Καμέλ Νταούντ (Φωτογραφία: Louiza Ammi) |
Δημοσιογράφος και συγγραφέας, ο Αλγερινός Καμέλ Νταούντ
είναι εκ των πλέον ανερχόμενων γαλλόφωνων συγγραφέων του αραβικού
κόσμου.
Συνομιλώντας μαζί του με αφετηρία το μυθιστόρημά του Ζαμπόρ ή Οι ψαλμοί, έναν λογοτεχνικό
εορτασμό της λυτρωτικής λειτουργίας της γραφής, που κυκλοφορεί
στα ελληνικά από τις Εκδόσεις
Πατάκη.
Γράψατε το μυθιστόρημα Ζαμπόρ
ή Οι ψαλμοί για να εκφράσετε τις πεποιθήσεις σας, ενώ ισχυρίζεστε
ότι όλη η γλώσσα είναι αυτοβιογραφική.
Μιας και είστε καταξιωμένος
συγγραφέας και δημοσιογράφος, πώς προέκυψε
κατ’ αρχάς αυτή η ενασχόληση με τη γλώσσα; Και με ποια έννοια είναι το Ζαμπόρ αυτοβιογραφικό;
Η γλώσσα είναι μια περίπλοκη ιστορία στην Αλγερία: τα αραβικά είναι η
γλώσσα του θρησκευτικού κλήρου, της μυθοποιημένης ταυτότητας. Μας θέλουν να είμαστε αποκλειστικά Άραβες.
Λέγεται ότι τα γαλλικά είναι η γλώσσα του αποικιοκρατίας όταν είναι μέρος της Ιστορίας μας και μια άμεση κληρονομιά, και τα αλγερινά και
τα βερβερικά δε
γίνονται
αποδεκτά ως γλώσσες.
Τα μεν λόγω του μύθου της εθνικής ενότητας που δεν ανέχεται
πληθυντικές ταυτότητες, τα δε επειδή θεωρούνται πληβειακή, αόρατη γλώσσα, αν και ομιλούνται από την πλειονότητα των Αλγερινών.
Ως εκ τούτου, η
χρήση της γλώσσας υπερπολιτικοποιείται.
Χρειάζεται προσπάθεια, μαθητεία για να την αποπολιτικοποιήσεις λίγο, να την
επαναφέρεις στο πεδίο του οικείου, να τη χρησιμοποιήσεις ως έκφραση του εαυτού σου και όχι
μόνο ως πολιτικής ή ταυτοτικής επιλογής.
Είναι ζήτημα περαιτέρω πολύπλοκο σε μια χώρα που μετρά μόνο 60 χρόνια ζωής. Για μένα, τα γαλλικά, που θεωρείται γλώσσα αποικισμού, είναι
ωστόσο γλώσσα απελευθέρωσης.
Για τους μεγαλύτερους μου, τα γαλλικά είναι η γλώσσα του αποίκου, αλλά
είμαι παιδί της ανεξαρτησίας.
Τα γαλλικά είναι, λοιπόν, μια οικεία γλώσσα που μου επέτρεψε να απελευθερωθώ, να
ελευθερώσω την έκφρασή μου. Δεν είναι αρεστό να λέγεται αυτό δυνατά σε μια χώρα που λατρεύει την ιστορία της
αποαποικιοποίησης.
Το Zαμπόρ είναι ένα αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα γιατί αφηγείται μια
προσωπική ιστορία, τη μισή: αυτή της εκμάθησης της απελευθέρωσης μέσω της χρήσης μιας γλώσσας,
από τον μύθο της χώρας, την παράδοση, τη θρησκεία. «Ζαμπόρ» σημαίνει ψαλμοί, οι «ψαλμοί» του Δαβίδ.
Το επίθετό μου είναι Νταούντ, μετάφραση του Δαβίδ.
Απ’ όσο ξέρω, γράφετε απευθείας στα γαλλικά. Ποια είναι η σχέση σας με τη
γαλλική γλώσσα και κουλτούρα και γιατί αποφασίσατε να γράφετε στα γαλλικά κι
όχι στα αραβικά;
Μια προσωπική ιστορία:
στο σχολείο μάθαινα αραβικά, στο σπίτι ονειρευόμουν διαβάζοντας βιβλία στα
γαλλικά. Η συγγραφή είναι συχνά η επιλογή της επιθυμίας, όχι της λογικής.
Ωστόσο, είμαι δίγλωσσος, αλλά η γλώσσα όπου βρίσκω το σώμα, το φύλο, τον
ερωτισμό, το δέρμα και την ελευθερία είναι τα γαλλικά. Τίποτα ιδεολογικό, απλώς
μια επιλογή αγάπης, νοήματος και αισθησιασμού.
Τόσο το Μερσώ, ο άλλος ξένος όσο και το Ζαμπόρ ή Οι ψαλμοί, το δεύτερο μυθιστόρημά σας που κυκλοφορεί στα ελληνικά, συνιστούν ένα φρέσκο, προσωπικό ξαναδούλεμα προϋπαρχόντων εμβληματικών κειμένων, του Ξένου και των Χιλίων και μίας νυχτών.
Θεωρείτε τον εαυτό σας έναν
«αναβιωτή» των λογοτεχνικών παραδόσεων από τις oποίες αντλείτε έμπνευση;
Μου αρέσει πολύ αυτή η έκφραση του «αναβιωτή». Είμαι ένας μανιώδης
αναγνώστης που ήταν για μεγάλο χρονικό διάστημα αναγνώστης απογοητευμένος από
την έλλειψη πρόσβασης σε βιβλία.
Το πρώτο μου όνειρο συγγραφής δεν ήταν να γράψω μυθιστόρημα αλλά τα
μυθιστορήματα που μου έλειπαν στο χωριό όπου έζησα ως παιδί.
Ονειρευόμουν, μου άρεσε να γράφω «σουίτες», δίτομα βιβλία, φανταστικά μυθιστορήματα. Αυτός ο σύνδεσμος διαιωνίζεται ακόμα και
σήμερα στα γραπτά μου, άθελά μου.
Ίσως είναι και ένας τρόπος «καταβρόχθισης», επανασύνδεσης με το καθολικό, οικειοποίησης,
επαναδιαβάσματος. Δεν είναι
η συγγραφή ξαναδιάβασμα, αλλά
με περισσότερη προσοχή και ελευθερία;
Ο Μπόρχες το είχε συνοψίσει με μια εντυπωσιακή φόρμουλα: όλα τα
γραπτά είναι διακειμενικά, τα γραπτά συνομιλούν, συνεχίζουν, διακόπτουν το ένα
το άλλο... κ.λπ.
Όταν μου λείπει η έμπνευση, έχω πάντα ένα κόλπο: ξεκινάω το κείμενο με
τρεις ελλείψεις. Έτσι
αποφεύγω το άγχος, μου δίνεται η ψευδαίσθηση ότι συνεχίζω
και επομένως μειώνεται η έλλειψη αυτοπεποίθησης.
«Όλη η γλώσσα δεν είναι παρά κακή μετάφραση», γράφει
ο Κάφκα. Κι ο Ζαμπόρ γράφει, πάντως, ίσως εμμονικά, για να παρατείνει τη ζωή
και πιθανόν να αναβάλει τον θάνατο άλλων.
Μια περιπέτεια, μια θεραπεία,
μια προσευχή, ένα φυλαχτό, ένα κόλπο: τι είναι η συγγραφή γενικά και η λογοτεχνία
ειδικά, τελικά; Η σωσίβια λέμβος μας με κατεύθυνση την αιωνιότητα; Ή, κάποιες φορές,
ένα αδιέξοδο;
Τι μπορέσαμε να κατακτήσουμε ως αιωνιότητα αν όχι την
τέχνη; Την οικοδόμηση ενός μνημείου.
Ανιχνεύστε ένα αγαπημένο όνομα στο φλοιό ενός δέντρου ή σε ένα σχολικό τραπέζι
από την παιδική μας ηλικία.
Τι κάνουν οι βασιλιάδες καλύτερα από το να στήνουν τα μνημεία τους; Τι
μπορέσαμε να εξημερώσουμε από τον χρόνο αν όχι αυτά τα λίγα κομμάτια κειμένων, μνημείων
και τραγουδιών;
Ναι, υπάρχει κάτι στη γραφή της αρχαίας ιεροτελεστίας που ήταν πάντα
συνδεδεμένο με την αιωνιότητα, με την «αιωνιοποίηση».
Αυτή δεν είναι η μεγάλη ψευδαίσθηση των παλιών ποιητών; Είναι αδιέξοδο
αυτό; Δεν το πιστεύω: το όνομα του Ομήρου προφέρεται πάντα.
Όταν προβαίνουμε σε
ισολογισμό, αυτός είναι
πενιχρός και επαρκής: συναντάμε, κατά τη διάρκεια της ζωής μας, μόνο τον
συνάνθρωπό μας και ποτέ έναν Θεό,
Έχουμε ως αιωνιότητα μόνο τις αναμνήσεις, τις τέχνες και
τα γραπτά μας. Τα υπόλοιπα είναι ένα στοίχημα πίστης. Θρησκεία ή περιπετειώδεις
υποσχέσεις.
Διαβάζω ένα ποίημα του Καγιάμ, του ιδιοφυούς Πέρση, και, σε ένα δευτερόλεπτο, συμπίπτω με το αδιανόητο: αυτό που ένιωθε πριν από
αιώνες, την οικειότητά του, το δέρμα του, το βλέμμα του, το μάτι του, τη στιγμή
της αναπνοής του.
Αντιστρόφως, το σώμα του δεν υπάρχει πια και αυτό που μένει από αυτόν είναι ακριβώς αυτό που
αντιλαμβανόταν ως το πιο εφήμερο: μια αίσθηση, ένα συναίσθημα. Είναι μια αφελής
πίστη, αλλά απαιτεί λίγες αποποιήσεις σε σύγκριση με τις θρησκείες.
Ο αφηγητής σας διατηρεί μια διφορούμενη, συχνά κριτική στάση έναντι της θρησκείας. Πώς αξιολογείτε και βιώνετε
τη θρησκεία γενικά -κι όχι μόνο το Ισλάμ- ως σύστημα ηθικών/φιλοσοφικών
πεποιθήσεων και ως δομή εξουσίας;
Η θρησκεία είναι μια απάρνηση του μυστηρίου του παρόντος, ένας τρόπος
εξαπάτησης του βάρους του κόσμου αλλά και μια επιλογή που ίσως μπορεί να σώσει.
Προτιμώ την πνευματικότητα που σώζει και τον άνθρωπο και το δικαίωμά του στην
αμφιβολία.
Ένας ραβίνος στη
Γαλλία εξηγεί ότι η θρησκεία είναι μια καθιστική πράξη, η πνευματικότητα ένα
νομαδικό κίνημα. Μου αρέσει πολύ αυτή η φόρμουλα.
Θρησκεία σημαίνει να πιστεύεις πως έχεις μια απάντηση, η πνευματικότητα συνίσταται
στην προσπάθεια βίωσης της πιο όμορφης από τις ερωτήσεις. Οι «Απαντήσεις» είναι δολοφονικές από
την άποψη ότι τραβούν το χαλί κάτω από τα πόδια του ταξιδιώτη.
Δε μου αρέσει η προσποίηση της «Απάντησης», τα δόγματα και οι φανατισμοί.
Η μεγάλη κλίση των θρησκειών είναι πως, μιλώντας για τον Θεό, μπαίνουμε
στον πειρασμό να πάρουμε τον εαυτό μας για εκείνον και επομένως να του
επιτρέψουμε το δικαίωμα ζωής και θανάτου έναντι άλλων που
δε μοιάζουν με εμάς.
Ο Ζαμπόρ είναι ένας μανιώδης συγγραφέας και βιβλιόφιλος.
Μπορείτε να ονοματίσετε πέντε βιβλία που σας έχουν διαμορφώσει ως συγγραφέα,
αναγνώστη και άνθρωπο, και να εξηγήσετε γιατί είχαν τέτοια επίδραση πάνω σας;
Δύσκολη απάντηση: αυτή η λίστα με τα πέντε βιβλία αλλάζει με τον χρόνο, την ηλικία, την
ειλικρίνεια.
Μπορώ να αναφέρω μερικά βιβλία: Αδριανού απομνημονεύματα, H μυστηριώδης νήσος, Τα άνθη του κακού,
Ροβινσώνας Κρούσος ή 2001: Η oδύσσεια του διαστήματος.
Εκεί βρίσκω τα θεμελιώδη μου: τον νησιωτικό χώρο, τη φανταστική βιογραφία,
την αίσθηση του ρυθμού και την ελευθερία τού να κοιτάς τον ουρανό με τα αστέρια του χωρίς να περνάς
από προσευχή ή Θεό.
Σε αυτά τα μυθιστορήματα μερικές φορές μου αρέσει το ύφος, άλλες
ο μύθος ή ακόμα και η λαμπρή απλότητα.
Τελευταίο και πιο σημαντικό, πώς αξιολογείτε τη σύγχρονη πολιτισμική σκηνή της Αλγερίας, εξήντα χρόνια μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της χώρας;
Η κουλτούρα παραμένει ο τελευταίος τομέας που μοιράζεται ένας
παραδοσιακός πολιτισμικός σταλινισμός, ο κρατικός έλεγχος στον πολιτισμό και ο συντηρητισμός
που επενδύεται από τη θρησκεία.
Για τους δύο «ναούς», Κράτος και Θρησκεία, ο πολιτισμός δεν είναι αναψυχή, απόδραση,
ελευθερία ή ερωτισμός, αλλά περιορίζεται στην αποστολή έκφρασης της ταυτότητας, του δόγματος, του
συντηρητισμού ή της πολιτικής ορθότητας.
Βρισκόμαστε σε μια χώρα όπου υπάρχει μια «θεσμική» κουλτούρα και μια άλλη
σχεδόν παράνομη.
Μια κουλτούρα που χαιρετίστηκε ως «αυθεντική» αλλά όχι πολύ διασκεδαστική,
όχι πολύ θρεπτική στο επίπεδο του νοηματος και της ευχαρίστησης, και μια άλλη -το Rai ως μουσική, η γραφή στα γαλλικά ή
στα αραβικά… κ.λπ.- ωθήθηκε στο περιθώριο, αλλά παραμένει ζωντανή.
Ο πολιτισμός είναι υποχρεωμένος να εκφράζει μια ταυτότητα και μια
θρησκευτική λατρεία ή μαρτύρια αποαποικιοποίησης, ενώ είναι μια πράξη
ευχαρίστησης, νοήματος, σώματος.
Ο αγώνας για τον έλεγχο του πολιτισμού στην Αλγερία
είναι σκληρός, με τη μεροληπτική διαιτησία
ισλαμιστών που κάνουν τους αντιπάλους τους να αισθάνονται ένοχοι, τους
αποκλείουν, τους κρίνουν για προδοσία και «ανηθικότητα», καταδικάζουν όσους δεν κηρύττουν τον πουριτανισμό
τους.
Για μένα, η φτωχή κουλτούρα, η έλλειψη ελεύθερου χρόνου και ελευθερίας του
σώματος και απολαύσεων είναι οι λόγοι που εξηγούν τις μαζικές αναχωρήσεις μεταναστών, των νέων
που ονειρεύονται την Ευρώπη, τη φυγή από την πλήξη, την έλλειψη ελκυστικότητας
της Αλγερίας.
Δεν είναι μια χώρα που τρώει άσχημα, αλλά που βαριέται, που λατρεύει τον
θάνατο και τους μάρτυρες, που γυρίζει την πλάτη στη θάλασσα και στις χαρές. Η
πολιτισμική και η σεξουαλική δυστυχία είναι οι πραγματικές δυστυχίες στην
Αλγερία.
Για να ξεφύγεις από αυτές, υπάρχουν δύο επιλογές: η θρησκεία με την υπόσχεση του
παραδείσου ή η θάλασσα με την υπόσχεση να φτάσεις ζωντανός στην Ευρώπη. Ανάμεσα
στις δύο, ανακάλυψα τα βιβλία, τη λογοτεχνία.
Και αυτά
ήταν για μένα η σωτηρία.
Ευχαριστώ θερμά την Sofiane Hadjadj (Editions Barzakh) για την πολύτιμη συνδρομή
της στην πραγματοποίηση της συνέντευξης, καθώς και για την παραχώρηση της φωτογραφίας του συγγραφέα.
Το μυθιστόρημα του Καμέλ
Νταούντ Ζαμπόρ
ή Οι ψαλμοί κυκλοφορεί
στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Πατάκη σε μετάφραση
του Γιάννη Στρίγκου.