![]() |
Sophie Lies (Φωτογραφία: Stephie Grape) |
Μια από τις πιο ιδιοσυγκρασιακές
και εξελισσόμενες παρουσίες της εγχώριας ποπ σκηνής, η Sophie Lies συμμετέχει
στην
πρώτη μέρα του Rudu
Fest,
το οποίο διεξάγεται στον χώρο του ΠΛΥΦΑ στις 13 και 14
Ιουνίου.
Συστηνόμαστε μαζί της με
τη βοήθεια των στίχων της.
«H Sophie ζει στην Αθήνα
αλλά μεγάλωσε στο Πέραμα, μία συνοικία του Πειραιά. Γράφει τραγούδια συχνά»,
διαβάζω στο λιτό, σχεδόν κρυπτικό, «βιογραφικό» σου. Θα ήθελες να γράφεις
τραγούδια συχνότερα;
Η αλήθεια είναι πως αυτό
το «βιογραφικό» έχει διατηρηθεί, αλλά σήμερα νιώθω πως η ταυτότητα έχει
αλλάξει.
Ήταν το πρώτο βιογραφικό
σημείωμα της Σόφι και τότε είχε μεγάλη ανάγκη να πει από πού έρχεται.
Κυριολεκτικά. Σήμερα αισθάνεται μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και δε χρειάζεται να
χωρέσει (απαραιτήτως) σε μια γεωγραφία.
Όσο για τη συχνότητα της
δημιουργίας, όχι, δε θα ήθελα να γράφω συχνότερα. Θα ήθελα να γράφω καλύτερα,
πιο αυθεντικά, πιο ειλικρινά, πιο αυθόρμητα.
Αυτού του τύπου οι
προσδοκίες και απαιτήσεις, θεωρώ πως δεν εκλείπουν ποτέ. Και για να μην
εκλείψουν ποτέ, προϋποθέτουν μια παράδοση στη ροή του χρόνου.
«Είμαστε μεγάλα παιδιά
πια από πανεπιστήμια και ωδεία/ Κάνουμε γιόγκα και μουσική και
ψυχοδραματοθεραπεία/ Μιλάμε αργά, συνειδητά, βρίζουμε λίγο έτσι απλά για
τη φάση/ Μα εγώ κάτι άλλο θέλω να πω κι όλο κάνω πως τοʼχω ξεχάσει».
Γιατί κάνεις πώς το’ χεις
ξεχάσει;
Όταν έγραψα τα Μεγάλα Παιδιά,
ένιωθα πολύ μεγάλη την απόσταση από αυτό που βίωνα στην πραγματικότητα μέσα μου
κι από αυτό που τελικά φανέρωνα.
Νομίζω πως ο στίχος «κάνω
πως το’ χω ξεχάσει» είναι μια ειλικρινής στιγμή, που παραδέχεται αυτό
ακριβώς. Άλλο λέω, άλλο θέλω, άλλο κάνω.
«Κι ό,τι μου πρόσφερε
χαρά, τώρα το βλέπω νʼ αρρωσταίνει». Σχήμα λόγου ή έτσι ένιωθες όταν
έγραφες το τραγούδι;
Αυτός ο στίχος φέρει
μεγάλη λύπη και απόγνωση στο φορτίο του. Είναι μια αλήθεια για μένα αυτό, έχω
περάσει πολύ χρόνο μέσα στη μελαγχολία και τη θλίψη.
Ευτυχώς, υπήρξαν οι
συνιστώσες και οι συνθήκες στην ζωή μου, ώστε να γίνει αυτός ο μπλε
μελαγχολικός τόπος της θλίψης μια φωλιά και μια δημιουργική μετουσίωση. Αλλά ο
δρόμος προς τη χαρά, τότε, ήταν πολύ μακρύς.
«Κλείνοντας τα μάτια
μας, στου μυαλού τη ζάλη μας/ ό,τι αληθινό μας πετάει στο κενό/ Κλείνοντας
τα μάτια μας, στου μυαλού την πλάνη μας/ όλα μας τραβάν στο χορό, στο
χορό, στο χορό». Τι αντλείς από τον χορό;
Α καλά, λατρεύω τον χορό.
Χορεύω πάρα πολύ. Και χορεύω καλύτερα με συγκεκριμένους χορευτικούς παρτενέρ,
φίλους μου, που το απολαμβάνουμε πολύ και ο χορός σε συγκεκριμένα τραγούδια
έχει γίνει πολύ σημαντικός για τη σχέση μας.
Και φυσικά, το Τανγκό,
το τραγούδι στο οποίο συναντάμε αυτόν τον στίχο που αναφέρεις, είναι ένα
ερωτικό τραγούδι, με την έννοια ότι είναι ένα τραγούδι ακριβώς για αυτό, για το
σχετίζεσθαι, για το «μαζί». It
takes two to tango, που λέμε.
«Κι από εδώ πάνω τώρα
όπως σας κοιτάζω, αγωνιώ μα όλο το κρύβω, το σκεπάζω, μην καταλάβετε ποτέ πως
στʼ όνειρό μου, πολύ φοβάμαι μήπως βρω τον εαυτό μου». Γιατί να φοβάται
κάποιος να βρει τον εαυτό του στα όνειρα;
Προσωπικά, ο ύπνος έχει
υπάρξει μεγάλη αναμέτρηση. Από την πολύ μικρή ηλικία ήταν φορτωμένος με άγχος
και εφιάλτες, τα τελευταία χρόνια έχει γίνει μια κατάσταση ξεκούρασης.
Ο ύπνος, θέλει άφημα,
παράδοση - για να σε ξεκουράσει χρειάζεται να μοιάζει με βουτιά σε μια αγκαλιά.
Λέμε, «παραδόθηκε στην αγκαλιά του Μορφέα» και περιγράφουμε έτσι τον πιο
γαλήνιο ύπνο.
Οπότε, ξαναδιαβάζοντας
τώρα τον στίχο, μπορώ να πω πως σίγουρα φοβόμουν τον ύπνο γενικότερα. Τώρα,
όπως το ρωτάς, σκέφτομαι πως το όνειρο είναι στην πραγματικότητα η επιθυμία μας
μεταμορφωμένη.
Νομίζω πως ήθελα να πω
ότι φοβάμαι να φανερώσω -κι έτσι να αντιμετωπίσω- αυτό που βαθιά μέσα μου
επιθυμώ, αυτό που είμαι.
«Μοιάζει να λέω πως η
πραγματικότητα δε με αφορά. Ίσως να φταίει το ότι διανύουμε αυτή την εποχή όπου
η σκέψη μετατόπισε το κέντρο, τον πυρήνα, την ελπίδα, την πιο ενστικτώδη μας
ορμή, λίγο πιο κει». Πού εντοπίζεις τoν πυρήνα;
Έχει πλάκα γιατί η
απάντηση στην ερώτησή σου υπάρχει ήδη μέσα στον στίχο. Η στίξη αυτού του στίχου
είναι [...] η σκέψη μετατόπισε το κέντρο, τον πυρήνα: την ελπίδα - την πιο
ενστικτώδη μας ορμή, λίγο πιο κει.
Σήμερα δε θα έβαζα την
λέξη «ελπίδα» στον πυρήνα, αλλά το νόημα παραμένει περίπου ίδιο. Θα έβαζα τη
λέξη «σχέση» ή την «πίστη».
Τι βρίσκεται στην «άλλη
πλευρά της συνήθειας», για να δανειστώ τον τίτλο του σαφώς πιο ώριμου συνθετικά
δεύτερου άλμπουμ σου; Το/την αποζητάς ή σε τρομάζει;
Νομίζω πως τη σκαλίζω,
την ψαχουλεύω. Σκέφτομαι τη συνήθεια τόσο ως την αιτία που καταλήγουμε να
είμαστε κάτι, αλλά και ως τον λόγο που θέλουμε να σταματήσουμε να είμαστε αυτό
το κάτι.
Είναι ένα νόμισμα διπλής
όψης. Ξεβολεύομαι-νιώθω ασφαλής, ρισκάρω-αποδέχομαι, ανατρέπω-οικειοποιούμαι,
ταξίδι-σπίτι. Επιτέλους, μπορώ να αναγνωρίζω ότι και τα δύο είναι
πολύτιμα.
«Τραβάω τη μάσκα μου
αργά ως το σαγόνι/ τρομοκρατία είναι η σκέψη ‘είμαστε μόνοι’».
Είναι. Είμαστε, όμως, (και) μόνοι, έτσι δεν είναι; Αναζητάς τον εαυτό σου και
σε συλλογικές διαδικασίες οποιουδήποτε τύπου;
Πράγματι είμαστε και
μόνες, μόνοι, μόνα. Ενδεχομένως να μπορούσαμε να πούμε ότι είμαστε κυρίως αυτό.
Αλλά η υπαρξιακή αναμέτρηση της μοναξιάς μας είναι μια άλλη συζήτηση.
Ο στίχος αναφέρεται στην
αλληλεξάρτηση εντός της κοινότητας και στην υποτίμηση της δύναμης των δεσμών
μας, των συλλογικών έργων, στο ψέμα που βολεύει πολύ τον εξουσιαστικό λόγο πως
«καθένας και η μοίρα του».
Δεν αναζητώ τον εαυτό μου
σε συλλογικές διαδικασίες οποιουδήποτε τύπου γιατί δεν θεωρώ πως οι
συλλογικότητες φύσει προάγουν τον λόγο που με αφορά.
Οι ομάδες είναι σύνθετο
φαινόμενο και σίγουρα δεν έχουν όλες κοινές αφετηρίες, στόχους και τρόπο
ρύθμισης.
«Κάθε μέρα τερματίζουν
οι μονάδες μας/ κι όλα εντός μας επιστρέφουν σα μανάδες μας/ μα
εμείς φτιάχνουμε καινούριο λεξιλόγιο/ αντλώντας απ’ την Μπάτλερ και το
πιο βαθύ υπόγειο».
Διάβαζα αυτές τις μέρες
το Ποιος φοβάται το φύλο; Από τα πιο σημαντικά βιβλία των τελευταίων
χρόνων. Τι σε γοητεύει περισσότερο στον λόγο και τη σκέψη τ@ Μπάτλερ;
Ότι φέρνει τον Άλλο πάντα
μέσα στο παιχνίδι. Παλεύει να τον κρατήσει εκεί, όσο δύσκολο κι αν είναι.
Ότι μιλάει για το πένθος,
για το φύλο, για τη σεξουαλικότητα, για την ιστορία, για τη μάθηση, για τη
λογοτεχνία, για, για, για, πάντα μιλώντας για τη σχέση πρώτα.
Η σχέση με τον άλλον. Τον
άλλο έξω μου, μέσα μου, πριν από μένα, μετά από μένα, γνωστό, ξένο, εχθρό,
φίλο.
Η ηθική που πρεσβεύει
είναι ένα λουλούδι που ανθίζει ακόμη και στο σκοτεινότερο μέρος. Αγαπώ τον λόγο
που φέρει - με έχει διαμορφώσει.
«Μα όσες μας μάθαν οι
αλάνες να γελάμε/ με μια πέτρα στο στομάχι τραγουδάμε». Έπαιζες σε
αλάνες μικρή; Κι αν ναι, τις νοσταλγείς;
Ναι, έπαιζα! Είχα αυτή
την τύχη! Είχαμε φτιάξει και δεντρόσπιτο. Δεν μπορώ να πω ότι νοσταλγώ τις
αλάνες, όμως, ως παρελθούσα παιδική ανάμνηση. Ωστόσο, συχνά νοσταλγώ την
ελευθερία του δρόμου.
«Είναι οι λέξεις που
θα δείξουνε τον τρόπο/ όχι οι πράξεις (όπως όλοι τους νομίζουν)».
Εμπιστεύεσαι τις λέξεις (σου); Δε συνιστά κι ο λόγος πράξη;
Νομίζω πως αυτός ο στίχος
είναι φόρος τιμής στην αγάπη μου για τη γλώσσα.
Και επειδή, φυσικά έχεις
δίκιο, ο λόγος συνιστά πράξη, νομίζω ότι βοηθάει (αν θέλουμε να το σκεφτούμε
όπως το σκέφτομαι εγώ - δεν είναι και απαραίτητο) να σκεφτούμε τις λέξεις ως το
εργαλείο της ποίησης, της γλώσσας, της ψυχανάλυσης.
Ο στίχος χτίζει αυτή την
αντίθεση για να πει πως ο ποιητικός λόγος έχει μεγάλη δύναμη, ενίοτε μπορεί να
είναι πιο αληθινός από τον κυριολεκτικό.
«Τα παιδιά μου τα
θλιμμένα με κοιτούν/ κι εγώ εμένα». Πώς τα πας με την παιδικότητα;
Ε, όπως τα περισσότερα
άτομα της γενιάς μου, έτσι κι εγώ, άργησα να συστηθώ με τον ενήλικα μέσα μου.
Γιατί η ενήλικη εαυτή μου είναι αυτή που μπορεί να «τα πάει κάπως» με
παιδικότητα, όχι το παιδί. Με δυσκολεύει, για να είμαι ειλικρινής.
Ευτυχώς, όμως, όσο
περνάει ο καιρός μαθαίνω να παίζω ως ενήλικας περισσότερο.
«Στο υποσυνείδητο
ποντάρω τα λεφτά μου/ στην ενατένιση, τη φύση, τον Κορτές». Αποδίδει
το «ποντάρισμα»;
Φουλ!
«Όπως μπερδεύονται οι
κλωστές στα γόνατά μας/ παραπατώντας διεκδικούμε ισορροπία». Κι αν
καμιά φορά σπάμε ποδαράκια;
Αυτός ο στίχος είναι
εμπνευσμένος από το Έξι Νύχτες στην Ακρόπολη του Σεφέρη. Λέει κάπου: «Τα
πόδια μας μπερδεύονται στις κλωστές που δένουν τις καρδιές μας». Το να
σπάμε ποδαράκια είναι τραυματικό, δεν το θέλουμε.
Αλλά μπορεί οι κλωστές
κάποτε να χαλαρώσουν τόσο που να μοιάζουν με αυτό το παιχνίδι που παίζαμε στο
δημοτικό με το λάστιχο.
Υπήρχε ο φόβος της
πτώσης, φυσικά, αλλά κατά βάση ήταν διασκεδαστικό και είχε πλάκα, είχε ζωή και
ανάμνηση, παιχνίδι και φίλες - άξιζε το ρίσκο της σαβούρας.
Ευχαριστώ
την Sophie
Lies
για
την έμπνευση και τον χρόνο της, καθώς και για την παραχώρηση
της φωτογραφίας της που συνοδεύει το κείμενο.
H Sophie Lies ανεβαίνει
στην καλοκαιρινή σκηνή του Rudu Fest την
Παρασκευή 13 Ιουνίου, στον χώρο του ΠΛΥΦΑ (Κορυτσάς 39, Βοτανικός).
Οι πόρτες ανοίγουν στις 19:30.
Πληροφορίες φεστιβάλ:
Rudu Fest Athens 2025 - Open Air
Παρασκευή 13 & Σάββατο 14 Ιουνίου 2025
Day 1 | 13 Ιουνίου 2025
Usurum, Sophie Lies, Κωστής, Σταύρος Τσαντές, Σταύρος
Άλλος
Day 2 | 14 Ιουνίου 2025
Μικρός Κλέφτης, Katohos, Το Σφάλμα, Αeon, MI55T w/ Crashoverride
Link ηλεκτρονικής
προπώλησης εισιτηρίων:
RUDU
FEST ATHENS 2025 - OPEN AIR | Εισιτήρια
online! | More.com