Δευτέρα 25 Απριλίου 2022

Ραφαέλ Ρέιχ: «Ο Φρανκισμός είναι ένα φάντασμα που χαίρει άκρας υγείας»

 


Δομημένο σε τρεις άξονες -θρησκεία, ποδόσφαιρο, πολιτική-, το κατ’ επίφασιν νουάρ μυθιστόρημα του Ραφαέλ Ρέιχ, Τα πάντα συγχωρούνται, συνιστά ένα καλειδοσκοπικό πορτρέτο της αμφιλεγόμενης Ισπανικής Μεταπολίτευσης.

Το βιβλίο κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις πάντα ανήσυχες Εκδόσεις Carnívora, κι ο συγγραφέας μοιράστηκε μαζί μας μερικά «κλειδιά» για την κατανόησή του.

Εκτός από πολυβραβευμένος συγγραφέας, είστε και καθηγητής δημιουργικής γραφής. Τι διδάσκεται από τη γραφή και πόσο αλλάζετε μέσα από μια τόσο δυναμική διαδικασία;

Η γραφή, κάθε γραφή, είναι πάντα δημιουργική, υπό την έννοια ότι δημιουργεί ένα ιδιαίτερο σημείο αναφοράς για όποιον γράφει.

Για παράδειγμα, ετούτη η συνέντευξη με υποχρεώνει, απαντώντας την, να θέσω καινούργια ερωτήματα για εκείνο το μυθιστόρημα, να αναρωτηθώ ποιος ήμουν εγώ, όταν το έγραψα, τι προσπαθούσα να πω και τι θέλησα να αποκρύψω.

Έτσι γίνεται πάντα νομίζω, στη δική μου τουλάχιστον περίπτωση, ποτέ δε γράφω για να πω κάτι, αλλά για να ανακαλύψω τι ήταν αυτό που ήθελα να πω.

Δομημένο σε τρεις άξονες -θρησκεία, ποδόσφαιρο, πολιτική-, το κατ’ επίφασιν νουάρ μυθιστόρημά σας, Τα πάντα συγχωρούνται, συνιστά ένα καλειδοσκοπικό πορτρέτο της αμφιλεγόμενης -και αμφισβητούμενης- Ισπανικής Μεταπολίτευσης.

Τι συνέχει αυτούς τους άξονες και γιατί είναι τόσο καθοριστικοί στη διαμόρφωση της ισπανικής «ψυχής»;

Ουδέποτε στη ζωή μου έχω δει ποδοσφαιρικό αγώνα, ολόκληρο τουλάχιστον. Τα πάντα στο μυθιστόρημά μου βασίζονται σε δημοσιογραφικά ρεπορτάζ.

Προσωπικά, το βαριέμαι το ποδόσφαιρο και με κάνει να νιώθω σαν εξωγήινος σε έναν άγνωστο πλανήτη με απόκρυφα χόμπι.

Γι’ αυτό ακριβώς με ενδιαφέρει, θέλω να καταλάβω τι συμβαίνει στους υπόλοιπους, πώς είναι δυνατόν όχι μόνο να τους διασκεδάζει, αλλά και να ξυπνάει μέσα τους τόσα πάθη.

Η σχέση μου με τη θρησκεία είναι εντελώς διαφορετική:

Eίμαι εκ γενετής άθεος -μολονότι, λόγω γενιάς, έλαβα θρησκευτική ανατροφή- και η θρησκεία μού φαίνεται τόσο παιδιάστικη, όσο και το ποδόσφαιρο, παρότι πολύ πιο διεστραμμένη, όπως μπορούμε καθημερινά να διαπιστώσουμε.

Όσον αφορά την πολιτική, υπήρξα ανέκαθεν κομμουνιστής και ανέκαθεν πίστευα ότι όλοι μας οφείλουμε να συμμετέχουμε ενεργά στην πολιτική ζωή

Εκτός αν προτιμούμε να πάσχουμε από ιδιωτεία -τόσο κατά την ετυμολογική, όσο και κατά τη δημώδη έννοια[1]- και να ασχολούμαστε μονάχα με τις προσωπικές μας υποθέσεις.

Θεωρώ πως αυτοί οι τρεις συγκεκριμένοι άξονες χαράζουν στην πραγματικότητα το χάρτη της συλλογικής μας ζωής, και όχι μόνο στην Ισπανία, μάλλον.

«Εγώ είμαι μονάχα μια φωνή ανάμεσα στους ίσκιους, ο απόηχος απ’ τις φωνές των άλλων», αυτοσυστήνεται ο αφηγητής του βιβλίου σας και «προδότης» της τάξης του, Αντόνιο Μενέντεθ Βίχιλ. Γιατί είναι πρώην ασφαλίτης;

Οι ασφαλίτες που κρύβονται στους ίσκιους είναι συγχρόνως και ο δικός μας ίσκιος.

Kουβαλάνε μυστικά, νιώθουν ενοχή και μεταμέλεια, αποφασίζουν ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει, κάνουν λάθη, είναι το κομμάτι του εαυτού μας που δε θέλουμε να αντικρίσουμε καταπρόσωπο και στο φως της μέρας.

Στην Ισπανία υπάρχει «κάτω από κάθε κέρμα, πίσω από κάθε χαρτονόμισμα, ένας εμφύλιος που κανείς δε θέλει να θυμάται», συμπεραίνει κάπου αλλού. Εξακολουθούν να στοιχειώνουν τη χώρα τα φαντάσματα του Φρανκισμού;

Ο Φρανκισμός είναι ένα φάντασμα που χαίρει άκρας υγείας.

Απ’ το χωριό μου, στην οροσειρά της Γουδαράμα, φαίνεται ακόμα ο πέτρινος σταυρός που ο Φράνκο ανάγκασε τους αιχμαλώτους του Δημοκρατικού Στρατού να κατασκευάσουν.

Η μούμια του Φράνκο δε βρίσκεται πλέον από κάτω, ο σταυρός όμως συνεχίζει να στέκει όρθιος, και ας είναι τόσο εύκολο να γκρεμιστεί, έτσι και μισή ντουζίνα ανθρακωρύχοι από την Αστούρια αποφασίσουν να το κάνουν.

Η ισπανική Δεξιά έχει φρανκική ιδεολογία, γεγονός που είναι εμφανές κάθε φορά που το σενάριο ξεφεύγει λιγάκι. Περισσότερο απ’ το να στοιχειώνουν τη χώρα, θα έλεγα ότι συμμετέχουν στη δομή της εξουσίας.

Και ας μη μιλήσουμε για τον υποσυνείδητο Φρανκισμό: τον φόβο να μιλήσεις δημοσίως, να τραβήξεις την προσοχή, να πάρεις θέση ή να εναντιωθείς σ’ αυτούς που διατάζουν.

«Αυτή ήταν ο ιστός που διατηρούσε ενωμένη την πατρίδα: η βασανισμένη μεσαία τάξη, “ό,τι απέμενε από αγάπη και ενότητα”», υποστηρίζει σε άλλο σημείο. Τι απέγινε η ισπανική μεσαία τάξη στις μέρες μας;

Το ίδιο που φαντάζομαι πως απέγινε και στην Ελλάδα. Με τις οικονομικές κρίσεις, την αναλγησία και την απληστία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η μεσαία τάξη διαρκώς φτωχαίνει.

Είναι το ίδιο που διαβάζω στα μυθιστορήματα του καλού μου φίλου Πέτρου Μάρκαρη, το ίδιο που βλέπω να συμβαίνει στις ισπανικές πόλεις.

«Όλος ο κόσμος δέχτηκε με ανακούφιση το τέλος του Ψυχρού Πολέμου... εκτός από τους πράκτορες που το έκαναν εφικτό, οι οποίοι βρέθηκαν αίφνης εκτός τόπου και χρόνου», σαρκάζει ο Βίχιλ.

Μήπως, τελικά, αυτός ο πόλεμος συνεχίζεται με άλλη μορφή;

Έτσι φαίνεται, ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι μια απόπειρα αν όχι να αναβιώσει ο Ψυχρός Πόλεμος, να αναδιαμορφωθεί τουλάχιστον το αποτέλεσμα.

Το Σύμφωνο της Βαρσοβίας δεν υφίσταται πλέον, το ΝΑΤΟ ωστόσο εξακολουθεί να υπάρχει, όλο και πιο επικίνδυνα κοντά στη Ρωσία. Αναμενόμενα ήταν όλα αυτά, το δύσκολο είναι να φανταστούμε πώς θα τελειώσουν.

«Ένα έγκλημα είναι η αποκάλυψη της κοινωνικής αλήθειας;» αναρωτιέται ο Κάρλος Κλοτ, ένας άλλος χαρακτήρας. Συμφωνείτε;

Κάτω από την κοινωνική ηρεμία και ομαλότητα υπάρχουν όλο και μεγαλύτερες εντάσεις. Υπάρχει -μολονότι δεν είναι πια της μόδας να το λες- πάλη των τάξεων. Υπάρχει μνησικακία. Υπάρχει κρυμμένη βία - των ισχυρών.

Όλο αυτό, η πραγματική κοινωνική διάταξη, ξεπροβάλλει στην επιφάνεια των περισσότερων εγκλημάτων. Νομίζω πως τα μυθιστορήματα του Μάρκαρη αντικατοπτρίζουν με σαφήνεια αυτό το γεγονός.

«Ποτέ δε γλιτώνεις απ’ την ελπίδα (...), τρέφεται με ό,τι βρει (...), ξέρει ν’ αμύνεται στις επιθέσεις της πραγματικότητας, απαγκιάζει μέχρι να ξαστερώσει», αποφαίνεται ο αφηγητής.

Σε τι ελπίζετε, κύριε Ρέιχ; Σε ό,τι κι ο Βίχιλ σαλπάροντας στο άγνωστο; Παρηγορεί, δίνει διέξοδο, φωτίζει τα σκοτάδια, μεταμορφώνει η λογοτεχνία;

Η λογοτεχνία μεταμορφώνει τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά. Αυτό αποτελεί μια προϋπόθεση για να βρει κανείς διέξοδο. Χρειάζονται όμως περισσότερα. Χρειάζεται συλλογική δράση.

Το έγκλημα, όπως λέγαμε, είναι μια προσωπική απάντηση.

Αλλά δεν αρκεί, όσο δεν υπάρχει αλληλεγγύη, όσο δεν υπάρχει συνείδηση πως οι ζημιωμένοι είμαστε η πλειονότητα και ότι πρέπει να δράσουμε από κοινού, δε θα είναι κατά τη γνώμη μου εφικτό να πετύχουμε τις αναγκαίες κοινωνικές μεταμορφώσεις.

Πώς μπορούν οι καταπιεσμένοι να ξαναγίνουν πρωταγωνιστές και αφηγητές της Ιστορίας και της ιστορίας τους, εφευρίσκοντας μια «ελεύθερη καθημερινή ζωή» κόντρα στους εξουσιαστικούς μηχανισμούς που επιχειρούν να τους καθυποτάξουν;

Η ίδια απάντηση. Λέει κάπου ο Γκίμπον ότι η πρόταση ενός Ρωμαίου συγκλητικού, προκειμένου να προστατευτούν απ’ τις επαναστάσεις των σκλάβων, ήταν να τους φορέσουν στολές.

Άλλος συγκλητικός -πιο σοφός- του απάντησε: «Δε συνειδητοποιείς πως αν τους βάλουμε στολή, θα πάρουν είδηση πόσοι πολλοί είναι;»

Κάτι ανάλογο συμβαίνει και σήμερα: μας εμφυσούν την ιδιαίτερη και προσωπική ταυτότητα, το «εγώ», το δικαίωμα να είμαστε διαφορετικοί.

Αυτό είναι το πρόβλημα, δεν παίρνουμε είδηση πόσοι πολλοί είμαστε: ο καθένας μας πιστεύει ότι είναι ασφαλής απ’ όσα συμβαίνουν στους υπολοίπους.

Τελικά, πολλά -αν όχι τα περισσότερα- συγχωρούνται, όπως εν είδει ειρωνικού μάντρα επαναλαμβάνεται συχνά στο μυθιστόρημά σας. Τι, κατά τη γνώμη σας, παραμένει ασυγχώρητο;

Είναι πολλά όσα δε θα έπρεπε να συγχωρούμε ή να λησμονούμε.

Για να αναφέρουμε ένα: την αδιαφορία των τραπεζών, των επιχειρήσεων και των ευρωπαϊκών αρχών απέναντι στον πόνο που επιβάλλουν στη συντριπτική πλειονότητα προκειμένου να διασφαλίσουν τα προνόμια τους.

Στην Ισπανία, πολλοί παρακολουθήσαμε με οργή και αλληλεγγύη την τιμωρία που επιβλήθηκε στην Ελλάδα. Και δε σκοπεύουμε να το λησμονήσουμε.

Ευχαριστώ -για άλλη μια φορά- την Ασπασία Καμπύλη για την άρτια μετάφραση των ερωτήσεών μου στα ισπανικά και των απαντήσεων του συγγραφέα στα ελληνικά.

Το μυθιστόρημα του Ραφαέλ Ρέιχ Τα πάντα συγχωρούνται κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Carnívora σε μετάφραση της Ασπασίας Καμπύλη.





[1] Εδώ μεταφράζουμε έτσι το ισπανικό επίθετο idiota, το οποίο στην καθημερινή ομιλία σημαίνει ηλίθιος, ενώ ετυμολογικά προέρχεται από την ελληνική λέξη «ιδιώτης», τουτέστιν: «ο απέχων από τα κοινά», αλλά και «ο πάσχων από ιδιωτεία: ηλιθιότητα, βλακεία).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου