Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2024

Αντουανέττα Αγγελίδη: «Δική μου γενέθλια γη είναι οι ταινίες μου»

 

 Η Αντουανέττα Αγγελίδη μιλά. Έμμονες ώρες στον τόπο της πραγματικότητας (2022) της Ρέας Βαλντέν

Προσηνής, στοχαστική και αποπνέουσα ιδιαίτερη ζωτικότητα, η Αντουανέττα Αγγελίδη είναι μια εκ των πλέον διακεκριμένων εκπροσώπων του εγχώριου φεμινιστικού και πρωτοποριακού κινηματογράφου.

Συζητώντας μαζί της ενόψει του αφιερώματος στο έργο της στο πλαίσιο του 13ου Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου της Αθήνας (5-18 Δεκεμβρίου, Ταινιοθήκη της Ελλάδος).

Σπουδάσατε αρχιτεκτονική αλλά, από νεαρή ηλικία, αφοσιωθήκατε στον κινηματογράφο, τόσο ως σκηνοθέτρια όσο και, μεταγενέστερα, ως διδάσκουσα.

Γιατί, τελικά, σας «κέρδισε» ο κινηματογράφος, και δη ο έντονα πολιτικοποιημένος/φεμινιστικός/πρωτοποριακός/πειραματικός; Διαδραμάτισε κάποιον ρόλο το ασφυκτικό, καταπιεστικό εγχώριο κλίμα της περιόδου;

Σε ποιον βαθμό επηρέασαν οι αρχικές σπουδές σας τη δόμηση του εν γένει καλλιτεχνικού σας βλέμματος;

Επέλεξα να πάω στην Αρχιτεκτονική και όχι στην Καλών Τεχνών, παρ’ ότι ζωγράφιζα εμμονικά στην εφηβεία μου.

Ο Σαραφιανός, που περνούσα τα απογεύματα ζωγραφίζοντας στο εργαστήρι του, με απέτρεψε από τη συντηρητική τότε Καλών Τεχνών. Θεωρούσε πως θα με καταπίεζε.

Φοίτησα στην Αρχιτεκτονική του ΕΜΠ μεταξύ 1968 και 1973. Η σχολή ήταν αποδεκατισμένη από τους καθηγητές που είχαν διωχθεί λόγω πολιτικών φρονημάτων.

Ως σπουδάστρια ήμουν πολύ ενεργή στον αντιδικτατορικό αγώνα. Εκτός από τη στράτευση, είχε μεγάλη σημασία για μένα η μελέτη της ιστορίας της τέχνης.

Το 1972, στο τέταρτο έτος, είδα ένα πολύ σημαδιακό για μένα όνειρο. Το ονόμασα εκ των υστέρων «το όνειρο του Magritte», γιατί ονειρεύτηκα έναν πίνακα που έμοιαζε με Magritte, και που μέσα του είχε μια αδιόρατη κίνηση.

Όταν ξύπνησα, είχα ήδη πάρει την απόφαση να κάνω σινεμά. Και μάλιστα είχα καταλάβει τί είδος σινεμά ήθελα να κάνω: ένα σινεμά αποδομημένων πινάκων. Δεν υπήρχε ακόμα τότε το σινεμά που ονειρεύτηκα.

Όταν βρέθηκα στο Παρίσι το 1973, μετά το μήνυμα «ή φεύγεις ή μπαίνεις στην παρανομία», βρέθηκα σε ένα πολύ γόνιμο περιβάλλον διαλόγου σημειωτικής, ψυχανάλυσης και φεμινισμού.

Και εντάχθηκα άμεσα στο δεύτερο φεμινιστικό κύμα, που τόσο με εξέφραζε το σύνθημά του «το προσωπικό είναι πολιτικό».

Στην κινηματογραφική σχολή IDHEC μπήκα το 1974. Εκεί, αποφάσισα να βυθίσω τα προσωπικά μου βιώματα στους πίνακες ζωγραφικής που αγαπούσα.

Ήταν μια ιδέα εντελώς πρωτότυπη, που δεν είχε καμιά κινηματογραφική αναφορά. Είχε όμως εσωτερική συνέπεια.

Μελετώντας το Φάουστ του Μουρνάου, στο πρώτο έτος της σχολής, αναγνώρισα ότι και ο κινηματογράφος, όπως οι εικαστικές τέχνες και η αρχιτεκτονική που είχα μελετήσει, νοηματοδοτεί με τη χρήση χαράξεων και αξόνων.

Έτσι κατάλαβα τη συνέχεια που είχα ανάγκη: μια συνέχεια από τη ζωγραφική στην αρχιτεκτονική και μετά στον κινηματογράφο.

«Βαθυσκάφος που εξερευνά τους βυθούς του ασυνειδήτου ανακαλύπτοντας έναν κόσμο που βυθίζουν στο σκοτάδι τα τερτίπια της μίμησης κι οι απαγορεύσεις του πατρικού Νόμου», έχει χαρακτηρίσει το σινεμά σας ο Σάββας Μιχαήλ.

Γιατί οι κόσμοι του ασυνείδητου, του ανοίκειου και του ονείρου σάς ασκούν τόση σαγήνη; Ποια ήταν -και είναι- η σχέση σας με την ψυχανάλυση;

Όταν έφτασα στο 6ο κεφάλαιο διαβάζοντας την Ερμηνεία των ονείρων του Φρόυντ, εκεί όπου αναφέρεται στο «μηχανισμό των ονείρων» και τι τον συγκροτεί -εικονοποίηση, μετάθεση, συμπύκνωση-, κατάλαβα ότι ασυνείδητα χρησιμοποιούσα αυτόν ακριβώς το μηχανισμό ως συνθετική αρχή στις ταινίες που είχα ήδη φτιάξει.

Συνειδητοποίησα πως αυτός είναι ο τρόπος σύνθεσης της γραφής μου. Συνθέτω τις εικόνες βιωμάτων και πινάκων με βάση το μηχανισμό του ονείρου, που, ως πρωτογενής μηχανισμός, είναι και ο τρόπος που λειτουργεί το ασυνείδητο.

Ο μηχανισμός του ονείρου μπήκε στη δουλειά μου αρχικά βιωματικά, και στη συνέχεια έγινε συνειδητή μέθοδος της δουλειάς, μαζί με την προσωπική μου ψυχανάλυση.

Πολύ αργότερα, έγινε η μέθοδος διδασκαλίας μου, όταν δίδαξα για πολλά χρόνια στο Τμήμα Κινηματογράφου του ΑΠΘ. Μια μέθοδος που δίνει διαφορετικά κάθε φορά αποτελέσματα, ανάλογα με τα προσωπικά βιώματα του κάθε νέου δημιουργού.

Πόσο επίπονη υπήρξε και παραμένει η διαδικασία διάλυσης των -πατριαρχικών- σκοταδιών και απαγορεύσεων με φιλμικούς -και όχι μόνο- όρους;

Όσο για τη διάλυση των πατριαρχικών σκοταδιών, είναι μια τρομαχτικά δύσκολη υπόθεση. Και επειδή έχουν κάνει αποικίες ακόμα και στο ασυνείδητο των γυναικών.

Οι δομές των εξουσιαστών πάντα κάνουν αποικίες και μέσα στους εξουσιαζόμενους. Γι’ αυτό η μάχη είναι ακόμα πιο δύσκολη.


 Η Αντουανέττα Αγγελίδη υποδύεται τον νεκρό Mαρά. Idées Fixes/Dies Irae (1977) της Αντουανέττας Αγγελίδη


Το Ιdées Fixes/Dies Irae (Παραλλαγές στο ίδιο θέμα) (1977), το μεγάλου μήκους κινηματογραφικό ντεμπούτο σας, μάς καθιστά κοινωνούς  -ορισμένων εκ- των «εμμονών» σας, κατά κάποιον τρόπο συνοψίζοντάς τις:

Την αναπαραστασιμότητα του γυναικείου σώματος στη σύγχρονη τέχνη, την επανάσταση που αργεί, τη φύση του Δυτικού πολιτισμού. Πώς ορίζετε την έννοια της «εμμονής» και πώς σχετίζεστε με τον Δυτικό πολιτισμό;

Θεωρώ την εμμονή αναγκαία για κάθε καλλιτέχνη. Για μένα η επανάσταση στην τέχνη είναι ο ΤΡΟΠΟΣ ΓΡΑΦΗΣ και όχι η απλή θεματολογία.

Γι’ αυτό και στο Ιdées Fixes/Dies Irae εγγράφω το ίδιο μου το σώμα, το αιδοίο μου, το στόμα μου, την αυτό-ειρωνεία του να παίζω η ίδια τον δολοφονημένο Μαρά του Νταβίντ.

Όσο για τα κινήματα της τέχνης του Δυτικού πολιτισμού, τα αναμειγνύω και τα αναστρέφω πολλαπλά, κι έτσι φανερώνω τις ρωγμές ενός ψευδούς, φαινομενικά αρραγούς κόσμου.

Η ταινία Τόπος (1985) συνιστά «μια παραβολή πάνω στις μεταμορφώσεις» και συνάμα «μια μελέτη της φύσης των εικόνων». Συγκροτεί ο κινηματογράφος (σας) ένα είδος παραβολής; Ποια είναι η φύση των εικόνων;  

Για μένα η διαφορά σχηματίζεται από το ότι οι εικόνες αναλύονται σε κώδικες, που ο καθένας έχει τη δική του αφήγηση. Όλα τα στοιχεία των εικόνων και των ήχων αφηγούνται ταυτοχρόνως.

Έτσι, έχουμε πολλές παράλληλες αφηγήσεις, που ανασυντίθενται συνεχώς φτιάχνοντας έναν σύνθετο ιστό, ο οποίος μπορεί να διαβαστεί συγχρονικά και διαχρονικά, δηλαδή και κάθετα και οριζόντια. 

Το Οι Ώρες: Μια τετράγωνη ταινία (1995) αποτέλεσε, τουλάχιστον δύο δεκαετίες πριν, το σημείο εισόδου στο φιλμικό σας σύμπαν για μένα.

Πρόκειται για μια βαθιά προσωπική δουλειά που «αρδεύει» από προσωπικές μνήμες/τραύματα. Θα θέλατε να εμβαθύνετε στον τρόπο με τον οποίο «μεταβολίζετε» φιλμικά τα εκάστοτε προσωπικά βιώματά σας;

Παίρνω τα βιώματά μου και τα βυθίζω σε πίνακες ζωγραφικής από όλη την Ιστορία της Τέχνης. Κι ενώ η δραματουργία προέρχεται από το βίωμα, ο χώρος μπορεί να προέρχεται από έναν πίνακα του Balthus και το ρούχο από ένα κολλάζ του Max Ernst.

Έτσι αποκτώ απόσταση από το τραύμα του βιώματος και σκηνοθετώ ψύχραιμα. Είναι σαν να μη πονάνε πια τα βιώματα. Αποτελούν μέρος μιας σύνθεσης.


Η Κλαίρη Μιρτσέκη ως το κοριτσάκι με το τσέρκι από τον πίνακα του ντε Κίρικο. Τόπος (1985) της Αντουανέττας Αγγελίδη


Τζόρτζιο ντε Κίρικο, Καρλ Ντράγιερ, Νίκος Εγγονόπουλος, Κώστας Σφήκας: τέσσερις άνθρωποι και καλλιτέχνες οι οποίοι σας επηρέασαν. Με ποιον τρόπο καθένας εξ αυτών;

Ο Τζόρτζιο ντε Κίρικο είναι η μελαγχολία στο κέντρο του φωτεινού και ζεστού καλοκαιρινού μεσημεριού, μιας άδειας, έρημης πλατείας σε μια πόλη της Μεσογείου. Το μυστήριο του μεσημεριού με ταράζει πάντα σε αυτούς τους πίνακες του 1914.

Ο Ντράγιερ είναι ίσως ο μεγαλύτερος σκηνοθέτης στον κινηματογράφο. Και το Dies Irae (Μέρες οργής, 1943) είναι από τα πιο πρόωρα φεμινιστικά έργα.

Η αγάπη και η εκτίμηση του Νίκου Εγγονόπουλου είναι ίσως ο βασικός λόγος που έμεινα στην Αρχιτεκτονική.

Η πρωινή μας συζήτηση πριν από το μάθημα, μου δίδαξε τη σημασία της ψυχικής και σωματικής προετοιμασίας πριν τη δημιουργική εργασία. Την ανάγκη της αφοσίωσης.

Τον αγαπημένο Κώστα Σφήκα θεωρώ τον πιο γενναίο Έλληνα, και όχι μόνο, σκηνοθέτη κινηματογράφου.

«Ενορχηστρώνετε» τον ήχο, τον «θόρυβο», τη μουσική και τη σιωπή με έναν εξαιρετικά προσωπικό -θα έλεγα ιδιοφυή- τρόπο. Γιατί αποδίδετε σε καθένα από αυτά τα στοιχεία τόση βαρύτητα;

Θεωρώ ότι ο λόγος, ο θόρυβος, η μουσική και η σιωπή είναι μια συνέχεια. Ο Christian Metz, που ανέλυσε τον κινηματογράφο ως μέσο ετερογενές, ξεχωρίζει στον ήχο τρεις ποιότητες: το λόγο, τη μουσική, και τους θορύβους.

Εγώ, από μικρή τις θεωρούσα σαν μια συνέχεια, ως μνήμη της νηπιακής ηλικίας σε σχέση με το λόγο των ενηλίκων, ως εμπειρία της αφωνίας που πέρασα στα δέκα, μετά από ένα κακοποιητικό περιστατικό, αλλά και ως αίσθηση της ξένης σε ξένη χώρα που δεν μιλάς τη γλώσσα, όπως ένιωσα στο Παρίσι.

Ο λόγος μπορεί να γίνει απλός θόρυβος πολύ εύκολα, ακόμα κι όταν απλώς δεν σε ενδιαφέρει η συζήτηση.

Επίσης, η σιωπή είναι πολύ σημαντικά νοηματοφόρα και πολύ διαφορετική ανά περίσταση. Και ας μην ξεχνάμε και τους ήχους που ακούμε ως έμβρυα στην κοιλιά της μάνας μας. 

Δεδομένου ότι σας ενδιαφέρει η συνομιλία με τα εκάστοτε κοινά των ταινιών σας, πώς εκτιμάτε ότι καθίσταται αντιληπτή/αισθητή η δουλειά σας στο διάβα του χρόνου, ιδίως από τις νεότερες ηλικίες;

Με συγκινούν πολύ τα νέα κοινά. Έχω συναντήσει νέους ανθρώπους να μου μιλούν για το είδος της ανάγνωσης των ταινιών μου, εκεί που δεν το περίμενα.

Με συγκινούν οι αυθόρμητες εκφράσεις των θεατών και θεατριών μου, που δεν τους ζητώ προηγούμενη γνώση, αλλά ανοιχτή διάθεση.

Υπό ποιες προϋποθέσεις μπορεί να διευρυνθεί/εμβαθυνθεί το επίπεδο της κινηματογραφικής παιδείας στην Ελλάδα, έτσι ώστε να μην «παράγει» τεχνικά καταρτισμένους/-ες, αλλά καλλιτεχνικά «αναλφάβητες»/-ους αποφοίτους;

Ποιος, ειδικότερα, μπορεί -ή πρέπει- να είναι ο ρόλος φορέων όπως η Ταινιοθήκη της Ελλάδος;

Η παιδεία στην ανάγνωση του οπτικοακουστικού κόσμου πρέπει να ξεκινά στο σχολείο. Γιατί η οπτικοακουστική ανάγνωση είναι εξίσου αναγκαία με την ανάγνωση των λέξεων. Είναι αναγκαία για όλους και όλες.

Η άποψή μου για την εκπαίδευση των κινηματογραφιστών ειδικά, είναι γνωστή. Την έχω εφαρμόσει τα πολλά χρόνια που δίδαξα στο Πανεπιστήμιο.

Βασίζεται στην αρχή της έμπρακτης θεωρίας, επειδή θεωρώ ότι η ανάλυση είναι προϋπόθεση της σύνθεσης, αλλά και καμιά θεωρία δεν γίνεται σημαντική χωρίς τη σύνδεσή της με την πράξη. Για να μπορούμε να είμαστε ελεύθερες στην πράξη.

Από εκεί και ύστερα, όσες και όσοι θέλουν να γίνουν δημιουργοί, η βασική προϋπόθεση είναι να βρουν το προσωπικό τους βλέμμα. Και αυτό είναι πραγματικά δύσκολο.


Η Δέσποινα Κουβάτσου ως η Σπένδω τριών χρονών. Οι ώρες: Μια τετράγωνη ταινία (1995) της Αντουανέττας Αγγελίδη


Το 13ο ΦΠΚΑ (5-18 Δεκεμβρίου) σας τιμά προβάλλοντας μια αντιπροσωπευτική ρετροσπεκτίβα του έργου σας.

Πώς αντιλαμβάνεστε τον φεμινιστικό πρωτοποριακό κινηματογράφο στις μέρες μας, εγχώριο και μη; Υπάρχει ως έκφραση αμφισβήτησης του καπιταλιστικού υπάρχοντος, ή μήπως έχει αφομοιωθεί από αυτό και πρέπει να επινοηθεί εκ νέου;

Οι αγώνες των καταπιεσμένων είναι πάντα αλληλένδετοι και πάντα παρόντες. Δεν υπάρχει μόνο ένας φεμινισμός ούτε μόνο ένας τρόπος πρωτοπορίας. Εφευρίσκουμε κάθε φορά τον κινηματογράφο από την αρχή. Όπως και τον κόσμο.

«Γενέθλια γη δεν είναι ο τόπος που γεννηθήκαμε. Γενέθλια γη μπορεί να είναι μόνο μια κηλίδα», αφηγείστε στον Τόπο. Σε τι συνίσταται αυτή η «κηλίδα»; Και ποιος είναι, τελικά, ο δικός σας γενέθλιος τόπος;

Δική μου γενέθλια γη είναι οι ταινίες μου. Όσο για την κηλίδα εκκίνησης είναι το σημείο αναστροφής του κόσμου σε τέχνη. «Δός μοι πᾷ στῶ καί τάν γᾶν κινάσω».

 

Ευχαριστώ θερμά την Αντουανέττα Αγγελίδη για τον χρόνο της και για την παραχώρηση των φωτογραφιών που συνοδεύουν το κείμενο και την Ρέα Βαλντέν για την πολύτιμη συμβολή της στον προγραμματισμό της συνέντευξης.

Ακολουθεί το πλήρες πρόγραμμα του αφιερώματος στην Αντουανέττα Αγγελίδη στο πλαίσιο του 13ου Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου της Αθήνας:

 

Σάββατο 7 Δεκεμβρίου

16:30 // Αίθουσα Α, Ταινιοθήκη της Ελλάδος

Είσοδος ελεύθερη.

1. Masterclass Αντουανέττας Αγγελίδη

Το masterclass θα διεξαχθεί στα ελληνικά και θα υπάρχει διαδοχική διερμηνεία στα αγγλικά. 

2. Διάλογος για το έργο της Αντουανέττας Αγγελίδη

Η συζήτηση θα διεξαχθεί στα ελληνικά

Συνομιλούν οι:

Αθηνά Αθανασίου

Καθηγήτρια, Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο

Ρέα Βαλντέν

Επίκουρη καθηγήτρια, Τμήμα Ψηφιακών Τεχνών και Κινηματογράφου, Πανεπιστήμιο Αθηνών

Φιλ Ιερόπουλος

Σκηνοθέτης, καλλιτέχνης και ερευνητής

Σάββας Μιχαήλ

Συγγραφέας

Έλενα Χαμαλίδη

Αναπληρώτρια καθηγήτρια, Τμήμα Τεχνών Ήχου και Εικόνας, Ιόνιο Πανεπιστήμιο

 

Την εκδήλωση διευθύνει η Ρέα Βαλντέν

 

*Η εκδήλωση θα βιντεοσκοπηθεί.

Δήλωση συμμετοχής

 

Ο Νίκος Παντελίδης ως ο Ηθοποιός. Κλέφτης ή Η Πραγματικότητα (2001) της Αντουανέττας Αγγελίδη

 

***ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΤΑΙΝΙΩΝ | ΑΝΤΟΥΑΝΕΤΤΑ ΑΓΓΕΛΙΔΗ

Σάββατο 7 Δεκεμβρίου

19:00 // Αίθουσα Α, Ταινιοθήκη της Ελλάδος

ΤΟΠΟΣ (1985, 80’), της Αντουανέττας Αγγελίδη

Ελληνικά, με αγγλικούς υποτίτλους

Παρουσία της σκηνοθέτριας

 

Κυριακή 8 Δεκεμβρίου

18:45 // Αίθουσα Β, Ταινιοθήκη της Ελλάδος

ΕΜΜΟΝΕΣ ΩΡΕΣ ΣΤΟΝ ΤΟΠΟ ΤΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ- ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΤΟΥΑΝΕΤΤΑΣ ΑΓΓΕΛΙΔΗ (Η ΕΝΑ ΔΟΚΙΜΙΟ ΓΙΑ ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΤΗΣ) (2022, 88’), της Ρέας Βαλντέν

Ελληνικά, με αγγλικούς υποτίτλους

Παρουσία της σκηνοθέτριας και της Αντουανέττας Αγγελίδη

 

Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου

19:15 // Αίθουσα Β, Ταινιοθήκη της Ελλάδος

IDÉES FIXES/DIES IRAE (ΠΑΡΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟ ΙΔΙΟ ΘΕΜΑ) (1977, 60’), της Αντουανέττας Αγγελίδη

Γαλλικά και ελληνικά, με ελληνικούς και αγγλικούς υποτίτλους

Παρουσία της σκηνοθέτριας

121280 RITUAL (1980/2008, 16’), της Αντουανέττας Αγγελίδη και της Ρέας Βαλντέν

Αγγλικά, με ελληνικούς υποτίτλους

Παρουσία των σκηνοθετριών

ΩΡΑ ΜΕΣΗΜΕΡΙΟΥ (2006, 31’), της Αντουανέττας Αγγελίδη και της Ρέας Βαλντέν

Ελληνικά, με αγγλικούς υποτίτλους

Παρουσία των σκηνοθετριών

 

Κυριακή 15 Δεκεμβρίου

19:15 // Αίθουσα Β, Ταινιοθήκη της Ελλάδος

ΟΙ ΩΡΕΣ - ΜΙΑ ΤΕΤΡΑΓΩΝΗ ΤΑΙΝΙΑ (1995, 80’), της Αντουανέττας Αγγελίδη

Ελληνικά, με αγγλικούς υποτίτλους

Παρουσία της σκηνοθέτριας

 

Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου

21:00 // Αίθουσα Α, Ταινιοθήκη της Ελλάδος

ΚΛΕΦΤΗΣ Ή Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ (2001, 80’), της Αντουανέττας Αγγελίδη

Ελληνικά, με αγγλικούς υποτίτλους

Παρουσία της σκηνοθέτριας.