Άνθρωπος διακριτικός, τρυφερός και με έντονη παιδικότητα,
ο 82χρονος σήμερα Μεχμέτ Κανσού είναι ο «Νέστορας» της τουρκοκυπριακής ποίησης και διηγηματογραφίας.
Η πρόσφατη κυκλοφορία από
τις Εκδόσεις Βακχικόν του ποιητικού ανθολόγιού του Το
βουητό του μικρού δένδρου στάθηκε η αφορμή για μια γραπτή επικοινωνία μαζί του.
Ποιητής,
διηγηματογράφος, δοκιμιογράφος, καθηγητής φιλολογίας: σε όλη σας τη ζωή σεμνά
και τρυφερά υπηρετήσατε τη λέξη. Πότε
συνειδητοποιήσατε για πρώτη φορά ότι αυτή ήταν η κλίση σας;
Σπούδασα Τουρκική Λογοτεχνία
και Θεωρίες Διδασκαλίας. Δεν είμαι, όμως, ακαδημαϊκός.
Η πρώτη ιστορία που διάβασα
στο δημοτικό και με επηρέασε βαθιά ήταν για ένα αγοράκι που είχε μείνει μόνο στο
σπίτι στο χωριό κι έκλαιγε γιατί η μητέρα του είχε πάει σε ένα γειτονικό κτήμα για
δουλειά. Τα μάτια του ήταν γαλανά κι έτρεχαν δάκρυα.
Γιατί συγκινήθηκα τόσο; Μια
πολύ σύντομη εξήγηση:
Η μητέρα μου με γέννησε σε
ένα χωριό της Πάφου. Πώς έμεινε έγκυος; Ίσως ενόσω φρόντιζε τα κατσίκια και τα πρόβατα
στο κτήμα ένας νεαρός χωρικός να φρόντιζε κι εκείνος τα δικά του. Ίσως να ήρθαν
πολύ κοντά!
Παντρεύτηκαν κι έπειτα
χώρισαν. Η μητέρα μετακόμισε στη Λευκωσία για να ξεκινήσει εκ νέου. Άρχισε να
δουλεύει όπου έβρισκε. Απέμεινα μόνος, όπως το αγόρι της ιστορίας. Ξεκίνησα, λοιπόν,
να περιπλανιέμαι στους δρόμους. Ακόμα μ’ αρέσει.
Η μητέρα ξαναπαντρεύτηκε,
κι ως ανεπιθύμητο από τον πατριό με έστειλαν πίσω στην Πάφο σε μια οικογένεια για
να με φροντίσει. Δεν είχαν παιδιά. Όλα τα χρόνια μέχρι το γυμνάσιο μου φέρονταν
πολύ σκληρά, σχεδόν σαν σκλάβο.
Ήμουν, εξάλλου, υποχρεωμένος
να δουλεύω σε όλη τη διάρκεια των καλοκαιρινών μου διακοπών. Αυτό συνεχίστηκε μέχρι
το γυμνάσιο.
Νομίζω ότι όλες οι δυσκολίες,
τα τραυματικά χρόνια μακριά από την μητέρα και τον πατέρα, μονάχος να παλεύω για
επιβίωση, άφησαν βαθιά υποσυνείδητα τραύματα.
Ίσως εξαιτίας όλων αυτών έμαθα
πώς να επιβιώνω, για τους ανθρώπους, για τον άντρα, τη γυναίκα και τη ζωή.
Θα
θέλατε να μου μιλήσετε για τους πρώτους σας έρωτες;
Στην οδό Θερμοπυλών, όπου
έμενα, έμενε κι η Άντζελα, συνομήλική μου. Παρατηρήσαμε ο ένας τον άλλο και ξεκινήσαμε
να περπατάμε και να μιλάμε.
Εκείνο τον καιρό μπορούσα
να μιλήσω ελληνικά και αγγλικά. Ήταν τόσο όμορφη και τρυφερή!
Έπειτα στο γυμνάσιο γνώρισα
την Λία! Ήταν εξίσου όμορφη με την Άντζελα. Ένα τουρκόπουλο και δύο κορίτσια ελληνικής
καταγωγής. Ήμουν ερωτευμένος μαζί τους.
Ο καιρός πέρασε, κι έπρεπε
να πάω στη Λευκωσία στο λύκειο. Πριν μετακομίσω, ξανασυνάντησα την Λία.
Κουβεντιάσαμε και με ρώτησε: «Πότε επιστρέφεις;»
Άλλη μια ερώτηση που πρέπει να απαντήσει ο Φρόιντ.
Ενώ ήμουν μαθητής λυκείου,
άρχισα να διαβάζω πιο σοβαρά βιβλία: ερωτικά μυθιστορήματα, Χέμινγουεϊ, Σταντάλ,
Μολιέρο, Μάικ Χάμερ, κάποια αστυνομικά κ.λπ.
Το να διαβάζω βιβλία και ποιήματα
με έκανε να καταλάβω το νόημα των λέξεων. Ναι, το να ονειρεύομαι όλη την ώρα, ώστε
να αποδράσω σε έναν άλλο κόσμο, σε μια ευτυχισμένη παιδική ηλικία.
Ξανασυναντήσατε
τους γονείς σας;
Έπειτα από πολλά χρόνια ήρθα
πρόσωπο με πρόσωπο με την μητέρα μου. Σε ένα μονόχωρο σπίτι, τρία πρόσωπα με κοιτούσαν,
και τα κοιτούσα κι εγώ. Ο ετεροθαλής αδερφός κι οι ετεροθαλείς αδερφές μου.
Δεν είχα άλλη επιλογή από
το να μπω, ελπίζοντας κάποια μέρα να βρω έναν τρόπο να φύγω πετώντας.
Από την άλλη, ο πατέρας
μου!
Χωρίς επίγνωση, χωρίς φροντίδα,
χωρίς επικοινωνία μένα. Λες και δεν υπήρχα. Κάποια μέρα ο θείος μου μού είπε ότι
ο πατέρας μου θέλει να με προσκαλέσει στο χωριό για να συναντηθούμε.
Τότε ήμουν 32, απόφοιτος πανεπιστημίου,
παντρεμένος με δύο παιδιά.
Στο τέλος, αποφάσισα να πάω
να τον βρω. Συναντηθήκαμε, λοιπόν, αλλά, για να είμαι ειλικρινής, δεν ένιωθα
τίποτα γι’ αυτόν. Μόνο λίγο σεβασμό μπορούσα να του δείξω.
Η
πρώτη ποιητική συλλογή σας εκδόθηκε το 1959.
Αισθάνεστε
πως η ποίησή σας έχει μεγαλώσει και ωριμάσει μαζί με σας, σαν να ήταν παιδί σας,
και σε απάντηση προς τις τραυματικές αλλαγές που συντελούνταν στην κυπριακή κοινωνία
ανά τις δεκαετίες;
Όπως ευφυώς σχολίασες, ήταν
εκείνα τα χρόνια που ωρίμασαν τις σχέσεις μου με τις λέξεις.
Το να φαντάζομαι, να ονειρεύομαι,
να διαβάζω και να κοιτάζω στον καθρέφτη με κατεύθυνε σε έναν κόσμο γραμμάτων. Και διαρκώς να θέτω ερωτήματα στον εαυτό μου.
Έπειτα, συνέβησαν οι τραυματικές
αλλαγές στη ζωή της Κύπρου που διαμόρφωσαν μια νέα Ιστορία, έναν νέο τρόπο ζωής
-πολιτικά και κοινωνικά- και ανεπιθύμητες καταστροφές, όπως η διαίρεση του νησιού.
Επί έξι χρόνια ενεπλάκην σε
δικοινοτικές συναντήσεις για την επίλυση της διαμάχης. Οι ιδέες μας αντικατοπτρίστηκαν
στο Σχέδιο Ανάν, το οποίο έγινε αποδεκτό από την τουρκική πλευρά, αλλά όχι από
την ελληνική.
Μια διαιρεμένη Λευκωσία, λοιπόν,
με στρατιώτες πρόσωπο με πρόσωπο στις δυο πλευρές. Μετά το Βερολίνο, μια διαιρεμένη πόλη.
Μερικές φορές, το προσωπικό
στα γυμνάσια με προσκαλεί για να μιλήσω σχετικά με την ποίηση και τις ιστορίες.
Έχω παρατηρήσει ότι οι περισσότεροι καθηγητές δε γνωρίζουν τη σύγχρονη Τουρκία
ή άλλες χώρες, δεν έχουν αρκετό ενδιαφέρον.
Κάτι άλλο που έχω παρατηρήσει
είναι η επίμονη ερώτηση μαθητών «Τι σημαίνει
κάποιο ποίημα;». Ακόμα κι ο ποιητής δεν ξέρει. Τα ποιήματα δεν υπάρχουν για να γίνουν
κατανοητά, όπως ξέρεις.
Είμαι ποιητής διαμαρτυρίας,
αλλά δε φωνάζω, δε βάζω το δάχτυλο στο μάτι. Προτιμώ να πείθω τον αναγνώστη να αισθανθεί
και να μοιραστεί και κάνοντάς το ν’ ανοίξει τα φτερά του προς νέους ορίζοντες.
Το σημαντικό είναι πώς νιώθει
ο αναγνώστης και πώς δημιουργεί τα όνειρά του.
Μια
βαθιά σύνδεση με το φυσικό περιβάλλον είναι επίσης εμφανής. Αισθάνεστε μαγεμένος
από τη φύση;
Ναι, νιώθω μαγεμένος από
τη φύση. Έμαθα ότι η γεωγραφία κάνει τους ανθρώπους, γιατί τα βουνά, οι
πεδιάδες, τα δάση, τα ποτάμια αντανακλούν τη δομή του περιβάλλοντος, κι ασφαλώς
τους ανθρώπους που επίσης ζουν εκεί.
Για παράδειγμα, όσοι ζουν
στο δυτικό τμήμα της Κύπρου είναι πιο ενεργητικοί και παραγωγικοί, γιατί έτσι τους
κάνει η γεωγραφία. Αντιθέτως, εκείνοι που ζουν στο ανατολικό είναι πιο σιωπηλοί.
Σπέρνουν, και περιμένουν τη βροχή.
Πιο
συγκεκριμένα, «το νερό είναι η ουσία των πάντων»,
γράφετε σε ένα από τα ποιήματά σας. Γιατί;
Το νερό είναι θεμελιώδες
για τη ζωή. Η Κύπρος βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα της Μεσογείου. Ως επί το
πλείστον είναι ξηρό νησί, χωρίς πολλά δάση, χωρίς πολύ νερό, ποτάμια, λίμνες...
Όλοι οι αποικιοκράτες -Βενετοί,
Οίκος των Λουζινιάν, Οθωμανοί, Βρετανοί- αφιέρωσαν χρόνο και ενέργεια για να φέρουν
το νερό από το ένα μέρος στο άλλο, κυρίως χτίζοντας κανάλια.
Οι εισβολείς στην Κύπρο πάντα
έσκαβαν τη γη για να φέρουν το νερό στην επιφάνεια. Αυτή είναι άλλη μια καταστροφή
για τη ζωή των Κυπρίων. Η Κύπρος θα γίνει μια τεράστια έρημος για τους ανθρώπους
της.
Θα είναι μια μεγάλη τραγωδία
για την οποία οι περισσότεροι δε νοιάζονται.
Μια
ταιριαστή εισαγωγή στο σώμα της ποιητικής δουλειάς σας κυκλοφόρησε πρόσφατα στην
Ελλάδα από τις Εκδόσεις Βακχικόν.
Γιατί ήταν τόσο σημαντικό για σας να επιλέξετε τα 70 ποιήματα που περιλαμβάνονται
σ’ αυτή;
Πολύ καλή, αλλά δύσκολη
ερώτηση.
Αφιέρωσα σχεδόν μια βδομάδα
στην επιλογή τους. Η κοινωνική ζωή, οι πολιτικές και κοινωνικές καταστάσεις, οι
ανθρώπινες σχέσεις αλλάζουν και την ποίηση.
Κάθε ποίημα έχει την
ιστορία του. Κάθε ποίημα έχει να κάνει με το υποσυνείδητο. Βαθιά στη σιωπή, κρύβεται
η αίσθηση ενός νέου ποιήματος, κι ίσως κάποια μέρα έρθει στην επιφάνεια.
Για να είμαι ειλικρινής,
κάποιες φορές κλαίω. Για παράδειγμα, όταν στο δημοτικό ο διευθυντής μού
απαγόρευσε να πάω στο σχολείο και με έστειλε σπίτι επειδή δεν είχα πληρώσει τα
δίδακτρα, επί ώρες περπατούσα στο δρόμο κλαίγοντας.
Αναφέρετε
τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, που υποθέτω ότι αποτελεί μια από τις πηγές έμπνευσής
σας. Ποιοι άλλοι συνέβαλαν στη διαμόρφωση της ποιητικής και εν γένει
προσωπικότητάς σας;
Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία
Μάρκες ήταν ένας σπουδαίος μυθιστοριογράφος και διανοούμενος.
Αλλά όχι μόνο αυτός: ο
Κοέλιο, ο Πεσόα, ο Φουέντες, ο Βαλερύ, ο Ρεμπό, ο Ιλχάν Μπερκ, ο Τζεμάλ
Σουρεγιά, ο Χικμέτ, ο Ρίτσος, ο Καζαντζάκης, ο Καλβίνο, ο Ντίλαν.
Η λογοτεχνία είναι ένας τρόπος
να θέτεις ερωτήματα.
Ο Εράυ Ακ, ένας Τούρκος σχολιαστής,
έγραψε: «Η τουρκική ποίηση μετά το 2000
άλλαξε: πιο ειρωνική, πιο μεγάλη προσοχή στη γλώσσα».
Αλλά, όπως είπε κάποτε ο Ρόμπερτ
Γκρέιβς: «Ένα τέλειο ποίημα είναι αδύνατο».
«Aχ,
πώς θα μοιάζει το αύριο;» -για να χρησιμοποιήσω
τον τίτλο ενός εκ των ποιημάτων σας- για την ανθρωπότητα, την Κύπρο και τους κατοίκους
της, υπό το φως της πανδημίας και της ανάδυσης ενός παγκόσμιου ολοκληρωτισμού;
Σήμερα βρισκόμαστε έγκλειστοι
στα σπίτια μας! Ο κορονοϊός είναι ο εχθρός μας. Δεν ξέρουμε πότε και πώς θα
εμφανιστεί. Ποιον θα κατηγορήσουμε; Το καπιταλιστικό σύστημα, κάποιους
ακαδημαϊκούς, την Κίνα;
Πρέπει να διαβάσουμε και να
σκεφτούμε τι λένε ο Ζίζεκ, ο Τσόμσκι, ο Χαράρι.
Όσο για τους κατοίκους της
Κύπρου, πρέπει να ενωθούμε εναντίον του εχθρού μας χέρι με χέρι, να ξεχάσουμε και
να μάθουμε από τα χρόνια. Και να πολεμήσουμε για το μέλλον, το μέλλον μας.
Πρέπει να ενωθούμε κάτω από
ένα ομοσπονδιακό σύστημα, όπως ο ευρωβουλευτής Νιαζί Κιζιλγιουρέκ επιμένει και γράφει.
Δυο ομοσπονδίες κάτω από μία ομπρέλα.
Τι
σημαίνει ποίηση για σας, τελικά; Είναι μια «διαίσθηση»;
«Κομματιασμένες πεταλούδες»; Ίσως
κάτι δύσκολο να περιγραφεί με λέξεις;
Είμαι αυτό που γράφω. Ως
παιδί, ως αγόρι, ως ενήλικος βίωσα φρικτά χρόνια.
Το να διαβάζω και να γράφω,
το να έχω καλούς φίλους και το να είμαι κομμάτι των οικογενειών τους με κράτησαν,
όμως, όρθιο. Με κάποια τύχη, βεβαίως. Ναι, όπως έγραψες, η ποίηση είναι «κάτι δύσκολο να περιγραφεί με λέξεις».
Πάντα προσπαθώ να συλλέγω
τα «κομματιασμένα φτερά των πεταλούδων»
μου και κάθε φορά να τα συγκολλώ. Όπως ο Σίσυφος, φαντάζομαι έναν κόσμο θαυμάτων
και μια έντιμη ζωή.
Θυμάμαι τα λόγια του Ζοζέ
Σαραμάγκου για τον Μαροκινό παππού του:
«Καθισμένος σε μια λοφοπλαγιά, καπνίζοντας το τσιγάρο του και κοιτάζοντας
την κενότητα του γαλάζιου ουρανού»...
Σε ευχαριστώ που διάβασες
το ανθολόγιο. Στην πραγματικότητα, προτιμώ να μιλώ πρόσωπο με πρόσωπο. Ίσως μια
μέρα.
Είθε τα πάντα να σου έρχονται
όπως επιθυμείς! Ίσως μια μέρα έχουμε μια παραδεισένια Κύπρο και μια παντοτινή
ειρήνη για όλους τους Κύπριους και για όλο τον κόσμο!
Ευχαριστώ
θερμά την Πηνελόπη
Πετράκου και τον Νέστορα Πουλάκο
από τις Εκδόσεις Βακχικόν για την πολύτιμη συνδρομή τους στην πραγματοποίηση της συνέντευξης.
Το ανθολόγιο ποιημάτων του Μεχμέτ
Κανσού Το
βουητό του μικρού δένδρου κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Βακχικόν σε μετάφραση Λάλε Άλατλι και πρόλογο Γιώργου Φράγκου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου