Βγαλμένος, θαρρείς, από
ταινία του Αντονιόνι ή του Φελίνι, ο καταθλιπτικός περιπλανώμενος μποέμ Λέο Γκατζάρα είναι
ο πρωταγωνιστής του cult
μυθιστορήματος
του Τζανφράνκο Καλίγκαριτς Το
τελευταίο καλοκαίρι στη Ρώμη.
Ερωτική
επιστολή στη Ρώμη και
σε μια ολόκληρη εποχή, το βιβλίο κυκλοφορεί πλέον και στα ελληνικά, μισό και πλέον αιώνα μετά
την αρχική έκδοσή του. Μια σύντομη
κουβέντα με τον συγγραφέα.
Χαιρετιζόμενο
ως ένα cult κλασικό μόλις κυκλοφόρησε,
μετατρεπόμενο κατόπιν σε «υγρό όνειρο» των βιβλιοφάγων λόγω της μη
διαθεσιμότητάς του, το Τελευταίο
καλοκαίρι στη Ρώμη εκδόθηκε χάρη στην επιμονή της Ναταλία
Γκίνζμπουργκ.
Aισθάνεστε ευγνώμων απέναντί της για τη
συνεισφορά της;
Το να μιλάμε για ευγνωμοσύνη
στην περίπτωση της Ναταλία είναι ένας ευφημισμός. Ήταν η πρώτη που διάβασε το Τελευταίο καλοκαίρι στη Ρώμη και έγραψε
μια παρουσίαση που είναι ίσως καλύτερη από το μυθιστόρημα.
Ήμασταν στενοί φίλοι και
γείτονες. Συναντιόμασταν συχνά στην Πιάτσα Ναβόνα και καθόμασταν γύρω από το
σιντριβάνι. Μετά από λίγα χρόνια πέθανε. Δε θα την συγχωρήσω ποτέ γι’ αυτό.
Aφιερώνετε το μυθιστόρημά σας στην κόρη
σας, Σάρα Καλίγκαριτς. Γιατί;
Είχα χωρίσει από την
γυναίκα μου και ήθελα να βεβαιωθώ ότι ένιωθε σαν Καλίγκαριτς.
«Διασταύρωση»
του Έρνεστ Χέμινγουεϊ και μιας ενήλικης εκδοχής του Χόλντεν Κόλφιλντ, ο Λέο Γκατζάρα,
ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, είναι κυρίως ένας καταθλιπτικός, αποπροσανατολισμένος
«αποτυχημένος»/μοναχικός άνθρωπος.
Πιστεύω πως ήμουν ο
πρώτος που διάβασε τον Φύλακα στη σίκαλη
στην Ιταλία πηγαίνοντας στο αμερικανικό βιβλιοπωλείο το πρωί αντί να πάω στο σχολείο.
Αρκετά χρόνια χρόνια
αργότερα, το βιβλίο «εξερράγη» και όλοι προέβησαν σε μια ανακάλυψη που είχε ήδη
κάνει ένα αγόρι το οποίο, όπως ο Χόλντεν, την κοπάνησε από το σχολείο.
Νιώθατε
εξίσου χαμένος στη ζωή και στην πόλη της Ρώμης εκείνη την περίοδο; Υπήρξε η λογοτεχνία
ένας τρόπος μέσω του οποίου ανακαλύψατε τον αληθινό
εαυτό σας καθ’ οδόν;
Και τα δύο. Πήγαινα να
διαβάσω στο δρόμο κρυφά από τους φίλους μου που έπαιζαν ποδόσφαιρο.
«Η Ρώμη κουβαλάει μέσα της μια πρωτόγνωρη
μέθη που κατακαίει τις αναμνήσεις. Πιο
πολύ κι από πόλη είναι ένα κρυμμένο κομμάτι του εαυτού σου, ένα αγρίμι», παρατηρεί
ο Λέο.
Παραμένει
η Ρώμη ένα «αγρίμι» ή έχει μετασχηματιστεί ανεπιστρεπτί;
Ναι, η Ρώμη έχει μια μέθη
που σβήνει τη μνήμη, αλλά τη χάλασα γράφοντας το Τελευταίο καλοκαίρι...
«Πάντοτε αγαπούσα τη θάλασσα», αναλογίζεται
ο Λέο. Συμμερίζεστε την τρυφερότητά του; Κι αν ναι, τι σηματοδοτούν γενικά η
θάλασσα και οι ανοιχτοί ορίζοντες για εσάς;
Ναι, πάντα αγαπούσα τη
θάλασσα, το άλλο μεγάλο μέρος του κόσμου, Πάνω απ’ όλα, όμως, από τότε που
ήμουν αγόρι, καθόμουν στην παραλία, έδενα τα σανδάλια μου και σκεφτόμουν πού θα
με πάνε.
H μπερδεμένη Αριάννα είναι ο (χαμένος) έρωτας
στη ζωή του Λέο. Είναι όλες οι ερωτικές σχέσεις προορισμένες να αποσυντεθούν
και τελικά να χαθούν;
Όχι, αλλά μερικές φορές ο
ένας πεθαίνει και ο άλλος μένει να θυμάται.
Από
τo
Tελευταίο
καλοκαίρι στη Ρώμη
απουσιάζει, ωστόσο, κάθε ευθεία αναφορά στους πολιτικούς αγώνες -ένοπλους και
ειρηνικούς- της Ιταλίας της δεκαετίας του 1970.
Δε
σας απασχολούσαν τότε, ή απλά δε χωρούσαν στο πλαίσιο της συγκεκριμένης αφήγησης;
Οι πολιτικοί αγώνες δε με
ενδιέφεραν ποτέ περισσότερο από τους συναισθηματικούς.
Είναι,
σε κάθε περίπτωση, ένα έντονα κινηματογραφικό μυθιστόρημα. Παρακολουθούσατε
πολλές ταινίες του Φελίνι και του Αντονιόνι στο παρελθόν;
Από κινηματογράφο
αγαπούσα πολύ τον Φελίνι, ενώ ο Αντονιόνι πάντα με έκανε να πλήττω αφόρητα.
Είστε
συμφιλιωμένος με την πάροδο του χρόνου και την αναπόφευκτη κόπωση και φθορά που
κουβαλάει μαζί του;
Ναι, το να γερνάς είναι
μεγάλη ταλαιπωρία.
Αισθάνεστε
ότι γενικά έχετε εκπληρώσει τους στόχους, τόσο καλλιτεχνικούς όσο και προσωπικούς,
που έχετε θέσει στη διάρκεια της ζωής σας;
Αν με ρωτήσουν τώρα,
σίγουρα έχω πετύχει τους στόχους μου, αλλά μου πήρε μια ζωή.
Το
Τελευταίο καλοκαίρι στη Ρώμη ανακαλύπτεται εκ νέου (πάλι!) και -επιτέλους-
βρίσκει τον δρόμο του στην ελλαδική αγορά βιβλίου. Πώς ερμηνεύετε τη διαρκή
γοητεία που ασκεί ανά τις δεκαετίες;
Διαρκής γοητεία όλα αυτά
τα χρόνια; Δεν ξέρω!
Ένα είναι βέβαιο, ωστόσο:
χαίρομαι που μεταφράζομαι στα ελληνικά, καθώς είμαι κι εγώ λίγο Έλληνας -όπως
όλη μου η οικογένεια-, γεννημένοι όλοι στην Κέρκυρα. To να αφηγηθώ αυτή την ιστορία στη Μελαγχολία των Κρούσιτς υπήρξε μεγάλη
χαρά.
Ευχαριστώ
θερμά την Σάρα
Καλίγκαριτς, κόρη του συγγραφέα, για την πολύτιμη συμβολή της στην πραγματοποίηση
της συνέντευξης, καθώς και για την παραχώρηση της φωτογραφίας του πατέρα
της.
Το μυθιστόρημα του Τζανφράνκο Καλίγκαριτς
Το
τελευταίο καλοκαίρι στη Ρώμη κυκλοφορεί στα ελληνικά
από τις Εκδόσεις Ίκαρος σε μετάφραση
της Δήμητρας Δότση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου