Γιώργος Τσεμπερόπουλος (Φωτογραφία: Σίμος Σαρκετζής) |
Έντεκα χρόνια
μετά τον Εχθρό μου, ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος επιστρέφει
στη μεγάλη οθόνη με το Υπάρχω, μια συχνά συγκινητική
αποτύπωση της ζωής και της εποχής του Στέλιου Καζαντζίδη.
Συναντώντας τον
σκηνοθέτη με αφορμή την έξοδο του φιλμ στους κινηματογράφους
στις 19 Δεκεμβρίου.
Ο Καζαντζίδης σε
ενδιέφερε και ως μυθοπλαστικός χαρακτήρας γιατί είχε ζήσει μια
ατακτοποίητη, συγκρουσιακή ζωή;
Όταν προ εικοσαετίας ο
παραγωγός Διονύσης Σαμιώτης, σε άλλη εταιρεία τότε, μου είχε προτείνει να
γυρίσω μια ταινία για τον Τσιτσάνη, είχα απαντήσει το ίδιο που απάντησα και με
τον Καζαντζίδη: «Να δω το σενάριο».
Αλλά τι σενάριο θα
μπορούσε να γραφτεί για έναν άνθρωπο όπως ο Τσιτσάνης, που μόνο
επιτυχίες είχε κάνει στη ζωή του; Γράφτηκαν ένα-δύο σενάρια αλλά τελικό δεν
υπήρξε ποτέ, οπότε δε γυρίστηκε ταινία.
Τους είχα αντιπροτείνει
τον Βαμβακάρη, ο οποίος είχε επίσης μεγάλες επιτυχίες, αλλά πέθανε άφραγκος. Η
οικογένεια, όμως, δεν ήθελε να γίνει ταινία ο Μάρκος, οπότε δεν έγινε ούτε αυτή.
Τώρα με τον Καζαντζίδη,
που έχει κουβαλήσει επί δεκαετίες όλη την Ελλάδα στους ώμους του μέσα απ’ τα
τεράστια τραγούδια του, ο Διονύσης Σαμιώτης μού ήρθε με σενάριο. Και έγινε η
ταινία!
Υπάρχει κάποιο βιογραφικό
φιλμ που έχεις ως πρότυπο;
Η ταινία-υπόδειγμα που με
συγκλόνισε ήταν το Ray
για
τον Ρέι Τσαρλς. Ζούσαν μέσα στην απόλυτη φτώχεια και όταν ήταν 10 χρονών άρχισε
να τυφλώνεται ραγδαία.
Η μάνα του, αντί να τον
προστατέψει δίπλα της στο χωριό, τον πέταξε έξω απ’ το σπίτι για να πάει στην
πόλη να γίνει ζητιάνος, να τα βγάλει πέρα μόνος του. Κι αυτός πήγε και έγινε ο
Ρέι Τσαρλς!
Μια μέρα, λοιπόν, χτύπησε
το τηλέφωνο κι ο Σαμιώτης με ρώτησε «Καζαντζίδη, κάνεις;»
Η απάντησή μου ήταν: «Και
ποιος δε θα θέλει να κάνει Καζαντζίδη ΑΝ βρεθεί άνθρωπος να ενσαρκώσει τον
ΣΤΕΛΙΟ, και ΑΝ έχουμε σενάριο». «Υπάρχει ένα πρώτο draft για να συζητηθεί με
σκηνοθέτη», μου απάντησε.
Από πού απορρέει η
βεβαιότητά σου πως οποιοσδήποτε σκηνοθέτης θα ήθελε να γυρίσει μια ταινία για
τον Καζαντζίδη;
Δεν είπα «οποιοσδήποτε».
Αν αποφασίσουν να σου
δώσουν ένα σενάριο για ένα θέμα που αφορά πολύ κόσμο και σε εμπιστευτούν να
χειριστείς ένα ανάλογα μεγάλο budget,
τι θα πεις στον εαυτό σου; Δεν είμαι εγώ για τέτοια; Αν σου κάνει το σενάριο
και σε αφορά, λέμε.
Γιατί να μην ψαχτείς να
υπηρετήσεις μια ταινία; Επειδή τη σκέφτηκε
άλλος;
Είναι εκφρασμένη από
χρόνια η άποψή μου πως για την υγεία μιας κινηματογραφίας πρέπει να υπάρχει και
σινεμά παραγωγού με σενάρια στραμμένα προς το κοινό των κινηματογραφικών
αιθουσών. Να υπάρχει δουλειά στα σινεμά.
Έχουμε πολύ καλούς
σκηνοθέτες, εξαίρετους διευθυντές φωτογραφίας, μοντέρ και λοιπούς παθιασμένους
καλλιτεχνικούς συντελεστές. Τα σενάρια και οι χρηματοδοτήσεις μας λείπουν,
τίποτε άλλο.
Χρήστος Μάστορας, Κλέλια Ρένεση |
Πόσο δύσκολο είναι να
γυριστούν αξιοπρεπείς mainstream ταινίες στην Ελλάδα του 2024 που να άπτονται
προσώπων ή/και καταστάσεων του ελλαδικού παρελθόντος και δυνητικά να αφορούν
πολύ ευρύτερα κοινωνικά στρώματα;
Όσο δύσκολο είναι να
κάνεις ένα γερό σενάριο.
Κάθε ταινία είναι ένα
βαρκάκι, ξύλινο ή χάρτινο, που όταν το τελειώσεις το αφήνεις στον γιαλό και
πάει... όσο πάει. Άλλο βουλιάζει στα ρηχά κι άλλο ξανοίγεται και πάει.
Και δεν εννοώ μόνο
εισπρακτικά. Ο Εχθρός Μου έκοψε τόσο λίγα εισιτήρια που ντρέπομαι να το
πω. Η ταινία, όμως άρεσε, και όποτε παίζεται αρέσει πολύ, οπότε ζει.
Θεωρητικά ήμουν πάντα
υπέρ της παραγγελιάς. Χαιρέτισα, για παράδειγμα, την πρώτη φορά που ο Χρήστος
Δήμας έκανε παραγγελιά με τη Νήσο, και μετά ο Άγγελος Φραντζής, δύο
φορές, και είχαν όλες καλό αποτέλεσμα.
Όταν, όμως, δέχτηκα εγώ
την παραγγελιά, και δουλεύαμε δημιουργικά το σενάριο, ήμουν σε επιφυλακή,
περίμενα πότε και πώς θ’ αρχίσουν να σκάνε οι άνωθεν παρεμβάσεις.
Κάτι τέτοιο, ωστόσο, δεν
έγινε ποτέ, όλες οι διαδικασίες ήταν πάντα εποικοδομητικές και υπέρ της
ταινίας. Εντός budget
βέβαια,
που όσο μεγάλο και να είναι, τα χρήματα ποτέ δε σου αρκούν.
Σε μένα το Υπάρχω
λειτούργησε.
Αφ’ ενός απέφυγε πολύ
επιτυχημένα τις κακοτοπιές μιας ταινίας εποχής στιλ Σμαραγδή, αφ’ ετέρου
κατάφερε να μη μετατραπεί σε αγιογραφία του Καζαντζίδη, αν και ως προς αυτό
υπάρχουν και διαφορετικές προσεγγίσεις.
Η Κατερίνα Μπέη ήταν μια
εξαιρετική συνεργάτις, πάντα μελετημένη, γρήγορη και αποτελεσματική. Από την
αρχή ήμασταν συμπληρωματικοί.
Μια γυναίκα που είχε
γράψει για έναν άντρα, που τώρα έπρεπε να τον κάνω εγώ δικό μου, για να γίνει
καλή η ταινία.
Αρχικά, η Κατερίνα μου
έλεγε: «Τον λειαίνεις, τον βγάζεις ‘λάδι’». «Άσε με να τον αγαπήσω
πρώτα», της απαντούσα.
Στη διάρκεια της
συγγραφής του σεναρίου με παρέσυρε και την παρέσυρα προς διάφορες κατευθύνσεις.
Χορέψαμε πολύ ωραίο «τάνγκο»!
Ασημένια Βουλιώτη, Χρήστος Μάστορας |
Το Υπάρχω
οριοθετείται χρονικά με τον τρόπο που αυτό συμβαίνει για λόγους αφηγηματικής
οικονομίας; Έχω υπόψη μου κριτικές σχετικά με τη μη ανάδειξη πτυχών της ζωής
και της προσωπικότητας του Καζαντζίδη πέραν του 1974.
Μου αρέσει η μέθεξη
μουσικής και σινεμά στην ταινία. Με ένα άλλο σενάριο αυτή η μέθεξη θα
υστερούσε. Αυτό το σενάριο, με τα τόσα τραγούδια σε αυτές τις σκηνές, ξυπνάει
τη συλλογική μνήμη.
Δεν είμαι βιογράφος του
Καζαντζίδη, κλήθηκα να αποτυπώσω τον Στέλιο και την εποχή του. Τα υπηρετεί αυτά
η αφήγηση; Αν ναι, τα καταφέραμε.
Εξ αρχής ήθελα να γνωρίσω
στον κόσμο αυτό που άξιζε ο Καζαντζίδης, και αυτό που άφησε σαν κληρονομιά σε
όλους μας.
Όχι έναν γέρο να
γκρινιάζει στην τηλεόραση, αλλά έναν ορμητικό νέο στην ακμή του, που ήταν
μπροστάρης και πεισματάρης και μυστήριος.
Θέλεις να κλέψουμε
φιλμικό χρόνο από τον άνθρωπο που βγάζει αυτόν τον λυγμό, να κόψουμε τραγούδια
που όλοι έχουν ακούσει κι ας μην ξέρουν ότι είναι του Στέλιου, για να κάνουμε
κουτσομπολιά και σχόλια;
Ο λυγμός στον οποίο
αναφέρθηκες αποτελεί και μια διαχρονική έκφανση της λαϊκότητας και της λαϊκής
μουσικής;
Να μου ξαναθέσεις την
ερώτηση μετά από δυο-τρεις μήνες, αφού μιλήσουμε με ανθρώπους είκοσι και είκοσι
πέντε χρονών.
Ας μιλήσουμε, τότε, για
τη διαδικασία των προβών.
Ένα ένστικτο με
καθοδηγεί, κι αυτό συμπορεύεται με ό,τι κουβαλούσαν οι ηθοποιοί, πολύ
διαφορετικοί μεταξύ τους, και τι καθένας και καθεμιά έφερε στις πρόβες.
Για να γεφυρωθούν τα
χάσματα μεταξύ του τρόπου που γίνεται αντιληπτός ένας χαρακτήρας στο χαρτί, στο
μυαλό του ηθοποιού και στο μυαλό του σκηνοθέτη χρειάζονται πολύμηνες
αυτοσχεδιαστικές πρόβες.
Εκεί ανακαλύπτουμε ποιος
πραγματικά είναι ο καθένας κι η καθεμία και πώς αποκτούν οικειότητα για να
πλάσουν ενδιαφέρουσες σχέσεις.
Ως σκηνοθέτης, αισθάνεσαι
κι εσύ υπεύθυνος όσον αφορά στην «εξόρυξη» ποιοτήτων από τις/τους ηθοποιούς με
τις οποίες/τους οποίους συνεργάζεσαι;
Ευθαρσώς, ναι. Θεωρώ ότι
αυτή είναι η δουλειά μου. Στην Ελλάδα έχουμε ηθοποιάρες.
Αν ο Ντε Λαουρέντις δεν
είχε γυρίσει τόσα φιλμ στην Τσινετσιτά, θα επένδυε χρήματα στον Φελίνι; Υπήρχε
μια mainstream
κινηματογραφία η οποία μπορούσε να τροφοδοτήσει γερά το καλλιτεχνικό δυναμικό
της Ιταλίας.
Το ίδιο και στην Γαλλία,
που συνεχίζει και σήμερα.
Στην Ελλάδα δεν υπάρχει τάξη
σεναριογράφων κινηματογράφου. Απουσιάζει μια πολιτική σεναρίου με
επιδοτήσεις για σενάρια μικρού μήκους, να βρεθούν νέοι σεναριογράφοι και να
πληρωθούν.
Η πρόταση είναι πλήρης
στο Πολιτισμού από παλιά, αλλά δεν προχωράει.
Tώρα, η μάχη διεξάγεται για την
προβολή σε μέγεθος γραμματοσήμου, τηλεόρασης ή home cinema. Δεν είναι αυτός τρόπος
παρακολούθησης του κινηματογράφου.
Αν οι ταινίες φύγουν από
τα σινεμά και μείνουν ένα αναλώσιμο χιλιοστό περιεχομένου στις πλατφόρμες, η
κοινωνία μας θα έχει χάσει την 7η Τέχνη.
Ευχαριστώ τον
σκηνοθέτη για τον χρόνο του και για την παραχώρηση της φωτογραφίας
του που συνοδεύει το κείμενο.
Η ταινία του Γιώργου
Τσεμπερόπουλου Υπάρχω
κυκλοφορεί στους κινηματογράφους από τις 19 Δεκεμβρίου σε διανομή
της Tanweer.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου