Σάββατο 11 Δεκεμβρίου 2021

Valdimar Jóhannsson: «Το να είσαι γονιός είναι τεράστιος ρόλος»

 

Valdimar Jóhannsson (Φωτογραφία: Bjarni Eiríksson)

Μια από τις πιο υποβλητικές, ήπια τρομακτικές, φιλμικές εμπειρίες των τελευταίων ετών, η ταινία Ο Αμνός του Ισλανδού Valdimar Jóhannsson είναι μια ιστορία για την αγάπη, την απώλεια και το τι σημαίνει να είσαι γονιός.

Βραβευμένη στο φετινό Φεστιβάλ των Καννών, προβάλλεται από τις 16 Δεκεμβρίου στους κινηματογράφους. Μια κουβέντα με τον Valdimar Jóhannsson.

Η ταινία σου Ο Aμνός αιχμαλωτίζει πολλή από τη μυστήρια γητεία που ασκεί η Ισλανδία, και μεγάλο μέρος της γοητείας της πηγάζει από το να μη χρειάζεται να εξηγείς πολλά γι’ αυτή.

Όταν με ρωτάνε για το φιλμ, πάντα προσπαθώ να μην πω σχεδόν τίποτα! Συνήθως τους προτείνω να μη διαβάσουν τίποτα γι’ αυτό, ούτε να δουν το trailer.

O Aμνός συνδυάζει το αγροτικό ψυχολογικό δράμα με θρησκευτικούς υπαινιγμούς και στοιχεία φαντασίας και τρόμου. Γυρίστηκε όντως σε ένα αγροτικό μέρος;

Η τοποθεσία ήταν πολύ σημαντική για μένα.

Αυτό κατάλαβα.

Είχα κατά νου μια πολύ ξεχωριστή φάρμα. Έφτιαξα, μάλιστα, μια πήλινη μακέτα και την έστειλα σε αγρότες σε όλη την Ισλανδία αναζητώντας τη.

Ο αδερφός μου βρήκε τη φάρμα όπου τελικά πραγματοποιήθηκαν τα γυρίσματα, αν και δεν ήταν αυτή που είχα στο μυαλό μου.

Πάντως, κανένας δεν είχε ζήσει εκεί επί είκοσι χρόνια και ο ορεινός όγκος που την περιέβαλλε ήταν εντυπωσιακός.

Τι ήταν τόσο ιδιαίτερο, η ίδια η τοποθεσία;

Το γεγονός ότι βρίσκεται σε μια κοιλάδα και δεν υπάρχουν πολλές άλλες φάρμες τριγύρω. Μπορούσα να φιλμάρω σε 360 μοίρες σχεδόν από κάθε παράθυρο.

Αλλάξαμε, επίσης, το σπίτι ολότελα. Όλοι, ηθοποιοί και συνεργείο, γούσταραν να βρίσκονται σ’ αυτό.

Το νιώθατε οικείο.

Ναι, σαν να ήμασταν κι εμείς αγρότες σχεδόν. Υπήρξαμε εξαιρετικά τυχεροί που ανακαλύψαμε αυτή την τοποθεσία.



Το πρωταγωνιστικό ζευγάρι δείχνει να βιώνει ένα τραύμα. Αυτό γίνεται πιο πολύ αισθητό, παρά αρθρώνεται. Σαν να προσπαθούν να ξεπεράσουν κάτι που τους βαραίνει.

Ο Αμνός είναι μια ταινία για την απώλεια. Η Μάρια και ο Ίνγκβαρ βιώνουν έναν πόνο. Στην αρχή του φιλμ νιώθεις ότι η Μάρια σχεδόν δεν αναπνέει.

Όταν, λοιπόν, βρίσκουν κάτι που μπορεί να αποτελέσει θεραπεία γι’ αυτούς, δεν το σκέφτονται, το παίρνουν- αν και δεν τους ανήκει. Και αισθάνονται λίγο καλύτερα.

Η Μάρια νιώθει έτσι εξ αρχής, ενώ ο Ίνγκβαρ το «παλεύει» περισσότερο.

Κάποιοι μου λένε πως για ό,τι συνέβη στο παρελθόν τους φέρει μεγαλύτερη ευθύνη εκείνος, θα έπρεπε να είναι πιο προσεκτικός.

Και οι δύο αγκαλιάζουν αυτή τη νέα ύπαρξη, πάντως. Εντέλει, στον πυρήνα του, ο Αμνός αφορά στη μητρότητα και την πατρότητα ως εμπειρία, ανεξαρτήτως του ποια/ποιος είναι το παιδί σου.

Το να είσαι γονιός είναι τεράστιος ρόλος. Θα έκανες σχεδόν τα πάντα για το παιδί σου.

Έχει, επίσης, να κάνει με την αποδοχή. Μπορείς να είσαι γονιός ακόμα κι αν δε συνδέεσαι με το παιδί σου βιολογικά.

Μπαίνουν σε μεγάλο κόπο και για να του παρέχουν τα απαραίτητα και για να το προστατεύσουν από κάθε πραγματικό η επινοημένο εχθρό, δομώντας μια σχέση μαζί του βασισμένη στο συναίσθημα.

Ένας τέτοιος δεσμός μπορεί να υφίσταται και ανάμεσα σε ανθρώπους και ζώα. Κατά κάποιον τρόπο αισθανόμαστε πως είμαστε οι κυρίαρχοι του κόσμου.

Αυτό δεν είναι σωστό, όμως. Είμαστε τόσο μικροσκοπικοί απέναντι στη φύση: μπορεί να πάρει τα πάντα πίσω, αν το θελήσει.

Για κάποιους, αυτό που κάνει η Μάρια φαντάζει σκληρό. Αν, όμως, υπάρξει κάποια απειλή για την ευτυχία της, απλώς την ξεφορτώνεται.

Δεν ξέρω τι θα έκανε κάποια άλλη στη θέση της. Τίθενται πολλά ερωτήματα ως προς τι είναι σωστό και λάθος.



Αλλά όχι και συγκεκριμένες απαντήσεις.

Όχι, πρέπει να τις βρεις μόνος σου.

Εμπιστευόμαστε το κοινό, κι αυτό είναι ένα φιλμ για το κοινό. Δε θέλουμε να του πούμε τι να σκεφτεί, τι είναι σωστό ή λάθος. Δεν υπάρχει κάτι τέτοιο.

Η Μάρια μοιάζει θρησκευόμενη, περισσότερο ή λιγότερο. Ήταν το βίωμα της θρησκείας ή της πίστης σημαντικό για την οικοδόμηση του χαρακτήρα της;

Αυτό που είχαμε κατά νου όταν γράφαμε το σενάριο με τον Sjón ήταν οι ιστορίες από τη λαϊκή μας παράδοση, κι αυτές μοιάζουν πολύ με τη θρησκευτική παράδοση.

Δεν ξέρω αν η Μάρια είναι θρησκευόμενη. Είναι, ωστόσο, ευαίσθητη απέναντι σε όσα συμβαίνουν γύρω της, όχι όμως όσο και τα ζώα. Γι’ αυτό θέλαμε να έχουμε και τη δική τους οπτική. Έχουν εξαιρετικά ισχυρή αίσθηση των πραγμάτων.

Δομήσαμε τον χαρακτήρα της από κοινού με την Νούμι Ραπάς που την υποδύεται.

Αποφασίσαμε να έχουμε όσο το δυνατόν λιγότερο διάλογο, αρχίζεις να «διαβάζεις» τη γλώσσα του σώματος των ηθοποιών.

Έτσι κάθε θεατής θα πρέπει να συνθέσει τους δικούς του/της διαλόγους, ώστε να «βυθιστεί» στην αφήγηση. Σε κάθε περίπτωση, ο αμνός -όποια μορφή κι αν πάρει- αποπνέει αθωότητα.

Δεν ξέρω από πού προέρχεται ο αμνός. Όταν έφτιαχνα το storyboard, πάντως, έκανα πολλά σχέδια της συγκεκριμένης ύπαρξης.

Οφείλεται, άραγε, αυτό στο γεγονός ότι η γιαγιά κι ο παππούς μου ήταν αγρότες και πέρασα την παιδική μου ηλικία σε ένα τέτοιο μέρος; Δεν είμαι και τόσο σίγουρος.

O αμνός είναι ένα εντυπωσιακό ζώο, και κουβαλά πολλά νοήματα στη θρησκεία.

Ανέφερες τα σχέδια, προσθέτω και τους πίνακες. Η ταινία έχει εξαιρετικά ζωγραφική ποιότητα. Παρατίθεται, μάλιστα, μια σειρά από πίνακες στα credits.

Σ’ ευχαριστώ για την επισήμανση. Οι πίνακες που αναφέρονται στα credits του τέλους είναι εκείνοι που μπορείς να δεις σε κάποια από τα κάδρα του φιλμ.

Συνέλεξα πάρα πολλές φωτογραφίες πινάκων ως αναφορά για την ταινία. Ο υπολογιστής μου σχεδόν δε λειτουργεί εξαιτίας της αποθήκευσης όλου αυτού του υλικού!

Γράφαμε το σενάριο και με εικόνες.

Είναι ξεκάθαρο αυτό. Απολαμβάνεις, εκτιμάς της ζωγραφική, γενικότερα;

Οι εικόνες και η ζωγραφική είναι για μένα πιο δυνατές από τις λέξεις και το σινεμά είναι σαν ένα οπτικό μέσο. Γι’ αυτό χρησιμοποιήσαμε τον ελάχιστο δυνατό διάλογο, δε θέλαμε ν’ αφηγηθούμε την ίδια ιστορία δυο φορές.

Αν δε χρειάζεται να εξηγήσεις κάτι, τότε δεν πρέπει το κάνεις. Πρέπει να «δω» με ποιο τοπίο, με ποια διάθεση θέλω να δουλέψω πριν τη συγγραφή του σεναρίου.



Αυτή η επιθυμία συμβαδίζει και με τη χρήση της μουσικής, εγγενές στοιχείο του Αμνού.

Στην αρχή πίστευα ότι δε θα χρειαζόμουν μουσική επένδυση, άλλαξα όμως γνώμη κατά τη διαδικασία του μοντάζ. Ο ήχος αποτελεί το 50% της ταινίας. Χαίρομαι πολύ που αποφασίσαμε να έχουμε μουσική επένδυση.

Γιατί χρησιμοποίησες τη συγκεκριμένη σύνθεση του Χέντελ;

Aισθάνθηκα πως έπρεπε να υπάρχει μια σιωπή μετά την τελευταία σκηνή, ώστε να σκεφτεί το κοινό τι είχε συμβεί.

Έπειτα, έπρεπε ν’ ακολουθήσει κάτι μεγάλο (γέλιο). Είχαμε μια playlist αποτελούμενη από είκοσι συνθέσεις, τις δοκιμάσαμε όλες και μετά από μακρά κουβέντα «νίκησε» ο Χέντελ. «Έβγαζε» το σωστό συναίσθημα.

Ευχαριστώ θερμά την Ευάννα Βενάρδου από το Γραφείο Τύπου της Weird Wave για τη συμβολή της στον προγραμματισμό της συνέντευξης.

Η ταινία του Valdimar Jóhannsson Ο Αμνός πραγματοποίησε την πανελλήνια πρεμιέρα της στο πλαίσιο του Διεθνούς Διαγωνιστικού του 27ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας-Νύχτες Πρεμιέρας.

Προβάλλεται από τις 16 Δεκεμβρίου στους κινηματογράφους σε διανομή της Weird Wave.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου