Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 25ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 25ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 26 Αυγούστου 2021

Ζουλιάνο Ντορνέλες: «Γίνεται ανυπόφορο να βρίσκεσαι στη Βραζιλία»

 


Παραληρηματική ταινία είδους και αιχμηρή κριτική της πολιτικής κατάστασης στη Βραζιλία υπό τον Μπολσονάρο, το Bacurau των Κλέμπερ Μεντόνσα Φίλιου και Ζουλιάνο Ντορνέλες είναι μια αξέχαστη σινεφιλική εμπειρία.

Συναντήσαμε τον Ζουλιάνο Ντορνέλες τον Σεπτέμβρη του 2019 στην Αθήνα. Το βραβευμένο στις Κάννες Bacurau προβάλλεται από τις 26 Αυγούστου στους κινηματογράφους.

Ως μέρος, το Bacurau δεν υφίσταται. Το εντοπίζετε κάπου στην νοτιοανατολική Βραζιλία, ωστόσο.

Θα ήθελες να μου μιλήσεις για τη σημασία του τίτλου, καθώς και για την ίδια την τοποθεσία;

Το bacurau είναι ένα νυχτοπούλι. Η ιδέα για τον τίτλο ξεκίνησε με αυτό, ένα πολύ τοπικό αφετηριακό σημείο.

Πρόκειται για κάποιο είδος κουκουβάγιας;

Ναι, μπορείς να το πεις αυτό. Βγαίνει μόνο τη νύχτα, ενώ τη μέρα κοιμάται. Μεταμφιέζεται σε δέντρο.

Με την ίδια έννοια, η αλληγορική/μυθοπλαστική τοποθεσία είναι μη ορατή ή ελάχιστα ορατή.

Ναι, το τοποθετείς με ενδιαφέροντα τρόπο. Οι άνθρωποι συμπεριφέρονται σαν νυχτοπούλια, γιατί, μόλις φτάνει ο δήμαρχος στην πόλη, όλοι κρύβονται στο σπίτι τους.

Υπάρχουν πολλά νοήματα στα οποία μπορούμε να εντρυφήσουμε, λοιπόν.

Είναι η συγκεκριμένη φτωχοποιημένη ή ξεχασμένη από την κεντρική εξουσία/κυβέρνηση;

Έχουμε πολλά μέρη όπως αυτό στη Βραζιλία. Μπορεί η ίδια η τοποθεσία τεχνικά να μην υπάρχει, υπάρχει όμως η κατάσταση που αποτυπώνεται.

Όχι μόνο στο νοτιοανατολικό τμήμα της χώρας, όπως προανέφερα, αλλά και στις φαβέλες.

Γι’ αυτό και όσοι δεν έχουν τίποτα συνδέονται μέσω της αλληλεγγύης και της συνεργασίας, προκειμένου να επιβιώσουν.

Ταξιδέψαμε 11.000 χιλιόμετρα για να βρούμε την τοποθεσία.



Μεγάλο ταξίδι.

Επισκεφτήκαμε πολλά μικρά χωριά στο νοτιοανατολικό κομμάτι της χώρας.

Σε ένα από αυτά υπήρχε μια πλατεία με μια προτομή. Αναζητήσαμε, λοιπόν, να μάθουμε ποιο είναι το πρόσωπο. Δεν ήταν η προτομή ενός άντρα, αλλά μιας γυναίκας, μιας δασκάλας.

Ήταν μια φανταστική επιβεβαίωση της επιλογής να αποτυπώσουμε τη δυναστεία των μαύρων εκπαιδευτών, γιατί σκεφτόμασταν το Bacurau να ξεκινά ως quilombo (σημ.: κοινότητα οργανωμένη από φυγάδες σκλάβους στην αποικιακή Βραζιλία).

Σε ένα άλλο χωριό, μια ηλικιωμένη κυρία 80 χρονών με προσκάλεσε να επισκεφτώ το μουσείο και ασφαλώς είπα «ναι».

Δε θα ήθελες να χάσεις την ευκαιρία!

Δε θα ήθελα να πεθάνω! (Γέλιο)

Πήγα, λοιπόν, στο μουσείο, το οποίο στην πραγματικότητα ήταν το σπίτι της. Σε έναν τοίχο, στο σαλόνι, υπήρχαν πολλές φωτογραφίες και αποκόμματα από εφημερίδες. Ένας πολύ αξιοπρεπής τοίχος.

Αυτό μάς εντυπωσίασε, γιατί δεν έχει να κάνει με κάποια υποδομή, αλλά με την ιδέα τού να κρατάς τη μνήμη ζωντανή.

Η Ιστορία και η μνήμη ήταν δύο από τις ιδέες με τις οποίες θέλαμε να ασχοληθούμε στο Bacurau.

Το Bacurau υφίσταται, επομένως. Δεν κάναμε ένα ντοκιμαντέρ. Θα μπορούσαμε.

Αυτά που μου λες επιβεβαιώνουν την υποψία μου ότι η αναζήτηση των τοποθεσιών συμβαδίζει με την ανάπτυξη της ιδέας του φιλμ.

Όλα αυτά τα στοιχεία υπάρχουν ήδη στο σενάριο, πάντως.

Σε κάθε περίπτωση, είναι δύσκολο να κάνουμε μια ταινία για ανθρώπους με τους οποίους δε μοιάζουμε. Ποτέ δε θέλαμε να κάνουμε ένα γραφικό φιλμ. Πάντα θέλαμε να κάνουμε ένα πολύ ειλικρινές.

Κλέμπερ Μεντόνσα Φίλιου (αριστερά), Ζουλιάνο Ντορνέλες (δεξιά)


Και το κάνετε χρησιμοποιώντας αυτό την ασυνήθιστη μίξη στιλ, μεταξύ των οποίων επιστημονική φαντασία και γουέστερν. Γιατί πήρατε αυτή την απόφαση;

Στην πραγματικότητα δεν ήταν μια απόφαση. Συζητήσαμε κάθε σκηνή ξεχωριστά και οι χαρακτήρες προέκυψαν από τις πολιτισμικές «αποσκευές» μας.

Ασφαλώς, από την αρχή θέλαμε να κάνουμε μια ταινία είδους. Στην πορεία, ανακαλύψαμε πως κάποια πράγματα συνέβησαν απροειδοποίητα, όχι κατόπιν σκέψης.

Μια συγκεκριμένη σκηνή, για παράδειγμα, παρέπεμπε στο φιλμ του Σαμ Πέκινπα Φέρτε  μου το κεφάλι του Αλφρέντο Γκαρσία.

Σε μια άλλη περίπτωση, η σκηνή θύμιζε το Πλατούν. Αυτή ήταν μια συνειδητή επιλογή, γιατί η παρουσία του Πολέμου του Βιετνάμ είναι πολύ ισχυρή στο Bacurau.

Οι Βορειοαμερικανοί ποτέ δε νοιάστηκαν να μάθουν ποιοι ήταν αυτοί οι Βιετναμέζοι. Εκδιώχθηκαν, όμως, από τη χώρα κι αυτό συνιστά ένα τραύμα για την αμερικανική κοινωνία.

Δεν πρόκειται, όμως, για μια αντιαμερικανική ταινία, κι αυτό είναι σημαντικό να ειπωθεί. Είναι το αντίθετο. Οι Η.Π.Α. είναι μια περίπλοκη, μεγάλη χώρα, με πολλά καλά και κακά. Όπως κι η Βραζιλία.

Κι αυτό το φιλμ είναι ένας φόρος τιμής στο αμερικανικό σινεμά.

Όταν, επομένως, είσαι σινεφίλ, αυτές οι ταινίες είναι μέσα σου.

Δεδομένου, ωστόσο, του πολεμικού ή συγκρουσιακού τόνου της -αν και με υπαινικτικό τρόπο-, πώς έχει γίνει δεκτή στη Βραζιλία από τις αρχές, τα κοινά και τους κριτικούς;

Ανακουφίστηκαν, γιατί όλοι περίμεναν μια διαμαρτυρία στις Κάννες. Είναι σαν να ζητάς από τους Radiohead να παίξουν το Creep. Δε θέλουν να το παίζουν πια.

Θα ήταν πολύ προβλέψιμο.

Το φιλμ περιέχει μια δυνατή δήλωση για τη βραζιλιάνικη κοινωνία. Είναι ήδη η δικιά μας διαμαρτυρία. Δε χρειάζεται να κρατήσουμε ένα πανό.

Το 2016 ήταν απαραίτητο να το κάνουμε αυτό, γιατί ήταν αναγκαίο να πληροφορήσουμε τη διεθνή κοινότητα σχετικά με το τι συνέβαινε στη Βραζιλία. Χρειαζόταν να πούμε: «Συντελείται ένα πραξικόπημα αυτή τη στιγμή».

Την επομένη βρισκόμασταν στο εξώφυλλο του Guardian.

Τώρα, όλοι ξέρουν τι συμβαίνει στη Βραζιλία.

Ούντο Κίερ


Είναι χειρότερη, πιο ασφυκτική η κατάσταση υπό το καθεστώς Μπολσονάρο σε σχέση με μια διετία πριν; (Σημ.: η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε τον Σεπτέμβρη του 2019).

Κάθε μέρα προβαίνει σε κάποια κακή δήλωση και διαδίδει πολλές ιδέες για βία και σύγκρουση. Είναι ένα πολύ κακό άτομο.

Πώς σε επηρεάζει αυτό; Και δεν εννοώ μόνο προσωπικά, αλλά και δημιουργικά;

Δεν έχω ιδέα, απλώς θέλω να μάθω πότε θα τελειώσει αυτή μαλακία, γιατί γίνεται ανυπόφορο να βρίσκεσαι στη Βραζιλία και να ζεις με αυτούς τους εγκληματίες στην εξουσία.

Βλέπουμε ξανά ζητιάνους στους δρόμους, θα πεθάνουμε από την πείνα που είχαμε εξαλείψει.

Επί Λούλα κινούμασταν προς μια καλή κατεύθυνση, μπορούσαμε να σκεφτούμε το μέλλον. Τώρα, γυρίσαμε πενήντα χρόνια πίσω στην Ιστορία. Κι αυτό είναι πολύ λυπηρό, καταθλιπτικό και απαράδεκτο.

Ποιες είναι οι αντιδράσεις των διεθνών κοινών, μιας και το Bacurau είναι «αγκυρωμένο» στη βραζιλιάνικη κουλτούρα και κοινωνία; Είναι, για σένα, πρόκληση ή εμπόδιο αυτό;

Όλοι κατανοούν την ταινία, νομίζω.

Στην Αυστραλία, για παράδειγμα, συζητούσαν για τους Αβορίγινες. Όλα έχουν να κάνουν με την καταπίεση και την εισβολή, οικουμενικά ζητήματα. Κάθε μέρος έχει μια παρόμοια ιστορία να αφηγηθεί.

Βεβαίως, όταν κάποιος κατάγεται από τη νοτιοανατολική Βραζιλία, μπορεί να κατανοήσει ακόμα περισσότερα- και κάποια, μόνο αυτός.

Όταν προβάλαμε την ταινία στη Βραζιλία, το κοινό ζητωκραύγαζε στα μισά σαν να επρόκειτο για ποδοσφαιρικό αγώνα. Ήταν υπέροχο, τρελό, ζητούσαν σίκουελ ή πρίκουελ Το φιλμ έγινε πολιτισμικό φαινόμενο. Έκοψε 500.000 εισιτήρια.

Και σκεφτόμαστε να γυρίσουμε ένα σίκουελ, πιο τρελό.

Οι αριστεροί το χρησιμοποίησαν ως «σημαία».

Οι δεξιοί το ανακάλυψαν κι άρχισαν να γράφουν πολλά συναρπαστικά για εκείνους, όχι γι’ αυτό, ότι «διδάσκει τις κατώτερες τάξεις να εξεγερθούν και πρέπει να ξέρουν τη θέση τους στην κοινωνία».

Μια τελευταία ερώτηση, Πώς ήταν η συνεργασία σας με τον Ούντο Κίερ, αυτόν τον απολαυστικά απρόβλεπτο ηθοποιό;

Είναι 74 χρονών, έχει τη διπλάσια ηλικία από εμένα, είναι μια πολύ ευφυής ανθρώπινη ύπαρξη και αγαπά τη ζωή.

Τον αγαπώ κι εγώ ως ηθοποιό.

Δε σταματά να κάνει αστεία, του αρέσει να πίνει κρασί. Του χρειάζεται να κοιμάται μόνο τέσσερις ώρες τη μέρα, γιατί, όπως οι μπαταρίες, είναι πάντα γεμάτος.

Ποτέ δεν παραπονέθηκε για κάτι, και πρότεινε πολλές ιδέες, μεταξύ των οποίων η τελική ατάκα.

Κι αυτό είναι πολύ σημαντικό, γιατί είναι ένας ηθοποιός προερχόμενος από τις ταινίες είδους. Ήταν εκπληκτικό!

Η συνέντευξη με τον Ζουλιάνο Ντορνέλες πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του 25ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας-Νύχτες Πρεμιέρας. Ευχαριστώ ιδιαιτέρως την Μαρία Ναθαναήλ για την πολύτιμη συμβολή της.

Η ταινία των Κλέμπερ Μεντόνσα Φίλιου και Ζουλιάνο Ντορνέλες Bacurau προβάλλεται από τις 26 Αυγούστου στους κινηματογράφους σε διανομή του Cinobo.



Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2019

Ντέμπι Χάνιγουντ: «Είμαι πολύ περήφανη που ανήκω στην εργατική τάξη»


Με το Δυστυχώς απουσιάζατε, την πιο πρόσφατη ταινία του και μια από τις πιο διεισδυτικές του, ο Κεν Λόουτς ανατέμνει την καθημερινότητα μιας οικογένειας που η ενότητά της δοκιμάζεται από τη σκληρότητα της «ελεύθερης» αγοράς.


Συναντώντας την εξαιρετική πρωταγωνίστρια Ντέμπι Χάνιγουντ στην Αθήνα στο πλαίσιο των 25ων Νυχτών Πρεμιέρας, όπου η ταινία έκανε την πανελλήνια «πρώτη» της. Στις 7 Νοεμβρίου βγαίνει στις αίθουσες.


Πώς διασταυρώθηκαν οι δρόμοι σας με τον Κεν Λόουτς;


Είναι ο πρώτος μου ρόλος στον κινηματογράφο. Δουλεύω στον τομέα της εκπαίδευσης, και πιο συγκεκριμένα με παιδιά με προβλήματα συμπεριφοράς, στο Νιουκάσλ επί περίπου είκοσι χρόνια με διαλείμματα.


Είχα δώσει το όνομά μου σε ένα πρακτορείο κομπάρσων καιρό πριν. 


Κάποια στιγμή βγήκε μια αγγελία για εθνική αναζήτηση για ένα ρόλο γυναίκας στα σαράντα της με δύο έφηβα παιδιά και ιδιότητα παρόχου ιατρικής φροντίδας.


Το συζήτησα με τον σύζυγό μου, έστειλα βιογραφικό κι έπειτα το ξέχασα. Έπειτα δέχτηκα ένα τηλεφώνημα ότι πρέπει να στείλω ένα βίντεο τώρα. Για τον Κεν Λόουτς!


Είχες, λοιπόν, επιλεγεί πλέον.


Ναι, κι έπρεπε να στείλω ένα βιντεάκι. Δεν το είχα ξανακάνει, καθώς δεν είμαι ηθοποιός. Είπα έτσι ποια είμαι, πού ζω, από πού κατάγεται η μητέρα μου και στη διάρκειά του με διέκοπτε ο γιος μου. Έπειτα το έστειλα.


Στη συνέχεια βρεθήκαμε για ένα ποτό.




Πώς ήταν η συνάντηση;


Το είχα πει στη μαμά και τους αδερφούς μου, γιατί είναι κι είμαι μεγάλη φαν. Η μητέρα μου συμμερίζεται τις πολιτικές του απόψεις, κι έτσι του είπα πώς με είχε μεγαλώσει. Αυτό τον χαροποίησε πολύ.


Απλά κουβεντιάσαμε, μου αρέσει να μιλάω και να συναντώ ανθρώπους,. Τα πήγαμε πολύ καλά και σκέφτηκα ότι ίσως έπαιρνα ένα μικρό ρόλο.


Κατά τη γνώμη μου είσαι ένα από εκείνα τα άγνωστα μέχρι σήμερα φυσικά ταλέντα.


Δεν ήξερα ότι μπορούσα να το κάνω. Απλώς είμαι άνθρωπος με κατανόηση, νιώθω συναισθήματα κι έχω πολλή εμπειρία ζωής.


Κι όλα αυτά μπορείς να τα μεταδίδεις στην οθόνη.


Νομίζω πως ναι. Η διαδικασία συνεχίστηκε, λοιπόν, και κάποια στιγμή η κυρία από το πρακτορείο κομπάρσων με πληροφόρησε ότι είχα τον πρωταγωνιστικό ρόλο. «Δε σε πιστεύω, αποκλείεται!», της είπα τέσσερις φορές.


Έπειτα μου το επιβεβαίωσε τηλεφωνικά κι ο Κεν Λόουτς ενώ βρισκόμουν σε διακοπές. «Μη μαυρίσεις πολύ!», με προειδοποίησε. Όλα αυτά δε φάνταζαν αληθινά.


Μέχρι που ξεκίνησαν τα γυρίσματα.


Μέχρι που αρχίσαμε την κινηματογράφηση. Τότε ήταν που με έπιασε σύνδρομο πως δε θα καταφέρω. Ήμουν στην κουζίνα κι έκλαιγα.


Πώς το ξεπέρασες;


Χάρη στον Κρις Χίτσεν, τον συμπρωταγωνιστή. Από την πρώτη μέρα που βρεθήκαμε τα πήγαμε πολύ καλά. Τον αγαπώ σαν αδερφό μου, είναι αστείος κι έχουμε μια ειλικρινή σχέση.


Με αγκάλιασε όταν είχα φρικάρει και μου είπε: «Ασφαλώς και μπορείς να το κάνεις, αλλιώς δε θα βρισκόσουν εδώ. Με την ησυχία σου».


Έτσι ήταν κι ο Κεν. Τα κατάφερα, λοιπόν. Έπρεπε να εστιάσουμε στο σενάριο. Υπήρχαν πολλές εκπλήξεις, γιατί δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε τι έκανε ο άλλος. Όλο το συνεργείο είναι σαν οικογένεια, και τους γνωρίζεις όλους. 


Αν και υπήρξε δύσκολη και συναισθηματική διαδικασία, ήταν υπέροχο να σηκώνεσαι το πρωί και να τη βιώνεις μαζί με όλους.



Δεδομένων, εξάλλου, του πλαισίου και της πλοκής της ταινίας, υποθέτω ότι υπάρχουν πολλά στοιχεία από σένα ως άνθρωπο και την πραγματικότητά σου.


Είμαι μαμά, είμαι εργάτρια, υπήρξαν εποχές όταν ήμουν νέα που δεν είχα λεφτά, κατανοώ την απελπισία τού να βγάλεις λεφτά: η μητέρα μου μεγάλωσε πέντε παιδιά με το τίποτα, γιατί ο πατέρας μου έφυγε. 


Καταλαβαίνω, επομένως, τη δύναμη μιας γυναίκας και μιας μητέρας, η μητέρα μου είναι η πιο δυνατή γυναίκα που ξέρω, και είμαι πολύ περήφανη που ανήκω στην εργατική τάξη.


Αυτό αναφέρεται σε δημοσιεύματα που έχω υπόψη μου.


Είμαι 100% της εργατικής τάξης, και παραμένω. Δεν παράτησα τη δουλειά μου, γιατί αυτή είμαι, αυτή είναι η καρδιά μου. Αυτή η ευκαιρία είναι ένα δώρο, και θα την αξιοποιήσω.


Η Άμπι θέλει να κρατήσει την οικογένεια ενωμένη, κι αυτό είναι το μήνυμα του φιλμ. 


Δουλεύω με παιδιά. Αν δεν υπάρχει η στέρεη βάση της οικογένειας, μπορεί να ακολουθήσουν το λάθος μονοπάτι, κι έπειτα χρειάζεσαι ανθρώπους όπως εμένα για βοήθεια.


Πόσο χειρότερα έχουν πάει τα πράγματα στη Βρετανία τα τελευταία χρόνια;


Στη Μεγάλη Βρετανία η φτώχεια έχει αυξηθεί. Οι εργαζόμενες οικογένειες είναι φτωχές. Πηγαίνουν σε τράπεζες τροφίμων, που δε θα έπρεπε να υπάρχουν. Υπάρχει πολλή αδικία, πολλοί περισσότεροι άστεγοι. 


Νιώθω, το βλέπω ότι η κατάσταση χειροτερεύει.


Κι όχι μόνο στο Νιουκάσλ.


Σε όλη τη Μεγάλη Βρετανία. 


Πέρασα κάποιο διάστημα στο Λονδίνο, υπάρχουν κι εκεί μεγάλες αντιθέσεις κι επιπλέον πολύ έγκλημα και βία όπου εμπλέκονται άνθρωποι νεαρής ηλικίας, γιατί δεν υφίστανται πλέον κοινοτικά κέντρα, ούτε υποστηρικτικό προσωπικό στα σχολεία.


Κι αυτό επειδή η κυβέρνηση δε χρηματοδοτεί τα σχολεία, τα οποία κάνουν μόνο όσα μπορούν. Είναι σαν φαύλος κύκλος. 


Πώς νομίζεις ότι μπορεί να βγει κάποιος από αυτόν;


Με μια πιο δίκαιη κυβέρνηση. Σίγουρα!


Είναι πιθανό;


Ελπίζω ότι με το φιλμ και τη συζήτηση θα υπάρξει αλλαγή.



Πώς ένιωσες στις Κάννες; Δεν ήταν περίεργο να παρευρίσκεσαι σε ένα τόσο πρωτοκλασάτο φεστιβάλ;


Μικρή έπαιρνα κουπόνια δωρεάν σίτισης, κι έπειτα βρέθηκα εκεί, στην άλλη άκρη της κλίμακας. 


Συν το ότι, αν ατένιζες τη θάλασσα, έβλεπες όλα εκείνα τα μεγάλα γιοτ και σκεφτόσουν: «Αν δύο από τους ιδιοκτήτες βοηθούσαν, δε θα ήταν ο κόσμος σ’ αυτή την κατάσταση». 


Αλλά ο κόσμος δεν είναι δίκαιος, έτσι δεν είναι; Γιατί υπάρχουν αυτοί που δεν έχουν και οι άλλοι που έχουν.


Το θέμα είναι τι κάνεις γι’ αυτό. Κι οι ταινίες του Κεν Λόουτς στρέφουν την προσοχή μας προς μία κατεύθυνση παράγοντας παθιασμένες αντιπαραθέσεις και συζητήσεις.


Οι Κάννες είναι μια πλατφόρμα προώθησης του φιλμ. Προωθώντας το, το βλέπουν περισσότεροι, το μήνυμα εξωτερικεύεται και περισσότεροι το συζητούν. Ναι, υπάρχει το κόκκινο χαλί. Αλλά αυτή είναι η δουλειά. Δεν έχει καθόλου να κάνει μ’ αυτόν.


Εφόσον ξέρεις να διαχειρίζεσαι μια τέτοια κατάσταση και την αναγνώριση/φήμη που συνδέεται μ’ αυτή. .


Για να είμαι απολύτως ειλικρινής, αυτή τη στιγμή δεν είμαι καμία. Είμαι απλά εγώ! (Γέλιο). Είμαι 47 χρονών, τα πόδια μου πατάνε γερά στο έδαφος και έχω μια πολύ προσγειωμένη οικογένεια και πολύ προσγειωμένους φίλους.


Έχω μια πραγματικά καλή ζωή. Είμαι παντρεμένη επί είκοσι χρόνια, μόλις είχαμε την επέτειό μας. Έχω τη δουλειά μου στο κοινοτικό κέντρο και θέλω να χτίσω πάνω σ’ αυτό. Αυτή είναι η ζωή μου.


Κι η υποκριτική;


Μόλις συμμετείχα σε μια δραματική σειρά του BBC που θα προβληθεί το Δεκέμβριο, γιατί κάποιος είδε το τρέιλερ του φιλμ. Αυτό ήταν τρελό! Θα δω τι υπάρχει εκεί έξω.


Δεν αισθάνομαι, ωστόσο, ότι μπορώ να αποκαλέσω τον εαυτό μου ηθοποιό. Ίσως σε μια δεκαετία, επειδή δεν έχω αυτή την εμπειρία. Το αντιμετωπίζω με ταπεινότητα. Αν κάποιος με πει ηθοποιό, γελάω! (Γέλιο) Γιατί έχω γνωρίσει αληθινούς ηθοποιούς.


Δεν είμαι σαν την Άμπι. Στη σκηνή στο νοσοκομείο θα είχα βρίσει πολύ περισσότερο! Δε θα είχα κλάψει.


Μιας κι είσαι φαν της δουλειάς του Κεν Λόουτς και συμμερίζεσαι τις πολιτικές του απόψεις, τι εκτιμάς περισσότερο σ’ αυτόν ως άνθρωπο, τώρα που τον γνώρισες;


Είναι ο πρώτος που έδειξε πραγματικούς ανθρώπους της εργατικής τάξης και τη ζωή τους στην κάμερα.


Με έχουν μεγαλώσει σωστά, με τις πεποιθήσεις του. Με τον Κεν όλα έχουν να κάνουν με τις ιστορίες- από πού προέρχεσαι, τι σε ενδιαφέρει. Φέρεται στον καθένα με σεβασμό, ξέρει τι είναι, ξέρει το όνομά του. 


Νοιάζεται πολύ για τους άλλους. Έχω συναντήσει την σύζυγό του, τις κόρες, τους γιους, τα εγγόνια του, την οικογένεια του Πολ Λάβερτι και της Ρεμπέκα Ο’ Μπράιεν. Είμαι πολύ περήφανη που προστέθηκα σ’ αυτή την οικογένεια.


Σε ζηλεύω!


Είναι πολύ προσγειωμένος, δίκαιος. Όλοι θα έπρεπε να είναι λιγάκι σαν αυτόν. Όταν μιλάει, στ’ αλήθεια πιστεύει αυτά που σου λέει, τον πιστεύεις, κι έχει πολλή συμπόνια για τους ανθρώπους. 


Photo credit (Ντέμπι Χάνιγουντ): Γιάννης Κοντός.


Η συνέντευξη με την Ντέμπι Χάνιγουντ πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του 25ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας-Νύχτες Πρεμιέρας.


Ευχαριστώ θερμά την Μαρία Ναθαναήλ, Υπεύθυνη Επικοινωνίας του Φεστιβάλ, για την πολύτιμη συνδρομή της στη διοργάνωσή της.


Η ταινία του Κεν Λόουτς Δυστυχώς απουσιάζατε με συμπρωταγωνιστές τον Κρις Χίτσεν και την Ντέμπι Χάνιγουντ προβάλλεται στους κινηματογράφους από τις 7 Νοεμβρίου σε διανομή της Feelgood Entertainment.

Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2019

Πατρίσιο Γκουσμάν: «Είμαι πιο πολύ περίεργος παρά νοσταλγικός»


Η πολιτική συναντά την ποίηση και η οργή τη νοσταλγία στην Οροσειρά των ονείρων, το βραβευμένο στο φετινό Φεστιβάλ Καννών πιο πρόσφατο φιλμ του Πατρίσιο Γκουσμάν, του κορυφαίου Λατινοαμερικανού ντοκιμαντερίστα.

Μετά την πανελλήνια πρεμιέρα του στις φετινές Νύχτες Πρεμιέρας, κυκλοφορεί στους κινηματογράφους στις 10 Οκτωβρίου. Με αυτή την αφορμή κουβεντιάζουμε με τον γλυκομίλητο σκηνοθέτη που, αν και 78 χρονών, ακούγεται σαν τριαντάρης!

Σάς θεωρώ ίσως τον πιο σημαντικό ντοκιμαντερίστα εν ζωή.

Σε ευχαριστώ πολύ! (Γέλιο)

Η Οροσειρά των ονείρων είναι, για μένα, ένας οργισμένος, παθιασμένος και, πάνω απ’ όλα, πολιτικός φόρος τιμής στην παιδική ηλικία της Χιλής και τη χαρά της. Τι θέλατε να εξερευνήσετε περισσότερο αυτή τη φορά;

To κύριο ζήτημα στην Οροσειρά των ονείρων είναι η αναζήτηση ενός χαρακτήρα που γνωρίζει την οροσειρά των ονείρων, γιατί αυτό το βουνό είναι ένα σύνορο της Χιλής που ταυτόχρονα φέρνει στο νου τη μοναξιά της.

Είναι ένα τείχος ανάμεσα στη Χιλή και τον κόσμο, ένα σύνορο που απομονώνει τη χώρα μας. Ένα σύνορο λιγάκι δραματικό, σαν το τέλος της πατρίδας και του έθνους.

Μου αρέσει πολύ η οροσειρά από φυσικής άποψης, οπότε ξεκινήσαμε το φιλμ με αυτή την ανήμερη εικόνα της.

Ταυτόχρονα εμφανίζονται οι χαρακτήρες. Ο πρώτος είναι ένας άνθρωπος που κατοικεί εκεί και ξέρει όλα τα μυστικά αυτού του τεράστιου βουνού. Λίγο λίγο, αρχίζει να μιλά για τη Χιλή με αφετηρία το βουνό.

Σταδιακά, οι χαρακτήρες γίνονται ποικίλοι.



Ακριβώς.

Εμφανίζεται, λοιπόν, ένας πολύ σημαντικός ιστορικός, που ονομάζεται Χόρχε Μπαραντίτ, κι έπειτα ένας ακόμη άνθρωπος, ο οποίος στο τέλος του φιλμ γίνεται πρωταγωνιστής, που είναι ένας σκηνοθέτης.

Ο Πάμπλο Σάλας.

Ακριβώς. Είναι ένας εξερευνητής της πραγματικότητας. Δεν ξέρει πολύ καλά την οροσειρά, αλλά εξερευνά τη χιλιάνικη κοινωνία εδώ και τριάντα χρόνια, κινηματογραφώντας αδιάλειπτα και διαρκώς τους Χιλιανούς.

Η ανακάλυψη αυτού του απομονωμένου ντοκιμαντερίστα ολοκληρώνει την εικόνα της Χιλής.

Είναι σαν μια φιλμική και ταυτόχρονα κοινωνική συνείδηση της Χιλής. Έτσι δεν είναι;

Ναι. Είναι ένας άνθρωπος που γνωρίζει καλά την πραγματικότητα, αλλά τραβάει με ένα τρόπο λίγο ζόρικο όλα όσα συμβαίνουν στους δρόμους του Σαντιάγο.

Με αυτά τα αδιάκοπα γυρίσματα ανά τα χρόνια αρχίζει να φιλοτεχνεί ένα μεγάλο πορτρέτο μιας χώρας απομονωμένης από τη Δικτατορία. Στο τέλος συνεχίζει με μια χώρα λιγάκι αποπροσανατολισμένη στα χρόνια της Δημοκρατίας.

Είναι ένα υπέροχο, μοναδικό πορτρέτο ενός ολόκληρου έθνους, και με την υπομονή του να έχει την κάμερα στο χέρι είναι σαν να ζει και να κινηματογραφεί την ίδια στιγμή.

Κατονομάζετε το νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό -το νεοφιλελευθερισμό, πιο συγκεκριμένα- ίσως για πρώτη φορά τόσο ξεκάθαρα ως τον εχθρό που ευθύνεται για την καταστροφή της Χιλής. Μιλήστε μου γι’ αυτή την επιλογή σας.

Το πρώτο πράγμα που προσελκύει την προσοχή στη Χιλή είναι ακριβώς το οικονομικό σύστημα.

Δεν έχουμε χώρα, είναι ένα σούπερμαρκετ. Όλος ο κόσμος ασχολείται με την κατάσταση καθενός μέσα σ’ αυτό το σούπερμαρκετ. Πρόκειται για μια δύσκολη πραγματικότητα, κι επίσης μονότονη.

Ανέκαθεν η Χιλή ήταν μια πολύ ανομοιογενής και γεμάτη με περιέργεια και καλλιτεχνικές δραστηριότητες χώρα. Στις μέρες μας ασφαλώς υπάρχουν διανοούμενοι και ομάδες ιστορικών, αλλά δυστυχώς βρισκόμαστε σε απόλυτη απομόνωση.

Η οικονομική κατάσταση είναι ζόρικη, όμως τελικά καλή -σε σύγκριση με τη Βολιβία ή το Περού-, αλλά είναι μια χώρα δύσκολη, πλήρως αποκομμένη από τον κόσμο.



Και μια χώρα που ξεχνά, που οι κάτοικοί της επιλέγουν να ξεχνούν.

Η μεγάλη μάζα των Χιλιανών είναι εκτός της Ιστορίας.

Δεν κατανοούν την προέλευση αυτής της χώρας, δηλαδή την περίοδο του Αλιέντε, της λαϊκής ενότητας, μιας περιόδου μοναδικής στον κόσμο, κατά την οποία πραγματοποιήθηκε μια επανάσταση χωρίς την προσφυγή στα όπλα.

Είναι ένα οικουμενικό παράδειγμα πολιτισμού και μοναδικής πρωτοβουλίας στη Λατινική Αμερική, αλλά όλα αυτά έχουν ξεχαστεί κι η Ιστορία ξεκινά δέκα χρόνια μετά.

Δεν υπάρχουν ενδιαφέροντα βιβλία Ιστορίας, γι’ αυτό κι ο Μπαραντίτ φιλοξενείται στο φιλμ, γιατί είναι ο μοναδικός ιστορικός σήμερα που γράφει εκ νέου την Ιστορία της χώρας. Έχει γνωρίσει τεράστια επιτυχία, πουλώντας 400.000 αντίτυπα.

Υπάρχει ένα μεγάλο κοινό που ενδιαφέρεται ν’ ακούσει τα μαθήματα ολόκληρης της Ιστορίας.

Θα ήταν υπέροχο.

Είναι υπέροχο.

Είστε ο κύριος αφηγητής των ιστοριών και των ταινιών σας. Γιατί;

Αγαπώ πολύ την αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο. Είναι μια πρακτική κι ευχάριστη φόρμα ανάπτυξης ενός ντοκιμαντέρ.

Ταυτόχρονα, η φωνή σας υποδηλώνει έναν άνθρωπο ήρεμο και ισορροπημένο. Είστε τέτοιος άνθρωπος;

Στην οπτική μου για τη Χιλή υπάρχει ηρεμία και στοχαστικότητα. Είναι πολύ σημαντικό αυτό όταν αφηγείσαι.

Νιώθετε νοσταλγία για το παρελθόν σας;

Ναι και όχι. Υπάρχουν στιγμές νοσταλγίας για όσα έχουν χαθεί στη Χιλή με την πάροδο του χρόνου, αλλά ταυτόχρονα είμαι ένας άνθρωπος περίεργος.

Θεωρώ ότι η περιέργεια είναι θεμελιώδες γνώρισμα του ντοκιμαντερίστα, γι’ αυτό και είμαι πιο πολύ περίεργος παρά νοσταλγικός. 



Τι ονειρεύεστε πιο έντονα, τι σάς ενδιαφέρει περισσότερο- προσωπικά και καλλιτεχνικά;

Με ενδιαφέρουν πολύ η οικογένεια και οι φίλοι μου και, γενικότερα, έχω την περιέργεια να βρίσκομαι σε επαφή με τα πράγματα που περνούν. Διανύουμε μια περίοδο λιγάκι δραματική, αλλά δε νιώθω άγχος. Κυρίως περιέργεια.

Η περιέργεια είναι ένα όχημα με τη βοήθεια του οποίου κρατάς επαφή με την πραγματικότητα μιας χώρας ή του κόσμου. Σ’ αυτό τον τομέα, της αέναης παρατήρησης, ζω.

Είναι αλήθεια πως υπάρχει λίγη απομόνωση στην περίπτωσή μου, αλλά από την ταπεινή μου θέση αντικρίζω τον κόσμο με πάθος.

Είστε πολύ αγαπητός εδώ. Βρίσκετε αναλογίες ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Χιλή του παρελθόντος και του παρόντος- πολιτικά και κοινωνικά;

Είναι μια καλή ερώτηση, γιατί η Ελλάδα είναι για μας η μητέρα ενός πολιτισμού.

Πριν αφιερωθώ στο σινεμά, είχα σπουδάσει Ιστορία -για την ακρίβεια φιλοσοφία- στο πανεπιστήμιο, και την πολιτισμική μου βάση συγκροτούν όλα όσα σχετίζονται με την Ελλάδα.

Δεν μπορώ να διαχωρίσω την Ελλάδα των χρόνων της Δικτατορίας, την Ελλάδα του σήμερα και την Ελλάδα του παρελθόντος. Για μας, τους Χιλιανούς, είναι ένα θεμελιώδες πολιτισμικό απόθεμα.

Γι’ αυτό και μια συνέντευξη με έναν Έλληνα δεν είναι η ίδια με έναν Γερμανό ή έναν Άγγλο. Είναι κάτι άλλο.

Ποιες είναι οι ταινίες που σάς έχουν καθορίσει ως σκηνοθέτη και θεατή;

Είναι δύσκολο να απαντήσω, γιατί πρέπει να απαριθμήσω πολλούς τίτλους.

Κατά πρώτον θαυμάζω συγκεκριμένους ντοκιμαντερίστες, υπήρξαν οι οδηγοί για τη δουλειά μου: τα φιλμ του Φρεντερίκ Ροσίφ και του Κρις Μαρκέρ, τα φιλμ του Κλοντ Λανζμάν που κατέγραψαν την Ιστορία του ευρωπαϊκού ιουδαϊσμού. Ήταν μια βάση.

Αγαπώ πολύ τις ταινίες μυθοπλασίας, κατ’ εμέ είναι το ίδιο πράγμα. Λατρεύω τα φιλμ του Φελίνι, για μένα ήταν ένα αξέχαστο fresco του κόσμου. Σήμερα θαυμάζω τους ντοκιμαντερίστες που βρίσκονται μαζί μας, όπως τον Νικολά Φιλιμπέρ.

Είμαι περιτριγυρισμένος από τη μικρή οικουμενική κουλτούρα του ντοκιμαντέρ και νιώθω ότι συνοδεύομαι από αυτή τη λίστα των ονομάτων.

Από την πλευρά μου, σάς εύχομαι υγεία -κυρίως-, πνευματική διαύγεια και πολλή δημιουργικότητα!

Ευχαριστώ, κατά τη γνώμη μου είναι τα πιο βασικά πράγματα στη ζωή!

Ευχαριστώ, επίσης, που μοιραστήκατε τις σκέψεις και τις εμπειρίες σας μαζί μου.

Ευχαριστώ κι εγώ για τη συνέντευξη. Adios!

Θερμές ευχαριστίες στην Ρενάτε Ζάξε, παραγωγό του ντοκιμαντέρ, για την πολύτιμη συνδρομή της στην πραγματοποίηση της συνέντευξης.

Περισσότερες πληροφορίες για τον Πατρίσιο Γκουσμάν και το έργο του μπορείτε να αναζητήσετε στο προσωπικό του site (στα ισπανικά).

Το ντοκιμαντέρ του Πατρίσιο Γκουσμάν Oροσειρά των ονείρων προβάλλεται από τις 10 Οκτωβρίου στους κινηματογράφους σε διανομή της AMA Films.