Χρήστος Θεοδωρίδης (Φωτογραφία: Αναστασία Γιαννάκη) |
Μετά από δύο εξαιρετικά επιτυχημένες
παραστάσεις, η Ορχήστρα των Μικρών Πραγμάτων παρουσιάζει για πρώτη
φορά στην Ελλάδα το έργο του σημαντικού Ρώσου συγγραφέα Ιβάν Βιριπάγιεφ,
Το Συνέδριο για το Ιράν.
Συνομιλώντας
με τον σκηνοθέτη της παράστασης, Χρήστο Θεοδωρίδη.
Μετά από τα Ποιος
σκότωσε τον πατέρα μου (2022/23) και Σ’ εσάς που με ακούτε,
η Ορχήστρα
των Μικρών Πραγμάτων παρουσιάζει για πρώτη φορά στην Ελλάδα το
έργο του Iβάν Βιριπάγιεφ, Το
Συνέδριο για το Ιράν, σε σκηνοθεσία σας.
Θα ήθελα κατ’ αρχάς να
μιλήσουμε για την αφετηρία, τον τρόπο λειτουργίας, τους στόχους και τα μέχρι
στιγμής επιτεύγματα της Ορχήστρας των Μικρών Πραγμάτων. Σ’ αυτήν την «ορχήστρα»
νιώθετε «μαέστρος» ή εκ των «σολίστ»;
Η Ορχήστρα δημιουργήθηκε
από εμένα και την Ξένια Θεμελή. Kάπως
μοιραία,
θα έλεγα.
Μας ένωνε το κοινό μας
παρελθόν ως συμφοιτητές στο Τμήμα Θεάτρου στη Θεσσαλονίκη, ωστόσο στην Αθήνα
έγινε η «καλλιτεχνική» μας γνωριμία.
Εκεί συνειδητοποιήσαμε
πόσο κοινούς στόχους και αισθητική είχαμε. Το χαρακτηριστικό της είναι ο
διάλογος τριών στοιχείων: λόγου, κίνησης και μουσικής.
Είναι η «χημεία» μεταξύ
αυτών των τριών στοιχείων που ορίζουν τις αναζητήσεις, τη δουλειά μας και το
τελικό αποτέλεσμα.
Το δεύτερο χαρακτηριστικό
είναι ότι η Ορχήστρα σίγουρα βρίσκεται στα πράγματα όταν υπάρχει κάτι που θεωρώ
πως είναι επείγον να «επικοινωνηθεί». Αυτός είναι και ο μηχανισμός επιλογής των
έργων που με ενδιαφέρουν.
Δύσκολα ερωτεύομαι έργα
και όταν το παθαίνω πρέπει οπωσδήποτε να γίνει τώρα. Και με ενδιαφέρει πάντα η
λογική του «συμβάντος» στη σκηνή.
Δε με ενδιαφέρει η
αναπαράσταση, αλλά το συμβάν, με όλη την ειλικρίνεια και την αθωότητα μη
κατασκευασμένων συνθηκών. Κι αυτό πάνω σε προφανώς κατασκευασμένες συνθήκες
έργων, μ’ αρέσει να ασχολούμαι με αυτό το παράδοξο.
Τώρα για το αν νιώθω
μαέστρος ή σολίστ, σίγουρα η θέση μου το απαντάει. Είμαι από τη θέση και μόνο
μαέστρος, χωρίς όμως τη δόση αριστείας που εμπεριέχει η λέξη. Προσπαθώ. Απλά.
Πάντα.
Ποιος, κατά τη γνώμη σας,
είναι ο εν γένει ρόλος, η σημασία και η χρησιμότητα των μικρών θεατρικών
σχημάτων στο πλαίσιο της εγχώριας θεατρικής -και όχι μόνο- πραγματικότητας;
Προσπαθώντας να απαντήσω
στην ερώτηση μού γεννήθηκε η απορία:
Ποια αποκαλούμε μικρά
θεατρικά σχήματα; Και ποια είναι τα μεγάλα; Πώς γίνεται αυτός ο διαχωρισμός; Τα
κριτήρια είναι οικονομικά; Σημαντικότητας; Μεγέθους απασχολούμενων; Γιατί σε
όλα αυτά βρίσκω ρωγμές.
Πιθανολογώ ότι εννοείτε
σχήματα εκτός θεσμικών πλαισίων ή μεγάλων παραγωγών. Ωστόσο, ακόμη κι εκεί τα
όρια έχουν αλλάξει.
Τόσο η ιδιωτική παραγωγή
όσο και μεγάλοι θεσμοί, κρατικά θέατρα, ιδρύματα, έχουν στραφεί σε καλλιτέχνες
που μέχρι τώρα δρούσαν μέσω μικρών ομάδων και με τις δικές τους δυνάμεις
-οικονομικά μιλώντας- κι αυτό έγινε γιατί το ίδιο το κοινό αγκαλιάζει κάποιες
από αυτές τις προσπάθειες.
Υπάρχουν πολλά
παραδείγματα επιτυχημένων παραστάσεων που ξεκίνησαν από μια πενιχρή κρατική
επιχορήγηση και αυτή τη στιγμή βρίσκονται στα χέρια μεγάλων παραγωγών.
Θεωρώ, λοιπόν, τον ρόλο
τους εξαιρετικά σημαντικό γιατί οι πραγματικοί καλλιτέχνες που βρίσκονται
κάποιες φορές πίσω από αυτές τις ομάδες ίσως τολμούν και περισσότερο, και συχνά
η τόλμη επιβραβεύεται.
Προφανώς έχουμε να
αντιμετωπίσουμε χιλιάδες προβλήματα οικονομικής φύσης που δε μας επιτρέπουν να
κάνουμε όπως πρέπει και όπως θα θέλαμε τη δουλειά μας.
Αν, όμως, δεν τα
παρατήσουμε λόγω αυτού, θεωρώ ότι έχουμε τουλάχιστον το σθένος να πούμε αυτό
που πραγματικά θέλουμε μέσω της δουλειάς μας και όπως θέλουμε να το πούμε,
χωρίς ίσως τους πιθανούς περιορισμούς ενός κρατικού θεάτρου ή ενός παραγωγού.
Ο αυτοεξόριστος στην
Πολωνία Ρώσος θεατρικός συγγραφέας και διανοούμενος Iβάν Βιριπάγιεφ είναι εκ
των κορυφαίων σύγχρονων θεατρικών συγγραφέων.
Γιατί επιλέξατε να
καταπιαστείτε με τον Βιριπάγιεφ, γιατί με το συγκεκριμένο κείμενό του και σε
ποιο βαθμό -και γιατί- επιχειρήσατε μια «επικαιροποίησή» του, αν λάβουμε υπόψη
τις εμβόλιμες αναφορές στη γενοκτονία των Παλαιστίνιων;
Δεν υπάρχει ακριβώς
επιλογή να ασχοληθώ με τον Βιριπάγιεφ, αλλά υπάρχει σίγουρα επιλογή να ασχοληθώ
με το συγκεκριμένο έργο.
Είχα διαβάσει αρκετά από
τα έργα του και πάντα τον έβρισκα έναν ιδιαίτερο καλλιτέχνη με εμμονές και
ιδέες που ορίζουν το σύνολο του έργου του. Κι αυτό πάντα το εκτιμώ σε έναν
καλλιτέχνη.
Τον απασχολεί ιδιαίτερα
το υπαρξιακό ζήτημα. Τι σημαίνει να ζεις και τι σημαίνει να ζεις τώρα. Και
είναι μια περίοδος που αυτή η αναζήτηση με συνάντησε ψυχικά και πνευματικά.
Επίσης, ο Βιριπάγιεφ
είναι ένας συγγραφέας που αντλεί πάντα από το τώρα του κόσμου. Το συγκεκριμένο
έργο το επέλεξα αφού είδα μια παράσταση του έργου στη Ρωσία και συνειδητοποίησα
πόσο επείγον είναι να ακουστούν τα πράγματα αυτά τώρα.
Μετά από συζήτηση με τον
Βιριπάγιεφ και τη συμφωνία μας ότι χρειάζονται αλλαγές στο κείμενο, αποφάσισα
να προχωρήσω εγώ με τη συνεργάτιδά μου που μετέφρασε και το έργο, Ιζαμπέλα
Κωνσταντινίδου, σε αυτές τις αλλαγές.
Το Συνέδριο για το
Ιράν είναι ένα έργο που βασίζεται πολύ στις πολιτικές και κοινωνικές
εξελίξεις του σήμερα, ίσως το έργο του που το κάνει περισσότερο από οποιοδήποτε
άλλο.
Έπαιξε κι αυτό τον
σημαντικό του ρόλο στην επιλογή μου μιας και θεωρώ πως το
θέατρο και η τέχνη, γενικότερα, οφείλει να μιλάει για το σήμερα. Αν δε
μιλήσουμε εμείς, ποιος θα μιλήσει; Τα ψέματα των πολιτικών;
Συμφωνήσαμε, λοιπόν, ότι
το έργο καθότι γραμμένο το 2017 δεν έχει κάποιες συγκεκριμένες εξελίξεις οι
οποίες σίγουρα θα αναφέρονταν σε ένα συνέδριο πάνω στο Ιρανικό ζήτημα αν
γινόταν σήμερα, το 2025.
Έτσι, προχώρησα σε αυτές
τις αλλαγές και για τον λόγο που προανέφερα αλλά και ως όχημα της δικής μου
προσωπικής ανάγνωσης του έργου και πολιτικής θέσης.
Φωτογραφία: Mike Rafail |
Επιπλέον, πόσο δυσχέρανε
την επικοινωνία σας με τον συγγραφέα, εφόσον αυτή κρινόταν
απαραίτητη/επιθυμητή, το γεγονός ότι μιλάει μόνο ρωσικά και πολωνικά;
Η γλώσσα δεν ήταν
εμπόδιο. Καταφέραμε να επικοινωνήσουμε καθαρά μέσω των ανησυχιών μας. Η Τέχνη
είναι ένας τόπος που κάποια τέτοια εμπόδια δεν ευοδώνονται.
Εκτυλισσόμενο στη Δανία,
το Συνέδριο για το Ιράν ξεκινά από τη διερεύνηση του αποκαλούμενου
«Ιρανικού Ζητήματος» και την αντιπαράθεση Ανατολής-Δύσης.
Σταδιακά, ωστόσο,
καταλήγει σε μια πυρετώδη, μέσα από αντιτιθέμενες συλλογιστικές, εξερεύνηση της
ανθρώπινης κατάστασης, του νοήματος της ζωής και της έννοιας της ταυτότητας.
Είναι, τελικά, όλα τα μεγάλα κείμενα υπαρξιακά;
Θεωρώ πως ναι. Τα
πραγματικά μεγάλα ουσιαστικά κείμενα, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, είτε
θεματολογικά είτε και όχι, ασχολούνται με τις αναγκαιότητες, τις δυσκολίες και
το παράδοξο της ζωής. Γιατί όλα καταλήγουν εκεί.
Δεν μπορείς να καταλάβεις
τον έρωτα αν δεν υπάρχει η ανησυχία του γιατί ερωτευόμαστε.
Δεν μπορείς να καταλάβεις
την ιδέα της αντίστασης αν δεν υπάρχει το ερώτημα του γιατί ζούμε.
Δεν μπορείς να καταλάβεις
την ίδια τη ζωή αν δεν αναρωτηθείς πού πάμε όταν πεθαίνουμε.
Κι αυτό θεωρώ ότι όλα τα
μεγάλα κείμενα το έχουν, είτε ως βάση τους, είτε μέσα από ρωγμές που σε οδηγούν
εκεί.
Πόσο πραγματικό και πόσο
κατασκευασμένο είναι το δίπολο Ανατολή-Δύση στις μέρες μας και πώς το
αντιλαμβάνεστε προσωπικά;
Υπάρχει «σύγκρουση πολιτισμών»,
όπως κάποιοι ιστορικοί -και όχι μόνο- θα ήθελαν να πιστεύουμε; Και αν ναι, σε
τι συνίσταται;
Προσωπικά αντιλαμβάνομαι
αυτό που λέει και ο ίδιος ο Βιριπάγιεφ μέσα από το έργο του, πως είμαστε όλοι
στην ίδια βάρκα και όλοι ψάχνουμε στεριά.
Οι άνθρωποι, είτε στη
Δύση είτε στην Ανατολή, είμαστε φτιαγμένοι από τα ίδια υλικά. Κι αυτό οφείλουμε
επιτέλους να το συνειδητοποιήσουμε.
Όμως θα περάσουν
χιλιετίες μέχρι να το καταλάβουμε- αν καταφέρει βέβαια να επιβιώσει η
ανθρωπότητα του καπιταλισμού. Μέχρι τότε θα εξακολουθούμε να πιστεύουμε ό,τι η
θρησκεία και η πολιτική μας έχει πείσει να πιστεύουμε.
Ότι ένας μαύρος άνθρωπος
είναι ένας ξένος, ότι ένας μουσουλμάνος είναι ένας ξένος, ότι ένας ομοφυλόφιλος
είναι ένας ξένος.
Όσο απασχολούμαστε εμείς
με τα παιχνίδια του ρατσισμού, της θρησκευτικής μισαλλοδοξίας, της ομοφοβίας
και άλλα τόσα παιχνίδια που μας έχουν πετάξει για να παίζουμε, οι λίγοι θα
πλουτίζουν και θα έχουν την εξουσία ανενόχλητοι.
Δυστυχώς, οι πραγματικοί
εχθροί που είναι αποκλειστικά και μόνο ταξικοί έχουν καταφέρει να κρύψουν καλά
τα χνάρια τους.
Κι αυτό γιατί ο άνθρωπος
-για να χρησιμοποιήσω λίγο και μια έκφραση της μεγάλης συγγραφέως Λούλας
Αναγνωστάκη-, «έχει μια ροπή προς το κακό».
Έχοντας παρακολουθήσει
και το Οξυγόνο, συμπεραίνω ότι ο Βιριπάγιεφ εντάσσει «καταστατικά» την
κίνηση και τη μουσική στην αφήγησή του.
Πράγματι, όταν η
παράσταση αποκτά περισσότερη κινησιολογική ελευθεριότητα, «ξεκλειδώνεται»
επιτυχέστερα, άλλως φαντάζει κάπως στατική. Θα μπορούσατε να έχετε «παίξει»
περισσότερο στο κινησιολογικό επίπεδο;
Ήταν καθαρή επιλογή να
μην «παίξω» περισσότερο με την κίνηση.
Συνειδητοποίησα πολύ
γρήγορα ότι εδώ, μεταξύ των τριών στοιχείων που δουλεύω πάντα ισάξια -λόγος,
κίνηση, μουσική- τον πρωτεύοντα ρόλο στο συγκεκριμένο κείμενο τον έχει ο λόγος
και ότι μέσα στον λόγο βρίσκεται τόσο ο χορός όσο και η μουσική.
Γι’ αυτό και θέλησα αυτήν
την απλότητα στην μορφή.
Ήταν επίσης και ένα τεστ.
Στην εποχή που ΤikTok
που
δεν αντέχει ο άνθρωπος να κάτσει πάνω από δέκα δευτερόλεπτα να βλέπει κάτι και
επιδίδεται σε ένα συνεχές scroll,
μπορεί άραγε να κάτσει και να ακούσει;
Από την πρόσληψη του
κόσμου θεωρώ πως το πείραμα πέτυχε απόλυτα. Παραδόξως, ο κόσμος έχει μεγάλη
ανάγκη να ακούσει. Και μάλιστα πράγματα που έχουν άμεση σχέση με αυτά που ζει.
Γι’ αυτό και δουλέψαμε εξονυχιστικά τον λόγο.
Επίσης ήθελα η κίνηση και
η μουσική να λειτουργήσουν σε ρωγμές που μου αφήνει το κείμενο και να
συμπληρώσουν την πρόσληψη σε ένα ακόμη μεγαλύτερο, αν θέλετε, «επικό» επίπεδο.
Να ολοκληρώνουν την
εμπειρία του θεατή εκεί που δημιουργούνται ερωτηματικά.
Φωτογραφία: Mike Rafail |
Η υποκριτική του συνόλου
του cast
αποπνέει ενέργεια, αποκαλύπτοντας το αναμφίβολο ταλέντο του(ς). Τι «ζητάτε»,
κυρίως από τους/τις ηθοποιούς; Και τι μαθαίνετε από αυτούς/αυτές;
Από τους ηθοποιούς αυτό
που ζητάω πάντα είναι η απόλυτη ειλικρίνεια. Όχι ακριβώς αλήθεια, γιατί είναι
άλλο πράγμα η αλήθεια, και σίγουρα όχι αληθοφάνεια, γιατί πάμε στο καλυμμένο
ψέμα. Ζητάω ειλικρίνεια και πραγματική σκέψη.
Μόνο έτσι πιστεύω. Και
μόνο αν μπορώ να δω τον ίδιο τον άνθρωπο πίσω από τον όποιο «ρόλο». Οι άνθρωποι
με τις αδυναμίες, τις εκρήξεις και τις ατέλειωτες ικανότητές τους με συγκινούν.
Όχι οι ρόλοι, όχι το
κατασκεύασμα που μαρτυρά την οικοδομή που προσπάθησε να φτιάξει ένας σκηνοθέτης
από πίσω με σκοπό να με ξεγελάσει.
Δε μου αρέσει να με
ξεγελάνε ότι κάτι συμβαίνει. Θέλω να συμβαίνει. Και σε όποιον βαθμό συμβεί
αυτό. Κι αυτό απαιτεί από τον ηθοποιό μεγάλη γενναιοδωρία στο «τώρα» του.
Από την εμπειρία μου,
μόνο έτσι ο ηθοποιός ανοίγεται πραγματικά στην επικοινωνία τόσο με τους άλλους
ηθοποιούς όσο και με το κοινό. Μόνο έτσι ξεδιπλώνεται το ατέλειωτο και μοναδικό
του σύμπαν.
Και ως αποδέκτης, μόνο
έτσι με ταξιδεύει σε ιδέες, συναισθήματα και νοήματα δικά μου.
Στην επίσημη πρεμιέρα του
Συνεδρίου... παραβρέθηκαν ουκ ολίγοι «θεατράνθρωποι». Σε έναν χώρο που
μαστίζεται από «λυκοφιλίες» και ευκολίες, αποτελεί μια τέτοια παρουσία
επιβράβευση της δουλειάς μιας ομάδας;
Σίγουρα, το γεγονός ότι
χαίρεις της εκτίμησης σημαντικών ανθρώπων της δουλειάς σου είναι κάτι πολύ
ευχάριστο. Και σίγουρα αποτελεί μια, όπως το θέσατε, επιβράβευση.
Ωστόσο, η πραγματική
επιβράβευση έρχεται μόνο από τον απλό κόσμο και από το πώς κατανοείται η
δουλειά σου από ανθρώπους που δεν έχουν σχέση με το θέατρο. Εκεί είναι η πάλη
γιατί εκεί στοχεύουμε ως καλλιτέχνες.
Ανέκαθεν πίστευα ότι οι
καλλιτέχνες πρέπει να βρισκόμαστε σε επικοινωνία. Να λέμε χωρίς προκαταλήψεις
και στερεότυπα τη γνώμη μας για τη δουλειά ενός άλλου καλλιτέχνη και να ακούμε
με τον ίδιο τρόπο τις γνώμες των άλλων.
Κι αυτό γιατί πραγματικά.
αν υπάρχει ειλικρινής πρόθεση από πίσω και πραγματική επιθυμία διάδρασης, μπορώ
να ακούσω τα πάντα.
Στο κάτω κάτω, δε θα
πεθάνει κάποιος ασθενής στην εγχείρηση αν δεν μου αρέσει εμένα κάτι ή αν δεν
αρέσει σε κάποιον άλλον αυτό που έχω κάνει.
Όλοι μας προσπαθούμε το
καλύτερο που μπορούμε και αυτό είναι όλο. Κάποιες φορές θα επικοινωνήσουμε με
πολλούς, κάποιες με λιγότερους. Δεν πειράζει. Το θέμα είναι πάντα η
ειλικρίνεια.
Κι έτσι προσπαθώ να
αντιμετωπίσω και όλες αυτές τις λυκοφιλίες και τις ευκολίες που αναφέρετε. Κι
αυτό στρεβλά δημιουργημένο και παραδομένο είναι.
Και ποιο είναι το μέλλον
(και) τέτοιων θεατρικών εγχειρημάτων σε μια εποχή κατά την οποία η εξασφάλιση
επιχορήγησης/επιδότησης από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς φαίνεται να
αποτελεί βασικό όρο ύπαρξης;
Να σας πω την αλήθεια, το
μέλλον τέτοιων εγχειρημάτων βρίσκεται αποκλειστικά και μόνο στο ψυχικό σθένος
αυτών που τα πραγματώνουν.
Το παρόν είναι δυστοπικό,
γιατί οι κρατικές επιχορηγήσεις μπορούν να λειτουργήσουν μόνο ως κάποια μικρή
βοήθεια -επ’ ουδενί ως λύση-, και οι ιδιωτικοί φορείς πηγαίνουν εκεί που
αντιλαμβάνονται ότι μπορούν να κερδίσουν.
Και όσον αφορά στο
τελευταίο είναι και καθαρή αντιμετώπιση. Δεν το ψέγω καθόλου. Το κατανοώ
πλήρως.
Το θέμα είναι πόσο
επιμένεις σε αυτήν την ανάγκη μέσα σου. Γιατί είναι και ύπουλη - εκεί που λες ότι δεν αντέχεις άλλο, αναβλύζει
από μέσα σου και δε σ’ αφήνει να κοιμηθείς.
Ευχαριστώ θερμά
την Λία Κεσοπούλου, υπεύθυνη Επικοινωνίας και Προβολής, για την πολύτιμη
συμβολή της στην υλοποίηση της συνέντευξης με τον σκηνοθέτη.
Η παράσταση Το
Συνέδριο για το Ιράν, σε σκηνοθεσία Χρήστου Θεοδωρίδη,
παρουσιάζεται στο ΠΛΥΦΑ (Κορυτσάς 39, Βοτανικός, Κτίριο 7Α)
κάθε Δευτέρα, Τρίτη και Σάββατο (20:30) και κάθε Κυριακή
(20:00), μέχρι και τις 2 Φεβρουαρίου.
Φωτογραφία: Μike Rafail |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου