![]() |
Μισέλ Πεντινιελί (Φωτογραφία: Mouloud Zoughebi) |
Πενηντάρα,
χωρίς παιδιά, αστεία και θαρραλέα συνάμα, η Ντιου
Μποκανέρα είναι μια ιδιωτική ντετέκτιβ που θα κάνει άνω-κάτω
τη Νίκαια, μια πόλη μαστιζόμενη από οξείες ταξικές αντιθέσεις,
για να βρει τον δράστη αποτρόπαιων φόνων.
Συνομιλώντας
με την θυμωμένη -και εξαιρετικά πολιτικοποιημένη- δημιουργό της,
την Γαλλίδα, κορσικανικής καταγωγής συγγραφέα, Μισέλ
Πεντινιελί, με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου της Μποκανέρα
στα ελληνικά.
Παλαιότερα -και πιθανώς
ακόμα- δημοσιογράφος και διαδικτυακή συντάκτρια, στράφηκες στη μυθοπλασία -και
συγκεκριμένα στο νουάρ- μόλις πριν από επτά χρόνια. Τι υπαγόρευσε αυτήν τη
μετατόπιση και γιατί σε ελκύει το νουάρ;
Το 2015, συμμετείχα σε
έναν διαγωνισμό διηγήματος τον οποίο διοργάνωσε το φεστιβάλ Toulouse Polars du Sud και το κείμενό μου Celle que l’on ne vois pas κατατάχθηκε ανάμεσα στα
τρία κορυφαία.
Στη συνέχεια, δέχτηκα
πιέσεις από φίλους και συγγενείς να προσπαθήσω να γράψω «περισσότερα». Ξεκίνησα
να γράφω το Μποκανέρα τους μήνες που ακολούθησαν.
Το νουάρ ήταν μια
προφανής επιλογή για μένα, γιατί αυτό διαβάζω από τότε που έμαθα να διαβάζω (ή
σχεδόν)! Αυτά είναι κοινωνικά μυθιστορήματα τα οποία αφορούν περισσότερο από
μια έρευνα, στη βία και τη δυσλειτουργία. Γι’ αυτά θέλω να μιλήσω.
Η ιδιωτική ντετέκτιβ Τζιούλια
«Ντιου» Μποκανέρα είναι η πρωταγωνίστρια του Μποκανέρα,
του πρώτου από τα μυθιστορήματά σου που κυκλοφορούν στα ελληνικά και μιας
σειράς μυθιστορημάτων με την ίδια ως κεντρικό χαρακτήρα.
Γιατί υπάρχει σχετική
έλλειψη γυναικών συγγραφέων νουάρ μυθοπλασίας και κυρίαρχων γυναικείων
χαρακτήρων ιστορικά - αν και αυτή η τάση φαίνεται να αντιστρέφεται επί του
παρόντος;
Ελπίζω ν’ αντιστρέφεται!
Ιστορικά, οι εκδότες δεν
έπαιρναν στα σοβαρά τις γυναίκες συγγραφείς για να γράψουν νουάρ ή αστυνομικά
μυθιστορήματα. Στις Η.Π.Α., στις δεκαετίες του 1940 και του ’50, ορισμένες
πρωτοπόροι -για παράδειγμα η Κρεγκ Ράις- έγραφαν με ανδρικό όνομα.
Στη Γαλλία, την ίδια
εποχή, ονομάζονταν Μάικ Κούπερ ή Μάριο Ρόουπ. Αργότερα, στη δεκαετία του ’90,
πολλές γυναίκες χρησιμοποίησαν ονόματα ουδέτερου φύλου, όπως Ντομινίκ Μανοτί ή
Φρεντ Βάργκας, για να διατηρήσουν μια ορισμένη ασάφεια.
Αλλά υπάρχουν όλο και
περισσότερες γυναίκες συγγραφείς αστυνομικών στη Γαλλία, και, το πιο σημαντικό,
υπάρχουν όλο και περισσότερες γυναίκες εκδότριες γι’ αυτό το είδος.
Αντιθέτως, η αποτύπωση των
γυναικείων χαρακτήρων έχει παραμείνει στερεοτυπική για πολύ καιρό: το θύμα, η
πόρνη, η μαύρη χήρα, η αυταρχική κυρία που περιμένει απεγνωσμένα έναν άντρα να
την εξημερώσει...
Για να κατανοήσουμε τον
ρόλο των γυναικείων χαρακτήρων στη μυθοπλασία (βιβλίο ή ταινία), η Άλισον
Μπέχντελ (Αμερικανίδα σκιτσογράφος) επινόησε ένα τεστ με τρεις απλές ερωτήσεις
όσον αφορά στη μυθοπλασία:
- Υπάρχουν τουλάχιστον δύο αναγνωρισμένες γυναίκες;
- Μιλάνε μεταξύ τους τουλάχιστον μία φορά;
- Μιλάνε για κάτι άλλο εκτός από έναν άντρα;
Αυτό το ερωτηματολόγιο μπορεί να εφαρμοστεί σε οποιαδήποτε μυθοπλασία, αλλά
είναι ιδιαίτερα σημαντικό στην αστυνομική λογοτεχνία.
Απλώς δοκίμασέ το
και θα συνειδητοποιήσεις ότι προερχόμαστε από πολύ μακριά. Έτσι, ήθελα να δημιουργήσω γυναικείους
χαρακτήρες οι οποίοι
σκέφτονται και ενεργούν όπως οποιεσδήποτε γυναίκες που εσύ και εγώ μπορεί να γνωρίζουμε.
Εξέτασες τον εαυτό σου σε
βάθος ώστε να «πλάσεις» τον χαρακτήρα της με πειστικό τρόπο;
Έχουμε πράγματι μερικά
κοινά σημεία: φοράμε τζιν και Doc
Martens
ή βρίζουμε πολύ (δηλαδή, πολύ!)
Αλλά πάνω απ’ όλα είναι
το μεγάφωνό μου: έχουμε τις ίδιες απόψεις για τη ζωή, έχουμε τον ίδιο θυμό, την
ίδια οργή ενάντια σε όλα όσα πάνε στραβά σε αυτόν τον κόσμο και υπάρχουν πολλά
να πούμε.
Γράφω
επειδή είμαι θυμωμένη. Και η Μποκανέρα είναι η φωνή μου.
Η γενέτειρά σου, η πόλη
της Νίκαιας, και ιδιαίτερα οι παλιές, εργατικές και σχετικά ανεπηρέαστες από
την αστικοποίηση και την εισροή μαζικού τουρισμού γειτονιές της, αποτελεί έναν
από τους κύριους χαρακτήρες του Μποκανέρα.
Πώς θα περιέγραφες τη
σχέση σου με τη Νίκαια, στην οποία επέστρεψες μετά από μια μακρά διαμονή στο
Παρίσι, είτε μυθοπλαστικά είτε σε επίπεδο βιώματος; Σε ποιον βαθμό παραμένει
οικεία σε σένα;
Είναι μια σχέση
αγάπης/μίσους. Αυτή η πόλη είναι όμορφη και μοναδική. Για όλους όσους
βρίσκονται έξω από αυτήν, είναι ένας τόπος πολυτέλειας. Και αυτό είναι που
έχουν την τάση να δημιουργούν οι διάφοροι δήμαρχοι.
Η τωρινή δημοτική αρχή
προχωρά παραπέρα: καταστρέφει πολιτιστικούς χώρους για να τους αντικαταστήσει
με κήπους (τόσο περιβαλλοντικά ευαισθητοποιημένοι!), και αρνείται να χτίσει
κοινωνικές κατοικίες, προτιμώντας ξενοδοχεία 5 αστέρων.
Αυτή η πολιτική στρέφεται
μόνο προς τους τουρίστες.
Εν τω μεταξύ, το 21% των
κατοίκων ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, που είναι πολύ υψηλό. Και δε
γίνεται τίποτα γι’ αυτούς. Εξού και ο θυμός μου.
Αλλά αυτή είναι η πόλη
ΜΟΥ, και ζουν εκεί πολλοί υπέροχοι άνθρωποι. Πολλοί υπέροχοι άνθρωποι ζούσαν
εκεί κάποτε, παλεύοντας για έναν καλύτερο κόσμο. Δε θέλω να ξεχαστούν. Οπότε
γράφω γι’ αυτούς.
Είναι η νοσταλγία για τα
συγκείμενα του παρελθόντος -συμπεριλαμβανομένων των ανθρώπων και των τόπων- που
διαπερνά την αφήγησή σου μια δυνητικά πολιτική πράξη από μόνη της;
Και αν ναι, είναι το
μυθιστόρημά σου ένας τρόπος «διάσωσης» αυτών των συγκειμένων;
Πρέπει να είναι σαφές:
μια πόλη πρέπει να εξελίσσεται. Δεν μπορεί να μένει κολλημένη στο παρελθόν.
Είμαι κάθετα αντίθετη με όσους λένε «ήταν καλύτερα πριν».
Αλλά πρέπει να κινηθεί
προς την κοινωνική και περιβαλλοντική πρόοδο, για τη βελτίωση του κοινού καλού.
Κάτι το οποίο δεν ισχύει στη Νίκαια.
Επομένως ναι, θέλω να
υπενθυμίσω πως η Νίκαια ήταν κάποτε ένα πραγματικό λιμάνι, με λιμενεργάτες που
εργάζονταν σε αυτήν, και εξακολουθεί να είναι μια πόλη κοντά στα σύνορα.
Τα συγκεκριμένα γεγονότα
επέτρεψαν τη μετανάστευση από όλα τα μέρη της Μεσογείου - και της Ιταλίας, της
Σερβίας και των χωρών της Βαλτικής.
Η Νίκαια χτίστηκε έτσι,
με αυτό το μίγμα πληθυσμών. Παρά τον ακροδεξιό λόγο -και έχουμε πολύ τέτοιο
λόγο εδώ- γεννηθήκαμε έτσι.
Η ομοφοβία στο πλαίσιο
της ανόδου των πολιτικών ταυτότητας στην ακροδεξιά εκδοχή τους είναι ένας άλλος
αφηγηματικός άξονας του Μποκανέρα.
Είναι το διάσημο σύνθημα
της Γαλλικής Επανάστασης, «Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφοσύνη», νεκρό - ή απλώς
αδρανές; Και γιατί;
Όπως παντού στην Ευρώπη,
επηρεαζόμαστε από την αρνητική αντίδραση.
Για να μας εμποδίσουν να
αμφισβητήσουμε τα πραγματικά οικονομικά και οικολογικά προβλήματα, ανεμίζουν
«κόκκινες σημαίες» μπροστά στα μάτια μας: μετανάστευση και woke κουλτούρα.
Είναι πάντα πιο εύκολο να
λες ψέματα και να βρίσκεις αποδιοπομπαίους τράγους.
Μεταξύ των ηγετών μας, η
αδελφοσύνη και η ισότητα έχουν από καιρό παραμεριστεί και κάθε σπιθαμή της
ελευθερίας μας δέχεται επίθεση. Αλλά εξακολουθώ να εμπιστεύομαι την ικανότητα
του λαού να αντισταθεί. Κόντρα σε όλα.
Είναι η Ευρώπη επίσης
πολιτισμικά, ηθικά και πολιτικά νεκρή, υπό το πρίσμα της συνενοχής της
συντριπτικής πλειοψηφίας των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων στη ζωντανά μεταδιδόμενη γενοκτονία
που διαπράττεται εναντίον των Παλαιστινίων;
Αυτό σηματοδοτεί το τέλος
της ανθρωπιάς μας σε τόσα πολλά διαφορετικά επίπεδα. Συλλογικά και ατομικά.
Για άλλη μια φορά,
προσκολλώμαι σε όλες τις ενέργειες που αναλαμβάνονται από άτομα, όπως ο Στόλος
της Ελευθερίας. Προσκολλώμαι στις ομιλίες της Φραντσέσκα Αλμπανέζε.
Προσκολλώμαι σε όλα τα μάτια τα οποία μοιάζουν με τα δικά μου.
Ποια είναι η άποψή σας
για την Ευρώπη σε πολιτιστικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο σήμερα;
Και ποιος είναι ο ρόλος
-και ίσως η ευθύνη- της τέχνης, ιδιαίτερα της λογοτεχνίας και των συγγραφέων,
στην αμφισβήτηση, ακόμη και στην ανατροπή των κυρίαρχων αφηγήσεων;
Η ιδέα μιας Ευρώπης των
λαών είναι κάτι που πάντα με γοήτευε, αλλά φυσικά δεν είναι αυτή που έχει τεθεί
σε εφαρμογή.
Σήμερα, εκτός από όλες
τις κοινωνικές και περιβαλλοντικές μάχες οι οποίες πρέπει να δοθούν, πρέπει να
αγωνιστούμε για τον πολιτισμό. Γιατί πιστεύω ΑΛΗΘΙΝΑ ότι είναι το μόνο πράγμα
που θα μας σώσει από τη βαρβαρότητα.
Και η βαρβαρότητα δεν
είναι αποκύημα της φαντασίας, αλλά μια πολιτική που εφαρμόζεται σχεδόν παντού.
«Για να επιβιώσεις,
είναι συχνά απαραίτητο να δώσεις μια μάχη και για να δώσεις μια μάχη πρέπει να λερωθείς»,
έγραφε κάποτε ο Τζορτζ Όργουελ στο 1984.
Ποιες -άλλες- μάχες, είτε
κυριολεκτικές είτε μεταφορικές, αξίζει να δώσουμε αυτήν τη στιγμή, κατά τη
γνώμη σου;
Θα έλεγα για τις δημόσιες
υπηρεσίες επειδή -τουλάχιστον στη Γαλλία- είναι ο συνδετικός κρίκος μεταξύ μας,
η προστασία μας και η κληρονομιά για όσους δεν έχουν κληρονομιά. Και ο
πολιτισμός θα πρέπει να αποτελεί μέρος αυτής της κληρονομιάς.
Ευχαριστώ θερμά
την Άλκηστη Τριμπέρη (Εκδόσεις Πόλις) για την πολύτιμη
συνδρομή της στην υλοποίηση της συνέντευξης.
Ευχαριστώ επίσης
την συγγραφέα για τον ενθουσιασμό με τον οποίο ανταποκρίθηκε στο
αίτημά μου, καθώς και για την παραχώρηση της φωτογραφίας της.
Το μυθιστόρημα της
Μισέλ
Πεντινιελί Μποκανέρα
κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Πόλις σε μετάφραση
του Γιάννη Καυκιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου