Laura Wandel (Φωτογραφία: Alice Kohl) |
Μια κουβέντα με την σκηνοθέτρια
με αφορμή την κυκλοφορία του φιλμ στους κινηματογράφους από τις 6
Οκτωβρίου.
Το
Στην αυλή του
σχολείου, η πολυβραβευμένη ταινία σου μυθοπλασίας, αποκαλύπτει μια
βαθιά γνώση των περίπλοκων και συχνά συγκρουσιακών δυναμικών που αναπτύσσονται
εντός του σχολικού περιβάλλοντος.
Από
πού πηγάζει αυτή η εξοικείωση;
Παρατηρούσα επί μήνες τις
δυναμικές μεταξύ παιδιών στις σχολικές αυλές, κουβέντιασα με δασκάλους και δασκάλες,
με διευθυντές σχολείων, με γονείς και παιδιά, προκειμένου να τροφοδοτήσω την ιστορία
με έναν ρεαλιστικό τρόπο.
Το
σχολικό περιβάλλον θυμίζει περισσότερο πεδίο μάχης παρά παιχνιδιού, όπου μέσω του
ξεδιπλώματος της αφήγησης τείνουμε να συμπεράνουμε ότι, ως μαθητής/μαθήτρια, ένα
άτομο γίνεται ή θύτης ή θύμα.
Είναι
η πραγματικότητα τόσο μανιχαϊστική;
Ο στόχος μου δεν ήταν να είμαι
μανιχαϊστική- το αντίθετο. Μέσω του φιλμ προσπάθησα να δείξω επακριβώς πως το όριο
ανάμεσα στον νταή, το θύμα και τον αυτόπτη είναι πολύ λεπτό και πολύ γρήγορα μετατοπίζεται
από τον ένα στον άλλο.
Για μένα, η κύρια ιδέα ήταν
ότι ο φόβος παράγει βία, ιδίως ο φόβος του αποκλεισμού. Όταν δεν ακούς αυτόν τον
φόβο κι αυτός δεν ακούγεται, τότε μετατρέπεται σε βία.
Κεντρικοί
πρωταγωνιστές είναι η Νορά κι ο Αμπέλ, δυο αδέρφια που προσπαθούν να επιβιώσουν,
καθένα με τον τρόπο του, στο προαναφερθέν πλαίσιο. Πώς συνέλαβες τους αντίστοιχους χαρακτήρες;
Με ενέπνευσαν ιστορίες που
είχα ακούσει από ψυχολόγους της εκπαίδευσης, δασκάλους, ορισμένα παιδιά κι από ορισμένες
αναμνήσεις. Είναι ένας συνδυασμός όλων αυτών των παραγόντων.
Η
Maya
Vanderbeque
(Νορά), κυρίως, παραδίδει μια πρωτόγνωρη ερμηνεία, δεδομένης της ηλικίας της και
της έλλειψης εμπειρίας. Έχεις μια συγκεκριμένη μέθοδο όταν συνεργάζεσαι με/σκηνοθετείς
παιδιά και ανήλικα άτομα;
Στη διάρκεια του κάστινγκ
απλώς ζήτησα από τα παιδιά να ζωγραφίσουν την αυλή του σχολείου τους και να μου
πουν τι παιχνίδια έπαιζαν.
Αυτό και μόνο αρκούσε για
να παρατηρήσω τις χειρονομίες και τον λόγο τους. Από όσα αιχμαλώτισε η κάμερα μπορούσα
να δω κάτι τεράστιο να αναδύεται από την Maya.
Έπειτα, για να τα χαλιναγωγήσω,
της δίδαξα κολύμπι, κάτι που δημιούργησε έναν ισχυρό δεσμό ανάμεσά μας.
Κατόπιν, συνεργάστηκα με δυο
εξαιρετικούς προπονητές, μια εκ των οποίων είναι λογοθεραπεύτρια, η Perrine Bigot.
Κάναμε γυρίσματα τον Ιούλιο,
αλλά ξεκινήσαμε να δουλεύουμε με τα παιδιά τον Απρίλιο: επί τρεις μήνες, κάθε Σαββατοκύριακο.
Ποτέ δε διάβασαν το σενάριο.
Δημιουργήσαμε πολλές ομάδες
εργασίας ώστε να χτίσουμε τον δεσμό μεταξύ αδερφής και αδερφού, τη σχέση ανάμεσα
στους φίλους, κι επίσης φτιάξαμε μια ομάδα με όλα τα παιδιά μαζί.
Μέσω των παιχνιδιών, τα κάναμε
να συνηθίσουν την κάμερα. Έπειτα, δουλέψαμε πάνω στα συναισθήματά τους, έτσι ώστε
να μπορούν να τα εκφράζουν χωρίς να καταναλώνονται από αυτά.
Στη συνέχεια, εξηγήσαμε την
αρχή μιας κατάστασης και προβήκαμε σε αυτοσχεδιασμούς γύρω από αυτή.
Στο τέλος, τα βάλαμε να ζωγραφίσουν
τη σκηνή σ’ ένα χαρτόνι, σαν ένα παιδικό στόριμπορντ. Όταν έφτασε η ώρα του γυρίσματος,
βγάλαμε τα χαρτόνια και ήξεραν ακριβώς σε τι αφορά η σκηνή.
Έγινε πολλή δουλειά προκαταβολικά,
αλλά αγάπησα αυτό το κομμάτι της διαδικασίας δημιουργίας της ταινίας.
Kαι τα δύο αδέρφια τα μεγαλώνει ο πατέρας
σε μια, κατά φαινόμενα, μονογονεϊκή οικογένεια.
Γιατί
επέλεξες να εστιάσεις στον πατέρα και να τον αποτυπώσεις ως ένα οικονομικά μη προνομιούχο
άτομο, γεγονός που προκαλεί τα επικριτικά σχόλια κάποιων συμμαθητριών;
Τίποτα δεν είναι γνωστό γι’
αυτόν τον πατέρα εκτός απ’ όσα τα άλλα παιδιά υποθέτουν.
Το σημαντικό για μένα ήταν
να δείξω τη ματιά της Νορά στον πατέρα της, που μεταβάλλεται τη στιγμή κατά την
οποία οι συμμαθήτριές της επισημαίνουν το πόσο διαφορετικός είναι από άλλους γονείς.
Ήταν εν μέρει για να επαναφέρω
τον θεατή στις ίδιες τις προκαθορισμένες αντιλήψεις του. Η βία πηγάζει από αυτές τις υποθέσεις.
Ήθελα να παραμείνω στον κόσμο
των παιδιών και του σχολείου, να δείξω τον εξωτερικό κόσμο όσο το δυνατόν λιγότερο.
Είναι δύσκολο για την Νορά να βλέπει τον πατέρα της να διαχειρίζεται όλα τα προβλήματα
μόνος του.
Ίσως η μητέρα να βρίσκεται
στο σπίτι, ίσως και όχι. Δεν το γνωρίζουμε, και δεν ήθελα να το εξηγήσω, επειδή
για τα παιδιά υπάρχει ο κόσμος του σχολείου και σχεδόν τίποτα έξω από αυτόν.
Εκτός οικογένειας, δηλαδή,
είναι ο μόνος κόσμος που ένα παιδί ξέρει, αποτελεί την αναπαράσταση του κόσμου
του/της.
Από την άλλη, το να μην αναφέρω
τίποτα για την απουσία της μητέρας σημαίνει το να αφήνω τον θεατή ελεύθερο.
Είναι πολύ σημαντικό για μένα
να κάνει ο θεατής/η θεατής να κάνει το φιλμ δικό τους/της. Προκειμένου, λοιπόν,
να προβάλει στοιχεία του εαυτού/της εαυτής του, πρέπει να του/της δώσεις χώρο.
Δεν μπορείς να δίνεις στο
κοινό τα πάντα στο «πιάτο», αυτό που συμβαίνει εκτός οθόνης είναι πολύ σημαντικό.
Για την Νορά, το γεγονός αυτό
παύει να είναι φυσιολογικό όταν τα άλλα παιδιά ρωτάνε για την κατάσταση, κάτι που
αλλάζει τη γνώμη της για τον πατέρα της.
Από την άλλη, εξιδανικεύει
άλλους γονείς, όπως την μητέρα της φίλης της, Βικτουάρ, που οργανώνει τα γενέθλια
της κόρης της. H
Nορά
θα ήθελε ο πατέρας της να μοιάζει με αυτή την μητέρα.
Ο πατέρας βρίσκεται επίσης
αντιμέτωπος με μια ορισμένη κοινωνική βία, για παράδειγμα όταν η Νορά τον
ρωτάει γιατί δε δουλεύει όπως οι άλλοι γονείς.
Το
Στην αυλή του σχολείου αναδεικνύει
την αναποτελεσματικότητα/ανεπάρκεια του εκπαιδευτικού συστήματος στη διαχείριση
της ενδοσχολικής βίας.
Αφορά
στην κριτική της εκπαιδευτικής πολιτικής του βελγικού κράτους ή στρέφει τα
«βέλη» του και προς μια πιο οικουμενική κατεύθυνση;
Πρώτα απ’ ολα είναι μια κριτική
της κοινωνίας γενικότερα- και της έλλειψης χρόνου ν’ ακούμε τους άλλους. Ζούμε μέσα
σε μια επιτελεστική κοινωνία όπου ο χρόνος συρρικνώνεται όλο και περισσότερο.
Αν υπήρχε πιο πολύς χρόνος
να ακούμε ο ένας τον άλλο, θα επικρατούσε γενικά λιγότερη βία. Τα στερεότυπα και
οι επικρίσεις πηγάζουν από την έλλειψη χρόνου να κατανοήσουμε τους άλλους.
Το
τέλος του φιλμ, αν και ίσως απότομο και απρόσμενο, υπονοεί ότι μπορεί να υπάρξει
ένας τρόπος να τερματιστεί η αναπαραγωγή της διχοτομίας θύτη/θύματος. Τι απαιτείται
για την επίτευξη αυτού του στόχου, για σένα;
Κατά τη γνώμη μου, χρειάζεται
περισσότερος χρόνος για ν’ ακούμε τους άλλους και τον πόνο τους με ακρίβεια.
Είμαι πεπεισμένη πως το να βρίσκουμε αυτόν τον χρόνο μπορεί ήδη ν’ ανακουφίσει
τον πόνο τους εν μέρει.
Η ταινία της Laura
Wandel Στην αυλή του
σχολείου κυκλοφορεί
στους κινηματογράφους από τις 6 Οκτωβρίου σε διανομή του Cinobo.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου