Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2025

Λουκία Μιχαλοπούλου: «Το θέατρο μπορώ να το δω μόνο ως δοκιμασία»

 

Λουκία Μιχαλοπούλου (Φωτογραφία: Ανδρέας Σιμόπουλος)

Μια από τις πιο ολοκληρωμένες ηθοποιούς της γενιάς της, η Λουκία Μιχαλοπούλου δίνει μια υπερβατική ερμηνεία στην εμπνευσμένη από το έργο του Παζολίνι παράσταση Όστια - αυτό είναι το Σώμα μου, η οποία παρουσιάζεται στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης.

Μια συνάντηση με την Λουκία Μιχαλοπούλου.

Παρακολουθώντας σε στην παράσταση Όστια - αυτό είναι το Σώμα μου επιβεβαιώνω ότι διαθέτεις μια φωνή με πολύ ιδιαίτερη χροιά. Πόσο σημαντική είναι η φωνή για σένα, κυριολεκτικά και δημιουργικά;

Είναι πολύ μεγάλο εργαλείο. Και στο να το χειρίζεσαι, και στο να αφήνεις -μερικές φορές- να σε χειρίζεται κι αυτό.

Με ποια έννοια;

Με την έννοια ότι πολλές φορές το οδηγούμε, σε σχέση με τόνους και ρυθμούς.

Πολλές φορές, όμως, ο ήχος μάς εκπλήσσει, μας αποκαλύπτει περιοχές με τις οποίες δεν είμαστε εξοικειωμένοι, και οφείλουμε να τον εμπιστευτούμε.

Η εμπειρία από τη συμμετοχή μου στις Τρεις Γυναίκες του Μπομπ Γουίλσον, για παράδειγμα, ήταν πολύ απελευθερωτική σε σχέση μ’ αυτό.

Με βοήθησε να συνειδητοποιήσω πως μπορούμε να «πεταγόμαστε» σε περιοχές και τόνους χωρίς την αγωνία της συνέπειας. Ο ήχος κάνει περίεργα ταξίδια.

Αντίστοιχα ταξίδια πραγματοποιούν τα περάσματα μέσα από τους χαρακτήρες.

Ακριβώς. Η φωνή είναι ένα μέσο. Κανένας άνθρωπος και κανένας χαρακτήρας δε  διαθέτουν μόνο μία. Αν κάποιος μας άκουγε να μιλάμε τώρα, θα διαπίστωνε πόσο διαφορετικές ποιότητες φωνής έχουμε.

Η δικιά σου φωνή, πάντως -κι εδώ θα επιμείνω λίγο-, είναι σε μεγάλο βαθμό φωνή που παραπέμπει σε αρχαιοελληνικό δράμα.

Χαίρομαι πολύ που το λες γιατί αυτό που σκηνοθετικά και υποκριτικά θέλαμε να δημιουργήσουμε στην Όστια με τον Αντρέα Μαντά ήταν ένα αρχαίο δράμα κλειστού χώρου.

Δωματίου.

Δωματίου, ναι. Αναρωτιόμασταν πώς μπορεί να λειτουργήσει όταν έχεις τον θεατή τόσο κοντά.

Ταυτόχρονα, αφετηρία και βάση του εγχειρήματός σας αποτέλεσε το έργο του Παζολίνι. Ήταν κοινή;

Ναι, και για τους δυο μας.

Ο Παζολίνι είναι μια αρχετυπική φυσιογνωμία, ένα σύμβολο και οι ηρωίδες με τις οποίες καταπιάνονται σχετίζονται πολύ με τους μύθους.

Δεν ορίζεται, ωστόσο, ο κόσμος του Παζολίνι, κατά τη γνώμη μου, δεν μπαίνει σε «κουτάκια», δεν εξηγείται. Ούτε το έργο του. Αυτό το στοιχείο είναι κοινό με την αρχαία τραγωδία.

Πριν από μερικά χρόνια, σε μια συνάντησή μου με τον Νινέττο Ντάβολι, μου είχε πει πως «ο Παζολίνι δε φοβήθηκε ποτέ το σύστημα, κι αυτή ήταν η δύναμή του». Συμμερίζεσαι την άποψή του;

Φυσικά και τη συμμερίζομαι.

Δε σημαίνει, όμως, ότι λειτουργώ με βάση τη λογική να πηγαίνω κόντρα σε κάτι. Πιο πολύ μ’ ενδιαφέρει να υποστηρίζω και να επαναπροσδιορίζω κάθε φορά τα πιστεύω, τα θέλω και τα όνειρά μου από το να πω «πάω κόντρα στο σύστημα».

Το θέμα είναι να είμαστε πιστοί στα όνειρά μας.

Τι ποιότητες και ποιες συγγένειες έχεις ανακαλύψει στον και με τον Παζολίνι;

Ο κόσμος του είναι πολύ παράξενος και θολός.

Έχει κάτι το ακατέργαστο, γήινο, ταυτόχρονα πολύ υπερβατικό, έως και μεταφυσικό, πολύ ευαίσθητο και σκληρό, και πάρα πολύ παιδικό και επαναστατικό. Πολιτικό, και συνάμα εξαιρετικά ερωτικό. Και πολύ μοναχικό, αλλά και συνδεδεμένο με τη μήτρα.

Παρότι, πάντως, η παράσταση έχει δουλευτεί πολύ, δεν ξέρω κάθε φορά πού θα με βγάλει. Το μόνο που ξέρω είναι πως πρέπει να είναι πολύ γενναιόδωρη: απέναντι στον εαυτό μου και σε εσάς.

Αντιλαμβανόμαστε με τον Αντρέα την Όστια σαν μια προσευχή, σαν έναν ύμνο στην απώλεια.

Για τους ανθρώπους που χάσαμε, για εκείνους που φροντίσαμε εμείς να χάσουμε ή που χάσαμε χωρίς να το θέλουμε, γι’ αυτά που θέλαμε να πούμε και δεν προλάβαμε.

Είχες λόγο στο κείμενο ή το ενσάρκωσες και μόνο;

Όταν πήρα ένα τόσο ποιητικό και ιδιαίτερο κείμενο, γραμμένο από έναν νέο άνθρωπο εν ζωή, πολλά ενδεχομένως με δυσκόλευαν.

Ταυτόχρονα, όμως, μέσα από τη δυσκολία και την έρευνα το κείμενο πήρε σάρκα και οστά. Αυτό είναι το κέρδος. Θα ήταν πολύ εύκολο να αφαιρέσω τμήματα τα οποία από άγνοια ή αμάθεια με δυσκόλευαν.

Δεν το πρότεινα καν στον Αντρέα, γιατί μ’ ενδιαφέρει πολύ η πίστη του σ’ αυτό το οποίο έγραψε. Όταν κάποιος έχει λόγο που κάνει κάτι, τον σέβομαι.

Δεν μπορείς να επέμβεις σ’ ένα ποιητικό κείμενο. Διαθέτει έναν κόσμο. Οφείλω, λοιπόν, να δω πώς θα κάνω αυτόν τον κόσμο δικό μου και δικό σας.

Διαλέγεις τα κείμενα και τους ρόλους ή σε διαλέγουν κι εκείνα/εκείνοι;

Και τα δύο συμβαίνουν, πιστεύω. Τα κείμενα από μόνα τους δε λένε κάτι. Ο χώρος και οι άνθρωποι είναι για μένα πιο σημαντικά από τα κείμενα.

Το Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης έχει μια ιδιαίτερη βαρύτητα και ιστορικότητα.

Έτσι κι αλλιώς, αντικειμενικά και υποκειμενικά.

Εδώ ονειρευόμουν από παιδάκι να παίξω κι η Δραματική Σχολή του ήταν η μόνη στην οποία ήθελα να σπουδάσω. Το Θέατρο Τέχνης είναι ο δικός μου τόπος «εγκλήματος».

Σαν σπίτι σου.

Ένα περίεργο σπίτι, σαν τη δικιά μου Όστια.

Σ’ ενδιαφέρει και το μοίρασμα του θεατρικού βιώματος. Πόσο ανατροφοδοτικό είναι όταν συμβαίνει;

Πάρα πολύ.

Το θέατρο μπορώ να το δω μόνο ως δοκιμασία, όχι ως ευχαρίστηση. Είναι σαν να παλεύεις με την ιδέα του θανάτου, με τους φόβους σου, σαν να προσπαθείς να αισθανθείς αθάνατος, να ενθαρρύνεις τους άλλους να φαντασιωθούν την αθανασία;

Είναι ένας πολύ μαγικός τόπος, σαν τη θάλασσα: πανέμορφος, αλλά πάρα πολύ επικίνδυνος.

Όταν παίζω, είναι σαν να κάνω μια «βουτιά» ή να βρίσκομαι σε ελεύθερη πτώση.

Όταν, λοιπόν, συνειδητοποιείς ότι κάτι έκανες και πως υπήρξε μια στιγμή ένωσης με τους άλλους σε έναν χώρο -ιδιαίτερα σε μια εποχή κατά την οποία τα πράγματα είναι δύσκολα και ο κόσμος δεν είναι συνδεδεμένος με την ποίηση-, είναι ανατροφοδοτικό.

Ποια είναι η δικιά σου σχέση με την ποίηση;

Μεγάλωσα σ’ ένα σπίτι όπου ήμουν πολύ εξοικειωμένη με την ποίηση. Από μικρή, συνήθιζα να διαβάζω ποιητικές συλλογές παρά θεατρικά έργα. Ήξερα επίσης ότι, για να παίξεις αρχαία τραγωδία, η καλύτερη εξάσκηση είναι να διαβάζεις δυνατά ποιήματα.

Θεωρώ πως το νεότερο ηλικιακά κοινό, που δεν είναι εξοικειωμένο με την ποίηση, είναι πιο ανοιχτό στο να «μυριστεί» τουλάχιστον κάτι καινούριο. Οι μεγαλύτερες ηλικίες, όχι.

Θα φανταζόμουν το αντίθετο.

Κρίνοντας από την παράσταση, νεότεροι θεατές, οι οποίοι μπορεί να μην καταλαβαίνουν πολλά, έρχονται να την παρακολουθήσουν δυο και τρεις φορές. Έχουν περιέργεια.

Επομένως κι η αλληλεπίδραση με το κοινό είναι, με τη σειρά της, ανατροφοδοτική.

Το τμήμα της παράστασης που αναφέρεται στην Μήδεια είναι πιο εύκολα αντιληπτό, οπότε δε χρειάζεται να κουραστούν πολύ.

Στα υπόλοιπα, τα οποία για μένα έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον και μεγάλη δυσκολία, έχουν πολλά ερωτηματικά.

Παρότι κουραζόμαστε καθημερινά δουλεύοντας σαν τα σκυλιά από το πρωί μέχρι το βράδυ, δεν έχουμε συνηθίσει να κουραζόμαστε μέσα μας, δημιουργικά.


Αντρέας Μαντάς (Φωτογραφία: Κωστής Χριστοδούλου)


Ένα ζητούμενο ή ένα έλλειμμα -όταν υφίσταται ως τέτοιο- είναι να αποδίδει κάθε ηθοποιός τον χαρακτήρα που ενσαρκώνει χωρίς να θυμίζει ποιος/ποια είναι.

Είναι προβληματικό να βλέπεις επί σκηνής την Λουκία Μιχαλοπούλου και να μη σου θυμίζει την Μήδεια, αλλά την Λουκία Μιχαλοπούλου. Συμφωνείς;

Έχεις απόλυτο δίκιο.

Στη ζωή αισθάνομαι κάπως «θολή», κι αυτός είναι ένας λόγος που θέλω να βρίσκομαι και να ξαναβρίσκομαι στη σκηνή. Σαν να βρίσκω τον πυρήνα μου εκεί, ο οποίος όμως δεν ξέρω ποιος είναι.

Δεν μπορώ, επομένως, να σου πω πως έχω συνείδηση τού ποια είναι η Λουκία Μιχαλοπούλου επί σκηνής.

Νιώθεις αισιοδοξία για τις νεότερες γενιές ηθοποιών στην Ελλάδα;

Νιώθω αισιοδοξία έτσι κι αλλιώς. Όσο είμαστε ζωντανοί και γεροί, οφείλουμε να είμαστε αισιόδοξοι. Το ότι υπάρχουμε και ζούμε δεν είναι αυτονόητο, αλλά πολύ μεγάλο δώρο.

Από την άλλη, ζούμε σε μια εποχή η οποία σου δημιουργεί αποσυντονισμό και διάσπαση. Δεν είναι βοηθητική.

Δεν υπάρχουν γερές, καθαρές θεατρικές εστίες -όπως παλαιότερα το Θέατρο Τέχνης, το Θέατρο Oδού Κυκλάδων «Λευτέρης Βογιατζής», το Αμόρε-, τα πράγματα είναι μπερδεμένα. Τότε ξέραμε που θέλαμε να πάμε και τι να κάνουμε.

Στις μέρες μας πρέπει να χτίσεις πολύ καλά τον δρόμο τον οποίο εσύ θέλεις να χαράξεις.

Όταν πρωτοβγήκα στο θέατρο, σε ηλικία είκοσι χρονών, δεν επικρατούσε το σημερινό μπάχαλο, ούτε η αγωνία να κάνεις πολλά πράγματα.

Κι εμείς κάναμε πολλά, για να βγάλουμε περισσότερα λεφτά. Όχι γιατί έπρεπε να φαινόμαστε και να υπάρχουμε παντού με κάποιον τρόπο.

Η συνθήκη που περιγράφεις είναι κυρίαρχη στην εποχή μας;

Κυριαρχεί η φοβερή αγωνία, η οποία εκτινάχτηκε μετά τον κόβιντ αν και περίμενα το αντίθετο, τού να υπάρχω όπως όπως.

Αυτή η αγωνία εξηγεί, κατά τη γνώμη σου, εν μέρει και την υπερπληθώρα παραστάσεων;

Ενδεχομένως.

Είναι πολύ όμορφο, ελπιδοφόρο και συγκινητικό να γίνονται τόσες δουλειές, άλλες χωρίς χρήματα. Προσωπικά, όμως, πιστεύω πολύ στην πύκνωση και στις ενώσεις.

Το να κάνει ο καθένας κάπου κάτι δεν πετυχαίνει και πολλά. Αν θέλουμε όντως να συμβεί κάτι θεατρικά -στη χώρα μας, τουλάχιστον-, πρέπει να υπάρξουν συναντήσεις.

Το θέατρο είναι κάτι ενεργειακό, βρίσκεται στον αέρα. Πρέπει, λοιπόν, να δεις πώς θα προστατεύσεις αυτόν τον αέρα.

Ευχαριστώ θερμά την Τίνα Παππά για την πολύτιμη συμβολή της στον προγραμματισμό της συνέντευξης.

Η παράσταση Όστια - αυτό είναι το Σώμα μου, εμπνευσμένη από το έργο του Παζολίνι, παρουσιάζεται κάθε Δευτέρα και Τρίτη (21:00) μέχρι και τις 4 Μαρτίου στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης «Καρόλου Κουν».

Σύλληψη, κείμενο και σχεδιασμός ήχου: Αντρέας Μαντάς. Σκηνοθεσία: Λουκία Μιχαλοπούλου και Αντρέας Μαντάς. Πρωταγωνιστεί η Λουκία Μιχαλοπούλου.

Εμφανίζονται οι τελειόφοιτοι σπουδαστές της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης, Αντώνης Κωστόπουλος και Γαβριήλ Ζήσης.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου