Τετάρτη 22 Σεπτεμβρίου 2021

Σταύρος Ψυλλάκης: «Γεμάτοι ήττες είμαστε κι αυτές μάς κάνουν να δημιουργούμε»

 


Βαθιά τρυφερός, στοχαστικός και συγκινητικός φόρος τιμής στον αγαπημένο του φίλο Αλέκο Ζούκα, η Οφειλή είναι η πιο πρόσφατη δουλειά του σπουδαίου ντοκιμαντερίστα Σταύρου Ψυλλάκη.

Συναντώντας τον σκηνοθέτη λίγες μέρες πριν την παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας στο πλαίσιο του 27ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας.

Ο τίτλος του καινούριου σου ντοκιμαντέρ, το οποίο παρουσιάζεται σε παγκόσμια πρεμιέρα στο πλαίσιο του 27ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας, είναι Οφειλή. Έναντι ποιού;

O τίτλος δεν είναι δικός μου, είναι του Πάνου Κυπαρίσση, του αφηγητή των ημερολογίων του Αλέκου, εξίσου φίλου μαζί του, ο οποίος μας γνώρισε σε ανύποπτο χρόνο.

Όταν είχε δει μια πρωτογενή εκδοχή του ντοκιμαντέρ, με ρώτησε σχετικά με τον τίτλο: «Επιμένεις;» «Τι να σου πω, δεν ξέρω», του απάντησα. «Οφειλή θα έπρεπε είναι», γύρισε και μου είπε.

Δεν εξοικειώθηκα αμέσως με τον τίτλο, αλλά καθώς τον «χώνευα» ένιωσα ότι ήταν ο σωστός.

Εμπεριείχε την οποιαδήποτε προσωπική σχέση με τον Αλέκο, αλλά και κάτι παραπάνω: Δεν είναι μόνο οφειλή απέναντι σ’ εκείνον καθαυτόν.

Μερικές φορές στη ζωή που συμβαίνουν πράγματα πολύ δυνατά ή προνομιούχα, μ’ έναν τρόπο μεθυστικό μερικές φορές.

Επειδή, λοιπόν, μ’ αυτόν τον άνθρωπο είχαμε συχνά βιώσει αυτή την εμπειρία, η οφειλή γίνεται αντιληπτή υπό αυτή τη γενικότερη έννοια, του μοιράσματος.

Γνωριστήκατε τυχαία, έτσι δεν είναι;

Με τον Αλέκο γνωριστήκαμε τελείως τυχαία όταν έκανα γυρίσματα για ένα εταιρικό ντοκιμαντέρ. Από την πρώτη στιγμή αισθάνθηκα πως δεν επρόκειτο για έναν επιχειρηματία.

Τα συναισθήματα ήταν αμοιβαία, και μόλις τέλειωσε το γύρισμα μού πρότεινε να πάμε για τσίπουρα. Τα επόμενα χρόνια δεν «ξεκολλήσαμε».

Συχνά ανέβαινα στη Θεσσαλία, που δεν ήξερα καθόλου. Μαζί μ’ αυτόν ένιωσα όλη τη μαγεία του κάμπου με τη λαύρα του. Με οδηγό τον Αλέκο υπήρξε ένα ταξίδι στη «γεωγραφία της ψυχής».

Θέλαμε να ταξιδεύουμε μαζί και να γευόμαστε την ενέργεια που έβγαζε ο ένας στον άλλο.

Αν και είναι δύσκολο να εντοπίσεις κάτι τέτοιο στις ανθρώπινες σχέσεις, τι ήταν αυτό που αισθάνθηκες να σε συνδέει με τον συγκεκριμένο άνθρωπο, ενστικτωδώς πιο πολύ;

Δεν μπορείς να το προσδιορίσεις. Είναι το ίδιο ερώτημα που τίθεται σχετικά με τον...

Έρωτα.

Ακριβώς.

Μ’ αυτόν τον άνθρωπο, τα χρόνια που συνυπήρξαμε δεν τσακωθήκαμε ποτέ. Η λέξη «ιδιοτέλεια» δεν παρεισέφρησε, εξάλλου, ποτέ στη σχέση μας. Αυτό είναι μαγεία.

Και κάτι απελευθερωτικό.

Οπωσδήποτε.

Μια ισότιμη σχέση, «χωρίς αποσκευές», όπως αποκαλείς τη φιλία.

Ο Αλέκος είχε μια έντονη κοινωνικότητα όντας και απίστευτος τερατολόγος.

Και ταυτόχρονα στοχαστικός, τρυφερός, χιουμορίστας και αθυρόστομος.

Ο Αλέκος χαρακτηριζόταν κυρίως από τις παρέες του. Για πολύ κόσμο έχει μείνει, λοιπόν, μ’ αυτή την εικόνα.

Ξεκινώντας με τα κοινωνικά χαρακτηριστικά του, εστιάζω όλο και περισσότερο στο ποιος είναι ο Αλέκος.

Και στο πώς μετασχηματίζονται ή διευρύνονται αυτά τα χαρακτηριστικά μέσα από τη σοβαρή «περιπέτειά» του με τον καρκίνο.

Όταν ήρθε ο καρκίνος, επειδή ο Αλέκος κατέβηκε στην Αθήνα, αυτό μας ένωσε πολύ περισσότερο. «Απογειωθήκαμε». Και μέσα στις σιωπές. Κι έτσι λέγαμε όλα. Τέτοιες στιγμές νιώθεις ότι έχεις δίπλα σου τον κατ’ επιλογή αδερφό.

Ήταν μια γλύκα ο Αλέκος, συνέχεια πειραζόμασταν.

Θα ακουστεί αγοραίο, ενώ δεν είναι. Είχες συγκεντρώσει πολύ «υλικό» ανά τα χρόνια από τη φιλία σας χωρίς την πρόθεση να το μετασχηματίσεις σε ταινία. Ένιωθες, ωστόσο, την ανάγκη να καταπιαστείς μ’ αυτό και να το κάνεις κάτι;

Μετά το ΜΕΤΑΞΑ, ακούγοντας το χρόνο έμεναν πάντα σε εκκρεμότητα αυτά που μου είχε πει. Είχα επίσης το το υλικό από τα ταξίδια μας στην Πυρσόγιαννη. Πάνω από όλα, είχα αδιαλείπτως μέσα μου τον Αλέκο.

Κάθε φορά λέμε την αλήθεια που μπορούμε να πούμε, όμως. Κι αυτό δεν αφορά μόνο στην αποκάλυψη κάποιων μυστικών, αλλά πολύ περισσότερο στη δικιά μου ωριμότητα, πόσα είμαι ώριμος να πω και κινηματογραφικά και ως άνθρωπος.

Το πιο σημαντικό είναι σε ανθρώπινο επίπεδο. Επειδή μεγαλώνουμε, «σκουπίζουμε», και αφήνουμε τα πιο βαριά, τα πιο σημαντικά μέσα στη ζωή.

Έρχονται, λοιπόν, στιγμές που πια ασφυκτιούν. Από τη στιγμή που τράβηξα ένα συγκεκριμένο πλάνο στο αυτοκίνητο, το 2005, με είχε «στοιχειώσει». Θεωρούσα ότι ήταν εξαιρετικό. Εκείνη τη στιγμή τα είχε δώσει όλα.

Φτάνει η στιγμή που κάνεις τη «σούμα» της ζωής. Δε με νοιάζει να παρουσιάσω κάτι επίκαιρο, είναι σαν να τακτοποιώ τις εκκρεμότητές μου, να δίνω στα πράγματα το μέγεθος που είχαν στη ζωή μου. Αυτό κάνω.

Με ωρίμασε πολύ η ταινία με τον Μανιάτη. Το κοινό στοιχείο των δύο αντρών είναι ότι δε μιλάει ένα τρίτο πρόσωπο, μόνο οι ίδιοι. Ως χαρακτήρες δεν έχουν ομοιότητες. Δεν τα μαθαίνεις όλα γι’ αυτούς.

Αλέκος Ζούκας


Και δε θα τα μάθεις και ποτέ.

Αυτό είναι ένα άλλο πιστεύω μου. Ας μην έχουμε αυταπάτες: κανέναν δεν ξέρουμε. Ούτε καν τον εαυτό μας. «Γεύομαι» αυτά που η στιγμή και η δικιά μας η επικοινωνία θα μας δώσει την ευκαιρία να μοιραστούμε.

Πόσον καιρό δούλευες αυτό το υλικό;

Τυπικά το υλικό το δούλεψα για κάποιους μήνες, αλλά ουσιαστικά το δούλευα όλα αυτά τα χρόνια. Χτίζεται, όπως χτίζεις και τον εαυτό σου.

Τη φράση περί της αλήθειας που κάθε φορά μπορούμε να πούμε μού την είχε πει σε ανύποπτο χρόνο ο Κοκοβλής, όταν γυρίζαμε το Άλλος δρόμος δεν υπήρχε.

Υπήρχε μια σκοτεινή περίοδος στα πρώτα χρόνια του Εμφυλίου κατά την οποία οι καταδιώξεις ήταν πολύ άγριες. Τότε χάθηκαν κάποιοι από τους συντρόφους του κι υπήρχε η υπόνοια ότι επειδή ήταν πιο «αιρετικοί», το ίδιο το κόμμα τούς «καθάρισε».

Την τελευταία φορά που τον ρώτησα για έναν από αυτούς τους ανθρώπους, μού είπε αυτή τη φράση. Η αλήθεια, επομένως, υπερβαίνει κατά πολύ την αποκάλυψη του συγκεκριμένου περιστατικού.

Χαρακτηριστική είναι άλλη μια φράση από τον Άνθρωπο που ενόχλησε το σύμπαν, όπου ρωτάω τον Μιχάλη: «Τι κάνεις;» «Εγώ σκαλίζω και θα μου δείξει αυτό τι μορφή θα του δώσω», απαντά. Εντυπωσιακό. Το είχε πει κι ο Μιχαήλ Άγγελος.

Βέβαια ο Μιχάλης δεν το είχε ακούσει αυτό, γιατί δεν είχε βγάλει ούτε το Δημοτικό. Είναι μια μεγάλη αλήθεια. Τη μεγάλη της αλήθεια, όμως, την ανακάλυψα πολύ αργότερα, κάνοντας το μοντάζ των δικών μου ταινιών.

Ποια ήταν αυτή;

Νιώθω πως το ίδιο το υλικό μού δείχνει τι πρέπει να κάνω. Είναι σαν να πρέπει να χτίσεις ένα σπίτι. Υπάρχουν τέσσερις-πέντε κολόνες, που είναι η βάση. Για να αποφασίσεις πού θα βάλεις το καθετί, ωστόσο, πρέπει να αρχίσεις να ζεις το σπίτι.

Ο θεατής είναι ένας επισκέπτης που τον καλείς σε ξενάγηση σ’ αυτό. Ένα σπίτι χτίζεις με μια ταινία. Από τα τελευταία πράγματα που θα κάνεις θα είναι να βάλεις μια γλαστρούλα. Αυτά είναι τα «τριμαρίσματα». Αντίστοιχα και σε μια ταινία.

Πόσο μάλλον όταν μια ταινία εστιάζει σε ανθρώπους και ανθρώπινες σχέσεις.

Ακριβώς. Αυτό είναι ένα παιχνίδι που μου αρέσει πάρα πολύ.

Σε ευχαριστεί η αίσθηση του αιφνιδιασμού;

Όσο προγραμματισμένος είμαι στη ζωή μου, μόλις βρεθώ μπροστά σε ένα περιστατικό που θα με αιφνιδιάσει πάνε στον διάολο όλα τα υπόλοιπα! Κι όχι μόνο στον έρωτα. Δε θα κοιτάξω το ρολόι.

Ούτε κι ο Αλέκος το κοίταζε.

Έπρεπε να διαχειριστώ το θέμα του χρόνου του Αλέκου, του χάους, και του δικού μου, που είναι η απόλυτη τακτοποίηση.

Καταλάβαινε τη δική μου νεύρωση, κι «έπαιρνε το αίμα του πίσω» όταν τέλειωνε το επαγγελματικό κομμάτι.

Μιας και μιλάμε για αλήθειες που λέμε και δε λέμε, αντέχει το κοινό να ακούει, έστω και μέσω του κινηματογράφου, αλήθειες όπως αυτές που αποτυπώνονται και στη δικιά σου δουλειά; Ή προτιμά κάτι πιο ανάλαφρο, να ξεφεύγει;

Αυτές οι ταινίες δε θα γίνουν best seller. Δε θα τις αποκαλούσα και περιθωριακές, όμως. Θα ήμουν άδικος και με τον εαυτό μου, αν έλεγα πω πως δε νιώθω μια αγκαλιά.

Ακόμα κι αυτοί που προτιμούν κάτι πιο ανάλαφρο, δε θα σχολιάσουν: «Τι μας είπε αυτός ο μαλάκας ο κουλτουριάρης;»

Μπορεί να τους στενοχώρησα, να τους έκανα να κλάψουν, αλλά ήταν εκεί. Σεβάστηκαν αυτό που έβλεπαν. Ε, είναι ένας φίλος τους «λοξός». Μετά από μια-δυο ώρες θα είναι αλλού, γιατί έτσι μπορούν να επιβιώσουν.

Είναι ταινίες που σε έχουν προβληματίσει για ένα θέμα. Είναι, όμως, και κάποιες άλλες που, βγαίνοντας από αυτές, θες να «βυθιστείς» στη σιωπή και να συνομιλήσεις με τον εαυτό σου. Όλες υπάρχουν, και τις έχουμε ανάγκη.

Όταν διαβάζω εφημερίδα, δεν ξεκινάω από τα μεγάλα γεγονότα, αλλά από τα αθλητικά.

Επίτρεψέ μου να ανοίξω μια σημαντική «παρένθεση».

Την περίοδο που έκανα τα γυρίσματα του ΜΕΤΑΞΑ συνέβη να αρρωστήσει ο Αλέκος. Όταν ολοκλήρωσε την πρώτη θεραπεία, κατέβηκε στην Αθήνα. Δεν είχε σχέση με τους γιατρούς, ήταν ο κολλητός μου φίλος.

Καθήσαμε μια μέρα να κουβεντιάσουμε - εγώ, αυτός, και ο φωτογράφος Κώστας Πάλμας. Άρχισε ένας «χείμαρρος» υπαρξιακών εξομολογήσεων.

Καθώς προχωρούσε, ένιωθα πως μου έλεγε τι ταινία πρέπει να κάνω για το ΜΕΤΑΞΑ, μου τα πρόσφερε γενναιόδωρα. Αυτό είναι η φιλία.

Ένα δώρο είναι για σένα η φιλία, επομένως.

Πολύ μεγάλο δώρο.

Το έχεις χαρεί, το χαίρεσαι, σου λείπει κάποιες φορές;

Το έχω χαρεί, όπως έχω νιώσει και την πίκρα τού να γερνάει ή να χάνεται μια φιλία.

Ευτυχώς, πάντως, συναντώ συχνά ανθρώπους με τους οποίους δημιουργούμε πολύ φιλική σχέση. Βέβαια, δεν έχει την ποιότητα μιας σχέσης τριάντα, σαράντα ή πενήντα χρόνων.

Η ανοιχτότητα, όμως, που μπορείς να ζεις με κάποιους ανθρώπους αμβλύνει και τις απώλειες. Υπάρχουν απώλειες για τις οποίες έχω πενθήσει, και πενθώ ακόμα. Για τις μεταφορικές μιλάω περισσότερο.

Πώς καταφέρνεις να διατηρείς τη σχεδόν αγαπητική σχέση και με τη δουλειά σου εν μέσω της συνθήκης που βιώνουμε εδώ και ενάμιση και πλέον χρόνο;

Είναι ουσιώδες ερώτημα, γιατί ακόμα κι αν ελεγχθεί, τα σημάδια της δε θα είναι λίγα.

Ούτε κι ο κόσμος θα είναι ο ίδιος. Μερικές φορές αρχίζω να αισθάνομαι ενοχές. «Αναίσθητος είσαι;» διερωτώμαι. Δε ζω τη μεγάλη τραγωδία. Δε με έχει πιάσει ο φόβος.

Βγαίνω, κυκλοφορώ, περπατάω, ξεκλέβω χρόνο να βρίσκομαι με ανθρώπους που αγαπάω, διαβάζω αρκετά.

Δεν κάνω μαλακίες σε μεγάλο συνωστισμό, αν και πέρσι το καλοκαίρι βρέθηκα σε πάρτι σε χωράφια!

Μένω πολλές ώρες μόνος μου, δουλεύω πολλές ώρες, ετοιμάζω και καινούρια ταινία.

Δεν αμφέβαλλα!

Γεννηθήκαμε για να πεθάνουμε. Κάποια στιγμή πεθαίνουμε.

Αυτή η περίοδος της μεγαλύτερης αυτοσυγκέντρωσης είναι μια αφορμή να αναστοχαστείς τη ζωή σου.

Έχοντας συμφιλιωθεί με και αγαπήσει και τις ήττες -γιατί γεμάτοι ήττες είμαστε κι αυτές μάς κάνουν να δημιουργούμε-, νιώθω να «κάθονται» καλά όσα μου συμβαίνουν. Όχι με τα «γρέζια» της κακίας και του μίσους. Κι αυτό με έχει καταλαγιάσει εσωτερικά.

Ίσως έχω πάρει «διαζύγιο» από τον φόβο.

Το ντοκιμαντέρ του Σταύρου Ψυλλάκη Οφειλή προβάλλεται σε παγκόσμια πρεμιέρα στο πλαίσιο του Διαγωνιστικού Ντοκιμαντέρ-Stranger than Fiction του 27ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας-Νύχτες Πρεμιέρας.

Οι προβολές θα πραγματοποιηθούν την Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου (Ριβιέρα, 19:45) και την Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου (Ταινιοθήκη της Ελλάδος, 20:00).



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου