Σάββατο 8 Ιουνίου 2024

Τέος Ρόμβος: «Ζω όλη μου τη ζωή με τα λίγα, κι έτσι δημιουργώ όσο πιο ελεύθερα μπορώ»

 


Εν μέρει αυτοβιογραφία, εν μέρει δοκίμιο, εν μέρει πολιτικό μανιφέστο, το Όκτοπους, Η γη της ελευθερίας είναι το πιο πρόσφατο βιβλίο του πολυσχιδούς Τέο Ρόμβου. Μια συζήτηση μαζί του.

«Ήρθατε στον κόσμο» το σημαδιακό 1945. Νιώθετε ότι το γεγονός αυτό επηρέασε την κατοπινή πορεία σας στη ζωή και τις επιλογές σας, είτε συνειδητά είτε όχι;

Το τυχαίο γεγονός ότι γεννήθηκα το 1945 σαφώς επηρέασε τη μετέπειτα πορεία μου, μιας και η μεταπολεμική εποχή ήταν δύσκολη και καταθλιπτική.

Ήταν, όμως, και εποχή επανεκκίνησης και προσπάθειας να ξεφύγει η ανθρωπότητα από τη φρίκη και τα συντρίμμια ενός απίστευτα βάρβαρου πολέμου και είχε μέσα της κι ελπίδα.

Εν μέρει αυτοβιογραφία, εν μέρει δοκίμιο, εν μέρει πολιτικό μανιφέστο, το Όκτοπους, Η γη της ελευθερίας είναι το πιο πρόσφατο βιβλίο σας. Τι υπαγόρευσε τη συγκεκριμένη, «άναρχη» δομή του;

Το βιβλιοπωλείο Όκτοπους υπήρξε ένα πείραμα αντιαυταρχικής συνύπαρξης και συνδημιουργίας.

Απευθυνόταν στους νέους, μέσα στο πνεύμα μιας αντιαυταρχικής ενατένισης που είχα αφομοιώσει και υιοθετήσει στην προσωπική μου ζωή τα χρόνια που έζησα στη Δυτική Ευρώπη και νομίζω ότι είχε θετικά αποτελέσματα.

Ολόκληρη η εποχή της μεταπολίτευσης σημαδεύεται από τα γεγονότα που συνέβησαν στα Εξάρχεια. Το βιβλιοπωλείο Όκτοπους και το κοινόβιο της Μπενάκη έπαιξαν βασικό ρόλο.

Μεγαλώσατε, γράφετε, «Στη σκιά ενός δέντρου» του, ηλικιακά μεγαλύτερου, καλλιτέχνη αδερφού σας, Δημήτρη. Ο πατέρας σας, εξάλλου, ζωγράφος στο επάγγελμα, «με έμαθε να αρκούμαι στα ολίγα», συμπληρώνετε.

Χρωστάτε και στους δύο πολλά όσον αφορά στη διαπαιδαγώγησή σας;

Δεν χρωστάω τίποτε και σε κανέναν, είμαι όμως μέρος και κομμάτι αυτής της οικογένειας κι έχω γαλουχηθεί σαφώς από τον περίγυρό μου. Ο αδελφός μου υπήρξε αριστούχος, ενώ εγώ ήμουν κάκιστος μαθητής.

Δεν άντεχα την εξουσία της έδρας και κάποιου δάσκαλου που δεν είχε αυτιά για να ακούει κι ούτε μάτια για να δακρύζει, παρά μόνον για να μας φωνάζει, με το που έμπαινε στην αίθουσα, κάτι μεταξύ «ησυχάστε» και «σκάστε» ή «καθήστε κάτω γαϊδούρια»!!!

«Νομίζω ότι εκείνα τα ταξίδια [ως ναύτης σε φορτηγά καράβια] με βοήθησαν να χειραφετηθώ και να γίνω ένας, άπατρις μεν, πολίτης όμως του μεγάλου κόσμου», επισημαίνετε.

Μέσα από αυτά σφυρηλατήθηκε, επομένως, σταδιακά -και βιωματικά- η αντιεξουσιαστική/ελευθεριακή οπτική σας στον κόσμο και τον άνθρωπο;

Στα καράβια πήγα για να δουλέψω σχετικά πιτσιρικάς δηλαδή στα δεκάξι μου, και όλο αυτό το ταξίδι, που κράτησε δυο χρόνια, με βοήθησε να αποκτήσω μια σφαιρική εικόνα του πλανήτη και της ανθρώπινης διαδρομής.

Τότε χειραφετήθηκα κι έγινα πολίτης του κόσμου και του πλανήτη κι έτσι αισθανόμουν πλέον...

Αυτό το επεισοδιακό, μεγάλο ταξίδι με έκανε να συνειδητοποιήσω ότι είμαι ένα ελάχιστο πολλοστημόριο της ανθρωπότητας, ένας ακόμη ανάμεσα σε αμέτρητα εκατομμύρια ψυχές που βάδιζαν προς το μέλλον χωρίς σκέψη και φαντασία.

Κατάλαβα πόσο λίγο είναι το σχολείο και πόσο αρνητική η μαθησιακή και αυταρχική διαδρομή που ακολουθείται, όταν, στα δεκαοχτώ μου πλέον, είχα ήδη ταξιδέψει σε 30 περίπου χώρες και σε 4 ηπείρους του πλανήτη.

Όταν είχα βιώσει την αληθινή ζωή, είχα αρχίσει να μιλάω ισπανικά, αγγλικά ακόμη και γιαπωνέζικα.

Όταν είχα γνωρίσει τον έρωτα στην Αγγλία, στην Ιαπωνία, στην Κολομβία, στη Δομινικανή Δημοκρατία, στις Φιλιππίνες, αλλά και τη συντροφικότητα και τον σεβασμό προς τους πολίτες κάθε γωνιάς του πλανήτη.

Έτσι, λοιπόν, στα μόλις δύο εκείνα χρόνια της νεαρής ζωής μου χειραφετήθηκα, έχοντας ήδη σωρεύσει γνώση που κανένα σχολείο δεν θα μπορούσε να μου προσφέρει.

Στη συνέχεια, έζησα στο Παρίσι όπου έκανα σπουδές κινηματογράφου και μετά στη Γερμανία όπου εργάστηκα στη Γερμανική Τηλεόραση και όταν έπεσε η Χούντα επέστρεψα στην Ελλάδα τον Σεπτέμβρη του 1974.

To βιβλιοπωλείο Όκτοπους αποτέλεσε, κατά τη βραχύβια ύπαρξή του, «μήτρα» του άλλου πολιτισμού που οραματίζεστε, ενός πολιτισμού «χωρίς ανταγωνισμούς και αντιθέσεις», «της συμφωνίας και της συντροφικότητας».

Γιατί, τελικά, δε μακροημέρευσε;

Τo βιβλιοπωλείο Όκτοπους αποτέλεσε, λοιπόν, τον χώρο ενός άλλου, διαφορετικού πολιτισμού, όπου οι νέοι άνθρωποι θα μάθαιναν πρώτα και πάνω από όλα να είναι δημιουργικοί για να χαίρονται τη ζωή τους...

Εκεί μαζεύτηκαν νέοι με ανησυχίες, γόνοι διαλυμένων οικογενειών, παιδιά χαμένα στην απελπισία.

Όλοι μαζί πορευτήκαμε με τη χαρά μιας μεγάλης οικογένειας κι ενός συντροφικού χώρου όπου βρισκόμασταν καθημερινά και συζητάγαμε, μαθαίναμε, οραματιζόμασταν, δημιουργούσαμε και συζούσαμε δημιουργικά.

Το Όκτοπους υπήρξε πράγματι ένας ανοιχτός κοινοβιακός τόπος, όπου όλα ήταν κοινά και για όλους προσβάσιμα, δεν υπήρχε δικό μου και δικό σου αλλά όλα ήταν δικά μας.

Aυτό σίγουρα μάγεψε και συνεπήρε τους ευαίσθητους νέους ανθρώπους που έγιναν μέρος αυτού του τρόπου ζωής.

Και όταν το Όκτοπους έκλεισε, λόγω ανωτέρας βίας, δημιουργήσαμε «το κοινόβιο της Μπενάκη» όπου έγινε και η επιτροπή για την απελευθέρωση του Ρολφ Πόλε, ο οποίος ήταν γνωστός μου από τη Γερμανία.

Από το 1993 έχετε εγκαταλείψει το μεγάλο αστικό κέντρο, την Αθήνα, μετακομίζοντας στη γοητευτική -και με τον τρόπο της αστική- Σύρο. Πώς βιώνετε την καθημερινότητά σας στο νησί; Ικανοποιεί επαρκέστερα τις ανάγκες σας;

Στην Αθήνα έχω ζήσει σχετικά λίγα χρόνια της ζωής μου, δεν μπορώ να πω ότι με ικανοποιούσε η ζωή της μεγαλούπολης και πραγματικά δεν καταλαβαίνω γιατί τόσος κόσμος έχει συσσωρευτεί σε αυτήν την κοιτίδα πόλη.

Έξω από μερικά σημεία υψηλού ενδιαφέροντος (Πλάκα, Εξάρχεια, Αρμένικα, Κηφισιά, Λυκαβηττός, Φιλοπάππου και λίγα ακόμη), η υπόλοιπη πόλη δεν μου λέει κάτι...

Στο μεταξύ, τα Εξάρχεια, όπου κι εσείς ζήσατε, δημιουργήσατε και δραστηριοποιηθήκατε επί χρόνια, έχουν εξελιχθεί σε «Ελντοράντο» του εγχώριου και υπερεθνικού -κτηματομεσιτικού- κεφαλαίου.

Είναι «καταδικασμένα» να καταλήξουν μια εξεγερσιακή ανάμνηση -ή φαντασίωση-, ή πιστεύετε ότι η κατάσταση είναι αναστρέψιμη;

Οι κάτοικοι αυτής της πόλης έχουν άλλα να σκεφτούν και είμαι σίγουρος ότι δεν έλκονται από τέτοιες σκέψεις (διατήρηση των χαρακτηριστικών και της ιστορικότητας κάποιας συνοικίας), δεν έχουν τέτοιους προβληματισμούς.

Το ίδιο συμβαίνει και στην υπόλοιπη χώρα. Ούτως ή άλλως, σπάνια οι άνθρωποι σκέφτονται κι εμβαθύνουν στο γίγνεσθαι...

Αυτές είναι σκέψεις για ανθρώπους που δεν ενδιαφέρονται για το χρήμα και μπορούν να ζουν χωρίς αυτό. Τότε, ναι. Εγώ γνωρίζω από παιδί ότι μπορείς σχετικά εύκολα να επιβιώσεις κοντά στη φύση, κι αυτό πράττω.

Υπάρχουν, κατά τη γνώμη σας, και στις μέρες μας εκδοτικά εγχειρήματα -έντυπα και ηλεκτρονικά- διαπνεόμενα από πνεύμα «υπόγειο» και δυνητικά εξεγερσιακό; «Κυοφορούνται» ήδη τα «χταπόδια» του μέλλοντος;

Όπως ανέφερα ήδη, γνωρίζω ότι οι άνθρωποι γύρω μου ζουν και δρουν χωρίς σκέψη, αλλοτριωμένοι, χαμένοι στο κυνήγι του χρήματος.

Πιστεύω, όμως, ότι πάντοτε θα υπάρχουν νέοι άνθρωποι που θα γοητεύονται από την άρνηση της ένταξης στο κυρίαρχο μοντέλο και θα έλκονται από τη μάθηση, τον έρωτα, την ουσιαστική, την πραγματική ζωή...

Από τους πολλούς -περισσότερο ή λιγότερο «επώνυμους»- ανθρώπους που έχετε συναντήσει και με τους οποίους έχετε συνδεθεί με οποιονδήποτε τρόπο στη ζωή σας υπάρχουν κάποιοι που σας λείπουν πιο έντονα;

Τους ανθρώπους που συνάντησα, που εκτίμησα, που αγάπησα τους φέρω εντός μου, είναι μέρος του είναι μου.

Μολονότι πολλοί έχουν ήδη αποχωρήσει, κατοικοεδρεύουν μέσα μου κι εγώ είμαι μια σύνθεση εκείνων όλων και του εαυτού μου...

Με τις νεότερες γενιές -στην πολιτικοποιημένη ή και απολιτίκ εκδοχή τους-, πώς τα πάτε; Σας αναγνωρίζουν, σας εκτιμούν, σας διαβάζουν; Tι σας εμπνέει σ’ αυτές -ή σε μεμονωμένα νεότερα άτομα- και τι σας απωθεί;

Γενικά δεν γνωρίζω ποιοι με διαβάζουν, ούτε έχω γνώση για το τι σκέφτονται οι αναγνώστες των βιβλίων μου γι’ αυτά που γράφω κι ούτε κουβεντιάζω γι’ αυτά.

Δεν γράφω για να βάλω τα πράγματα σε κάποια τάξη κι ούτε αυτά που γράφω είναι συνταγές για ένα καλύτερο αύριο. Bασικά τις εμπειρίες μου καταγράφω κι επίσης μερικές σκέψεις ενδόμυχες που πιθανόν να έχουν αποδοχή.

Όσο για τους νέους ανθρώπους που εκφράζουν την αντίθεσή τους στην κατεστημένη λογική του εγώ και του χρήματος, ε, αυτοί με γοητεύουν, τους εκτιμώ απεριόριστα, με διαβάζουν δεν με διαβάζουν...

Το 2010 συμμετείχατε στη συλλογή κειμένων με τον προβοκατόρικο -και κατ’ εμέ αμφιλεγόμενο- τίτλο Η πολιτική βία είναι πάντοτε φασιστική, η οποία είχε κυκλοφορήσει από τις Εκδόσεις Διάπυρον.

Συμμερίζεστε αυτή την αφοριστική απόφανση;

Συμμερίζομαι απόλυτα την ουσία της φράσης. Την εποχή εκείνη κάηκαν ζωντανοί κάποιοι άνθρωποι και οι θάνατοι αυτοί θεωρήθηκαν «παράπλευρες απώλειες» από τους ακτιβιστές.

Δεν καταλαβαίνω, λοιπόν, πώς μπορεί κάποιος να συνεχίζει να ζει αγνοώντας την ευθύνη του και μην κάνοντας αυτοκριτική.

Θεωρώ φασιστικές τις πρακτικές αυτές, όταν δηλαδή θέλεις να επιβάλεις, ακόμη και με τη βία, οτιδήποτε, κι εμένα ο φασισμός δεν μου πάει.

Εξακολουθείτε να αυτοπροσδιορίζεστε ως αναρχικός; Κι αν ναι -ακόμα κι αν όχι-, πώ αντιλαμβάνεστε και βιώνετε την αναρχία εν έτει 2024; Έχει κάτι να προσφέρει στους/στις καταπιεσμένους/ καταπιεσμένες του σήμερα και του αύριο;

Ζω όλη μου τη ζωή με τα λίγα, χωρίς παράλογες απαιτήσεις και αλλοτριωμένες επιθυμίες, κι έτσι δημιουργώ όσο πιο ελεύθερα μπορώ.

Η ανθρωπότητα έχει πίσω της μια πορεία χιλιετιών για να φτάσει στη σημερινή -εν μέρει- χειραφετημένη κατάσταση.

Σε πολλά μέρη του πλανήτη, όμως, συνεχίζουν τα ίδια παλιά ανοσιουργήματα εις βάρος των ανίσχυρων και των γυναικών, που παρά τη βελτίωση της θέσης τους εξακολουθούν να είναι δεύτερης κατηγορίας πολίτες, έως και ανύπαρκτες, σε πολλές χώρες.

Εάν ο πλανήτης δεν αυτοκαταστραφεί, ίσως οι επόμενες γενιές -στις επόμενες χιλιετίες- να δουν καλύτερες μέρες...

Ευχαριστώ θερμά τον συγγραφέα για την παραχώρηση της φωτογραφίας του που συνοδεύει το κείμενο και τον Γιάννη Ναούμ (Εκδόσεις Opportuna) για την πολύτιμη συνδρομή του στον προγραμματισμό της συνέντευξης.

Το βιβλίο του Τέο Ρόμβου, Όκτοπους, Η γη της ελευθερίας κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Opportuna.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου