Τετάρτη 3 Ιανουαρίου 2024

Martyn Jacques (The Tiger Lillies): «Ζούμε σε μια κοινωνία ασχήμιας»

 

Budi Butenop (αριστερά), Martyn Jacques (μέση), Adrian Stout (δεξιά)/(Φωτογραφία: Ricardo Abriz)

Συνομιλώντας -και ενίοτε διαφωνώντας- με τον χειμαρρώδη Martyn Jacques, frontman των λατρεμένων του ελληνικού κοινού, The Tiger Lillies, ενόψει της παρουσίασης του νέου τους πρότζεκτ στην Αθήνα μεταξύ 5 και 15 Ιανουαρίου.

Χωρίς το μεϊκάπ και τα κοστούμια, μοιάζεις με τον άνθρωπο που πιθανόν είσαι!

Με τον αληθινό Martyn!

Δεδομένου, ωστόσο, ότι το επιτελεστικό και το οπτικό στοιχείο είναι θεμελιώδες στην δουλειά και τις συναυλίες των The Tiger Lillies, μπορείς να μου εξηγήσεις γιατί εστιάζετε τόσο πολύ σ’ αυτό;

Ανέκαθεν μου άρεσαν ο Φελίνι, ο Ζακ Μπρελ -παρόλο που μόνο μερικές, νομίζω, φορές χρησιμοποιούσε μεϊκάπ-, ο Κλάους Νόμι, η θεατρική προσέγγιση, οι κλόουν, τα περιοδεύοντα τσίρκα. Όλος αυτός ο κόσμος.

Ποτέ δεν ήμουν πολύ τρελαμένος με τον νατουραλισμό, στην πραγματικότητα, με την ιδέα πως θα εμφανιζόμαστε στην σκηνή ντυμένοι με τ-σερτ και τζιν.

Είχες εκτεθεί σε όλα αυτά τα ερεθίσματα ως παιδί;

Όχι ως παιδί, αλλά στην όψιμη εφηβική ηλικία μου.

Στα είκοσί μου άρχισα να μένω στο Λονδίνο και να κάνω παρέα με πιο αρτιστίκ ανθρώπους κι αυτοί με εξέθεσαν στον Κουρτ Βάιλ, τον Μπερτολτ Μπρεχτ και την Όπερα της πεντάρας. Αλλά και στον Τομ Γουέιτς.

Κι έτσι εμπνεύστηκα από αυτό το στιλ μουσικής. Μέχρι και σήμερα πιστεύω ότι δε θα μπορούσα να αναγνωρίσω τους Led Zeppelin ή τους Deep Purple!

Πανκ δεν άκουγες;

Άκουγα. Όχι κλασικό ροκ, όμως. Η ροκ μουσική πάντα με προσπερνούσε. Πρόκειται για εναλλακτική εμπορική μουσική. Ποτέ δεν το γούσταρα αυτό.

Κι εσείς, ως συγκρότημα, έχετε κοινό, πάντως. Και δεν είναι μικρό.

Συμφωνώ. Πιο πολύ είναι μια «αίρεση», ωστόσο. Όχι κάτι mainstream, ούτε underground. Περισσότερο υποστηριζόμαστε από τον θεατρικό χώρο, κι έχουμε συμμετάσχει σε πολλά θεατρικά φεστιβάλ.

Κατά καιρούς υπάρχουν ακροατές που απωθούνται ή ενοχλούνται από πτυχές των σόου σας.

Σίγουρα έχεις δίκιο σ’ αυτό! Κάποιοι άνθρωποι δεν μπορούν να μας ανεχτούν. Κυριολεκτικά. Πραγματικά, μας μισούν!

Υπάρχουν πολιτικοποιημένοι άνθρωποι στους οποίους δεν αρέσουμε, αλλά και από το πεδίο της μουσικής.

Επειδή θεωρούν πως το στοιχείο της περφόρμανς επισκιάζει την κατ’ εκείνους πρόσληψη της πολιτικοποιημένης τέχνης;

Δεν έχω ιδέα. Είναι κάτι περίπλοκο. Γιατί δεν αρέσεις στους ανθρώπους; Ανοιχτό ερώτημα. Μάλλον γιατί τους θυμίζεις κάποιον που δεν τους αρέσει.

Σου λείπει το στοιχείο της φαντασίας, η οπτική διάσταση από την σύγχρονη ροκ μουσική, μιας και την ανέφερες νωρίτερα;

Ζούμε σε μια κοινωνία ασχήμιας, νομίζω. Όλη μας η κοινωνία είναι άσχημη.

Επισκέπτεσαι μια πόλη -κι επισκεπτόμαστε πολλές διαρκώς στο πλαίσιο των περιοδειών μας-, και θες να πας στο παλιό κομμάτι της, γιατί είναι όμορφο. Η μεγάλη πλειονότητα των ανθρώπων θα συμφωνούσε στο ότι τα σύγχρονα κτίρια είναι άσχημα.

Η αρχιτεκτονική αντανακλά την κοινωνία μας και τον κόσμο μας. Άσχημη κοινωνία, άσχημος κόσμος, άσχημη μουσική. Ο Όσκαρ Ουάιλντ συνήθιζε να μιλάει για την ομορφιά. Κατά το παρελθόν, η ομορφιά ήταν ιδιαιτέρως πολύτιμη.

Και δε θες να συμβάλεις σ’ αυτήν την ασχήμια.

Όχι, δε θέλω να είμαι -και δεν είμαι- κομμάτι της. Είμαι μια ελάσσων φιγούρα αν αναλογιστούμε τι συμβαίνει γύρω μας, ένα πραγματικό αουτσάιντερ, αλλά κι έτσι ακόμα μπορώ να λέω αυτό που θέλω.

Δε με ακούει κανένας, όμως, γιατί είμαι ελάσσων. (Γέλιο). Ίσως κάποιος όπως εσύ μου δίνει μια φωνούλα.

Αυτή η φωνή συνθέτει και τραγουδάει στίχους που δε θα τους αποκαλούσα «χαρωπούς» - ως επί το πλείστον, τουλάχιστον.

Αντιθέτως, αντανακλούν και φέρνουν στο προσκήνιο την πιο σκοτεινή, μακάβρια, και εφιαλτική διάσταση της ανθρώπινης φύσης. Τι σε προσελκύει σ’ αυτό τα πεδίο ανθρώπινης εμπειρίας;

Μου αρέσουν τα σκοτεινά πράγματα, το σκοτάδι γενικότερα, το να περιπλανιέμαι σε νεκροταφεία - υπάρχουν υπέροχα μνήματα εκεί, η γοτθική αρχιτεκτονική. Τα τραγούδια και το πνεύμα μου είναι σκοτεινά.

Μου αρέσει να τραγουδώ για την φτώχεια, τα βάσανα, την τοξικοεξάρτηση. Και δεν πρόκειται για στιλιστική επιλογή. Ξέρω πολλούς ανθρώπους που έχουν πεθάνει ή έχουν υποφέρει, για παράδειγμα από τοξικοεξάρτηση ή την φτώχεια.

Ο Σέξπιρ, ο Ντίκενς, ο Μπρεχτ - μ’ αυτά ασχολούνταν. Μ’ αρέσει κι η ομορφιά, όμως. Ο κομμουνισμός, αντιθέτως, όπου εφαρμόστηκε, υπήρξε άσχημος.

Έχει, ωστόσο, αφήσει και μια θετική κληρονομιά, εδώ κι εκεί.

Είναι τόσο άθλιος. Κοινωνικά είμαι επαναστάτης, αλλά πολιτικά δε μου αρέσουν οι κομμουνιστές. Νομίζω πως είναι φασίστες, η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος.

Ένας κομμουνιστής στην Ελλάδα, όμως, είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από έναν κομμουνιστή στην Λιθουανία. Εκείνος είναι ένας μπάσταρδος. Ένας από την Ελλάδα μπορεί να είναι πολύ ωραίος άνθρωπος.

Επειδή η Ιστορία λειτουργεί διαφορετικά.

Ακριβώς. Έχω συναντήσει κομμουνιστές στην Ελλάδα, κι είναι οι καλοί. Αν, ωστόσο, πας στην Ανατολική Ευρώπη, οι κομμουνιστές εκεί είναι ίδιοι με τους φασίστες που κυβερνούσαν την Ελλάδα.

Δε συμφωνώ με την άποψή σου, πάντως.

Οι κοσμοθεωρητικές διαφορές ανάμεσα στον κομμουνισμό και τον φασισμό είναι θεμελιώδεις, το ίδιο και οι απώτεροι στόχοι τους. Στην μία περίπτωση, η ατομική, κοινωνική, συλλογική απελευθέρωση, στην άλλη η υποδούλωση.

Αν ζούσες στην Λιθουανία, όμως, δε θα έλεγες κάτι τέτοιο. Μιλώντας μαζί σου, καταλαβαίνω ότι είσαι ένας καλός, ευφυής και πολιτισμένος άνθρωπος.

Δε σε κριτικάρω. Μου αρέσεις. Και μου αρέσουν οι Έλληνες. Καταλαβαίνω, εξάλλου, την συμπάθεια που τρέφουν για την Αριστερά, γιατί ήταν υποχρεωμένοι να ανεχτούν και να υπομείνουν τον φασισμό.

Οι Λιθουανοί, αντιθέτως, ήταν υποχρεωμένοι να υπομείνουν τον φασισμό του σφυροδρέπανου. Σήμερα, τόσο το σφυροδρέπανο όσο και η σβάστικα είναι απαγορευμένα σύμβολα στην χώρα.

Τα προσωπικά βιώματα του κάθε ανθρώπου, ιδίως αν έχει ζήσει εντός ενός καταπιεστικού καθεστώτος, επηρεάζουν τον τρόπο πρόσληψης της ιδεολογίας που συνείχε αυτό το καθεστώς.

Αντιλαμβάνομαι, συνεπώς, την άποψή σου -αν και διαφωνώ-, και είναι πάντα χρήσιμες συζητήσεις με ευρύτερη πολιτική στόχευση εφόσον διεξάγονται με αμοιβαία κατανόηση.

Πες μου, όμως, για την σχέση σας με την Nαν Γκόλντιν, μιας και το άλμπουμ σας The Ballad of Sexual Dependency, που εμπνέεται από τις φωτογραφίες της, είναι η αγαπημένη μου δουλειά σας.

Αλήθεια; Δε θα την παίξουμε στο Half Note, όμως. (Γέλιο).

Συνήθιζε να έρχεται στα σόου μας όταν εμφανιζόμασταν, επί χρόνια, στο Μπρούκλιν. «Πιθανόν δε γνωρίζετε ποια είμαι, αλλά είμαι μεγάλη φαν σας και φωτογράφος», μας είπε μια μέρα. Εγώ ήξερα.

Μου ζήτησε να κάνουμε ένα σόου μαζί. «Σίγουρα», της απάντησα.

Πρότεινε, λοιπόν, να δούμε τις φωτογραφίες της. Το έκανα, άκουγα και τη μελοποιημένη εκδοχή τμήματος της συλλογής  ποιημάτων και τραγουδιών Κάρμινα Μπουράνα από τον Καρλ Ορφ, και συνδύασα δικούς μου στίχους με στίχους από αυτήν.

Παρουσιάσαμε τον δίσκο για πρώτη φορά σ’ ένα ρωμαϊκό αμφιθέατρο ενώπιον ενός κοινού 2.000 ανθρώπων στο πλαίσιο του φωτογραφικού φεστιβάλ της Αρλ, του πιο μεγάλου στον κόσμο, ενώ οι φωτογραφίες της προβάλλονταν σε μια οθόνη.

Μια μέρα πριν -ή την ημέρα του σόου-, διαβάζοντας τους στίχους κι επειδή θα ερχόταν η οικογένειά της, μου έλεγε: «Δε νομίζω ότι μπορείς να χρησιμοποιήσεις αυτόν», «Δεν μπορείς να χρησιμοποιήσεις τον άλλο».

Κι εγώ αναρωτιόμουν από μέσα μου: «Και οι φωτογραφίες σου; Δείχνεις ανθρώπους να παίρνουν πίπα ο ένας του άλλου και μου λες πως δεν μπορώ να χρησιμοποιήσω κάποιες λέξεις γιατί μπορεί ν’ αναστατώσουν κάποιους ανθρώπους!»

«Ναι, ναι», της έλεγα μεγαλοφώνως.

Είναι λίγο τρελιάρα, αλλά είμαι κι εγώ. Το αστείο με την ανθρώπινη κατάσταση είναι ετούτο: όσο ακραίοι κι αν είμαστε, πάντα υπάρχουν όρια. Ένας τέτοιος άνθρωπος ήταν κι εκείνη.

Τριανταπέντε έτη μετά την ίδρυση των The Tiger Lillies, πώς εγγράφεται το πέρασμα του χρόνου μέσα σου;

Η καλή τέχνη είναι καλή τέχνη, και η μαλακία, μαλακία.

Λίγοι άνθρωποι είναι καλοί, τα περισσότερα είναι μαλακίες, και ο χρόνος δεν έχει σημασία. Δεν έχει διαφορά είτε είσαι 14, 44 ή 84. Τα καλά πράγματα είναι σπάνια, τα υπόλοιπα είναι της μόδας και επιφανειακά.

Η Ναν Γκόλντιν είναι σπουδαία καλλιτέχνις. Έπειτα, έχεις ελάσσονες φυσιογνωμίες όπως είμαι εγώ. Πάντως, νομίζω ότι κάτι καλό κάνω.

Και πάντα θες να το μοιράζεσαι με το ελληνικό κοινό. Τι σε γοητεύει τοσο στην Ελλάδα, στους Έλληνες, στο ελληνικό συγκείμενο;

Οι Έλληνες είναι πραγματικά αξιαγάπητοι και εκφραστικοί, έχουν κάτι το τρυφερό και το απολύτως τρελό, έχουν μεγάλη καρδιά.

Έβλεπα κάποτε μια «θάλασσα» από πρόσωπα, πάνω από χίλια, σε μια συναυλία στην Θεσσαλονίκη -βοηθούσε και ο φωτισμός-, τα κοίταζα και με κοίταζαν μ’ αυτά τα καφετιά μάτια, υπήρχε αγάπη στα βλέμματά τους. Όντως την είδα.

Δεν ξέρω αν συμμερίζεσαι την αίσθησή μου. Ίσως έχω γνωρίσει τους καλούς Έλληνες.

Χαίρομαι για το βίωμά σου, αλλά δεν το συμμερίζομαι. Η μεγάλη πλειονότητα του ελληνικού πληθυσμού δε λειτουργεί πολύ διαφορετικά από τον μέσο όρο των υπόλοιπων Ευρωπαίων - και μη.

Eίναι κυνικοί, αδιάφοροι, ατομιστές, χωρίς σεβασμό απέναντι στους άλλους.

Αντιλαμβάνομαι αυτό που εννοείς.

Τι σχεδιάζετε να μοιραστείτε με το αθηναϊκό κοινό συναυλιακά αυτήν την φορά;

Αναζήτησα πληροφορίες για τον μηδενισμό, και συνέθεσα μερικά τραγούδια γι’ αυτόν.

Πρόκειται για μια φιλοσοφία που ανέκαθεν εφάρμοζα. Μοιάζει αρκετά με τον Βουδισμό - εν μέρει και με τον Ινδουισμό. Eίναι μια «Δυτική» μορφή Βουδισμού, κατά κάποιον τρόπο.

Lessons in nihilism θα τιτλοφορείται το σόου και ο καινούριος δίσκος μας, με ειρωνικά χιουμοριστικά στοιχεία. Είμαι, άλλωστε, πολύ είρων, όπως -κατά διαστήματα- και απέναντι σε σένα στην συνέντευξη.

Ανυπομονώ να βιώσω τον δίσκο λάιβ, επομένως.

Θα σε δω σύντομα!

Ευχαριστώ θερμά την Martyna Lach, εκτελεστική παραγωγό των The Tiger Lillies, για την καθοριστική συμβολή της στην πραγματοποίηση της συνέντευξης με τον Martyn Jacques, και για την παραχώρηση της φωτογραφίας της μπάντας.

Οι The Tiger Lillies παρουσιάζουν το νέο τους πρότζεκτ, Lessons in Nihilism, στο Half Note Jazz Club (Τριβωνιανού 17, Μετς) από Παρασκευή 5 μέχρι και Δευτέρα 8 Ιανουαρίου, και από Παρασκευή 12 μέχρι και Δευτέρα 15 Ιανουαρίου.

Ώρες έναρξης: Παρασκευή και Σάββατο 22:30, Κυριακή και Δευτέρα 21:30.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου