Σάββατο 26 Αυγούστου 2023

Ρούμενα Μπουζάροφσκα: «Δεν μπορείς να έχεις φεμινισμό χωρίς να εμπλέκονται άντρες»

 

Ρούμενα Μπουζάροφσκα (Φωτογραφία: Γιάννης Κοντός)

Δεινή «ανατόμος» της βορειομακεδονικής κοινωνίας, ταλαντούχα συγγραφέας και μαχητική φεμινίστρια, η Ρούμενα Μπουζάροφσκα είναι και μια εξαιρετική συνομιλήτρια.

Συναντηθήκαμε στο πλαίσιο της 19ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης. Στα ελληνικά κυκλοφορούν δύο συλλογές διηγημάτων της: Ο άντρας μου και Δεν πάω πουθενά.

Για μια συλλογή διηγημάτων τόσο βαθιά ριζωμένη στη γυναικεία/φεμινιστική εμπειρία, το βρίσκω άβολο και ταυτόχρονα συναρπαστικό που τιτλοφορείται Ο άντρας μου. Γιατί συμβαίνει αυτό;

Είναι ένας πολύ καλός τίτλος, νομίζω. Είναι πολύ της καθομιλουμένης. Τον ακούς σε κάθε γλώσσα. Мојот маж, My husband, Ο άντρας μου...

Έχει να κάνει και με τη δομή ολόκληρου του βιβλίου. Όλοι οι αφηγητές των ιστοριών είναι γυναίκες που μιλούν από τη δική τους οπτική γωνία - φαινομενικά για τους συζύγους τους, αλλά στην πραγματικότητα για τις ίδιες.

Υπάρχει επίσης ειρωνεία πίσω από αυτό, επειδή δεν ξέρουν πώς να αυτοπροσδιορίζονται πέρα από την ιδιότητά τους ως παντρεμένων και ότι έχουν σύζυγο.

Θέλησες, λοιπόν, να μεταφέρεις τι σημαίνει -και πώς βιώνεται- το να είσαι παντρεμένη ως γυναίκα.

Αν μια γυναίκα είναι υποψήφια για ένα πολιτικό αξίωμα, το πρώτο που λέει είναι: «Είμαι μητέρα και σύζυγος».

Λες κι αυτό είναι το καθοριστικό χαρακτηριστικό της.

Σε ένα πατριαρχικό πλαίσιο είναι. Οι γυναίκες προσδιορίζονται από το αν έχουν σύζυγο -και ποιος είναι αυτός ο σύζυγος από επαγγελματικής άποψης- ή παιδιά.

Έτσι, το status τους ανεβαίνει αν παντρευτούν και μειώνεται αν δεν το κάνουν. Δεν καθορίζονται από το ποιες είναι οι ίδιες.

Επιπλέον, σε ορισμένες σλαβικές γλώσσες οι καταλήξεις -ova, -ska ή -ovska υποδηλώνουν το ανήκειν σε κάποιον: στην περίπτωση αυτή η γυναίκα ανήκει στον πατέρα και μετά στον σύζυγο.

Γιατί ο πρώτος σύζυγος στις ιστορίες σου ήταν ποιητής;

Ξεκίνησα με αυτή την ιστορία γιατί είναι πολύ πομπώδης. Επίσης, την έγραψα πρώτη, σε περίπου μία ώρα.

Εκείνη την εποχή έπρεπε να διαβάζω τόση πολλή ποίηση που ήταν κακή και δεν μπορούσα να το πω μεγαλοφώνως επειδή οι άντρες προσβάλλονται εύκολα και κατά συνέπεια γίνονται κακοποιητικοί, οπότε εξέφρασα τον θυμό μου μέσω ενός βιβλίου.

Γενικά, είναι πολύ σημαντικό πώς οργανώνεις το βιβλίο σου, και αυτό είναι καλά δομημένο. Προσπάθησα να εναλλάσσω μια αστεία και μια τραγική ιστορία για να μην απογοητευτεί ο αναγνώστης.

Ωστόσο, δε μου αρέσουν ορισμένες από τις ιστορίες που περιλαμβάνονται στο Ο άντρας μου αυτή τη στιγμή, νομίζω πως είναι πιο αδύναμες.

Διατηρείς κριτική στάση απέναντι στη λογοτεχνική παραγωγή σου.

Φυσικά. Ειδικά αν ένα βιβλίο μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες.  

Η αγαπημένη μου ιστορία είναι Η Λίλι. Σε στοιχειώνει.

Πριν γράψω, δημιουργώ τη δομή της ιστορίας. Η διδασκαλία και η ανάλυση της λογοτεχνίας -Carver, Salinger, Flannery OConnor, Fitzgerald- με βοηθά επίσης στη διαδικασία της συγγραφής.

Οι περισσότερες ιστορίες μου προέρχονται από κάτι που ακούω, διαβάζω, βιώνω ή για το οποίο μιλάω με κάποιον και μετά το μεταμορφώνω σε ένα λογοτεχνικό συγκείμενο. Χρειάζεται πολλά συστατικά. Έτσι, με αυτόν τον τρόπο, είναι σαν να μαγειρεύεις!

Πολλοί συγγραφείς -συνήθως άντρες- θεωρούν τις εμπειρίες τους μοναδικές και, ως εκ τούτου, άξιες μυθοπλασίας. Δεν ισχύει κάτι τέτοιο απαραίτητα, και βρίσκω αυτή τη στάση ναρκισσιστική.

Αυτός ο ναρκισσισμός είναι πολύ συνηθισμένος στη λογοτεχνία καθώς και στην ποίηση, γεγονός το οποίο κριτικάρω στο βιβλίο.




Πώς σε αντιμετώπισαν όταν ξεκίνησες ως συγγραφέας, που μάλιστα έθιγε ζητήματα φύλου; Δεν αναφέρομαι απαραίτητα μόνο στους κριτικούς, αλλά και στο ευρύ κοινό.

Δύο ακόμη βιβλία μου είχαν εκδοθεί πριν από το Ο άντρας μου, οπότε το κοινό με γνώριζε ήδη. Στην προηγούμενη δουλειά μου καταπιάστηκα και με ζητήματα πατριαρχίας, αλλά όχι τόσο βίαια. Πάντα βίωνα μια πολύ καλή υποδοχή.

Περιστασιακά, όντως έχω δεχτεί κάποια κριτική επειδή ήμουν μια νεαρή γυναίκα συγγραφέας. Τις προάλλες, εδώ στη Θεσσαλονίκη, κάποια μου είπε ότι ήμουν πολύ χαριτωμένη, σαν να ήμουν νήπιο.

Αυτό μάλλον οφείλεται και στο γεγονός πως κατάγομαι από μια μικρή, φτωχή χώρα. Με εξωτικοποιούν.

Η εξωτικοποίηση των Βαλκάνιων -και όχι μόνο- συγγραφέων και γενικότερα των ανθρώπων, του έργου τους, της ιστορίας τους, των συνηθειών τους είναι βασικό ζήτημα.

Θεωρούμαστε τα «άτακτα», προβληματικά, μη προσαρμοστικά «παιδιά» στο ευρωπαϊκό πλαίσιο;

Για μένα η εξωτικοποίηση σχετίζεται πάντα με τον πόλεμο και με το γεγονός ότι είμαι γυναίκα από τα Βαλκάνια - σαν ένα εξωτικό ζώο. Αλλά δεν αφορά μόνο εμένα.

Ο Istros Books εξέδωσε μια ανθολογία από σύγχρονες Σέρβες και Μαυροβούνιες συγγραφείς με τον τίτλο Βalkan bombshells.

Στο εξώφυλλο του βιβλίου υπήρχε μια καμπυλόγραμμη φιγούρα γυναίκας που έμοιαζε με στιλιζαρισμένη σεξοβόμβα. Ήταν τόσο μισογυνικό και μειωτικό!

Ήταν αρκετά συγκαταβατικοί σχετικά με αυτό που έκαναν στην απάντησή τους. Αλλά καταδεικνύει πώς μας βλέπουν στη Δύση.

Ωστόσο, ακόμη και άνθρωποι από την πρώην Γιουγκοσλαβία συμμερίζονται αυτές τις μειωτικές ιδέες. Για να σου δώσω ένα παράδειγμα, μια θεατρική εκδοχή του Ο άντρας μου ανέβηκε πρόσφατα στο Ζάγκρεμπ της Κροατίας.

Όταν έφτασα, υπήρχε μια μεγάλη αφίσα του Μεγάλου Αλεξάνδρου στον διάδρομο! (Γέλια).

Για μένα, αυτό ήταν πρόκληση: σήμαινε ότι με παρεξηγούν ως δεξιά εθνικίστρια όταν είμαι ακτιβίστρια εναντίον του εθνικισμού. Αυτός ο συνειρμός είναι αηδιαστικός.

Όταν τελείωσε η παράσταση, προς τιμήν μου σέρβιραν φασόλια και κεμπάπ, ένα παραδοσιακό πιάτο. Είναι σαν να σερβίρεις μπουρίτο προς τιμήν ενός σύγχρονου Μεξικανού συγγραφέα.

Ο λογοτεχνικός κόσμος, οι αναγνώστες, από την άλλη, κατανοούν τις έννοιες και τα βιβλία μου έχουν καλή υποδοχή. Δεν είχα ποτέ προβλήματα με τους αναγνώστες ή τους εκδοτικούς οίκους.

Το άλλο ζήτημα είναι πώς βιβλία από την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων φτάνουν το κοινό τους, δεδομένης της έλλειψης κατάλληλης χρηματοδότησης, εκπαιδευμένων μεταφραστών και -ίσως- επαρκούς ενδιαφέροντος.

Μερικές φορές όλα είναι θέμα τύχης. Πρέπει να σταθείς τυχερός.

Μερικές φορές ένας συγγραφέας δεν μπορεί να ταξιδέψει λόγω αναπηρίας ή δεν είναι τόσο επικοινωνιακός όσο εγώ. Προσωπικά, ταξίδεψα σε φεστιβάλ και συμμετείχα σε residencies. Eίναι σημαντικό να μπορείς να παρουσιάσεις τη δουλειά σου εκεί έξω.

Πώς ένας συγγραφέας ξεπερνά αυτά τα εμπόδια με πιο δομικό τρόπο, κατά τη γνώμη σου;

Ίσως η πανδημία μάς έδειξε ότι μπορούμε να κάνουμε πράγματα διαδικτυακά και η δουλειά μας μπορεί να παρουσιαστεί με διαφορετικό τρόπο.

Οι υπόλοιποι παράγοντες που ανέφερες -η χρηματοδότηση, οι μεταφραστές- είναι συστημικού χαρακτήρα και μπορούν να δουλευτούν.

Ωστόσο, δε νομίζω ότι οι Η.Π.Α., για παράδειγμα, ενδιαφέρονται τόσο για την ξένη λογοτεχνία. Πώς τις κάνεις να ενδιαφερθούν; Ίσως αν γίνει άλλος πόλεμος. (Γέλιο).

Το να αναγνωρίζεσαι γι’ αυτό που πραγματικά είσαι και όχι ως ένας εξωτικοποιημένος/θυματοποιημένος «άλλος» - πώς το πετυχαίνεις αυτό;

Μετέφρασα το τελευταίο μου βιβλίο στα αγγλικά. Ουσιαστικά, έπρεπε να γράψω τα πάντα σε δύο γλώσσες και μετά να επιστρέψω στο αρχικό κείμενο γιατί, όταν μεταφράζεις, αναγνωρίζεις τα προβλήματα του αρχικού κειμένου.

Αυτή είναι στην πραγματικότητα η δουλειά ενός επιμελητή, αλλά δεν έχουμε τέτοια κουλτούρα. Απαιτεί χρήματα. Ακόμη και οι Η.Π.Α. δεν έχουν επιμελητές αυτή τη στιγμή στους εκδοτικούς οίκους. Πρέπει να τους πληρώσεις ιδιωτικά.

Η προαναφερθείσα διαδικασία, ωστόσο, δεν ισχύει μόνο για τη συγγραφή και τη μετάφραση.

Κάθε περιθωριοποιημένη ομάδα/κοινότητα πρέπει να κάνει πολύ περισσότερη δουλειά σε κάθε πτυχή της ζωής της για να προχωρήσει.

Αυτή η διαδικασία μας κάνει, όμως, πιο δυνατούς ανθρώπους. Και μόλις πετύχεις τον στόχο σου, αναγνωρίζεσαι ως αυτό που είσαι - συγγραφέας, σε αυτήν την περίπτωση.

Έχοντας ρίζες τόσο στη Βόρεια Μακεδονία όσο και στην Ελλάδα, αισθάνεσαι σαν στο σπίτι σου και στις δύο χώρες ή πρέπει ακόμα να είσαι προσεκτική ως προς το πώς διατυπώνεις τις απόψεις/σκέψεις σου σχετικά με μια σειρά ζητημάτων;

Νομίζω ότι γνωρίζω την πρώην Γιουγκοσλαβία και μιλάω αρκετά καλά την πρώην επίσημη γλώσσα. Καταλαβαίνω λοιπόν τι λένε όλοι και κατανοώ το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο.

Ωστόσο, δεν έχω ζήσει ποτέ στην Ελλάδα, ούτε και η μητέρα μου -που είναι Ελληνίδα- έχει ζήσει εδώ.

Η θεία μου το έκανε, αλλά έφυγε, καθώς δεν περνούσε καλά στη χώρα. Υπήρχε μεγάλη προκατάληψη εναντίον της λόγω της κληρονομιάς της. Ήταν περιθωριοποιημένη.

Έχω μια ισχυρή σχέση με την Ελλάδα μέσω της οικογένειάς μου και του παρελθόντος, αλλά δεν ξέρω καλά τη γλώσσα. Πρέπει να τη μάθω, το δουλεύω.

Δε νιώθω άνετα να λέω μεγαλοφώνως πράγματα μπροστά στα Μ.Μ.Ε. εδώ γιατί δε γνωρίζω το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο.

Γι' αυτό και χάρηκα τόσο πολύ όταν υπογράφηκε το συμβόλαιο με τις Εκδόσεις Gutenberg, θα μεταφράζονταν τα βιβλία μου και θα μπορούσα να ταξιδέψω στην Ελλάδα και να μιλήσω ελεύθερα με τον κόσμο.

Δε θα χρειαζόταν πια να ντρέπομαι γιατί δεν μιλάω καλά ελληνικά. Δεν το κάνω γιατί η οικογένειά μου δεν μπορούσε να επιστρέψει στην Ελλάδα.

Όταν είμαι σπίτι, μπορώ να αναγνωρίσω ένα άτομο από το πώς μιλάει. Στην Ελλάδα, δεν έχω ιδέα τι αξίες έχουν οι άνθρωποι - και μου αρέσει κάπως αυτό! Ωστόσο, θέλω να μάθω περισσότερα για τη χώρα.

Έχει υποχωρήσει ο μισογυνισμός στη Βόρεια Μακεδονία τα τελευταία χρόνια;

Ναι, έτσι νομιζω. Οι νεαρές γυναίκες είναι πολύ πιο μορφωμένες, ευαισθητοποιημένες και συνειδητοποιημένες για το τι συμβαίνει. Είμαι πολύ χαρούμενη με το φεμινιστικό κίνημα στη Βόρεια Μακεδονία.

Yπάρχουν, πάντως, και αντιδράσεις.

Και -θα πρόσθετα- μια κάποια υποκρισία, όταν φεμινιστικές απόψεις, ο φεμινιστικός λόγος ή φεμινιστικές πρακτικές αρθρώνονται/εφαρμόζονται από κατά τα άλλα δεξιά άτομα, ομάδες - ακόμα και κυβερνήσεις.

Κακοποιούν τον φεμινισμό σαν να ήταν μόδα. Σκέφτονται, «Eίναι “in”, “hip” ή “cool”, οπότε θα χρησιμοποιήσουμε αυτές τις λέξεις χωρίς να τις εννοούμε». Λένε, «Αυτή είναι μια φεμινιστική ταινία» μόνο και μόνο για να λάβουν χρηματοδότηση.

Ο φεμινισμός, πάντως, έχει γίνει mainstream. Ακόμη και η ύπαρξή μου ως συγγραφέα -ανάμεσα σε άλλες γυναίκες συναδέλφους- βεβαιώνει ότι τα πράγματα αλλάζουν.

Ωστόσο, δεν μπορούμε να περιμένουμε πως όλα θα αλλάξουν από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά είμαστε σε καλό δρόμο.

Όταν ήμουν είκοσι, δεν καταλάβαινα καν ότι είχα δικαιώματα ή πώς να αντιμετωπίσω την παρενόχληση ή ότι μπορούσα απλώς να πω σε έναν άντρα να σταματήσει να με χαϊδεύει ή να με αγγίζει.

Ένιωθα ντροπή για την παρενόχληση. Αλλά οι νεαρές γυναίκες στις μέρες μας ξέρουν πώς να την αντιμετωπίσουν.

Ας ελπίσουμε ότι θα υπάρξουν πιο απτά αποτελέσματα προς αυτή την κατεύθυνση στο εγγύς μέλλον.

Οι άντρες πρέπει να χειραφετηθούν στη συνέχεια. Και οι άντρες θα χρειαστεί να αρχίσουν να χειραφετούν άλλους άντρες. Δεν μπορείς να έχεις φεμινισμό χωρίς να εμπλέκονται άντρες.

Η συνέντευξη με την συγγραφέα πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της 19ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης (4-7 Μαΐου 2023). Ευχαριστώ τις Εκδόσεις Gutenberg για τη φιλοξενία της στο περίπτερό τους.

Οι συλλογές διηγημάτων της Ρούμενα Μπουζάροφσκα Ο άντρας μου και Δεν πάω πουθενά κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Gutenberg σε μετάφραση της Αλεξάνδρας Ιωαννίδου.



Δευτέρα 7 Αυγούστου 2023

ΙRENE: «Δεν είναι δυνατόν να είσαι φεμινίστρια χωρίς να είσαι αντικαπιταλίστρια»

 


Μεγαλωμένη ανάμεσα σε «δυνατές γυναίκες της εργατικής τάξης» σε ένα πολυπολιτισμικό περιβάλλον με διάχυτες βασκικές, γαλλικές και ισπανικές επιρροές, η IRENE είναι μια ριζοσπάστρια φεμινίστρια.

Το βιβλίο της Ο φεμινιστικός τρόμος, Μικρό εγκώμιο του εξτρεμιστικού φεμινισμού είναι μια παθιασμένη έκκληση στα φεμινιστικά όπλα. Κουβεντιάζοντας μαζί της.

Αντλείς από ποικίλες πολιτιστικές επιρροές και αναφορές -βασκικές, γαλλικές, ισπανικές-, γεγονός για το οποίο σε ζηλεύω.

Με ποιους τρόπους έχουν αυτές διαμορφώσει το άτομο -και τη φεμινίστρια- που είσαι, μαζί με συγκεκριμένους ανθρώπους όπως η γιαγιά σου, η Ίτα;

Από γεωγραφικής άποψης, γεννήθηκα και μεγάλωσα στα «σύνορα». Βάζω τη λέξη σε εισαγωγικά γιατί, ως παιδί, δε σήμαινε τίποτα για μένα.

Πήγαινα πέρα ​​δώθε μεταξύ Γαλλίας και ισπανικού κράτους πολλές φορές την ημέρα, αγνοώντας τι σημαίνει η έννοια «σύνορα» όσον αφορά τον έλεγχο, τα εγκλήματα, την ιεραρχία μεταξύ λαών και ατόμων.

Μεγάλωσα σε ένα πολυπολιτισμικό περιβάλλον το οποίο νομίζω ότι μου πρόσφερε μια ανοιχτότητα πνεύματος.

Αλλά το λέω αυτό χωρίς καμία επιθυμία για ντετερμινισμό: υπάρχουν και αντιδραστικοί που μεγάλωσαν στο ίδιο πλαίσιο με το δικό μου.  

Τούτου λεχθέντος, είναι αλήθεια πως εμείς οι Βάσκες έχουμε τη φήμη ότι είμαστε ελεύθερες και δυναμικές! Και πως, σε σύγκριση με τη Γαλλία, ο φεμινισμός στο ισπανικό κράτος της σύγχρονης εποχής έχει αναπτυχθεί πιο γρήγορα.  

Η πατριαρχία που συναντάμε στη Γαλλία μερικές φορές -συχνά- έχει αποχρώσεις που είναι πλέον αδιανόητες στο ισπανικό κράτος, εκλαμβανόμενες ως αρχαϊκές. Και πολλές γαλλικές πατριαρχικές παραδόσεις είναι πολύ κανονικοποιημένες, καθημερινές.  

Νομίζω ότι η εμπειρία των διαφορών μεταξύ των δύο χωρών μου επέτρεψε να δω πως πολλά από αυτά τα πράγματα στη Γαλλία δεν είναι φυσιολογικά και ότι είναι δυνατό -και απαραίτητο- να οργανωθούμε για να τα αντιμετωπίσουμε.

Από οικογενειακή άποψη, μεγάλωσα περιτριγυρισμένη από την μητέρα μου, την γιαγιά μου και τις θείες μου: δυνατές γυναίκες της εργατικής τάξης που μου μετέδωσαν την αποφασιστικότητα να υπερασπιστώ τα δικαιώματα και την αξιοπρέπειά τους.

Στην οικογένειά μου, τα παιδιά έχουν το δικαίωμα να μιλούν, να εκφράζονται -δε θεωρούνται κατώτερα όντα- και διδάσκονται να διαθέτουν ελεύθερα το σώμα τους - για παράδειγμα, να μην τα αναγκάζουν να δίνουν φιλιά.

Λεπτομέρειες, αλλά νομίζω πως με έκαναν να αποκτήσω φεμινιστική συνείδηση ​​πολύ νωρίς.  

Σε πολύ νεαρή ηλικία εισήχθης στους φεμινιστικούς κύκλους. Ποιες ήταν οι πρώτες εντυπώσεις σου από αυτούς και πόσο καιρό σου πήρε για να νιώσεις πραγματικά «σαν στο σπίτι σου» σε μια ομάδα ή μια συνέλευση;

Στις πρώτες μου φεμινιστικές συναντήσεις και συνελεύσεις δε μίλησα. Δεν είπα λέξη. Ένιωσα πολύ εντυπωσιασμένη από αυτούς τους ανθρώπους, συχνά πολύ μεγαλύτερους από εμένα, και με εμπνευσμένο υπόβαθρο. 

Και πάνω απ' όλα αισθάνθηκα την ανάγκη να ακούσω, να μάθω, να αφομοιώσω όλη αυτή τη νέα γνώση που μου ήρθε. Οπότε δε μίλησα, γιατί ένιωθα ότι δεν είχα τίποτα να πω, τίποτα να συνεισφέρω. Μάλλον έκανα λάθος.

Ήμουν, όμως, πάντα παρούσα, και προσπαθούσα να γίνω χρήσιμη όσο πιο γρήγορα μπορούσα στις οργανωμένες δράσεις.

Μου πήρε λίγο χρόνο για να ξεπεράσω τη συστολή μου, αλλά αισθάνθηκα πολύ καλά σε αυτό το περιβάλλον από την αρχή.

Ένα περιβάλλον όπου οι άνθρωποι που συναντιούνται εκεί το κάνουν συμμεριζόμενοι κοινές ιδέες, αξίες και την αποφασιστικότητα να τις υπερασπιστούν.

Χρησιμοποιείς εκτενώς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και συγκεκριμένα το Instagram, ως εκπαιδευτικό εργαλείο. Ποιες, κατά τη γνώμη σου, είναι οι προϋποθέσεις για μια παραγωγική χρήση των μέσων αυτών;

Και πόσο επικίνδυνη μπορεί να είναι η παγίδα της υπερεκτίμησης του αντίκτυπού τους;

Μοιράζομαι τις ιδέες μου στο Ιnstagram εδώ και χρόνια. Νομίζω πως ξεκίνησα στο γυμνάσιο ή λίγο μετά.

Τα κοινωνικά δίκτυα είναι ένα ενδιαφέρον εργαλείο όταν έχεις πράγματα να πεις αλλά δεν έχεις πρόσβαση στα Μ.Μ.Ε., σαφώς, όμως, δεν τα είχα αντιληφθεί έτσι όταν ξεκίνησα.

Συνέβη εντελώς με εντελώς φυσικό τρόπο: είχα λογαριασμό σε κοινωνικά δίκτυα -όπως σχεδόν όλοι στους κύκλους μου-, υπήρχαν πράγματα που με θύμωσαν και έπρεπε να τα εκφράσω, να τα καταγγείλω, να εξηγήσω γιατί.

Έτσι, απλά το μίλησα στο Ιnsta, όπου με ακολούθησαν και οι φίλοι μου. Τώρα είμαστε λίγο πιο πολλοί/πολλές.

Κατά ειρωνικό τρόπο, είμαι πολύ επικριτική απέναντι στα κοινωνικά δίκτυα.

Κάποιες πτυχές μπορεί να είναι θετικές -διαμοιρασμός ιδεών, διάδοση εννοιών, εκλαΐκευση, προσκλήσεις για συγκεντρώσεις-, άλλες, όμως είναι σαφώς λιγότερο, όπως μια ορισμένη «σταροποίηση» των χρηστ(ρι)ών που μπορεί να προκύψει.

Ή, για παράδειγμα, το γεγονός ότι πολλοί φεμινιστικοί λογαριασμοί στο Ιnstagram γεννήθηκαν πριν από μερικά χρόνια και οι γυναίκες που τους διαχειρίζονται έχουν γίνει πλέον ένα είδος κοριτσιού-αφεντικού το οποίο κεφαλαιοποιεί τον σκοπό.

Ή το γεγονός πως πολλοί άνθρωποι περιορίζουν τον ακτιβισμό τους στα δίκτυα, όταν υπάρχουν τόσα πολλά να κάνουν έξω.  

Φυσικά, δεν έχουν όλοι την πολυτέλεια να πηγαίνουν σε διαδηλώσεις, συνελεύσεις κ.λπ., όπως άτομα με αναπηρία ή άτομα που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο από την αστυνομία, όπως άνθρωποι υφιστάμενοι ρατσιτικές διακρίσεις, μεταξύ άλλων. 

Αλλά αυτό δεν ισχύει για όλους.

Για αυτούς τους λόγους και άλλους, αρνούμαι να αποκαλώ τον εαυτό μου «ακτιβίστρια του Ιnstagram». Δεν είμαι ενεργή στο Ιnstagram. Εκεί μοιράζομαι ιδέες και εκκλήσεις για διαδηλώσεις, αλλά κάνω καμπάνια έξω, με συντρόφια.

Για μένα, ο ακτιβισμός υπονοεί μια έννοια συλλογικότητας, την οποία δεν υλοποιώ μέσω του προσωπικού μου λογαριασμού στο Instagram. 

Προκλητικά τιτλοφορημένο, το βιβλίο σου Ο φεμινιστικός τρόμος, Μικρό εγκώμιο του εξτρεμιστικού φεμινισμού είναι μια παθιασμένη και αναζωογονητικά μη ακαδημαϊκή έκκληση στα φεμινιστικά όπλα.

Επέλεξες αυτόν τον τίτλο ως μέσο αμφισβήτησης/αποδόμησης της κυρίαρχης δεξιάς αντίληψης του φεμινισμού, δικαιώνοντας παράλληλα τις πρακτικές φεμινιστικής βίας ως πολιτική στρατηγική;

Η φράση «φεμινιστικός τρόμος» αναφέρεται αρχικά στον τίτλο ενός τεύχους ακροδεξιού γαλλικού περιοδικού, το οποίο ισχυριζόταν ότι κατήγγειλε τον κίνδυνο των φεμινιστριών. Ήταν τότε, πρώτα απ’ όλα, ένας τρόπος να ανακτηθεί η έννοια. 

Αντί να προσπαθήσω να αρνηθώ πως οι φεμινίστριες μπορεί να είναι επικίνδυνες και βίαιες, ήθελα να ρωτήσω αν συνέβη αυτό, γιατί και σε ποιο βαθμό.

Από την άλλη, πιστεύω πως ό,τι και να κάνουμε, ως φεμινίστριες, θα υποστούμε τις προσβολές των επικριτών μας.

Είναι χάσιμο χρόνου να προσπαθείς να τους αντικρούσεις. Εξάλλου, δε χρειάζεται να παρακαλούμε τους αντιδραστικούς, να τους πείσουμε για την ακινδυνότητά μας.

Η επανοικειοποίηση των προσβολών είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να αφαιρέσεις την καταστροφική τους δύναμη. Εφόσον είπα πως είμαι εξτρεμίστρια φεμινίστρια, κανείς δε με προσβάλλει ως τέτοια.

Και μετά, πολύ απλά, το βρίσκω αστείο! Είμαι πολύ σαρκαστικός άνθρωπος. Ο υπότιτλος είναι απλώς ένα αστείο και μου αρέσει όταν οι άνθρωποι μου ζητούν σοβαρά έναν ορισμό του εξτρεμιστικού φεμινισμού!

«Ως φεμινίστρια, δεν αγωνίζομαι για να δώσω την εξουσία στις γυναίκες, αλλά για να καταστρέψω την εξουσία», «διακηρύσσεις» στο βιβλίο σου- και δε θα μπορούσα να συμφωνήσω περισσότερο.

Είναι, λοιπόν, για σένα ο φεμινισμός αντιεξουσιαστικός, αντικαπιταλιστικός και αντιπατριαρχικός στον πυρήνα του;

Εντελώς! Αναπτύσσω αυτές τις ιδέες περαιτέρω στο δεύτερο βιβλίο μου, Hilaria- Οικείες ιστορίες για έναν επαναστατικό φεμινισμό.

Ξεκινώντας από την ιστορία της προγιαγιάς μου και των παιδιών της, εξηγώ πώς πιστεύω ότι ο φεμινισμός πρέπει να είναι αντικαπιταλιστικός, αντιφασιστικός και ενάντια στον εγκλεισμό, αναπτύσσοντας μια αναρχοφεμινιστική θεωρία.

Ο κόσμος διέπεται από πολλά συστήματα κυριαρχίας που αλληλοτροφοδοτούνται. Δεν είναι δυνατόν να είσαι φεμινίστρια χωρίς να είσαι, για παράδειγμα, αντικαπιταλίστρια και αντιρατσίστρια.

Αυτό θα σήμαινε πως στόχος του φεμινισμού θα ήταν να επιτραπεί σε μια κατηγορία γυναικών να είναι ίση με τους αστούς λευκούς άνδρες, εκμεταλλευόμενη άρα -περισσότερες- φτωχές γυναίκες και ανθρώπους υφιστάμενους ρατσισμό.

Και αυτό στο όνομα του φεμινισμού.

Ο φεμινισμός πρέπει να είναι ένας παγκόσμιος αγώνας για κοινωνική δικαιοσύνη, με στόχο τη συλλογική απελευθέρωση όλων των καταπιεσμένων:

Γυναικών, ατόμων LGBTQIA+, ανθρώπων που υφίστανται ρατσισμό, εργαζόμενων, ατόμων με αναπηρία... όλων!

Από πέρυσι, στη Γαλλία, μια γυναίκα είναι πρωθυπουργός. Μια γυναίκα που, ωστόσο, έχει κάνει χρήση αντιδημοκρατικών και αυταρχικών μέτρων σε λιγότερο από 12 μήνες.

Θα μπορούσαμε επίσης να παραθέσουμε την Τζόρτζια Μελόνι ή την Μάργκαρετ Θάτσερ. Δεν υπάρχει απολύτως τίποτα φεμινιστικό σε αυτά τα παραδείγματα πολιτικής εξουσίας που ασκούν γυναίκες.

Ή σε παραδείγματα καπιταλιστικής εξουσίας που κατέχουν άλλες προσωπικότητες, όπως η Κριστίν Λαγκάρντ. 

Πρέπει να σταματήσουμε να πιστεύουμε ότι ο κόσμος θα είναι καλύτερος και πιο φεμινιστικός αν δώσουμε περισσότερη δύναμη στις γυναίκες:

Αυτό ισοδυναμεί με το να αγνοούμε την κοινωνική τάξη που αποκτά εξουσία ή τη λευκή υπεροχή που γεννιέται εκεί.

Δεν υπάρχει φεμινιστική ουσία στη γυναικεία εξουσία, με την έννοια της πολιτικής, καπιταλιστικής εξουσίας.

Υποστηρίζεις την αναγκαιότητα ενός «αντι-σωφρονιστικού φεμινισμού» όσον αφορά στη μεταχείριση των -καθ’ έξιν ή μη- κακοποιητών.

Θα ήθελες να μου αναλύσεις αυτή την έννοια και, το πιο σημαντικό, τους πιθανούς τρόπους εφαρμογής της;

Νομίζω ότι είναι σημαντικό να αμφισβητήσουμε δύο έννοιες που πολύ συχνά φαίνονται βασικές στον αγώνα κατά της πατριαρχίας: την αστυνομία και τη φυλακή.

Όταν είσαι γυναίκα, φαίνεται πως ένα από τα βασικά πράγματα για να υπερασπιστείς τον εαυτό σου από τη βία είναι η αστυνομία και η φυλακή.

Και ότι τα κύρια αιτήματά μας πρέπει να είναι αυξημένος προϋπολογισμός για αυτούς τους θεσμούς, περισσότερες ποινές, καταστολή κ.λπ.

Πρώτον, το γεγονός πως αυτές οι υποθέσεις δεν αμφισβητούνται μας εμποδίζει να αναλύσουμε την κατεξοχήν ρατσιστική, καπιταλιστική, πατριαρχική και αυταρχική φύση αυτών των θεσμών.

Η ιδέα ότι η αστυνομία κλείνει τους κακούς στις φυλακές είναι μύθος, που καταρρίπτεται πολύ εύκολα από τους αριθμούς.

Είναι κυρίως φτωχοί και υφιστάμενοι ρατσισμό άνθρωποι που είναι έγκλειστοι, σε απάνθρωπες συνθήκες, στις φυλακές σε όλο τον κόσμο.

Όταν είσαι φεμινίστρια, δεν είναι δυνατόν να υπερασπιστείς σοβαρά την ύπαρξη αυτών των τόπων που φέρουν μέσα τους όλους τους μηχανισμούς κυριαρχίας που υποτίθεται πως καταγγέλλουμε.

Από την άλλη, η συσχέτιση της αστυνομίας και του φεμινισμού καθιστά δυνατή τη δικαιολόγηση και νομιμοποίηση μέτρων όπως η γενικευμένη χρήση των καμερών παρακολούθησης στον δρόμο ή η παρουσία της αστυνομίας σε ορισμένες περιοχές.

Μέτρα που υποτίθεται ελήφθησαν για την ασφάλειά μας, αλλά στην πραγματικότητα στοχεύουν στην κανονικοποίηση της μαζικής παρακολούθησης, των αυταρχικών πολιτικών ή της ποινικοποίησης ή φτωχών ανθρώπων ή υφιστάμενων ρατσισμό.

Επίσης, ως ακτιβίστρια, δε βλέπω τον εαυτό μου να ζητά βοήθεια από τους ίδιους ανθρώπους που με χτυπούν και με καταπιέζουν όταν υπερασπίζομαι τα δικαιώματά μου. 

Από την εφαρμογή ολοένα και πιο κατασταλτικών νόμων για την καταπολέμηση της σεξιστικής και σεξουαλικής βίας, αυτοί δεν έπαψαν να υπάρχουν αποδεικνύοντας την πλήρη αποτυχία του υποτιθέμενου αποτρεπτικού χαρακτήρα των νόμων. 

Επιπλέον, η εφαρμογή των ίδιων νόμων δεν είναι καν πραγματικότητα, αφού ένα πολύ μικρό μέρος των επιτιθέμενων καταλήγει πίσω από τα κάγκελα.

Στην πραγματικότητα, οι γυναίκες και οι διαφωνούντες εφαρμόζουν πάντα εναλλακτικές πρακτικές σε έναν κόσμο που δεν τις/τους προστατεύει, και όπου δεν μπορούν όλοι να καταγγείλουν σε ένα αστυνομικό τμήμα μια επίθεση που υπέστησαν.

Σκέφτομαι, για παράδειγμα, τις γυναίκες χωρίς έγγραφα, ή τρανς γυναίκες.

Νομίζω ότι το φεμινιστικό κίνημα έχει τα πάντα να κερδίσει εφαρμόζοντας αρχές εναλλακτικής, μετασχηματιστικής δικαιοσύνης, οι οποίες υπάρχουν σε ορισμένες κοινότητες εδώ και αιώνες, ή αναπτύσσοντας νέες.

Ως ριζοσπάστρια φεμινίστρια ακτιβίστρια, πώς αντιμετωπίζεις εκείνες τις γυναίκες που έχουν εσωτερικεύσει και συνεχίζουν να αναπαράγουν πατριαρχικές/μισογυνικές αντιλήψεις/πρακτικές στην καθημερινή τους ζωή;

Νομίζω ότι, σε μια πατριαρχική κοινωνία, όλοι αναπαράγουν πατριαρχικές έννοιες και όλοι έχουν κάποιου είδους εσωτερικευμένο μισογυνισμό, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό. Και εγώ!

Νομίζω πως είναι -σχεδόν- αδύνατο να απαλλαγούμε από όλες τις πατριαρχικές ιδέες και έθιμα που έχουμε εσωτερικεύσει από τη γέννησή μας, αλλά και πριν. Μέχρι στιγμής, τίποτα το ασυνήθιστο.

Όλοι χρειαζόμαστε διαφορετικούς χρόνους για να αποδομήσουμε τα πράγματα.

Οπότε, ανάλογα με την κατάσταση, λέω στον εαυτό μου ότι ίσως αυτός ο άνθρωπος βρίσκεται σε διαφορετικό στάδιο, ότι χρειάζεται χρόνο.

Προσέχω, όμως, να μη διολισθήσω σε ένα είδος πατερναλισμού, αντιμετώπισης γυναικών με διαφορετικές ιδέες ως νήπια. 

Μετά, νομίζω πως πρέπει να αποδεχτούμε ότι δεν είναι όλες οι γυναίκες μια μεγάλη οικογένεια. Αν όλοι/όλες υποφέρουμε από ην πατριαρχία, δεν είναι στον ίδιο βαθμό ή υπό τις ίδιες συνθήκες.

Ο σεξισμός που υφίσταται η διευθύνουσα σύμβουλος μιας πολυεθνικής δεν έχει καμία σχέση με αυτόν που βιώνει μια μετανάστρια τρανς γυναίκα, για παράδειγμα. Και υπάρχουν γυναίκες που στρατεύονται ενεργά κατά του φεμινισμού.

Δε μιλάμε πλέον για εσωτερικευμένο μισογυνισμό, αλλά για ένα συνειδητό αντιφεμινιστικό πολιτικό σχέδιο, το οποίο κάνει αυτές τις γυναίκες πολιτικούς μου εχθρούς.

Γενικά, πιστεύεις πως ο φεμινισμός μπορεί να είναι εργαλείο απελευθέρωσης για εκείνους τους άντρες που είναι αρκετά γενναίοι ώστε να αναγνωρίσουν/καταργήσουν τα προνόμιά τους και να εργαστούν σκληρά για να μεταμορφωθούν σε διαφορετικά κοινωνικά και πολιτικά όντα;

Η πατριαρχία εγκλωβίζει τους πάντες σε καλά καθορισμένους ρόλους φύλου.

Υπό αυτή την έννοια, είναι αλήθεια ότι οι άντρες υποτίθεται πως ανταποκρίνονται σε ορισμένους κώδικες: αρρενωπότητα, δύναμη, απουσία ευάλωτων συναισθημάτων, επιτέλεση ετεροφυλικών πρακτικών κ.λπ.

Ο φεμινισμός είναι, επομένως, ένας τρόπος για να επιτρέψουμε σε κάθε άτομο να είναι ο εαυτός του χωρίς κρίσεις, χωρίς εμπόδια. Ωστόσο, δεν ξέρω αν θα μιλούσα για «απελευθέρωση».

Αυτό θα σήμαινε πως θα τους έβαζα στο ίδιο επίπεδο με τα κυρίαρχα υποκείμενα της πατριαρχίας.

Δε νομίζω, όμως, ότι το δικαίωμα στο κλάμα είναι συγκρίσιμο με το δικαίωμα να βγαίνεις στον δρόμο χωρίς να διατρέχεις τον κίνδυνο να υποστείς επίθεση ή να μην είσαι πλέον αντικείμενο εκμετάλλευσης από τον πατριαρχικό καπιταλισμό.

Δεν μπορώ να υποσχεθώ στους άντρες πως ο φεμινισμός θα τους απελευθερώσει, γιατί στην πραγματικότητα στοχεύει επίσης στο να αφαιρέσει τα προνόμια που απολαμβάνουν. Αυτό δεν ευχαριστεί κανέναν, είναι φυσιολογικό.

Πολύ απλά, τους προτείνω την οικοδόμηση μιας κοινωνίας που δε θα βασίζεται πλέον στην κυριαρχία και την εκμετάλλευση των άλλων. Αυτός είναι ήδη ένας καλός λόγος για να είσαι φεμινίστρια. 

Η Γαλλία βρέθηκε πρόσφατα σε αναταραχή, με τον αγώνα ενάντια στην επιβολή της εξαιρετικά αντιδημοφιλούς μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος από τον Μακρόν να λειτουργεί ως σημείο εκκίνησης.

Πολλοί, μάλιστα, ισχυρίζονται ότι η Πέμπτη Γαλλική Δημοκρατία καταρρέει. Ποια είναι η άποψή σου;

Ο αγώνας ενάντια στη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση συμπύκνωσε μια γενική οργή που υπερβαίνει αυτό το ερώτημα. Επί έξι χρόνια, η κατάσταση της γαλλικής εργατικής τάξης έχει μόνο επιδεινωθεί, ενώ οι μεγάλες περιουσίες έχουν αυξηθεί.

Η ακροδεξιά μπορεί να εκφραστεί ελεύθερα στα κανάλια του μεγάλου ακροατηρίου ή να παρελάσει στους δρόμους με την ανοχή των περιφερειακών αρχών, ενώ η καταστολή και η βία κατά των αριστερών κινημάτων είναι πλέον κοινός τόπος.

Η κυβέρνηση αυξάνει τις επιθέσεις στην τάξη μας με τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, αλλά και μέσω της ανεργίας ή ακόμα και του μεταναστευτικού νόμου.

Και αυτό κάνοντας χρήση πολύ αμφιλεγόμενων σημείων του Συντάγματος, όπως το άρθρο 49.3, που κρίνεται αντιδημοκρατικό. Όλα κάτω από μια ελάχιστη συγκαλυμμένη περιφρόνηση του Μακρόν και της κυβέρνησής του. 

Οι άνθρωποι είναι θυμωμένοι και έχουν δίκιο. Αυτό που βιώνουμε -ή μάλλον χτίζουμε- από τον Ιανουάριο είναι ιστορικό:

Μαζικές διαδηλώσεις που δείχνουν την αντίθεση την οποία συμμερίζεται το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού στη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση, αλλά και ευρύτερα απέναντι στην πολιτική που ακολουθεί ο Μακρόν από το 2017.

Αυτή η κατάσταση κάνει τους ανθρώπους να δουν τα θεμελιώδη προβλήματα της Πέμπτης Δημοκρατίας: τον τρόπο με τον οποίο επιτρέπει σε μια παράνομη κυβέρνηση να θέτει νόμους σε ισχύ παρά την άρνησή μας. 

Το βιβλίο του Claude Serfati Το ριζοσπαστικό κράτος δείχνει την ευθραυστότητα της δημοκρατίας στο σημερινό Σύνταγμα.

Ευχαριστώ θερμά τον Κώστα Λεγάκη (Εκδόσεις των Συναδέλφων) για την πολύτιμη συμβολή του στην πραγματοποίηση της συνέντευξης.

Το βιβλίο της IRENE O φεμινιστικός τρόμος, Μικρό εγκώμιο του εξτρεμιστικού φεμινισμού κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις των Συναδέλφων σε μετάφραση του Νίκου Μαρούπα.

Η IRENE συμμετέχει στο ΣΜΗΝΟΣ FEST (ΠΛΥΦΑ, Κορυτσάς 39, Βοτανικός, Αθήνα, 9 & 10 Σεπτεμβρίου) με την εισήγηση Φεμινιστική βία; Εξετάζοντας την αυτονομία του φεμινιστικού κινήματος (Σάββατο 9 Σεπτεμβρίου, 18:30-20:00).



Σάββατο 5 Αυγούστου 2023

Γκαμπριέλα Καμπεσόν Κάμαρα: «Η λογοτεχνία είναι τρόπος ζωής “εξωσκελετικός”»

 


Φιναλίστ για το Διεθνές Βραβείο Booker 2020, το μυθιστόρημα της Αργεντίνας Γκαμπριέλα Καμπεσόν Κάμαρα Οι περιπέτειες της Τσίνα Άιρον επανερμηνεύει ένα κλασικό αργεντίνικο έπος μέσα από μια κουίρ/λεσβιακή/φεμινιστική οπτική.

Συναντώντας την συγγραφέα στην Αθήνα στο πλαίσιο του 15ου Φεστιβάλ ΛΕΑ (13-24 Ιουνίου 2023).

Όλες οι δραστηριότητές σας -δημοσιογραφική, κοινωνικοπολιτική, συγγραφική-περιστρέφονται γύρω από τις θηλυκότητες και τις ανάγκες, τις επιθυμίες, τα βιώματα και τα προβλήματά τους.

Κατά πόσο έχει αυτή η επιλογή υπάρξει η απάντηση στην πατριαρχική αργεντίνικη κοινωνία;

Κι εγώ όπως και τόσες γυναίκες ζούμε κάτω από την πατριαρχία. Θέλουμε, λοιπόν, πια να αποκτήσουμε τα ίδια δικαιώματα.

Κατά μία έννοια μπορούμε να σκεφτούμε την πατριαρχία ως κάτι που βλέπει τις γυναίκες σαν ένα αντικείμενο, ένα αγαθό για τους άντρες, που τους ανήκει.

Είναι σαν τα πάντα -οι γυναίκες, τα παιδιά, τα ζώα, οι λίμνες- να έχουν κατασκευαστεί για να υποστούν εκμετάλλευση από λευκούς άντρες. Η λογοτεχνία μου απαντά σ’ αυτό, αλλά όχι υπό μια στενή έννοια του φεμινισμού.

Ποια έννοια, ποια εκδοχή/ερμηνεία του φεμινισμού υιοθετείτε, επομένως;

Την αντικαπιταλιστική, οικολογική, αντιφασιστική, αντιαποικιοκρατική.

Είστε ξεκάθαρη!

Δε μιλάω, όμως, μόνο για τη μάχη ενάντια στην καταπίεση που βιώνουν οι γυναίκες, αλλά -όπως προανέφερα- εναντίον της αντίληψης της ζωής ως αντικειμένου.

Η γυναικεία καταπίεση είναι ασφαλώς είναι ένα σημαντικό ζήτημα, ωστόσο πρόκειται για κάτι ευρύτερο. Υπάρχουν, εξάλλου, και πολλοί άντρες τους οποίους νιώθω δικούς μου ανθρώπους.

Επιστρέφω στο μυθιστόρημά σας, το Οι περιπέτειες της Τσίνα Άιρον, που συνιστά ξαναδούλεμα ενός αργεντίνικου έπους από μια κουίρ/λεσβιακή/φεμινιστική οπτική.

Γιατί επιλέξατε να επανερμηνεύσετε το συγκεκριμένο έπος βάσει της συγκεκριμένης οπτικής;

Θα μπορούσα να αντιστρέψω την ερώτηση: γιατί βάσει μιας μη κουίρ, ετεροκανονικής οπτικής;

Όταν μιλάμε για κουίρ άτομα, πρέπει να μιλάμε για τις διάφορες δυναμικές που υπάρχουν στις μεταξύ τους σχέσεις.

Από την άλλη, ο Μαρτίν Φιέρο ποτέ δε χρησιμοποιούσε ονόματα αναφερόμενος στους χαρακτήρες του. Η γυναίκα του δεν αναφερόταν ποτέ ονομαστικά, τα παιδιά του το ίδιο.

Ο μόνος που κατονομαζόταν ήταν ο φίλος του ο Κρους. Και είναι ο μόνος για τον οποίο θρηνεί, όπως θρηνούσε ο Αχιλλέας για τον θάνατο του φίλου του, Πάτροκλου. Είναι η μοναδική σχέση αγάπης που έχει.

Αντιθέτως, όταν πεθαίνουν η γυναίκα και τα παιδιά του, ο Φιέρο δεν κλαίει.

Ας εστιάσουμε στη δομή του βιβλίου. Μου έδωσε την εντύπωση ότι πρόκειται για ένα ταξίδι μύησης διαρθρωμένο σε τρία διαφορετικά στάδια. Είναι όντως έτσι;

Αγαπώ αυτή τη λέξη, «λογοτεχνία»!

Κι εγώ!

Πράγματι, υπήρξε ένα ταξίδι μύησης. Δεν ξεκίνησα να το γράφω έτσι, όμως. Γράφω με άφθονη δημιουργικότητα.

Αντιλαμβάνεστε και τη λογοτεχνία ως μια διαδικασία μύησης;

Για μένα η λογοτεχνία είναι μια δραστηριότητα που μου επιτρέπει να ζω στον κόσμο- αυτό συμβαίνει με όλους τους συγγραφείς, πιστεύω. Είναι ένας τρόπος ζωής «εξωσκελετικός», που μου επιτρέπει να ζω στο εξωτερικό περιβάλλον.

Όσον αφορά στη σχέση συγγραφέα-αναγνώστη/αναγνώστριας, το βιβλίο είναι πιο ενδιαφέρον από τον συγγραφέα, και μιλάει για πολύ περισσότερα από ό,τι αυτός/αυτή.

Γιατί η Τσίνα χρειαζόταν μια λευκή γυναίκα, στην περίπτωση του βιβλίου σας την Σκωτσέζα Λιζ, προκειμένου να την ενθαρρύνει/βοηθήσει να χειραφετηθεί; Υπό ένα αντιαποικοκρατικό πρίσμα, δεν είναι κάπως αντιφατικό αυτό;

Γιατί η διαδρομή της αργεντίνικης κουλτούρας ακολουθεί παρόμοια «μονοπάτια», και υπάρχει αυτή η αγάπη για την Αγγλία, η σαγήνη που ασκεί.

Αλλά πάλι, μπορεί η Λιζ να είναι λευκή και κοκκινομάλλα, είναι όμως ένα συγκεκριμένο άτομο, ένας χαρακτήρας.

Στο τελευταίο μέρος του μυθιστορήματος, πάντως, τα αγγλικά δε χρησιμοποιούνται καθόλου, μόνο τοπικές ιθαγενικές γλώσσες.

Το τρίτο, λοιπόν, στάδιο του βιβλίου, που εκτυλίσσεται στα ινδιάνικα εδάφη, είναι για μένα το πιο συναρπαστικό: παγανιστικό, πανσεξουαλικό, γεμάτο επιθυμίες και δυνατότητες.

Έτσι φαντάζεστε/οραματίζεστε και την κοινωνία, τις ανθρώπινες σχέσεις, τη δομή της οικογένειας;

Θα ήθελα να ζω σ’ έναν κόσμο όπου η επιθυμία είναι ελεύθερη και δεν τιμωρείται καθόλου. Θα ήθελα, επίσης, να ζω σ’ έναν κόσμο που κατανοεί πως αποτελούμε κομμάτι της φύσης. Είμαστε φτιαγμένες και φτιαγμένοι από γη.

Νομίζω ότι πρέπει να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε έναν καινούριο πιθανό κόσμο, γιατί αυτός στον οποίο ζούμε τελειώνει. Εξαντλείται το πετρέλαιο, η κλιματική κρίση βαθαίνει και δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να ζούμε κατά τον ίδιο τρόπο.

Και πρέπει να το κάνουμε γρήγορα, μαζί. Να φανταστούμε, επίσης, ένα μέλλον που δε θα είναι αποκαλυπτικό. Το χρωστάμε στα παιδιά μας, ακόμα κι αν δεν έχουμε παιδιά! (Γέλιο). Αλλά και στη ζωή η οποία έρχεται μετά από εμάς.

Αν το κάνουμε αργότερα, θα είναι πολύ αργά.

Πολύ αργά, και μέχρι τότε ο γαμημένος ο Έλον Μασκ θα έχει πετάξει μέχρι τη Σελήνη!

Πέραν της λογοτεχνίας, η οποία ίσως συμβάλλει στο να φανταζόμαστε έναν διαφορετικό κόσμο, υπάρχει κι ο τρόπος που σχετιζόμαστε μεταξύ μας μέσω του αγώνα.

Η λογοτεχνία είναι κάτι πολύ μικρό! Πρέπει να χτίσουμε δίκτυα, να συνδεθούμε ο ένας με την άλλη και να οικοδομήσουμε το κοινό μας μέλλον.

Το αναφέρει, άλλωστε, κάπου κι η Τσίνα, ότι δηλαδή υπάρχουμε και αισθανόμαστε μέσω του τρόπου που συνδεόμαστε με τους άλλους ανθρώπους.

Με τους άλλους ανθρώπους και άλλες έμβιες υπάρξεις.

Ασχολείστε, αν δεν κάνω λάθος, με τον φεμινιστικό ακτιβισμό.

Πιο πολύ ασχολούμουν στο παρελθόν. Τώρα εμπλέκομαι σε έναν οικο-κοινωνικό και φεμινιστικό ακτιβισμό στο πλαίσιο που ανέφερα νωρίτερα.

Έχετε παρατηρήσει κάποια αλλαγή στην αργεντίνικη κοινωνία τα τελευταία χρόνια σε σχέση με τον τρόπο που αντιμετωπίζονται τα έμφυλα ζητήματα;

Η κατάσταση είναι παράδοξη, για να χρησιμοποιήσω μια ελληνική λέξη- και σύνθετη.

Από τη μία, ένας άντρας δεν μπορεί πλέον να δηλώσει ανοιχτά, «Ναι, δέρνω την γυναίκα μου». Δεν είναι ανεκτό κοινωνικά.

Ταυτόχρονα, όμως, υπάρχει ένας τεράστιος αριθμός γυναικοκτονιών: γυναίκες που δολοφονούνται απλά επειδή είναι γυναίκες. Ο αριθμός αυτός δε μειώνεται.

Αυξάνεται, εξάλλου, το επίπεδο φτώχειας.

Όταν ήμουν παιδί, φτωχό ήταν μόνο το 4% του πληθυσμού. Τώρα είναι -περισσότερο ή λιγότερο- το 50%, αν και πιστεύω πως το πραγματικό ποσοστό είναι μεγαλύτερο από το επίσημο. Η διαδικασία της φτωχοποίησης είναι πολύ βίαιη. .

Οι εξορύξεις, επιπλέον, σκοτώνουν, την ίδια στιγμή που υπόσχονται ένα μέλλον το οποίο δεν έρχεται ποτέ. Το μόνο που αφήνουν για εμάς είναι φτώχεια και απονεκρωμένα εδάφη.

Δεν το βάζετε κάτω, ωστόσο, δεν απελπίζεστε τόσο εύκολα.

Απελπίζομαι πολύ εύκολα, κάθε μέρα, αλλά δεν το βάζω κάτω. Πρέπει να πολεμήσεις, δεν έχεις άλλη επιλογή. Δεν υπάρχει πλέον κάποιο μέρος όπου να αναζητήσεις καταφύγιο. Πού θα πας;

Όλος ο πλανήτης βιώνει έναν σιωπηλό πόλεμο. Είναι πόλεμος, όμως, και μάς σκοτώνουν. Σκοτώνουν μέχρι και τον Αμαζόνιο, που συνδέεται με το πλανητικό οικοσύστημα. Μια καταστροφή! Δεν έχω καταφέρει να φτάσω εκεί. Θα το κάνω.

Αν δε γράφατε, τι άλλο θα κάνατε με το ίδιο πάθος και την ίδια αφοσίωση;

Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να είμαι κάτι άλλο. Έχω υπάρξει και άλλα, αλλά δεν ήμουν ικανοποιημένη μ’ αυτά. Θα ήθελα, πάντως, να εργαζόμουν ως βιολόγος.

Η βιολογία έχει και μια ποιητική διάσταση.

Ναι, θα μπορούσε!

Πώς ήταν για εσάς οι μέρες που περάσατε στην Ελλάδα μέχρι στιγμής; Φαντάζομαι ότι δεν είναι η πρώτη σας φορά στη χώρα.

Κι όμως, είναι η πρώτη μου φορά. Είμαι ερωτευμένη με την Αθήνα! Αισθάνομαι σαν στο σπίτι μου εδώ, και δε νιώθω καθόλου έτσι στην Ευρώπη.

Υπάρχει μια παρόμοια αίσθηση με εκείνη της Αργεντινής: πολιτισμικά, στον τρόπο που ο ένας αντιμετωπίζει την άλλη, ακόμα και στην αρχιτεκτονική. Πολλές ομοιότητες με τη λατινοαμερικάνικη.

Είναι και η Ακρόπολη. Όταν ήμουν πολύ νέα, σπούδαζα αρχαία ελληνικά, και τα αγάπησα. Τώρα τα έχω ξεχάσει, βέβαια!

Η συνέντευξη με την συγγραφέα πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του 15ου Φεστιβάλ ΛΕΑ (13-24 Ιουνίου 2023). 

Ευχαριστώ θερμά την Ισμήνη Κουρούπη (Εκδόσεις Καστανιώτη) για τη συμβολή της στον προγραμματισμό της συνέντευξης και για την παραχώρηση της φωτογραφίας της συγγραφέως που συνοδεύει το κείμενο.

Ευχαριστώ, επίσης, την Αλεξάνδρα Φαρσάρη για τη συνδρομή της στη διερμηνεία του τμήματος της συνέντευξης που διεξήχθη στα ισπανικά.

Το μυθιστόρημα της Γκαμπριέλα Καμπεσόν Κάμαρα Οι περιπέτειες της Τσίνα Άιρον κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Καστανιώτη σε μετάφραση της Άννας Βερροιοπούλου.