Σέρχιο Ραμίρεζ (Φωτογραφία: Lisbeth Salas) |
Με κεντρικό άξονα την αιματοβαμμένη
από το καθεστώς Ορτέγα φοιτητική εξέγερση του 2018, ο Νικαραγουανός
συγγραφέας και -πρώην- πολιτικός Σέρχιο Ραμίρεζ «φιλοτεχνεί» με το Ο
Τονγκολέλε δεν ήξερε να χορεύει ένα υποδειγματικό νουάρ.
Συνομιλώντας με
τον συγγραφέα ενόψει της παρουσίασης του βιβλίου του στο
πλαίσιο του 15ου Φεστιβάλ ΛΕΑ (13-24 Ιουνίου).
Αρχίσατε τη συγγραφική
σας διαδρομή πριν από 63 χρόνια με το διήγημα Ο φοιτητής. Τι σας προσέλκυσε
σ’ αυτή τη διαδικασία, κατ’ αρχήν; Εξακολουθείτε να αντιλαμβάνεστε τον εαυτό
σας κυρίως ως συγγραφέα;
Πάντα πίστευα ότι η
συγγραφή πηγάζει από μια ανάγκη που εμφανίζεται σε οποιοδήποτε στάδιο της ζωής,
ως επί το πλείστον πολύ νωρίς: έτσι συνέβη και σε μένα, μιας και ξεκίνησα να
γράφω στα δεκατέσσερα.
Είναι μια πιεστική ανάγκη
το να λες σε άλλους ανθρώπους αυτό που φαντάζει μοναδικό σ’ εσένα, και
διαφεύγει σ’ εκείνους. Και να είσαι πεπεισμένος πως μόνο εσύ μπορείς να
αφηγηθείς εκείνη την ιστορία.
Η ιστορία που αναφέρεις, Ο
φοιτητής, είναι το αποτέλεσμα των πρώτων εμπειριών ως φοιτητή Νομικής στην
ηλικία των δεκαεπτά.
Το δράμα όσων
υποχρεώνονταν να επιστρέψουν στους τόπους καταγωγής τους με τις ελπίδες τους
διαψευσμένες επειδή δεν μπορούσαν να συνεχίσουν τις σπουδές τους για
οικονομικούς λόγους- με δυο λόγια, τη συντριβή των ελπίδων τους για το μέλλον.
Έκτοτε, έχω βρει τους
χαρακτήρες μου ανάμεσα στους ηττημένους, τους χαμένους: αυτούς τους οποίους ο
Τσέχοφ αποκαλούσε «τους μικρούς ανθρώπους».
Στη δεκαετία του 1970
ασχοληθήκατε ενεργά με την πολιτική, υποστηρίζοντας το Εθνικό Απελευθερωτικό
Μέτωπο των Σαντινίστας (FSLN)
στην προσπάθειά του να ανατρέψει τον δικτάτορα Σομόζα.
Υπηρετήσατε, επίσης, ως
Αντιπρόεδρος της Νικαράγουας ανάμεσα στο 1985 και το 1990. Υπήρξε εκείνο το
εκτεταμένο διάστημα μια περίοδος ελπίδας- προσωπικής και συλλογικής;
Ήμουν κομμάτι μιας
ιδεαλιστικής γενιάς η οποία επιθυμούσε τη βαθιά αλλαγή στη Νικαράγουα: όχι μόνο
την ανατροπή μιας αιματοβαμμένης δικτατορίας, αλλά την εγκαθίδρυση μιας δίκαιης
κι ελεύθερης κοινωνίας.
Ήταν μια εποχή σπουδαίας
ελπίδας και αλλαγής στον κόσμο.
Απομακρύνθηκα από τη
λογοτεχνία, που ήταν η κλίση μου, για να εισέλθω σ’ εκείνον τον
«ανεμοστρόβιλο», κι έγινα ένας πρωταγωνιστής της επανάστασης. Όταν όλα
τέλειωσαν, καθώς η επανάσταση κατάντησε ένα διαψευσμένο όνειρο, επέστρεψα στη
συγγραφή.
Στα μέσα της δεκαετίας
του 1990, ωστόσο, αποστασιοποιηθήκατε από το FSLN για πολιτικούς λόγους
και το 1995 συνιδρύσατε το Μεταρρυθμιστικό Κίνημα των Σαντινίστας (MRS), μια αριστερή
αντιπολίτευση στο FSLN.
Όταν το Μέτωπο των Σαντινίστας ηττήθηκε στις εκλογές του 1990,
ένα τμήμα ακτιβιστών δημιούργησε ένα ρεύμα το οποίο επεδίωκε να μεταρρυθμίσει
το παλιομοδίτικο κόμμα, ώστε να μπορέσει να επιστρέψει στην εξουσία δημοκρατικά.
Όχι ένα ολοκληρωτικό
κόμμα, αλλά ένα κόμμα που θα ήταν ικανό να ανακτήσει την πλειοψηφία που είχαμε
χάσει.
Αποβληθήκαμε εξαιτίας
εκείνης της πρόθεσης, και ιδρύσαμε το MRS, το οποίο δεν είχε καμία εκλογική επιτυχία στις
εκλογές του 1996, και ήταν τότε που με βεβαιότητα αποκήρυξα την πολιτική και
ξαναγύρισα στο γράψιμο.
Πριν μεταλλαχθεί στην
αντιδραστική πολιτική δύναμη που έκτοτε έχει γίνει, νομίζετε ότι το FSLN υπό την ηγεσία του
Ντανιέλ Ορτέγα είχε ήδη προδώσει τα ιδανικά της επανάστασης;
Ο Ντανιέλ Ορτέγα και η
σύζυγός του, Ροσάριο Μουρίγιο, έχουν μετατρέψει το FSLN σε ένα οικογενειακό κόμμα, που είναι
μονάχα μια καρικατούρα του παλιού κόμματος το οποίο δημιούργησε την επανάσταση
στη δεκαετία του 1980.
Είναι μια βάρβαρη
δικτατορία όπως οποιαδήποτε άλλη στη Λατινική Αμερική, με ρητορική από την
Αριστερά, αλλά μεθόδους της Δεξιάς.
Μετά το 1996 αποσυρθήκατε
από την πολιτική.
Αναδρομικά, μετανιώνετε
για την πολιτική εμπλοκή σας, αν λάβουμε υπόψη και ότι έχετε διωχθεί για
«ξέπλυμα» χρημάτων και διέγερση σε βία, ενώ από τον Φεβρουάριο του 2023, έχετε
αποστερηθεί της νικαραγουανής ιθαγένειας;
Ο αγώνας που συντελείται
στη Νικαράγουα, όπως και αλλού στον κόσμο, είναι ανάμεσα στον ολοκληρωτισμό και
τη δημοκρατία.
Πάντα υπήρξα ένας
συγγραφέας που ανέβαζε τον τόνο της φωνής του σε υποστήριξη της δημοκρατίας και
της ελευθερίας του λόγου, και γι’ αυτό πληρώνω ένα αντίτιμο.
Τα βιβλία μου είναι
απαγορευμένα από τη δικτατορία στη Νικαράγουα, έχω υποστεί διώξεις, πρέπει να
ζω εξόριστος, μου έχουν αφαιρέσει την ιθαγένεια.
Υπάρχουν δικτατορικές
υπερβολές εναντίον μου, όπως και εναντίον εκατοντάδων άλλων Νικαραγουανών-
πολιτικών ηγετών, υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ακαδημαϊκών,
δημοσιογράφων.
Η Νικαράγουα μοιάζει όλο
και περισσότερο με τη Ρουμανία του Τσαουσέσκου ή τη Βόρεια Κορέα.
Κατά τη γνώμη μου, η
κριτική που ασκείται απέναντι στο καταπιεστικό πολιτικό καθεστώς στη Νικαράγουα
από αριστερά/αριστερόστροφα κόμματα, ομάδες και άτομα είναι ενοχλητικά
περιορισμένη.
Αν κάτι τέτοιο όντως
ισχύει, πώς το ερμηνεύετε;
Στη Λατινική Αμερική και
την Ευρώπη υπάρχει μια παραδοσιακή Αριστερά που είναι ακόμα προσκολλημένη στην
ιδέα ότι ο Ντανιέλ Ορτέγα, ο Μιγκέλ Ντίαζ-Κανέλ στην Κούβα ή ο Μαδούρο στη
Βενεζουέλα αντιπροσωπεύουν τον αγώνα των καταπιεσμένων εναντίον του
βορειοαμερικανικού ιμπεριαλισμού.
Είναι μια σύλληψη μερικές
φορές νοσταλγική, αλλά πιο συχνά κυνική. Πρόκειται για βίαιες δικτατορίες, δεν
αντιπροσωπεύουν το οποιοδήποτε ιδανικό για μια νέα κοινωνία.
Σύμφωνα με τα λόγια του
Χιλιανού Προέδρου Γκαμπριέλ Μπόριτς, «Η παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων
δεν έχει πολιτικό χρώμα, και και πρέπει να καταδικάζεται εξίσου».
Ο Τονγκολέλε
δεν ήξερε να χορεύει, το καυστικά νουάρ πολιτικό μυθιστόρημά σας
που πρόσφατα κυκλοφόρησε στα ελληνικά, μοιάζει με φόρο τιμής στα θύματα των
αιματοβαμμένων διαδηλώσεων στη Νικαράγουα το 2018.
Αυτή ήταν πράγματι η
αφετηρία του;
Πάντα πίστευα ότι ο
καλύτερος τρόπος να αφηγηθείς μια ιστορία είναι μέσω της μυθοπλασίας. Τα
γεγονότα της αιματοβαμμένης καταστολής του 2018 στη Νικαράγουα είναι, σ’ αυτό
το μυθιστόρημα, ιδωμένα υπό το πρίσμα των χαρακτήρων.
Ένα μυθιστόρημα δεν είναι
δημοσιογραφικό ρεπορτάζ, ούτε οικοδομείται στη βάση ενός πολιτικού λόγου. Τα
γεγονότα του 2018 εισέρχονται στο βιβλίο μου γιατί μοιάζουν με μυθοπλασία.
Στη Λατινική Αμερική,
άλλωστε, τα πραγματικά γεγονότα είναι πολλές φορές πιο παραληρηματικά από κάθε
επινόηση.
Εκτιμάτε πως το νουάρ,
γενικά, είναι ένα ιδανικό «όχημα» με τη βοήθεια του οποίου ένας/μία συγγραφέας
μπορεί να εξερευνήσει τα βάσανα ενός ατόμου και μιας κοινωνίας;
Στη Λατινική Αμερική όλες
οι παραδοχές του παραδοσιακού νουάρ παραβιάζονται: ο σεβασμός στον νόμο, οι
ορθές δικαστικές διαδικασίες, οι αμερόληπτοι δικαστές, οι αδιάφθοροι
εισαγγελείς.
Ανάμεσά μας, αυτές οι
αρχές δεν είναι πραγματικότητα, αλλά μυθοπλασία.
Ανακρίσεις υπό καθεστώς
βασανιστηρίων, αργυρώνητοι δικαστές, διεφθαρμένοι εισαγγελείς, η επίδραση των
κυκλωμάτων διακίνησης ναρκωτικών, η δικαιοσύνη στα χέρια της πολιτικής
εξουσίας: από εκεί πρέπει να ξεκινήσεις.
Κατά απρόσμενο τρόπο για
ένα τέτοιο μυθιστόρημα, ο επιθεωρητής Ντολόρες Μοράλες δεν είναι ο
πρωταγωνιστής του.
Υπάρχει, στην
πραγματικότητα, μια ευρεία γκάμα χαρακτήρων, που στο σύνολό τους διεκδικούν -και κερδίζουν- τον
αφηγηματικό χρόνο και χώρο τους. Είναι η συγγραφή μια «χειρονομία» εφαρμοσμένης
δημοκρατίας, κατά τη γνώμη σας;
Σ’ αυτό το μυθιστόρημα, ο
επιθεωρητής Μοράλες αφήνει τη θέση του στον Τονγκολέλε επειδή αυτός
μετατρέπεται σε πιο σημαντικό χαρακτήρα.
Ο Τονγκολέλε
αντιπροσωπεύει ένα αρχέτυπο της εξουσίας, κι ετούτο είναι ένα μυθιστόρημα για
την εξουσία.
Είναι ο επικεφαλής των
Μυστικών Υπηρεσιών, σκληρός και κυνικός, που χρησιμοποιεί την οποιαδήποτε
μέθοδο εναντίον των αντιπάλων του καθεστώτος το οποίο αυτός υποστηρίζει.
Είναι ένας συνωμότης που
και ο ίδιος είναι θύμα μιας συνωμοσίας χωρίς να το γνωρίζει. Και στο τέλος,
εξελίσσεται σε μια τραγική φιγούρα.
Όταν γράφεις δεν μπορείς
να δεσμευτείς απέναντι σε κανέναν χαρακτήρα.
Τα κακά μυθιστορήματα
αναγνωρίζονται γιατί σ’ αυτά υπάρχουν μόνο καλοί και κακοί χαρακτήρες, χωρίς
αποχρώσεις. Και οι άνθρωποι -το ξέρουμε- είμαστε σύνθετοι.
Οι χαρακτήρες των ιερέων
είναι επίσης κινητήρια αφηγηματική δύναμη, και βρίσκονται πάντα στο πλευρό των
καταπιεσμένων. Σας εμπνέει το ρεύμα της Θεολογίας της Απελευθέρωσης;
Οι ιερείς που
εμφανίζονται στο μυθιστόρημά μου είναι μακρινοί κληρονόμοι της απελευθερωτικής
θεολογίας, η οποία ευημέρησε πριν από δεκαετίες.
Η επανάσταση στη Νικαράγουα
ήταν «καρπός» ενός νεανικού μαρξισμού και της απελευθερωτικής θεολογίας: μια
«κοινή επιχείρηση» μαρξισμού και
χριστιανισμού.
Αυτοί οι ιερείς βλέπουν
τώρα πώς εκείνη η επανάσταση εξελίχθηκε σε μια καταπιεστική τυραννία εναντίον
των φτωχών, τους οποίους η Θεολογία της Απελευθέρωσης κάποτε υπερασπιζόταν.
Αυτή η συνειδησιακή
σύγκρουση βρίσκεται επίσης στο μυαλό του επιθεωρητή Μοράλες, ενός αντάρτη ο
οποίος πολέμησε για τους φτωχούς, και απογοητεύεται που η επανάσταση δεν είναι
τίποτα περισσότερο από μια δικτατορία σήμερα.
Το Ο Τονγκολέλε δεν
ήξερε να χορεύει τελειώνει με έναν ενοχλητικά σαρδόνιο τροπο. Ως
αναγνώστης, αισθάνομαι ότι στη ζωή -και την πολιτική- το κυρίαρχο σλόγκαν
είναι, «Τα ίδια».
Με δυο λόγια, οι δομές
εξουσίας παραμένουν ανέπαφες ανεξαρτήτως καθεστώτων και κυβερνήσεων.
Συμμερίζεστε αυτή την
πεσιμιστική -ή, ίσως, ρεαλιστική- ματιά στην πραγματικότητα; Βρίσκει εφαρμογή
και στη Νικαράγουα;
Είναι μια θλιβερή
πραγματικότητα.
Ως ένας αφηγητής, αυτή
είναι η μαρτυρία μου από την επανάσταση. Ο ύπνος της λογικής καταλήγει να
γεννάει τέρατα, όπως συμβαίνει στα Καπρίτσια του Γκόγια, και ο Κρόνος
καταλήγει να καταβροχθίζει τα παιδιά του.
Δεν είναι μια κυνική,
αλλά μια θλιμμένη οπτική.
Γι’ αυτόν τον λόγο,
ελπίζω να μην ανατραπεί ο Ορτέγα μέσω ένοπλου αγώνα γιατί κάτι τέτοιο, εκτός
από αίμα και πόνο, θα έφερνε μια νέα τυραννία.
Ένας ένοπλος ηγέτης μιας
θριαμβευτικής επανάστασης καταλήγει να γίνει τύραννος, χειρότερος από τον
προηγούμενο. Αυτή είναι η ιστορική εμπειρία μας.
Ας ελπίσουμε πως αυτό που
θα έπρεπε να συμβεί στη Νικαράγουα είναι μια δημοκρατική αλλαγή: μια
δημοκρατική κυβέρνηση που θα αντικαταστήσει μια δικτατορία.
Και η σύγχρονη ελληνική
πραγματικότητα- λογοτεχνική ή κοινωνική πολιτική; Είστε εξοικειωμένος μ’ αυτή ή
περιμένετε να ανακαλύψετε περισσότερα στο πλαίσιο του 15ου Φεστιβάλ
ΛΕΑ (13-24 Ιουνίου 2023);
Βρίσκομαι μακριά από την
ελληνική πολιτική πραγματικότητα και θέλω να μάθω πολύ περισσότερα.
Το μόνο που ξέρω είναι
ότι πρόσφατα διεξήχθη ο πρώτος γύρος των βουλευτικών εκλογών, πως όποιος έχει
την πλειοψηφία κυβερνά, ότι η ελευθερία του λόγου δεν τιμωρείται και πως οι
θεσμοι λειτουργούν.
Όλα αυτά μου φαντάζουν
σαν την Αρκαδία όταν σκέφτομαι τη Νικαράγουα.
Ευχαριστώ θερμά
τον Βασίλη Γρετσίστα (Εκδόσεις Ίκαρος) για την καθοριστική
συμβολή του στην πραγματοποίηση της συνέντευξης.
Το μυθιστόρημα του Σερχιο Ραμίρεζ Ο
Τονγκολέλε δεν ήξερε να χορεύει κυκλοφορεί στα ελληνικά
από τις Εκδόσεις Ίκαρος σε μετάφραση της Μαρίας
Παλαιολόγου.
Στο πλαίσιο του 15ου
Φεστιβάλ ΛΕΑ (13-24 Ιουνίου 2023), ο Σέρχιο Ραμίρεζ συνομιλεί
με την μεταφράστριά του, Μαρία Παλαιολόγου, και τον δημοσιογράφο Γρηγόρη
Μπέκο την Τρίτη, 20 Ιουνίου (PUBLIC πλατείας Συντάγματος,
20:30).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου