Ηλίας Ζάικος (Φωτογραφία: Ηλίας Μωραΐτης) |
40 χρόνια πριν,
οι Blues
Wire
(τότε Blues
Gang)
ηχογράφησαν τον πρώτο μπλουζ δίσκο από Έλληνες μουσικούς. Στις
μέρες μας, συνεχίζουν αδιάλειπτα να δίνουν συναυλίες σε Ελλάδα
και εξωτερικό, κερδίζοντας αναγνώριση κι αποδοχή.
Ενόψει του λάιβ τους στο
Κύτταρο στις 4 Οκτωβρίου, συνομιλούμε με τον κορυφαίο
Έλληνα μπλουζίστα Ηλία Ζάικο - ιδρυτικό μέλος, κιθαρίστα και τραγουδιστή
του συγκροτήματος.
«The music you listen to becomes the soundtrack of your
life», ακούγεται πριν από το Keep blues alive. Στην περίπτωσή σου, τα μπλουζ είναι
πολύ παραπάνω από το «σάουντρακ της ζωής σου», είναι -νιώθω- μια σχέση
και στάση ζωής.
Είναι φράση που είπε ο Mike Bloomfield και
ακούγεται με τη δική του φωνή. Με είχε εντυπωσιάσει από την πρώτη στιγμή.
Τη θεώρησα και ιδιαίτερα
ουσιαστική αλλά και απόλυτα εναρμονισμένη με το πνεύμα του μπλουζ, όπου συχνά ο
λόγος εκφέρεται με απλότητα, ευθύτητα και μέσω παρομοιώσεων και παραβολών.
Σμίλεψαν οι συναυλίες
αυτή τη σχέση/στάση ζωής; Χωρίς τα μπλουζ, θα ήσουν ένας άλλος Ηλίας
Ζάικος;
Χωρίς τα μπλουζ δεν μπορώ
να πιθανολογήσω ποιος ή τι θα ήμουν. Εκείνο που σίγουρα γνωρίζω είναι ότι η
μουσική και οι συναυλίες μου χάρισαν τη ζωή όπως την ξέρω - τουλάχιστον ένα
μεγάλο και σημαντικό κομμάτι αυτής.
Λέγεται πως η προτίμηση
στα μπλουζ και την τζαζ αποκαλύπτει ένα αμερικανόφιλο πολιτισμικό υπόβαθρο.
Συμμερίζεσαι -ή έστω κατανοείς- αυτή την εκτίμηση; Και αν ναι, σε αφορά σε
κάποιον βαθμό;
Πολύ ενδιαφέρουσα
ερώτηση, ευχαριστώ.
Από μόνη της μπορεί να
αποτελέσει αντικείμενο διατριβής βέβαια. Συνοπτικά, να σημειώσω ότι οι αρετές
του αμερικάνικου πολιτισμού έχουν μια γοητεία παρόμοια με κείνη που αποδίδεται
στα νιάτα.
Μέχρι και στις μέρες μας
που απέκτησε ένα κάποιο βάθος προϊδεάζει για περιπέτειες και εξερευνήσεις,
απέραντες εκτάσεις, «the
land of the brave and free», ένας πληθωρικός κόσμος που
περιμένει να τον γευτείς.
Νομίζω πως φυσιολογικά οι
νέοι άνθρωποι/καλλιτέχνες μαγεύονται από αυτόν ακόμη και με τα στάνταρ του
σήμερα και τη θηριώδη ανθρωποφαγία και σκληρότητα της show business. Τα όνειρα πάντα νικάν
ανεξάρτητα από το ύψος του αντιτίμου.
Οπότε ναι, το κατανοώ,
δεν το συμμερίζομαι όμως, παραμένω φίλος της τέχνης και των λαών από όπου κι αν
προέρχονται.
Σέβομαι κι εκτιμώ την
ανάγκη της έκφρασης ανεξάρτητα από χρώματα και κουλτούρες. Έχω τις προτιμήσεις
μου ασφαλώς, όπως ο καθένας, αλλά μέχρι εκεί. Ίσως γιατί πάντα είχα αγάπες,
θαυμασμό και αναφορές, ποτέ όμως είδωλα.
Υπήρξες αυτοδίδακτος στην
κιθάρα, γεγονός αρκετά συνηθισμένο σε μουσικούς παλαιότερων γενεών στην Ελλάδα,
ανεξαρτήτως είδους και οργάνου. Από επιλογή ή ανάγκη; Τι κέρδισες και τι έχασες
με το να μη λάβεις «ακαδημαϊκή» εκπαίδευση;
Πρωτόπιασα κιθάρα στα 20
μου παρασυρμένος από ένα ιδίωμα με κατακλυσμιαία δυναμική και εν πολλοίς άναρχο
και ασυμβίβαστο χαρακτήρα.
Οι συνθήκες νομίζω έκαναν
μονόδρομο το να γίνω αυτοδίδακτος. Ποιος να διδάξει κάτι τέτοιο, ειδικά εκείνα
τα χρόνια; Τίποτε δεν τα έχει όλα. Σε κάθε περίπτωση, κάτι κερδίζεις, κάτι
χάνεις.
Ο «ακαδημαϊσμός» στην
τέχνη μπορεί να είναι πολύτιμος, αλλά και καταστροφικός. Χρειάζονται βάθος
γνώσεων, ευθυκρισία, ευρύτητα πνεύματος και όλα αυτά να συνδυάζονται με
δυνατούς χαρακτήρες και γερά στομάχια.
Κοντολογίς, πράγματα που
δε συναντάς συχνά σε νέα παιδιά. Μάλλον καλώς, θα προσθέσω.
Συνεχίζοντας με ένα
«τεχνικό» ιντερλούδιο, θα ήθελες να αναφερθείς λίγο περισσότερο στην τεχνική
την οποία ανέπτυξες στην κιθάρα και τις επιρροές σου;
Πάντα έπαιζα όπως με
βόλευε, είμαι λίγο τεμπέλης σε αυτόν τον τομέα. Ποτέ δε μελέτησα με την τυπική
έννοια του όρου, εκείνο που με ενδιέφερε ήταν όσα παίζω να μην ακούγονται
παράταιρα με όσα μου μετέφεραν τα αυτιά μου και το μυαλό μου.
Ένα καθοριστικό σημείο
ήταν όταν για πρώτη φορά είδα σε ένα βίντεο τον Muddy Waters και τον Johnny Winter να
παίζουν.
Φορούσαν ένα περίεργο
πράγμα στον αντίχειρα του δεξιού τους χεριού με το οποίο συνδύαζαν τις τεχνικές
πένας και δακτύλων. Αργότερα ανακάλυψα πως λέγεται «thumbpick» και έκτοτε συνέχισα
έτσι.
Οι επιρροές μου, εκτός
από τα γνωστά μεγάλα ονόματα),είναι κάθε τι που έχει το χρώμα του μπλουζ στον
ήχο του, αλλά και όλα όσα υποπίπτουν στην αντίληψή μου και διακρίνω σε αυτά
αυθεντικότητα και ειλικρίνεια.
«This is the very first blues album in Greek discography. We didn’t know that at the time but then again we didn’t know much about anything. Sounds simple but real authentic».
Αυτά διαβάζω στις σημειώσεις
του ντεμπούτου των Blues
Wire
(τότε Blues
Gang),
Digit. Αν και δεν
είσαι μουσικολόγος ή κοινωνιολόγος, δεν έχουν τα μπλουζ σχέση με το ρεμπέτικο;
Αυτή είναι μια συζήτηση
που ανατροφοδοτείται κατά διαστήματα. Η άποψή μου είναι απλή, όπως και η
μουσική που ηχογραφήσαμε:
Η σχέση υπάρχει και το
μπλουζ μοιράζεται κοινά στοιχεία με κάθε δημοτική ή λαϊκή μουσική ανά την
υφήλιο. Eκεί
βρίσκoυν
καταφύγιο η θυμοσοφία και οι κατά τόπους παραδόσεις και συνήθειες.
Όσον αφορά την
αυθεντικότητα, εντοπίζεται στην απλότητα;
Θαρρώ ότι το ζήτημα της
αυθεντικότητας δεν εντοπίζεται αποκλειστικά στην απλότητα.
Ωστόσο κάτι σύνηθες, αν
δούμε για παράδειγμα στυλ και ιδιώματα από την Κούβα, την Ασία και την Λατινική
Αμερική, είναι ότι κάθε άλλο παρά απλά μοιάζουν, τουλάχιστον για τους Δυτικούς.
«Είμαι “δέσμιος” της
φόρμας και της σταθερής επανάληψης που αποτελούν αρχέγονες αξίες των blues», γράφεις στις
σημειώσεις του Blue Black Blues. Μιλώντας πάντα
για μπλουζ, είναι ο φορμαλισμός ως αξία απελευθερωτικός;
Θα έλεγα πως είναι
υποβοηθητικός, παρέχει μιαν ασφάλεια που όλοι έχουμε ανάγκη κάποιες φορές,
είναι η εστία, η θαλπωρή και σιγουριά της κοιτίδας,
Ένας μουσικός που σέβεται
τον εαυτό του δεν μπορεί να παραβλέπει κάτι τέτοιο, όπως και δεν μπορεί να
γαντζώνεται σε νόρμες και τυπικότητες. Οφείλει να εξερευνήσει το άγνωστο, να
ρισκάρει, να αναμετρηθεί με τον ίδιο και τα όρια της τέχνης του.
Έχετε, ανά τα χρόνια,
συνεργαστεί με την «αφρόκρεμα» της παγκόσμιας μπλουζ σκηνής. Με ποιους από
αυτούς τους μουσικούς/τραγουδιστές αισθάνθηκες πιο οικεία και σε ανθρώπινο
επίπεδο και γιατί;
Δε θέλω να υπεκφύγω, αλλά
αυτό συνέβη με τους περισσότερους, όχι για τους ίδιους λόγους αλλά η οικειότητα
ήταν εκεί.
Άλλοι μας αγκάλιασαν πιο
πολύ σε μουσικό επίπεδο, κάποιοι στην παρέα, μερικοί σε ξενύχτια, ταξίδια και
συζητήσεις.
Θέλω να τονίσω, πάντως,
το μοναδικό συναίσθημα που σου μεταδίδεται από τέτοιους ανθρώπους.
Σκεφτείτε ότι κάποιοι εξ
αυτών είναι μεγαθήρια, πως εσύ, ο «τελευταίος κρίκος», ανήκεις στον ίδιο κόσμο
με αυτούς, μέλος του οργανισμού που γέννησε εκείνους, δώρο μοναδικό και
πολύτιμο.
Θεωρείσαι ο
σημαντικότερος Έλληνας μπλουζίστας, έχοντας κατακτήσει την αναγνώριση και την
εκτίμηση κοινού και κριτικών σε Ελλάδα και εξωτερικό.
Εκτός από το να παρέχει
ηθική και ψυχική ικανοποίηση, αποτελεί η αναγνώριση και ευθύνη έναντι
του εαυτού σου, της μουσικής σου και των ποικίλων κοινών; Μετουσιώνεται η
αίσθηση ευθύνης σε περαιτέρω εμβάθυνση στη δημιουργία;
Ευχαριστώ για τα τιμητικά
σχόλια, όμως δεν έπαψα ποτέ να νιώθω μαθητής - κι αυτό είναι για πάντα. Μόνο αν
έχεις καβαλήσει το καλάμι μπορείς να δεις τον εαυτό σου ως κάποιον σπουδαίο. Αυτά
είναι αυταπάτες και βαυκαλισμοί.
Η ευθύνη ξεκινάει πρώτα
και κύρια από το πώς αντιμετωπίζεις την τέχνη σου.
Το κοινό ποτέ δεν το
απαξιώσαμε ή το παραγνωρίσαμε. Αρχίζεις μια πορεία για προσωπική σου ανάγκη,
στον δρόμο όμως φλέγεσαι να μοιραστείς τον έρωτά σου. Αυτό χρειάζεται δύο.
Υποχρεούσαι να τιμάς
εκείνους που βρίσκονται κοντά σου κάποιο δημιουργικό βράδυ, κι αν είναι και
οργασμικό ακόμη καλύτερα.
Πάντα είχα την αίσθηση
πως πάνω και, πέρα απ’ όλα, συμβάλλω με κάποιον τρόπο στη διάδοση αυτής της
μουσικής, αλήθεια ή όχι. Είναι βάλσαμο για μένα τούτη η σκέψη.
Όταν ξεκινούσατε τη
σταδιοδρομία σας πριν από 40 (και κάτι) χρόνια, υπήρξατε πρωτοπόροι στο πεδίο
των μπλουζ εγχωρίως.
Πώς θα περιέγραφες τη
σύγχρονη μπλουζ σκηνή στην Ελλάδα σε επίπεδο μουσικής πρωτοτυπίας και τεχνικής
αρτιότητας; Έχει ωριμάσει το κοινό στις μέρες μας;
Στη χώρα σήμερα έχουμε
πληθώρα μουσικών που ασχολούνται με το μπλουζ. Αρκετοί είναι καταπληκτικοί
παίκτες, σε επίπεδο πρωτοτυπίας όμως δεν ξέρω και πολλά σχήματα να
διακρίνονται.
Από την άλλη, είναι
οξύμωρο ίσως να αναζητάς πρωτοτυπία σε κάτι τόσο κλασικό και με στενά όρια -
τουλάχιστον στις αρχικές του φόρμες.
Φαντάζομαι ότι όλα
εξηγούνται λίγο ή πολύ με την επέλαση της τεχνολογίας.
Τα πάντα πλέον είναι
άμεσα προσβάσιμα, η νοοτροπία του «γρήγορα και εύκολα» συναντάται και στις
τέχνες, συμπιέζει τις προσωπικότητες, αυξάνει τα αδιέξοδα, ψαλιδίζει την
ελπίδα.
Το κοινό σαφώς έχει
διαφορετικό επίπεδο, όχι κατ’ ανάγκη πιο ώριμο, όμως.
Γνωρίζει πλέον πολύ
περισσότερα σε σχέση με το παρελθόν και μια αρχική αξιολόγηση την κάνει
ευκολότερα και ακριβέστερα.
Αν, ωστόσο, εξαιρέσεις
έναν συμπαγή κορμό αληθινών μουσικόφιλων -που μας στήριξαν για δεκαετίες και
είμαστε ευγνώμονες- η αλήθεια παραμένει πως η Ελλάδα στη βάση της είναι ένα
απέραντο σκυλάδικο σε αισθητική και νοοτροπία.
Αυτό αντικατοπτρίζεται σε
κάθε έκφανση της καθημερινότητας.
Αν η σεμνότητά σου το
επιτρέπει, πώς αξιολογείς τη συμβολή των Blues Wire;
Οι Blues Wire για αρκετά χρόνια βοήθησαν στο να
γίνει το μπλουζ πιο γνωστό στη χώρα. Ναι, το πιστεύω αυτό και είμαστε
περήφανοι.
Νίκη Γκουρζ, Σωτήρης
Ζήσης, Ηλίας Ζάικος: Για «επιδόρπιο», θα ήθελα να μου μιλήσεις για τα υπόλοιπα
μέλη της «οικογένειας» των Blues Wire.
Για τον Σωτήρη ό,τι και
να πω δεν είναι αρκετό. Φίλος, αδελφός, συνοδοιπόρος από την πρώτη μέρα. Θα
μεταφέρω μόνο κάτι που είχα πει παλιότερα και το πιστεύω σε απόλυτο βαθμό: αν
δεν υπήρχε ο Σωτήρης, δε θα υπήρχε το γκρουπ.
Η Νίκη είναι διαφορετική περίπτωση.
Μεγάλωσε ακούγοντάς μας
και είναι αληθινά συγκινητικό να την έχουμε δίπλα μας ως ισότιμο μέλος, κάτι
που το κέρδισε με το σπαθί της, που λένε. Είναι πλέον η μακροβιότερη ντράμερ
στην ιστορία μας, κι αυτό από μόνο του φανερώνει πολλά.
Eυχαριστώ θερμά
τον Ηλία Ζάικο για την ευγενική παραχώρηση των φωτογραφιών
του ίδιου και του συγκροτήματος που συνοδεύουν το κείμενο.
Oι Blues Wire, με special guest τον
Νίκο Ντουνούση, εμφανίζονται λάιβ στο Κύτταρο την Παρασκευή 4 Οκτωβρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου