Αλαίν Νταμαζιό (Φωτογραφία: Cyrille Choupas) |
Με
τους Αθέατους, ο Αλαίν
Νταμαζιό, ο κορυφαίος σύγχρονος Γάλλος εκπρόσωπος της λογοτεχνίας
του φανταστικού, συνθέτει ένα μυθιστόρημα για την εξουσία,
τον έλεγχο, την άρνησή τους και την κατάφαση σε μια ζωή
έξω από τον καπιταλισμό.
Συνομιλώντας σε βάθος μαζί του με αφετηρία το ενορατικό ολιστικό του βιβλίο,
που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πόλις.
Είστε μυθιστοριογράφος, δοκιμιογράφος και σεναριογράφος,
ειδικευμένος στη
λογοτεχνία του φανταστικού.
Πρόκειται για ένα εγγενώς πολιτικό είδος, ικανό να «αισθάνεται», να «προβλέπει» και να αναδημιουργεί μυθοπλαστικά τις «τεκτονικές» αλλαγές που κλονίζουν -και διαμορφώνουν- τις σύγχρονες κοινωνίες;
Η επιστημονική φαντασία είναι ένα είδος που προσφέρει δυνατότητες στην πραγματικότητα.
Και αυτό που σκηνοθετεί και αφηγείται την ιστορία, δίνει επομένως
συναισθηματική και εννοιολογική αξιοπιστία, τις ακόμα εμβρυϊκές μεταμορφώσεις οι
οποίες επηρεάζουν τις κοινωνίες μας.
Η πολιτική ξεκινά όταν αυτό που συνθέτει την καθημερινότητά μας και τη
διακυβέρνησή μας δε γίνεται πλέον αποδεκτό ως η μόνη δυνατή μοίρα μας. Ή,
μάλλον, σαν μια πιθανή μοίρα την οποία μπορεί πάντα να φανταστεί κάποιος διαφορετικά.
«Θα ήταν θαυμάσιο αν η πραγματικότητα ήταν πηλός μες το κεφάλι μας, αν μπορούσαμε […] να την πλάσουμε σύμφωνα με τους πόθους μας, αν οι νεκροί που αγαπάμε δεν υπήρξαν ποτέ ολότελα νεκροί […] Από αυτήν ακριβώς την τάση πηγάζει ολόκληρη η φανταστική λογοτεχνία», αναλογίζεται η Σαχάρ στους Αθέατους. Γιατί;
Για το φαντασιακό μας, το φανταστικό είναι ένα εύπλαστο υλικό, όπως ο χρυσός.
Μας επιτρέπει να φτιάξουμε παλάτια, ασπίδες και σπαθιά, κύπελλα, αλυσίδες,
δαχτυλίδια, νομίσματα...
Το φανταστικό μάς επιτρέπει να χτίζουμε κόσμους μέσω της απλής ευελιξίας του εγκεφάλου μας,
που μπορεί να αφομοιώσει άλλους κανόνες, να απορροφήσει το τερατώδες σαν
καθρέφτης του ασυνειδήτου μας, να αναστείλει την κρίση τους, να αποδεχτεί να
πιστέψει.
Ο εγκέφαλός μας διατηρεί στη φανταστική λογοτεχνία την πλαστικότητα που
είχαμε ως παιδιά, αναζωπυρώνει αυτό το παιχνίδι με την
πραγματικότητα, αυτό το κενό του «τι θα γινόταν, αν;», την προτίμηση στη μετάλλαξη, την παραμόρφωση, το υβριδικό.
Προσφέρει επίσης, όπως η επιστημονική φαντασία, μια βαθιά ανατροπή των οντολογικών πλαισίων της
ανθρώπινης ύπαρξης, που μου φαίνεται το παράξενο σημάδι του είδους μας, το
οποίο ποτέ δεν είναι απόλυτα
ικανοποιημένο με αυτό που είναι.
Αυτή η ανατροπή είναι τέτοια, ώστε στα δημιουργημένα σύμπαντα δεν μπορούμε πλέον να γερνάμε.
Μπορούμε να αναζωογονηθούμε, να πεθάνουμε και να αναστηθούμε, να πετάξουμε και με τα δύο χέρια, να μετακινήσουμε
αντικείμενα σε απόσταση, να γίνουμε κάτι άλλο από αυτό που επιτρέπουν τα οργανικά μας όρια.
Υπάρχει μια ολόκληρη οικονομία της επιθυμίας η οποία ρέει πίσω από το φανταστικό και θα ήθελε να είμαστε
περισσότεροι, καλύτεροι ή κάτι άλλο από αυτό που αρχικά είμαστε, ως άνθρωποι.
Είστε επηρεασμένος από τους Γάλλους φιλοσόφους Ζιλ
Ντελέζ και Μισέλ Φουκώ.
Πώς έχει διαμορφώσει
η ποικιλόμορφη φιλοσοφική τους παραγωγή τη δική σας φιλοσοφική, πολιτική και
αφηγηματική οπτική;
Και πού εντοπίζετε τη συνάφεια και τη σημασία του έργου
τους σήμερα;
Η επιρροή των Ντελέζ και Φουκώ όχι μόνο στη γαλλική, αλλά και στην παγκόσμια σκέψη στα τέλη του
20ού αιώνα, είναι κολοσσιαία. Ο νεωτερισμός τους είναι τέτοιος, που
μας επιτρέπει να σκεφτόμαστε τον 21ο αιώνα με σπάνια εκλέπτυνση και δύναμη.
Ας πάρουμε μερικά μόνο παραδείγματα:
Oι έννοιες του ριζώματος, του ρεφρέν, της αποεδαφικοποίησης, του νομαδισμού
ως πολεμικής μηχανής, της τμηματικότητας, του γίγνεσθαι, της κοινωνίας του
ελέγχου στον Ντελέζ είναι ένα πραγματικό οπλοστάσιο για την ανάλυση της εποχής
και την καταπολέμηση της φρίκης.
Ο Φουκώ παραμένει απείρως πολύτιμος όσον αφορά σε ζητήματα φύλου, σεξουαλικότητας, επιθυμιών, ανάγνωσης των σχέσεων εξουσίας
σε μίκρο- και μάκρο- κλίμακα.
Επιπλέον, για τον τρόπο με τον οποίο επισκοπεί τις ανθρώπινες κοινωνίες που διατρέχονται από μια τριπλή διαδικασία γνώσης-δύναμης-υποκειμενοποίησης.
Αυτοί οι φιλόσοφοι συνεχίζουν, με βαθύ τρόπο, να «βλάπτουν τη βλακεία», για να χρησιμοποιήσω τα λόγια του Νίτσε, και μας κάνουν πιο δυνατούς απέναντι
σε έναν παντοδύναμο καπιταλισμό.
Οι
Αθέατοι, το τελευταίο σας μυθιστόρημα
που κυκλοφόρησε πρόσφατα στα ελληνικά, είναι ένα από εκείνα τα σπάνια και
τολμηρά λογοτεχνικά επιτεύγματα τα
οποία «γεννούν» ένα ολιστικό σύμπαν και
στοχάζονται πάνω σ’ αυτό, παραπέμποντας
έτσι σε βιβλία όπως το Ουράνιο τόξο της βαρύτητας ή το 2066.
Θα θέλατε να εμβαθύνετε στις προκλήσεις, τις χαρές και τα
βάσανα της συγγραφής ενός τόσο απαιτητικού κειμένου -
για τον συγγραφέα,
τον αναγνώστη, τον μεταφραστή και τον τυπογράφο;
Θυμάμαι τον Ντελέζ και τον Γκουαταρί να απαντούν σε έναν δημοσιογράφο για
το αριστούργημα τους Χίλια Πλατώματα: «Είναι ένα βιβλίο που απαίτησε πολλή δουλειά από εμάς και απαιτεί πολλά από τον αναγνώστη».
Κάπως έτσι συμβαίνει και
με τους Αθέατους, ακόμα κι αν, κατά τη γνώμη μου, παραμένει ένα ρευστό μυθιστόρημα, του οποίου η δραματική
κινητήρια δύναμη -το να βρεις την εξαφανισμένη κόρη σου- διευκολύνει την εμβύθιση.
Ήταν μια μεγάλη πρόκληση για μένα να γράψω αυτό το βιβλίο τμηματικά, κατά τη διάρκεια δεκαπέντε και πλέον χρόνων, «διασχίζοντας» όλη την παιδική ηλικία των δύο κορών μου με χάρη και
σχεδόν εναντίον τους, αφού έπρεπε να βιώσω μερικές εβδομάδες
μακριά από την οικογένεια
προκειμένου να το ολοκληρώσω.
Η μεγαλύτερη λογοτεχνική πρόκληση βρισκόταν στην πολυεπίπεδη προσέγγιση
αυτού του βιβλίου:
Πώς να «παντρέψω» την υπέροχη φαντασία αυτών των όντων, των Αθέατων, με μια τεχνοκριτική προσέγγιση της εποχής, ένα ελαφρύ
και ρεαλιστικό δυστοπικό σκηνικό, μονοπάτια εξόδου προς τον υπερφιλελευθερισμό
και μια αξιοποίηση των ζωντανών,
διατηρώντας παράλληλα μια επική και γραμμική αφήγηση.
Είναι αφιερωμένο στις «Τίσκες» σας, τις δύο κόρες σας, την σύντροφό σας, Σοφί, και μια φίλη σας που αυτοκτόνησε. Γράφετε πάνω από όλα για τα αγαπημένα
σας πρόσωπα -παρόντα ή απόντα- και για να κάνετε τη ζωή πιο υποφερτή;
Γράφω μέσω των κοντινών μου ανθρώπων και για τους
ανθρώπους, για αναγνώστες στους οποίους ελπίζω να δώσω ενέργεια, πραγματική
επιθυμία να ζήσουν και να παλέψουν, και μια χαρά, ναι.
Τη χαρά τού να νιώθεις ζωντανός και σε επαφή με τον κόσμο σου, να αισθάνεσαι ότι υπάρχεις επειδή επιμένεις στην ύπαρξή σου, στις επιθυμίες και στο θάρρος σου και να επιμένεις εκεί, ενώ παραμένεις συνδεδεμένος και συνυφασμένος με αυτούς που αγαπάς.
Δε γράφω για να κάνω τη ζωή πιο υποφερτή.
Γράφω για να απελευθερώσω τη ζωή οπουδήποτε βρίσκεται αναισθητοποιημένη και κλειδωμένη.
Γιατί ο ήχος και η μουσική, ειδικότερα, είναι τόσο
κυρίαρχα σε αυτό το μυθιστόρημα ώστε, σε συνεργασία με τον συνθέτη Yan Péchin, να
έχετε αναπτύξει ένα μουσικό περιβάλλον με τη μορφή soundtrack προς ενίσχυση της ποιητικής έντασης του βιβλίου;
Στα μάτια μου -αλλά θα έπρεπε να πω στ’ αυτιά μου- ο ήχος είναι ο πρωταρχικός φορέας χειραφέτησης, γιατί επιτρέπει σε όσους ακούν να σχηματίσουν τις
εικόνες που διεγείρουν,
προκαλούν ή προτείνουν αυτοί οι ήχοι.
Η ενεργητική ακρόαση μάς αναγκάζει να δημιουργήσουμε τις δικές μας εικόνες, και
επομένως κυριολεκτικά να φανταστούμε.
Επομένως, η φαντασία συνδέεται στενά με την ακρόαση, ενώ η παραγωγή και η
συνεχής κατανάλωση βίντεο, φωτογραφιών ή εικονογραφήσεων καταλήγει να θωρακίζει
τη δική μας ικανότητα να σχηματίζουμε τις εικόνες μας.
Οι εικόνες προβάλλουν τη φαντασία όταν ο ήχος και η μουσική την
απελευθερώνουν. Τουλάχιστον αυτή είναι η πεποίθησή μου.
Έτσι, δούλεψα τόσο με την Floriane Pochon, μια υψηλού επιπέδου σχεδιάστρια ήχου στη Γαλλία, όσο και, κατόπιν, με τον Yan Péchin, τον κιθαρίστα του τραγουδιστή Alain
Bashung, για να μετατρέψω το σύμπαν των Αθέατων σε ήχο και μουσική και να απελευθερώσω τα σύμπαντα που δημιουργήθηκαν.
Μετά, βέβαια, όντας οι Αθέατοι «από σάρκα και ήχο», δηλαδή συντεθειμένοι
από ηχητικό DNA, η επέκτασή τους μέσω της μουσικής ήταν
αυτονόητη και σύμφωνη με τον κόσμο που είχα δημιουργήσει.
Οι
Αθέατοι είναι ένα μυθιστόρημα για την εξουσία, τον έλεγχο,
την άρνησή τους και την κατάφαση σε μια ζωή έξω από τα όρια του καπιταλισμού, όπου κυριαρχεί η ενσυναίσθηση, ο αμοιβαίος
σεβασμός μεταξύ των ειδών και η αλληλεγγύη.
Γιατί, κατά τη γνώμη σας, ο έλεγχος -ψηφιακός ή φυσικός-
της συνείδησης, του σώματος και του χώρου από τους μηχανισμούς της εξουσίας
είναι τόσο εσωτερικευμένος/κανονικοποιημένος στις μέρες
μας;
Αυτή είναι μια πολύ βαθιά ερώτηση και τόσο σημαντική για την εποχή, που είναι δύσκολο να την πραγματευτούμε
μέσα σε λίγες γραμμές συνέντευξης.
Κατά τη γνώμη μου, υπάρχει μια ανθρωπολογική γραμμή που θα ακολουθούσε ο Homo
Sapiens.
Αυτή θα ξεκινούσε από τον έλεγχο και την ανάπτυξη του χώρου, περνώντας στον κοινό έλεγχο και την εξημέρωση ζώων (αναπαραγωγή, κυνήγι) και φυτών (συλλογή, γεωργία).
Κατόπιν, θα τη διαδεχόταν η σκλαβιά των μαύρων και η εκμετάλλευση των γυναικών και θα
καταλήγαμε σε έναν κόσμο όπου η
μηχανή υποτίθεται ότι θα γινόταν ο απόλυτος σκλάβος των επιθυμιών μας.
Στην πραγματικότητα, οι συνηθισμένες τεχνολογίες, ιδιαίτερα οι ψηφιακές,
έχουν πλέον γίνει ο κύριος φορέας ή το μέσο της διασύνδεσής μας με τον κόσμο, με την ίδια λογική κυριαρχίας και
ελέγχου από
πίσω τους.
Τα καθεστώτα εξουσίας, ακόμα κι αν παραμένουν ανελέητα απέναντι στους ζωντανούς, έχουν γίνει πολύ πιο ήπια έναντι των άλλων ανθρώπων και τους σέβονται περισσότερο, η δουλεία έχει καταργηθεί και οι μειονότητες καθίστανται όλο και πιο σεβαστές.
Επιδιώκουμε όλο και λιγότερο να ασκούμε ισχυρή δι-ανθρώπινη βία, κινούμαστε πιο πολύ μέσω της άσκησης ήπιας εξουσίας και της λεπτής γνωσιακής χειραγώγησης, και της πρόκλησης συμπεριφορών μέσω της
φαντασίας...
Η καθημερινή τεχνολογία που χρησιμοποιούμε αποδεικνύεται ιδανική για τον μετριασμό του κάθετου αντίκτυπου των εξουσιών, για την εξώθηση καθενός από μας στην άσκηση αυτοελέγχου, και τη μεγιστοποίηση της εξάρτησής μας από τα εργαλεία που θα μας απελευθέρωναν και θα
διευκόλυναν την ύπαρξή μας.
Η εσωτερίκευση των προτύπων είναι αποτέλεσμα των αλγορίθμων που μας δομούν
και είναι πανταχού παρόντες στις εφαρμογές μας· είναι πρώτα απ’ όλα η εσωτερίκευση μικρών, απλών και συνηθισμένων
πρακτικών, τρόπων πράξης και ύπαρξης.
Υπάρχουν πολλοί τρόποι διαχείρισης της «χρήσης του χρόνου» για να στείλουμε μηνύματα, να μιλήσουμε, να
πάρουμε πληροφορίες, να παίξουμε, να ανακουφίσουμε τη μνήμη και τις γλωσσικές
μας εργασίες κ.λπ.
Δε χρειαζόμαστε πλέον κανέναν ηγέτη γι’ αυτό, καμία εξωτερική δύναμη, απλώς να ακολουθήσουμε μια
φυσική κλίση τεμπελιάς και ανάθεσης.
Είμαστε τα εργαλεία των εργαλείων μας, με άλλα λόγια οι δικοί μας
εκμεταλλευτές, δουλοπάροικοι. Η υποσχεθείσα αυτονομία έχει μετατραπεί σε
αυτοαποξένωση, σε προσωπική και ήσυχη αυτοεκμετάλλευση.
Η κρατική διαχείριση της κρίσης της COVID-19 σε όλο τον κόσμο ήταν η «πρόβα
τζενεράλε» των δικτατοριών του
μέλλοντος;
Μάλλον, ήταν μια φανταστική επίδειξη βιοπολιτικής τύπου Φουκώ, σε μια
προηγμένη εκδοχή:
Ολοκληρωτική διαχείριση των σωμάτων, η απομόνωσή τους, η
μεγάλης κλίμακας δέσμευσή τους, ο απρόθυμος εμβολιασμός τους, η συντετριμμένη
κυκλοφορία τους…
Μια επίδειξη βιομηχανικής διαχείρισης ασθενών και νεκρών, στο όνομα μιας ποσοτικής αντίληψης της ζωής
όπου η διάρκεια της ζωής και η διατήρηση της ζωής με κάθε κόστος κυριαρχούν επί όλων των σκέψεων για ελευθερία, αγάπη, χαρούμενο ρίσκο, ποιότητα
ζωής. Με άμεσο θύμα τη νεολαία που έχει υποστεί απαίσια ζημιά.
Η COVID-19 απέδειξε ότι με επαρκή βελτιστοποίηση του φόβου και ιεροποίηση
της σωματικής ασφάλειας δημιουργούμε την πραγματική κοινωνία του μέλλοντος την
οποία ονειρεύονται οι Gafam (σημ.: Google, Apple, Facebook, Amazon, Microsoft):
Έναν κόσμο συνεχούς κοινωνικής αποστασιοποίησης,
απάνθρωπης ανοσίας, όπου ο μόνος δεσμός που απομένει με τον άλλον, είτε
αγαπηθεί είτε όχι, είναι αποκλειστικά άυλος: ψηφιακός.
Τόσο απείρως ελεγχόμενος γιατί ψηφιακός σύνδεσμος σημαίνει ανιχνεύσιμος και αρχειοθετήσιμος σύνδεσμος. Σύνδεση παντού, ενσάρκωση πουθενά.
Στη δουλειά σας, το σώμα κυριολεκτικά και μεταφορικά
γίνεται πεδίο μάχης και δυνητικά έχει μια δυναμική και μεταμορφωτική διάσταση.
Γιατί είναι τόσο σημαντικό στην αφήγησή σας;
Το είδαμε με την COVID-19 και το βλέπουμε με κάθε νέα τεχνολογία που αναδύεται: οι
κοινωνίες μας είναι σπουδαίοι επινοητές του ζωντανού σώματος.
Για τη Silicon Valley, που διαμορφώνει σε μεγάλο βαθμό την καθημερινότητά
μας, το σώμα είναι απλώς κρέας: η σάρκα είναι κρέας, βιώνεται ήδη ως
παθητική, ως νεκρή, δεν κατοικείται από αισθητηριακή ενέργεια.
Δεν είναι επιθυμητή ή είναι μόνο στο πλαίσιο του τζόγκινγκ ή συνδεόμενη με τη φυσική κατάσταση, που παραμένουν μηχανιστικές
έννοιες.
Κατά συνέπεια, σχεδόν όλοι οι καλλιτέχνες, όποια κι αν είναι η τέχνη τους,
δουλεύουν πάνω στο σώμα:
Για την ανακατάκτησή του, την αναζωογόνησή του, την επιστροφή του στην ύπαρξη, την παρουσία του για να ανακαλυφθεί εκ νέου, για τη διεγερτική ομορφιά ή την ασχήμια του, τις ικανότητές του για μεταμόρφωση, υβριδοποίηση, με λίγα λόγια για
τη ζωή που μπορούμε να περιμένουμε από αυτό.
Δεν έχω καμία πρωτοτυπία στον συγκεκριμένο τομέα γιατί αισθάνομαι, όπως δισεκατομμύρια άλλοι άνθρωποι, ότι
το σώμα μας σε μια άυλη κοινωνία εξαφανίζεται, διαλύεται, δε γίνεται τίποτα περισσότερο
από ένα πλέγμα νεύρων.
Μετά βίας μπορεί να κάνει κλικ, ν’ αντιδράσει, να παίξει βιντεοπαιχνίδια, να
χειριστεί μια κονσόλα και κουμπιά, καθισμένο σε μια καρέκλα ή
απλωμένο σε μια πολυθρόνα.
Οι Αθέατοι ενσαρκώνουν ένα σώμα που επιστρέφει και είναι σε θέση να συντεθεί με το εξωτερικό, το μη-όμοιο
του εαυτού του, με άλλα ζωντανά σώματα ζώων και φυτών, αλλά και με αδρανή ύλη,
απόβλητα, το περιβάλλον...
Ένα σώμα σε μεταμόρφωση, σε μετάλλαξη, που αναπνέει και με ό,τι αυτό
δεν είναι. Άρα ναι, πολιτικά, το σώμα είναι πεδίο μάχης.
Προφανώς.
Και θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για σεξουαλική εξομάλυνση, βιομηχανικό πορνό, έλλειψη σεξ αυξανόμενα παρούσα στη Δύση, απώλεια ενός ερωτισμού που είναι
απελευθερωτικός για τη σάρκα.
Τεράστιο θέμα της εποχής.
«Tourists
leave
our
homes
alone», διαβάζω σ’ έναν τοίχο στη γειτονιά όπου μένω στην Αθήνα.
Ο τουρισμός και ο «εξευγενισμός» ολόκληρων γειτονιών, πόλεων, ακόμη και χωρών είναι ένα
από τα φλέγοντα κοινωνικά ζητήματα της εποχής μας.
Στο μυθιστόρημά σας «προτείνετε» τρόπους επανοικειοποίησης της κοινότητας και του δημόσιου χώρου μέσα από βίαιες
και μη βίαιες πράξεις.
Στην πραγματική ζωή, ωστόσο, πώς πιστεύετε ότι αυτή η
σταθερή τάση μπορεί να αντιστραφεί, ή τουλάχιστον να επιβραδυνθεί;
Τα AirBnB και η πλέον τελείως αποστασιοποιημένη διαχείριση (χάρη
στην/λόγω της ψηφιακής τεχνολογίας
και πλατφορμών) των ανταλλαγών κατοικιών και των τουριστικών ενοικιάσεων,
η οποία κατά το παρελθόν
υπονοούσε μια συνάντηση μεταξύ δύο εθνικοτήτων, δύο πολιτισμών,
είναι εντελώς εμβληματική αυτού που συμβαίνει
και αλλού, σε όλους
τους τομείς δραστηριότητας:
Οι ανθρώπινες σχέσεις έχουν αντικατασταθεί από τα ψηφιακά τους ersatz («κοινωνικά» δίκτυα), το
συλλογικό από το συνδετικό, το αλληλέγγυο από το μοναχικό, οι δεσμοί από τις υπηρεσίες που παρέχουν αγαθά.
Τα σώματα δε συναντιούνται πια: ούτε για να δώσουμε κλειδιά, να δείξουμε το διαμέρισμα
που θα νοικιάσουμε, να μαζέψουμε τα κλειδιά, να ρωτήσουμε αν πήγαν καλά τα
πράγματα...
Δεν υπάρχουν πια ανταλλαγές, μόνο η οθόνη, η ηλεκτρονική ανταλλαγή άυλων χρημάτων, κωδικοί εισόδου
πόρτας, θλιβερά και
απάνθρωπα σχόλια που κάνουμε μετά για να επικρίνουμε ή να επαινέσουμε ένα
μέρος.
Όλα αυτά σε αποκόπτουν από τους άλλους, σε απομονώνουν, σε καθιστούν μόνο, μεταμορφώνουν ενοικιαστή και πελάτη σε αντικείμενα.
Ακόμη και ταξίδια στην άλλη άκρη του κόσμου μπορούν πλέον να οργανωθούν χωρίς
να μιλήσεις σε
άνθρωπο.
Φαντάζομαι τι μπορεί να παράγει στην Ελλάδα μια τέτοια
συνθήκη. Πού είναι η
μεσογειακή ζέστη, η αναμέτρηση, η χαρά της ανακάλυψης μιας γλώσσας, ενός τόνου,
μιας τρέλας, τι γίνεται αυτό το λίκνο πολιτισμού και ανταλλαγής που ήταν η
Ελλάδα;
Λοιπόν, ναι, τα μυθιστορήματά μου προσπαθούν να δείξουν πώς μπορούμε να
επανεπενδύσουμε πόλεις και ύπαιθρο -νησιά, ποτάμια, στέγες ή ενδιάμεσες ζώνες-
και να τις κάνουμε κοινόχρηστους κοινής χρήσης και τόπους έντονης ζωής.
Από το κίνημα των «Kίτρινων Γιλέκων» μέχρι τις μαζικές κινητοποιήσεις κατά του σχεδίου
μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος από τον Μακρόν, συμπεριλαμβανομένων
των εκτεταμένων, συχνά βίαιων διαδηλώσεων εναντίον της δολοφονίας του Nαέλ M., η γαλλική κοινωνία παραμένει ανυπάκουη.
Πιστεύετε ότι στο πλαίσιο τέτοιων κινηματικών διαδικασιών σφυρηλατούνται νέες, ίσως ριζοσπαστικές,
πολιτικές ταυτότητες και πρακτικές;
Αυτά τα κινήματα είναι πολύτιμα και ουσιαστικά στην προσπάθεια απόκρουσης του φιλελεύθερου φασισμού που
έρχεται και ανεβαίνει, στη Γαλλία, όπως και σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.
Η κουλτούρα του αγώνα μάς σώζει λίγο, ακόμα κι αν η προεδρία Μακρόν ήταν μακράν
η χειρότερη
όσον αφορά στην ωμή απελευθέρωση
της αστυνομικής βίας, που είναι πλέον πανταχού παρούσα σε κάθε δημόσια διαδήλωση.
Από την άλλη, οι λεγόμενες «ταραχές» των κατοίκων της γειτονιάς ή η λεγόμενη «βία» των Κίτρινων
Γιλέκων δεν είναι παρά μια χλωμή αντίδραση στην κρατική
βία η
οποία γίνεται συστηματική και σοβαρή.
Μετά την έλευση του Μακρόν στην εξουσία
δε ζούμε πλέον σε δημοκρατία, αλλά
σε μια δημοκρατία του υποκόσμου
που διατηρεί ορισμένα στοιχεία δημοκρατίας εντός ενός αυταρχικού
μοναρχικού πλαισίου.
Ο πρόεδρος αποφασίζει τα πάντα και επιβάλλει τα πάντα
μπροστά στο 80% ενός γαλλικού
πληθυσμού
ο οποίος, ωστόσο, αρνείται μια άδικη
μεταρρύθμιση,
όπως αυτή του συνταξιοδοτικού.
Στο πεδίο των αγώνων
γεννιέται μια νέα κουλτούρα και νέες πρακτικές που εστιάζουν πολύ περισσότερο
στη συλλογική ευφυΐα, τη δημιουργικότητα και τη διασταύρωση μεταξύ
αντικαπιταλιστικού κοινωνικού αγώνα και οικολογικού αγώνα.
Πλέον παλεύουμε για τη Γη, αλλά και για έναν τρόπο συμβίωσης όπου τα φύλα είναι
ρευστά, ο αντιρατσισμός εμφανής και η σχέση με τους ζωντανούς μια χαρά την
οποία αναζητούμε και καλλιεργούμε.
Πολλά και σημαντικά συμβαίνουν στη Γαλλία στην ύπαιθρο και σε βουνά, οάσεις, κοινότητες, ZAD (σημ.:
Ζώνες προς υπεράσπιση): μακριά
από τις πόλεις όπου βασιλεύει η αστυνομία και καταπιέζει οτιδήποτε προσπαθεί να
προσφέρει κάτι άλλο.
Πιστεύω πραγματικά στην άμεση δράση και στην επιστροφή της ως κύριου μέσου αγώνα, επειδή οι διαδηλώσεις περιφρονούνται
πλέον από τους κυβερνώντες και
καταστέλλονται με τέτοια επιθετικότητα που αποθαρρύνει πολλούς από
το να συμμετάσχουν.
Ο Μακρόν δεν αντέδρασε καθόλου μετά από δεκατέσσερις διαδηλώσεις στις οποίες συμμετείχαν περισσότεροι από δύο
εκατομμύρια άνθρωποι! Αυτό δείχνει την περιφρόνηση που τρέφουν οι
νεοφιλελεύθεροι για τον πληθυσμό.
Μπροστά σε αυτό, μόνο η άμεση δράση φαίνεται αποτελεσματική μακροπρόθεσμα -
και φυσικά τα τοπικά πειράματα, βασισμένα σε μια περιοχή.
Ορισμένοι σχολιαστές και πολιτικοί ακτιβιστές φτάνουν στο
σημείο να ισχυρίζονται ότι το γαλλικό πολιτικό σύστημα βρίσκεται στα πρόθυρα
της κατάρρευσης και της πλήρους κοινωνικής απονομιμοποίησης.
Πιστεύετε πως ισχύει αυτή η άποψη;
Ναι, αυτό είναι απολύτως αλήθεια. Μπαίνουμε σε μια προφασιστική περίοδο. Η
κυβέρνησή μας εργάζεται για το πλουσιότερο 10% του πληθυσμού, που μονοπωλεί το
60% του πλούτου της Γαλλίας.
Όσοι αντιτίθενται σε αυτό καταπιέζονται ή κηρύσσονται παράνομοι όπως το
κίνημα που υπερασπίζομαι, «Οι Εξεγέρσεις της Γης». Η Πέμπτη Δημοκρατία μας έχει παραπλανηθεί εντελώς.
«Κολυμπάμε σ’ έναν ωκεανό από σκατά, […],
στον ωκεανό του κεφαλαίου […] Ίσως, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε, για την ώρα, είναι ν’ ανοίξουμε ρήγματα στον φλοιό της γης […] κι έπειτα να μεγαλώσουμε κι άλλο τη ρωγμή με τα χέρια μας, για να εξέλθει σιγά-σιγά το μάγμα», ελπίζει η Σαχάρ αλλού.
Μήπως μέσα από την «αποαποικιοποίηση» του φαντασιακού μας από τα δεσμά του καπιταλισμού θα ξαναγίνει η ζωή μας
βιώσιμη και το «μάγμα» της χειραφέτησης θα μας κυριεύσει όλους;
Το φαντασιακό δεν μπορεί να κάνει τα πάντα, πάντα θα υποφέρει από
έλλειμμα δράσης και ενσάρκωσης, αλλά είναι ξεκάθαρα ένα από τα πεδία μάχης του
παρόντος.
Ως συγγραφείς, σκηνοθέτες, καλλιτέχνες, ηθοποιοί, ποιητές, σκηνοθέτες,
δημιουργοί βιντεοπαιχνιδιών, μουσικοί κ.λπ., βρισκόμαστε στο επίκεντρο της
δημιουργίας αυτού του
φαντασιακού.
Είμαστε εκεί ως τεχνίτες, συχνά με λίγους πόρους, σε
σύγκριση με τα εργοστάσια της ψυχαγωγίας, τα μπλοκμπάστερ, την πολιτική αφήγηση και τη διαφήμιση.
Πλημμυρίζουν την αγορά της προσοχής με σύμβολα και χαμηλού
επιπέδου αφηγηματικά
προϊόντα, χτίζουμε την οξύνοια, την πρωτοτυπία, τα ανοίγματα.
Η φαντασία μας είναι έξω, περαστικός αέρας, είναι γεμάτη τρύπες, έχει την αρετή των ρωγμών. Η δικιά τους είναι γεμάτη σαν σάπια αυγά, είναι εκεί για να αποσπά την προσοχή, να διασκεδάζει, όταν η δικιά μας έχει σκοπό να ανατρέψει.
Μερικές φορές, μπορεί να είμαστε τυχεροί, όπως ήμουν εγώ, που έχουμε ένα
πραγματικό κοινό, ένα αυθεντικό κοινό, αρκετά μεγάλο, το
οποίο βρίσκει στα έργα μας την πνοή
της χειραφέτησης και ορμά μαζί μας στο ρήγμα που ανοίγουμε.
Τότε, η φαντασία γίνεται κάτι άλλο από ένα τείχος εικόνων, γίνεται κίνηση και ταξίδι.
Όπως είπα στην αρχή αυτής της συνέντευξης, η αποστολή μας είναι να κάνουμε
την πραγματικότητα δυνατή, να την απελευθερώσουμε ή να την αποαποικιοποιήσουμε,
να υπενθυμίσουμε σε όλους πως ένας άλλος κόσμος όχι μόνο είναι δυνατός, αλλά ότι είναι
ήδη εδώ:
Εδώ -σε αυτή την κατάληψη-, εκεί, -σε
αυτή τη ZAD-, αλλού -στην Αφρική, στο Μπαλί, ανάμεσα στους Ινουίτ-, ζει παντού και ζει έξω από τον καπιταλισμό και την ψηφιακή τεχνολογία, ζει μέσα
στα σώματα και μέσω αυτών.
Να κρατήσουμε την πόρτα προς τις ελευθερίες μας μισάνοιχτη, αυτή την αποστολή ενσταλάζουμε στις ιστορίες, τη μουσική, τις παραστάσεις.
Αυτό θα ήταν η συγγραφή σήμερα.
Ευχαριστώ θερμά
την Άλκηστη Τριμπέρη (Εκδόσεις Πόλις) για την πολύτιμη συμβολή
της στην πραγματοποίηση της συνέντευξης με τον συγγραφέα.
Το μυθιστόρημα του
Αλαίν Νταμαζιό Οι αθέατοι
κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Πόλις σε
μετάφραση του Δημήτρη Δημακόπουλου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου