Τετάρτη 20 Απριλίου 2022

Négar Djavadi: «Η Ευρώπη έχει χάσει πολλούς από τους σκοπούς της»

Négar Djavadi (Φωτογραφία: Philippe Matsas/Leextra/Éditions Liana Levi)

Ένα Παρίσι σπαρασσόμενο από έναν φαύλο κύκλο βίας αποτελεί το εκρηκτικό σκηνικό του νευρώδους νουάρ της Γαλλο-Ιρανής μυθιστοριογράφου, σεναριογράφου και σκηνοθέτριας Négar Djavadi, Αρένα.

Συζητώντας με την συγγραφέα για τη γραφή, το νουάρ, την πολιτική, τη μουσική, τη Γαλλία και τον πόλεμο στην Ουκρανία με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου της στα ελληνικά.

Είστε μυθιστοριογράφος, σεναριογράφος και σκηνοθέτρια. Σε ποιον βαθμό έχει η τέχνη, και κυρίως η συγγραφή, διαμορφώσει τον τρόπο που αντιλαμβάνεστε/βιώνετε/εκφράζετε τον εαυτό σας και αλληλεπιδράτε;

Το γεγονός της συγγραφής ή της δημιουργίας ταινιών εισάγει έναν άλλο τρόπο θέασης και κατανόησης του κόσμου. Ο κόσμος δεν είναι πλέον απλώς ένας χώρος στον οποίο ζω ανάμεσα σε άλλους, αλλά γίνεται πεδίο αμφισβήτησης, παρατήρησης.

Κατά κάποιον τρόπο, γίνεται ένα υλικό που μπορώ να αδράξω και να αμφισβητήσω για να πω ιστορίες. Και όταν λέω «ο κόσμος», φυσικά μιλάω και για τους ανθρώπους.

Η συγγραφή είναι ένας τρόπος να αποσπαστεί κάποιος από τον κόσμο για να τον αφηγηθεί.

«Όλες οι ιστορίες αρχίζουν εκεί, στο σημείο όπου διασταυρώνεται αυτό που περιμένουμε από την πραγματικότητα με αυτό που η πραγματικότητα μας προσφέρει σταλήθεια», ισχυρίζεται ο Μπενζαμέν στην αρχή της Αρένας.

Αυτή είναι η αφετηρία και της δικής σας αφηγηματικής διαδικασίας, φιλμικής ή μυθιστορηματικής;

Απολύτως! Νομίζω ότι οι ιστορίες που λέμε όλοι είναι στην πραγματικότητα μέρος αυτού του μηχανισμού. Όταν λέμε «δεν ξέρεις τι έπαθα», εννοούμε πως υπάρχει κάτι από αυτόν τον μηχανισμό που έχει συμβεί στη ζωή μας.

Αν η καθημερινότητά μας εξελισσόταν όπως θα έπρεπε λογικά να εξελίσσεται, αν η πραγματικότητα ανταποκρινόταν σε αυτό που περιμέναμε, δε θα υπήρχαν αξιοσημείωτες ιστορίες για να αφηγηθούμε. Δε θα υπήρχε γεγονός.

Η ιστορία ξεπηδά όταν αυτή η ισορροπία «σπάει», όταν η πραγματικότητα αλλάζει, ή όταν το απροσδόκητο ξεσπά στην καθημερινή ζωή.

Το βιβλίο σας είναι γραμμένο σε έντονο ύφος και διαθέτει τον κατάλληλο τίτλο.

Θεωρείτε τη σύγχρονη γαλλική κοινωνία -και τις περισσότερες «Δυτικές»- αρένες συγκρουόμενων, αλληλοαποκλειόμενων αφηγήσεων και συμφερόντων, όπου κάθε έννοια κοινωνικής συνοχής έχει διαρραγεί;

Μου φαίνεται πως η γαλλική κοινωνία, όπως και οι περισσότερες Δυτικές, έχει φτάσει σε ένα επίπεδο όπου τα πράγματα, είτε στην οικονομία είτε στην πολιτική, περισσότερο ή λιγότερο λειτουργούν.

Φυσικά δεν είναι όλα τέλεια, αλλά λειτουργούν ούτως ή άλλως. Υπάρχουν κοινωνικά και πολιτικά σημεία αναφοράς που όλοι γνωρίζουν και αποδέχονται, όπως οι φόροι που καταβάλλονται σε μια ημερομηνία ή οι εκλογές που διοργανώνονται σε μια άλλη.

Η Πολιτεία κάνει ό,τι πρέπει και οι πολίτες το ίδιο. Ως αποτέλεσμα, υπάρχει κάτι σαν απώλεια νοήματος, ειδικά μεταξύ των πολιτών, η ίδια απώλεια νοήματος που συντελείται όταν μια δράση γίνεται καθημερινή, μηχανική.

Ενεργούμε χωρίς να σκεφτόμαστε, χωρίς να κάνουμε πολλές ερωτήσεις και υπό το κράτος όλο και περισσότερων συναισθημάτων. Αυτή η απώλεια νοήματος είναι, νομίζω, που δημιουργεί την κοινωνική ρήξη, που βολεύει -μου φαίνεται- την εξουσία.

H Aρένα εμπλουτίζει και ανανεώνει το νουάρ. Είναι αυτή η λογοτεχνική παράδοση εγγενώς πολιτική και δυνητικά ανατρεπτική;

Η «νουάρ» λογοτεχνία, πιο πολύ κι από τα αστυνομικά, είναι κομμάτι της κοινωνίας. Με άλλα λόγια, κομμάτι της ζωής των ανθρώπων και κατά συνέπεια της σχέσης τους με την κοινωνία.

Αφορά στον αγώνα ανάμεσα στον άνθρωπο και το αστικό -τις περισσότερες φορές-περιβάλλον του, όπου πρέπει να παλέψεις για να βρεις τη θέση σου: αυτό το περιβάλλον αναδεικνύεται, περιγράφεται και αμφισβητείται.

Στην πραγματικότητα, υπάρχει πάντα ένα πολιτικό σκηνικό. Το Παρίσι, όπου ζω, είναι μια πόλη που αντιστοιχεί απόλυτα σε αυτό το είδος.

Αντιλαμβάνεστε τη (θεσμική) πολιτική ως ένα «θέατρο σκιών», όπως τη θεωρεί η Βαλεντίν;

Έχω πάντα την εντύπωση, μετά από κάθε εκλογική αναμέτρηση, πως η επιθυμία των πολιτικών για εξουσία συνυπάρχει με την επιθυμία τους να δράσουν για τη χώρα τους.

Φαντάζομαι ότι έχουν πεποιθήσεις, την επιθυμία να αλλάξουν τον κόσμο, να τον βελτιώσουν.

Δεν αμφισβητώ την αρχική ειλικρίνειά τους, αλλά η δίψα για εξουσία, ή η εμπειρία της, έρχεται να διαστρεβλώσει αυτές τις πεποιθήσεις, δημιουργώντας ένα θέατρο διπλής όψης.

Η ορατή του πλευρά συνίσταται στην επιθυμία βελτίωσης της ζωής των ανθρώπων και η σκοτεινή στην επιθυμία παραμονής των πολιτικών «στον θρόνο».

Αναμφισβήτητα, η σκιά καταλήγει να καλύπτει το φως, ειδικά καθώς οι πολίτες είναι όλο και λιγότερο απαιτητικοί μέχρι να ανακαλύψουν την πραγματικότητα των δημοκρατιών μας.

Βρίθοντας κινηματογραφικών αναφορών, το μυθιστόρημά σας είναι δομημένο σαν μια μουσική συμφωνία, περιλαμβάνοντας ένα πρελούδιο, ένα μοντεράτο, ένα φουριόζο κι ένα κρεσέντο. Σας γοητεύει η μουσική όσο και το σινεμά;

Νιώθω στενά τη συγγραφή, τις προτάσεις, ως ρυθμό, έναν ρυθμό που χρειάζεται να βρω για να γράψω μια ιστορία. Συχνά έχω την εντύπωση ότι όταν τον έχω βρει,, καταφέρνω τελικά να πω αυτό που έχω στο κεφάλι μου.

Κάθε ιστορία έχει τον δικό της ρυθμό, τον τρόπο που εκτυλίσσεται, τις αποχρώσεις της από αργό σε γρήγορο. Την Αρένα τη φανταζόμουν ως συμφωνία.

Πριν ξεκινήσω, είπα στον εαυτό μου πως οι χαρακτήρες ήταν σαν μέλη ορχήστρας, που ταυτόχρονα παίζουν μαζί και χώρια. Μια συμφωνία που θα ξεκινούσε αργά και θα τελείωνε «έξαλλα».

Έκανα ντεκουπάζ στην ιστορία μου μ’ αυτόν τον τρόπο και τελικά, άφησα αυτές τις «κινήσεις» στο μυθιστόρημα.

«Οι ιδεολογίες έχουν αντικατασταθεί από τις στιγμιαίες συγκινήσεις. Ανήκουμε, όλοι μας, σε μια κοινότητα συγκινήσεων μάλλον παρά συμφερόντων», ισχυρίζεται κυνικά η Μεγκ. (Νεοφιλελεύθεροι) ευσεβείς πόθοι ή ρεαλιστική προσέγγιση;

Καθημερινά, εν μέσω της διαρκούς ροής των ειδησεογραφικών καναλιών -στην τηλεόραση ή στα κοινωνικά δίκτυα- χτυπιέμαι από την υπερχείλιση των συναισθημάτων. Όλα πολλαπλασιάζονται, όλα είναι ιδωμένα υπό αυτό το πρίσμα.

Όταν σπούδαζα κινηματογράφο, με έμαθαν ότι τα συναισθήματα των χαρακτήρων συγκρατούσαν τους θεατές, τους εμπόδιζαν να πάνε σε άλλο κανάλι ή να σηκωθούν για να πάρουν κάτι να φάνε.

Το συναίσθημα είναι επίσης ένας μηχανισμός που μπορούμε να δημιουργήσουμε, να χρησιμοποιήσουμε, να χειριστούμε για να κρατάμε τους ανθρώπους μπροστά σε μια οθόνη.

Στα κοινωνικά δίκτυα, βλέπω πολύ ξεκάθαρα ανθρώπους που συγκεντρώνονται επειδή νιώθουν τον ίδιο θυμό σε μια εκδήλωση, ή τον ίδιο φόβο ή τον ίδιο ενθουσιασμό για μια διασημότητα.

Άνθρωποι που μπορεί να μην έχουν τίποτα κοινό εκτός από αυτό το συναίσθημα, αλλά που ξαφνικά συναναστρέφονται ή δένονται με άλλους.

«Από τη στιγμή που θα καταλάβεις ότι (...) η δικαιοσύνη είναι πρώταπόλα ζήτημα καταγωγής και ταχυδρομικής διεύθυνσης, δεν θα βλέπεις πια τον κόσμο με τον ίδιο τρόπο», συμπεραίνει ο Στεφάν.

Αυτή η πρόταση λέγεται από έναν χαρακτήρα, τον Στεφάν Ζαχανγκουίρ, ο οποίος καλλιεργεί το μίσος γι’ αυτή την κοινωνία: μια κοινωνία, μια χώρα που απέρριψαν τον πατέρα του, έναν μετανάστη.

Μια χώρα που τον απορρίπτει, πιστεύει, επειδή δεν είναι «εντελώς» Γάλλος.

«Αλλά δεν νιώθει περισσότερη αγάπη γι’ αυτή την πόλη από ένα ζώο για τη ζούγκλα όπου γεννήθηκε», παραδέχεται επίσης. Είναι το Παρίσι -και η Γαλλία- κάτι περισσότερο από ένα απλό «οικοσύστημα» για εσάς;

Δεν αισθάνομαι καθόλου έτσι για τη γαλλική κοινωνία και τη Γαλλία.

Αν και γεννήθηκα σε άλλη χώρα, στο Ιράν, ξέρω γιατί έφυγαν οι γονείς μου και γιατί επέλεξαν τη Γαλλία. Το Παρίσι είναι η πόλη που μεγάλωσα, είναι η «δική μου» πόλη, και δε νιώθω καμία απόρριψη σε καθημερινή βάση που θα με εμποδίσει να ζήσω εκεί.

«Ο πολίτης του 21ου αιώνα δεν έχει εξελιχθεί καθόλου. (...) Διατηρεί ακόμα μέσα του τη σαγήνη του θανάτου που οδηγούσε τους Παριζιάνους του 19ου αιώνα να κάνουν περίπατο γύρω από το νέο νεκροτομείο», αναλογίζεται η Κατί.

Γιατί έχουμε τέτοια εμμονή με την εικόνα του θανάτου;

Ο θάνατος είναι ακόμα το Μεγάλο Μυστήριο, που ταυτόχρονα μας τρομάζει, μας αμφισβητεί, μας γοητεύει και μας παγιδεύει! Οδεύουμε προς αυτόν τον προορισμό, αλλά δεν ξέρουμε γιατί, πώς και τι θα μας συμβεί μετά.

Πράγματι, στο Παρίσι του 19ου  αιώνα τα πτώματα εξετίθεντο στο νεκροτομείο και οι άνθρωποι πήγαιναν εκεί μαζικά για να τα κοιτάξουν.

Μάλλον έλεγαν στον εαυτό τους: «Έτσι είναι θάνατος, έτσι θα καταλήξουμε!» Ήταν αναμφίβολα καθησυχαστικό το να έχεις μια εικόνα, να βλέπεις αυτό το αμετάκλητο.

Από την αυγή του χρόνου υπάρχει η τεράστια αμφισβήτηση μεταξύ των ανθρώπων που αναζητούν με κάθε μέσο να κατανοήσουν και να αποκρούσουν αυτήν την αναπόφευκτη τραγωδία.

Αυτή η σαγήνη είναι επίσης μια απόδειξη της ανθρωπιάς και της ομοιότητάς μας ανεξαρτήτως εθνικότητας, φυλής και θρησκείας.

Θέλετε να μοιραστείτε ένα σχόλιο για τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου των προεδρικών εκλογών στη Γαλλία, σύμφωνα με τα οποία ο Μακρόν προηγείται, η Λεπέν έπεται, ενώ καταγράφεται υψηλό ποσοστό αποχής;

Δεν υπάρχει καμία μεγάλη έκπληξη, εκτός από αυτή στην οποία δυστυχώς συνηθίσαμε, να έχουμε ακροδεξιό υποψήφιο στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών.

Φέτος, πάντως, είναι μια ξεχωριστή χρονιά: ο πόλεμος είναι εδώ, δίπλα μας. Αλλά για πρώτη φορά τίθεται ανοιχτά και το ζήτημα της Ρωσίας, η ωμή παρέμβασή της στην Ουκρανία, αλλά και στην πολιτική και τις εκλογές άλλων χωρών.

Ωστόσο, αυτά τα ερωτήματα, η στάση της Ρωσίας προς τους γείτονές της και τους Ευρωπαίους ηγέτες, δεν αλλάζουν την ψήφο αυτών των Γάλλων που αποφάσισαν να εμπιστευτούν την Μαρίν Λεπέν;

Μια Μαρίν Λεπέν η οποία, επιπλέον, διατηρεί στενούς δεσμούς με τον Βλαντιμίρ Πούτιν και χρωστά εκατομμύρια σε ρωσικές τράπεζες, απ όπου δανείστηκε για να χρηματοδοτήσει τις εκλογές του κόμματός της;

Αν υπάρχει μια έκπληξη σε αυτές τις εκλογές, βρίσκεται εκεί!

Αυτή η αδιαφορία για τη Ρωσία, το γεγονός της αγνόησης αυτών των δεσμών μεταξύ της Γαλλίδας υποψήφιας και του Πούτιν, δείχνουν σε ποιον βαθμό η Ευρώπη δεν αντιπροσωπεύει πλέον μια πραγματικότητα για τους ευρωπαϊκούς λαούς.

Το γεγονός αυτό συνιστά πάνω απ’ όλα πραγματικό κίνδυνο. Αυτός ο κίνδυνος μάς έρχεται περιέργως -και για άλλη μια φορά- μέσα από τον πόλεμο.

Η Ευρώπη έχει χάσει πολλούς από τους σκοπούς της, και -χωρίς αμφιβολία- τον πιο σημαντικό: τη δημιουργία μιας Ευρώπης των λαών και την αποφυγή μιας σύγκρουσης στο έδαφός της.

Ευχαριστώ θερμά τον Γιάννη Νικολόπουλο (Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου) για την πολύτιμη συνδρομή του στην υλοποίηση της συνέντευξης.

Το μυθιστόρημα της Négar Djavadi Αρένα κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου σε μετάφραση του Γιάννη Καυκιά.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου