτερο και έχει μια υπέροχη ακουστική παρουσία λόγω των περιστρεφόμενων κόρνων του ηχείου Leslie το οποίο το συνοδεύει.

Το ηχείο αλλάζει τον ήχο με έναν μοναδικό τρόπο, έτσι ώστε να επηρεάζεται ο συνολικός ήχος του οργάνου, και αυτό μπορείς να το αντιληφθείς στις ηχογραφήσεις.

Όταν, όμως, το ηχείο λειτουργεί σε έναν ακουστικό χώρο, είναι κάτι εντελώς διαφορετικό, οπότε είμαι ενθουσιασμένη που το ακούω αυτό η ίδια και το φέρνω στο κοινό.

Η Sarah Davachi και η Kara-Lis Coverdale εμφανίζονται την Τρίτη 7 Οκτωβρίου στο Gazarte - Main Stage (Βουτάδων 32-34, Γκάζι) στις 21:30 σε ένα μοναδικό double bill. Τη συναυλία ανοίγουν οι Bethnal Greener. Διοργάνωση: ΠΩΡΩΣΗ.



Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2025

Chris Kraus: «Ο έρωτας οδηγεί σε κατάσταση επίγνωσης, αυτό απαιτεί και η συγγραφή»

 

Chris Kraus (Φωτογραφία: Clarissa Gallo)

Θολώνοντας παιχνιδιάρικα τα όρια μεταξύ (αυτο)μυθοπλασίας, κριτικής τέχνης σε δοκιμιακή μορφή και απομνημονευμάτων, το I Love Dick της Chris Kraus είναι ένα από τα μείζονα φεμινιστικά βιβλία των τελευταίων δεκαετιών.

Μια περιεκτική συνομιλία με την συγγραφέα με αφορμή την πρόσφατη κυκλοφορία του μυθιστορήματός της στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Αλεξάνδρεια.

«Κλασικό φεμινιστικό μυθιστόρημα» που θολώνει παιχνιδιάρικα τα όρια μεταξύ (αυτο)μυθοπλασίας, κριτικής τέχνης σε δοκιμιακή μορφή και απομνημονευμάτων, το I Love Dick είναι ένα απαιτητικό και προκλητικό ανάγνωσμα σε ίσο βαθμό.

Με ποια έννοια μπορεί να διαβαστεί/αξιολογηθεί ως «φεμινιστικό» μυθιστόρημα και ποια είναι τα καθοριστικά στοιχεία ενός φεμινιστικού μυθιστορήματος στις μέρες μας, κατά τη γνώμη σας;

Νομίζω ότι ταμπέλες όπως «φεμινιστικό» εφαρμόζονται στα έργα εκ των υστέρων και έχουν να κάνουν περισσότερο με την πολιτισμική ατμόσφαιρα στην οποία γεννιέται ένα έργο παρά με το ίδιο το έργο.

Προσωπικά αυτοπροσδιορίζομαι ως φεμινίστρια -και πολλά άλλα πράγματα επίσης- αλλά ποτέ δεν έθεσα ως στόχο να γράψω ένα «φεμινιστικό μυθιστόρημα».

Οι σύγχρονοι φεμινισμοί που με ενδιαφέρουν περισσότερο αυτήν τη στιγμή συνδέονται με άλλα ανθρωπιστικά ζητήματα - τη φροντίδα για το περιβάλλον, την αντίσταση στον εκφοβισμό και τον φασισμό, τη δικαιοσύνη και την ισότιμη πρόσβαση σε πόρους.

Τι ανακαλύπτετε για τον εαυτό σας ως καλλιτέχνιδα και ως άνθρωπο συνολικά στις «ρωγμές» μεταξύ των ειδών;

Kαι γιατί είναι απαραίτητο -ίσως αναπόφευκτο- να αψηφάτε/διαψεύδετε τις προσδοκίες των αναγνωστών/κριτικών που βασίζονται στο είδος;

Ως αναγνώστρια, πάντα με έλκυε η γραφή που αγκαλιάζει ολόκληρο τον κόσμο, τη μεγάλη εικόνα -κλασικοί συγγραφείς όπως ο Χέρμαν Μέλβιλ, ο Μπαλζάκ, ο Προυστ- και το είδος της μυθοπλασίας που δημοσιεύουμε στο Semiotext(e) από συγγραφείς όπως η Κονστάνς Ντεμπρέ, ο Γκιγιόμ Νταστάν, η Κάθι Άκερ, η Αϊλίν Μάιλς.

H συγγραφέας είναι πολύ παρούσα ως αφηγήτρια, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι το έργο είναι αυτοβιογραφικό. Ο κλειστός και στενός κόσμος της σύγχρονης λογοτεχνίας με θέμα το οικιακό δράμα δε φαίνεται τόσο ενδιαφέρων.

Ποιες είναι οι προκλήσεις και οι παγίδες της αυτομυθοπλασίας και πώς μπορεί ένας συγγραφέας -εσείς, στην περίπτωσή μας- να αξιοποιήσει στο έπακρο τις προκλήσεις χωρίς να πέσει στις παγίδες;

Η Κονστάνς Ντεμπρέ έχει δώσει μια εξαιρετική απάντηση σε αυτό το ερώτημα - έχει πει: «Πρέπει να είσαι ειλικρινής. Και μετά πρέπει να είσαι πιο ειλικρινής».

Υπάρχει πάντα μια αλήθεια πίσω από μια αλήθεια.

Το να γράφει κάποιος για την προσωπική του εμπειρία, αν φτάσει σε αυτόν τον πυρήνα της ειλικρίνειας, δεν είναι μονοδιάστατο. Γίνεται υποδειγματικό. Μια αντανάκλαση της πραγματικότητας που προκαλεί αναγνώριση από τον αναγνώστη.

Γινόμαστε οι άλλοι.

«Κάθε γράμμα είναι ένα ερωτικό γράμμα», η αφηγήτρια/εσείς ισχυρίζεται/ισχυρίζεστε στο I Love Dick. Γιατί;

Α, δεν το επινόησα εγώ. Αυτό είναι του Ζιλ Ντελέζ! Αλλά σκέψου το - υπάρχει κάτι τόσο οικείο, τόσο προσωπικό, σε αυτήν τη μορφή άμεσης απεύθυνσης, όπου ένα άτομο μιλάει μόνο σε ένα άλλο.

«Κατά μία έννοια, ο έρωτας είναι σαν το γράψιμο: ζεις σε μια κατάσταση τόσο οξυμμένη που η ακρίβεια και η επίγνωση είναι ζωτικές», συνεχίζει. Και παρακάτω, «Μέσα από τον έρωτα, μαθαίνω να σκέφτομαι».

Θα θέλατε να αναλύσετε περαιτέρω τη σύνδεση μεταξύ αγάπης, σκέψης και γραφής;

Λοιπόν, ίσως όχι όλα τα είδη αγάπης. Όχι τα βιώσιμα είδη αγάπης. Ήμουν σε κατάσταση παραληρήματος όταν το έγραψα αυτό.

Ο έρωτας οδηγεί σε μια αλλοιωμένη, επαυξημένη κατάσταση ανοιχτότητας και επίγνωσης, και νομίζω ότι αυτό απαιτεί και η συγγραφή.

To να ξεφεύγεις από την κοινοτοπία των καθημερινών ανησυχιών και να επικεντρώνεσαι πολύ πολύ έντονα σε κάτι μέχρι να φωτιστεί.

«Πολιτική σημαίνει να αποδέχεσαι ότι τα πάντα γίνονται για κάποιο λόγο», ισχυρίζεται. Πώς κάνετε προσωπικά πολιτική και πώς σχετίζεστε με την θεσμοθετημένη εκδοχή της;

Αυτό είναι ένα πολύ μεγάλο ερώτημα. Υποθέτω ότι η πιο αληθινή μου ενασχόληση με την πολιτική είναι ως συγγραφέας.

Το μυθιστόρημα που μόλις τελείωσα, The Four Spent the Day Together, ασχολείται με τον εκφυλισμό της εργατικής τάξης των Η.Π.Α. κατά την εποχή των γονιών μου σε μια μόνιμη κατώτερη τάξη.

Για να καταλάβω το γεγονός αυτό, παρακολούθησα μια υπόθεση δολοφονίας σε μια μικρή πόλη της βόρειας Μινεσότα, στην οποία εμπλέκονταν τρεις έφηβοι που είχαν κάνει χρήση μεθαμφεταμίνης.

Ο εθισμός είναι ένα τεράστιο πρόβλημα στις Η.Π.Α., ένα πολιτικό πρόβλημα το οποίο συνδέεται με την απελπισία.

Προσπαθώ να κατανοήσω την πολιτική εξετάζοντας κάτι μικρό και εύληπτο και στη συνέχεια προσπαθώντας να εντοπίσω τις αιτίες πίσω από αυτό. Αυτές οι αιτίες είναι σχεδόν πάντα πολιτικές.

«Ποιος έχει το δικαίωμα να μιλάει και γιατί; Αυτό είναι το μόνο ερώτημα», επισημαίνει. Έχετε βρει μια απάντηση;

Υπάρχει πολύ μεγαλύτερη πληθώρα φωνών στις Η.Π.Α τώρα από ό,τι όταν έγραψα το βιβλίο πριν από τριάντα χρόνια. Ευτυχώς.

«Το διάβασμα τηρεί την υπόσχεση που εγείρει το σεξ αλλά σχεδόν ποτέ δεν καταφέρνει να εκπληρώσει: εκτείνει τον ορίζοντά σου επειδή μπαίνεις στη γλώσσα, στον ρυθμό, την καρδιά και το μυαλό ενός άλλου ανθρώπου», συμπεραίνει.

Τι απαιτείται για να γίνει κάποιος/κάποια καλός/καλή αναγνώστης/αναγνώστρια;

Την απόλυτη εμβύθιση!

Είναι ένα βιβλίο που δε σε ικανοποιεί εξίσου απογοητευτικό με μια σεξουαλική επαφή που δε σε γεμίζει;

Είναι πιο εύκολο να εγκαταλείψεις ένα απογοητευτικό βιβλίο, ωστόσο, από μια απογοητευτική σεξουαλική σχέση. Ένα βιβλίο δεν αντιμιλά.

«Η Κατάκτηση του Φόβου είναι σαν περφόρμανς», σημειώνει. Με ποια έννοια;

Χμμ. Δεν το θυμάμαι καν αυτό. Αλλά ίσως μιλούσα για μυθικούς ήρωες και αποστολές, την Οδύσσεια, τον Γκιλγκαμές, τις Επτά Νύφες για Επτά Αδέρφια;

«Η μεγαλύτερη ελευθερία στον κόσμο δεν είναι η ελευθερία να κάνεις λάθος;» αναρωτιέται. Πώς ορίζετε την ελευθερία σε έναν δομικά ανελεύθερο κόσμο;

Έχουμε όντως μικρούς θύλακες ελευθερίας, δε νομίζεις; Διαλογισμός, συγκέντρωση, φύση, ταινίες, σεξ και αθλήματα - το να χάνεσαι σε οτιδήποτε για λίγο.

«Η φιλόσοφος Λυς Ιριγκαρέ πιστεύει ότι δεν υπάρχει γυναικείο “Εγώ” στην υπάρχουσα (πατριαρχική) γλώσσα», υπογραμμίζει. Μέσω της δικιάς σας γραφής, έχετε κατορθώσει να «σμιλέψετε» ένα τέτοιο «Εγώ»;

Έτσι ελπίζω.

«Κάνοντας τη σούμα» (κινηματογράφος, συγγραφή, θέατρο, προσωπικές και άλλες σχέσεις), ποιο είναι το δικό σας ισοζύγιο; Αρκετά θετικό για να συνεχίζετε;

Υπάρχει πάντα κάτι να κάνεις.

Ευχαριστώ θερμά την Μαρία Ζαμπάρα (Εκδόσεις Αλεξάνδρεια) για την πολύτιμη συμβολή της στην πραγματοποίηση της συνέντευξης.

Το μυθιστόρημα της Chris Kraus I Love Dick κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Αλεξάνδρεια σε μετάφραση της Μαρίας Φακίνου.



Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2025

Ahmed Fakroun: «Η μουσική που προέρχεται από την καρδιά μπορεί να διαρκέσει»

 


Από τους πρώτους μουσικούς και τραγουδιστές που συνδύασαν την αλγερινή Raï, τη φανκ, τη σόουλ και την ευρωπαϊκή ποπ και ροκ, ο Λίβυος Ahmed Fakroun έρχεται για πρώτη φορά για συναυλία στην Ελλάδα στις 9 Οκτωβρίου στο Gazarte.

Με αφορμή την εκπλήρωση αυτού του ονείρου ζωής για τον ίδιο, μάς παραχώρησε μια εξομολογητική συνέντευξη.

Με καταγωγή από τη Βεγγάζη της Λιβύης, είστε από τους πρωτοπόρους της κοσμοπολίτικης ντίσκο και της αραβικής synth-pop.

Είστε, επίσης, ένας από τους πρώτους τραγουδιστές και μουσικούς που συνδύασαν την αλγερινή Raï, τη φανκ, τη σόουλ και την ευρωπαϊκή ποπ και ροκ. Από πού προήλθε η ανάγκη και η σαγήνη του fusion;

Πράγματι, είμαι από τη Βεγγάζη και πέρασα όλη μου την παιδική ηλικία εκεί.

Από μικρή ηλικία είχα πάθος με τη μουσική και άκουγα μουσική από όλες τις διαθέσιμες πηγές - είτε μέσω τηλεοπτικών σταθμών είτε μέσω κινηματογράφου. Παρακολουθούσα ινδικές ταινίες και κάθε είδους καλλιτεχνικές εκφράσεις.

Ανέφερες ότι ανέμιξα μουσική Raï, αλλά στην πραγματικότητα ισχύει το αντίθετο. Η μουσική Raï ωφελήθηκε από τη μουσική μου.

Ακόμα και όταν γνώρισα τον Cheb Khaled στην Τρίπολη της Λιβύης, με ευχαρίστησε που άνοιξα νέους καλλιτεχνικούς ορίζοντες για τη μουσική Raï.

Παρακολουθούσε όλο το καλλιτεχνικό μου έργο. Δυστυχώς, δεν αναφέρεται δημόσια, καθώς πιστεύεται ότι μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια της δημοτικότητάς του, κάτι που δεν ισχύει.

Έχω ακούσει την περισσότερη μουσική στον κόσμο - ξεκινώντας από τους Beatles, τους Rolling Stones και τον Cat Stevens (Yusuf Islam), τον οποίο γνώρισα στο Λονδίνο και τον οποίο θαυμάζω βαθιά.

Η λίστα είναι μεγάλη, περιλαμβάνει τον Έλβις Πρίσλεϊ, του οποίου τις ταινίες έχω παρακολουθήσει τις περισσότερες, και τον Μichael Jackson, που μας διασκέδασε όλους με την τέχνη του.

Θυμάμαι όταν ο Μichael Jackson ρωτήθηκε κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης Τύπου στην Τυνησία, πριν από τη συναυλία του, «Ποιους Άραβες καλλιτέχνες γνωρίζεις;» Απάντησε «Γνωρίζω τον Ahmed Fakroun».

Όταν το άκουσα αυτό, αναρωτήθηκα πώς με γνώριζε ο Μichael.

Αργότερα, ο σκηνοθέτης Jean-Baptiste Mondino μου είπε ότι όταν επισκέφτηκε τον Michael στο σπίτι του, ο Michael του έδειξε πολλά βίντεο, συμπεριλαμβανομένου του Soli Soli, το οποίο είχε σκηνοθετήσει ο Mondino.

Οι Kool & The Gang έκαναν επίσης μια guest εμφάνιση σε αυτό το βίντεο.

Από όσο γνωρίζω, ο Μichael Jackson ήταν ένας καλλιτέχνης που παρακολουθούσε την παγκόσμια τέχνη. Ας αναπαύεται εν ειρήνη.

Το Words of Love ήταν το άλμπουμ που σας έβαλε οριστικά στον μουσικό χάρτη. Πώς θα περιγράφατε το πολιτιστικό και πολιτικό κλίμα στη Λιβύη τότε;

Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, η Λιβύη βρισκόταν υπό ένα αυταρχικό καθεστώς μεταμφιεσμένο σε «Τζαμαχιρίγια» - μια μορφή άμεσης δημοκρατίας στη θεωρία, αλλά στην πράξη το καθεστώς διατηρούσε όλο τον έλεγχο.

Πολιτισμικά, τα Μ.Μ.Ε. και όλες οι μορφές καλλιτεχνικής έκφρασης ελέγχονταν από το κράτος και χρησιμοποιούνταν ως εργαλεία προπαγάνδας από όσους βρίσκονταν στην εξουσία.

Ταξίδεψα μέσω Τυνησίας και Μάλτας για να φτάσω στην Ευρώπη τη δεκαετία του ’80 και κατέληξα στη Γαλλία, όπου έφτιαξα το Mots dAmour (Words of Love). Η Λιβύη είχε πετρέλαιο, αλλά όχι ελευθερία.

Εκτός από τραγουδιστής και μουσικός, είσαι επίσης διά βίου υποστηρικτής κοινωνικοπολιτικών σκοπών και κινημάτων.

Ποια είναι η άποψή σας για ένα από τα σημαντικότερα ηθικά ζητήματα της εποχής μας - τη συνεχιζόμενη γενοκτονία των Παλαιστινίων στη Γάζα; Σας πονάει;

Είναι σπαρακτικό να αναλογιζόμαστε τις φρικαλεότητες του Ολοκαυτώματος κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου - μια εποχή κατά την οποία ο εβραϊκός λαός αντιμετώπισε αδιανόητα βάσανα και απώλειες.

Αυτή η τραγωδία παραμένει ένα από τα πιο σκοτεινά κεφάλαια στην ανθρώπινη Ιστορία και η ανάμνησή της απαιτεί να αντισταθούμε σθεναρά στην αδικία σε όλες τις μορφές της.

Αυτό που είναι βαθιά οδυνηρό σήμερα είναι να βλέπουμε, στα μάτια ορισμένων, μια επανάληψη αυτού του κύκλου οδύνης - όπου όσοι κάποτε ήταν θύματα θεωρούνται τώρα συνένοχοι στα βάσανα άλλων.

Συγκεκριμένα, η κατάσταση στην Παλαιστίνη προκαλεί σε πολλούς ένα βαθύ αίσθημα θλίψης και δυσπιστίας.

Είναι δύσκολο να κατανοήσει κάποιος πώς οποιαδήποτε ομάδα η οποία έχει βιώσει τόσο βαθύ τραύμα θα μπορούσε να συνδεθεί με πράξεις που έχουν ως αποτέλεσμα τη βλάβη αθώων ανθρώπων.

Δεν πρόκειται για έκκληση να κατηγορήσουμε τα άτομα με βάση την ταυτότητά τους, αλλά μάλλον για μια έκκληση να θυμηθούμε την κοινή μας ανθρώπινη φύση.

Για να διασφαλίσουμε ότι τα μαθήματα της Ιστορίας μάς οδηγούν προς τη συμπόνια και τη δικαιοσύνη, όχι προς τη διχόνοια και την επανάληψη.

Τα βάσανα, ανεξάρτητα από το πού συμβαίνουν ή σε ποιον, θα πρέπει να μας ωθούν να μιλάμε, να αναλογιζόμαστε και να ενεργούμε - πάντα με ενσυναίσθηση και δέσμευση για ειρήνη.

Λόγω των πολιτικών σας ανησυχιών και της εμπλοκής σας, η σχέση σας με το προηγούμενο καθεστώς στη Λιβύη ήταν ταραχώδης. Πώς καταφέρατε να διατηρήσετε την προσωπική και καλλιτεχνική σας ακεραιότητα;

Το πρόβλημα εξακολουθεί να υπάρχει.

Φαίνεται ότι δεν ήμουν ποτέ το είδος του καλλιτέχνη που θα μπορούσαν εύκολα να «ταιριάξουν» ή να ελέγξουν. Μετά σκέφτηκα - αυτή είναι η Λιβύη. Θα χρειαστεί χρόνος για να επουλωθούν οι πληγές της.

Πήρα την απόφαση να φύγω - κυρίως λόγω των παιδιών μου. Έπρεπε να σκεφτώ το μέλλον τους.

Εκείνη την εποχή, τα σχολεία στη Λιβύη ήταν κλειστά, και αυτό καθιστούσε προτεραιότητα την εξεύρεση ευκαιριών εκπαίδευσης για εκείνα. Σπούδαζαν στο Γαλλικό Σχολείο στη Λιβύη.

Έτσι, επέλεξα να πάω στο Βέλγιο. Έστειλα emails σε ένα από τα σχολεία εκεί και ευτυχώς δέχτηκαν τα παιδιά μου. Αυτή ήταν μια μεγάλη ανακούφιση για εμάς.

Και ποια είναι η άποψή σας για την τρέχουσα πολιτική κατάσταση στη Λιβύη;

Νιώθετε λιγότερο καταπιεσμένος και πιο ελεύθερος να εκφράσετε, να μοιραστείτε και να συζητήσετε τις πεποιθήσεις σας - είτε μέσω της μουσικής σας είτε στην κοινωνική σφαίρα;

Κατά την άποψή μου, η τρέχουσα πολιτική κατάσταση στη Λιβύη είναι δυστυχώς απλώς μια συνέχεια της ίδιας αστάθειας και δυσλειτουργίας που αντιμετωπίζει η χώρα εδώ και πολλές δεκαετίες.

Δεν είναι καλή και σίγουρα δεν είναι ασφαλής - αλλά είναι επίσης πολύ πιο περίπλοκη από ό,τι συνήθως παρουσιάζεται στα Δυτικά μέσα ενημέρωσης.

Οι τίτλοι των ειδήσεων συχνά υποβιβάζουν τη Λιβύη σε ένα μέρος χάους ή σύγκρουσης, χωρίς να αναγνωρίζουν τις βαθύτερες ιστορικές, φυλετικές, περιφερειακές και διεθνείς δυναμικές που διαδραματίζονται συνεχώς.

Αυτό το οποίο πολλοί δε βλέπουν είναι πώς η κληρονομιά των προηγούμενων καθεστώτων, οι ξένες παρεμβάσεις και η κατακερματισμένη διακυβέρνηση συνεχίζουν να διαμορφώνουν την καθημερινή πραγματικότητα για τους ανθρώπους στο πεδίο.

Ενώ, λοιπόν, τα πράγματα μπορεί να φαίνονται ίδια επιφανειακά, αποκάτω υπάρχουν πολλά επίπεδα -οικονομικές πιέσεις, τοπικές διαμάχες εξουσίας, γενεαλογικά χάσματα και μεταβαλλόμενες συμμαχίες- που καθιστούν την κατάσταση πολύ πιο λεπτή από ό,τι φαίνεται εξωτερικά.

Φαίνεται ότι έχετε προσαρμοστεί στην -και επωφεληθεί- από την έλευση του διαδικτύου και των νέων τεχνολογιών όσον αφορά το μοίρασμα της μουσικής σας. Θα θέλατε να μου πείτε περισσότερα για τη σχέση σας με την τεχνολογία;

Η τεχνολογία, για μένα, ανέκαθεν αφορούσε λιγότερο τις μηχανές και περισσότερο τις δυνατότητες.

Ακόμα και τον πρώτο καιρό, όταν συνδύαζα παραδοσιακούς λιβυκούς ρυθμούς με συνθεσάιζερ και ευρωπαϊκούς ήχους, το έβλεπα ως γέφυρα - έναν τρόπο να συνδέσω πολιτισμούς, να ταξιδέψω ηχητικά ακόμα κι όταν τα σύνορα ήταν κλειστά.

Όταν έφτασε το διαδίκτυο, ένιωσα σαν η γέφυρα να μετατράπηκε σε έναν απέραντο ωκεανό - ξαφνικά, η μουσική μου μπορούσε να ρέει σε μέρη τα οποία δεν είχα φανταστεί ποτέ.

Τραγούδια που είχα ηχογραφήσει πριν από δεκαετίες βρήκαν νέα ζωή, νέα αυτιά, νέο νόημα. Νέοι σε πόλεις τις οποίες δεν έχω επισκεφτεί ποτέ τραγουδούσαν μαζί με άλλους μελωδίες που γεννήθηκαν στη Βεγγάζη. Αυτό είναι κάτι όμορφο.

Άρα ναι, έχω αγκαλιάσει την τεχνολογία - όχι ως υποκατάστατο της ψυχής ή της παράδοσης, αλλά ως μέσο. Ένα νέο είδος ούτι, αν θέλετε, το οποίο μεταφέρει τον ήχο της πατρίδας μου μέσα από τον ψηφιακό άνεμο.

Στην τελική, η μουσική είναι κίνηση και η τεχνολογία μου έδωσε απλώς περισσότερα μονοπάτια για να περπατήσω.

Παραμένετε δημοφιλής για περισσότερα από 50 χρόνια αφότου ξεκινήσατε το μουσικό σας ταξίδι. Πού αποδίδετε αυτή τη συνεχιζόμενη και -για τις νεότερες γενιές- ανανεωμένη δημοτικότητα;

Ειλικρινά, είναι πραγματικά συγκινητικό να βλέπω ανθρώπους να εξακολουθούν να συνδέονται με τη μουσική μου μετά από τόσα χρόνια - ειδικά τους νεότερους ακροατές.

Νομίζω πως εν μέρει οφείλεται στο ότι συνδύαζα διαφορετικά στυλ -λιβυκές μελωδίες με ευρωπαϊκή ποπ, φανκ, ρέγκε, ηλεκτρονική μουσική- πολύ πριν αυτό το είδος fusion γίνει συνηθισμένο.

Εκείνη την εποχή, ήταν ασυνήθιστο, αλλά τώρα ο κόσμος είναι πιο ανοιχτός, πιο συνδεδεμένος και ίσως αυτός ο ήχος έχει περισσότερο νόημα για τους ανθρώπους σήμερα.

Επίσης, το διαδίκτυο βοήθησε πολύ. Ο κόσμος άρχισε να ανακαλύπτει ξανά τα τραγούδια μου στο YouTube ή μέσω samples σε DJ sets, και ξαφνικά υπήρξε αυτό το νέο κύμα ενδιαφέροντος.

Αλλά στην τελική, νομίζω ότι η μουσική που προέρχεται από μια ειλικρινή βάση -από την καρδιά- μπορεί να διαρκέσει. Τα στιλ αλλάζουν, το συναίσθημα όχι.

Δεν είμαι σίγουρος αν έχετε δώσει συναυλία στην Ελλάδα στο παρελθόν. Σε κάθε περίπτωση, πώς σας φαίνεται η προοπτική της αθηναϊκής ζωντανής εμφάνισής σας την Πέμπτη 9 Οκτωβρίου;

Δυστυχώς, αυτή θα είναι η πρώτη μου συναυλία στην Αθήνα. Αλλά όλα έρχονται στην ώρα τους.

Δε μου το είχαν ζητήσει ποτέ πριν, αλλά είχα την αίσθηση ότι μια μέρα θα συνέβαινε.

Όταν ζούσα στη Βεγγάζη, κάθε φορά που ταξίδευα περνούσα από την Αθήνα - πάντα ως σημείο διέλευσης. Είναι κοντά στην καρδιά μου, και έχω ρίζες εκεί μέσω της γιαγιάς μου, αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία.

Θυμάμαι πως πριν πεθάνει η γιαγιά μου, μου ζήτησε να ψάξω για τους συγγενείς μας στην Ελλάδα. Έτσι, αισθάνομαι ότι αυτή η συναυλία είναι ένα κάλεσμα - κάτι πνευματικό από το παρελθόν, από τις προσευχές της γιαγιάς μου.

Είδα ένα όνειρο το οποίο με έκανε να ξυπνήσω κλαίγοντας. Λίγο αργότερα, έλαβα την πρόσκληση για τη συναυλία. Θυμήθηκα επίσης ένα ελληνικό τραγούδι που τραγουδούσα στην πατρίδα μου, τη Βεγγάζη.

Έτσι αποφάσισα να το τραγουδήσω κατά τη διάρκεια της συναυλίας. Ο τίτλος του τραγουδιού είναι Περιφρόνα με, γλυκιά μου.

Ευχαριστώ θερμά τον John Fitz (Vagabond Booking), ατζέντη του καλλιτέχνη, για την πολύτιμη συμβολή του στην πραγματοποίηση της συνέντευξης και την παραχώρηση της φωτογραφίας.

Ευχαριστώ ιδιαιτέρως τον Ahmed Fakroun για τη σταδιακή ζεστή επικοινωνία την οποία αναπτύξαμε.

Ο Ahmed Fakroun εμφανίζεται ζωντανά την Πέμπτη 9 Οκτωβρίου στο Gazarte - Ground Stage (Βουτάδων 32-34, Γκάζι, 21:30).