Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βόρεια Μακεδονία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βόρεια Μακεδονία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 26 Αυγούστου 2023

Ρούμενα Μπουζάροφσκα: «Δεν μπορείς να έχεις φεμινισμό χωρίς να εμπλέκονται άντρες»

 

Ρούμενα Μπουζάροφσκα (Φωτογραφία: Γιάννης Κοντός)

Δεινή «ανατόμος» της βορειομακεδονικής κοινωνίας, ταλαντούχα συγγραφέας και μαχητική φεμινίστρια, η Ρούμενα Μπουζάροφσκα είναι και μια εξαιρετική συνομιλήτρια.

Συναντηθήκαμε στο πλαίσιο της 19ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης. Στα ελληνικά κυκλοφορούν δύο συλλογές διηγημάτων της: Ο άντρας μου και Δεν πάω πουθενά.

Για μια συλλογή διηγημάτων τόσο βαθιά ριζωμένη στη γυναικεία/φεμινιστική εμπειρία, το βρίσκω άβολο και ταυτόχρονα συναρπαστικό που τιτλοφορείται Ο άντρας μου. Γιατί συμβαίνει αυτό;

Είναι ένας πολύ καλός τίτλος, νομίζω. Είναι πολύ της καθομιλουμένης. Τον ακούς σε κάθε γλώσσα. Мојот маж, My husband, Ο άντρας μου...

Έχει να κάνει και με τη δομή ολόκληρου του βιβλίου. Όλοι οι αφηγητές των ιστοριών είναι γυναίκες που μιλούν από τη δική τους οπτική γωνία - φαινομενικά για τους συζύγους τους, αλλά στην πραγματικότητα για τις ίδιες.

Υπάρχει επίσης ειρωνεία πίσω από αυτό, επειδή δεν ξέρουν πώς να αυτοπροσδιορίζονται πέρα από την ιδιότητά τους ως παντρεμένων και ότι έχουν σύζυγο.

Θέλησες, λοιπόν, να μεταφέρεις τι σημαίνει -και πώς βιώνεται- το να είσαι παντρεμένη ως γυναίκα.

Αν μια γυναίκα είναι υποψήφια για ένα πολιτικό αξίωμα, το πρώτο που λέει είναι: «Είμαι μητέρα και σύζυγος».

Λες κι αυτό είναι το καθοριστικό χαρακτηριστικό της.

Σε ένα πατριαρχικό πλαίσιο είναι. Οι γυναίκες προσδιορίζονται από το αν έχουν σύζυγο -και ποιος είναι αυτός ο σύζυγος από επαγγελματικής άποψης- ή παιδιά.

Έτσι, το status τους ανεβαίνει αν παντρευτούν και μειώνεται αν δεν το κάνουν. Δεν καθορίζονται από το ποιες είναι οι ίδιες.

Επιπλέον, σε ορισμένες σλαβικές γλώσσες οι καταλήξεις -ova, -ska ή -ovska υποδηλώνουν το ανήκειν σε κάποιον: στην περίπτωση αυτή η γυναίκα ανήκει στον πατέρα και μετά στον σύζυγο.

Γιατί ο πρώτος σύζυγος στις ιστορίες σου ήταν ποιητής;

Ξεκίνησα με αυτή την ιστορία γιατί είναι πολύ πομπώδης. Επίσης, την έγραψα πρώτη, σε περίπου μία ώρα.

Εκείνη την εποχή έπρεπε να διαβάζω τόση πολλή ποίηση που ήταν κακή και δεν μπορούσα να το πω μεγαλοφώνως επειδή οι άντρες προσβάλλονται εύκολα και κατά συνέπεια γίνονται κακοποιητικοί, οπότε εξέφρασα τον θυμό μου μέσω ενός βιβλίου.

Γενικά, είναι πολύ σημαντικό πώς οργανώνεις το βιβλίο σου, και αυτό είναι καλά δομημένο. Προσπάθησα να εναλλάσσω μια αστεία και μια τραγική ιστορία για να μην απογοητευτεί ο αναγνώστης.

Ωστόσο, δε μου αρέσουν ορισμένες από τις ιστορίες που περιλαμβάνονται στο Ο άντρας μου αυτή τη στιγμή, νομίζω πως είναι πιο αδύναμες.

Διατηρείς κριτική στάση απέναντι στη λογοτεχνική παραγωγή σου.

Φυσικά. Ειδικά αν ένα βιβλίο μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες.  

Η αγαπημένη μου ιστορία είναι Η Λίλι. Σε στοιχειώνει.

Πριν γράψω, δημιουργώ τη δομή της ιστορίας. Η διδασκαλία και η ανάλυση της λογοτεχνίας -Carver, Salinger, Flannery OConnor, Fitzgerald- με βοηθά επίσης στη διαδικασία της συγγραφής.

Οι περισσότερες ιστορίες μου προέρχονται από κάτι που ακούω, διαβάζω, βιώνω ή για το οποίο μιλάω με κάποιον και μετά το μεταμορφώνω σε ένα λογοτεχνικό συγκείμενο. Χρειάζεται πολλά συστατικά. Έτσι, με αυτόν τον τρόπο, είναι σαν να μαγειρεύεις!

Πολλοί συγγραφείς -συνήθως άντρες- θεωρούν τις εμπειρίες τους μοναδικές και, ως εκ τούτου, άξιες μυθοπλασίας. Δεν ισχύει κάτι τέτοιο απαραίτητα, και βρίσκω αυτή τη στάση ναρκισσιστική.

Αυτός ο ναρκισσισμός είναι πολύ συνηθισμένος στη λογοτεχνία καθώς και στην ποίηση, γεγονός το οποίο κριτικάρω στο βιβλίο.




Πώς σε αντιμετώπισαν όταν ξεκίνησες ως συγγραφέας, που μάλιστα έθιγε ζητήματα φύλου; Δεν αναφέρομαι απαραίτητα μόνο στους κριτικούς, αλλά και στο ευρύ κοινό.

Δύο ακόμη βιβλία μου είχαν εκδοθεί πριν από το Ο άντρας μου, οπότε το κοινό με γνώριζε ήδη. Στην προηγούμενη δουλειά μου καταπιάστηκα και με ζητήματα πατριαρχίας, αλλά όχι τόσο βίαια. Πάντα βίωνα μια πολύ καλή υποδοχή.

Περιστασιακά, όντως έχω δεχτεί κάποια κριτική επειδή ήμουν μια νεαρή γυναίκα συγγραφέας. Τις προάλλες, εδώ στη Θεσσαλονίκη, κάποια μου είπε ότι ήμουν πολύ χαριτωμένη, σαν να ήμουν νήπιο.

Αυτό μάλλον οφείλεται και στο γεγονός πως κατάγομαι από μια μικρή, φτωχή χώρα. Με εξωτικοποιούν.

Η εξωτικοποίηση των Βαλκάνιων -και όχι μόνο- συγγραφέων και γενικότερα των ανθρώπων, του έργου τους, της ιστορίας τους, των συνηθειών τους είναι βασικό ζήτημα.

Θεωρούμαστε τα «άτακτα», προβληματικά, μη προσαρμοστικά «παιδιά» στο ευρωπαϊκό πλαίσιο;

Για μένα η εξωτικοποίηση σχετίζεται πάντα με τον πόλεμο και με το γεγονός ότι είμαι γυναίκα από τα Βαλκάνια - σαν ένα εξωτικό ζώο. Αλλά δεν αφορά μόνο εμένα.

Ο Istros Books εξέδωσε μια ανθολογία από σύγχρονες Σέρβες και Μαυροβούνιες συγγραφείς με τον τίτλο Βalkan bombshells.

Στο εξώφυλλο του βιβλίου υπήρχε μια καμπυλόγραμμη φιγούρα γυναίκας που έμοιαζε με στιλιζαρισμένη σεξοβόμβα. Ήταν τόσο μισογυνικό και μειωτικό!

Ήταν αρκετά συγκαταβατικοί σχετικά με αυτό που έκαναν στην απάντησή τους. Αλλά καταδεικνύει πώς μας βλέπουν στη Δύση.

Ωστόσο, ακόμη και άνθρωποι από την πρώην Γιουγκοσλαβία συμμερίζονται αυτές τις μειωτικές ιδέες. Για να σου δώσω ένα παράδειγμα, μια θεατρική εκδοχή του Ο άντρας μου ανέβηκε πρόσφατα στο Ζάγκρεμπ της Κροατίας.

Όταν έφτασα, υπήρχε μια μεγάλη αφίσα του Μεγάλου Αλεξάνδρου στον διάδρομο! (Γέλια).

Για μένα, αυτό ήταν πρόκληση: σήμαινε ότι με παρεξηγούν ως δεξιά εθνικίστρια όταν είμαι ακτιβίστρια εναντίον του εθνικισμού. Αυτός ο συνειρμός είναι αηδιαστικός.

Όταν τελείωσε η παράσταση, προς τιμήν μου σέρβιραν φασόλια και κεμπάπ, ένα παραδοσιακό πιάτο. Είναι σαν να σερβίρεις μπουρίτο προς τιμήν ενός σύγχρονου Μεξικανού συγγραφέα.

Ο λογοτεχνικός κόσμος, οι αναγνώστες, από την άλλη, κατανοούν τις έννοιες και τα βιβλία μου έχουν καλή υποδοχή. Δεν είχα ποτέ προβλήματα με τους αναγνώστες ή τους εκδοτικούς οίκους.

Το άλλο ζήτημα είναι πώς βιβλία από την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων φτάνουν το κοινό τους, δεδομένης της έλλειψης κατάλληλης χρηματοδότησης, εκπαιδευμένων μεταφραστών και -ίσως- επαρκούς ενδιαφέροντος.

Μερικές φορές όλα είναι θέμα τύχης. Πρέπει να σταθείς τυχερός.

Μερικές φορές ένας συγγραφέας δεν μπορεί να ταξιδέψει λόγω αναπηρίας ή δεν είναι τόσο επικοινωνιακός όσο εγώ. Προσωπικά, ταξίδεψα σε φεστιβάλ και συμμετείχα σε residencies. Eίναι σημαντικό να μπορείς να παρουσιάσεις τη δουλειά σου εκεί έξω.

Πώς ένας συγγραφέας ξεπερνά αυτά τα εμπόδια με πιο δομικό τρόπο, κατά τη γνώμη σου;

Ίσως η πανδημία μάς έδειξε ότι μπορούμε να κάνουμε πράγματα διαδικτυακά και η δουλειά μας μπορεί να παρουσιαστεί με διαφορετικό τρόπο.

Οι υπόλοιποι παράγοντες που ανέφερες -η χρηματοδότηση, οι μεταφραστές- είναι συστημικού χαρακτήρα και μπορούν να δουλευτούν.

Ωστόσο, δε νομίζω ότι οι Η.Π.Α., για παράδειγμα, ενδιαφέρονται τόσο για την ξένη λογοτεχνία. Πώς τις κάνεις να ενδιαφερθούν; Ίσως αν γίνει άλλος πόλεμος. (Γέλιο).

Το να αναγνωρίζεσαι γι’ αυτό που πραγματικά είσαι και όχι ως ένας εξωτικοποιημένος/θυματοποιημένος «άλλος» - πώς το πετυχαίνεις αυτό;

Μετέφρασα το τελευταίο μου βιβλίο στα αγγλικά. Ουσιαστικά, έπρεπε να γράψω τα πάντα σε δύο γλώσσες και μετά να επιστρέψω στο αρχικό κείμενο γιατί, όταν μεταφράζεις, αναγνωρίζεις τα προβλήματα του αρχικού κειμένου.

Αυτή είναι στην πραγματικότητα η δουλειά ενός επιμελητή, αλλά δεν έχουμε τέτοια κουλτούρα. Απαιτεί χρήματα. Ακόμη και οι Η.Π.Α. δεν έχουν επιμελητές αυτή τη στιγμή στους εκδοτικούς οίκους. Πρέπει να τους πληρώσεις ιδιωτικά.

Η προαναφερθείσα διαδικασία, ωστόσο, δεν ισχύει μόνο για τη συγγραφή και τη μετάφραση.

Κάθε περιθωριοποιημένη ομάδα/κοινότητα πρέπει να κάνει πολύ περισσότερη δουλειά σε κάθε πτυχή της ζωής της για να προχωρήσει.

Αυτή η διαδικασία μας κάνει, όμως, πιο δυνατούς ανθρώπους. Και μόλις πετύχεις τον στόχο σου, αναγνωρίζεσαι ως αυτό που είσαι - συγγραφέας, σε αυτήν την περίπτωση.

Έχοντας ρίζες τόσο στη Βόρεια Μακεδονία όσο και στην Ελλάδα, αισθάνεσαι σαν στο σπίτι σου και στις δύο χώρες ή πρέπει ακόμα να είσαι προσεκτική ως προς το πώς διατυπώνεις τις απόψεις/σκέψεις σου σχετικά με μια σειρά ζητημάτων;

Νομίζω ότι γνωρίζω την πρώην Γιουγκοσλαβία και μιλάω αρκετά καλά την πρώην επίσημη γλώσσα. Καταλαβαίνω λοιπόν τι λένε όλοι και κατανοώ το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο.

Ωστόσο, δεν έχω ζήσει ποτέ στην Ελλάδα, ούτε και η μητέρα μου -που είναι Ελληνίδα- έχει ζήσει εδώ.

Η θεία μου το έκανε, αλλά έφυγε, καθώς δεν περνούσε καλά στη χώρα. Υπήρχε μεγάλη προκατάληψη εναντίον της λόγω της κληρονομιάς της. Ήταν περιθωριοποιημένη.

Έχω μια ισχυρή σχέση με την Ελλάδα μέσω της οικογένειάς μου και του παρελθόντος, αλλά δεν ξέρω καλά τη γλώσσα. Πρέπει να τη μάθω, το δουλεύω.

Δε νιώθω άνετα να λέω μεγαλοφώνως πράγματα μπροστά στα Μ.Μ.Ε. εδώ γιατί δε γνωρίζω το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο.

Γι' αυτό και χάρηκα τόσο πολύ όταν υπογράφηκε το συμβόλαιο με τις Εκδόσεις Gutenberg, θα μεταφράζονταν τα βιβλία μου και θα μπορούσα να ταξιδέψω στην Ελλάδα και να μιλήσω ελεύθερα με τον κόσμο.

Δε θα χρειαζόταν πια να ντρέπομαι γιατί δεν μιλάω καλά ελληνικά. Δεν το κάνω γιατί η οικογένειά μου δεν μπορούσε να επιστρέψει στην Ελλάδα.

Όταν είμαι σπίτι, μπορώ να αναγνωρίσω ένα άτομο από το πώς μιλάει. Στην Ελλάδα, δεν έχω ιδέα τι αξίες έχουν οι άνθρωποι - και μου αρέσει κάπως αυτό! Ωστόσο, θέλω να μάθω περισσότερα για τη χώρα.

Έχει υποχωρήσει ο μισογυνισμός στη Βόρεια Μακεδονία τα τελευταία χρόνια;

Ναι, έτσι νομιζω. Οι νεαρές γυναίκες είναι πολύ πιο μορφωμένες, ευαισθητοποιημένες και συνειδητοποιημένες για το τι συμβαίνει. Είμαι πολύ χαρούμενη με το φεμινιστικό κίνημα στη Βόρεια Μακεδονία.

Yπάρχουν, πάντως, και αντιδράσεις.

Και -θα πρόσθετα- μια κάποια υποκρισία, όταν φεμινιστικές απόψεις, ο φεμινιστικός λόγος ή φεμινιστικές πρακτικές αρθρώνονται/εφαρμόζονται από κατά τα άλλα δεξιά άτομα, ομάδες - ακόμα και κυβερνήσεις.

Κακοποιούν τον φεμινισμό σαν να ήταν μόδα. Σκέφτονται, «Eίναι “in”, “hip” ή “cool”, οπότε θα χρησιμοποιήσουμε αυτές τις λέξεις χωρίς να τις εννοούμε». Λένε, «Αυτή είναι μια φεμινιστική ταινία» μόνο και μόνο για να λάβουν χρηματοδότηση.

Ο φεμινισμός, πάντως, έχει γίνει mainstream. Ακόμη και η ύπαρξή μου ως συγγραφέα -ανάμεσα σε άλλες γυναίκες συναδέλφους- βεβαιώνει ότι τα πράγματα αλλάζουν.

Ωστόσο, δεν μπορούμε να περιμένουμε πως όλα θα αλλάξουν από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά είμαστε σε καλό δρόμο.

Όταν ήμουν είκοσι, δεν καταλάβαινα καν ότι είχα δικαιώματα ή πώς να αντιμετωπίσω την παρενόχληση ή ότι μπορούσα απλώς να πω σε έναν άντρα να σταματήσει να με χαϊδεύει ή να με αγγίζει.

Ένιωθα ντροπή για την παρενόχληση. Αλλά οι νεαρές γυναίκες στις μέρες μας ξέρουν πώς να την αντιμετωπίσουν.

Ας ελπίσουμε ότι θα υπάρξουν πιο απτά αποτελέσματα προς αυτή την κατεύθυνση στο εγγύς μέλλον.

Οι άντρες πρέπει να χειραφετηθούν στη συνέχεια. Και οι άντρες θα χρειαστεί να αρχίσουν να χειραφετούν άλλους άντρες. Δεν μπορείς να έχεις φεμινισμό χωρίς να εμπλέκονται άντρες.

Η συνέντευξη με την συγγραφέα πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της 19ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης (4-7 Μαΐου 2023). Ευχαριστώ τις Εκδόσεις Gutenberg για τη φιλοξενία της στο περίπτερό τους.

Οι συλλογές διηγημάτων της Ρούμενα Μπουζάροφσκα Ο άντρας μου και Δεν πάω πουθενά κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Gutenberg σε μετάφραση της Αλεξάνδρας Ιωαννίδου.



Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2022

Tεόνα Στρούγκαρ Μιτέφσκα: «Ουδέποτε βιώσαμε τη διαδικασία συμφιλίωσης στη Γιουγκοσλαβία»

 

Τεόνα Στρούγκαρ Μιτέφσκα (Φωτογραφία: Γιάννης Κοντός)

Βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα, η γλυκόπικρη ταινία Ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στον κόσμο της Βορειομακεδόνισσας Τεόνα Στρούγκαρ Μιτέφσκα εμβαθύνει στο τραύμα των πολέμων στη Βοσνία και στην αναζήτηση της ευτυχίας.

Συναντηθήκαμε με την σκηνοθέτρια στο πλαίσιο του 63ου ΦΚΘ. Το φιλμ της προβάλλεται και στο 35ο Πανόραμα Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου την Πέμπτη 24 Νοεμβρίου.

Η γλυκόπικρη τελευταία σου ταινία Ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στον κόσμο αφορά στην αναζήτηση και το βίωμα της ευτυχίας. Πώς την ορίζεις, λοιπόν, ως υπαρξιακή κατάσταση και σχέση γενικότερα;

Για μένα η ευτυχία έχει να κάνει με το να ειρηνέψεις με τον εαυτό σου, με την κατανόηση και την αποδοχή όσων σε περιβάλλουν. Μόλις το πετύχεις, νιώθεις εμψυχωμένος να αντιδράσεις, να κάνεις κάτι.

Οπότε ευτυχία είναι και η ικανότητα να μπορείς ν’ αλλάζεις τα πράγματα όχι μόνο στη ζωή σου, αλλά και στο περιβάλλον σου.

Όσον αφορά στο φιλμ, ο κακομοίρης ο Ζόραν, ο πρωταγωνιστής, δε θα βρει ποτέ την ευτυχία, αλλά το παλεύει.

Γι’ αυτό και κάνει το πρώτο βήμα αναλαμβάνοντας την ευθύνη για τις πράξεις του και ζητώντας συγχώρεση, ώστε ίσως να μπορέσει να βρει την εσωτερική ειρήνη.

Η ζωή είναι γεμάτη εκπλήξεις- για σένα απρόσμενες καταστάσεις και συναντήσεις, όπως ανέφερες στο Q&A μετά την προβολή της ταινίας σου στο 63ο ΦΚΘ.

Αν δεν ήξερα ότι το σενάριο βασιζόταν σε πραγματικές εμπειρίες της Έλμα Τάταραγκιτς, θα μου ήταν πολύ επώδυνο να πιστέψω μια τέτοια πραγματικότητα.

Το φιλμ αφορά στη συμφιλίωση, στην ανθρώπινη ανάγκη να καταλάβεις τα πράγματα. Ουδέποτε βιώσαμε τη διαδικασία συμφιλίωσης στη Γιουγκοσλαβία.

Ούτε και σε άλλες χώρες υπήρξε.

Στη Νότια Αφρική επιτεύχθηκε, το ίδιο και στη Γερμανία -κατά κάποιον τρόπο- ή στη Χιλή. Στην πρώην Γιουγκοσλαβία ήμασταν πολύ ξεροκέφαλοι, νομίζω.

Στο πεδίο της τέχνης αυτό έχει συμβεί, είναι όμως φρικτό που οι πολιτικοί δεν έχουν προχωρήσει. Μας μισώ γι’ αυτό.

Δυστυχώς, το κίνημα για τη συμφιλίωση πρέπει να ξεκινήσει από τις πολιτικές δομές. Τη χρειαζόμαστε για να χτίσουμε ένα μέλλον. Είναι τόσο απλό!

Η Έλμα υπήρξε πολύ γενναία αποφασίζοντας να μετασχηματίσει -σε έναν βαθμό, έστω- τόσο επώδυνα βιώματα σε σενάριο και κατόπιν, με τη συμβολή σου ως σκηνοθέτριας, σε ταινία.

Αυτή της τη γενναιότητα σκεφτόμουν χτες μετά την προβολή, γιατί αφηγούμενη αυτή την ιστορία, βασικά απογυμνώνεται, αποκαλύπτοντας το πιο βαθύ μυστικό που κουβαλούσε μέσα της.

Όσο βρισκόμουν στη Βοσνία για την προετοιμασία του φιλμ, αναρωτιόμουν μήπως οι άνθρωποι εκεί γνώριζαν κάτι που ο υπόλοιπος κόσμος δε γνωρίζει.

«Χρειάζεται η ανθρωπότητα να εμπλακεί σε πολέμους για να αφυπνιστεί;» σκέφτηκα κατόπιν. Η ζωή έχει να κάνει με την ομορφιά και τόσα άλλα πράγματα, εξάλλου.

Η αποκάλυψη, επομένως, αυτών των βιωμάτων είναι και μια γενναιόδωρη απόφαση και -κατά κάποιον τρόπο- το δώρο της στον κόσμο.

Ποιος θα φανταζόταν ότι αυτή η δυναμική, λυγερόκορμη, πανύψηλη αμαζόνα θα είχε βιώσει τόσο τραυματικές καταστάσεις...

Η επισήμανσή σου είναι πολύ ενδιαφέρουσα. «Ποτέ μην κάνεις casting την προφανή επιλογή», είναι το μότο μου! Η Έλμα είναι η αμαζόνα που έχει περάσει μια κόλαση.

Στο Βερολίνο είχα κάποτε αγοράσει ένα μαγνητάκι από αυτά που τοποθετούμε στο ψυγείο με τη φράση της Λουίζ Μπουρζουά, «Πέρασα μια κόλαση, και επέστρεψα». Είναι υπέροχη!




Δε χρειάζεται να προστεθεί κάτι άλλο. Πώς διάλεξες τις/τους ηθοποιούς σου, λοιπόν;

Το πιο σημαντικό ήταν να συνθέσω την ομάδα. Προφανώς πρόκειται για την ιστορία της Άσια και του Ζόραν, αλλά οι ιστορίες και των υπόλοιπων χαρακτήρων τροφοδοτούν την αλήθεια αυτής της ιστορίας.

Κατά περίεργο τρόπο, πρώτα βρήκα τον ηθοποιό που υποδύεται τον Ζόραν, τον Adnan Omerović.

Κατάγεται από τη Ζένιτσα και είναι παιδί κομμουνιστικής οικογένειας: στη Βοσνία τους αποκαλούν «Οι κόκκινοι». Ο ίδιος είναι μαρξιστής, κοινωνικά συνειδητοποιημένος και μουσικός.

Δεν τον επέλεξα μέχρι που βρήκα την Jelena Kordić Kuret, δεδομένου ότι η ταινία έχει να κάνει με την ενέργεια που «εκλύεται» μεταξύ των δύο χαρακτήρων. Όταν, επομένως, συνάντησα την Jelena, κάτι συνέβη ανάμεσά τους.

Λατρεύω την ενέργεια που υπερβαίνει τη λογική και την κατανόηση και την πιθανότητα της αγάπης μεταξύ αυτών των χαρακτήρων.

Μου έλεγε η Έλμα: «Συνάντησα αυτόν τον άνθρωπο, ακούγαμε την ίδια μουσική, διαβάζαμε τα ίδια βιβλία, θα μπορούσαμε να είμαστε οι καλύτεροι φίλοι». Θα έπρεπε, άρα, να υπάρχει μια ορισμένη κατανόηση ανάμεσα στους δύο χαρακτήρες.

Το σενάριο και η υποκριτική των ηθοποιών αποπνέουν την αίσθηση της βιωμένης εμπειρίας- κι αυτό καθιστά την παρακολούθηση της ταινίας σου συναρπαστική και συγκινητική. Ως θεατής, αισθανόμουν σαν να καθόμουν δίπλα τους.

Είναι όμορφο αυτό που λες! Το ζητούμενο είναι η ενσάρκωση ενός χαρακτήρα, το να είσαι και όχι να υποδύεσαι. Σ’ αυτό συνίσταται η συνεργασία με τις/τους ηθοποιούς.

Έχω λατρέψει κατά το παρελθόν να δουλεύω με μη επαγγελματίες ηθοποιούς, αλλά αποφάσισα να σταματήσω να το κάνω γιατί φέρω μια ηθική ευθύνη απέναντί τους καθοδηγώντας τους, και από ένα σημείο και εξής δεν μπορείς να προχωρήσω άλλο.

Με τις/τους επαγγελματίες ηθοποιούς, αντιθέτως, μπορώ να προχωρήσω παραπέρα γιατί είναι κομμάτι της διαδικασίας. Γι’ αυτό και τους διάλεξα και τους ώθησα στα όριά τους, ώστε να φτάσουμε στο επιθυμητό σημείο.

To στοιχείο της καλώς εννοούμενης θεατρικότητας είναι παρόν στην ταινία σου, όπως ήταν και σ’ αυτή του Alen Drljević Οι άντρες δεν κλαίνε.

Ήταν κάτι συνηθισμένο μετά τον τερματισμό του πολέμου στη Βοσνία τέτοια εργαστήρια/σεμινάρια/τόποι συνάντησης;

Συνέβαιναν. Άλλωστε η Έλμα γνώρισε τον υπαίτιο των όσων υπέστη σε ένα εργαστήριο συγγραφής σεναρίου όταν ήταν φοιτήτρια. Σ’ αυτό συμμετείχαν άτομα και από τις τρεις πλευρές, συμπεριλαμβανομένης και της κροατικής.

Τέτοια εργαστήρια ήταν κομμάτι του ευρωπαϊκού κινήματος για τη συμφιλίωση, κάτι που διήρκεσε λίγο και δυστυχώς δεν είχε συνέχεια.

Γιατί απέτυχε; Λόγω αντιστάσεων από την πλευρά των αντίστοιχων κοινοτήτων ή υπήρχαν και ζητήματα χρηματοδότησης;

Οι Συμφωνίες του Ντέιτον έκαναν τη Βοσνία μια χώρα που -ακόμα και σήμερα- είναι αδύνατον να κυβερνηθεί.

Ο τρόπος που ανοικοδομήθηκε ήταν καταστροφικός. Ήταν σαν όλα να έγιναν ώστε να μη λειτουργούν, γιατί οι ντόπιοι ουδέποτε εντάχθηκαν στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων.

Δεν μπορείς να επιβάλεις τον ευρωπαϊκό μας τρόπο λειτουργίας σε μια βαλκανική χώρα.

Κατά κάποιον τρόπο, αυτό που κάναμε στην ταινία θα μπορούσε να λειτουργήσει στα Βαλκάνια! Είναι ένα αμερικανο-ευρωπαϊκό μοντέλο επανεπινοημένο με έναν βαλκανικό τρόπο.

Κι εσύ κατάγεσαι από την πρώην Γιουγκοσλαβία- αν και όχι από τη Βοσνία, αλλά από τη Βόρεια Μακεδονία. Πώς βίωσες τη διάλυση αυτής της χώρας;

Ήταν κάτι φρικτό!

Όταν συνέβαινε ο πόλεμος στη Βοσνία, σπούδαζα στις Η.Π.Α. Ούτε καν ήθελα να ακούσω γι’ αυτόν.

Για πολλά χρόνια ήμουν απολύτως θυμωμένη -απέναντι στον κόσμο, απέναντι στους Σέρβους λόγω του εθνικισμού τους- και απογοητευμένη, και δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί.

Ίσως αυτό το φιλμ να είναι η συμφιλίωσή μου με το τέλος της Γιουγκοσλαβίας και με αυτό που υπήρξα, γιατί ήμουν η Γιουγκοσλαβία: η μητέρα μου είναι Μαυροβούνια, ο πατέρας μου κατάγεται από τη Βόρεια Μακεδονία.

Σε μια τηλεοπτική συνέντευξη όπου ήμουν παρούσα ρώτησαν έναν πολεμικό ανταποκριτή πότε θα επιλυθεί η κατάσταση στη Βοσνία. «Μόνο όταν πεθάνει η γενιά όσων γεννηθεί τη δεκαετία του 1970», απάντησε.

«Γαμώτο! Είμαι αυτή η γενιά», σκέφτηκα, «το ίδιο και η Άσια και ο Ζόραν. Δε θέλω να το πιστέψω, αλλά ίσως είναι αλήθεια. Είναι φρικτό!»




Δε συμφωνώ, το βρίσκω κυνικό. Αν δεν αντιμετωπίσεις όσα σε βασανίζουν -ως άνθρωπο, κοινότητα, κοινωνία, χώρα-, καμία βιώσιμη λύση δε θα προκύψει ποτέ. Τα προβλήματα παραμένουν όσο δεν κάνεις κάτι για να τα λύσεις.

Ακριβώς! Έχεις δίκιο.

Είχα μια μακρά συζήτηση με τον γιο μου που σπουδάζει φιλοσοφία. Πάντα είμαι θιασώτρια της ελευθερίας της έκφρασης.

Μου είπε, λοιπόν, τις προάλλες: «Υποστηρίζω τη λογική, η λογική έχει να κάνει με την κατανόηση. Η ελευθερία της έκφρασης πηγάζει από αυτή».

Χρησιμοποιείς τη μουσική με εξαιρετικό τρόπο, ιδίως προς το τέλος του φιλμ. Τι σηματοδοτεί η επιλογή της συγκεκριμένης σύνθεσης;

Είναι του Γιόχαν Γιόχανσον, ξέρεις.

Τον συνάντησα όταν ετοίμαζε την προτελευταία του ταινία στα Μπίτολα, στο Φεστιβάλ των αδελφών Μανάκια. Αυτό συνέβη πριν γίνει μεγάλο όνομα.

Μου έστειλε μουσική για να ακούσω. Ήταν τέλεια για το φιλμ μου, και τη χρησιμοποίησα κατόπιν άδειας από τον ατζέντη και τον μάνατζέρ του.

Είναι η φωνή, η ψυχή της Άσια. Η κινηματογραφική κάθαρση, η εύρεση της ευτυχίας για την οποία συζητούσαμε στην αρχή της κουβέντας μας.

Ποιος είναι ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στον κόσμο; Εκείνη, γιατί βρήκε την ειρήνη της. Ίσως τώρα μπορέσει να «κατασκευάσει» τον εαυτό της.

Είμαι λάτρης του Σαράγεβο και των ανθρώπων του, και ανησυχώ πολύ για το μέλλον τους. Είναι μια πόλη που κι εσύ αγαπάς;

Απολύτως! Για μένα αυτή η ταινία είναι ένα ερωτικό ποίημα στο Σαράγεβο, και το Φεστιβάλ του Σαράγεβο ανέκαθεν με υποστήριζε πάρα πολύ.

Όταν κάποιος από τους χαρακτήρες λέει, «Λυπάμαι μονάχα για το Σαράγεβο», είναι η πιο προσωπική ατάκα της Έλμα. Μ’ αυτό το φιλμ επιστρέφω στις καταβολές μου, που είναι μια βοσνιακή ιστορία.

Είσαι ένας πολύ παθιασμένος και δραστήριος άνθρωπος. Πόσο δύσκολο ή συναρπαστικό είναι να διοχετεύεις αυτά τα χαρακτηριστικά σου στη δημιουργία ταινιών, κάτι που απαιτεί πειθαρχία και αυτοέλεγχο;

Ουφ, δεν έχω ιδέα!

«Πώς είναι να είσαι εσύ;» με ρώτησε πρόσφατα μετά από μια προβολή μια γυναίκα.

«Δυνατή! Είναι η στιγμή στη ζωή σου που συνειδητοποιείς και αποδέχεσαι ποια είσαι, που δίνεις στον εαυτό σου την άδεια να είναι αυτός ο οποίος είναι, θέλει να είναι, και επιλέγει να είναι. Είσαι η αρχή και το τέλος των πάντων», της απάντησα.

Ως γυναίκα, δεν είχα ποτέ την πλήρη αυτοπεποίθηση να είμαι ο εαυτός μου, γιατί μεγάλωσα σ’ αυτόν τον κόσμο, και στα Βαλκάνια. Χρειάστηκα, επομένως, περισσότερο χρόνο για να δώσω στον εαυτό μου αυτή την άδεια.

Βάζω πολλή ενέργεια στη δημιουργία ενός φιλμ, και ίσως περισσότερη στη διανομή  του, γιατί οι ταινίες μου είναι εγώ και οι συνεργάτες μου. Είναι, άρα, πολύ σημαντικό να τις υπερασπιζόμαστε. Πρέπει να λειτουργείς σαν στρατιώτης.

Τόσοι άνθρωποι μου έχουν δώσει μια χείρα βοηθείας, υπάρχει τόση ομορφιά στον κόσμο- το λιγότερο που που σου αναλογεί είναι να κάνεις το ίδιο.

Όταν πρόσφατα πήγα στο Κίεβο για την προβολή του φιλμ, με ρωτούσαν γιατί το έκανα.

Γιατί το έκανες;

«Ποιος θα το κάνει, αν όχι και εγώ;» τους απάντησα. Ένιωσα την ανάγκη να το μοιραστώ, να συζητήσουμε με τους συναδέλφους μου, να δείξω αλληλεγγύη. «Γιατί βομβαρδίζονται αυτοί και όχι εγώ;» δε σταμάτησα ν’ αναρωτιέμαι.

Ο πόλεμος είναι κάτι τόσο άδικο! Η διανομή, λοιπόν, είναι η πιο μεγάλη μας μάχη, για να δουν τις ταινίες μας οι νεότεροι, που δεν τις βλέπουν γιατί δεν τους εκπαιδεύουμε.

Η ομορφιά του σινεμά και αυτού που μπορεί να σου δώσει είναι τα πάντα, γι’ αυτό και είναι μια τόσο όμορφη τέχνη. Ανοίγει τόσες διεξόδους μέσα σου.

Όταν σταματάς να σκέφτεσαι, σταματάς και να υπάρχεις. Και ο κινηματογράφος είναι κομμάτι αυτής της διαδικασίας στοχασμού και ανάληψης ενεργητικού ρόλου.

Η συνέντευξη με την σκηνοθέτρια πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του 63ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.

Ευχαριστώ θερμά τον Δημήτρη Κερκινό, υπεύθυνο του τμήματος Ματιές στα Βαλκάνια στην οποία συμμετείχε το φιλμ, για την πολύτιμη συμβολή του στον προγραμματισμό της.

Η ταινία της Τεόνα Στρούγκαρ Μιτέφσκα Ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στον κόσμο προβάλλεται στο Διεθνές Διαγωνιστικό του 35ου Πανοράματος Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου την Πέμπτη 24 Νοεμβρίου (κινηματογράφος Έλλη, 22:00).



Παρασκευή 12 Νοεμβρίου 2021

Dina Duma: «Εξακολουθούμε να ζούμε σε μια πατριαρχική κοινωνία»

 

Dina Duma (Φωτογραφία: Γιάννης Κοντός)

Η τοξική φιλία δύο έφηβων κοριτσιών -και οι συνέπειές της- με φόντο την εποχή των social media βρίσκεται στο επίκεντρο της εξαιρετικά ερμηνευμένης ταινίας Κολλητές, σε σκηνοθεσία της βορειομακεδονικής καταγωγής Dina Duma.

Συναντηθήκαμε με την νεαρή σκηνοθέτρια στο πλαίσιο του 62ου ΦΚΘ, όπου το φιλμ της πραγματοποίησε με επιτυχία την ελληνική πρεμιέρα του.

Από πού πηγάζει η τόσο βαθιά σχέση σου με τις νεότερες γενιές, όπως αποτυπώνεται στο μεγάλου μήκους ντεμπούτο σου μυθοπλασίας Κολλητές;

Αναφέρεσαι στην τοξική φιλία των δύο πρωταγωνιστριών.

Τοξική ή όχι, ενδιαφέρομαι για την αποτύπωσή της.

Κάθε γυναίκα έχει μια φίλη σαν την Jana σε κάποια στιγμή της ωρίμανσής της και κάθε άνθρωπος έχει συναντήσει ένα τέτοιο κορίτσι.

Η δικιά μου σχέση με τις νεότερες γενιές είναι ένα κομμάτι αυτής της ωρίμανσης.

Ηλικιακά είσαι πολύ κοντά στη γενιά των πρωταγωνιστριών. Νιώθεις κοντά στις ανησυχίες, τα ενδιαφέροντα, τις επιθυμίες της;

Όταν ξεκίνησα να γράφω το σενάριο, ήμουν ακόμα νεότερη, οπότε θυμόμουν πώς ήταν να είσαι έφηβη, γιατί κι εγώ σχεδόν έφηβη ήμουν τότε. Αυτές οι αναμνήσεις παρέμειναν, λοιπόν.

Κάναμε casting επί ένα εξάμηνο και κουβέντιασα με πολλά κορίτσια μεταξύ δεκαπέντε και δεκαοκτώ χρονών, επομένως ο κόσμος που προσπάθησα να χτίσω με το φιλμ ήταν εμπνευσμένος από τις ιστορίες και τις εμπειρίες τους.

Εμπνεύστηκε και από αναμνήσεις από τη διά σου παιδική και εφηβική ηλικία;

Ναι, εμπνεύστηκε από ένα πραγματικό γεγονός που συνέβη στο σχολείο μου καθώς μεγάλωνα.

Ένα κορίτσι κι ένα αγόρι έκαναν σεξ και κάποιο άτομο τους βιντεοσκόπησε.

Εκείνη την εποχή δεν υπήρχε το Instagram, όπως στην ταινία. Υπήρχε, όμως, το Facebook. Κάποιος ανέβασε το βίντεο στο διαδίκτυο κι έγινε viral. To κορίτσι αναγκάστηκε να φύγει από την πόλη, αλλά το αγόρι έγινε ήρωας στο σχολείο.

Κανένας δεν υποστήριξε το νεαρό κορίτσι, μονάχα το έκριναν, κι εκείνο αισθάνθηκε ντροπή. Αυτή η ντροπή παρέμεινε σε όλα τα κορίτσια, σε εμάς, κι είναι ακόμα παρούσα.



Είναι ξεκάθαρο πως οι γυναίκες υφίστανται διαφορετική μεταχείριση από τους άντρες όσον αφορά σε συγκεκριμένες συμπεριφορές.

Εξακολουθούμε να ζούμε σε μια πατριαρχική κοινωνία και στην πατρίδα μου, νομίζω. Είναι πολύ σημαντικό να ξεκινήσουμε μια συζήτηση.

Σε ποιο στάδιο βρίσκεται, λοιπόν, συζήτηση για το έμφυλο ζήτημα, για την επανερμηνεία/ανατροπή των ρόλων στη Βόρεια Μακεδονία;

Τον Δεκέμβριο ξεκινά η κυκλοφορία των Κολλητών στη χώρα μου, οπότε ελπίζω να προκαλέσει συζητήσεις και ίσως να προγραμματιστούν προβολές σε σχολεία.

Υπάρχουν φραγμοί ανάμεσα στη νεότερη και τις μεγαλύτερες γενιές, ιδίως στο επίπεδο των θεσμών.

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν (ανα)διαμορφώσει τη ζωή και τη σχέση μας τόσο με τον εαυτό μας όσο και με τους άλλους, κι αυτό αποτυπώνεται στην αφήγησή σου. Πόσο έντονος είναι ο αντίκτυπός τους στη χώρα σου;

Είναι μεγάλος ο αντίκτυπος στο πώς κάνουμε σχέσεις και βιώνουμε την καθημερινή ζωή μας.

Δεν έχουμε επίγνωση ότι η νεότερη γενιά γεννήθηκε με τη συγκεκριμένη τεχνολογία, και είναι πολύ συνηθισμένη σ’ αυτόν τον τρόπο επικοινωνίας, οπότε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μετατρέπονται σε ένα ολόκληρο παράλληλο μυστικό σύμπαν.

Κι εγώ, εξάλλου, χρησιμοποιώ αυτά τα μέσα, είμαι «εθισμένη».

Πώς καταφέρνεις ν’ αποφύγεις των περαιτέρω «εθισμό»;

Ιδίως κατά την περίοδο της πανδημίας βασιζόμουν πολύ στα social media, γιατί ένιωθα μόνη. Αλλά αυτή η ενασχόληση μάς έκανε ακόμα πιο μοναχικούς, γιατί η πραγματική επαφή δεν μπορεί ποτέ να αντικατασταθεί.

Αν τα αντιμετωπίσεις ως «εθισμό», πρέπει να μείνεις μακριά από αυτά βιώνοντας την πραγματική ζωή και το πραγματικό τώρα!

Η χρήση του υδάτινου στοιχείου συνδέεται στενά και βαθιά με τη φιλμική αφήγηση, λειτουργώντας ως μεταφορά για την αστάθεια των κεντρικών χαρακτήρων, της Maya και της Jana, και της μεταξύ τους σχέσης.

Για μένα το νερό αντιπροσωπεύει τον άξονα του βασικού χαρακτήρα, γιατί πάντα αισθάνεσαι ένα κίνδυνο όταν αυτό εμφανίζεται.

Στην αρχή είναι κάτι παιχνιδιάρικο, αλλά σταδιακά εξελίσσεται σε βάρος.

Η ταινία σου αποπνέει μια υποχθόνια, ανησυχαστική αίσθηση, κι αυτό τη διαφοροποιεί από την πλειονότητα πολλών αντίστοιχων. Είχες εξ αρχής κατά νου την απόδοση αυτής της αίσθησης μέσα από την κινηματογράφησή σου;

Ακόμα κι όταν φανταζόμουν το φιλμ, πριν καν ξεκινήσω να γράφω το σενάριο, ήταν έτσι.



Εκτός από τη σκοτεινιά που τη χαρακτηρίζει, απουσιάζει σχεδόν ολοκληρωτικά μια αίσθηση κάθαρσης. Συμφωνείς; Ή θεωρείς ότι προκύπτει μια αναγνώριση, έστω, του τι πήγε στραβά;

Νιώθω πως υπάρχει κάθαρση και για τους δύο χαρακτήρες, ιδίως με την τελευταία σκηνή. Σε κάθε περίπτωση, πρόθεσή μου ήταν το τέλος να είναι κάπως ανοιχτό και να το αφήσω στη φαντασία του κοινού.

Επιστρέφοντας στις πρωταγωνίστριές σου, ήταν εξαιρετικά πειστικές, αν και απολύτως άπειρες υποκριτικά.

Ήταν πολύ σημαντικό να βρω τις κατάλληλες ηθοποιούς.

Επί τέσσερις μήνες περάσαμε πολύ χρόνο παρέα, μοιράστηκαν μαζί μου κάποιες εμπειρίες τους, κι έτσι δημιουργήσαμε τους αντίστοιχους χαρακτήρες.

Τους επιτράπηκε να διαβάσουν το σενάριο μόνο μια φορά και τους ζήτησα να το ξεχάσουν και να βάλουν τον εαυτό τους στους χαρακτήρες, ενώ οι γονείς τους το διάβασαν για να εγκρίνουν τη συμμετοχή τους, καθώς ήταν ανήλικες.

Δεν είναι τόσο συνηθισμένο να επιτυγχάνεται αυτός ο βαθμός πειστικότητας σε υποκριτικό επίπεδο.

Χαίρομαι!

Η ολοκλήρωση του μεγάλου μήκους ντεμπούτου σου μυθοπλασίας σού προσφέρει μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση για το μέλλον σου;

Ασφαλώς, αλλά μου δημιουργεί και πολύ μεγαλύτερη ευθύνη όσον αφορά στα επόμενα βήματά μου.

Ποια είναι η κατάσταση της κινηματογραφικής βιομηχανίας στη Βόρεια Μακεδονία και πώς οραματίζεσαι τον εαυτό σου εντός του συγκεκριμένου πλαισίου;

Δυστυχώς, έχουν υπάρξει περικοπές στον προϋπολογισμό και εξαιτίας της πανδημίας. Ο πολιτισμός είναι από τις τελευταίες προτεραιότητες στη χώρα μου, κι αυτό συνιστά πρόβλημα.

Χαίρομαι, ωστόσο, που γυναίκες σκηνοθέτριες υποστηρίζονται τώρα και τους δίνεται μια ευκαιρία, κάτι που δε συνέβαινε πριν. Υπάρχει, επίσης, μεγαλύτερη ανοιχτότητα απέναντι σε ανθρώπους νεότερων ηλικιών.

Βλέπουμε τα αποτελέσματα αυτών των αποφάσεων και θα συνεχίσεις να βλέπεις καλές ταινίες από τη χώρα μου!

Τι είδους φιλμ ή δημιουργούς προτιμάς;

Τείνω να παρακολουθώ οτιδήποτε καινούριο και φρέσκο κυκλοφορεί, αλλά όταν γράφω ένα σενάριο δεν παρακολουθώ τίποτα, γιατί με επηρεάζει, και θέλω να μείνω απομονωμένη.

Αγαπώ τη δουλειά της Andrea Arnold και του Τόμας Βίντερμπεργκ.

Πώς βίωσες τη φεστιβαλική σου εμπειρία ως πρωτοεμφανιζόμενη στη Θεσσαλονίκη; Αγχωμένα, με ενθουσιασμό, με περιέργεια;

Με όλα αυτά τα συναισθήματα, καθώς πολλά από τα φεστιβάλ δε λαμβάνουν χώρα κανονικά, οπότε δεν είναι δυνατόν να ταξιδέψω. Το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης έχει πολύ καλό κοινό, και το Q&A μετά την πρεμιέρα των Κολλητών διήρκεσε πολύ.

Αγαπώ, εξάλλου, την πόλη!

Η συνέντευξη με την Dina Duma πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του 62ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (4-14 Νοεμβρίου).

Ευχαριστώ θερμά τον Δημήτρη Κερκινό, «ψυχή» της ενότητας Ματιές στα Βαλκάνια στο πλαίσιο της οποίας εντάσσεται το φιλμ, για την πολύτιμη συνδρομή του στον προγραμματισμό της συνέντευξης.

Η ταινία της Dina Duma Κολλητές προβάλλεται στη διαδικτυακή πλατφόρμα του 62ου ΦΚΘ μέχρι την ολοκλήρωσή του.