Μπορούν οι τηλεοπτικές σαπουνόπερες, και
πιο συγκεκριμένα οι τουρκικές, όχι μόνο να έχουν τεράστια απήχηση, από την
Ελλάδα και τα Βαλκάνια, μέχρι τη Βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή, αλλά και να
αποτελούν μια διαταξική χειραφετητική εμπειρία για ένα αξιοσημείωτο ποσοστό γυναικών-τηλεθεατριών;
Την απάντηση σε αυτό το ερώτημα αναζητά η δημοσιογράφος και σκηνοθέτρια Νίνα
Μαρία Πασχαλίδου μέσα από το απολαυστικό και εξαιρετικά διαφωτιστικό
ντοκιμαντέρ Kismet, το οποίο
πρωτοπαρουσιάστηκε, με ιδιαίτερη επιτυχία, στο περσινό Διεθνές Φεστιβάλ
Ντοκιμαντέρ του Άμστερνταμ, ενώ έκανε την πανελλήνια πρεμιέρα του στο
πρόσφατο 16ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, όπου το
παρακολουθήσαμε. Με αφορμή την έξοδο του Kismet στις κινηματογραφικές αίθουσες στις 27 Μαρτίου,
συνομιλούμε με την σκηνοθέτρια.
Τι σηματοδοτεί ο τίτλος του ντοκιμαντέρ;
«Κισμέτ» σημαίνει «πεπρωμένο»
σε πολλές γλώσσες. Επίσης, είναι ένα κυρίαρχο θέμα σε όλες τις σειρές. Πολλοί
αποδίδουν αυτά που συμβαίνουν στο κισμέτ. Χρησιμοποίησα τη λέξη λίγο
ανάποδα: η ταινία μιλάει για γυναίκες που αλλάζουν την μοίρα τους και παίρνουν
τη ζωή τους στα χέρια τους, πέρα από παραδόσεις και προκαταλήψεις.
Πώς
υπέπεσε, κατ' αρχήν, στην αντίληψή σου το γεγονός ότι οι τουρκικές σαπουνόπερες, εντός συγκεκριμένων
γεωγραφικών και κοινωνικο-οικονομικών πλαισίων, βοηθούν τις
γυναίκες-τηλεθεάτριες να διεκδικήσουν
δικαιώματα, πώς το ερμηνεύεις και σε ποιο βαθμό ισχύει; Συμβαδίζει με μία προϋπάρχουσα πολιτικοποίηση
των συγκεκριμένων γυναικών, ή είναι ανεξάρτητο από αυτήν;
Oλοκλήρωνα το μεταπτυχιακό μου στην Ουάσιγκτον
DC, όταν μια φίλη μου Τουρκάλα, η Νέσε, μου έδειξε ένα άρθρο για τις τουρκικές
σαπουνόπερες με κεντρικό θέμα την επιρροή που έχουν στις γυναίκες κυρίως στη
Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική. Το βρήκα πολύ ενδιαφέρον και ξεκίνησα να
διαβάζω για αυτό το φαινόμενο. Όταν επέστρεψα στην Ελλάδα, είδα ότι και η
γιαγιά μου, αλλά και πολύς ακόμη κόσμος, παρακολουθούσε τις τουρκικές
σαπουνόπερες φανατικά. Αποφάσισα τότε να γυρίσω ένα ντοκιμαντέρ γι’ αυτό το
θέμα και να εξερευνήσω τους τρόπους, με τους οποίους οι σειρές αυτές επηρεάζουν
γυναίκες ανά τον κόσμο. Είναι φυσικό γυναίκες στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια
Αφρική, όπου ακόμη διεκδικούν τα βασικά δικαιώματά τους, να επηρεάζονται όταν
βλέπουν Μουσουλμάνες γυναίκες στην μικρή οθόνη να έχουν πρόσβαση τόσο σε υλικά
αγαθά, που αυτές μόνο ονειρεύονται, αλλά και σε πρωτόγνωρες ελευθερίες. Επίσης,
σε πολλές από αυτές τις χώρες, όπως στην Αίγυπτο για παράδειγμα, οι γυναίκες
έχουν χάσει τα πρότυπά τους και στην αναζήτηση νέων προτύπων έχουν στρέψει τα
βλέμματά τους στις τουρκικές σειρές.
Πόσο
δύσκολο ήταν να εντοπίσεις τις συγκεκριμένες γυναίκες και να τις πείσεις να μοιραστούν τις εμπειρίες τους
μπροστά από μια κάμερα;
Η έρευνα
για την ανεύρεση των πρωταγωνιστών ήταν ιδιαίτερα απαιτητική. Στην Αίγυπτο,
αλλά και στην Τουρκία, πραγματοποιήσαμε ρεπεράζ πολλών εβδομάδων, προκειμένου
να συναντήσουμε γυναίκες από κάθε κοινωνική τάξη, από πολλές περιοχές, που
εμπνέονται από τις σαπουνόπερες. Ήταν μια καταπληκτική εμπειρία
διότι, ειδικά στην Αίγυπτο, σε μια περίοδο μετά την «Αραβική Άνοιξη», ήταν
εντυπωσιακό να δει κάνεις την απουσία προτύπων και την ανάγκη για νέα είδωλα,
τα οποία προέρχονται από την Τουρκία, με την μορφή τηλεοπτικών ηρωίδων. Ρόλοι
που σπάνε ταμπού και ανοίγουν νέους ορίζοντες για τις γυναίκες. Σε άλλες χώρες
είχαμε την ανεκτίμητη βοήθεια των συμπαραγωγών μας, οι οποίοι με την εμπειρία
τους στήριξαν την έρευνα και προετοίμασαν την παραγωγή του ντοκιμαντέρ. Βοήθησε
επίσης το γεγονός ότι είμαι γυναίκα, και μια γυναίκα ανοίγεται περισσότερο σε
μια γυναίκα.
Ποιο
είναι το κοινωνικό, οικονομικό, ηλικιακό και μορφωτικό υπόβαθρο των τηλεθεατριών των τουρκικών
σαπουνόπερων και, ειδικότερα, όσων τις βιώνουν χειραφετητικά;
Θα νόμιζε κάποιος ότι τις τουρκικές σαπουνόπερες
τις παρακολουθούν μόνο γυναίκες από κατώτερα στρώματα, αλλά αυτό δεν ισχύει.
Τις βλέπουν γυναίκες απ’ όλα τα στρώματα και η ταινία εισχωρεί σε σπίτια
γυναικών από κάθε μορφωτικό και κοινωνικό επίπεδο. Το να πιστεύει κάνεις κάτι
τέτοιο είναι σαν να πιστεύει ότι οι γυναίκες με ανώτερο βιοτικό επίπεδο δεν
κακοποιούνται, το οποίο επίσης είναι αναληθές.
Οι
Ελληνίδες τηλεθεάτριες, με τις οποίες συνομίλησες- τόσο οι δύο που εμφανίστηκαν στο ντοκιμαντέρ, όσο και
τυχόν άλλες- πώς βιώνουν τις τουρκικές σαπουνόπερες;
Τις παρακολουθούν φανατικά και έχουν
επηρεαστεί και αυτές με κάποιον τρόπο. Η Παρασκευή αντλεί δύναμη από τον «Σουλεϊμάν
τον Μεγαλοπρεπή», για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα με τον άρρωστο αδερφό της, η
Νιχάν τις παρακολουθεί μαζί με τον Έλληνα σύζυγό της, η Μαρίκα νοσταλγεί το
παρελθόν.
Θεωρείς
ότι είναι βάσιμη η εκτίμηση ενός δημοσιογράφου-αναλυτή, η οποία φιλοξενείται στο ντοκιμαντέρ σου,
πως οι τουρκικές σαπουνόπερες συνιστούν τη «soft» εκδοχή της τουρκικής πολιτικής; Δεν είναι κάπως
συνωμοσιολογικό αυτό;
Σίγουρα οι τουρκικές σαπουνόπερες είναι
ένα είδος πολιτιστικής, επεκτατικής πολιτικής, όπως ήταν το «Dallas» και η «Δυναστεία»
πολιτιστική επεκτατική πολιτική των ΗΠΑ. Αλλά δεν πιστεύω σε ακραία σενάρια,
που λένε ότι η κάθε σαπουνόπερα γράφεται και χρηματοδοτείται από την ίδια την τουρκική
κυβέρνηση, γιατί αυτό δεν ισχύει. Γνώρισα πολλούς σεναριογράφους, αλλά και
παραγωγούς, οι οποίοι, όταν ξεκίνησαν αυτές τις σειρές, δε γνώριζαν καν ότι θα
γίνονταν τόσο μεγάλη επιτυχία. Η φεμινιστική πλευρά τους ήταν ο λόγος που
γύρισα αυτό το ντοκιμαντέρ εξαρχής. Δε με ενδιέφερε τόσο ο πολιτιστικός
ιμπεριαλισμός, κυρίως γιατί αυτό είναι ένα θέμα που απασχολεί ως επί το
πλείστον την Ελλάδα, καθώς και άλλες βαλκανικές χώρες. Το «Κισμέτ» είναι μια
διεθνής παραγωγή και το κοινό του είναι παγκόσμιο. Η διάκρισή του στο Διεθνές
Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ του Άμστερνταμ νομίζω ότι το έδειξε αυτό.
Το
ντοκιμαντέρ της Νίνας Μαρίας Πασχαλίδου Kismet προβάλλεται από τις 27
Μαρτίου στους κινηματογράφους «Δαναός» και «Σπόρτιγκ».