Κυριακή 2 Ιανουαρίου 2022

Nana Ekvtimishvili: «Η Γεωργία χρειάζεται ν’ απαλλαγεί από τον φόβο του φεμινισμού»

 

Nana Ekvtimishvili (Φωτογραφία: Irma Sharikadze)

Από τα μεγαλύτερα ταλέντα του σύγχρονου γεωργιανού σινεμά, η Nana Ekvtimishvili είναι και μια ανερχόμενη συγγραφέας, όπως αποδεικνύει η υποψήφια για το Διεθνές Βραβείο Booker 2021 νουβέλα της, Το χωράφι με τις αχλαδιές.

Μια σκληρή ιστορία ενηλικίωσης και -γυναικείας- χειραφέτησης εκτυλισσόμενη στην Τιφλίδα των πρώτων μετασοβιετικών χρόνων, κυκλοφόρησε στα ελληνικά στο τέλος του 2021. Μια εφ’ όλης της ύλης κουβέντα με την συγγραφέα.

Μιας κι είσαι σκηνοθέτρια και συγγραφέας, πού συναντιούνται και πού απομακρύνονται αυτά τα δημιουργικά «μονοπάτια»;

Το να δουλεύει κάποιος στο σινεμά και στη λογοτεχνία είναι μερικές φορές ενοχλητικό. Δεν ξέρω αν μελλοντικά θα μπορώ να ασχολούμαι και με τα δύο.

Νομίζω ότι πιο πολύ είμαι συγγραφέας, η συγγραφή είναι μια πολύ προσωπική διαδικασία. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου -παιδί ακόμα- έγραφα.

Το να φτιάχνεις μια ταινία είναι ένα πρότζεκτ. Έχεις μια ιδέα και χρειάζεσαι τρία ή πέντε χρόνια για να την υλοποιήσεις. Στη διάρκεια των γυρισμάτων δε διαθέτεις, όμως, τον χρόνο να νιώσεις τον εαυτό σου ως συγγραφέα.

Ως συγγραφέας, λοιπόν, χρειάζεται τον χώρο σου και ηρεμία για να μπορέσεις να είσαι εσωστρεφής. Στην πραγματικότητα αγαπώ το να είμαι εσωστρεφής.

Η δημιουργία ταινιών σημαίνει το να μάχεσαι, να οργανώνεις πράγματα, να ασχολείσαι με τον εξωτερικό κόσμο, ενώ η συγγραφή το να καταπιάνεσαι με τον κόσμο μέσα σου.

Από πού πηγάζουν οι εκάστοτε ιδέες σου;

Όταν έχω μια ιδέα, αποκτά αμέσως μορφή, με μεθά. Δε σκέφτομαι αν θα εξελιχθεί σε βιβλίο ή σε φιλμ.

Οι κινηματογραφικές μου ιδέες, για παράδειγμα, προκύπτουν μέσα από την οπτική «οδό», μέσα από πρόσωπα που είχαν αντίκτυπο πάνω μου, και το συγκεκριμένο «θραύσμα» ζωής θέλω να μεταφέρω.

Έχω εμμονή με το να μεταφέρω αυτό το οπτικό περιεχόμενο.

Η συγγραφή συνιστά μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση. Υπάρχει μια φωνή μέσα σου, είναι μια γλώσσα -στην περίπτωσή μου η γεωργιανή-, που αρχίζει να κινείται.

Στο φιλμ έχεις έναν χαρακτήρα, έναν ήρωα, και κάποιο είδος δραματουργίας. Η κύρια δραματική ένταση στη λογοτεχνία, αντιθέτως, πηγάζει από τη γλώσσα.

Και χρειάζεται να οπτικοποιήσεις τα υπόλοιπα.

Το σινεμά βρίσκεται πάντα σε ένα κάδρο, το οποίο εσύ επιλέγεις. Οτιδήποτε έξω από αυτό είναι, κατά κάποιον τρόπο, ασήμαντο.

Το «κάδρο» στη λογοτεχνία είναι η γλώσσα, κι αυτή δεν μπορεί να καδραριστεί.

Ήταν και το συγγραφικό σου ντεμπούτο, η νουβέλα Το χωράφι με τις αχλαδιές, άλλη μια εμμονική ιδέα που ήθελες να υλοποιήσεις;

Με τη λογοτεχνία υπάρχει πιο πολύ φόβος παρά εμμονή. Φόβος απώλειας κάποιου πράγματος, των αναμνήσεων.

Μια μέρα ανακάλυψα πως ο κόσμος αλλάζει κι οι αναμνήσεις μου εξαφανίζονται. Αυτό συνδέεται με την κατανόηση του παρελθόντος σου, με το να βρεις τον δρόμο προς τον εαυτό σου.

Ποια είναι η Lela, η πρωταγωνίστρια; Συντίθεται από χαρακτηρολογικά «θραύσματα» πραγματικών ανθρώπων ή και δικών σου ανησυχιών και φόβων;

Ίσως είναι ένα «κράμα» των στοιχείων που ανέφερες.

Στην πραγματικότητα εμπνεύστηκα τον χαρακτήρα της από τις μαθήτριες και τους μαθητές του σχολείου που βρισκόταν δίπλα στο σπίτι όπου μεγάλωσα στην Τιφλίδα.

Ήξερα αυτά τα παιδιά, και κάποιοι από τους χαρακτήρες του βιβλίου τούς μοιάζουν κάπως.

Στην ίδια, όμως, δίνω τη φωνή μου ως συγγραφέας.

Είναι ένας από τους πολυάριθμους γυναικείους χαρακτήρες που «κατοικούν» -ακόμα και κυριαρχούν- στα φιλμ σου. Ταυτίζεσαι πιο πολύ μ’ αυτούς, ή μήπως και λείπουν από το γεωργιανό σινεμά και τη λογοτεχνία;

Πιο πολύ ισχύει το πρώτο, και συμβαίνει με συναισθηματικό παρά με διανοητικό τρόπο. Εκτόν υστέρων, βέβαια, συνειδητοποιώ ότι είναι φορείς της φωνής των γυναικών ή όσων συνήθως δεν έχουν φωνή στη γεωργιανή κοινωνία.

Όλα, όμως, ξεκινάνε από τον δικό μου θυμό, τη δικιά μου οργή σε σχέση με τον τρόπο που αντιλαμβάνομαι τα πράγματα. Προσπαθώ, δηλαδή, να μεταφέρω την οπτική μου γωνία, κι αυτό είναι πιο εύκολο μέσω γυναικείων χαρακτήρων.

Που προσπαθούν ν’ απελευθερωθούν από συμβάσεις, απαγορεύσεις και περιορισμούς. Πώς αντιλαμβάνεσαι τον φεμινισμό εντός του γεωργιανού πλαισίου;

Η Γεωργία χρειάζεται ν’ απαλλαγεί από τον φόβο του φεμινισμού. Ο φεμινισμός δε βλάπτει, ούτε πρέπει να τον φοβούνται οι άνθρωποι- φεμινίστριες και φεμινιστές.

Ασφαλώς υπάρχουν διαφορετικά είδη φεμινισμού, που δεν τα κρίνω. Ως γενικότερη προσέγγιση, ωστόσο, εδράζεται στην ισότιμη συνύπαρξη αντρών και γυναικών, στην ισότιμη έκφραση της προσωπικότητάς τους, στον βιοπορισμό κατά ισότιμο τρόπο.

Ένας κόσμος χωρίς φεμινισμό είναι αρκετά φτωχός, γιατί του λείπει η γυναικεία οπτική. Τον χρειάζονται γυναίκες και άντρες εξίσου.

Ένα άλλο στοιχείο που κυριαρχεί στη δουλειά σου είναι η οικογένεια, οι ενδοοικογενειακές σχέσεις ή η απουσία τους. Σε απασχολεί αυτό- κοινωνικά, πολιτικά, συναισθηματικά;

Έχεις δίκιο, καλή ερώτηση.

Συχνά αναρωτιέμαι: «Τι σημαίνει οικογένεια στις μέρες μας- στην Ευρώπη, στη Γεωργία, στη Γερμανία;»

Για μένα θα έπρεπε να υπάρχει μια ισορροπία ανάμεσα στην ύπαρξη ενός χώρου για την ατομική έκφραση και εξέλιξη και τη συνύπαρξη με την οικογένειά σου.

Στην Ευρώπη -και στη Γερμανία, πιο συγκεκριμένο- είναι λυπηρό που τα παιδιά δεν έχουν επαφή με τις γιαγιάδες και τους παππούδες τους.

Στη Γεωργία, από την άλλη, τα παιδιά έχουν καθημερινή σχέση με τους μεγαλύτερων ηλικιών συγγενείς τους- και για οικονομικούς λόγους. Φροντίζοντας τους μεγαλύτερους μπορείς να μάθεις πολλά, που δε θα μάθεις αλλιώς.

Ως παιδί, η μητέρα μου μεγάλωσε σ’ ένα χωριό στη δυτική Γεωργία. Η γιαγιά της δεν μπορούσε να αυτοεξυπηρετηθεί στο τέλος της ζωής της, κι έτσι την φρόντιζε η μητέρα μου. Το γεγονός αυτός έδωσε στην μητέρα μου πολλή δύναμη, σοφία κι αγάπη.

Τι είναι πιο σημαντικό από το να βρίσκεσαι με την οικογένειά σου και να τη βοηθάς με τη φυσική σου παρουσία;

Όταν είσαι εκεί, τους μαγειρεύεις, συζητάς μαζί τους -ακόμα και τσακώνεσαι- αισθάνεσαι πως βρίσκεσαι στο σωστό μέρος τη σωστή ώρα.

Η μητέρα σου θα πρέπει να νιώθει περήφανη για τα επιτεύγματά σου στη ζωή.

Πόσο άλλαξε, διεύρυνε ή εμπόδισε την οπτική σου στη ζωή η μετακόμισή σου στο Βερολίνο;

Το Βερολίνο είναι το δεύτερο σπίτι μου, το αγαπώ. Η γερμανική γλώσσα γίνεται κομμάτι μου, επίσης.

Ήμουν είκοσι όταν ήρθα εδώ, έγινα ενήλικη στη Γερμανία, Μου πρόσφερε πολλή ελευθερία να σκέφτομαι, να αποστασιοποιηθώ από τη χώρα μου διατηρώντας μια κριτική στάση απέναντί της.

Όταν επέστρεψα στην Τιφλίδα μετά από έναν χρόνο στη Γερμανία, ξαφνιάστηκα που είδα τα βουνά- παλαιότερα ήταν απλώς ένα φόντο. Η οπτική μου επίγνωση άλλαξε. Άλλαξε επίσης και το μέσα μου.

Η Γεωργία ήταν επί 70 χρόνια κομμάτι της Σοβιετικής Ένωσης. Είναι σημαντικό ν’ ανοίγουν πόρτες, παράθυρα, μυαλά, καθένας να βιώνει άλλες ζωές και νοοτροπίες.

Κι ακόμα πιο σημαντικό για χώρες με τέτοια Ιστορία, με κλειστά σύνορα. Ό,τι είμαι τώρα οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην εμπειρία μου στο Βερολίνο.

Πάντως, αυτό που προσωπικά ένιωσα επισκεπτόμενος τη Γεωργία πριν από μερικά χρόνια ήταν πως πρόκειται για μια χώρα και μια κοινωνία σε μετάβαση- απλώς δεν είμαι σίγουρος προς ποια κατεύθυνση. Είσαι εσύ;

Όπως και οι περισσότεροι Γεωργιανοί, θεωρώ ότι η Γεωργία ανήκει στον ευρωπαϊκό χώρο, και αξιακά ταυτίζομαι πιο πολύ με την Ευρώπη.

Είναι λυπηρό που η τρέχουσα κυβέρνηση είναι περισσότερο φιλορωσική, και αντιλαμβάνομαι μια οπισθοδρόμηση προς την περίοδο της Σοβιετικής Ένωσης.

Η Γεωργιανή Εκκλησία έχει πολλά κοινά με τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, προσπαθεί να εμφυσήσει στους ανθρώπους πατριαρχικές ιδέες, πως ο άντρας είναι ανώτερος από τη γυναίκα ή ότι οι γκέι και οι λεσβίες είναι διαβολικοί άνθρωποι.

Αυτή η προπαγάνδα δε βοηθά στην ανάπτυξη της γεωργιανής κοινωνίας.

Υπάρχει, εξάλλου, και το ζήτημα της κατοχής της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσσετίας από ρωσικά στρατεύματα.

Κάθε τόσο πληροφορούμαστε πως τα σύνορά τους επεκτείνονται εντός της γεωργιανής επικράτειας και Γεωργιανοί αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.

Οι ιμπεριαλιστικές ιδέες του Πούτιν είναι παρωχημένες, πρέπει να δημιουργήσουμε έναν μοντέρνο κόσμο όπου οι γείτονες θα ζουν ο ένας δίπλα στον άλλο: χωρίς πολέμους και εκτοπισμούς, χωρίς ν’ απαρνούνται την ταυτότητά τους.

Νιώθω υπεύθυνη για τις μεθοριακές περιοχές απέναντι στους κατακτητές, δεν ακούμε τις φωνές όσων εγκατέλειψαν τα σπίτια τους.

Βιώνω επίσης φόβο για την ύπαρξη της οικογένειάς μου. Είδαμε τι συνέβη στην Ουκρανία. Πολλές ανησυχίες, πολλά εσωτερικά ζητήματα.

Τα οποία, όμως, με βοηθάνε να κατανοήσω καλύτερα πώς εντάσσεις τον εαυτό σου στο γεωργιανό πλαίσιο.

Επιστρέφοντας στη νουβέλα, έχει κάποια ιδιαίτερη σημασία η επιλογή του αχλαδιού ως φρούτου ή ως μεταφοράς;

Έγινε μεταφορά, αλλά όταν περιέγραφα την τοποθεσία, αυτό συντελέστηκε με αρκετά νατουραλιστικό τρόπο. Όντως φοβόμουν να παίξω εκεί, συνάμα όμως ήταν και όμορφο.

Ως μεταφορά, αναφέρεται στα παιδιά του σχολείου, που δεν έχουν καμία ευκαιρία να ωριμάσουν στη ζωή. Αισθάνομαι μια αμφιθυμία απέναντι σ’ αυτή τη μεταφορά. Είναι ταιριαστή, αλλά υπάρχει και η ρεαλιστική διάσταση.

Χαίρομαι που η νουβέλα σου κυκλοφορεί στα ελληνικά, κι ελπίζω οι φόβοι που προανέφερες ν’ αποδειχτούν αβάσιμοι.

Κι εγώ! Ελπίζω να τα πούμε στην Αθήνα, στο Βερολίνο ή στη Γεωργία.

Ευχαριστώ θερμά την Stella Sabin (Peirene Press) για την καθοριστική συμβολή της στην πραγματοποίηση της συνέντευξης.

Η νουβέλα της Nana Ekvtimishvili Το χωράφι με τις αχλαδιές κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις World Books σε μετάφραση της Ελένης Τουλούπη.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου