Μιχάι Μιντσάν (Φωτογραφία: Γιάννης Κοντός) |
Εμπνευσμένο
από πραγματικά γεγονότα, το Προς
τον βορρά, μεγάλου μήκους ντεμπούτο μυθοπλασίας του πολλά υποσχόμενου Ρουμάνου
σκηνοθέτη Μιχάι Μιντσάν, είναι μια «παραβολή»
για τον φόβο, το θάρρος και την καλοσύνη.
Έχει κάνει ιδιαίτερη αίσθηση στο πλαίσιο της προβολής του κατά τη διάρκεια του 63ου ΦΚΘ, όπου και συναντηθήκαμε με τον σκηνοθέτη.
Η
ταινία Προς τον βορρά,
το μεγάλου μήκους ντεμπούτο σου μυθοπλασίας, φαντάζει σαν μια παραβολή ή
αλληγορία για την ανθρώπινη κατάσταση, τις ανθρώπινες σχέσεις, την εξουσία. Γιατί
αποφάσισες να τη δομήσεις έτσι;
Δεν τη δόμησα έτσι.
Καταλαβαίνω γιατί κάποιος
θεατής μπορεί να «διαβάσει» το φιλμ κατ’ αυτόν τον τρόπο, αλλά έχει πιο πολύ
σχέση με το πώς τα ίδια τα γεγονότα στα οποία βασίζεται -και που μοιάζουν με
παραβολή- συνέβησαν.
Αυτό που με ενδιέφερε δεν
ήταν να κάνω ένα σχόλιο πάνω στην ανθρώπινη κατάσταση, αλλά σε ό,τι μ’
ενδιέφερε τη στιγμή της συγγραφής του σεναρίου - κι αυτό ήταν ο φόβος.
Το
ανέφερες στο Q&A μετά την πανελλήνια πρεμιέρα της
ταινίας στο πλαίσιο του 63ου ΦΚΘ.
Είναι ένα στοιχείο το
οποίο οι νεότερες γενιές τείνουν να πετάνε. Διαβάζεις όλα αυτά τα βιβλία που
αφορούν στο πώς να σταματήσεις να νιώθεις φόβο, να σκέφτεσαι θετικά.
Ο φόβος είναι μια
σπουδαία κινητήρια δύναμη για το δράμα και ίσως για τις ανθρώπινες συγκρούσεις.
Το σημαντικότερο για το Προς τον βορρά ήταν το πλαίσιο εντός του
οποίου γράφτηκε. Η κυρίαρχη αίσθηση το 2016 ήταν ότι η ζωή σου δε σου ανήκε πια.
Ο
τρόπος που ξεδιπλώνεται η πλοκή είναι πολύ ελλειπτικός, ίσως και κρυπτικός.
Αγαπώ την ποίηση. Ίσως
αυτή η ελλειπτικότητα που αναφέρεις να πηγάζει από εκεί. Αγαπώ τους άδειους
χώρους ανάμεσα στα πράγματα. Είναι πιο πολύτιμοι από τα ίδια τα πράγματα
μερικές φορές.
Στο φιλμ μπορείς να δεις
πολλά: τον χρόνο, τη διάρκεια, πολλές σκηνές όπου οι άνθρωποι δε μιλάνε στην
πραγματικότητα- απλώς κοιτάζονται. Αυτό αγαπώ περισσότερο στο σινεμά.
Όσον
αφορά στη θάλασσα ως οντότητα, τι σηματοδοτεί για σένα; Τι αισθάνεσαι για την
απεραντοσύνη της;
Όταν τη βλέπουν, οι
άνθρωποι λένε ότι είναι όμορφη, χωρίς τέλος και συμβολίζει την ελευθερία.
Για μένα δεν είναι τίποτα
από αυτά. Ίσως γιατί μέχρι να ξεκινήσω τη συγγραφή του σεναρίου είχα διαβάσει
πολλά για εγκλήματα στη θάλασσα. Γι’ αυτό και τη νιώθω ως κάτι απειλητικό. Συνδέεται
με την απώλεια του ελέγχου, καθώς δεν υπάρχει η γη.
Συνεπώς
πάλι δεν ελέγχεις τον εαυτό σου ή τη ζωή σου. Μπορεί να συμβεί το οτιδήποτε ανά
πάσα στιγμή εκεί.
Είναι ένα πολύ δραματικό
σκηνικό από μόνη της, οπότε δε χρειαζόταν να προσθέσω κάτι περαιτέρω. Υπήρχε
ήδη στην ιστορία.
Γιατί
«προς τον βορρά»; Έχει κάποια σημασία;
Στην πραγματικότητα
κινούνται προς τη Δύση. Πρόκειται πιο πολύ για τη σύγχυση, για την τοποθεσία
στην οποία νομίζουν πως οδεύουν και για τα όσα προσδοκούν να τους συμβούν. Στην
πραγματικότητα όλο το ταξίδι ξεκινά εν μέσω σύγχυσης.
Ο Βορράς, εξάλλου,
συνήθως σχετίζεται με το σκοτάδι. Δε σκέφτηκα για τον τίτλο από τη στιγμή που
τον έδωσα. Απλώς συνέβη. Τον βιώνα ως συναισθηματικά και αφηγηματικά σωστό.
Εξακολουθούν
να αποτελούν για σένα οι Η.Π.Α. και ο Καναδάς τόπους ευκαιριών και δυνητικής εκπλήρωσης
ονείρων;
Όχι, δε βλέπω ευκαιρίες
εκεί. Είμαι Ρουμάνος, είμαι Ευρωπαίος, αυτός είναι ο χώρος μου, το σπίτι μου,
εκεί βρίσκεται η ζωή μου.
Κατά τη δεκαετία του
1990, ωστόσο, υπήρχε η συγκεκριμένη αίσθηση στους Ρουμάνους, αλλά αυτό είχε πιο
πολύ να κάνει με τις φαντασιώσεις τους κι όχι με την πραγματικότητα.
Πού
θα εντόπιζες ευκαιρίες σε επίπεδο ζωής και τέχνης, λοιπόν; Κυρίως εντός Ευρώπης;
Αυτό θα έλεγα, αλλά δεν
ξέρω αν πηγάζει από ορθολογική ή συναισθηματική σκέψη.
Από κινηματογραφικής
άποψης, όμως, νομίζω στην Ασία. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες το ασιατικό σινεμά
είναι το πιο εκπληκτικό που έχει ποτέ υπάρξει παγκοσμίως.
Σε ό,τι αφορά τη ζωή, δεν
ξέρω. Ίσως στην Ελλάδα!
Είναι
η εκτίμηση την οποία τρέφεις προς τον ασιατικό κινηματογράφο ο λόγος που σε
ώθησε να δημιουργήσεις τόσο πολλούς χαρακτήρες με ασιατικό υπόβαθρο, πέραν της
ίδιας της πραγματικής ιστορίας;
Όχι, έτσι ήταν δομημένη η
πραγματική ιστορία από την αρχή. Η γοητεία που μου ασκεί το ασιατικό σινεμά
ίσως καταδεικνύεται μέσω του τρόπου που η ταινία είναι γυρισμένη από άποψη
διάρκειας και κάποιων κινήσεων της κάμερας.
Ο ασιατικός κινηματογράφος
που αγαπώ διαφέρει πολύ από το Προς τον βορρά.
Είναι πιο ποιητικός. Τον συσχετίζω -και το σινεμά, γενικότερα- με το συναίσθημα.
Δε μ’ ενδιαφέρουν οι τεχνικές πτυχές, αλλά το πώς με κάνει να αισθάνομαι.
Όταν ήμουν νεότερος, ο
βορειοαμερικανικός ανεξάρτητος κινηματογράφος -για παράδειγμα ο πρώιμος Σκορσέζε
ή ο Κασσαβέτης- με έκανε να νιώθω έξαψη και δέος. Αυτά τα συναισθήματα μού
προκαλεί το ασιατικό σινεμά στις μέρες μας.
Μιλώντας
για κινηματογραφίες, το φιλμ σου αψηφά σύνορα και ταξινομήσεις. Βρίσκεται το
σινεμά πέραν των εθνικοτήτων; Ή εμπεριέχει ποικίλα και δυνητικά αντιφατικά
εθνοτικά στοιχεία;
Βέβαια. Είναι από τα
τελευταία μέρη όπου μπορούμε να επικοινωνούμε διεθνώς και πέραν των συνόρων.
Είναι, όμως, σημαντικό για κάθε κινηματογραφία να κρατιέται από κάτι τοπικό.
Όταν, για παράδειγμα, παρακολουθώ
ταινίες του σύγχρονου ελληνικού σινεμά, είναι πολύ ελληνικές.
Όταν βλέπω τον Κυνόδοντα, έρχεται σε αντίθεση με τις
οποιεσδήποτε προσδοκίες μπορεί να τρέφεις ως θεατής σε σχέση με την Ελλάδα. Έχει
μια τοπική, μηδενιστική οπτική στη ζωή, αλλά την ένιωθα σωστή. Δεν ξέρω πώς την
αντιλαμβάνεσαι εσύ.
Σ’
αυτό το φιλμ ο Λάνθιμος διατηρούσε ακόμα μια αίσθηση της σύγχρονης ελληνικής
πραγματικότητας. Με την πάροδο των χρόνων, ωστόσο, άλλαξε.
Έγινε πιο διεθνής.
Και
η δική σου ταινία δε θυμίζει περισσότερο ή λιγότερο τυπικό ρουμανικό σινεμά.
Στην πραγματικότητα, το πιο «ρουμανικό» στοιχείο της είναι το όνομά σου κι
εκείνο ενός εκ των πρωταγωνιστών.
Το Ρουμανικό Νέο Κύμα
έχει πεθάνει εδώ και δέκα χρόνια, παρεμπιπτόντως. Μπορείς, βέβαια, ακόμα να
βρεις ταινίες που παραπέμπουν στην αίσθηση την οποία απέπνεε, αλλά αυτό καθ’
εαυτό δεν υπάρχει πλέον.
Δεν προσπαθήσαμε, πάντως,
ν’ αποστασιοποιηθούμε από τη ρουμανική παράδοση.
Αυτό που προσπάθησα ήταν
να δημιουργήσω ένα φιλμ που θα μου προκαλούσε την ίδια έξαψη την οποία
αισθανόμουν παρακολουθώντας τις πρώιμες ταινίες του Πούιου. Μέχρι και σήμερα
αποτελούν πηγές έμπνευσης και
τις αγαπώ.
Είχαν μια ακατέργαστη
ποιότητα, ένιωθες το πάθος. Και ο
ίδιος δεν έδινε δεκάρα. Έφτιαχνε φιλμ σαν λοκομοτίβα.
Στις μέρες μας
προσπαθούμε να βρούμε τον δρόμο μας, νέα πράγματα δημιουργούνται.
Ο
Ρουμάνος σκηνοθέτης που προτιμώ περισσότερο είναι ο Ράντου Ζούντε: ανήσυχος και
πρωτότυπος, πάντα δοκιμάζει κάτι καινούριο.
Αυτό μου αρέσει κι εμένα
στον Ζούντε, το ότι προσπαθεί να αποφύγει τα ίδια μοτίβα.
Οι νεότερες γενιές
εγχώριων σκηνοθετών ενδιαφέρονται περισσότερο για ταινίες είδους. Όσοι θεατές
έχουν ορισμένες προσδοκίες σχετικά με τα ρουμανικά φιλμ θα απογοητευτούν πολύ.
Επιστρέφοντας
στο δικό σου, το στοιχείο της θρησκείας και της θρησκευτικότητας είναι έντονο.
Υπήρχε στην αρχική ιστορία ή το επινόησες;
Υπήρχε στην πραγματική
ιστορία. Κι αυτό με έκανε να ξανασκεφτώ το να φτιάξω αυτή την ταινία, γιατί η
θρησκεία είναι μια «βαριά» έννοια για να καταπιαστείς μαζί της, κι επιπλέον δε
μ’ ενδιαφέρει στην πραγματικότητα.
Ο φόβος και η
προβληματική επικοινωνία μ’ ενδιέφεραν σ’ εκείνη τη χρονική συγκυρία.
Ο
Σολιμάν Κρουζ, εκ των πρωταγωνιστών, είναι εκπληκτικός ηθοποιός. Αξίζει
τουλάχιστον μια μνεία στο 63ο ΦΚΘ, αν όχι βραβείο ανδρικής
ερμηνείας.
Κόντεψε να το κερδίσει
στη Βενετία φέτος. Τον ανακάλυψα σε ένα από τα φιλμ του Λαβ Ντίαζ, όπου
υποδυόταν τον ρόλο ενός έγκλειστου σε φυλακή ο οποίος ξυλοκοπούσε και βασάνιζε
έναν άλλο έγκλειστο σε ένα δεκάλεπτο μονοπλάνο.
Ο ίδιος είναι πολύ γλυκός,
ευάλωτος και συναισθηματικός χαρακτήρας, αγαπάει την ποίηση και διαθέτει μια
μυστικιστική ποιότητα στον τρόπο που βλέπει τα πράγματα.
Παίζαμε ένα παιχνίδι. Του
ζητούσα να «παίξει» μια λέξη. Βασισμένος σε αυτή, για παράδειγμα στην «ποίηση»,
απέδιδε μια κατάσταση του μυαλού. Τείνω να τον βλέπω ως έναν εκπληκτικό
άνθρωπο, ωστόσο, όχι μόνο ηθοποιό. Τον αγαπώ πολύ!
Και
καταφέρνει να παραμένει δίκαιος και
καλός- ως χαρακτήρας.
Έτσι νομίζω.
Είναι
για σένα εφικτό να είναι κάποιος άνθρωπος ταυτόχρονα δίκαιος και καλός απέναντι στον εαυτό του και
τους άλλους;
Είναι παράξενο που ρωτάς
κάτι τέτοιο. Όταν έγραφα το σενάριο, αυτό ήταν το δυσκολότερο κομμάτι, γιατί
έπρεπε να έχει δίκιο. Προσωπικά, δε νομίζω πως μπορείς να είσαι δίκαιος και
καλός. Είναι πιο σημαντικό να είσαι καλός από το να είσαι δίκαιος.
Η
μουσική και ο ήχος, εξάλλου, διαδραματίζουν ένα πολύ σημαντικό ρόλο στην
αφήγηση. Σε απασχολούν όσο βαθιά φαίνεται και ακούγεται;
Επί δύο μήνες δουλεύαμε
πάνω στον ήχο για κάθε κάδρο της
ταινίας. Ο ήχος σε συγκινεί. Ο ήχος και η μουσική σ’ αυτό το φιλμ μού φαίνονταν
σωστά. Στο επόμενο ίσως δε χρησιμοποιήσω καθόλου μουσική.
Ο σχεδιασμός του ήχου,
όμως, είναι εξίσου σημαντικός με οτιδήποτε άλλο.
Όπως
επίσης το στοιχείο της συμπαραγωγής. Αν δεν είχαν εμπλακεί τόσοι παραγωγοί από
διαφορετικές χώρες, το Προς τον βορρά
δε θα είχε υλοποιηθεί.
Έξι χρόνια χρειάστηκαν.
Ξέραμε ότι θα πηγαίναμε με το πάσο μας προκειμένου να βγει σωστά, κι αυτό
κάναμε.
Αναλάβαμε ρίσκα. Το μεγαλύτερο
ήταν πως, έξι χρόνια μετά τη συγγραφή του σεναρίου, το θέμα δε θα μας ενδιέφερε
όταν θα ξεκινούσαν τα γυρίσματα. Στην προκειμένη περίπτωση δε συνέβη κάτι
τέτοιο.
Τώρα
ήρθε η ώρα να δρέψεις ανταμοιβή και βραβεία.
Δε νοιάζομαι για τα
βραβεία. Αν έρθουν, χαίρομαι. Κάνω, όμως, ταινίες γιατί έχω πραγματικά αυτή την ανάγκη. Για μένα
είναι ένας τρόπος να επικοινωνώ με άλλους ανθρώπους.
Δεν είμαι και μεγάλος
λάτρης των ανθρώπων, βιώνω κοινωνικά άγχη όπως οι περισσότεροι στις μέρες μας,
οπότε ένα φιλμ είναι επίσης ένας τρόπος επικοινωνίας με τους άλλους.
Μπορεί να μη συμφωνήσουν
μαζί σου, όπως και στην πραγματική ζωή, αλλά τους λες: «Αυτό προσφέρω, ίσως μπορέσουμε να κουβεντιάσουμε λιγάκι».
Σ’
ευχαριστώ για την κουβέντα μας, λοιπόν.
Κι εγώ σ’ ευχαριστώ.
Η συνέντευξη με τον σκηνοθέτη
πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του 63ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου
Θεσσαλονίκης.
Ευχαριστώ
θερμά τον Γιώργο
Παπαδημητρίου από το Γραφείο Τύπου του Φεστιβάλ για την πολύτιμη συνδρομή του στον προγραμματισμό της και για την παροχή του φωτογραφικού υλικού του φιλμ.
Η ταινία του Μιχάι Μιντσάν
Προς τον
βορρά προβάλλεται στο
πλαίσιο του Διεθνούς Διαγωνιστικού του
63ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου
Θεσσαλονίκης.
Παραμένει
διαθέσιμη στη διαδικτυακή
πλατφόρμα του Φεστιβάλ μέχρι και τις 13
Νοεμβρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου