Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2024

Εουτζένιο Μπάρμπα: «Αν η ανθρώπινη φυλή έχει μέλλον, θα υπάρχει και το θέατρο»

 

Εουτζένιο Μπάρμπα (μέση)/Ευάγγελος Βάντζος (αριστερά)/Κώστας Βάντζος (δεξιά) Φωτογραφία: Κώστας Κατέχος

Παγκοσμίου φήμης σκηνοθέτης και θεωρητικός του θεάτρου, ο ιταλικής καταγωγής Εουτζένιο Μπάρμπα έχει επανακαθορίσει τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε, παρακολουθούμε και επιτελούμε το θέατρο.

Συνομιλώντας μαζί του ενόψει μιας ακόμη επίσκεψής του στην Ελλάδα, με αφορμή το τετραήμερο αφιέρωμα που διοργανώνει η ομάδα τέχνης Fabrica Athens (19-22/9).

«Έζησα με την ταμπέλα του ξένου πρώτα σαν Ιταλός εργάτης στη Νορβηγία, και ύστερα με τους Νορβηγούς ηθοποιούς μου σαν ένα ανορθόδοξο θέατρο [...] στη Δανία. Όλοι μας ήμασταν εξόριστοι», γράφετε στο Οι ζωές μου στο Τρίτο Θέατρο.

Έχει, λοιπόν, το τραύμα της εξορίας επηρεάσει και τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεστε/συλλαμβάνετε/επιτελείτε το θέατρο, προσωπικά και συλλογικά;

Το να ζεις ως ξένος σε μια νέα χώρα έχει πολλές συνέπειες, τόσο σωματικές όσο και ψυχικές.

Χάνεις την μητρική σου γλώσσα και, μετά από μια μακρά περίοδο σχεδόν έλλειψης κατανόησης και συνεχών παρεξηγήσεων, αρχίζεις να εκφράζεσαι σε μια άλλη γλώσσα με ήχους και γραμματική πολύ διαφορετικά από αυτά που έχεις απορροφήσει από τότε που γεννήθηκες.

Αυτό επηρεάζει επίσης τον τρόπο έκφρασης και αντίδρασης στους ανθρώπους.

Οι κώδικες συμπεριφοράς είναι διαφορετικοί και απαιτείται μακρά περίοδος για να προσαρμοστεί κάποιος σε αυτούς. 

Είμαι Νοτιοϊταλός, ήμουν μάλλον μελαχρινός και έμοιαζα περισσότερο με Τούρκο παρά με την πλειονότητα των ξανθών Νορβηγών.

Ήμουν με την μία «διακριτός», κι αυτή η αντίληψη μπορούσε να δημιουργήσει ένα αίσθημα ενδιαφέροντος και ενσυναίσθησης αλλά και αντιδράσεις απόρριψης.

Δούλεψα δύο χρόνια ως ναύτης σε ένα εμπορικό πλοίο και βίωσα πολύ ρατσισμό από την πλευρά του σκανδιναβικού πληρώματος. Η εξορία είναι σαν δηλητήριο, μπορεί να σε σπάσει ή να σε κάνει πιο δυνατό.

Αν δεν ήσασταν «εξόριστος»/«μετανάστης», δε θα δημιουργούσατε καθόλου θέατρο ή θα δημιουργούσατε ένα εντελώς διαφορετικό θέατρο;

Είναι δύσκολο να απαντηθεί αυτό το υποθετικό ερώτημα. Είμαστε το αποτέλεσμα γενετικών και κοινωνικών παραγόντων. Φαντάζομαι ότι θα ήταν διαφορετικά.

Το ταξίδι, τόσο με την έννοια της φυσικής συνάντησης με ανθρώπους, τόπους και πολιτισμικές εκφράσεις όσο και με την μεταφορική, μέσα από τις αναγνώσεις και τον (αυτο)στοχασμό, είναι ο πυρήνας της ύπαρξής σας. Γιατί;

Η εσώτερη επίγνωση του εαυτού μας, οι διάλογοί μας μ’ αυτόν και με άλλους ανθρώπους, καθώς και το όραμά μας για τον κόσμο, οι αξίες και οι προκαταλήψεις μας εξαρτώνται από τις βιογραφικές μας αντιξοότητες.

Δημιουργώ τον κόσμο γύρω μου και είμαι το δημιούργημα αυτού του κόσμου. Είμαι σίγουρος ότι, αν δεν είχα διαβάσει το μυθιστόρημα του Kνουτ Χάμσουν Στο άστρο του φθινοπώρου στα δεκαεπτά μου, η ζωή μου θα ήταν διαφορετική.

Μερικά βιβλία που έχω διαβάσει είναι εντυπωμένα στο σώμα και την μνήμη μου με ένα ατελείωτο αναζωογονητικό αποτέλεσμα.

Αλλά και άνθρωποι που έχω γνωρίσει, γυναίκες που έχω αγαπήσει, οι επιτυχίες και οι ταπεινώσεις είναι φυσικά πτυχές αυτού το οποίο αποκαλούμε «η εμπειρία μας» και που καθορίζουν τις αποφάσεις και τις επιλογές μας.

Μπορούμε να σκεφτούμε εξηγήσεις, αλλά αυτές είναι εκλογικεύσεις και δε ρίχνουν πολύ φως στην μυστηριώδη διαδικασία της εσωτερικής μας ζωής.

Όπως περιεκτικά επισημαίνει ο Ευάγγελος Βάντζος στον πρόλογο του προαναφερθέντος βιβλίου, δεν είστε μόνο «ένας σπουδαίος δάσκαλος», αλλά και «ένας συναρπαστικός αφηγητής». Τα γραπτά σας είναι, άρα, «λογοτεχνία».

Πώς συνδέονται, σύμφωνα με εσάς, η λογοτεχνία, το θεατρικό κείμενο και η θεατρική πρακτική;

Είναι όλα λεγόμενα «καλλιτεχνικά» προϊόντα που διαφέρουν από την πραγματικότητα την οποία περιγράφουν γιατί την «αποξενώνουν», την καθιστούν μη οικεία και έτσι επηρεάζουν την προσοχή ή την αντίληψη του παρατηρητή ή του ακροατή.

Οι Έλληνες επινόησαν την «τέχνη του λόγου», ο Δημοσθένης ή ο Σωκράτης ήταν μάστορες σε αυτό. Η ρητορική θεωρείτο τέχνη μέχρι τον 19ο αιώνα. Μετά, στο θέατρο και αλλού θεωρήθηκε κενή διακήρυξη.

Ως σκηνοθέτης, είναι μέρος των τεχνικών μου γνώσεων να ξέρω πώς να εμπνέω τους ηθοποιούς μέσω λέξεων και επιτονισμών.

Η πρωτοτυπία του θεατρικού σας οράματος εδράζεται κυρίως στην θεώρηση της τέχνης σε επίπεδα οργάνωσης, στην άρθρωση τεσσάρων βασικών ερωτημάτων και στον διάλογο με διαφορετικές θεατρικές παραδόσεις.

Θα θέλατε να αναλύσετε την φύση της γοητείας που σας άσκησε στην πορεία κάθε θεατρική παράδοση (κλασικά ασιατικά θέατρα, Ευρωπαίοι/Βορειοαμερικανοί μεταρρυθμιστές του 20ού αιώνα, ομαδικό θέατρο Λατινικής Αμερικής);

Αυτή η γοητεία εξαρτάται από το γεγονός ότι, ως αυτοδίδακτος, έψαχνα για καταστάσεις, βιβλία και συγκεκριμένα παραδείγματα που θα μπορούσαν να μου διδάξουν κάτι.

Έψαχνα παντού για αυτό που θα μπορούσε να είναι χρήσιμο, διάβαζα και ταξίδεψα και άντλησα στοιχεία από διαφορετικές εποχές και διαφορετικούς πολιτισμούς.

Πρόκειται μια τυπική ετερογενή εγκυκλοπαιδική γνώση όπου πολλές επιρροές αναμειγνύονται και μετατρέπονται σε ένα ρεαλιστικό εργαλείο το οποίο με βοηθά στο έργο μου ως σκηνοθέτης του θεάτρου.

Από την αρχή με γοήτευσε η ασιατική παραδοσιακή υποκριτική, πιθανώς επειδή το 1963, όταν ήμουν 23 ετών, ταξίδεψα στην Ινδία και μελέτησα το Kathakali, μια παραδοσιακή μορφή εντελώς άγνωστη στην Ευρώπη..

Μου προξένησε βαθιά εντύπωση, ήταν για μένα αδιανόητο να υπάρχει τέτοιο θέατρο. Έχω την αίσθηση ότι οι παραστάσεις μου προσπαθούν να συναγωνιστούν την υποβλητικότητα και το μεγαλείο των Ασιατών ερμηνευτών.

Στην δεκαετία του 1970 συνεισφέρατε όχι στην «ανακάλυψη» αλλά στην «ονοματοδοσία» του έκτοτε αποκαλούμενου «Τρίτου Θεάτρου», ενός θεάτρου που «ζει στο περιθώριο, συχνά έξω ή στα περίχωρα των πρωτευουσών της κουλτούρας».

Πώς άλλαξε αυτή η θεατρική παράδοση με την πάροδο του χρόνου και κατά πόσο επηρέασε επίσης τόσο το «κατεστημένο»/«μέινστριμ» θέατρο όσο και το «πρωτοποριακό»/ «πειραματικό»;

Μετά το 1968 μια ολόκληρη γενιά προσέγγισε το θέατρο ως ένα μετασχηματιστικό εργαλείο που μπορούσε να αλλάξει τους ανθρώπους και την κοινωνία. Το πολιτικό θέατρο εξέφρασε αυτή τη λαχτάρα για μετάλλαξη.

Αυτή η γενιά δεν ενδιαφερόταν για το θέατρο όπως υπήρχε στην κοινωνία της, ένα κτίριο όπου οι ηθοποιοί σκηνοθέτησαν ιστορίες οι οποίες δεν είχαν σχέση με τα δεινά των ανθρώπων, με την εκμετάλλευση και με την φρίκη των εγκληματικών ιδεολογιών.

Ήταν μια εποχή κατά την οποία αυτή η εξέγερση πήρε διαφορετικές μορφές και εμπνεύσεις, από το όραμα του Μπρεχτ μέχρι αυτό του Αρτώ.

Συμμετείχαν ομάδες με εσωτερικές σχέσεις και τρόπους παραγωγής που απείχαν πολύ από τα μέινστριμ θέατρα.

Δραστηριοποιήθηκαν εκτός του θεσμοθετημένου χώρου των θεάτρων τα οποία χρηματοδοτούνται από το κράτος ως φορείς «πολιτισμούς». Αυτές οι ομάδες δεν ενδιαφέρθηκαν για ένα παραδοσιακό θέατρο τέχνης ούτε για πειράματα.

Εξ’ ου και ο ορισμός μου για το Τρίτο Θέατρο.

Σήμερα, η κατάσταση είναι διαφορετική - τόσο οι πολιτικές συνθήκες όσο και η νοοτροπία. Στην Ευρώπη και σε άλλες ηπείρους, ωστόσο, υπάρχει μια ενεργή θεατρική κουλτούρα έξω από τα θεσμοθετημένα κτίρια.

Επομένως, πρέπει να αναγνωρίσουμε την παρουσία και τα αποτελέσματα αυτού του Τρίτου Θεάτρου.

Γιατί, κατά την γνώμη σας, διατηρούμε την ικανότητά μας να σκεφτόμαστε με την προϋπόθεση ότι αντιστεκόμαστε στην «αποπλάνηση» της εποχής εντός της οποίας τυχαίνει να ζούμε;

Και πώς το ίδιο το θέατρο παραμένει -αν το κάνει- όχημα και εργαλείο προσωπικής και συλλογικής απελευθέρωσης;

Είναι αδύνατο να μιλήσουμε για το θέατρο. Είναι μια κενή έννοια. Σήμερα υπάρχει μια πληθώρα θεατρικών μορφών με διαφορετική υποκριτική τεχνική, διαφορετικούς θεατές και στόχους:

Από τα υψηλού επιπέδου επαγγελματικά μιούζικαλ του Μπρόντγουεϊ έως τις μικρές παραστάσεις στην Αφρική που διδάσκουν τους θεατές τους πώς να βράζουν νερό για να αποφύγουν την δυσεντερία.

Ένας νέος άνθρωπος πρέπει να βρει ποιο από αυτά τα θέατρα μπορεί να ικανοποιήσει τις προσωπικές του ανάγκες για την είσοδο σε αυτό το επάγγελμα.

Πριν διαβάσω το θεμελιώδες βιβλίο σας, περίμενα ότι, στην ηλικία σας, όλες -ή τουλάχιστον οι περισσότερες- από τις ερωτήσεις σας -θεατρικές ή άλλες- θα είχαν βρει κάποιες απαντήσεις. Αυτό, ωστόσο, δε φαίνεται να ισχύει.

Είναι πιο ενδυναμωτικό να συνεχίζει κάποιος να θέτει ερωτήματα και να στοχάζεται ακόμη και σε ένα όψιμο στάδιο της ζωής του, παρά να βιώνει την αυτάρεσκη απόλαυση του να έχει αποκτήσει κάποιου είδους υπαρξιακή σοφία;

Οι άνθρωποι είναι διαφορετικοί: κάποιοι λαχταρούν για λογικές απαντήσεις, άλλοι για τον ορισμό των σωστών ερωτήσεων.

Όταν ξεκίνησα, δεν ήξερα πολλά για το θέατρο και την τεχνική της υποκριτικής. Ως εκ τούτου, έκανα ερωτήσεις. Άλλαξαν με τον καιρό, αφού οι γνώσεις μου και οι ανάγκες μου είχαν αλλάξει.

Αλλά και σήμερα το βασικό ερώτημα παραμένει το ίδιο: Εγώ είμαι το θέατρο: ποια είναι η ευθύνη μου απέναντι στην κληρονομιά που έλαβα από το παρελθόν και ποιες αξίες μπορώ να μεταδώσω σε αυτούς που θα με ακολουθήσουν;

Και μιλώντας για το πέρασμα του χρόνου, αποτελείτε την ενσάρκωση της ζωτικότητας. Έχει κάποια σχέση η ενασχόληση με το θέατρο και η παρουσία των αξιόλογων ανθρώπων που σας συνόδευσαν σε αυτά τα ταξίδια;

Νομίζω ότι είναι γενετικό θέμα. Η μητέρα μου είχε πολλή ζωτικότητα και έφτασε στα 96. Έτσι, έχω μερικά ακόμη χρόνια διασκέδασης μπροστά μου.

Αν υποθέσουμε πως το θέατρο δεν είναι μια ξεπερασμένη μορφή καλλιτεχνικής έκφρασης, πιστεύετε ότι έχει μέλλον; Και αν ναι, πού μπορεί να εντοπιστεί αυτό το μέλλον;

Αν η ανθρώπινη φυλή έχει μέλλον, θα υπάρχει και το θέατρο. Οι άνθρωποι είναι ζώα με το θέατρο στο DNA τους.

Με μια μορφή που ξέρουμε ή με τρόπο που δεν μπορούμε να φανταστούμε, οι άνθρωποι θα ακούν και θα παρακολουθούν άλλους ανθρώπους να ξεπερνούν την ιδιωτική τους διάσταση και να προσφέρουν ψυχαγωγία και διασκέδαση, αλλά και να ξυπνούν μια συνείδηση ​​της τραγικής διάστασης της ζωής.

Ανάμεσα στους πολλούς ταξιδιωτικούς σας προορισμούς, η Ελλάδα, την οποία σκοπεύετε να επισκεφτείτε για άλλη μια φορά τον Σεπτέμβριο, φαίνεται να ανήκει στους πιο αγαπημένους σας. Γιατί;

Με έτρεφε ο ελληνικός πολιτισμός. Σπούδασα πέντε χρόνια αρχαία ελληνικά στο γυμνάσιό μου που ήταν η Στρατιωτική Σχολή Nunziatella στην Νάπολη. Μετέφραζα τον Αρχίλοχο και τον Πλάτωνα και φυσικά τον Σοφοκλή και τον Αριστοφάνη.

Για μένα οι Έλληνες επινόησαν το θέατρο με τις μορφές που το συλλαμβάνουμε και το ασκούμε σήμερα. Στην Ελλάδα έχω αγαπημένους φίλους:

Τον μεταφραστή μου Κώστα Βάντζο που σε μια προηγούμενη ζωή ήταν αδερφός μου, τον οποίο γνώρισα μαζί με τους Κάρολο Κουν και Διονύση Φωτόπουλο το 1980.

Επίσης, τους ιδρυτές του Τεχνοχώρου Φάμπρικα που βάφτισαν τον γιο τους χρησιμοποιώντας εν μέρει το όνομά μου.

Πώς να μην ερωτευτώ μια τέτοια χώρα και τους γενναιόδωρους ανθρώπους της;

Στην Κρήτη, το Θέατρο Όμμα Στούντιο έχει εκδώσει τα βιβλία μου και άνοιξε ένα Κέντρο Θεατρικής Ανθρωπολογίας.

Η Λυδία Κονιόρδου συνεργάστηκε μαζί μου και με την Julia Varley στην μετάδοση της γνώσης στην Διεθνή Σχολή Θεατρικής Ανθρωπολογίας (ISTA).

Από την δεκαετία του 1980, ο Θεόδωρος Τερζόπουλος με έχει καλέσει αρκετές φορές στους Δελφούς στις εκπληκτικές διεθνείς συναντήσεις του.

Η Μαγδαληνή Ρεμούνδου, εξάλλου, έκανε μια ταινία της οποίας ο τίτλος Ποιος είναι ο Eugenio Barba ξυπνάει την περιέργεια.

Το Ίδρυμα Barba Varley (Fondazione Barba Varley) έχει στενή συνεργασία με τις Μαρία Φραγκή και Κάτια Σαβράμη του Πανεπιστημίου Πατρών.

Η Άλκηστις Κοντογιάννη και οι συνάδελφοί της στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου μου έχουν απονείμει τιμητικό τίτλο.

Το παρελθόν και το παρόν αυτού το οποίο αποκαλείτε «Ελλάδα» είναι μέρος της ζωής μου. Είμαι ξένος, αλλά νιώθω σαν μέτοικος που χάρη σε αυτούς τους δεσμούς κατέκτησα την διαφορετικότητα, άρα και την ταυτότητά μου.

Ευχαριστώ θερμά τον Κώστα Βάντζο για την καθοριστική συμβολή του στην πραγματοποίηση της συνέντευξης με τον Εουτζένιο Μπάρμπα.

Το βιβλίο του Εουτζένιο Μπάρμπα Οι ζωές μου στο Τρίτο Θέατρο - Διαφορά, Τέχνη, Εξέγερση κυκλοφορεί στα ελληνικά από την Κάπα Εκδοτική σε μετάφραση των Κώστα και Ευάγγελου Βάντζου.

Η πολυ-δραστική ομάδα Τέχνης Fabrica Athens γιορτάζει τα «60 Χρόνια Eugenio Barba-Odin Teatret» με ένα τετραήμερο αφιέρωμα καλλιτεχνικών και εκπαιδευτικών δράσεων στην Αθήνα, 19-22 Σεπτεμβρίου 2024.

Το πρόγραμμα των δράσεων έχει ως εξής:

Πέμπτη 19/9

18:00 Zona Limite, μια ταινία του Stefano Di Buduo, για την εβδομάδα Holstebro Festive Week του Odin Teatret

Τεχνοχώρος Φάμπρικα (Μ. Αλεξάνδρου 125, Κεραμεικός, Αθήνα)

21:00 HUGO PRATT E IL SUO DOPPIO: Corto Maltese, παράσταση του Teatro Potlach-μέλος του «Τρίτου Θεάτρου» και πάνω από 40 χρόνια συνεργάτες με τον  Eugenio Barba

ΡΕΚΤΙΦΙΕ - Κέντρο Έρευνας Μεικτών Παραστατικών Τεχνών (Κωνσταντινουπόλεως 119, Βοτανικός, Αθήνα)

Παρασκευή 20/9

21:00 COMPASSION, Odin Teatret, παράσταση με την Julia Varley, σκηνοθεσία Eugenio Barba

ΡΕΚΤΙΦΙΕ - Κέντρο Έρευνας Μεικτών Παραστατικών Τεχνών (Κωνσταντινουπόλεως 119, Βοτανικός, Αθήνα)

Σάββατο 21/9

11:00-13:00 Masterclass με τους Eugenio Barba και Julia Varley

21:00 COMPASSION, Odin Teatret, παράσταση με την Julia Varley, σκηνοθεσία Eugenio Barba

ΡΕΚΤΙΦΙΕ - Κέντρο Έρευνας Μεικτών Παραστατικών Τεχνών (Κωνσταντινουπόλεως 119, Βοτανικός, Αθήνα)

Κυριακή 22/9

11:00 THE THRILLING VIOLINISTS, παιδική παράσταση με την Antonia Cezara και τον Jakob Nielsen

Περισσότερες πληροφορίες/κρατήσεις:

https://www.more.com/theater/tetraimero-afieroma-60-xronia-eugenio-barba-odin-teatret-stin-athina-fabrica-athens-12th-hrtfest/

Ο Eugenio Barba και η Julia Varley θα ταξιδέψουν, κατόπιν, στα Ιωάννινα για ένα μοναδικό σεμινάριο.

Με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 60 χρόνων από την ίδρυση του Odin Teatret, η Καλλιτεχνική Σκηνή Ηπείρου ΣΥΝΘΕΣΗ θα φιλοξενήσει στα Ιωάννινα τον Eugenio Barba και θα τον τιμήσει για την πολύπλευρη προσφορά του στο παγκόσμιο θέατρο.

Η ξεχωριστή αυτή δράση γίνεται στο πλαίσιο ενός νέου κύκλου συνεργασιών που εγκαινιάζει η ΣΥΝΘΕΣΗ.

Το οριστικό πρόγραμμα του σεμιναρίου έχει ως εξής:

Κυριακή 22/9

19:00-20:00 Προβολή ντοκιμαντέρ της Μαγδαληνής Ρεμούνδου: Ποιος είναι ο Eugenio Barba

20:00-21:00 Παρουσίαση: Εουτζένιο Μπάρμπα - Θέατρο Odin: Το Τρίτο Θέατρο

Θα μιλήσουν οι: Κώστας Βάντζος και ο Ευάγγελος Βάντζος

21:00-22.00: Εουτζένιο Μπάρμπα-Odin Teatret 60 Χρόνια

Θα μιλήσουν οι Eουτζένιο Μπάρμπα, Κώστας Βάντζος, Ευάγγελος Βάντζος:

Δευτέρα 23/9

19:00-20:00 Προβολή του ντοκιμαντέρ: Η κατάκτηση της Διαφοράς (1 ώρα)      

20:00-21:30 Work Demonstration από την Julia Varley: Το Ιπτάμενο Χαλί

Tρίτη 24/9

18:00-19:30 Masterclass του Εουτζένιο Μπάρμπα

19:30-20:30 Προβολή του ντοκιμαντέρ: Η Τέχνη του Αδυνάτου

20:30-21:00 Αποχαιρετιστήριο Πάρτι



Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2024

Δημήτρης Πουλικάκος: «Στην ζωή μόνο ο έρωτας και ο θάνατος έχουν σημασία»

 


Ζωντανή ενσάρκωση της Ιστορίας του (ελληνόφωνου) ροκ, ο αειθαλής Δημήτρης Πουλικάκος τραγουδά, παρέα με τους «Γεια σου Τάκη» και τους PANX ROMANA, τα Μπλουζ της Ψωροκώσταινας το Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου.

Συναντώντας τον λίγες εβδομάδες πριν την συναυλία.

Τι είναι η μουσική για σένα;

Η μουσική είναι η μόνη συμπαντική γλώσσα, απ’ όσο ξέρω. Όπως είναι και οι αριθμοί. Μόνο που με τους αριθμούς δεν μπορείς να χορέψεις.

Όταν μπήκες στον κόσμο της, την έβλεπες και τότε ως κάτι ολιστικό;

Ναι, χωρίς ωστόσο να ξέρω το πώς και το γιατί. Η μουσική είναι μεγάλη παρηγοριά, και πανταχού παρούσα. Στις καλές και στις κακές στιγμές του κάθε ανθρώπου.

Και δεν είναι άσχετη από τα κοινωνικά δρώμενα. Ακόμα και οι στρατοί χρησιμοποιούν τα κρουστά για να τονώσουν το ηθικό των στρατιωτών.

Είσαι «παιδί» της Κατοχής. Σε καθόρισε αυτό;

Γεννήθηκα μέσα στην Κατοχή, επομένως έχω από πολύ νωρίς ζήσει την μαλακία που μας δέρνει ακόμα. Ο άνθρωπος είναι μαλάκας από αρχαιοτάτων χρόνων. Απλώς σήμερα είμαστε πιο πολλοί. Το θέμα είναι να μην είσαι πολύ μαλάκας.

Να στο θέσω διαφορετικά. Η πολλή σοβαροφάνεια σκοτώνει την σοβαρότητα. Όπως και η πολλή μαλακία.

Παλαιότερα ήταν περισσότερες οι διαφυγές ή λιγότερο αισθητή η γενικευμένη μαλακία;

Ήταν λιγότερο αισθητή. Ή, αν θες, ήταν πιο αθώο το περιβάλλον. Τώρα, όλοι είναι ψυλλιασμένοι για όλα. Ως εκ τούτου, είναι όλοι εναντίον όλων. Γάμησέ τα, δηλαδή. Συλλογικά, δεν υπάρχει σωτηρία. Ίσως ατομικά ή για μικρές κοινότητες.

Εκτός από την ενασχόλησή σου με την μουσική, διάβαζες κιόλας στα πρώτα σου βήματα;

Βέβαια. Λογοτεχνία, αλλά και κόμικς. Η περιέργεια, άλλωστε, σε ορίζει ως άνθρωπο και σε οδηγεί στο διάβασμα. Φτάνει να μην περιπλέκουμε υπερβολικά τα πράγματα με ψυχοθεραπευτές, ψυχολόγους, κοινωνιολόγους.

Απλώς να τα ζούμε, να τα επικοινωνούμε και να τα μοιραζόμαστε.

Θέλει, όμως, προσοχή με ποιους τα μοιραζόμαστε.

Άκουγα τις προάλλες το Μεταφοραί-Εκδρομαί Ο Μήτσος. Με εντυπωσιάζει το πόσο φρέσκο εξακολουθεί να ηχεί, συνθετικά και στιχουργικά. Έχει την ηλικία μου, αλλά μοιάζει «εφηβάκι».

Σαν να είναι γραμμένο τώρα.

«Είμαστε αλέγρα απαισιόδοξοι», λέω καμιά φορά στα λάιβ που παίζουμε. Επειδή ξέρεις την ατομική ή την συλλογική μοίρα, δε σημαίνει ότι δε θα ζήσεις με τους ανθρώπους που αγαπάς και με το χαμόγελο στα χείλη. Όσο άσχημα κι αν περνάς.

Βέβαια, υπάρχει κόσμος που υποφέρει. Θα υποφέρει, όμως, λιγότερο αν ακούει γύρω του μόνο κλάψα και παράπονο; Δε μ’ αρέσει το παράπονο. Η γκρίνια είναι κάτι υγιές, το παράπονο με θλίβει. Δε μου προσφέρει αισιοδοξία.

Πάντως, η ακρόαση του συγκεκριμένου δίσκου μου πρόσφερε αισιοδοξία και ευδιαθεσία.

Άρα κάνει την δουλειά του.

Την κάνει ακόμα, όπως την έκανε και τότε, και υπό δύσκολες συνθήκες παραγωγής.

Πριν από μερικές δεκαετίες έπρεπε να διαθέτεις εκατομμύρια για να έχεις ένα στούντιο. Σήμερα, από τεχνικής άποψης είναι εύκολα.

Το θέμα είναι να κάνεις τον άλλο να σκεφτεί ορισμένα πράγματα, χωρίς όμως να βυθιστεί σε τραγικές σκέψεις.

Τα πράγματα είναι απλά. Γι’ αυτόν τον λόγο είναι και δύσκολα. Άλλο το απλά, άλλο το απλοϊκά. Δυστυχώς, τα απλοϊκά prevail, όπως λέμε και στο χωριό μου.

Ο μακαρίτης ο Πάνος Κουτρουμπούσης, γείτονάς μου κατά την τελευταία περίοδο της ζωής του στα Εξάρχεια, συνέβαλε καθοριστικά στο artwork του εξωφύλλου και του οπισθοφύλλου του Μεταφοραί. Τον ήξερες από παλιά, έτσι;

Από το 1959-60. Ήταν μέλος μιας παρέας που σύχναζε στο Βυζάντιο, στην κάτω πλευρά της πλατείας Κολωνακίου, η οποία ήταν ένα είδος ουδετέρας ζώνης.

Στο ίδιο πεζοδρόμιο έβλεπες να κάθεται σ’ ένα τραπέζι ένας υπουργός με την παρέα του, στο διπλανό ένας νταβατζής με τους μπράβους του και απέναντι ο Πάνος Κόκκας, ο εκδότης της εφημερίδας Ελευθερία, με τον Χατζιδάκι να πίνουν ναργιλέ.

Τι άνθρωπος ήταν, λοιπόν, ο Κουτρουμπούσης; Μου φαινόταν κάπως δύστροπος.

Είχε τις δυστροπίες του, αλλά ήταν πολύ σπουδαίο παιδί, ιδιαίτερο και πολυτάλαντο, τόσο στα γραπτά του όσο και ως κινηματογραφιστής και ηθοποιός στα ταινιάκια που γυρίζαμε πριν την έλευση της τεχνολογικής ανάπτυξης.

Το ηθοποιιλίκι είναι επίσης μεγάλο κoμμάτι των δημιουργικών δραστηριοτήτων σου, και σ’ έχει καταστήσει αναγνωρίσιμο από ακόμα μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων. Οι Τεμπέληδες της εύφορης κοιλάδας είναι βασική μου αναφορά.

Επειδή είστε διανοούμενοι, γι’ αυτό! (Γέλιο).

Η ευχαρίστηση που αντλούσες από την συμμετοχή σε ταινίες ήταν παρόμοια με εκείνη την οποία βίωνες ως μουσικός/τραγουδιστής;

Η μουσική είναι μουσική. Την παίζεις με μια παρέα, και βασικά παίζεις αυτό που θέλεις. Το σινεμά είναι κατά παραγγελία και μπορείς να το επαναλάβεις. Το θέατρο είναι λάιβ, μια κι έξω.

Οι ρόλοι που κατά καιρούς έχεις υποδυθεί σε ενέπνεαν, τελικά;

Έτσι φαίνεται. Απλά είναι τα πράγματα κι εκεί.

Δεν είχες προηγούμενη υποκριτική εκπαίδευση.

Εκπαιδεύω τον εαυτό μου από μόνος μου. Και φαίνεται πως έφτανε.

Δεν αποτελεί αυτό έναν ορισμό του ταλέντου; Ή θεωρείς ότι απαιτείται και προσωπική δουλειά και εξάσκηση;

Δεν πιστεύω σε διαγωνισμούς. Εν δυνάμει καλλιτέχνες είναι όλοι οι άνθρωποι. Απλώς νιώθουν ανασφάλειες. Πόσα παιδάκια έχουν σχεδιάσει μια βαρκούλα ή ένα αλογάκι;

Τα περισσότερα. Αλλά πόσα συνέχισαν;

Εκεί παίζει ρόλο κι η οικογένεια, η οποία θα σε προτρέψει να βρεις μια σταθερή δουλειά. Να γίνεις δημόσιος υπάλληλος, ας πούμε. Κακά τα ψέματα, το δημοσιοϋπαλληλίκι είναι βαθιά εντυπωμένο στο DNA του Έλληνα.

Οι γονείς σου δεν ανησυχούσαν μήπως έμενες στην ψάθα εξαιτίας των επιλογών σου στην ζωή;

Ο πατέρας μου εκνευριζόταν όταν, καμιά φορά, τον ρωτούσαν στην γειτονιά: «Τον Δημήτρη, τι τον έχετε;» «Σπουδάσαμε τόσα χρόνια, γιατροί και οι δύο, και με ρωτάνε τι τον έχω αυτόν», έλεγε στην μητέρα μου.

Από την άλλη, του ψιλοάρεσαν οι επιλογές μου. Αλλά δεν το έδειχνε εύκολα - ή τουλάχιστον σε μένα. Δεν πειράζει, όμως, έχω μάθει πολλά πράγματα από αυτόν.

Αισθάνονταν, ωστόσο, και οι δύο γονείς σου μια κάποια υπερηφάνια, καθώς περνούσαν τα χρόνια;

Από μέσα τους.

Μόνο μια φορά, βγαίνοντας από την προβολή της Δονούσας της Αγγελικής Αντωνίου, όπου είχα πάρει το Βραβείο Β’ Ανδρικού Ρόλου, μου λέει ο πατέρας μου: «Καλή αυτή η σκηνοθέτις». Πεισματάρης. Μανιάτης. Κωλοφάρα. Κι εγώ Μανιάτης είμαι.

Υπάρχει ακόμα κάποιο σπίτι στην Μάνη;

Σε ερειπιώδη κατάσταση. Ίσως το έχει ψιλοφτιάξει ένας ξάδερφος. Δεν έχω ζήσει στην Μάνη, όμως. Ο πατέρας μου ήταν ο τελευταίος που μεγάλωσε κάπως στην περιοχή μέχρι να φύγει λόγω σπουδών.

Το ευρύτερο «χωριό» σου, ωστόσο, εντοπίζεται στο «τρίγωνο» Αναφιώτικα-Κολωνάκι-Εξάρχεια.

Γεννήθηκα επί της Πατησίων, μεγάλωσα μέχρι τα πρώτα εφηβικά μου χρόνια κάτω από την πλατεία Αμερικής και κατόπιν μετακομίσαμε στο Κολωνάκι. Από εκεί, λόγω παρεών, το «τρίγωνο» άνοιξε πιάνοντας από Πλάκα μέχρι Εξάρχεια.

Όλοι αυτοί οι τόποι και οι άνθρωποι έχουν αλλάξει τόσο ώστε να μην είναι πλέον αναγνωρίσιμοι;

Οι άνθρωποι δεν αλλάζουν, αλλάζει όμως η όψη τους. Παλιά τατού είχαν μόνο οι ναυτικοί και οι πρώην φυλακόβιοι. Τώρα έχουν τα μοντέλα κι οι διάφοροι παπάρες των πρωινάδικων. Τι να πεις;

Eκτός από την πολιτική ορθότητα με την οποία δεν έχεις καλές σχέσεις, με ποιους άλλους «βραχνάδες» είσαι αντιμέτωπος;

Και τι δεν είναι «βραχνάς» αυτήν την στιγμή; Ζούμε σε καιρούς εξαπάτησης.

Οι θεσμικοί φορείς γιόρτασαν και μισό αιώνα «Μεταπολίτευσης» πρόσφατα. Τι ακριβώς γιόρτασαν;

Την μαλακία που μας δέρνει.

Ευτυχώς, η πολιτική γίνεται, κατά την γνώμη μου, κυρίως με άλλους...

Κανόνες;

Και τρόπους.

Όλα είναι πολιτική. Μολις βγαίνεις από το σπίτι σου, κάνεις πολιτική χωρίς να το αντιλαμβάνεσαι.

Το ζητούμενο είναι αν και πώς μπορεί να συλλογικοποιηθεί η πολιτική διαδικασία.

Χρειάζεται να υπάρχει ωριμότητα, η οποία δεν υπάρχει. Είμαστε -φευ, οι περισσότεροι- ανώριμοι, όχι ανώνυμοι.

Μπορεί να κατακτηθεί η ωριμότητα;

Λες να έχει κατακτηθεί μετά από τόσους αιώνες και τόσες επαναστάσεις; Αυτήν την στιγμή πάμε από το κακό στο χειρότερο, από πάσης απόψεως.

Νομίζουμε ότι η ψηφιοποίηση κάνει καλό. Μ’ έναν άνθρωπο βρίσκεις άκρη, μ’ ένα μηχάνημα δε βρίσκεις. Το χακάρισμα, άλλωστε, είναι εύκολο. Και η παρανομία βρίσκεται πάντα ένα βήμα μπροστά από την επιβολή του νόμου.

Ευτυχώς, υπάρχει η μουσική ως προσωπικό και συλλογικό βίωμα και εμπειρία.

Ευτυχώς που όχι μόνο υπάρχει η μουσική, αλλά υπάρχουν και οι μουσικοί που την παίζουν.

«Γιατί στον θάνατο μαθές κανείς δε βάζει βέτο», τραγουδάς κάπου. Δικός σου ο -σπουδαίος- στίχος;

Δικός μου.

Βαρύ θέμα το όποιο «μετά». Eίτε περιγράφεται ως «ανυπαρξία», ή -για τους θρησκευόμενους- ως κάποιος «παράδεισος».

Αυτό που αποκαλείται «Νιρβάνα» είναι πιθανότατα η ανυπαρξία.

Πώς ξεπερνιέται ο φόβος του «σκοταδιού»;

Εξαρτάται από την ιδιοσυγκρασία και τον χαρακτήρα του καθενός αν και πόσο θα φοβάται. Κακά τα ψέματα, στην ζωή μόνο ο έρωτας και ο θάνατος έχουν σημασία.

Γιατί να δώσεις περισσότερη σημασία στον θάνατο; Θα σου τύχει. Το πώς θα πεθάνεις έχει σημασία. Αν θα ταλαιπωρηθείς ή όχι. Γιατί να φοβάσαι τον θάνατο; Την αρρώστια να φοβάσαι.

«Μη γίνεις γιατρός», με συμβούλευαν οι γονείς μου. «Γλιτώνει ο άρρωστος; Ο Θεός τον γλίτωσε. Δε γλιτώνει; Τον “έφαγε” ο γιατρός», θα σου πουν. Γάμησέ τα!

Την αγάπη -σε όλες της τις εκφράσεις και εκφάνσεις- την έχεις απολαύσει, χορτάσει στην ζωή σου;

Ναι. Υπάρχει αγάπη γύρω μου: και στις παρέες, στους φίλους μου, και με τις κυρίες με τις οποίες έχω συναναστραφεί.

Απωθημένα έχεις;

Απλώς πριν «φύγω» να έχω τελειώσει κάποιες δουλίτσες. Κάποια τραγουδάκια μου να τα αφήσω κανονικά, φτιαγμένα. Αυτό!

Ευχαριστώ θερμά την Εύα Κολόμβου για την πολύτιμη συμβολή της στην πραγματοποίηση της συνέντευξης.

Ο Δημήτρης Πουλικάκος και οι «Γεια σου Τάκη» τραγουδούν, παρέα με τους PANX ROMANA, τα Μπλουζ της Ψωροκώσταινας το Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου στην Τεχνόπολη του Δήμου Αθηναίων.

Οι πόρτες ανοίγουν στις 19:30, η συναυλία ξεκινάει στις 20:45.



Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου 2024

David Surkamp: «Ας ελπίσουμε ότι θα γίνομαι καλύτερος όσο γερνάω»

 


Ενόψει των δύο συναυλιών των εμβληματικών Pavlovs Dog σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη (10 και 11 Σεπτεμβρίου), κουβεντιάζουμε με τον αγέραστο David Surkamp, τον βασικό στιχουργό, συνθέτη και τραγουδιστή του συγκροτήματος.

Σ’ ευχαριστώ για τον χρόνο σου, κατ’ αρχάς. Είναι το πιο σημαντικό πράγμα που έχουμε, και  το συνειδητοποιούμε μεγαλώνοντας, έτσι δεν είναι; Ιδίως όταν δεν τον αξιοποιούμε με τον καλύτερο τρόπο.

Απολύτως! Γι’ αυτό δε γερνάμε καθιστάμενοι σοφοί, άλλωστε;

Η μουσική σου είναι διαχρονική, πάντως.

Μιας κι είσαι το μοναδικό σταθερό μέλος των Pavlovs Dog στις δεκαετίες που ακολούθησαν το εκρηκτικό σας ντεμπούτο, Pampered Menial, πώς νιώθεις γι’ αυτό;

Πάντα προσπαθούσα να συνθέσω μουσική η οποία θα άντεχε στον χρόνο. Αυτός ήταν ο στόχος μου. Και πέρασε μισός αιώνας.

Πολύς καιρός. Κι όμως, η μουσική σου εξακολουθεί να έχει αντίκτυπο σε νεότερες αλλά και παλαιότερες γενιές.

Υποθέτω ότι είμαι τυχερός.

Μόλις ολοκληρώσαμε ένα καινούριο άλμπουμ, μάλιστα, το Wonderlust, το οποίο θα κυκλοφορήσει στις αρχές του 2025. Χαίρομαι γι’ αυτό, αισθάνθηκα πως είχε έρθει η ώρα για μια καινούρια δουλειά.

Σίγουρα πας με το πάσο σου όσον αφορά στην σύνθεση μουσικής, στις συναυλίες, στο τραγούδι, τόσο ως μέλος των Pavlovs Dog, όσο και στην υπόλοιπη καριέρα σου. Ηχογραφείς κάτι μόνο όταν νιώθεις την ανάγκη να το κάνεις.

Η παρατήρησή σου είναι απολύτως σωστή. Πρόκειται για ηθελημένη επιλογή. Δε γράφω με το ζόρι.

Αντιθέτως, η σύνθεση τραγουδιών μού βγαίνει εύκολα, δεν είναι κάτι για το οποίο υποφέρω.

Κι αν προκύψει δυσκολία στη σύνθεση ενός τραγουδιού, θα το βάλω στην άκρη αναμένοντας να ξεπηδήσει αργότερα σε πιο ολοκληρωμένη μορφή.

Ας γυρίσουμε λίγο τους δείκτες του ρολογιού, επιστρέφοντας στις απαρχές των Pavlovs Dog. Ήταν δικιά σου η εμμονή με τα σκυλιά, εξ αρχής, ή συλλογική;

Η αρχική σύνθεση των Pavlovs Dog προήλθε από την εφηβική μου μπάντα. Ο Rick Stockton κι εγώ υπήρξαμε μέλη της.

Χρειαζόμασταν ντράμερ, όμως. Είχαμε ακούσει για δύο φανταστικούς Εβραίους μουσικούς, φοιτητές, που έμεναν στην πανεπιστημιούπολη.

Έτσι, πήγα να τους βρω με την ακουστική Gibson μου. Νόμιζαν πως θα με τεστάρουν εκείνοι, ενώ συνέβαινε το αντίθετο.

Έπαιξα, λοιπόν, μερικά τραγούδια με την ακουστική μου κιθάρα. Ένα από αυτά ήταν το The Wizard των Τ. Rex. Φάνηκε να τους βάζει φωτιά. Τους εξήγησα, όμως, ότι δε μ’ ενδιέφεραν οι διασκευές. Κι έτσι τα δύο γκρουπ συνυπήρχαν.

Ταυτόχρονα, σπούδαζα ψυχολογία. Δεν μπορούσαμε να βρούμε όνομα για το καινούριο συγκρότημα. Καθώς, λοιπόν, ο Siegfried Carver ξεφύλλιζε το εγχειρίδιό μου ψυχολογίας, αναρωτήθηκε: «Τι λέτε για το Pavlovs Dog;» Κι έμεινε για μισό αιώνα.

Εντυπωσιακό! Αισθανόσασταν τρυφερότητα και για τα σκυλάκια; Δεν εννοώ με την ψυχαναλυτική/ψυχολογική έννοια.

Πάντα είχα κάποιον σκύλο. Όταν ήμουν οκτώ ή εννιά χρονών, είχα πάει με το ποδήλατό μου σ’ ένα καταφύγιο ζώων, αλλά δε μου ήταν σαφές πως θα έπρεπε να πληρώσω για να τον πάρω.

Για να με αφήσουν, επομένως, να φύγω αφού στο μεταξύ είχα βρει έναν σκύλο, έπρεπε να έρθει ο πατέρας μου και να πληρώσει!

Ποιο ήταν το πρώτο τραγούδι που συνέθεσες, αν μπορείς να θυμηθείς;

Ήμουν πέντε ή έξι χρονών. Είχαμε μια νταντά, την Lucy Davis, κι έγραψα ένα τραγούδι για εκείνη. Το λάτρεψε πραγματικά. Τότε ξεκίνησα να γράφω.

Δεν κατέληξε σε κάποιο από τα άλμπουμ που ακολούθησαν, φαντάζομαι.

Όχι, ήταν πλήρης καταστροφή. Ήταν πολύ θυμωμένη μαζί μου, αλλά εγώ την αγαπούσα. Ήταν πολύ καλή κυρία.

Θα ήταν ωραίο, ωστόσο, αν είχε διασωθεί, ίσως με άλλη μορφή.

Δε σωζόταν, νομίζω.

Κατόπιν, συνέθετες την μουσική καθώς έγραφες τους στίχους; Ήταν μια ταυτόχρονη διαδικασία;

Για μένα αυτά τα δύο συνήθως πάνε μαζί, σαν ραδιοφωνική μετάδοση. (Γέλιο).

Σε ποιον -ή σε τι- πρέπει να αποδοθούν τα εύσημα για τόσο μοναδική φωνή σου; Είναι θέμα γονιδίων; Υπήρχαν συγγενείς επίσης ευλογημένοι με μια τέτοια φωνή;

Η μητέρα μου ήταν μια παγκοσμίως γνωστή κατασκευάστρια κουκλών, αλλά κανένας από τους συγγενείς μου δεν έπαιζε μουσική.

Ο μπαμπάς μου έπαιζε ένα τραγούδι κάθε πρωί πριν φύγει για την δουλειά, το Stardust, στο πιάνο που πάντα είχαμε στο σαλόνι. Δεν είχε στ’ αλήθεια κλίση στην μουσική, αλλά μπορούσε να παίζει εκείνο το ένα τραγούδι!

Ίσως αυτό συνέβαλε στην κατοπινή σου εξέλιξη.

Μόλις μπόρεσα να τα φτάσω, βαρούσα τα πλήκτρα του πιάνου!

Τραγουδούσα σε τόσο υψηλές νότες εν μέρει γιατί ο ήχος της μπάντας ήταν στο παρελθόν πάντα πολύ δυνατός, κι αυτό δε βοηθούσε πολύ την φωνή μου.

Οπότε, για να ακουστώ, έκανα ό,τι και το βιολί. Τραγουδούσα δυνατά, κι οι υψηλές νότες διαπερνούσαν τον ήχο. Κατόπιν, εξελίχθηκε σε στιλ.

Και το βιολί-κιθάρα είναι άλλο ένα σήμα κατατεθέν των Pavlovs Dog.

Δεν είναι τυχαίο ότι η σημερινή βιολίστρια, η Abbie Steiling, είναι υπεύθυνη για την μουσική διεύθυνση του συγκροτήματος, συνεχίζοντας στο πνεύμα του Siegfried Carver.

«Τι θα έκανε ίσως ο Siegfried;» Αυτήν την σκέψη έχει πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού της.

Έγραψε, μάλιστα, ένα ορχηστρικό τραγούδι στο καινούριο άλμπουμ με τίτλο Siegfried calling.

Ήταν τόσο καλό, που το περιλάβαμε στον δίσκο, όταν το 99% των τραγουδιών είναι γραμμένα από μένα. Δεν μπορείς, ωστόσο, να αγνοείς ένα τέτοιο ταλέντο και μια τέτοια μελωδία.

Πότε-πότε, ο ήχος του βιολιού-κιθάρας μου θυμίζει τους Its a beautiful day.

Παράξενη παρατήρηση.

Δε λέω πως δε μου άρεσαν, αλλά δεν ήμουν και μεγάλος φαν τους. Η συνθέτριά τους Linda Laflamme, ωστόσο, κατάγεται από το St Louis του Μιζούρι, απ’ όπου κατάγομαι κι εγώ. Τι ταλέντο!

Τι μουσική σε έλκυε στην εφηβική σου ηλικία ή λίγο αργότερα;

Ως παιδί, άκουγα φολκ μουσική: Peter, Paul and Mary, Bob Dylan κ.λπ. Πάντα, όμως, μου άρεσε η ηλεκτρική κιθάρα και ήθελα να έχω μία.

Ο πρώτος δίσκος των King Crimson με άφησε άναυδο. Το αγαπημένο μου συγκρότημα ήταν, πάντως, οι Fairport Convention.

Είναι κι από τα δικά μου αγαπημένα, ιδίως κατά την περίοδο στην οποία συμμετείχε σ’ αυτό η πρόωρα -και βλακωδώς- χαμένη Sandy Denny.

Τραγουδούσα μια εποχή με τον Ian Matthews, άλλωστε, με τους Hi-Fi, γεγονός που πολλοί θεωρούσαν ότι ήταν η πιο ανόητη ιδέα η οποία είχε ποτέ υπάρξει, πως αυτό δε θα λειτουργούσε. Ο Ιan κι εγώ είχαμε αντίθετη γνώμη.

Είχα επίσης ανοίξει την συναυλία των Fairport Convention εδώ, στο St Louis, στο πλαίσιο της τελευταίας βορειοαμερικανικής περιοδείας τους με την Sandy.

Είχε σπάσει τον αστράγαλό της και τραγουδούσε από το πιάνο. Κατά τα άλλα, με το ένα χέρι της κρατούσε τσιγάρο και με το άλλο το τασάκι. «Πώς έχει μια τόσο αγγελική φωνή;» αναρωτιόμουν. Φαινόταν να διαχειρίζεται αρκετά ικανοποιητικά το αλκοόλ.

Όχι και τόσο, όπως εκ των υστέρων αποδείχτηκε.

Όχι και τόσο, πράγματι. Ήταν, πάντως, το κάτι άλλο κι είχα απολύτως εντυπωσιαστεί από την περφόρμανς της. Σπουδαίοι καιροί!

Σπουδαίο είναι και το Prodigal Dreamer, το πιο πρόσφατο άλμπουμ των Pavlovs Dog. Ποιος είναι ο ρόλος που διαδραματίζουν τα όνειρα στην καλλιτεχνική και την καθημερινή ζωή σου;

Δυσκολεύομαι να θυμηθώ τα όνειρά μου. Κι όταν τα θυμάμαι, συνήθως πρόκειται για κάτι το οποίο με ξυπνάει απότομα, σαν να πέφτω, χωρίς όμως να πέφτω στην πραγματικότητα.

Σε ό,τι αφορά το Prodigal Dreamer, νομίζω πως είναι το καλύτερό μας άλμπουμ. Είχε αρχίσει ν’ απογειώνεται, κι έπειτα ενέσκηψε ο κορονοϊός. Αυτό ήταν το τέλος του.

Κι η τελευταία σας συναυλία στην Ελλάδα ήταν λίγο πριν την έλευση της «πανδημικής» περιόδου.

Ας ελπίσουμε ότι θα γίνομαι καλύτερος όσο γερνάω, για δεν πρόκειται να εγκαταλείψω την σύνθεση μουσικής και στίχων. Δεν μπορώ να κάνω διαφορετικά.

Ο παππούς μου, ο οποίος ήταν τραπεζίτης, μου είχε κάποτε πει: «Δεν ξέρω τι κάνεις, αλλά τις προάλλες παρακολούθησαν την συναυλία σας χιλιάδες άνθρωποι, οπότε κάτι σωστό θα κάνεις. Συνέχισε, λοιπόν».

Είστε πολύ αγαπητοί εδώ στην Ελλάδα, ξέρεις.

Το ελληνικό κοινό είναι το καλύτερο, γιατί ξέρει τα τραγούδια μου το ίδιο καλά με μένα.

Ευχαριστώ θερμά τoν Evan Garnholz για την καθοριστική συμβολή του στην πραγματοποίηση της συνέντευξης.

Οι Pavlovs Dog εμφανίζονται λάιβ την Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου στην Αθήνα στο Κύτταρο και την Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου στο Principal Club Theater στην Θεσσαλονίκη.