Συγγραφέας του
ανησυχαστικού μυθιστορήματος πολιτικής φαντασίας Μπλε άσπρο μαύρο, ο
Γαλλοαλγερινός Καρίμ Αμελάλ περιγράφει μια δυστοπική Γαλλία, όπου η Ακροδεξιά
έχει «σαρώσει» στις εκλογές και επιβάλλει στρατιωτικό νόμο και καθεστώς απάρτχαϊντ. Συζητάμε μαζί του, με αφορμή την
τρέχουσα πολιτική κατάσταση στη Γαλλία και το μυθιστόρημά του, το οποίο πρόσφατα κυκλοφόρησε στα ελληνικά
από τις εκδόσεις Πόλις.
«Στη μάχη των ιδεών, το Εθνικό Μέτωπο έχει
επικρατήσει», έχεις δηλώσει. Ποιες ήταν οι αδυναμίες, οι αποτυχίες και οι ανεπάρκειες
των παραδοσιακών πολιτικών κομμάτων τόσο της Αριστεράς (κομμουνιστικής,
σοσιαλιστικής, τροτσκιστικής), όσο και της Δεξιάς στη Γαλλία, που επέτρεψαν
στην Ακροδεξιά, όπως αυτή εκπροσωπείται από την Μαρίν Λε Πεν, να αποκτήσει
τέτοια ανησυχητική δυναμική τα τελευταία χρόνια;
Επί 20 χρόνια, και τα 2 «κυβερνητικά
κόμματα» από την Αριστερά και τη Δεξιά έχουν έρθει αντιμέτωπα με τον αυξανόμενο
ρόλο του Εθνικού Μετώπου στο πολιτικό τοπίο και την αρπαγή των παραδοσιακών
«πελατών» τους από αυτό, ιδίως της εργατικής τάξης και όσων είναι- ή
αισθάνονται- μη προνομιούχοι και αποτυχημένοι. Αντί να προσπαθήσουν να ανακτήσουν
αυτούς τους ψηφοφόρους εφαρμόζοντας αντίστοιχη πολιτική, αλλάζοντας το παράδειγμα
ή σκεπτόμενα νέες προτάσεις που να αποσκοπούν, για παράδειγμα, στο να ανταποκριθούν
στην ανάγκη προστασίας, την οποία νιώθει μεγάλο μέρος του πληθυσμού, τι έκαναν
και
τα 2 κυρίαρχα κόμματα;
Πρώτον, εφάρμοσαν την ίδια
πολιτική. Δεύτερον, προσέγγισαν το ιδεολογικό πεδίο του Εθνικού Μετώπου «ανακυκλώνοντας»
τις αντιλήψεις του σε σχέση με τη μετανάστευση, την ταυτότητα, την αντι-ισλαμική
αίσθηση, την αψήφηση της Ε.Ε. κ.τ.λ. Πρόεκυψε, έτσι, ένα «θόλωμα» των διαχωριστικών
γραμμών και μια αδυναμία να διακρίνεις πραγματικά τη Δεξιά από την Αριστερά, αλλά
και η υποβάθμιση των ιδεών του Εθνικού Μετώπου από μεγάλα κομμάτια της
κοινωνίας. Ο Ζαν-Μαρί Λε Πεν, πατέρας της Μαρίν Λε Πεν, συνήθιζε να λέει στη δεκαετία
του ’80 ότι η «λεπενοποίηση των μυαλών
είναι σε εξέλιξη», κι αυτό ακριβώς συμβαίνει!
Πράγματι, αυτό που είναι ιδιαιτέρως
εκπληκτικό τα τελευταία 10 χρόνια είναι το πώς ιδέες προερχόμενες από την Ακροδεξιά
έχουν διαχυθεί όχι μόνο στο λόγο δεξιών και σοσιαλιστών, αλλά επίσης και στο
σύνολο της γαλλικής κοινωνίας, διεισδύοντας σε όλα τα στρώματα της κοινής γνώμης.
Αυτή είναι, ίσως, η αφετηρία και ένα από τα βασικά ζητήματα του βιβλίου μου: πώς
εμείς, ως Γάλλοι, τόσο ως δεξιοί όσο και ως σοσιαλιστές, έχουμε ευαισθητοποιηθεί
απέναντι στα θέματα και, πέραν αυτού, στην κοσμοαντίληψη της Ακροδεξιάς,
καθιστάμενοι, τελικά, απαθείς απέναντι στο λόγο της.
Όταν η Μαρίν Λε Πεν μιλά για
την «εθνική προτίμηση» ή τη “remigration”
(σημ.: την «επαναπροώθηση» των μεταναστών στους τόπους καταγωγής τους), δε νοιαζόμαστε
πλέον. Λες κι ο ιός είχε εμβολιαστεί στο σώμα μας για πολύ καιρό και η επίδρασή
του συμβαίνει. Όταν απουσιάζει ένας αντίθετος λόγος- σχετικά με αξίες, ανισότητες,
τη νεολαία, τα προάστια, το ποιοι είμαστε ως έθνος αντιμετωπίζοντας την
τρομοκρατία-, η προστατευτική, εθνικιστική, και βεβαίως ρατσιστική, επίσης,
ιδεολογία της Ακροδεξιάς έχει εξαπλωθεί και κυριαρχήσει.
Για παράδειγμα, η ιδέα της
ταυτότητας βρίσκεται στον πυρήνα της διανοητικής αντιπαράθεσης για χρόνια, το Ισλάμ
έχει προσδιοριστεί ως ο νούμερο 1 εχθρός και η μετανάστευση γίνεται αντιληπτή ως
ένα από τα μείζονα ζητήματα στη Γαλλία και αιτία οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων,
παρόλο που η ροή νόμιμων μεταναστών είναι σταθερή τις τελευταίες 2 δεκαετίες.
Αυτές οι τάσεις θα μπορούσαν να αυξηθούν τα επόμενα 5 χρόνια, ακόμα κι αν η Μαρίν
Λε Πεν ηττηθεί στις 7 Μαΐου.
Διαβάζοντας
το Μπλε άσπρο μαύρο έτεινα να νιώθω ότι
στόχευες εμφατικά να αποκαταστήσεις την εξαιρετικά κακοπαθημένη,
καρικατουρίστικη εικόνα του Γάλλου Μουσουλμάνου. Είναι έτσι; Και γιατί ο αφηγητής,
ένα άτομο στα πρόθυρα ανάληψης ενεργού ευθύνης απέναντι στον εαυτό του, στις
καταβολές του, στην κοινωνία όπου μεγάλωσε και στα ιδανικά, με τα οποία
γαλουχήθηκε, είναι ανώνυμος;
Στόχος μου δεν ήταν να αποκαταστήσω,
ούτε καν να μιλήσω για, τους Μουσουλμάνους στο βίβλίο μου. Είναι, ωστόσο, γεγονός
πως το Ισλάμ και οι Μουσουλμάνοι είναι κομμάτι της ρητορικής και της ιδεολογίας
του Εθνικού Μετώπου. Έχουν προσδιοριστεί και στοχοποιηθεί ως εχθροί, ενώ το 99%
από αυτούς είναι καλοί πολίτες, πιστοί στη δημοκρατία κι επίσης στόχος της
τρομοκρατίας όχι μόνο στη Γαλλία, αλλά και παντού στον κόσμο. Ήθελα να σκιαγραφήσω
ένα χαρακτήρα που δε νοιάζεται για ταυτότητα, θρησκεία, τις προσωπικές του
καταβολές. Είναι Γάλλος, και, όπως οι υπόλοιποι πολίτες, απλώς θέλει να πετύχει
στη ζωή, στοχεύει σε μια καλή δουλειά, μια όμορφη σχέση με μια γυναίκα κ.λπ. Ο
αφηγητής του βιβλίου είναι το αρχέτυπο του «φυσιολογικού» πολίτη: ανώνυμος,
πράγματι. Είναι το ότι ο δημόσιος διάλογος εστιάζει όλο και πιο πολύ στο Ισλάμ και
τη μετανάστευση, στοχοποιώντας ανθρώπους όπως αυτός ως εχθρούς, που θα τον
κάνει να συνειδητοποιήσει τη θέση του.
Λίγο λίγο, αρχίζει να αμφισβητεί
τον εαυτό του, τις καταβολές του, όχι στ’ αλήθεια τη θρησκεία του, αλλά δεν πρόκειται
για μια αυθόρμητη διαδικασία προερχόμενη από τον ίδιο, αλλά για κάτι που υποχρεώνεται
να κάνει λόγω των γεγονότων, της τρομοκρατίας, και του πώς τα γεγονότα αυτά, η απειλή
των Τζιχαντιστών, εργαλειοποιούνται από την Ακροδεξιά, αλλά και τμήμα της
Αριστεράς.
Στο τέλος, δεν ξέρω αν ο χαρακτήρας
μου μπορεί να ταξινομηθεί ως Μουσουλμάνος, αλλά ανήκει σ’ εκείνες τις κατηγορίες
πληθυσμού- τις «μειονότητες»-, που έχουν περιέλθει σε κίνδυνο από την Ακροδεξιά,
όπως και οι Μαύροι, οι μετανάστες, οι πρόσφυγες, οι gay κ.λπ.
Ένας
από τους πιο αξιομνημόνευτους, τρυφερά αποτυπωμένους και καλά ανεπτυγμένους χαρακτήρες
του μυθιστορήματός σου είναι ο πατέρας του αφηγητή. Σε ποιο βαθμό είναι προϊόν έμπνευσης
αντλημένο από πραγματικούς ανθρώπους αλγερινής καταγωγής- ίσως ακόμα και τον
πατέρα σου;
Όχι και τόσο. Το βιβλίο μου απέχει πολύ από το να είναι
αυτοβιογραφικό! Ο πατέρας μου είναι Αλγερινός, πράγματι, και η μητέρα μου
Γαλλίδα, από μια πολύ παραδοσιακή περιοχή της υπαίθρου στα κεντρικά της
Γαλλίας. Γεννήθηκα στο Παρίσι, αλλά μεγάλωσα στην Αλγερία τη δεκαετία του ’80.
Έπειτα, επέστρεψα στη Γαλλία στην αρχή του εκεί εμφυλίου πολέμου τη δεκαετία
του ’90. Εκείνη τη στιγμή, λόγω αυτού του
είδους της «εξορίας», ζούσα στα προάστια του Παρισιού και ανακάλυψα, σε ηλικία
12-13 χρονών, μια μη προνομιούχο περιοχή. Δεν είμαι, λοιπόν, 3ης γενιάς Γάλλος αλγερινής καταγωγής. Γνώριζα, ωστόσο, τα προάστια, το ζήτημα
του να είσαι μετανάστης στη Γαλλία, και είχα πολλούς φίλους, των οποίων οι γονείς
έμοιαζαν με αυτούς που περιγράφω στο βιβλίο μου. Αυτά τα συστατικά- τα προάστια,
οι ανισότητες, το ζήτημα της μετανάστευσης, η διπλή κουλτούρα- είναι τα υλικά, τα
οποία χρησιμοποίησα σε όλα τα βιβλία μου από το πρώτο μου μυθιστόρημα το 2005,
με τίτλο Cités à comparaître,
που αφηγείται την ιστορία ενός νέου άντρα, ο οποίος ζει σε μια φτωχογειτονιά
και γίνεται τρομοκράτης. Ένα πολύ επίκαιρο βιβλίο στις μέρες μας.
Το
δεύτερο μέρος του Μπλε άσπρο μαύρο θυμίζει
αρκετά, από την άποψη της αδιέξοδης, ζοφερής, καταπιεστικής, αλλά και
απεγνωσμένα ελπιδοφόρας, ατμόσφαιρας το 1984
του Τζορτζ Όργουελ. Σε είχε επηρεάσει;
Αγαπώ το 1984 και ναι, έχει υπάρξει πηγή έμπνευσης. Το βιβλίο μου, όπως και το 1984, είναι
μια δυστοπία: φαντάζεται και περιγράφει μια κοινωνία, όπου οι άνθρωποι
κατηγορούνται όταν είναι ευτυχισμένοι, που εμποδίζει την ευτυχία. Είναι ακριβώς
αυτό που η Ακροδεξιά στη Γαλλία και στον υπόλοιπο κόσμο υπόσχεται να εφαρμόσει,
παρά τον εκομοντερνισμό της ρητορικής της. Έγραψα αυτό το βιβλίο για να σημάνω αφύπνιση,
γιατί μπορώ να αποδεχτώ ότι η Ακροδεξιά ανέρχεται στο 30%, ίσως το 40%, των
ψηφοφόρων.
Είναι ανυπόφορο και, ως Γάλλος
πολίτης, ένιωσα την ανάγκη να κάνω κάτι. Μιας και είμαι μυθιστοριογράφος, αποφάσισα
να γράψω ένα μυθιστόρημα. Είναι η ταπεινή μου συνεισφορά σε μια οικουμενική ενημέρωση
σχετικά με την Ακροδεξιά σε Γαλλία και Ευρώπη. Νομίζω πως βρισκόμαστε σ’ ένα σημείο καμπής στην Ευρώπη. Τα εθνικιστικά-λαϊκιστικά κόμματα μεγαλώνουν,
τροφοδοτημένα από την πικρία, μια αίσθηση εγκατάλειψης, μια κοινωνική κρίση που
δεν τελειώνει και νέες απειλές, όπως η τρομοκρατία. Η Μαρίν Λε Πεν έχει προφανώς
«μαλακώσει» το λόγο της, αλλά δεν πρέπει να είμαστε αφελείς. Παρά τη φαινομενική
απάλυνσή του, ή πίσω από αυτήν, παραμένει η ίδια ακροδεξιά, σεκταριστική, ρατσιστική
ιδεολογία.
Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου
μου, προσπάθησα να δείξω τι πραγματικά σημαίνει για ανθρώπους όπως εγώ και, γενικότερα,
ανθρώπους με ξενικό υπόβαθρο, για ανθρώπους που ζουν σε «φτωχογειτονιές» κ.λπ. Εδώ
έγκειται ο μεγάλος κίνδυνος, κατά τη γνώμη μου: σ’ αυτό το πλαστό επαναπλασάρισμα
του Εθνικού Μετώπου, που αιχμαλωτίζει ανθρώπους, οι οποίοι δε βλέπουν τι κρύβεται
πίσω από τον τοίχο, όπως στην πλατωνική αλληγορία του σπηλαίου. Γι’ αυτό έγραψα
αυτό το βιβλίο- όχι μόνο για τους Γάλλους, αλλά και για εκείνους που πιστεύουν πως
τα εθνολαϊκιστικά κόμματα, τα οποία αναδύθηκαν σ’ όλη την Ευρώπη, παραμένουν ακροδεξιά
κόμματα, προεκτάσεις εκείνων που οι χώρες μας γνώριζαν πριν το Β’ Παγκόσμιο
Πόλεμο...
Αν
και μια ορισμένη, ίσως νοσταλγική, συμπάθεια προς την κομμουνιστική και την τροτσκιστική
Αριστερά είναι εμφανής στο βιβλίο σου, υπάρχει, επίσης, πολλή δικαιολογημένη απογοήτευση.
Υπάρχουν, επίσης, πολλές αναφορές
στον γκολισμό μέσω της «αντίστασης» που συντελείται μετά τη νίκη της Μιρέιγ Λε
Φεκ. Αντί να αναφέρομαι σε μια ιδεολογία, στόχος μου ήταν να επισημάνω πώς μια
σειρά παραγόντων σε μια συγκεκριμένη περίοδο μπορεί να οδηγήσει σε κάτι που δε
φανταζόμαστε ή το θεωρούσαμε αδύνατο. Στην αρχή, ήθελα να τιτλοφορήσω το βιβλίο
μου Η δεκαετία του 30, γιατί παρατηρώ
πολλές ομοιότητες μ’ εκείνη τη δεκαετία στην Ευρώπη του 20ού αιώνα: τη
συσσώρευση της κρίσης- οικονομικής, κοινωνικής, ηθικής, πολιτικής-, για
παράδειγμα, και πώς αυτή συντελεί στην ανάδυση και την προέλαση του φασισμού
και του ναζισμού.
Πρέπει να κρατάμε κατά νου
πώς ανήλθε ο Χίτλερ στην εξουσία... δημοκρατικά. Δε λέω ότι η κατάσταση είναι η
ίδια, αλλά πρέπει να επαγρυπνούμε. Στη Γαλλία, ο Πετέν και η «Εθνική Επανάστασή»
του ήρθαν στην εξουσία στις 10 Ιουλίου του 1940 κανονικά, μέσω κοινοβουλευτικής
ψήφου. Όταν τα ηθικά και τα διανοητικά όρια δεν είναι όσο ισχυρά πρέπει, τραγικά
ατυχήματα μπορεί να συμβούν. Η δημοκρατία μας στη Γαλλία είναι αρκετά αδύναμη. Δεν έχουμε ισχυρές αντίπαλες εξουσίες.
Δεν έχουμε το σύστημα ελέγχων και ισορροπιών, που καθιστούν το πολιτικό σύστημα
των Η.Π.Α. ικανό να αντιστέκεται σε έναν λαϊκιστή πρόεδρο όπως ο Τραμπ και το
Σύνταγμά μας δίνει όλη την εξουσία στον πρόεδρο. Είναι ζήτημα αυτό.
Δε
νομίζεις ότι η ίδια η λογική του «Λαϊκού Μετώπου» που φαίνεται να υποστηρίζεις-
όταν άτομα διαφορετικών πεποιθήσεων, αλλά ενωμένα εναντίον των φασιστικών δομών,
συνεργάζονται- μπορεί να καταλήξει στην ενίσχυση της ιδέας της «εθνικής ενότητας»,
ιδρυτικό μύθο κάθε φασιστικού κόμματος, σε αντίθεση προς την ταξική ανάλυση και
τον ταξικό αγώνα;
Η εθνική ενότητα, ή «Ρεπουμπλικανικό
Μέτωπο», αντιμετωπίζοντας ένα φασιστικό ή εθνολαϊκιστικό κόμμα είναι ασφαλώς κάτι
αναγκαίο για το μπλοκάρισμα του δρόμου στη Λε Πεν. Νομίζω πως ο Εμανουέλ Μακρόν
είναι σε θέση να συγκεντρώσει ένα πολύ μεγάλο συνασπισμό όσων αντιτίθενται στην
Λε Πεν, αλλά κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει μόνο προσωρινά. Η εθνική ενότητα είναι
ένα φαινόμενο, ή διαδικασία, που συντελείται σε ένα πλαίσιο χαρακτηριζόμενο από
πολύ εξαιρετικά γεγονότα, όπως αυτές οι εκλογές. Δεν μπορεί να είναι η καθημερινή διακυβέρνηση.
Πιστεύω στη διαχωριστική γραμμή
Δεξιάς/Αριστεράς, αλλά βρισκόμαστε σε μια κατάσταση όπου έχει καταρρεύσει: τα 5
χρόνια θητείας του Ολάντ υπήρξαν μια καταστροφή, ενισχύοντας την πεποίθηση πολλών
ότι η Αριστερά είναι το ίδιο με τη Δεξιά. Ο Ολάντ όχι μόνο εφάρμοσε μια πολύ φιλελεύθερη
πολιτική, διαψεύδοντας μέρα με τη μέρα τις υποσχέσεις του 2012 στο πεδίο της κοινωνικής
δικαιοσύνης, αλλά και συνέβαλε στην υπέρβαση ενός ηθικού ορίου, αποκαθιστώντας μια
παλιά ιδέα της Ακροδεξιάς, όταν αποφάσισε να εγκαινιάσει την αντιπαράθεση
σχετικά με τη στέρηση της ιθαγένειας.
Στην τελική, ποια είναι η
Δεξιά και ποια η Αριστερά; Δεν ξέρουμε. Δεν ξέρω. Γι’ αυτό και ο Αμόν κατέρρευσε πλήρως
και ο Μελανσόν, πιο ριζοσπάστης, έλαβε το 18%. Ταυτόχρονα, και η Δεξιά
κατέρρευσε. Ο Φρανσουά Φιγιόν ενσάρκωνε μια ισχυρή, συντηρητική, παραδοσιακή
δεξιά πλατφόρμα, αλλά απαξιώθηκε, εξαιτίας των σκανδάλων. Οι πολίτες ψήφισαν, επομένως,
είτε αυτούς που γίνονται αντιληπτοί ως «νέοι» στην πολιτική, ή ως ριζοσπάστες
στις προτάσεις τους. Η σημερινή εθνική ενότητα υπό τον Εμανουέλ Μακρόν, που θα οδηγήσει
πιθανόν στη νίκη του, δε θα διαρκέσει. Οι εθνικές και οι τοπικές εκλογές έρχονται
και το ρεπουμπλικανικό μέτωπο θα καταρρεύσει.
Πιστεύω πολύ περισσότερο ότι
η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε Δεξιά/Αριστερά θα επανεμφανιστεί, κυρίως μέσα
από τη δημιουργία μιας αυθεντικής Αριστεράς, η οποία δεν είναι ένα χλωμό
αντίγραφο της Δεξιάς, αλλά υφίσταται ως πραγματική εναλλακτική, που εστιάζει
στα κοινωνικά ζητήματα, στον αγώνα ενάντια στις ανισότητες και τη φτώχεια, την
εκπαίδευση, είναι οικολογική, με προσανατολισμό προς την Ε.Ε.
Το
Μπλε άσπρο μαύρο συχνά δίνει την
αίσθηση όχι μόνο μιας έκκλησης για αφύπνιση, όπως προείπες κι εσύ, αλλά και ενός
«καλέσματος στα οπλα». Πιστεύεις ότι η τέχνη, ανεξαρτήτως μορφής, μπορεί ακόμα
να αποτελέσει καταλύτη για την κοινωνική αλλαγή; Ή μια τέτοια αντίληψη είναι αφελής
στις μέρες μας;
Πιστεύω πολύ στη δυνατότητα
της κοινωνίας των πολιτών προωθήσει μια αλλαγή. Οι καλλιτέχνες και οι διανοούμενοι
μπορούν, από αυτή την άποψη, να παίξουν ένα σημαντικό ρόλο. Η ανάδυση και η προέλαση
των καλλιτεχνών- μουσικών, συγγραφέων, κινηματογραφιστών- προερχόμενων από τα
προάστια ή με μεταναστευτικό υπόβαθρο, συμβάλλουν στην ανάπτυξη μιας άλλης
ματιάς στη Γαλλία, της δημιουργίας και της οικοδόμησης της εθνικής αφήγησης. Η τέχνη
είναι, επίσης, ένας εξαιρετικός τρόπος επίγνωσης αυτής της δύναμης, ακόμα και
πολιτικά, με το να διευκολύνει τους ανθρώπους να οικειοποιούνται τη μνήμη, την
ταυτότητα και την Ιστορία τους και να εκφράζονται. Στην Ιστορία του κινήματος για
τα πολιτικά δικαιώματα στις Η.Π.Α. οι τέχνες, και ιδίως η λογοτεχνία, το σινεμά
και οι οπτικές τέχνες, έπαιξαν τεράστιο ρόλο, ανανεώνοντας και μεταμορφώνοντας την
αντίληψη των Μαύρων από τους Λευκούς, καθώς και των Μαύρων για τους εαυτούς
τους. Σχετικά με τις μειονότητες στη Γαλλία, ή αλλού στην Ευρώπη, οι τέχνες διαδραματίζουν
αυτό το ρόλο με το να εκφράζουν μια συνείδηση. Είναι κάτι καίριας
σημασίας στις μέρες μας.
Στις
23 Απριλίου, 50 χρόνια και 2 μέρες μετά την επιβολή της στρατιωτικής Δικτατορίας
στην Ελλάδα, διεξάχθηκε ο πρώτος γύρος των προεδρικών εκλογών στη Γαλλία.
Αντιστρέφοντας το εφιαλτικό σενάριο που ξεδιπλώνεται στο μυθιστόρημά σου, τι σημαίνει
για τη χώρα μια εκλογική ήττα του Εθνικού
Μετώπου, όταν η πολιτική του ατζέντα διεισδύει στην κεντρική πολιτική σκηνή από
πολλές απόψεις;
Η ήττα του Εθνικού Μετώπου,
που είναι σχεδόν βέβαιη, δε σημαίνει ότι η απειλή θα εξαφανιστεί! Η απειλή είναι
εδώ και νομίζω πως θα ενισχυθεί τα επόμενα χρόνια, λόγω του διεθνούς πλαισίου,
το οποίο θα παραμείνει επικίνδυνο, λόγω της κρίσης της Ε.Ε. που δε θα λυθεί σ’
ένα χρόνο, λόγω των αυξανόμενων ανισοτήτων, τις οποίες ο φιλελευθερισμός
παράγει, αλλά και λόγω και της πιθανής αποτυχίας του Μακρόν να αντιμετωπίσει
όλα αυτά τα προβλήματα. Από μια ορισμένη άποψη θα μπορούσε να είναι το
τελευταίο προπύργιο. Του εύχομαι, λοιπόν, καλή τύχη!
Το μυθιστόρημα του Καρίμ Αμελάλ
Μπλε
άσπρο μαύρο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου