Πέμπτη 27 Ιουνίου 2024

Nτράγκο Γιάντσαρ: «Είμαι νοσταλγός της Γιουγκοσλαβίας, αλλά μόνο πολιτισμικά»

 

Ντράγκο Γιάντσαρ (Φωτογραφία: Σίσσυ Μόρφη)

Πότε λυρικό, πότε ρεαλιστικό, το μυθιστόρημα Ακόμα και ο έρωτας του Ντράγκο Γιάντσαρ, του σημαντικότερου Σλοβένου συγγραφέα, αφηγείται την καταρράκωση των ζωών τριών ανθρώπων στην υπό ναζιστική κατοχή πόλη του Μάριμπορ.

Συναντώντας τον συγγραφέα στον Αθήνα, όπου πρόσφατα βρέθηκε προκειμένου να παρουσιάσει το βιβλίο του.

Έχετε αποκληθεί «σεισμογράφος της χαοτικής Ιστορίας». Αποδέχεστε αυτόν τον χαρακτηρισμό;

Γράφω για το χάος της Ιστορίας.

Θεωρώ, ωστόσο, την Ιστορία ζήτημα του παρόντος, όχι του παρελθόντος. Ό,τι συνέβη στον καθένα μας κατά την διάρκεια του 20ού αιώνα, του αιώνα των ιδεολογιών, συνθέτει την σημερινή Ευρώπη και συγκροτεί τις σχέσεις που βιώνουμε στο παρόν.

Κάθε κάτοικος της Κεντρικής Ευρώπης και των Βαλκανίων ή πρόγονός του ενεπλάκησαν σε αυτά τα ιστορικά γεγονότα.

Τα οποία αποτελούν την πρώτη ύλη των μυθιστορημάτων σας.

Όχι μόνο των μυθιστορημάτων, αλλά και δοκιμίων μου που αφορούν σε πολιτικά ζητήματα.

Με αυτήν την έννοια μπορώ να περιγραφώ ως «σεισμογράφος», επειδή διαθέτω το αισθητήριο του συγγραφέα και του ανθρώπου σε σχέση με το τι δεν πάει καλά.

Και είναι η εξερεύνηση της «μοίρας» των ατόμων και των μεταξύ τους σχέσεων σε ταραγμένους καιρούς που πιο πολύ σας ενδιαφέρει.

Η Σλοβενία, από την οποία κατάγομαι, είναι μια μικρή χώρα που συνορεύει με την Αυστρία, την Ιταλία, την Κροατία και την Ουγγαρία.

Πάντα είχε πρόβλημα με τους Ιταλούς και τους Γερμανούς κατακτητές οι οποίοι ήθελαν να αποσπάσουν τμήματά των εδαφών της.

Αν είχες υπάρξει κάτοικος ενός μικρού ορεινού χωριού της Σλοβενίας κατά τον 20ό αιώνα, θα είχες δει σ’ αυτό κρατικούς αξιωματούχους με πέντε διαφορετικές στολές να συλλέγουν φόρους.

Κάθε καινούρια περίοδος (Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, μοναρχική δικτατορία, κομμουνιστική δικτατορία) επηρέαζε την ζωή των ανθρώπων πολύ βαθιά και σκληρά. Για την ζωή των ανθρώπων γράφω, λοιπόν.

Δεν έχει υπάρξει στην ανθρώπινη Ιστορία περίοδος όμοια με τον 20ό αιώνα.

Είστε παιδί των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων.

Ασφαλώς.

Πώς έχει εγγραφεί η περίοδος αυτή μέσα σας ως άνθρωπο και κατόπιν ως συγγραφέα;

Το Μάριμπορ, η γενέτειρά μου, προπολεμικά ήταν το μισό σλοβενικό και το μισό γερμανικό. Οι κάτοικοί του συνυπήρχαν επί αιώνες.

Επί γερμανικής κατοχής αιχμάλωτοι θανατώθηκαν, άνθρωποι βασανίστηκαν. Ο πατέρας μου ήταν παρτιζάνος.

Μετά τον τερματισμό του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ανέλαβαν οι κομμουνιστές την εξουσία. Κάποιοι συνεργάτες του προηγούμενου καθεστώτος εξαφανίστηκαν.

Εξαφανίστηκαν, όμως, και πολλοί αθώοι άνθρωποι. Άλλο είδος καταστολής, λοιπόν. Εγώ, ωστόσο, ως νέος, εκπαιδευμένος κατά τον σοσιαλιστικό τρόπο, δεν το αντιλήφθηκα.

Τα δικά σας βάσανα ξεκίνησαν αργότερα.

Επειδή ανακάλυψα ότι δεν ήταν όλα τόσο όμορφα όσο πίστευα. Ήμασταν φτωχοί, η ζωή δεν ήταν καλή.

Πότε άρχισε να ξεθωριάζει αυτή η ψευδαίσθηση;

Όταν, σε ηλικία είκοσι χρονών, ήμουν συντάκτης στην μικρής κυκλοφορίας φοιτητική εφημερίδα Katedra στο Μάριμπορ.

Έγραψα, λοιπόν, ένα άρθρο γνώμης το οποίο δημοσιεύτηκε στο πρωτοσέλιδο και τιτλοφορείτο Για τις αρχές του πλουραλισμού.

Αισθανόμουν πως δεν υπήρχε οξυγόνο γύρω μου: ούτε στην ζωή μου γενικότερα, ούτε στο πανεπιστήμιο. Κυριαρχούσαν ανόητοι, μέτριοι άνθρωποι, μικρογραφειοκράτες που απλώς επαναλάμβαναν τα σλόγκαν τους.

Ήθελα να κριτικάρω αυτήν την κατάσταση, επιθυμώντας περισσότερη ανοιχτότητα, περισσότερη συζήτηση σχετικά με το πανεπιστήμιο.

Οι αντιδράσεις στο πανεπιστήμιο ήταν καταιγιστικές, οι κομματικές οργανώσεις με καταδίκασαν, και το συντακτικό προσωπικό της εφημερίδας απολύθηκε.

Κατάλαβα, άρα, πως κάτι δεν πήγαινε καλά.

Παρά τα βάσανα επιβιώσατε, πάντως, ως συγγραφέας.

Τελικά ναι, έχοντας στο μεταξύ φυλακιστεί για ένα μικρό διάστημα.

Μετά, κατατάχτηκα στο στρατό στην πόλη Βράνιε που βρίσκεται στην νότια Σερβία. Εκεί, για πρώτη φορά ένιωσα Βαλκάνιος.

Αφότου ολοκληρώθηκε και η στρατιωτική θητεία μου, εισήχθην σταδιακά στην λογοτεχνία, γεγονός που λειτούργησε απελευθερωτικά για μένα, όπως επίσης και για τους αναγνώστες μου.

Το να μιλάω ελεύθερα για τα φρικτά και δύσκολα προβλήματα είναι η τάση μου.

Ελεύθερα, αλλά και τρυφερά, αν κρίνω από τον τρόπο που προσεγγίζετε όλους τους χαρακτήρες του μυθιστορήματός σας Ακόμα και ο έρωτας.

Τους νιώθω και πρέπει να τους καταλάβω. Ακόμα και τον Ναζί αξιωματικό. Γιατί η υπακοή στις σκληρές διαταγές ήταν πιο σημαντική από την πιθανότητα της αγάπης;

Αν δεν τους προσέγγιζα έτσι, ίσως το βιβλίο θα ήταν πιο αποτελεσματικό, αλλά και πιο σκληρό.

Είστε επίσης γενναιόδωρος απέναντί τους, όποια κι αν έχει υπάρξει η στάση τους.

Σ’ ευχαριστώ για την επισήμανσή σου.

Δε χαρακτηρίζει το σύνολο του συγγραφικού μου έργου αυτή η προσέγγιση. Είναι, ωστόσο, σημαντική σε σχέση με το συγκεκριμένο μυθιστόρημα. Ήθελα να εισαγάγω στοιχεία ποίησης, άνοιξης και αγάπης στο πλαίσιο μιας πολεμικής περιόδου.

Αν όλοι βιώσουμε μια στιγμή έντονης αγάπης, στην πραγματικότητα αρκεί, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα παραμείνουμε με έναν άνθρωπο μέχρι το τέλος.

Αποτελούν οι χαρακτήρες του μυθιστορήματός σας ένα αμάλγαμα πραγματικών ανθρώπων που μπορεί να είχατε συναντήσει;

Πράγματι, συντίθενται από θραύσματα χαρακτήρων ανθρώπων τους οποίους γνώριζα ή ιστορίες που γνώριζα. Τα ιστορικά γεγονότα και η ατμόσφαιρα της περιόδου αποδίδονται με ακρίβεια.

Είναι σαν να εκτυλίσσονται όλα αυτά τα τραυματικά -και όχι μόνο- γεγονότα μπροστά στα μάτια του κάθε αναγνώστη/της κάθε αναγνώστριας.

Είναι πιθανό να διαβάσεις αυτό το βιβλίο υπό το πρίσμα της ελληνικής ιστορικής εμπειρίας και της ύπαρξης ορισμένων ομοιοτήτων με την σλοβενική;

Έτσι νομίζω, παρότι το πολιτικό πλαίσιο στην μεταπολεμική Ελλάδα ήταν διαφορετικό. Αν, όμως, εστιάσεις στα βιώματα του καθημερινού ανθρώπου -στις χαρές και στα βάσανά του-, η ανάγνωση κυλάει απρόσκοπτα.

Δε μου φαίνεται, πάντως, να νοσταλγείτε και πολύ την περίοδο της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας. Ή την νοσταλγείτε, από κάποια άποψη;

Σύνθετο ερώτημα!

Τα συναισθήματά μου απέναντι στην Γιουγκοσλαβία είναι ανάμικτα.

Έζησα όλη μου την νιότη και μέχρι περίπου τα 45 σ’ αυτήν την χώρα και νοσταλγώ την κουλτούρα, τους φίλους: είμαι νοσταλγός της Γιουγκοσλαβίας, αλλά μόνο πολιτισμικά.

Από αυτήν την άποψη, ήταν μια παράξενη χώρα. Ήταν ελεύθερη.

Το Μαύρο Κύμα στον κινηματογράφο ήταν ένα πραγματικό σοκ για την δικτατορία. Εναντιωνόταν ακόμα και στον κομμουνισμό, κατά κάποιον τρόπο.

Επιπλέον, μέσα σε δύο με τρία χρόνια από την κυκλοφορία του στην Δύση ήταν διαθέσιμο σε μετάφραση στην Λιουμπλιάνα το οτιδήποτε. Η ίδια ελευθερία χαρακτήριζε και το θέατρο.

Δε νοσταλγώ το πολιτικό σύστημα, όμως. Όχι γιατί ήμουν επί μακρόν έγκλειστος, αλλά επειδή, όπως προανέφερα, υπήρχαν τόσοι ανόητοι γραφειοκράτες που κυριαρχούσαν.

Αν ήθελες να εκδώσεις μια εφημερίδα ή να ιδρύσεις ένα κόμμα, ήταν εκτός συζήτησης. Σήμαινε φυλακή. Δεν μπορούσες να κριτικάρεις ούτε την φωτογραφία του Τίτο. Πολλοί τον αγαπούσαν, αλλά και τον φοβόντουσαν.

Εξακολουθώ, πάντως, να πιστεύω πως κάποιο σοσιαλιστικό ιδανικό είναι πιθανό, αλλά όχι με τον τιτοϊκό τρόπο.

Ο οποίος, όμως, ήταν λιγότερο ανοιχτά βάναυσος.

Κι έτσι ακόμα, το καθεστώς ήταν δικτατορικό.

Ας καταπιαστούμε, λοιπόν, με το σήμερα και -ίσως- το αύριο των Βαλκανίων. Τι μέλλον έχουν τα Βαλκάνια, κατά την γνώμη σας;

Θα αμβλυνθούν οι εθνικές και θρησκευτικές διαφορές αν όλες οι χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας εισέλθουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Θα προκύψουν άλλες προτεραιότητες. Αυτό ελπίζω.

Νομίζετε πως η Ε.Ε. νοιάζεται καθόλου για τις μικρότερες χώρες;

Όχι και πολύ. Σε επίπεδο πολιτικής και ισχύος, δεν υπάρχει χώρος για την φωνή ενός μικρότερου έθνους. Κι έτσι, πάντως, η Ε.Ε. είναι η καλύτερη λύση. Δε βλέπω κάποια άλλη.

Είμαι φιλο-Ευρωπαίος, ωστόσο δεν είμαι ευτυχής με οτιδήποτε συμβαίνει στην Ευρώπη. Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί δεν έχουν αποφασιστικές αρμοδιότητες ώστε να επιλύουν κοινωνικής φύσης προβλήματα και υποτάσσονται στην κοινή γνώμη.

«Ονειρευόμασταν την δημοκρατία, αλλά ξυπνήσαμε με καπιταλισμό», έγραφα κάποτε. Τι είδους καπιταλισμό, όμως; Δεν έχω, όμως, πια χρόνο για τέτοιες αναλύσεις.

Ευχαριστώ θερμά την Ισμήνη Κουρούπη (Εκδόσεις Καστανιώτη) για την πολύτιμη συμβολή της στην υλοποίηση της συνέντευξης.

Το μυθιστόρημα του Ντράγκο Γιάντσαρ Ακόμα και ο έρωτας κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Καστανιώτη σε μετάφραση της Λόισκας Αβαγιανού.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου