Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 45ο Φεστιβάλ Δράμας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 45ο Φεστιβάλ Δράμας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2022

Συνομιλώντας με τους Valentin Stejskal και Αντώνη Τσιοτσιόπουλο για το «5pm Seaside»

 

Αντώνης Τσιοτσιόπουλος

Μια από τις πιο συγκινητικές, «βραδυφλεγείς» μικρού μήκους ταινίες της χρονιάς, η βραβευμένη σε Δράμα και Νύχτες Πρεμιέρας δουλειά του Valentin Stejskal 5pm Seaside εξιστορεί τον (ανευόδωτο) έρωτα δύο μοναχικών αντρών.

Συναντώντας τον σκηνοθέτη και τον πρωταγωνιστή Αντώνη Τσιοτσιόπουλο ενόψει και της προβολής του φιλμ στο πλαίσιο του 1ου Spicy Indie International Film Festival (Τρίτη 29 Νοεμβρίου).

Πώς επηρέασε η συνάντησή σου με τον Αντώνη Τσιοτσιόπουλο τη διαμόρφωση της κεντρικής ιδέας της μικρού μήκους ταινίας σου 5pm Seaside και τον τρόπο με τον οποίο εξελίχθηκε;

(Valentin Stejskal). Όταν ξεκίνησα το φιλμ, δεν ήμουν σίγουρος για το είδος της ιστορίας που ως ομάδα χρειαζόμασταν και για το πού έπρεπε να πάει.

Το συναισθηματικό ταξίδι αυτής της ιστορίας έχει στον πυρήνα του τις ανάγκες του χαρακτήρα του Νίκου. Όταν απευθύνθηκα στον Αντώνη, είχα μονάχα μια αφηρημένη ιδέα τού ποιες ήταν αυτές. Έπρεπε να τις ανακαλύψουμε μαζί.

Πώς βίωσες εσύ αυτό το ταξίδι, Αντώνη;

(Aντώνης Τσιοτσιόπουλος) Ήταν ένα πολύ όμορφο ταξίδι, μια γλυκιά εμπειρία λόγω της ήρεμης και φροντιστικής προσέγγισης που από κοινού υιοθετήσαμε.

Κάνω σινεμά γιατί μου αρέσει να συναντώ ανθρώπους- όχι μόνο τους σκηνοθέτες και τους συναδέλφους, αλλά και τους χαρακτήρες.

Φαντάσου ότι είχαμε μόνο μερικές μέρες στη διάθεσή μας. Το υπόλοιπο συνεργείο ούρλιαζε «Τελειώνετε!», ενώ ο Valentin μιλούσε στον Κίμωνα Κουρή, τον συμπρωταγωνιστή, και μένα για τη θάλασσα.

Ήθελε να βεβαιωθεί πως ξέραμε τι κάναμε στο πλατό.

Αισθανόμουν πολύ ήρεμος όταν ήμασταν έτοιμοι για το γύρισμα. Η υποστήριξη του διευθυντή φωτογραφίας, του Samir, ήταν επίσης πολύ σημαντική. Νοιαζόταν για μας.

Και οι δύο επικοινωνείτε μ’ έναν πολύ ήρεμο, γλυκομίλητο τρόπο. Αντανακλάται αυτό στον ενδοσκοπικό τόνο του φιλμ;

(V.S.) Έτσι ως επί το πλείστον θα με χαρακτήριζαν, αλλά στην πραγματικότητα δε συνιστά επιλογή για μένα το να είμαι ήρεμος και να κάνω ήρεμες ταινίες. Θα ήθελα να είμαι θορυβώδης και αθυρόστομος μερικές φορές.

Αλλά όταν σκηνοθετείς, καλλιεργείς τον τόνο βάσει του ποιος είσαι. Κατά απρόσμενο τρόπο, η ομάδα μας, η οποία αποτελείται από πολύ διαφορετικές προσωπικότητες, έμοιαζε να αισθάνεται άνετα σ’ αυτό το πλαίσιο.

Ο Αντώνης, για παράδειγμα, πραγματικά μου πρόσφερε έναν ασφαλή χώρο και με βοήθησε να αποδεχτώ και τον εαυτό μου.

(A.T.) Όλα έχουν να κάνουν με την αποδοχή, με το να αποδέχεται ο ένας τον άλλο.

Χωρίς να χρειάζεται να λένε πολλά. Λίγα μαθαίνουμε για την ιδιαιτερότητα της σχέσης Νίκου-Χρήστου κι από πού αυτή πηγάζει. Το βρίσκω ιντριγκαδόρικο.

(V.S.) Τα λίγα που γνωρίζουμε για την προϊστορία τους προέρχονται από μια συνάντηση που είχα μ’ έναν φορτηγατζή, αλλά δε θελήσαμε να εμβαθύνουμε σ’ αυτή.

Ο σεβασμός της ιδιωτικότητας των χαρακτήρων μας έπαιξε μεγάλο ρόλο στη διαδικασία. Ήταν επίσης η βάση για την οπτική γλώσσα που δημιουργήσαμε με τον Samir.

(A.T.) Ο Samir έδωσε αυτή την αίσθηση ιδιωτικότητας παρά την εγγύτητά του. Ως ηθοποιός, ξεχνούσα ότι η κάμερα ήταν τοποθετημένη κοντά μου.




Ήταν δύσκολο να διαχειριστείτε τη σωματική παράμετρο; Στην τελική, πρόκειται για μια πολύ σωματική ταινία.

(V.S.) Μ’ ενδιαφέρει πολύ η σωματική παράμετρος, επομένως ένιωσα πολύ ελεύθερος ν’ απαλλαγώ από τη γλώσσα. Και οι δύο χαρακτήρες δεν είναι πρόθυμοι να χρησιμοποιήσουν τις λέξεις για την επικοινωνία τους.

Και οι δύο ηθοποιοί διαθέτουν έναν πολύ φυσικό τρόπο να παίζουν μέσω των σωμάτων τους.

(A.T.) Δε νιώθω περίεργα με τη σωματική επαφή. Το ευτύχημα είναι ότι δούλεψα με έναν «συμπαίκτη» που ούτε κι εκείνος αισθανόταν άσχημα μ’ αυτή. Δεν ένιωσα, άρα, ποτέ πως έπρεπε να ξεπεράσουμε κάτι.

Πολύ εύκολα αγγιχτήκαμε, όχι όμως περισσότερο απ’ όσο χρειαζόταν η ιστορία.

Γιατί όλα συνέβησαν στα τεσσαρακοστά γενέθλια του Νίκου; Είναι τα γενέθλια ορόσημο για σένα;

(V.S.) Δεν έχω φτάσει στο σημείο να σκέφτομαι υπερβολικά τα γενέθλια.

Από την άποψη της φιλμικής αφήγησης, όμως, τα γενέθλια του Νίκου είναι σημαντικά γιατί θα του τηλεφωνήσει η μητέρα του. Τέτοια τηλεφωνήματα είναι μια απόδειξη της ύπαρξής του.

Μπορεί να κάνει αυτή την κίνηση μόνο στα γενέθλιά του. Ίσως ελπίζει να τα θυμηθεί ο Χρήστος. Δε θα το πίστευε πραγματικά, αλλά η ελπίδα παραμένει.

(A.T.) Στα γενέθλια ελπίζεις να σε θυμηθούν οι άνθρωποι που αγαπάς. Μια απλή μέρα είναι, αλλά εμπεριέχει αυτή την προσμονή.

Παλιότερα κι εγώ καλλιεργούσα προσδοκίες γι’ αυτή τη μέρα.

(V.S.) Όταν έχω γενέθλια, είναι πολύ συνηθισμένο να απομονώνομαι ή να αναζητώ κάτι ακραίο. Όχι όπως στην ταινία, βέβαια. Ο Νίκος είναι έτοιμος να πεθάνει αυτή τη μέρα!

Και ο Νίκος και ο Χρήστος φαίνονται πολύ μοναχικοί. Λείπει η αίσθηση της κοινότητας και της επικοινωνίας στις μέρες μας;

(V.S.) Όντως είναι. Η ανικανότητα να δίνεις και να παίρνεις αγάπη δε δημιουργεί μονάχα μοναξιά, αλλά και ακραία αδικία. Αυτά τα ζητήματα αποτελούν παλιά κληρονομιά και στις μέρες μας εμφανίζονται με νέες μορφές.

Ο Νίκος και ο Χρήστος έφτασαν σ’ αυτό το σημείο γιατί κατά το παρελθόν δεν επιτρεπόταν στην αγάπη τους να υπάρχει.

Αρκετά χρόνια αργότερα, ο Νίκος είναι σπρωγμένος σε ακραία μοναξιά, ενώ ο Χρήστος είναι επίσης πολύ μόνος, αν και διάγει μια πιο συμβατική ζωή.

Οπότε χρειάζεται να δημιουργήσουν μια στιγμή, έστω και σύντομη, όπου δε θα νιώθουν τόσο μόνοι και ψυχροί.

(A.T.) Εξαναγκάστηκαν να είναι μοναχικοί. Θα μπορούσαν να μην είναι. Η κοινωνία, αυτά που υπηρέτησαν -η θρησκεία, η πατρίδα, ο στρατός- τους απoμόνωσαν. Δεν ήταν δική τους επιλογή.

Τις περισσότερες φορές δεν είναι επιλογή των μοναχικών ανθρώπων να είναι μόνοι τους. Θα έπρεπε να το σκεφτόμαστε αυτό.

Δυστυχώς, κατέστησαν συναισθηματικά ανάπηροι εξαιτίας της ανικανότητάς τους να εκφράσουν το ποιοι είναι και τι νιώθουν.

(V.S.) Δε ρίχνουμε φως στο φιλμ στην τελετουργία η οποία ανάγεται στην περίοδο που πέρασαν στα Ο.Υ.Κ. Η ίδια η τελετουργία, από μόνη της βάναυση, έχει να κάνει με το να πνίγεις κάποιον κι έπειτα να τον επαναφέρεις στη ζωή.

Πρέπει ταυτόχρονα να πολεμάς, αλλά όχι και να αλληλοαγαπιέσαι. Είναι σχιζοφρενικό να αποσκοπείς στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης, αλλά να μην επιτρέπεις στην αγάπη να αναπτυχθεί.

(A.T.) Αυτό κάνει τη συγκεκριμένη ταινία πολιτική και κοινωνική.




Γιατί διάλεξες την παραλία ως τοποθεσία για τα γυρίσματα; Λόγω των ανοιχτών οριζόντων, της απουσίας συνόρων;

(V.S.) Πραγματικά σέβομαι τη θάλασσα, αλλά και τη φοβάμαι πολύ διαισθητικά. Από τη μία, είναι μια μεθοριακή περιοχή, δεν μπορείς να προχωρήσεις παραπέρα.

Από την οπτική γωνία των χαρακτήρων, όμως, είναι και ένας ασφαλής τόπος. Έχουν τη δυνατότητα να εκφραστούν και οι δύο στην παραλία.

Εσύ, Αντώνη, νιώθεις ασφαλής στην παραλία;

(A.T.) Προσωπικά δε μου αρέσει το κολύμπι!

Η παραλία είναι ένας τόπος συνάντησης προσβάσιμος σε όλον τον κόσμο. Από την άλλη, την περίοδο που έγιναν τα γυρίσματα «έβγαζε» μια αίσθηση ιδιωτικότητας. Οι χαρακτήρες βίωναν την ιδιωτικότητα, αλλά ήταν και εκτεθειμένοι. Υπήρχε κίνδυνος.

Η περίοδος που προηγήθηκε των γυρισμάτων υπήρξε πολύ δύσκολη για μένα. Σκεφτόμουν πολύ για τον θάνατο. Η διαδικασία του φιλμ ήταν πολύ καθαρτική.

Σε βοηθάνε τα βραβεία και η γενικότερη αναγνώριση να ενσωματωθείς ευκολότερα στην ελλαδική κινηματογραφική κοινότητα;

(V.S.) Το σύστημα γύρω από τις μικρού μήκους ταινίες είναι χτισμένο πάνω στην απονομή βραβείων στους σκηνοθέτες. Μ’ αυτή την έννοια δε θα μας υποστηρίξει με βεβαιότητα να κάνουμε φιλμ στο μέλλον.

Αισθάνομαι εξαιρετικά ευτυχής γι’ αυτό που συνέβη- και συνάμα ντροπαλός έναντι των προσδοκιών που μπορεί να το συνοδεύουν. Μου αρέσει να δουλεύω χωρίς να προσελκύω την προσοχή.

Ως σκηνοθέτης, θεωρείσαι η ταινία. Αυτό βεβαίως δεν ισχύει. Τα βραβεία είναι η αναγνώριση μιας καλής ομάδας, μια επιβεβαίωση ότι τα πήγαμε καλά. Ούτε κάποιος πρέπει να συνηθίζει σ’ αυτά, αλλά ούτε και να κάνει φιλμ για να πάρει βραβεία.

Επί του παρόντος, επομένως, αναρωτιέμαι πώς μπορώ ταυτόχρονα να νιώσω χαρά γι’ αυτή την κατάσταση ενώ επικεντρώνομαι σε όσα μ’ ενδιαφέρουν.

Aς εστιάσουμε στην επόμενη ιστορία, λοιπόν!

Επηρεάζουν τα βραβεία και η αναγνώριση τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεσαι τον εαυτό σου ως ηθοποιό, Αντώνη;

(A.T.) Όταν με πήραν από τη Δράμα, ένιωσα τεράστια χαρά, γιατί ασχολούμαι με την ηθοποιία γύρω στα είκοσι χρόνια. Είναι ωραίο να σου λένε οι συνάδελφοί σου, «Μπράβο, ρε μάγκα!» Πάλευες, παλεύεις, και σ’το αναγνωρίζουν.

Επ’ ουδενί, όμως, με επηρεάζει στο πώς βλέπω τη δουλειά και θα συνεχίσω να τη βλέπω. Η «αναγνώριση» ενέχει τον κίνδυνο της επανάπαυσης, κι αυτή την παρατηρώ σε πολλούς συναδέλφους που αναγνωρίζονται γρήγορα- ή αργά.

Σταματούν την εξέλιξη και τον πειραματισμό. Μέχρι ν’ αναγνωριστούν πάλευαν. Μετά είναι σαν να σου είπαν: «Μην παλεύεις άλλο, φίλε. Έφτασες. Τώρα μπορείς να κάνεις μάστερκλας». Στα εικοσιπέντε ή στα τριάντα σου. Μη χέσω!

Χρειάζεται να εστιάζουμε μόνο στην ιστορία που θέλουμε να πούμε. Είναι πολύ κακή «πυξίδα» να αφηγείσαι ιστορίες που αρέσουν σε άλλους ή προκειμένου να «εισπράξεις» αναγνώριση.

Η μικρού μήκους ταινία του Valentin Stejskal 5pm Seaside πραγματοποίησε την ελληνική πρεμιέρα της στο φετινό Φεστιβάλ Δράμας, όπου απέσπασε τον Χρυσό Διόνυσο και βραβείο ανδρικής ερμηνείας (Αντώνης Τσιοτσιόπουλος).

Κατά την αθηναϊκή πρεμιέρα της στο πλαίσιο του 28ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας κέρδισε τα ίδια βραβεία.

Την Τρίτη 29 Νοεμβρίου προβάλλεται στο πλαίσιο του 1ου Spicy Indie International Film Festival, το οποίο διεξάγεται στο Studio New Star Art Cinema (28-30 Νοεμβρίου).



Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2022

Σοφία Γεωργοβασίλη: «Η μητρότητα πρέπει να είναι μια συνειδητή επιλογή»

 


Το πολιτικό «διαθλάται» μέσα από το προσωπικό στην πολυεπίπεδη μικρού μήκους ταινία της ηθοποιού και σκηνοθέτριας Σοφίας Γεωργοβασίλη, Memoir of a veering storm, με κύριο άξονα την άμβλωση μιας έφηβης.

Μια συνάντηση με την Σοφία Γεωργοβασίλη ενόψει της προβολής του φιλμ της στο πλαίσιο του τμήματος Ελληνικές μικρές ιστορίες των 28ων Νυχτών Πρεμιέρας.

Εκφράζεσαι και αφηγείσαι με διαφορετικούς τρόπους: και μέσω της υποκριτικής και -εσχάτως- μέσω της σκηνοθεσίας. Καλύπτουν διαφορετικές ή παρόμοιες ανάγκες αυτά τα εκφραστικά μέσα στη ζωή και στην τέχνη σου;

Eίναι δύο πολύ διαφορετικά πράγματα και ταυτόχρονα πολύ ίδια.

Η σκηνοθεσία καλύπτει περισσότερο την ανάγκη μου να δημιουργήσω συνολικά και συλλογικά, να συστήσω μια οικογένεια με την οποία θα κάνουμε κάτι. Έχω ανάγκη να γράφω κινηματογραφικά σενάρια, μου ταιριάζει. Το να σκηνοθετώ, επίσης.

Πρόκειται, επομένως, για εξίσου συλλογικές διαδικασίες;

Είναι. Απλώς η υποκριτική -ειδικά στο θέατρο- είναι κάτι πιο αυτιστικό. Βρίσκεσαι σε μια λούπα, και επιπλέον απαιτεί πολύ χρόνο. Καλύπτει άλλες ανάγκες, πολύ πιο βαθιές.

Η σκηνοθεσία, από την άλλη, καλύπτει την ανάγκη μου να ζω ως νομάς.

Με την έννοια ότι «μεταπηδάς» από ιστορία σε ιστορία, από άνθρωπο σε άνθρωπο...

Μετακινούμαι και στον χώρο και στον χρόνο, βρίσκομαι με διαφορετικούς ανθρώπους, αλλάζουμε περιβάλλοντα, αλλάζουν οι ιστορίες, οι κόσμοι... Είμαι έξω, πάω.

Νιώθεις και στα δύο πεδία εξίσου ασφαλής και ο εαυτός σου;

Περισσότερο στη σκηνοθεσία, γιατί η υποκριτική περιλαμβάνει τις οντισιόν που τις σιχαίνομαι. Δε νιώθω, ούτε και τα πηγαίνω καλά σ’ αυτές. Επιπλέον, για να μπορείς να σταθείς στη σκηνή οφείλεις να διαθέτεις έναν ναρκισισμό. Αυτό με ζορίζει.

Και στο σκηνοθετικό πεδίο δεν υπάρχουν, ωστόσο, οι οντισιόν; Των άλλων, βέβαια.

Ασκείς εξουσία εκεί -εν δυνάμει-, φουλ!

Πώς, λοιπόν, προσπερνάς τον «σκόπελο» μιας δυνητικά εξουσιαστικής σχέσης;

Έχει να κάνει με τη στάση του κάθε ανθρώπου. Στη σκηνοθεσία ξεπερνιέται με το να λειτουργείς συλλογικά και με σεβασμό. Στην υποκριτική πρέπει να το περάσεις αυτό, και να εξουσιαστείς με έναν τρόπο.

Στην πιο πρόσφατη μικρούς μήκους ταινία σου, Memoir of a veering storm, τους πρωταγωνιστικούς ρόλους αναλαμβάνουν ανήλικα ή οριακά ενήλικα νεαρά άτομα, με προεξάρχουσα την εξαιρετική Δάφνη Πηλ.

Ως επί το πλείστον είχαν μόλις «πατήσει» τα δεκαοκτώ, με εξαίρεση την Στεφανία που ήταν 25 και μόλις τελείωνε τη δραματική σχολή.

Τα υπόλοιπα παιδιά ήταν ερασιτέχνες και τα βρήκα σε scouting που έκανα σε κάποιο σχολείο. Συμμετείχαν στην ομάδα κινηματογράφου κι έβλεπαν ταινίες. Μου άρεσαν.

Από γύρισμα, ωστόσο, δεν είχαν εμπειρία. Κάναμε, λοιπόν, πρόβες επί έναν χρόνο. Στην αρχή συζητούσαμε πολύ για την άμβλωση, αλλά και για τον φασισμό και τον κορονοϊό. Ποια ήταν η ερώτησή σου, όμως;

Δεν είχε αποκρυσταλλωθεί ακόμα. Θα τη συνέδεα με τις σχέσεις εξουσίας που μπορεί να δημιουργήθηκαν στο πλαίσιο του casting και της προετοιμασίας του φιλμ σου.

Δόθηκαν πολύ στη διαδικασία, αλλά όχι κατόπιν πίεσης.

Είχαν να μοιραστούν και δικά τους βιώματα- και όχι μόνο σε σχέση με την ίδια την άμβλωση;

Συζητήσαμε αρκετά σχετικά με το τι θα έκαναν σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Μου έκανε εντύπωση πως ορισμένοι έφηβοι δε θα το έλεγαν στους γονείς τους, θα διαχειρίζονταν την κατάσταση με τη συνδρομή συνομηλίκων τους.

Οπότε το σενάριο αναδιαμορφώθηκε με βάση τη μεταξύ σας συνεργασία;

Σαφώς.

Η ενασχόληση με το θέμα υποθέτω ότι ξεκίνησε από μια δικιά σου ανάγκη να καταπιαστείς μ’ αυτό και στη συνέχεια ανακάλυψες την ύπαρξη του περιστατικού από το οποίο άντλησες έμπνευση.

Βασίστηκα πολύ στο πραγματικό περιστατικό και εμπλουτίστηκε από τα παιδιά μέσω των αυτοσχεδιασμών. Πολλά αναδιαμορφώθηκαν και στο μοντάζ. Και λόγω καταιγίδας.

Η καταιγίδα ήταν θείο δώρο!

Ενώ μας έβγαλε την πίστη, αποδείχτηκε σωτήρια!

Μου αρέσει το κοντράστ ανάμεσα στην καταιγίδα που όλο έρχεται αλλά δε φτάνει ποτέ και στην «καταιγίδα» που έχει ήδη συντελεστεί αλλά δεν έχει γίνει αντιληπτή από την μητέρα του κοριτσιού, την οποία υποδύεται η Μαρία Καλλιμάνη.

Αυτό ήταν το συγκλονιστικό στοιχείο της ιστορίας που είχα ακούσει. Έχω κάνει άμβλωση στο παρελθόν. Είναι κάτι αρκετά σκληρό. Στην πραγματική ιστορία την μικρή την πηγαινοφέρνουν και οι δύο γονείς.

Εσύ, πάντως, κρατάς την μητέρα. Για λόγους οικονομίας όλων των ειδών;

Επειδή έχω μεγαλώσει κυρίως με γυναικείες φιγούρες, πάντα έχω μια ροπή προς αυτές χωρίς να το πολυσκεφτώ. Μου είναι πιο φυσικό.

Και προτιμότερο από αφηγηματική άποψη.

Ακριβώς. Σε διαφορετική περίπτωση θα περιπλέκονταν οι χαρακτήρες και οι δυναμικές.

Μου έκανε εντύπωση -και ίσως ακουστεί χαζό ως ερώτηση-, αλλά είναι σύνηθες να πηγαίνουν τρία πιτσιρίκια σε ένα νοσοκομείο για άμβλωση χωρίς τη συνοδεία κάποιου ενήλικου;

Υπολογίζεται πως το 25% των κατ’ έτος 30.000 αμβλώσεων στην Ελλάδα είναι κάτω των δεκαέξι, και εξ αυτών πάρα πολλές είναι κρυφές από τους γονείς. Επομένως θα βρίσκουν κάποιον τρόπο να τις κάνουν.

Αρχικά σκεφτόμουν να δικαιολογήσω αυτή την επιλογή στη βάση ενός ντοκιμαντερίστικου ρεαλισμού, αλλά μετά θα χρειαζόταν να δικαιολογήσω και άλλα.

Ήταν συνειδητή επιλογή να υπάρχουν ποιητικά στοιχεία κι ο τρόπος αφήγησης να είναι πιο αφαιρετικός, ώστε να μπορέσουν να χωρέσουν η καταιγίδα και το ελάφι.

Η ταινία σου έχει περισσότερα στοιχεία ενός ποιητικού παρά ενός «νταρντενικού» ρεαλισμού.

Ακριβώς! Δεν κάνω ντοκιμαντέρ, αλλά φιλμ μυθοπλασίας.

Έτσι κι αλλιώς, όλα έχουν να κάνουν με το ίδιο το βίωμα και τη διαχείρισή του παρά με τις όποιες γραφειοκρατικού τύπου περιπλοκές.

Δε μ’ ενδιέφερε καθόλου αυτή η διάσταση.

Από την άλλη, η δουλειά σου δε στερείται ρεαλισμού.

Η ίδια η ολιγόλεπτη σκηνή της άμβλωσης, αν και και φιλμαρισμένη από απόσταση και διαμεσολαβημένη από τζαμαρία, δεν παύει να είναι πολύ σκληρή, αναδεικνύοντας την επώδυνη πραγματικότητα του βιώματος.

Αυτός ήταν ο στόχος. Πρέπει ο θεατής κάπως να το νιώσει. Το συγκεκριμένο πλάνο και ο ρυθμός του φιλμ ήταν ο δικός μου τρόπος να προκαλέσω τη συγκίνηση του θεατή ή την ταύτισή του.

Ήξερα ότι θα ενοχλήσει, αλλά η άμβλωση είναι πολύ ενοχλητική διαδικασία.


Δάφνη Πηλ (αριστερά), Σοφία Γεωργοβασίλη (δεξιά)


Η ματιά σου είναι λιτή και αποδραματοποιημένη, χωρίς να γίνεται κλινική όπως στις δουλειές του πρώιμου Χάνεκε.

Μ’ αρέσει πολύ ο Χάνεκε.

Και μένα. Ωστόσο, το φιλμ σου παράγει συγκίνηση, κι αυτό είναι αξιοθαύμαστο όταν επιτυγχάνεται- ιδίως σε ταινία μικρού μήκους και με τόσο δύσκολο κι «επικίνδυνο» θέμα.

Είμαι πολύ χαρούμενη μ’ αυτό το φιλμ.

Εξίσου -και περισσότερο επικίνδυνη- είναι βέβαια η πραγματικότητα που μέσα από τον βασικό θεματικό άξονα αναδεικνύεται.

Όταν έγραφα το σενάριο, δεν υπήρχε αυτή έξαρση με τις δηλώσεις και τους νόμους σχετικά με την άμβλωση σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο.

Δεν έβρισκα χρηματοδότηση λόγω θέματος, στους περισσότερους φορείς που απευθύνθηκα μου έλεγαν ότι έχω διαλέξει δύσκολο.

Συνειδητοποίησα, εξάλλου, πως έχουμε ακόμα ταμπού όταν δεν έβρισκα ιδιωτικά σχολεία για το γύρισμα. Δεν ήθελαν να φανεί ότι μια κοπέλα που έχει κάνει αυτή την επιλογή φεύγει από το σχολείο τους. Κι έτσι βρήκαμε ένα δημόσιο.

Και εγχωρίως ανακινείται πλέον το ζήτημα της άμβλωσης σε ηθικό και νομικό επίπεδο.

Βρισκόμαστε σε μια συντηρητική φάση πολιτικά. Με βάση τη συντηρητική οπτική, το γυναικείο σώμα υπάρχει για πολύ συγκεκριμένους λόγους.

Θα σ’ ενδιέφερε να προβάλεις την ταινία σου σε κάποιο σχολείο;

Το παλεύω. Όχι όμως μέσω Υπουργείου -γιατί δε θα βρούμε άκρη-, αλλά μέσω ιδιωτικών οργανισμών. Να προβληθεί στο πλαίσιο μιας ημερίδας για τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση κσι να «ανοίξει» ως θέμα μεταξύ των εφήβων. Αυτό θέλω!

Ένα τμήμα, πάντως, των εφήβων λειτουργεί πολύ συντηρητικά και σε σχέση μ’ αυτό το ζήτημα, όπως μου προανέφερες.

Σίγουρα. Υπάρχουν πιτσιρίκια που μεγαλώνουν συντηρητικά, οπότε συντηρητικά βλέπουν και τα πράγματα. Είναι δύσκολο να ξεφύγεις από ένα πολύ συντηρητικό περιβάλλον.

Η χρωματική παλέτα της φωτογραφίας είναι η καταλληλότερη για το φιλμ σου. Πώς ήταν η συνεργασία σου με τον Tudor Panduru, τον διευθυντή φωτογραφίας;

Με τον Tudor θα κάνουμε και το μεγάλου μήκους μου, επομένως αυτή συνεργασία ήταν ένα “crash test” και για τους δυο μας. Προς τιμήν του, συνέδραμε φιλικά, και τον φιλοξένησα στο σπίτι μου. Φοβερό παιδί, πολύ συμμετοχικό!

Από τις φετινές εγχώριες μικρού μήκους ταινίες οι οποίες διαγωνίστηκαν στη Δράμα, όπου το Memoir of a veering storm έκανε την πανελλήνια πρεμιέρα του, μου έλειψε η εμπλοκή με ζητήματα κοινωνικοπολιτικής φύσης.

Συμμερίζεσαι αυτή την αίσθηση έλλειψης; Και αν ναι, πώς την ερμηνεύεις;

Δεν είδα πολλά φιλμ λόγω της μητρικής μου ιδιότητας -του άλλου μέρους της ταυτότητάς μου-, αλλά κάπου το καταλαβαίνω.

Μετά από δυόμισι χρόνια πανδημίας, δεξιάς στροφής, σκοταδισμού και μέσα σε μια μαυρίλα που μας περιβάλλει, μπορεί οι άνθρωποι να έχουν ανάγκη να αγγίξουν θέματα όχι και τόσο βαρύγδουπα.

Από την άλλη, το σινεμά πάντα ήταν ένα μέσο για να αναδείξεις ζητήματα που συντελούνται στο σήμερα. Το θέμα είναι πόσο αυτό σε αφορά.

Προσωπικά αντιλήφθηκα μια έως και αναδίπλωση στα του «εαυτού», στις ενδοοικογενειακές και τις ερωτικές σχέσεις- ή την απουσία τους.

Βγάζει νόημα. Μετά τον εγκλεισμό αναθεωρείς τη σχέση σου με τους άλλους, δεν ακουμπάς ή ακουμπάς, φιλάς ή δε φιλάς- όλο αυτό ενδεχομένως επηρεάζει τον τρόπο συγγραφής των σεναρίων. Δεν είναι απαραίτητο να κάνουμε όλοι πολιτικό σινεμά.

Είσαι και μαμά. Είσαι πολύ χαρούμενη γι’ αυτό;

Πάρα πολύ! Επειδή η Μυρτώ, η κόρη μου, ήταν μια πολύ συνειδητή επιλογή στη ζωή μου, έτσι θα έπρεπε να παραμείνει το θέμα της μητρότητας. Η μητρότητα πρέπει να είναι μια συνειδητή επιλογή.

Είμαι πολύ «δυσκολεμένη» με την μικρή, κουρασμένη και άυπνη, αλλά πολύ χαρούμενη!

Ευχαριστώ θερμά την σκηνοθέτρια για την ευγενική παραχώρηση φωτογραφικού υλικού από τα γυρίσματα.

Μετά την παγκόσμια πρεμιέρα της στη φετινή Μπερλινάλε και την πανελλήνια στη Δράμα, η ταινία της Σοφίας Γεωργοβασίλη Memoir of a veering storm προβάλλεται στο πλαίσιο του 28ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας.

Η προβολή πραγματοποιείται το Σάββατο, 1 Οκτωβρίου, στον κινηματογράφο Δαναός (17:30).


Σοφία Γεωργοβασίλη, Φεστιβάλ Δράμας 2022 (Φωτογραφία: Γιάννης Κοντός)