Μια από τις σημαντικότερες
εκπροσώπους της σύγχρονης μινιμαλιστικής μουσικής, η Καναδή Sarah Davachi εμφανίζεται
σε
ένα μοναδικό double
bill
με
την επίσης Καναδή Kara-Lis Coverdale στις
7 Οκτωβρίου στο Gazarte.
Μια σε βάθος
συνέντευξη μαζί της.
Είσαι μια εξαιρετικά
ταλαντούχα ηλεκτροακουστική συνθέτρια/ερμηνεύτρια της οποίας το έργο «ασχολείται
με τις περιπλοκές του ηχοχρώματος και του χρονικού χώρου», με «έμφαση
στις διακυμάνσεις στην υφή, την πολυπλοκότητα των αρμονικών τόνων, τα
ψυχοακουστικά φαινόμενα, το κούρδισμα και τον τονισμό».
Θα ήθελες να μου αναλύσεις
τις δημιουργικές/μουσικές σου ανησυχίες; Έχουν αναπτυχθεί σταδιακά μέσω της
έκθεσης σε καλλιτεχνικά ερεθίσματα από την παιδική σου ηλικία και εξής, και μετά
μέσω της επίσημης εκπαίδευσης;
Σ’ ευχαριστώ!
Νομίζω ότι οι μουσικές
μου ανησυχίες δεν έχουν αλλάξει σημαντικά από την αρχή:
Πάντα με ενδιέφερε έμφυτα
η χροιά, η υφή και η αρμονία, και με έλκυε ο περίπλοκα διατηρημένος ήχος από
τότε που είχα οποιαδήποτε θεωρητική κατανόηση του τι συνέβαινε, για
οποιονδήποτε λόγο.
Από πολλές άλλες απόψεις,
οι ανησυχίες μου έχουν εδραιωθεί και μετατοπιστεί με μερικούς πολύ σημαντικούς
τρόπους επίσης.
Τα τελευταία χρόνια τα
ενδιαφέροντά μου έχουν μετακινηθεί από την εστίαση στα ηλεκτρονικά όργανα στην
εργασία με ακουστικά όργανα.
Αυτό έχει διαμορφώσει το
είδος της δουλειάς που κάνω και την κατεύθυνση προς την οποία φαίνεται να
κινείται με φυσικό τρόπο.
Επίσης, έχω σίγουρα μια
πιο τυποποιημένη άποψη για το είδος των μουσικών δομών και εμπειριών πάνω στις
οποίες εργάζομαι, ως αποτέλεσμα των εξερευνήσεών μου.
Νομίζω, λοιπόν, πως τα
πράγματα ξεκίνησαν με έναν πιο γενικό τρόπο και σιγά σιγά πλησιάζω περισσότερο
σε αυτό που νιώθω ότι πάντα ήθελα να κάνω μουσικά.
Δε νομίζω πως είναι
σημαντικό να φτάσω εκεί απαραίτητα, αλλά απολαμβάνω πολύ τη διαδικασία του να
το καταλαβαίνω και να προσπαθώ ξανά και να το επαναλαμβάνω.
Θεωρώ τον εαυτό μου συνθέτρια-ερμηνεύτρια
μινιμαλιστικής μουσικής, και συγκεκριμένα μουσικής με επίκεντρο τα drone.
Εντός του συγκεκριμένου πλαισίου,
με ελκύει η πιο ήσυχη πλευρά αυτού του είδους μουσικής, αναζητώντας πάντα
κάποιο είδος οικειότητας στον ήχο.
Για να την πετύχω,
δουλεύω με διάφορες πτυχές της διάρκειας, του αρνητικού χώρου, της
ψυχοακουστικής, του κουρδίσματος, της αρμονίας, της επανάληψης και της
ακρόασης.
Σε ποιον βαθμό και με
ποιους τρόπους οι ποικίλες αναφορές στις οποίες έχεις εκτεθεί έχουν (ανα)διαμορφώσει
το καλλιτεχνικό σου όραμα;
Νομίζω ότι με έχουν
βοηθήσει κυρίως να πλησιάσω περισσότερο σε αυτό το οποίο θέλω μουσικά και να
αποκτήσω μια καλύτερη αίσθηση του πώς να επικοινωνώ αυτά που έχω στο μυαλό μου.
Όλα τα πράγματα τα οποία
συναντώ έχουν κάποιο είδος διαλογικής σχέσης με το έργο μου.
Αυτό σημαίνει ότι έχουν
τόσο μεγάλο αντίκτυπο στον τρόπο με τον οποίο εξελίσσεται το έργο μου όσο το
έργο αναζητά συγκεκριμένα πράγματα που θα του μιλήσουν.
Ειδικά με τα μουσικά
όργανα συμβαίνει αυτή η διαδικασία: υπάρχει μια εναλλαγή μεταξύ αυτού το οποίο
μπορώ να αντλήσω από το όργανο και αυτού που μου ανταποδίδει το όργανο για να
εμπνεύσει νέες κατευθύνσεις στη δουλειά μου.
Περιλαμβάνοντας σόλο
πρότζεκτ, μουσικά σύνολα δωματίου και ακουσματική μουσική και ενσωματώνοντας
ένα ευρύ φάσμα ακουστικής και ηλεκτρονικής ενορχήστρωσης, τα άλμπουμ σου
χαρακτηρίζονται, ωστόσο, από μια μινιμαλιστική προσέγγιση.
Πώς αντιλαμβάνεσαι και
βιώνεις τον μινιμαλισμό, τόσο από αισθητικής όσο και από φιλοσοφικής άποψης;
Εννοιολογικά, ο
μινιμαλισμός αφορά την οικειότητα με ένα συγκεκριμένο είδος εμπειρίας, όποια κι
αν είναι αυτή η εμπειρία.
Στη μινιμαλιστική
μουσική, αυτό συνήθως καταλήγει να είναι εμπειρίες που παραβλέπονται σε
κανονιστικές μουσικές μορφές, όπως η υφή και η κάθετη αρμονία και η εσωτερική
δομή του ήχου.
Αισθητικά, οι κύριες
δομές που προκύπτουν είναι είτε ο παρατεταμένος ήχος με τη μορφή βόμβου είτε ως
επανάληψη του ήχου.
Νομίζω ότι ο σκοπός της
μινιμαλιστικής τέχνης είναι να μετατοπίσει την εστίαση στις μικρολεπτομέρειες
και να τις αναδιατυπώσει ως τις μνημειώδεις ηχητικές εμπειρίες που στην
πραγματικότητα έχουν την ικανότητα να είναι.
Όσο περισσότερο βυθίζομαι
στην πλούσια μουσική σου παραγωγή, τόσο περισσότερο με εκπλήσσει το βάθος και η
ποικιλομορφία της.
Πώς καταφέρνεις να
παραμένεις, ταυτόχρονα, σε εγρήγορση, ανοιχτή σε νέες προκλήσεις και εστιασμένη;
Η προσωπικότητά μου είναι
ιδανική για να της συμβαίνουν πολλά διαφορετικά πράγματα ταυτόχρονα.
Μου αρέσει να έχω χώρο
από ένα πράγμα, ώστε να μπορώ να το σκέφτομαι και να το αφήνω να «κάτσει» και
να αναπτυχθεί περισσότερο στο μυαλό μου πριν το ξαναδουλέψω.
Έτσι, όσο συμβαίνει αυτό,
μπορώ να εστιάσω την προσοχή μου σε κάτι άλλο με το οποίο δουλεύω και να διαγράψω
έναν κύκλο μέσα από πράγματα.
Διαπιστώνω επίσης ότι
πολλά από τα πράγματα πάνω στα οποία δουλεύω αγγίζουν το ένα το άλλο με
ενδιαφέροντες τρόπους, οπότε όλα αλληλοσυνδέονται ούτως ή άλλως και καταλήγουν
να επηρεάζουν την κατεύθυνση του καθενός.
Πιστεύω ακράδαντα στην
επανάληψη και νομίζω ότι η στρωματοποιημένη φύση μου και η ικανότητά μου να
εργάζομαι σε πολλά έργα ταυτόχρονα είναι μια επέκταση αυτής της πεποίθησης.
Συχνά, υπάρχει και μια
τελετουργική χροιά στο έργο σου. Είναι η μουσική -και η τέχνη γενικότερα-
αλληλένδετη/συνυφασμένη, κατά τη γνώμη σου; Και αν ναι, γιατί;
Ναι, σίγουρα το πιστεύω.
Υπάρχει κάτι το ευλαβικό
στην ενασχόληση με την τέχνη γενικότερα, ένα είδος ψυχικής μεταμόρφωσης που
συμβαίνει και επηρεάζει τη ζωή στην οποία επιστρέφεις μετά την εμπειρία και τον
τρόπο που βιώνεις την καθημερινή σου ζωή.
Αυτό είναι πραγματικά
σημαντικό..
Υπό αυτή την έννοια,
νομίζω ότι υπάρχει και μια σαφής ηθική ή δεοντολογική διάσταση στην τέχνη.
Προσπαθώ, λοιπόν, να
σέβομαι την τελετουργική διαδικασία όταν δουλεύω και ειδικά όταν εμφανίζομαι
ζωντανά, κάτι που μπορεί να είναι πιο δύσκολο επειδή υπάρχουν περισσότεροι
περισπασμοί στο να ακούς σε μια συναυλιακή διαδικασία.
Αν μπορώ να μπω σ’ αυτόν τον
τόπο νοερά, τούτο συμβάλλει στο να γίνει η αντίληψη του συγκεκριμένου τρόπου εμπειρίας λίγο
καλύτερα κατανοητή από τον ακροατή.
Υποθέτω πως το έργο σου
δεν απευθύνεται -αν και μπορεί να απευθύνεται- σε ένα μαζικό κοινό, χωρίς
απαραίτητα να αποτελεί μια ελιτίστικη ενασχόληση.
Ποια είναι η σχέση σου με
το (δυνητικό) κοινό σου;
Η δουλειά μου απευθύνεται
σε όποιον βρίσκει κάτι ουσιαστικό σε αυτήν και φυσικά θέλω οι άνθρωποι να
μπορούν να εκτιμούν τα ίδια πράγματα τα οποία εκτιμώ εγώ όταν δημιουργώ
μουσική.
Ωστόσο, προφανώς
αντιλαμβάνομαι ότι αυτό το είδος ενασχόλησης με τη μουσική είναι λιγότερο
συνηθισμένο, ειδικά στο τρέχον μουσικό κλίμα του streaming, της βραχυπρόθεσμης
κατανάλωσης και της προβολής στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Προσωπικά, δε βλέπω κάτι
ελιτίστικο σε αυτό το είδος μουσικής, αν και θα μπορούσα να καταλάβω πώς θα
μπορούσε να γίνει αντιληπτό με αυτόν τον τρόπο όταν η εστίαση τείνει να γίνεται
πιο θεωρητική, όπως σε σχέση με το κούρδισμα.
Κάτι στο οποίο πιστεύω
ότι η μινιμαλιστική μουσική είναι τόσο καλή είναι ότι η θεωρητική πλευρά της είναι
εκεί για να την προσεγγίσει ο καθένας αν θέλει.
Δεν είναι, όμως, ένα
απαραίτητο ή απαιτούμενο βήμα το οποίο πρέπει να κάποιος να κάνει για να
εμπλακεί σε βάθος με τη μουσική και την ηχητική εμπειρία.
Σε σχέση με τη μουσική
μου συγκεκριμένα, διαπιστώνω κυρίως ότι όσοι δε συνδέονται με τέτοιου είδους
μουσικές εμπειρίες τείνουν απλώς να μην έχουν την υπομονή να δουν νόημα στο
έργο.
Ίσως δεν έχουν συνηθίσει
να ακούν ή να ακούνε με αυτόν τον τρόπο, και ίσως τους κάνει να νιώθουν άβολα
να το δοκιμάσουν.
Είναι σαν την κριτική για
τη μουσική με drone
που πραγματικά μισώ, η οποία υποδηλώνει πως αυτό το είδος μουσικής είναι «μόνο
μια νότα» χωρίς να συμβαίνει τίποτα άλλο.
Σίγουρα, επιφανειακά ίσως
να μην υπάρχει πολλή εμφανής κίνηση ή δεξιοτεχνία σ’ αυτήν, αλλά αν απλώς
ακούσεις, αν ανοίξεις τα αυτιά και το μυαλό σου στην εμπειρία, τότε υπάρχουν
τόσα πολλά να ακούσεις και να εξερευνήσεις.
Απλώς πρέπει να είσαι
πρόθυμος να πας εκεί, δε χρειάζεται να καταλάβεις τι συμβαίνει ή να μπορείς να
το εξηγήσεις. Δεν είναι όλοι ανοιχτοί σε κάτι τέτοιο, και δεν μπορώ να κάνω
τίποτα γι’ αυτό, κάτι που είναι εντάξει.
Η δουλειά μου ως συνθέτρια
ή/και μουσικός είναι να δημιουργώ ένα είδος αρχιτεκτονικού νοητικού χώρου για
τον ακροατή, το σκηνικό και το περιβάλλον για μια συγκεκριμένη κατηγορία
εμπειρίας.
Και μετά είναι στο χέρι
του ακροατή να μπει μέσα και να κοιτάξει τριγύρω.
Τα The Untuning of the Sky και All My Circles Run είναι τα αγαπημένα μου
άλμπουμ από τη δισκογραφία σου. Υπάρχουν έργα σου που αγαπάς περισσότερο για οποιονδήποτε λόγο;
Είναι όλα κοντά μου για
διαφορετικούς λόγους, κάποιους μουσικούς και κάποιους προσωπικούς, όπως αν η
δουλειά πάνω σε ένα άλμπουμ με βοήθησε να δω κάτι συγκεκριμένο στη ζωή μου.
Μουσικά, τα Let Night Come On Bells End The Day, Pale Bloom, Antiphonals, Two Sisters και Long Gradus είναι ίσως τα άλμπουμ
που μου φαίνονται πιο οικεία, επειδή σ’ αυτά έχω πλησιάσει πιο πολύ στο να
δημιουργήσω το είδος των μουσικών εμπειριών τις οποίες νιώθω ότι πάντα
επιδιώκω.
Όχι πως τα άλλα άλμπουμ
δεν αντιπροσωπεύουν αυτήν την αίσθηση, αλλά σε εκείνες τις περιπτώσεις άλλες
μουσικές ή προσωπικές συνθήκες έχουν επηρεάσει τη δημιουργία τους που τα έχουν
στρέψει προς μια λίγο διαφορετική κατεύθυνση.
Αλλά πραγματικά είναι όλα
ξεχωριστά για μένα με τον δικό τους ιδιαίτερο τρόπο, και όλα έχουν επηρεάσει το
ένα το άλλο - το ένα δε θα μπορούσε να υπάρξει χωρίς το άλλο.
Πού προτιμάς περισσότερο
να συνθέτεις, να ηχογραφείς και να ερμηνεύεις τη μουσική σου - και γιατί;
Όσον αφορά στη σύνθεση
και την ηχογράφηση, είμαι πιο ευτυχισμένη όταν δουλεύω στο στούντιό μου στο
σπίτι.
Μου αρέσει να έχω τον
χρόνο και τον χώρο που έχω εκεί για να δουλεύω πάνω σε κάτι στην ιδιωτικότητα
του στούντιό μου.
Να δοκιμάζω διαφορετικά
πράγματα, να τα αφήνω να «κάθονται», να τα ακούω χωρίς να μπαίνει κανείς άλλος
στο μυαλό μου και να φτιάχνω πράγματα ακριβώς όπως θέλω να τα ακούσω.
Αυτή η διαδικασία συνήθως
περιλαμβάνει μια αρχική περίοδο συνεργασίας με διαφορετικούς μουσικούς για να
συγκεντρώσω τις ηχογραφήσεις με τις οποίες θα δουλέψω μόλις βρεθώ στο στούντιό
μου.
Μόλις, όμως, το κάνω
αυτό, τότε τείνει να είναι πιο μοναχική δουλειά μέχρι τα πράγματα να βρίσκονται
στο τελικό στάδιο και να είναι έτοιμα για mastering κ.λπ. Αυτή η διαδικασία
μου δίνει τη μεγαλύτερη ελευθερία.
Μου αρέσει, επίσης, να
δουλεύω σε στούντιο, και μπορεί να λειτουργήσει πολύ καλά και να είναι αρκετά
εμπνευστικό να φέρω ένα ολοκληρωμένο κομμάτι σε ένα στούντιο και να επικεντρωθώ
στην ίδια τη διαδικασία ηχογράφησης, ξεχωριστά από τη σύνθεση.
Αισθάνομαι, όμως, ότι τα
δύο είναι αλληλένδετα στο μυαλό μου και νιώθω πιο δημιουργική όταν είμαι μόνη μου
δουλεύοντας στο στούντιό μου.
Όσον αφορά τις συναυλίες,
οι προτιμήσεις μου φυσικά ποικίλλουν επειδή υπάρχουν πολλά διαφορετικά είδη
χώρων και όλοι έχουν τα δικά τους πλεονεκτήματα.
Γενικά, μου αρέσει να
εμφανίζομαι σε χώρους που είναι ήσυχοι και οικείοι, και σε χώρους οι οποίοι
έχουν ήδη ενσωματωμένη αυτή την αίσθηση σεβασμού για τη μουσική εμπειρία.
Οι εκκλησίες και οι
αίθουσες συναυλιών προφανώς ταιριάζουν πολύ καλά σε αυτή τη δομή.
Αλλά εξαρτάται
πραγματικά, επειδή κάθε χώρος είναι μοναδικός και είναι δύσκολο να μετρήσεις
πώς θα λειτουργήσει μέχρι να βρεθείς πραγματικά μέσα σε αυτόν και να ξεκινήσει
η περφόρμανς.
Υπάρχουν ορισμένοι χώροι οι
οποίοι νομίζεις ότι θα είναι υπέροχοι αλλά που τελικά αποδεικνύονται όχι και
τόσο σπουδαίοι, και το αντίστροφο.
Και πάλι, υπάρχουν πάντα
εξαιρέσεις, αλλά γενικά δε μου αρέσει να εμφανίζομαι σε μπαρ και κλαμπ.
Απλώς δεν είναι οι
κατάλληλοι χώροι για τη μουσική που μου αρέσει να δημιουργώ, και ποτέ δε μου
επιτρέπουν να είμαι πλήρως παρούσα όταν εμφανίζομαι, κάτι το οποίο προφανώς
επηρεάζει και τη μουσική.
Η Λένα Πλάτωνος,
πρωτοπόρος της σύγχρονης ελληνικής ηλεκτρονικής μουσικής σκηνής, επιβεβαιώνει
σε συνέντευξή της Ιούλιο του 2008 την πεποίθησή της πως «Η μουσική του
μέλλοντος είναι η ηλεκτρονική».
Συμμερίζεσαι τη
βεβαιότητά της;
Όχι, δεν μπορώ να πω ότι
νιώθω έτσι, αλλά όχι επειδή πιστεύω πως το μέλλον της μουσικής «δεν» είναι
ηλεκτρονικό ή είναι κάποιο άλλο συγκεκριμένο δυαδικό σχήμα.
Μου φαίνεται λίγο
περίεργο στην πραγματικότητα το γεγονός ότι υπάρχει τόσος διαχωρισμός μεταξύ
της ακουστικής και της ηλεκτρονικής μουσικής και των αντίστοιχων οργάνων.
Για μένα, καθεμιά κάνει
διαφορετικά πράγματα και καθεμιά έχει τον δικό της ιδιαίτερο τρόπο ομιλίας,
καθώς και τους δικούς της περιορισμούς, τόσο τους καλούς όσο και τους κακούς,
Οπότε νομίζω πως το ζήτημα
απλώς αφορά στην εύρεση της σωστής μορφής άρθρωσης για το μήνυμα που
μεταφέρεται.
Άλλες φορές αυτή η φόμα
θα είναι η ηλεκτρονική μουσική, άλλες φορές όχι, τις περισσότερες φορές θα
είναι κάποιο μίγμα και των δύο, και όλες οι περιπτώσεις έχουν νόημα.
Η συνθετική μου
διαδικασία είναι ηλεκτρονική, με την έννοια ότι εργάζομαι από μια
ηλεκτροακουστική/προσανατολισμένη στο στούντιο οπτική γωνία πολλές φορές, ακόμα
κι όταν δουλεύω εξ ολοκλήρου με ακουστικά όργανα.
Για να είμαι ειλικρινής,
όμως, τα τελευταία δέκα χρόνια έχω βρει πολύ περισσότερη έμπνευση δουλεύοντας
με ακουστικά όργανα παρά με ηλεκτρονικά.
Οι μόνες εξαιρέσεις είναι
ίσως το Mellotron
και το όργανο Hammond
B3:
βρίσκω και τα δύο απείρως συναρπαστικά.
Αυτό δεν έχει και τόση
σημασία όμως, και είμαι σίγουρη πως θα αλλάξει σε διαφορετικά σημεία της ζωής
μου,
Το θέμα, ωστόσο,
παραμένει ότι μου φαίνεται περίεργο που έχουμε την τάση να προβαίνουμε σε τόσο
έντονες διακρίσεις και κρίσεις σχετικά με τη δημιουργία ακουστικής έναντι της
ηλεκτρονικής μουσικής.
Δεν τις βλέπω ως τόσο
ξεχωριστές και αντιθετικές.
Σε κάθε περίπτωση, ποιο
είναι το όραμά σου για την ηλεκτρονική μουσική του -εγγύς- μέλλοντος και την
τέχνη γενικότερα, ειδικά με την έλευση της Τεχνητής Νοημοσύνης;
Δε σκέφτομαι με όρους
ηλεκτρονικής ή ακουστικής μουσικής, παρά μόνο ίσως με έναν δομικό ή ιδιωματικό
τρόπο, όπως στη διαφορά μεταξύ της «ηλεκτρονικής» και της «ακουστικής»
εργασίας, οι οποίες είναι ενδιαφέρουσες παραλλαγές.
Δε σκέφτομαι τόσο πολύ το
μέλλον της «ηλεκτρονικής» μουσικής όσο απλώς το μέλλον της μουσικής και της
τέχνης, οι οποίες μοιάζουν συνδεδεμένες και με τις δύο χωρίς να χρειάζεται να
κάνω μια επίσημη διάκριση.
Οπότε ναι, δε βλέπω
κάποια διάκριση, αλλά μάλλον και οι δύο υπάρχουν σε ένα ευρύτερο φάσμα ηχητικής
εμπειρίας και αλληλεπιδρούν συνεχώς.
Προσωπικά, δε βλέπω καμία
αξία στην τέχνη της Τεχνητής Νοημοσύνης. Ίσως αυτή να είναι μια ισχυρή και ίσως
αφελής άποψη, αλλά το εννοώ.
Η τέχνη και οι
καλλιτέχνες είναι ήδη τόσο υποτιμημένοι στην κοινωνία μας και απλά δεν μπορώ να
φανταστώ ότι θα ενθουσιαστώ ποτέ με την Τεχνητή Νοημοσύνη.
Υπάρχουν πολλές
αποχρώσεις στην ανθρώπινη εμπειρία, και ακόμη και τα πιο ακατάστατα κομμάτια
είναι πολύτιμα.
Πώς βλέπεις τον εαυτό σου
ως δημιουργικό άτομο στο πλαίσιο της μουσικής του μέλλοντος; Νιώθεις μέλος μιας παγκόσμιας κοινότητας μουσικών;
Μου αρέσει να το πιστεύω,
σίγουρα.
Υπάρχουν ασφαλώς πολλές
διαφορές απόψεων και προσεγγίσεων, αλλά μου αρέσει να πιστεύω ότι όλοι θέλουμε
το καλύτερο ο ένας για τον άλλον και πως έχουμε μια συνολική αίσθηση ευημερίας
για αυτό το οποίο κάνουμε στο μυαλό μας.
Βλέπω τον εαυτό μου να
εργάζομαι σε ένα συγκεκριμένο είδος γενεαλογίας. Η πορεία του αμερικανικού
μινιμαλισμού μου φαίνεται ουσιαστική και αυτό πάντα με βολεύει τόσο φιλοσοφικά
όσο και δημιουργικά.
Αλλά μου αρέσει επίσης να
σκέφτομαι τον εαυτό μου ως μέλος μιας μεγαλύτερης κοινότητας πειραματικών
μουσικών που όλοι ασχολούνται με τα ίδια ζητήματα, τόσο μουσικά όσο και
οικονομικά, όλοι παρακινημένοι από την επιθυμία και τον σεβασμό για τα ίδια
είδη ουσιαστικών εμπειριών.
Και, τέλος, ποιες πτυχές
της δουλειάς σου σκοπεύεις να αναδείξεις στο πολυαναμενόμενo double bill σου
με την Kara-Lis Coverdale στην Αθήνα την Τρίτη 7 Οκτωβρίου;
Για τη συναυλία του
Οκτωβρίου, θα παίξω σε ένα όργανο Hammond B3.
Όλες οι πτυχές της δουλειάς
μου επηρεάζονται από οτιδήποτε κάνω με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, επομένως δε θα
έλεγα πως αυτή η συναυλία θα είναι εννοιολογικά διαφορετική από οποιαδήποτε άλλη.
Αλλά το όργανο είναι πολύ
ιδιαίτερο και έχει μια υπέροχη ακουστική παρουσία λόγω των περιστρεφόμενων
κόρνων του ηχείου Leslie
το
οποίο το συνοδεύει.
Το ηχείο αλλάζει τον ήχο
με έναν μοναδικό τρόπο, έτσι ώστε να επηρεάζεται ο συνολικός ήχος του οργάνου,
και αυτό μπορείς να το αντιληφθείς στις ηχογραφήσεις.
Όταν, όμως, το ηχείο λειτουργεί σε έναν ακουστικό χώρο, είναι κάτι εντελώς διαφορετικό, οπότε είμαι ενθουσιασμένη που το ακούω αυτό η ίδια και το φέρνω στο κοινό.
Η Sarah Davachi και η Kara-Lis Coverdale εμφανίζονται την Τρίτη 7 Οκτωβρίου στο Gazarte - Main Stage (Βουτάδων 32-34, Γκάζι) στις 21:30 σε ένα μοναδικό double bill. Τη συναυλία ανοίγουν οι Bethnal
Greener. Διοργάνωση: ΠΩΡΩΣΗ.