Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2025

Στέλιος Μωραϊτίδης: «Η Ιστορία αφορά το συλλογικό, όχι το ατομικό»

 


Η Ιστορία ως συλλογικό απωθημένο/τραύμα βρίσκεται στον πυρήνα της πυκνής και υπαινικτικής μικρού μήκους ταινίας του Στέλιου Μωραϊτίδη, Οι λύκοι επιστρέφουν.

Βραβευμένη στο φετινό Φεστιβάλ Δράμας, προβάλλεται και στο πλαίσιο του 66ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (30/10-9/11). Μια κουβέντα με τον δημιουργό της.

To Οι λύκοι επιστρέφουν, η πιο πρόσφατη μικρού μήκους δουλειά σου που παρουσιάστηκε σε παγκόσμια πρεμιέρα στο φετινό Φεστιβάλ Δράμας, θα μπορούσε να διαβαστεί ως η επιστροφή ενός συλλογικού απωθημένου;

Ο τίτλος θα μπορούσε να διαβαστεί με δύο διαφορετικούς τρόπους, τους οποίους δέχομαι χωρίς ο ίδιος να έχω μία απάντηση.

Για κάποιους θεατές, πρόκειται για την επιστροφή ενός συλλογικού απωθημένου, ενός συλλογικού τραύματος. Σ’ αυτό το ερμηνευτικό πλαίσιο τα ξεθαμμένα κόκαλα αποτελούν μια μεταφορά.

Από άλλους, διαβάζεται ως μια αναφορά στις αρχές που ξαναθάβουν το τραύμα όταν αυτό βγαίνει και πάλι στην επιφάνεια

Προσωπικά, δεν αποκλείω καμία από τις δύο αναγνώσεις.

Μ’ αρέσει τα έργα να έχουν μια ανοιχτή ανάγνωση - όχι απαραίτητα ένα ανοιχτό τέλος. Όταν κλείνουν με έναν τρόπο που ενθαρρύνει τον θεατή να σκέφτεται για ώρα μετά την προβολή.

Σκέψου πόσο αδύναμο ως φιλμ θα ήταν το Οι λύκοι..., αν αναφερόταν μόνο στους ομαδικούς τάφους της περιόδου του Εμφυλίου, μολονότι η νύξη είναι σαφής.

Μπορεί ένα ανοιχτό τέλος ως αφηγηματική επιλογή να εξελιχθεί και σε λύση ευκολίας, ακόμα και μανιέρα;

Πάντα μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο, γιατί σε γλιτώνει από τη δυσκολία να δώσεις απαντήσεις ως δημιουργός.

Από την άλλη, πόσα και πόσα έργα -λογοτεχνικά, κινηματογραφικά και άλλα- δε διαθέτουν μια γλώσσα η οποία προτείνει διαφορετικές διαδρομές τις οποίες ως θεατής μπορεί κάποιος να ακολουθήσει εγκεφαλικά;

Σε κάθε περίπτωση, σε ενδιαφέρει ιδιαιτέρως η εξερεύνηση της Ιστορίας, η ανάπλασή της, η καταβύθιση σ’ αυτήν. Γιατί είναι τόσο σημαντική για σένα η ενασχόληση με την Ιστορία τόσο στο κινηματογραφικό πεδίο όσο και ευρύτερα;

Αν δε γνωρίζουμε την Ιστορία ή τη γνωρίζουμε παραποιημένη, δεν μπορούμε να παλέψουμε για μια κοινωνία καλύτερη από αυτήν στην οποία ζούμε και να φτιάξουμε ένα καλύτερο μέλλον.

Το να γνωρίζουμε, λοιπόν, την Ιστορία μάς βοηθά να καταλάβουμε, έστω και σε έναν βαθμό, πώς διαμορφωθήκαμε και πως καταλήξαμε στην τρέχουσα κατάσταση, και άρα να προχωρήσουμε προς μια καλύτερη κατεύθυνση βάσει της οπτικής μας.

Και ως κινηματογραφιστές υποθέτω.

Ως νέος άνθρωπος που κάνω ταινίες, βασικός μου στόχος για πολλά χρόνια ήταν να παρακολουθώ παλιά φιλμ, γιατί νομίζω ότι τα πάντα έχουν ειπωθεί.

Αν, επομένως, κάποιος εξετάσει τόσο τις πιο κλασικές όσο και τις πιο πειραματικές ταινίες, θα εντοπίσει εκεί τα περισσότερα εργαλεία της κινηματογραφικής γλώσσας και θα βρει την απάντηση στο πώς να φτιάξει και τη δικιά του γλώσσα.

Γιατί, κατά τη γνώμη σου, υπάρχει μια απροθυμία πολλών συνομηλίκων ή και νεότερων ηλικιακά συναδέλφων/συναδελφισσών σου να καταπιαστούν με την Ιστορία στη μυθοπλαστική τους αφήγηση;

Για μένα, αυτό δεν αφορά μόνο στον κινηματογράφο, αλλά έχει να κάνει συνολικά με την κοινωνία.

Αφ’ ενός, ζούμε σε μια εποχή ακραίου ατομικισμού, εντός της οποίας είναι πολύ δύσκολο να ασχοληθείς με το συλλογικό και πολύ πιο εύκολο να καταπιαστείς με το προσωπικό σου τραύμα. Η Ιστορία, όμως, αφορά το συλλογικό, όχι το ατομικό.

Αφ’ ετέρου, για τους ανθρώπους οι οποίοι δεν είχαν ακόμα ενηλικιωθεί στην περίοδο της οικονομικής κρίσης και των Μνημονίων η πολιτική σκέψη είναι κάτι που τους φαίνεται παντελώς αδιάφορο και έχει εκμηδενιστεί με έναν κυνικό τρόπο.

Δεν ενδιαφέρονται και τόσο για τη συλλογική και την πολιτική ύπαρξη της κοινωνίας, γεγονός τραγικό, κατά τη γνώμη μου.




Η ανάγκη να υπάρχεις και να λειτουργείς πολιτικά βρίσκεται στον πυρήνα της ενασχόλησης σου και με το συγκεκριμένο φιλμ;

Ξεκίνησα να ασχολούμαι με τους Λύκους... την περίοδο της καραντίνας.

Κλεισμένος στο σπίτι και λόγω του ότι είχα νεογέννητο παιδί, παρακολουθούσα τα ρεπορτάζ για την επίθεση της αστυνομίας σε πολίτες στην πλατεία της Νέας Σμύρνης τον Μάρτιο του 2021.

Με «έτρωγε» όλο μου το είναι, σκεφτόμουν πως δε γίνεται να ζούμε τέτοιες καταστάσεις και να μη μιλάμε πολιτικά, να μην έχει ό,τι κάνουμε πολιτικό πρόσημο.

Στην τελική, το οφείλουμε απέναντι στα παιδιά μας. Όντας πλέον πατέρας δύο παιδιών, θέλω, όταν μεγαλώσουν, να μπορώ να τα κοιτάω στα μάτια. Και όταν διαβάσουν για την τραγική περίοδο του Covid, θα μπορώ να τους πω ότι τουλάχιστον προσπάθησα.

Έτσι όπως έχει εξελιχθεί ο κόσμος, ως καλλιτέχνες έχουμε ανάγκη να κάνουμε έργα που έχουν και πολιτικό λόγο.

Την έχω κι εγώ αυτήν την ανάγκη ως θεατής και απογοητεύομαι όταν η πολιτική διάσταση απουσιάζει και από φεστιβάλ στα οποία παρουσιάζονται αρκετές ταινίες.

Μια τέτοια απουσία συνιστά, επομένως, αντανάκλαση και μιας ευρύτερης κοινωνικής δυναμικής/τάσης ή της έλλειψής της. Έτσι δεν είναι;

Φυσικά. Από την άλλη -για να είμαστε υπερβολικά αυστηροί-, πολλά διαφορετικά έργα μπορεί να έχουν πολιτικές αναγνώσεις.

Το αντιλήφθηκα και στο φετινό Φεστιβάλ Δράμας παρακολουθώντας ταινίες που δεν ήταν καθαρά πολιτικές ως προς τη θεματολογία τους, αλλά ενείχαν την κριτική στον τρόπο με τον οποίο είναι θεσμοθετημένη η κοινωνία.

Κι ο Φελίνι, άλλωστε, ήταν πολιτικός, χωρίς να το δηλώνει σαφώς.

Επιστρέφοντας, ωστόσο, στο γιατί δεν καταπιανόμαστε πιο συχνά με την Ιστορία και την πολιτική, είναι και επειδή είναι δύσκολο να δημιουργήσουμε ένα έργο που να είναι και πολιτικό και καλό.

Ίσως οι εκάστοτε δημιουργοί ή οι δημιουργικές ομάδες να μην έχουν καν κατασταλαγμένη πολιτική αντίληψη ή -εφόσον έχουν- να μην μπορούν να τη μετασχηματίσουν σε κάτι αξιόλογο καλλιτεχνικά.

Είναι πολύ εύκολο να θέλει κάποιος να κάνει κάτι πολιτικό και να καταλήξει σε ένα γραφικό μανιφέστο, ενώ οι προθέσεις του ήταν οι καλύτερες. Το έχουμε δει να συμβαίνει πολλές φορές.

Συμπερασματικά, υπάρχουν πολλοί τρόποι να μιλήσεις, αλλά καλό είναι να μιλάς.




Η υπαινικτικότητα, η οποία χαρακτηρίζει τους Λύκους..., είναι ένας τρόπος να μιλάς πολιτικά. Θα ήθελα, λοιπόν, να μου μιλήσεις για τη σημασία την οποία έχει για σένα η νύξη, ο υπαινιγμός στην κινηματογραφική σου αφήγηση.

Πάλεψα συνειδητά γι’ αυτήν την υπαινικτικότητα, προκειμένου να διευκολύνονται οι πολλαπλές και σε πιο οικουμενικό επίπεδο αναγνώσεις, αν και πολλοί άνθρωποι από τους οποίους πέρασε το σενάριο επέμεναν να είναι πιο συγκεκριμένη η ιστορία.

Δεν κάνουμε, ωστόσο, ταινίες για να τις βλέπουμε μόνο μεταξύ μας. Θέλουμε να έχουν πρόσβαση και σε άλλα κοινά.

Ήθελα, εξάλλου, να κάνω μια μεταφορά, όχι να αντλήσω έμπνευση από ένα συγκεκριμένο γεγονός και να μιλήσω για αυτό. Τα τελευταία χρόνια, έχουν δυστυχώς συμβεί πολλά παρόμοια γεγονότα, σε εγχώριο και διεθνές επίπεδο.

Μοιράστηκαν κι ηθοποιοί σου την υπαινικτική ματιά σου;

Καθένας και καθεμιά από τους/τις ηθοποιούς είχαν τις απαντήσεις που ήθελαν.

Στην πλειονότητά τους πίστευαν ότι κάνουμε μια ταινία για το προσφυγικό και μιλάμε για τους άγνωστους πρόσφυγες που έχουν πεθάνει στον Έβρο, στην Πύλο και στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου.

Υπάρχει συγκεκριμένος λόγος για τον οποίο περιλαμβάνεται ο χαρακτήρας του Αφγανού εργάτη.

Ο οποίος αντιλαμβάνεται με έναν βαθύτερο τρόπο τι ακριβώς συμβαίνει.

Ήμασταν, πάντως, στην ίδια σελίδα με όλο το cast, επειδή αυτή η σελίδα χωρούσε πολλά.

Ο βηματισμός σας ήταν, επομένως, κοινός. Ο δικός σου βηματισμός εκτιμάς πως θα σε οδηγήσει, τα επόμενα χρόνια, σε μεγάλου μήκους κινηματογραφικά «μονοπάτια»;

Το θέλω πάρα πολύ και ελπίζω να γίνει. Έχω κάποιες ιδέες, αλλά -όπως ξέρουμε- η υλοποίηση μιας μεγάλου μήκους ταινίας είναι πολύ δύσκολη στην Ελλάδα. Θα πάρει χρόνο.

Με καλεί η ελληνική επαρχία. Μ’ αρέσει να γυρίζω ταινίες εκεί.

Τι είδους τοπία, ανθρώπινα και μη, ανακαλύπτεις εκτός των μεγάλων αστικών κέντρων;

Τα γενικά πλάνα, που μου αρέσουν πολύ. Υπάρχει μια μεγαλοπρέπεια εντός της οποίας μπορείς να δημιουργήσεις διαφορετικού τύπου εικόνες.

Το πιο σημαντικό: όταν τοποθετώ μια ιστορία σε έναν μικρότερο τόπο, μπορώ να επικεντρωθώ στο θέμα το οποίο έχω επιλέξει ν’ αναζητήσω χωρίς περισπασμούς.

Η απομόνωση ενός μικρού περιβάλλοντος μου δίνει τη δυνατότητα να εμβαθύνω στην κοινωνία και τους χαρακτήρες μου.

Δεν έχω πρόβλημα να μένω στην Αθήνα, αλλά δε μου προκαλεί κινηματογραφικό ενδιαφέρον. Ένα χωριό, κι ας είναι άσχημο, μου προκαλεί μεγαλύτερο.

Eυχαριστώ θερμά τον Στέλιο Μωραϊτίδη για την παραχώρηση του φωτογραφικού υλικού.

Η μικρού μήκους ταινία του Στέλιου Μωραϊτίδη Οι λύκοι επιστρέφουν έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο Εθνικό Διαγωνιστικό του 48ου Διεθνούς Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας.

Στο Φεστιβάλ απέσπασε τα βραβεία της Π.Ε.Κ.Κ. και Ήχου.

Επόμενος σταθμός της είναι το 66ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης στο πλαίσιο του οποίου προβάλλεται την Πέμπτη 30 Οκτωβρίου (αίθουσα Παύλος Ζάννας, 22:00) μαζί με άλλες βραβευμένες δουλειές του Φεστιβάλ Δράμας.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου