Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2025

Νίκος Πηλός: «Οι άνθρωποι κρίνονται από τα ‘όχι’ που λένε»

 


Διακεκριμένος και πολυβραβευμένος φωτορεπόρτερ και κινηματογραφιστής, ο Νίκος Πηλός καταπιάνεται στο φωτογραφικό του πρότζεκτ Resisting Residents, καρπό πολυετούς δουλειάς, με την Κοινότητα Κατειλημμένων Προσφυγικών.

Μια συνάντηση με τον Νίκο Πηλό με αφορμή την παρουσίαση του εγχειρήματός του στο πλαίσιο του 6ου Athens Photo World (18-19 Ιανουαρίου).

Η πρώτη σου διεθνής αποστολή ως φωτορεπόρτερ ήταν στον Λίβανο το 1988, κοντά 40 χρόνια πριν.

Ήταν ένα βήμα στο κενό.

Όταν ρώτησα έναν editor τι να κάνω, μου απάντησε: «Ακολούθα τις εκρήξεις».

Στον Λίβανο ήμασταν 150 άτομα. Τύπος, εννοώ. Στον πόλεμο στην  Ουκρανία, τον τελευταίο που κάλυψα, κατά το το πρώτο τρίμηνο ήταν 10.000 άτομα.

Ανάμεσα στις δύο περιόδους, δύο παράγοντες έχουν σοβαρά διαφοροποιηθεί.

Ο πρώτος αφορά στην πρόσβαση στην πληροφορία και την εικόνα. Τις δεκαετίες 1980-90 ο Τύπος είχε πρόσβαση παντού.

Από τον πόλεμο στην πρώην Γιουγκοσλαβία και εξής η πρόσβαση στην πληροφορία και το πεδίο δεν υπάρχει πια.

Ακόμα και στην περίπτωση που μια τέτοια πρόσβαση υπάρχει, όπως συνέβη στον πόλεμο στο Ιράκ, αυτή είναι ελεγχόμενη.

Πώς παρέκαμπτες/προσπερνούσες τη δυσχέρεια στην πρόσβαση;

Στο Ιράκ δεν έγινα ποτέ embedded. Έμεινα εκτός Πράσινης Ζώνης ασχολούμενος με κοινωνικά θέματα. Στις 100 μέρες της παραμονής μου έκανα μόνο ένα θέμα που αφορούσε Αμερικανούς, σχετικά με το Radio Baghdad.

Ο δεύτερος παράγοντας;

Στις μέρες μας έχουν εξαφανιστεί οι παραδοσιακοί εκδότες. Οι άνθρωποι, δηλαδή, οι οποίοι βιοπορίζονται από τα φύλλα που πουλάνε.

Όταν για επιβιώσει μια εφημερίδα χρειάζεται να πουλάει καθημερινά 40.000 φύλλα και η εφημερίδα με τη μεγαλύτερη αναγνωσιμότητα στην Ελλάδα πουλάει 12.000, αυτό σημαίνει πως υπάρχει δομικό πρόβλημα.

Γι’ αυτό και απουσιάζει η εμπιστοσύνη στον Τύπο και πέφτουν οι πωλήσεις.

Ξεκινώντας ως φωτορεπόρτερ, τι ιδέα είχες γι’ αυτό στο οποίο έμπλεκες;

Περίμενα ν’ αλλάξω τον κόσμο, αλλά τελικά ο κόσμος δεν αλλάζει. (Γέλιο).

Υπήρξες από τους αφελείς ρομαντικούς, κατά μία έννοια;

Όχι. Στο παρελθόν υπήρχε η δυνατότητα να αλλάξουν τα πράγματα μέσα από φωτογραφίες. Θυμήσου το παιδάκι στην Μπιάφρα που ετοιμάζεται να το κατασπαράξει ο γύπας ή το κοριτσάκι στο Βιετνάμ το οποίο προσπαθεί να ξεφύγει.

Σήμερα, τέτοιες φωτογραφίες θα θεωρούνταν πολύ graphic και δε θα δημοσιεύονταν.

Ίσως κι ο κόσμος έχει σκληρύνει και γίνει πιο κυνικός. Οπότε, ακόμα κι αν δημοσιεύονταν, ίσως περνούσαν απαρατήρητες.

Αυτό έχει να κάνει με τη γενικότερη αντίληψη του ανθρώπου για την κοινωνία και τους συνανθρώπους του. Από μια διαδικασία διεκδίκησης μέσα από ένα συλλογικό πλαίσιο έχουμε περάσει στον ατομικισμό χάνοντας τη διεθνιστική διάσταση.

Στις μέρες μας γνωρίζουμε πολύ λιγότερα για όσα συμβαίνουν στο εξωτερικό σε σχέση με τις δεκαετίες του 1970-80 και οι περισσότεροι δε νιώθουν την ανάγκη να καταλάβουν τι συμβαίνει στο ευρύτερο περιβάλλον.

Όταν, λοιπόν, ως πρίσμα σου χρησιμοποιείς τον εαυτό σου, είναι πολύ δύσκολο ν’ αντιληφθείς τι συμβαίνει στην κοινωνία.

Άρα και μέσα σου, τελικά.

Η γνώση βοηθάει στην αυτογνωσία.

Σπούδασες φωτογραφία ή φωτορεπορτάζ;

Γραφιστική επί μια πενταετία σε μια εποχή κατά την οποία στην Ελλάδα υπήρχαν μόνο δύο τέτοιες σχολές. Βασικό μάθημα ήταν η Φωτογραφία.

Αρχικά, δούλεψα λίγο ως γραφίστας. Μολονότι μου άρεσε και ακόμα εφαρμόζω στη φωτογραφική δουλειά μου τους κανόνες του αντικειμένου που διδάχτηκα, ήταν μια δουλειά όπου πήγαινες στις 10 το βράδυ και έφευγες στις 2 τα ξημερώματα.

Η συναναστροφή με τους ίδιους ανθρώπους καθημερινά ήταν σκότωμα. Βασικά, δεν ήθελα δουλειά γραφείου.

Χρωστάω πολλά στον φίλο μου Σάκη Παπαδόπουλο, ο οποίος με πήρε στην εφημερίδα Πρώτη όταν ήμουν νεαρός φωτογράφος κι έτσι ξεκίνησα τη σταδιοδρομία μου.




Ήταν το «λίκνο» σου.

Μαζί με την Ελευθεροτυπία ήταν μεγάλο σχολείο. Υπήρξαν δύο εφημερίδες όπου συντάκτες και φωτογράφοι είχαν ανοιχτό πεδίο δράσης, χωρίς περιορισμούς.

Σχολείο αποτέλεσαν και οι κατοπινές διεθνείς αποστολές.

Αυτές ήρθαν με τον καιρό.

Θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό γιατί πολύ γρήγορα έμπλεξα με την ξένη αγορά, γεγονός που με βοήθησε να φύγω από την ελληνική πραγματικότητα.

Πολλοί είναι οι σταθμοί των κατά καιρούς αποστολών σου και προφανώς δε θα καταπιαστούμε με τον καθένα ξεχωριστά.

Κάποιοι, ωστόσο, διατηρούν ευρύτερη και μακροπρόθεσμη βαρύτητα, όπως η πτώση του Τείχους και του καθεστώτος της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και οι πόλεμοι στην πρώην Γιουγκοσλαβία.

Τα ταξίδια μου στις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, ιδίως μετά την πτώση του Τείχους, επανήλθαν πολύ έντονα στη μνήμη μου με την ελληνική κρίση.

Η αποσάθρωση της κοινωνίας, η καταστροφή των μέσων παραγωγής, η φτώχεια, η έλλειψη ηλεκτρικού ρεύματος και θέρμανσης, η μείωση της αγοραστικής ικανότητας, η ταυτόχρονη υποχώρηση βιοτικού και πνευματικού επίπεδου.

Όλα αυτά χαρακτήριζαν τις χώρες του πρώην υπαρκτού μετά την πτώση. Μπορείς έτσι να καταλάβεις πώς ο κόσμος στρέφεται από ένα απολυταρχικό καθεστώς σε μια απολυταρχική ιδεολογία, πώς ο προοδευτικός γίνεται φασίστας.

Η πτώση των πρώην κομμουνιστικών κρατών με έμαθε κυρίως ότι η μετάβαση στον άκρατο νεοφιλελευθερισμό σκοτώνει τη σκέψη, την προοπτική και τα όνειρα των ανθρώπων.

Η ήττα της Αριστεράς συνίσταται στο ότι έχει πάψει να είναι ριζοσπαστική, οπότε όσοι αναζητούν διέξοδο τη βρίσκουν σε κάτι ριζοσπαστικό μεν, αλλά πολύ μαύρο.

Το βασικό πρόβλημα σήμερα είναι πως δεν υπάρχουν δύο ή περισσότερες κυρίαρχες ιδεολογίες. Όλο το πολιτικό σύστημα κλίνει προς τα δεξιά, κι αυτό δημιουργεί στρεβλώσεις και, για όσους έχουν αντίληψη, είναι πολύ επώδυνο.

Παιδεία, υγεία, ενέργεια, μεταφορές τείνουν πλέον να μη θεωρούνται κοινωνικά αγαθά προσιτά σε όλους.

Ως άνθρωπος με ηθικοπολιτική συγκρότηση και ευαισθησίες, πώς καταφέρνεις να τις διατηρείς;

Πιστεύω ότι οι άνθρωποι κρίνονται από τα «όχι» που λένε. Τα «όχι» που λες στη ζωή σε καθορίζουν, και όχι τα «ναι». Εξακολουθώ να το προσπαθώ.

Σε κουράζει η προσπάθεια;

Πάρα πολύ.

Θέτεις όρια;

Τα έχω θέσει και δυστυχώς δεν μπορώ να τα περάσω.

Σε ό,τι αφορά τη δουλειά σου στο εξωτερικό; Έχεις βιώσει περιορισμούς;

Δεν υπάρχει κάποιο περιστατικό να σου εξιστορήσω.

Κατ’ αρχήν, δε δουλεύω με δημοσιογράφους που δεν εμπιστεύομαι. Αυτό έχει κάποιο κόστος, αλλά είναι πολύ ωραίο να μπορείς να κοιμάσαι ήσυχος. Αν δεν μπορώ να κάνω κάτι όπως πρέπει να γίνεται, βάσει του κώδικα δεοντολογίας, προτιμώ να μην το κάνω.

Υπάρχουν περιβάλλοντα στα οποία θα προτιμούσες να μην επιστρέψεις είτε συνειδητά επιλέγεις να επιστρέφεις σ’ αυτά ή να τα επανεξετάζεις;

Ο μόνος πόλεμος στον οποίο συνειδητά δεν πήγα ήταν ο εμφύλιος της Συρίας, γιατί επρόκειτο για μια αντιπαράθεση ανάμεσα σε σέκτες, χωρίς ιδεολογικοπολιτικό πρόσημο ή ταυτότητα και με πολύ μεγάλο ρίσκο για τους ανθρώπους του Τύπου.

Ό,τι συνέβη στη Συρία είχε ήδη προδιαγραφεί στο Ιράκ, όπου η εκδίωξη των Σουνιτών οδήγησε στη δημιουργία του ISIS.




Η ελλαδική πραγματικότητα σε απασχόλησε εντονότερα στα χρόνια της κρίσης;

Όχι. Με ενδιαφέρει η χώρα μου, είναι ο τόπος όπου μεγαλώνει η κόρη μου, ζω και εκφράζομαι. Με ενδιαφέρει η ελληνική κοινωνία και οι μεταμορφώσεις της.

Μεγάλωσα στην Κέρκυρα, σε μια κοινωνία φτωχή, σκληρή, βίαιη, με απαράβατους κανόνες, αλλά οργανωμένη αμεσοδημοκρατικά και σε κλίμα αλληλεγγύης και αποδοχής.

Το διαφορετικό έπρεπε να διεκδικήσει τη διαφορετικότητά του για να τη βιώσει, αλλά τελικά το αποδεχόσουν. Στις μέρες μας, εποχή που πολύς λόγος γίνεται για το #MeToo, η ρητορική πρόοδος δε συμβαδίζει με την κοινωνική.

Η εμπειρία σου από τη συνάντηση με την Κοινότητα Κατειλημμένων Προσφυγικών και των κατοίκων της οδήγησε στο φωτογραφικό σου εγχείρημα Resisting Residents που παρουσιάζεται στο πλαίσιο του 6ου Athens Photo World;

Συνήθως, τέτοιες κοινότητες θεωρούνται ουτοπικές.

Αυτό το οποίο γρήγορα αναγνώρισα στην κοινότητα των Προσφυγικών είναι πως δεν πρόκειται για ένα ουτοπικό πείραμα, αλλά για μια ουσιαστική διαδικασία, που βοηθάει τους ανθρώπους και να ξαναστήσουν τη ζωή τους και να προχωρήσουν.

Γνωρίζω πάνω από δεκαπέντε περιπτώσεις πραγματικά ευάλωτων, χαμένων, χωρίς γνώση της ελληνικής, ανθρώπων, οι οποίοι στο σύνολό τους έχουν ενσωματωθεί και φύγει από την κοινότητα, δίνοντας τη θέση τους σε άλλους.

Αυτό αποδεικνύει ότι, όταν συμπεριφέρεσαι στους ανθρώπους με έναν συγκεκριμένο τρόπο, εκείνοι ξεχνάνε τις εθνοτικές, θρησκευτικές, ιδεολογικές και άλλες διαφορές τους, καταφέρνοντας να συμβιώσουν αρμονικά.

Τα Προσφυγικά δείχνουν πώς θα έπρεπε η Ευρώπη και ευρύτερα ο Δυτικός κόσμος να αντιμετωπίζουν ζητήματα όπως το μεταναστευτικό, οι μειονότητες, οι σεξουαλικές προτιμήσεις και εν γένει τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

Γι’ αυτό και χώροι όπως τα Προσφυγικά χτυπιούνται από την εξουσία με κάθε τρόπο.

Αν δεν υπήρχαν οι άνθρωποι οι οποίοι τα κατοικούν, θα είχαν καταρρεύσει, κι έτσι ένα μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς θα είχε περάσει στη λήθη.

Επιπλέον, πρόκειται για μια αυτόνομη κοινότητα που δεν εξαρτάται από κανέναν κρατικό παράγοντα, καμία NGO, καμία φιλανθρωπική οργάνωση. Από το πουθενά, αυτοί οι άνθρωποι καταφέρνουν να επιβιώνουν μόνοι τους δημιουργώντας δομές.

Το συγκεκριμένο παράδειγμα θα έπρεπε, πιστεύω, να εφαρμόζεται ως ευρωπαϊκή πολιτική.

Έγινες ευνοϊκά δεκτός, όταν εκπρόσωποι των Μ.Μ.Ε. συνήθως δεν είναι ευπρόσδεκτοι σε εγχειρήματα τέτοιου είδους. Σχετίζεται με τον χρόνο που έχεις αφιερώσει;

Ξεκίνησα ν’ ασχολούμαι με την κοινότητα το 2015. Η σχέση μας είχε διακυμάνσεις, αλλά πλέον υπάρχει εμπιστοσύνη κι από τις δύο πλευρές, γεγονός το οποίο και την κοινότητα βοηθάει και εμένα να κάνω τη δουλειά μου.

Όντας πεπειραμένος φωτορεπόρτερ, πώς βλέπεις τη νεότερη γενιά συναδέλφων και συναδελφισσών σου; Υπάρχουν θετικά δείγματα γραφής; Διαφορετικά ηθικά, πολιτικά, επαγγελματικά κριτήρια;

Η γενιά μου, καθώς και η προηγούμενη και η λίγο μεταγενέστερη, αρχίσαμε να εργαζόμαστε σε ένα αναπτυσσόμενο περιβάλλον.

Οι νεότερες ξεκινούν να δουλεύουν σε ένα συρρικνούμενο περιβάλλον. Από μόνο του, αυτό δημιουργεί δυσκολίες.

Υπάρχει αρκετός ατομικισμός, όπως προανέφερα, και μια τάση για γρήγορη αναγνώριση και επιτυχία, γεγονότα που επιτείνουν τις δυσκολίες.

Η ελληνική αγορά, ωστόσο, αν και μικρή -δεν αριθμεί περισσότερους από 70 φωτογράφους, πολλοί εκ των οποίων βραβευμένοι διεθνώς-, έχει εξαιρετική δυναμική η οποία δεν έχει πού να εκτονωθεί, ούτε λαμβάνει οικονομική υποστήριξη.

Στην Ελλάδα, πέντε πρακτορεία μονοπωλούν την αγορά σε συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού.

Δεν υπάρχουν ελεύθεροι φωτορεπόρτερ, αλλά μια γενιά επαγγελματιών που είναι μισθωτοί ή με μπλοκάκια, οι οποίοι δε θα έχουν ποτέ τα δικαιώματα των φωτογραφιών τους, ούτε και προσωπικό αρχείο.

Η βιωσιμότητα ενός freelancer στις μέρες μας δεν ξεπερνά τα δέκα χρόνια. Η δουλειά έχει, επομένως, εξελιχθεί σ’ ένα «τέρας» που καταναλώνει ανθρώπους και φωτογράφους.

Δεν ακούγεσαι αισιόδοξος.

Δεν είμαι αισιόδοξος, δεδομένου ότι ο έντυπος Τύπος δεν πάει καλά πουθενά. Στη Νέα Υόρκη έχουν εξαφανιστεί τα σταντ των εφημερίδων.

Το 80% των φωτογραφιών που δημοσιεύονται παγκοσμίως συνδέεται με τα πέντε μεγάλα πρακτορεία. Υπάρχει, δηλαδή, ένα τραστ.

Είναι αλλοπρόσαλλος ο καινούριος κόσμος.

Μέσα, λοιπόν, σ’ αυτόν τον «αλλοπρόσαλλο κόσμο», πού αναζητάς -ή εντοπίζεις- ψήγματα αισιοδοξίας;

Μπορώ να πω με σιγουριά ότι η καινούρια γενιά ψάχνεται κι έχει ερωτήσεις στις οποίες δε βρίσκει απαντήσεις.

Επειδή η Ιστορία και η πληροφορία τρέχουν πολύ γρήγορα, θα έχουμε στο κοντινό μέλλον κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις.

Πιστεύω πως θα συμβούν απ’ τη σωστή πλευρά της Ιστορίας και ότι ως κοινωνίες θα συνειδητοποιήσουμε πως το μοντέλο μέσα στο οποίο ζούμε είναι σχετικά αδιέξοδο και θα ψάξουμε καινούριο.

Ελπίζω σε μια προοδευτική κατεύθυνση.

Ευχαριστώ θερμά τον Νίκο Πηλό για την ευγενική παραχώρηση του φωτογραφικού υλικού που συνοδεύει το κείμενο και το οποίο προέρχεται από το φωτογραφικό του πρότζεκτ Resisting Residents.

Το πρότζεκτ του Νίκου Πηλού παρουσιάζεται στο πλαίσιο του 6ου Athens Photo World, το οποίο φιλοξενείται το διήμερο 18-19 Ιανουαρίου στην Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων (Αεριοφυλάκιο 1 - Αμφιθέατρο «Μιλτιάδης Έβερτ»), 17:00-21:00.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου