Ισορροπώντας
ανάμεσα στο post-punk και
το indie-rock, οι Βρετανοί The Snake Corps, που σχηματίστηκαν
το 1984 από μέλη των θρυλικών Sad Lovers & Giants,
εμφανίζονται για πρώτη φορά συναυλιακά στην Αθήνα στις
10 Οκτωβρίου.
Η ηγετική φυσιογνωμία
του συγκροτήματος, Marc
Lewis,
μοιράζεται μαζί μας τον ενθουσιασμό, την ευγνωμοσύνη και
τη νευρικότητά του(ς) ενόψει του λάιβ.
Το πανκ ήταν σχεδόν σε
χειμερία νάρκη (αν όχι νεκρό) -τουλάχιστον μουσικά-, ενώ το new wave, το post-punk και, κατά συνέπεια, το indie-rock αναδύονταν όταν
σχηματίστηκαν οι The
Snake
Corps
στα μέσα της δεκαετίας του 1980.
Τι είδους ήχους γουστάρατε
τότε ως ακροατές και τι είδους ηχοτοπία απολαμβάνατε κυρίως να δημιουργείτε ως
συγκρότημα;
Οι δικές μου επιρροές
ανάγονται στους T
Rex και στον Bowie.
Όσον αφορά στο
συγκρότημα, όταν μπήκα στους Sad
Lovers & Giants, ήταν σαφώς επηρεασμένο από τους The Cure και τους The Smiths και αυτό συνεχίστηκε και στους Snake Corps, αλλά μας άρεσαν επίσης οι The Chameleons και οι The Church.
Σε κάθε περίπτωση, το Flesh On Flesh, που ηχογραφήθηκε πριν
από περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες, περιέγραφε την μουσική κατάσταση στην
οποία βρισκόσασταν εκείνη την εποχή;
Και ποιος ήταν κυρίως
υπεύθυνος για τους στίχους του συγκροτήματος από την αρχή;
Ναι, έγραψα τους στίχους,
τώρα περιγράφεται ως gothic άλμπουμ και μπορώ να καταλάβω γιατί είναι
λίγο πιο σκοτεινό από τα άλλα, αλλά το Goth
πραγματικά δεν υπήρχε τότε με τη μορφή με την οποία υπάρχει τώρα.
Τα τραγούδια μετέφεραν
τις σκοτεινές εποχές στις αρχές της δεκαετίας του 1980 στη Μεγάλη Βρετανία με
μια καταπιεστική κυβέρνηση και την απειλή μιας πυρηνικής αποκάλυψης.
Το υπέροχα ατμοσφαιρικό
και πιο ολοκληρωμένο έργο των The Snake Corps μέχρι σήμερα, το 3rd Cup, είναι το τελευταίο σας
μέχρι στιγμής. Τι συνέβη μετά από αυτή την ηχογράφηση;
Χρηματοδοτήσαμε με δικούς
μας πόρους την ηχογράφηση του άλμπουμ, χωρίς δισκογραφική εταιρεία.
Κυκλοφόρησε με
περιορισμένη συμφωνία διανομής. Η πρόσφατη επανέκδοση κανονίστηκε μέσω
ισπανικής δισκογραφικής εταιρείας, η οποία έκανε καλή δουλειά με το βινύλιο.
Στο μεταξύ, το πιο
κοντινό σε κυκλοφορία άλμπουμ από το 3rd Cup ήταν
το πανκ-ποπ EP
The
Ocean
Calls
το 2016, το οποίο αποδεικνύει ότι ο ήχος σας δεν έχει χάσει καθόλου την οξύτητά
του.
Θα ήθελες να ρίξεις λίγο
φως στη διαδικασία δημιουργίας αυτού του EP;
Αυτό ηχογραφήθηκε -
χρησιμοποιώντας το logic
pro, τμήμα του ηχογραφήθηκε στο σπίτι και
μερικά στο στούντιο ενός φίλου.
Έμενα στο Μπράιτον εκείνη
την εποχή, το οποίο είναι δίπλα στη θάλασσα: αν το προσέξεις, μπορείς να ακούσεις
τα κύματα στην ακτογραμμή και τους γλάρους στο βάθος.
Η εμπορική και κριτική
επιτυχία σάς έχει διαφύγει, τουλάχιστον στη Μεγάλη Βρετανία. Η υπόλοιπη Ευρώπη
(μισώ τον απομονωτικό, υποτιμητικό όρο «υπερπόντιος») σάς έχει, παρ' όλα αυτά,
αγκαλιάσει.
Δεν είμαι σίγουρος γιατί
συνέβη αυτό.
Είχαμε κάποια επιτυχία στη
Μεγάλη Βρετανία, καθώς ο John
Peel, ο διάσημος indie DJ μάς έπαιζε στο εθνικό ραδιόφωνο. Αλλά μας
προσφέρθηκαν συναυλίες στην Ευρώπη και μας άρεσε να παίζουμε εκεί. Βρέχει πολύ
στη Μεγάλη Βρετανία!
Ο μουσικός τύπος της Μεγάλης
Βρετανίας εκείνη την εποχή ήταν πολύ πολιτικός και τα τραγούδια μας δεν ήταν
προφανώς ευθυγραμμισμένα με αυτό, οπότε ήταν λίγο αδιάφοροι απέναντί μας.
Πώς ερμηνεύεις αυτήν τη
διχοτομία και σε ποιο βαθμό σας έχει εμποδίσει ή/και απελευθερώσει δημιουργικά;
Προσπαθήσαμε όντως με το
άλμπουμ Smother
Earth
να γίνουμε λίγο πιο μέινστριμ για να έχουμε μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία.
Για να γίνεις ένα μεγάλο
συγκρότημα χρειάζεσαι μια σοβαρή ώθηση στο μάρκετινγκ, κάτι που ήταν εκτός των
δυνατοτήτων της δισκογραφικής μας εταιρείας.
Κατά ενδιαφέροντα τρόπο,
παρά την αρχική διάλυση που γέννησε τους The Snake Corps, οι Sad Lovers & Giants παρέμειναν επίσης
ενεργοί και μάλιστα θα δώσουν μια συναυλία στην Αθήνα τον Νοέμβριο.
Πώς έχουν εξελιχθεί οι
καλλιτεχνικές και προσωπικές σου σχέσεις με τους SL&G στα χρόνια τα οποία ακολούθησαν την
ίδρυση των The
Snake
Corps;
Διατηρώ εξαιρετική σχέση
με τον Garce,
γνωστό και ως Simon
Allard, τον τραγουδιστή τους - μάλιστα,
παίξαμε μαζί πριν από μερικούς μήνες σε ένα τοπικό κλαμπ στην Ουαλία. Παίξαμε τα
In flux και
Things
we
never
did.
Και πώς σχετίζεσαι/σχετίζεστε
δημιουργικά με άλλα συγκροτήματα στον χώρο του post-punk/indie rock, είτε από το παρελθόν
είτε σύγχρονα;
Οι The Snake Corps συνδέονται με άλλα post-punk και indie συγκροτήματα μέσω του ατμοσφαιρικού,
μελαγχολικού ήχου τους.
Είμαστε πιο κοντά σε
συνομηλίκους μας όπως οι The
Chameleons και οι The Sound ή ακόμα και οι πρώιμοι U2, συνδυάζοντας μελαγχολικές υφές της
δεκαετίας του 1980 με επιρροές που αντηχούν στις σημερινές gothic και cold-wave σκηνές.
Σε αντίθεση με τους SL&G, ωστόσο, οι The Snake Corps θα εμφανιστούν ζωντανά
στην Αθήνα για πρώτη φορά την Παρασκευή 10 Οκτωβρίου. «Κάλλιο αργά παρά ποτέ»,
θα μπορούσε κάποιος να πει.
Εσύ τι λες και, το
πιο σημαντικό, πώς αισθάνεσαι ενόψει αυτής της συναυλίας;
Είμαστε πραγματικά
ενθουσιασμένοι που φέρνουμε επιτέλους τους The Snake Corps στην Αθήνα. Είχαμε τόσο ισχυρή
υποστήριξη από την Ελλάδα όλα αυτά τα χρόνια ώστε μοιάζει σχεδόν σουρεαλιστικό το
ότι μας πήρε τόσο πολύ χρόνο.
Το «κάλλιο αργά παρά
ποτέ» το συνοψίζει τέλεια - είμαστε ενθουσιασμένοι, ευγνώμονες και λίγο
νευρικοί επίσης, επειδή θέλουμε να δώσουμε στο κοινό κάτι ξεχωριστό. Υπάρχει μια πραγματική αίσθηση προσμονής στο συγκρότημα.
Ξέρουμε πόσο παθιασμένοι
είναι οι Έλληνες οπαδοί, οπότε ανυπομονούμε για μια βραδιά που θα μας δώσει την
αίσθηση μιας επανένωσης και των δύο η οποία έχει καθυστερήσει πολύ.
Οι The Snake Corps
εμφανίζονται
για πρώτη φορά ζωντανά στην Αθήνα την Παρασκευή
10 Οκτωβρίου στο AUX
Club
(Αγίου
Όρους 15, Βοτανικός). Τη συναυλία ανοίγουν οι Convex Model.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου