Κυριακή 1 Μαρτίου 2020

Βάτσλαβ Μαρχούλ: «Όταν νιώθεις διαφορετικός, πάντα θα έχεις πρόβλημα»


Βασισμένη στο εμβληματικό μυθιστόρημα του Γιέρζι Κοζίνσκι Το βαμμένο πουλί, η σχεδόν τρίωρης διάρκειας ομώνυμη ταινία του Τσέχου Βάτσλαβ Μαρχούλ είναι ένα ασπρόμαυρο σινεφιλικό επίτευγμα στα χνάρια του Μπέλα Ταρ


Πρωταγωνιστής της είναι ένα ανώνυμο αγόρι που προσπαθεί να επιβιώσει στα πρώτα χρόνια μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το φιλμ προβάλλεται από τις 5 Μαρτίου, κι ο Βάτσλαβ Μαρχούλ μοιράζεται σκέψεις και συναισθήματα.


Σ’ ευχαριστώ γι’ αυτήν την απρόσμενη και ανησυχαστική φιλμική εμπειρία- ίσως μια από τις πιο ανησυχαστικές μετά τις ταινίες του Μπέλα Ταρ. 


Σ’ ευχαριστώ!


Θα επιστρέψουμε στον Μπέλα Ταρ αργότερα, ωστόσο. Τι σε προσέλκυσε στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Γιέρζι Κοζίνσκι ως αναγνώστη, κατ’ αρχάς;


Καλή ερώτηση!


Έχω μιλήσει σχετικά με το βιβλίο ίσως με περισσότερους από εκατό ανθρώπους που το έχουν διαβάσει, και μπορούν να κατανεμηθούν σε τρεις κατηγορίες.


Το 1/3 απλά δεν μπορεί να το διαβάσει, το κλείνουν, λέγοντας: «Όχι, ποτέ».


Άρνηση.


Ναι. Το σέβομαι αυτό απόλυτα. Η δεύτερη κατηγορία αναγνωστών το διάβασε, αλλά είναι τελείως σοκαρισμένη, νιώθοντας ότι ο κόσμος είναι μόνο γεμάτος βία και βαναυσότητα.


Για τους υπόλοιπους, το βιβλίο φέρει ένα μήνυμα και θέτει πάρα πολλά ερωτήματα. 


Προσωπικά με συνάρπασε απόλυτα, παρά τη βία και τα όσα τρελά συμβαίνουν σ’ αυτό, γιατί υπάρχουν τόσα ερωτήματα. Αν και δεν πιστεύω στον Θεό, αναρωτήθηκα: «Γιατί δημιούργησε την ανθρωπότητα; Πού είναι η ενοχή, το κακό;»


Και το υπέροχο; Το βιβλίο δε θα σου δώσει καμιά απάντηση! Όλα εξαρτώνται από σένα. Προσπάθησα, λοιπόν, να φτιάξω την ταινία μου με τον ίδιο τρόπο, απλά και μόνο για να ωθήσω τους ανθρώπους να ξεκινήσουν να σκέφτονται.


Σε άγχωσε, σου προκάλεσε δέος η προοπτική της κινηματογραφικής διασκευής ενός τέτοιου βιβλίου;


Μόλις το διάβασα, ένιωσα τόσα πολλά συναισθήματα κι ότι έπρεπε να κάνω την ταινία. Όλα έχουν να κάνουν με τα συναισθήματα. 


Είναι αρκετά δύσκολο βιβλίο: πολύ επαναλαμβανόμενο, με πολλά πολύ περιγραφικά κεφάλαια, γεγονός που δε μου πολυάρεσε. Κατά γνώμη μου έχει κάποια «λάθη», όπως ίσως κι η ταινία μου (γέλιο). 


Δε μου άρεσε, εξάλλου, το τέλος του, γι’ αυτό και το άλλαξα.


Δούλευα πάνω στο σενάριο επί τρία χρόνια κι έγραψα δεκαεπτά εκδοχές του. Η τελευταία θεώρησα πως ήταν η καλύτερη.



Σε κάθε περίπτωση, παρέμεινες πολύ πιστός τόσο στο ίδιο το κείμενο αυτού του τεράστιου μυθιστορήματος, όσο και στην αναπαραγωγή του εφιαλτικού σύμπαντός του.


Όσα περιγράφει το βιβλίο δυστυχώς συνεχίζουν να συμβαίνουν. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε παιδιά κακοποιούνται, ξυλοκοπούνται και πυροβολούνται. Γι’ αυτό και πρόκειται για μια διαχρονική ιστορία.


Μερικές φορές, κάποιοι δημοσιογράφοι υποστηρίζουν ότι είναι ένα φιλμ για το Ολοκαύτωμα. Αυτό δεν ισχύει, κατά τη γνώμη μου.


Μπορούν να υπάρξουν διαφορετικές αναγνώσεις του. Σίγουρα είναι ριζωμένο σε μια συγκεκριμένη ιστορική περίοδο, κι ένα συγκεκριμένο γεωγραφικό και πολιτισμικό τοπίο. Από την άλλη, ανοίγεται και σε άλλες εμπειρίες κι εποχές.


Συμφωνώ. Το πιο συμβολικό στοιχείο του είναι ο τίτλος, Το βαμμένο πουλί. Το βιβλίο, όπως κι η ταινία, έχουν πολλά επίπεδα. Και ένα από τα πιο σημαντικά, πως πάντα είσαι διαφορετικός. Ίσος, αλλά διαφορετικός.


Αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με το χρώμα του δέρματος. Όταν νιώθεις διαφορετικός, πάντα θα έχεις πρόβλημα. Όταν έχεις κάτι που δε μοιάζει με αυτό που έχουν οι άλλοι, δε θα το καταλάβουν, θα τους τρομάξει και θα γίνουν πιο επιθετικοί.


Από αυτό το στοιχείο ξεκινάνε πολλά δυσάρεστα για την ανθρωπότητα.


Ποια ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία που συνάντησες κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων είτε σε σχέση με τα ίδια τα γυρίσματα είτε με τη διεύθυνση των ηθοποιών, επαγγελματιών και μη, και κυρίως του μικρού πρωταγωνιστή;


Ο πιο σημαντικός μη ηθοποιός ήταν το αγόρι, ο κεντρικός χαρακτήρας, ο Πετρ. Οι υπόλοιποι ηθοποιοί ήταν στο σύνολό τους επαγγελματίες, κι ήταν υπέροχο να δουλεύω μαζί τους. 


Με τον Πετρ ήταν αρκετά δύσκολα τα πράγματα αρχικά. Όταν, όμως, κάνεις γυρίσματα επί ενάμιση χρόνο, από μέρα σε μέρα η κατάσταση βελτιώνεται όλο και περισσότερο. Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας, η συνεργασία μας ήταν θαυμάσια.


Είναι ένα καλό, τυχερό παιδί.



Πόσων χρονών είναι;

Όταν τον συνάντησα τυχαία στην υπέροχη, γκρίζα, μυστηριώδη, μεσαιωνική τσεχική πόλη όπου γράφω όλα μου τα σενάρια κι όπου εκείνος ζει, ήταν εφτά. Μέσα σε πέντε λεπτά αποφάσισα ότι αυτός θα είναι ο κεντρικός χαρακτήρας.


Είναι τρελό, τόσο παράλογο. Το ξέρω. Έτσι αισθάνθηκα, όμως. Του είπα, λοιπόν: «Μου μοιάζεις με τον βασικό χαρακτήρα στο επόμενό μου φιλμ». Και μου απάντησε: «Εντάξει». (Γέλιο) Δεν ήξερε τι σημαίνει κάτι τέτοιο.


Το ανακάλυψε στη συνέχεια.


Όταν ξεκινήσαμε τα γυρίσματα, ήταν εννιά κι όταν τελειώσαμε είχε γίνει έντεκα. Σε γενικές γραμμές, καταλάβαινε τι συνέβαινε. Αν και ήξερε την ιστορία, δεν ήταν 100% συγκεντρωμένος σ’ αυτή. Έχει τόση ενέργεια, τόσα ενδιαφέροντα.


Αν τον ρωτούσες πέντε λεπτά με την ολοκλήρωση ενός γυρίσματος γι’ αυτό, δε θα θυμόταν να σου απαντήσει, γιατί θα τον ενδιέφερε πολύ περισσότερο στη διάρκεια του διαλείμματος να παίξει ποδόσφαιρο! (Γέλιο)


Είναι ευαίσθητος, αγαπάει τα ζώα κι έχει ένα σκύλο, που τον υπεραγαπά. Τον χειραγώγησα, λοιπόν, για τις ανάγκες μιας συγκεκριμένης σκηνής. 


Του είπα: «Φαντάσου ότι έχεις βγει βόλτα μ’ εναν φίλο σου Μετά από δέκα λεπτά ο σκύλος σου έχει χαθεί. Ίσως κάποιος τον πήρε, ίσως πεθαίνει της πείνας, ίσως δεν ξέρει πού να πάει». Σε λίγα δευτερόλεπτα, είχε τη σωστή έκφραση στο πρόσωπό του.


Κάποιες φορές, πάλι, του απευθυνόμουν όπως θα απεθυνόμουν σ’ έναν ενήλικα. Αυτό συνέβη στην περίπτωση μιας άλλης σκηνής, όταν πια ήταν δέκα χρονών. Και με κατάλαβε. Καθημερινά, πάντως, του υπενθύμιζα πως επρόκειτο για μυθοπλασία.


Σε κάθε περίπτωση, δε θέλει να ξαναπαίξει! (Γέλιο)



Ίσως να μη θέλει, αλλά εσύ σίγουρα είσαι πολύ δυνατός σκηνοθέτης, στην κατεύθυνση του κινηματογράφου του δημιουργού. Νιώθεις πως χρωστάς σε σκηνοθέτες όπως ο Ταρκόφσκι, ο Μπέλα Ταρ ή στην τσεχοσλοβακική παράδοση;


Είναι η τρίτη ταινία μου, και καθεμία είναι απολύτως διαφορετική. Ποτέ δε θα ήθελα να τις κάνω με τον ίδιο τρόπο. Η επόμενη, λοιπόν, θα είναι αλλιώτική. 


Άκουγα αυτή τη φωνή μονάχα για τα συναισθήματά μου. Και σε σχέση μ’ αυτό το φιλμ, έχεις δίκιο, εμπνεύστηκα από τις ταινίες του Μπέλα Ταρ ή το Αντρέι Ρουμπλιόφ του Αντρέι Ταρκόφσκι. 


Αλλά κι από έναν από τους μεγαλύτερους Τσέχους σκηνοθέτες, τον Φράντισεκ Βλάτσιλ, και το φιλμ του Μαρκέτα Λαζάροβα


Εμπνεύστηκα, εξάλλου, κι από έναν σπουδαίο Ρώσο σκηνοθέτη, τον Έλεμ Κλίμοφ, και την ταινία του Έλα να δεις


Διάβασα επίσης πολλά βιβλία, ιστορικής φύσης όπως του Τίμοθι Σνάιντερ, αλλά και παιδικής ψυχολογίας. Τόσα πολλά «μονοπάτια», τόσες πολλές πηγές έμπνευσης!


Νομίζεις ότι ως κοινωνίες και άτομα, σινεφίλ ή όχι, χρειαζόμαστε ή μας λείπει στις μέρες μας αυτό το είδος του σινεμά, που ρίχνει ένα διαφορετικό «φως» στην ανθρώπινη εμπειρία και κατάσταση;


Είναι καλή και τόσο δύσκολη η ερώτησή σου, αλλά δεν ξέρω. Δεν ξέρω τι αναζητά το κοινό.

Έκανα αυτή την ταινία με ειλικρίνεια και πολύ ανοιχτά, δεν το πολυσκέφτηκα αν θα την αγαπούσε το κοινό. Αν, ως καλλιτέχνης, σκέφτεσαι υπερβολικά για την αγορά και το κοινό, είσαι χαμένος.


Όπως και να ’χει, πρόκειται για μια πολύ απαιτητική δουλειά τόσο για το κοινό όσο και για τους διανομείς παγκοσμίως, γι’ αυτό και εξεπλάγην ευχάριστα όταν έμαθα πως εξασφάλισε διανομή στην Ελλάδα.


Αν και έχει πολλές βίαιες σκηνές, τις διαχειρίστηκα με πολλή αξιοπρέπεια, όχι υπό την οπτική γωνία του Κουέντιν Ταραντίνο. Από σένα εξαρτάται, λοιπόν, σε ποιο βαθμό θα τις φανταστείς. Το σημαντικό ήταν να τις εκφράσω, όχι να τις περιγράψω.


Μέσα στο Μάρτη βγαίνει και στη Μεγάλη Βρετανία, την Ιρλανδία, τις Η.Π.Α., τον Καναδά, μεταξύ άλλων χωρών, και είμαι πραγματικά περίεργος να δω πώς θα την  αντιμετωπίσουν οι θεατές.


Η ταινία του Βάτσλαβ Μαρχούλ Το βαμμένο πουλί προβάλλεται στους κινηματογράφους από τις 5 Μαρτίου σε διανομή της Weird Wave.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου