Ενόψει των δύο
συναυλιών των εμβληματικών Pavlov’s Dog σε
Αθήνα και Θεσσαλονίκη (10 και 11 Σεπτεμβρίου), κουβεντιάζουμε
με τον αγέραστο David
Surkamp,
τον βασικό στιχουργό, συνθέτη και τραγουδιστή του συγκροτήματος.
Σ’ ευχαριστώ για τον
χρόνο σου, κατ’ αρχάς. Είναι το πιο σημαντικό πράγμα που έχουμε, και το συνειδητοποιούμε μεγαλώνοντας, έτσι δεν
είναι; Ιδίως όταν δεν τον αξιοποιούμε με τον καλύτερο τρόπο.
Απολύτως! Γι’ αυτό δε
γερνάμε καθιστάμενοι σοφοί, άλλωστε;
Η μουσική σου είναι
διαχρονική, πάντως.
Μιας κι είσαι το μοναδικό
σταθερό μέλος των Pavlov’s Dog στις
δεκαετίες που ακολούθησαν το εκρηκτικό σας ντεμπούτο, Pampered Menial, πώς νιώθεις γι’ αυτό;
Πάντα προσπαθούσα να
συνθέσω μουσική η οποία θα άντεχε στον χρόνο. Αυτός ήταν ο στόχος μου. Και
πέρασε μισός αιώνας.
Πολύς καιρός. Κι όμως, η
μουσική σου εξακολουθεί να έχει αντίκτυπο σε νεότερες αλλά και παλαιότερες
γενιές.
Υποθέτω ότι είμαι
τυχερός.
Μόλις ολοκληρώσαμε ένα
καινούριο άλμπουμ, μάλιστα, το Wonderlust, το οποίο θα κυκλοφορήσει στις αρχές του
2025. Χαίρομαι γι’ αυτό, αισθάνθηκα πως είχε έρθει η ώρα για μια καινούρια
δουλειά.
Σίγουρα πας με το πάσο σου
όσον αφορά στην σύνθεση μουσικής, στις συναυλίες, στο τραγούδι, τόσο ως μέλος
των Pavlov’s Dog, όσο και στην υπόλοιπη
καριέρα σου. Ηχογραφείς κάτι μόνο όταν νιώθεις την ανάγκη να το κάνεις.
Η παρατήρησή σου είναι
απολύτως σωστή. Πρόκειται για ηθελημένη επιλογή. Δε γράφω με το ζόρι.
Αντιθέτως, η σύνθεση
τραγουδιών μού βγαίνει εύκολα, δεν είναι κάτι για το οποίο υποφέρω.
Κι αν προκύψει δυσκολία
στη σύνθεση ενός τραγουδιού, θα το βάλω στην άκρη αναμένοντας να ξεπηδήσει
αργότερα σε πιο ολοκληρωμένη μορφή.
Ας γυρίσουμε λίγο τους δείκτες
του ρολογιού, επιστρέφοντας στις απαρχές των Pavlov’s Dog. Ήταν δικιά σου η εμμονή
με τα σκυλιά, εξ αρχής, ή συλλογική;
Η αρχική σύνθεση των Pavlov’s Dog προήλθε
από την εφηβική μου μπάντα. Ο Rick
Stockton
κι
εγώ υπήρξαμε μέλη της.
Χρειαζόμασταν ντράμερ, όμως.
Είχαμε ακούσει για δύο φανταστικούς Εβραίους μουσικούς, φοιτητές, που έμεναν
στην πανεπιστημιούπολη.
Έτσι, πήγα να τους βρω με
την ακουστική Gibson
μου.
Νόμιζαν πως θα με τεστάρουν εκείνοι, ενώ συνέβαινε το αντίθετο.
Έπαιξα, λοιπόν, μερικά
τραγούδια με την ακουστική μου κιθάρα. Ένα από αυτά ήταν το The Wizard των
Τ. Rex.
Φάνηκε να τους βάζει φωτιά. Τους εξήγησα, όμως, ότι δε μ’ ενδιέφεραν οι
διασκευές. Κι έτσι τα δύο γκρουπ συνυπήρχαν.
Ταυτόχρονα, σπούδαζα
ψυχολογία. Δεν μπορούσαμε να βρούμε όνομα για το καινούριο συγκρότημα. Καθώς,
λοιπόν, ο Siegfried
Carver ξεφύλλιζε
το εγχειρίδιό μου ψυχολογίας, αναρωτήθηκε: «Τι λέτε για το Pavlov’s Dog;»
Κι έμεινε για μισό αιώνα.
Εντυπωσιακό! Αισθανόσασταν
τρυφερότητα και για τα σκυλάκια; Δεν εννοώ με την ψυχαναλυτική/ψυχολογική
έννοια.
Πάντα είχα κάποιον σκύλο.
Όταν ήμουν οκτώ ή εννιά χρονών, είχα πάει με το ποδήλατό μου σ’ ένα καταφύγιο
ζώων, αλλά δε μου ήταν σαφές πως θα έπρεπε να πληρώσω για να τον πάρω.
Για να με αφήσουν,
επομένως, να φύγω αφού στο μεταξύ είχα βρει έναν σκύλο, έπρεπε να έρθει ο
πατέρας μου και να πληρώσει!
Ποιο ήταν το πρώτο
τραγούδι που συνέθεσες, αν μπορείς να θυμηθείς;
Ήμουν πέντε ή έξι χρονών.
Είχαμε μια νταντά, την Lucy
Davis,
κι έγραψα ένα τραγούδι για εκείνη. Το λάτρεψε πραγματικά. Τότε ξεκίνησα να
γράφω.
Δεν κατέληξε σε κάποιο
από τα άλμπουμ που ακολούθησαν, φαντάζομαι.
Όχι, ήταν πλήρης
καταστροφή. Ήταν πολύ θυμωμένη μαζί μου, αλλά εγώ την αγαπούσα. Ήταν πολύ καλή
κυρία.
Θα ήταν ωραίο, ωστόσο, αν
είχε διασωθεί, ίσως με άλλη μορφή.
Δε σωζόταν, νομίζω.
Κατόπιν, συνέθετες την
μουσική καθώς έγραφες τους στίχους; Ήταν μια ταυτόχρονη διαδικασία;
Για μένα αυτά τα δύο
συνήθως πάνε μαζί, σαν ραδιοφωνική μετάδοση. (Γέλιο).
Σε ποιον -ή σε τι- πρέπει
να αποδοθούν τα εύσημα για τόσο μοναδική φωνή σου; Είναι θέμα γονιδίων; Υπήρχαν
συγγενείς επίσης ευλογημένοι με μια τέτοια φωνή;
Η μητέρα μου ήταν μια
παγκοσμίως γνωστή κατασκευάστρια κουκλών, αλλά κανένας από τους συγγενείς μου
δεν έπαιζε μουσική.
Ο μπαμπάς μου έπαιζε ένα
τραγούδι κάθε πρωί πριν φύγει για την δουλειά, το Stardust, στο πιάνο που πάντα
είχαμε στο σαλόνι. Δεν είχε στ’ αλήθεια κλίση στην μουσική, αλλά μπορούσε να
παίζει εκείνο το ένα τραγούδι!
Ίσως αυτό συνέβαλε στην
κατοπινή σου εξέλιξη.
Μόλις μπόρεσα να τα
φτάσω, βαρούσα τα πλήκτρα του πιάνου!
Τραγουδούσα σε τόσο
υψηλές νότες εν μέρει γιατί ο ήχος της μπάντας ήταν στο παρελθόν πάντα πολύ
δυνατός, κι αυτό δε βοηθούσε πολύ την φωνή μου.
Οπότε, για να ακουστώ,
έκανα ό,τι και το βιολί. Τραγουδούσα δυνατά, κι οι υψηλές νότες διαπερνούσαν
τον ήχο. Κατόπιν, εξελίχθηκε σε στιλ.
Και το βιολί-κιθάρα είναι
άλλο ένα σήμα κατατεθέν των Pavlov’s Dog.
Δεν είναι τυχαίο ότι η
σημερινή βιολίστρια, η Abbie Steiling, είναι υπεύθυνη για την μουσική διεύθυνση
του συγκροτήματος, συνεχίζοντας στο πνεύμα του Siegfried Carver.
«Τι θα έκανε ίσως ο Siegfried;»
Αυτήν την σκέψη έχει πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού της.
Έγραψε, μάλιστα, ένα ορχηστρικό
τραγούδι στο καινούριο άλμπουμ με τίτλο Siegfried calling.
Ήταν τόσο καλό, που το
περιλάβαμε στον δίσκο, όταν το 99% των τραγουδιών είναι γραμμένα από μένα. Δεν
μπορείς, ωστόσο, να αγνοείς ένα τέτοιο ταλέντο και μια τέτοια μελωδία.
Πότε-πότε, ο ήχος του βιολιού-κιθάρας
μου θυμίζει τους It’s a beautiful day.
Παράξενη παρατήρηση.
Δε λέω πως δε μου άρεσαν,
αλλά δεν ήμουν και μεγάλος φαν τους. Η συνθέτριά τους Linda Laflamme, ωστόσο, κατάγεται από
το St Louis του
Μιζούρι, απ’ όπου κατάγομαι κι εγώ. Τι ταλέντο!
Τι μουσική σε έλκυε στην
εφηβική σου ηλικία ή λίγο αργότερα;
Ως παιδί, άκουγα φολκ μουσική:
Peter,
Paul and Mary, Bob Dylan κ.λπ.
Πάντα, όμως, μου άρεσε η ηλεκτρική κιθάρα και ήθελα να έχω μία.
Ο πρώτος δίσκος των King Crimson με
άφησε άναυδο. Το αγαπημένο μου συγκρότημα ήταν, πάντως, οι Fairport Convention.
Είναι κι από τα δικά μου
αγαπημένα, ιδίως κατά την περίοδο στην οποία συμμετείχε σ’ αυτό η πρόωρα -και
βλακωδώς- χαμένη Sandy
Denny.
Τραγουδούσα μια εποχή με
τον Ian
Matthews,
άλλωστε, με τους Hi-Fi, γεγονός που πολλοί θεωρούσαν ότι
ήταν η πιο ανόητη ιδέα η οποία είχε ποτέ υπάρξει, πως αυτό δε θα λειτουργούσε.
Ο Ιan κι
εγώ είχαμε αντίθετη γνώμη.
Είχα επίσης ανοίξει την
συναυλία των Fairport
Convention
εδώ,
στο St
Louis,
στο πλαίσιο της τελευταίας βορειοαμερικανικής περιοδείας τους με την Sandy.
Είχε σπάσει τον αστράγαλό
της και τραγουδούσε από το πιάνο. Κατά τα άλλα, με το ένα χέρι της κρατούσε
τσιγάρο και με το άλλο το τασάκι. «Πώς έχει μια τόσο αγγελική φωνή;»
αναρωτιόμουν. Φαινόταν να διαχειρίζεται αρκετά ικανοποιητικά το αλκοόλ.
Όχι και τόσο, όπως εκ των
υστέρων αποδείχτηκε.
Όχι και τόσο, πράγματι.
Ήταν, πάντως, το κάτι άλλο κι είχα απολύτως εντυπωσιαστεί από την περφόρμανς της.
Σπουδαίοι καιροί!
Σπουδαίο είναι και το Prodigal Dreamer, το πιο πρόσφατο άλμπουμ
των Pavlov’s Dog. Ποιος είναι ο ρόλος που
διαδραματίζουν τα όνειρα στην καλλιτεχνική και την καθημερινή ζωή σου;
Δυσκολεύομαι να θυμηθώ τα
όνειρά μου. Κι όταν τα θυμάμαι, συνήθως πρόκειται για κάτι το οποίο με ξυπνάει
απότομα, σαν να πέφτω, χωρίς όμως να πέφτω στην πραγματικότητα.
Σε ό,τι αφορά το Prodigal Dreamer, νομίζω πως είναι το
καλύτερό μας άλμπουμ. Είχε αρχίσει ν’ απογειώνεται, κι έπειτα ενέσκηψε ο κορονοϊός.
Αυτό ήταν το τέλος του.
Κι η τελευταία σας συναυλία
στην Ελλάδα ήταν λίγο πριν την έλευση της «πανδημικής» περιόδου.
Ας ελπίσουμε ότι θα
γίνομαι καλύτερος όσο γερνάω, για δεν πρόκειται να εγκαταλείψω την σύνθεση
μουσικής και στίχων. Δεν μπορώ να κάνω διαφορετικά.
Ο παππούς μου, ο οποίος
ήταν τραπεζίτης, μου είχε κάποτε πει: «Δεν ξέρω τι κάνεις, αλλά τις προάλλες
παρακολούθησαν την συναυλία σας χιλιάδες άνθρωποι, οπότε κάτι σωστό θα κάνεις.
Συνέχισε, λοιπόν».
Είστε πολύ αγαπητοί εδώ
στην Ελλάδα, ξέρεις.
Το ελληνικό κοινό είναι
το καλύτερο, γιατί ξέρει τα τραγούδια μου το ίδιο καλά με μένα.
Ευχαριστώ θερμά
τoν
Evan
Garnholz
για
την καθοριστική συμβολή του στην πραγματοποίηση της συνέντευξης.
Οι Pavlov’s Dog εμφανίζονται
λάιβ
την Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου στην Αθήνα στο Κύτταρο και την Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου
στο Principal Club Theater
στην
Θεσσαλονίκη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου