Δευτέρα 11 Ιουλίου 2022

Ιρένε Βαγιέχο: «Η Ιστορία των βιβλίων εκφράζει την Ιστορία του εκδημοκρατισμού της γνώσης»

 

Ιρένε Βαγιέχο (Φωτογραφία: Γιάννης Κοντός)

Θερμή και παθιασμένη συνηγορία της ανάγνωσης ως χειραφετητικής διαδικασίας, το αφηγηματικό δοκίμιο της Ισπανίδας Ιρένε Βαγιέχο Πάπυρος: Η περιπέτεια του βιβλίου από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα είναι ένα συναρπαστικό βιβλίο.

Εξίσου παθιασμένη είναι και η συγγραφέας του, με την οποία κουβεντιάσαμε πρόσφατα στην Αθήνα στο πλαίσιο του 14ου Φεστιβάλ ΛΕΑ.

Πριν το διαβάσω, ανησυχούσα μήπως το το αφηγηματικό σου δοκίμιο Πάπυρος: Η περιπέτεια του βιβλίου από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα ήταν ένα συμβατικό ακαδημαϊκό βιβλίο. Κάθε άλλο, τελικά!

Έκανα έρευνα για παραπάνω από μια δεκαετία σχετικά με την Ιστορία των βιβλίων και της ανάγνωσης. Ήθελα να γίνω συγγραφέας, όμως, κι έτσι προσπαθούσα να γράφω με λογοτεχνικό τρόπο.

Ο καθηγητής μου, αντιθέτως, προσπαθούσε να με διδάξει να γράφω επιστημονικά. Υπήρχε, λοιπόν, μια διαμάχη μεταξύ μας. Έπρεπε να υπακούσω.

Όταν, ωστόσο, εγκατέλειψα το πανεπιστήμιο και την ακαδημαϊκή καριέρα, αποφάσισα να συγγράψω το βιβλίο που ήθελα, χωρίς περιορισμούς.

Είναι προορισμένο να διαβαστεί από πολύ ευρύτερα κοινά.

Είναι λυπηρό το ότι στο ακαδημαϊκό πεδίο γράφουμε για άλλους ειδικούς, γεγονός που μου προκαλούσε δυσφορία.

Ως συγγραφέα μυθοπλασίας, από την άλλη, μ’ ενδιέφερε ο πειραματισμός με τη λογοτεχνία. Πρόκειται για ένα είδος γραφής που είναι ανοιχτό στα πάντα. Έτσι προέκυψε αυτό το δοκίμιο.

Το δοκίμιο γεννήθηκε όταν ο Μονταίνιος συνομίλησε με τους κλασικούς. Είναι ο δημιουργός του. Ήταν ένας ελεύθερος συγγραφέας που δε συμμορφωνόταν με τις συμβάσεις. Λατρεύω αυτή την ελευθερία.

Αυτό το αφηγηματικό δοκίμιο συνιστά, πάντως, την κλιμάκωση του καθετί με το οποίο έχεις καταπιαστεί στο παρελθόν ως αναγνώστρια, αφηγήτρια, ακαδημαϊκή ερευνήτρια.

Ως δημοσιογράφος. Έχω επίσης εκδώσει δύο μυθιστορήματα και βιβλία για παιδιά και νεαρούς ενήλικους.

«Υγιές» βιογραφικό.

(Γέλιο). Έχω πλούσιες εμπειρίες σε διαφορετικά πεδία. Ήμουν πεπεισμένη πως συνέγραφα ένα πειραματικό δοκίμιο, όχι ένα μπεστ σέλερ.

Γιατί, άραγε, το συγκεκριμένο βιβλίο έγινε μπεστ σέλερ. Έχεις κάποια ερμηνεία;

Εξεπλάγην πολύ, γιατί ξεκίνησε ως κάτι μικρό και ταπεινό σε μια δύσκολη περίοδο της ζωής μου. Ούτε καν ήξερα αν θα έβρισκα εκδότη που θα το ήθελε. Είχα πειστεί ότι θα ήταν το τελευταίο μου βιβλίο, και πως σίγουρα δε θα ενδιέφερε ένα ευρύτερο κοινό.

Ο ισπανικός εκδοτικός οίκος -ο μεγαλύτερος ανεξάρτητος- δεν ήταν προετοιμασμένος για την προώθηση, κι έτσι όλα έγιναν σταδιακά. Φτάσαμε στην κορυφή την περίοδο της πανδημίας.

Οι άνθρωποι είχαν τότε περισσότερο χρόνο στη διάθεσή τους, ξεκίνησαν το αναγνωστικό «ταξίδι» και να μιλάνε γι’ αυτό το βιβλίο. Η επιτυχία οφείλεται πολύ στον ενθουσιασμό και τη γενναιοδωρία των πρώτων αναγνωστών.

Οι βιβλιοθηκάριοι και οι βιβλιοπώλες το είδαν ως φόρο τιμής. Αυτός ήταν ο σκοπός μου.

Ως μια συνηγορία της διαδικασίας της ανάγνωσης.

Ίσως πρόκειται για την υπεράσπιση πραγμάτων που εξαφανίζονται, όπως οι ανθρωπιστικές επιστήμες, η γνώση, οι τέχνες.

Υπάρχει, όμως, ένα αναγνωστικό κοινό -μικρό, αλλά ζωντανό- που εξακολουθεί να θεωρεί ερεθιστική τη σπουδαιότητα του βιβλίου. Σαν το συγκεκριμένο βιβλίο ν’ αποτελεί τη δικαίωση αυτών των ιδεών.

Όπως κι εσύ επισημαίνεις, το βιβλίο -όχι μόνο ως αντικείμενο, αλλά και ως μέσο- ανέκαθεν υπήρξε θύμα πολέμου, τρόπαιο, καθώς επίσης και όπλο. Κι ακόμα, πηγή απόλαυσης.

Πώς μπορούμε, λοιπόν, ν’ ανακτήσουμε τόσο τη χαρούμενη όσο και την πολεμική διάσταση της ανάγνωσης σε μια εποχή κατά την οποία δε διαθέτουμε πάντα κριτήρια επιλογής;

Πρέπει, ωστόσο, να διαμορφώσουμε αυτά τα κριτήρια. Δεν μπορούμε ν’ αποδεχτούμε τα κριτήρια άλλων.

Τα βιβλία είναι «καθρέφτες» που αντανακλούν το καλύτερο και το χειρότερο της ανθρωπότητας. Είναι μάρτυρες των όσων σκεφτόμαστε, γνωρίζουμε και σκοπεύουμε να πράξουμε.

Η κυκλοφορία των βιβλίων είναι ένδειξη ελευθερίας. Όπου αυτή αρχίζει να ελέγχεται από την εξουσία κάτι πιο ουσιώδες απειλείται. Η απόσυρση από την κυκλοφορία βιβλίων κάθε ιδεολογίας είναι στις μέρες μας ζήτημα αντιπαράθεσης.

Κάποιοι θεωρούν ότι το παρατραβάμε με την ομοφυλοφιλία και επιθυμούν την επιστροφή σε μια εποχή ηθικότητας.

Άλλοι υποστηρίζουν πως λέξεις όπως «νέγρος» στο μυθιστόρημα Χάκλμπερι Φιν πρέπει να διαγραφούν και τμήματα βιβλίων που άπτονται της μισαλλοδοξίας, του μισογυνισμού και της σκλαβιάς να ξαναγραφτούν.

Το ξαναγράψιμο της Ιστορίας είναι διαχρονικό φαινόμενο.

Τα βιβλία βρίσκονται στο κέντρο της αντιπαράθεσής μας. Κατά τη γνώμη μου, δε θα έπρεπε να ξαναγράφονται ή να αποσύρονται από την κυκλοφορία. Όντως κάποια μεταφέρουν προβληματικά και επιβλαβή μηνύματα.

Αν πάλι διαβάσεις Αριστοτέλη ή Πλάτωνα, για παράδειγμα, εντοπίζεις υπέροχες ιδέες, αλλά και τη δικαιολόγηση της σκλαβιάς ή την υποστήριξη της ιδέας περί κατωτερότητας των γυναικών.

Πρέπει, επομένως, να έχεις πρόσβαση στο έργο τους, ώστε να μπορείς ν’ αναπτύξεις τα δικά σου κριτήρια και ν’ αποφασίσεις αν σου κάνουν.

Βεβαίως.

Αν ξαναγράψουμε αυτά τα βιβλία, δημιουργούμε μια πλαστή εικόνα του παρελθόντος και μια επικίνδυνη νοσταλγία. Αν, επομένως, δεν μπορούμε να επισημάνουμε και τις επικίνδυνες πτυχές ορισμένων ιδεών, είμαστε χαμένοι.

Ξαναγράφοντας τα βιβλία κάνουμε τη δουλειά των αρνητών του παρελθόντος, όπως του Ολοκαυτώματος. Ο μόνος τρόπος να μας βοηθήσει το παρελθόν είναι να το ανακατασκευάσουμε όπως περίπου ήταν.

Άνθρωποι διαφορετικών ιδεολογιών έχουν πρόβλημα με την ελεύθερη κυκλοφορία των βιβλίων. Αλλά το παρελθόν μας είναι προβληματικό, και πρέπει ν’ ασχοληθούμε μ’ αυτό, καθώς με προβληματικές πτυχές τού ποιοι είμαστε.

Οπότε η πολιτική ορθότητα ως κίνημα ή διανοητική στάση είναι επίσης μέρος του προβλήματος. Ή του περισσότερου ή λιγότερο προβληματικού τρόπου που αντιλαμβανόμαστε το παρελθόν (μας).

Προσπάθησα, λοιπόν, να βρω μια ισορροπία ανάμεσα στην υπεράσπιση των βιβλίων ως μαρτύρων του παρελθόντος και ταυτόχρονα στον μη εξωραϊσμό των κλασικών. Θέλω να εστιάζω και στις σκιώδεις παραμέτρους των κλασικών.

Άλλωστε κατά το απώτερο και απώτατο παρελθόν η ανάγνωση ήταν μια πολυτέλεια προορισμένη για τις ελίτ.

Γι’ αυτό και η Ιστορία των βιβλίων εκφράζει την Ιστορία του εκδημοκρατισμού της γνώσης.

Η μελέτη του παπύρου καταδεικνύει αυτή την ιστορική διαδικασία. Χρειάστηκαν χιλιάδες χρόνια για να επιτευχθεί- και πρωταγωνιστές είναι δημόσιες βιβλιοθήκες, σχολεία, βιβλιοπωλεία.

Και άτομα για τα οποία ποτέ δεν ήταν δεδομένο πως θα είχαν πρόσβαση σε βιβλία.

Αναζητώ τα ίχνη αυτών των ανώνυμων αναγνωστών. Ήταν μια δύσκολη διαδικασία, αλλά βρήκα κάποια στοιχεία που μου έδειξαν πώς συνέβη. Μ’ ενδιέφεραν ιδίως οι γυναίκες.

Στις περισσότερες γυναίκες δεν επιτρεπόταν η εκμάθηση της ανάγνωσης ή της γραφής, οπότε βρίσκονταν στην περιοχή της προφορικής μεταβίβασης της μνήμης, ιστοριών, παραδόσεων.

Η ιδέα των γυναικών ως θεματοφυλάκων των ιστοριών και του τρόπου που αυτή κατέληξε λογοτεχνικός κανόνας ήταν πολύ ενδιαφέρουσες για μένα. Μέχρι πρόσφατα οι γυναίκες δεν είχαν τις ίδιες με τους άνδρες δυνατότητες ενασχόλησης με τη γραφή.

Πάντως, το ζήτημα δεν έχει μόνο έμφυλη διάσταση, αλλά και ταξική.

Έχουμε καταβάλει μεγάλη προσπάθεια να εκδημοκρατίσουμε τα βιβλία- και η Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας υπήρξε ο ακρογωνιαίος λίθος σ’ αυτή τη διαδικασία.

Προσπάθησα να ρίξω φως σ’ αυτές τις πτυχές που μ’ ενδιέφεραν ως νεαρή ερευνήτρια η οποία είχε πρόσβαση σε χειρόγραφα, χωρίς να έχει αριστοκρατική καταγωγή.

Την πρώτη φορά που έπιασα ένα τέτοιο χειρόγραφο στα χέρια μου αισθάνθηκα περιχαρής. Είχα, όμως, επίγνωση των επαναστατικών βημάτων που με οδήγησαν σ’ αυτό.

Αποκαλείς τις βιβλιοθήκες «καταφύγια υπό πολιορκία». Γιατί;

Οι βιβλιοθηκάριοι, οι βιβλιοπώλες, οι μεταφραστές ήταν αναγκασμένοι ν’ αντιμετωπίσουν μια σκληρή μοίρα, γιατί διώκονταν και φονεύονταν σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από τους συγγραφείς των βιβλίων.

Οι κάθε είδους δικτάτορες τούς αντιμετωπίζουν ως τον αδύναμο κρίκο στην αλυσίδα.

Είχα την αίσθηση ότι βρίσκονταν υπό πολιορκία και πως η αντίστασή του αξίζε ακόμα περισσότερο από εκείνη των συγγραφέων, επειδή ήταν αφοσιωμένοι στα βιβλία με πιο ιδεαλιστικό τρόπο. Το εγχείρημά τους ήταν ηρωικό. Τους αξίζει ένας φόρος τιμής.

Τα βιβλία, ωστόσο, αντιστέκονται σε κάθε προσπάθεια περιθωριοποίησης ή απαγόρευσής τους. Θα επιβιώσουν κάθε κοινωνικής και τεχνολογικής μεταβολής, όπως φαίνεται να πιστεύεις; Πού βασίζεις αυτή την αισιοδοξία;

Διαθέτω μια ιστορική οπτική ως ειδική στην Ιστορία των βιβλίων.

Η αίσθησή μου είναι πως τα βιβλία έχουν αποδείξει ότι είναι πεισματάρηδες επιζώντες. Πριν την επινόηση της γραφής, οι ιστορίες ήταν απλώς αέρας.

Κι όμως, μετά από χιλιετίες, έχουμε καταφέρει να διασώσουμε και να θυμόμαστε ακόμα τον Τρωικό Πόλεμο. Είναι απίστευτο!

Τα βιβλία, λοιπόν, έχουν καταφέρει να ξεπεράσουν πολέμους, την άνοδο του αναλαφαβητισμού μετά την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, πανδημίες και τεράστιες κοινωνικές αλλαγές- και μας συντροφεύουν ακόμα.

Συνεπώς δε θα γίνουμε μάρτυρες της εξαφάνισής τους. Τα βιβλία θα επιβιώσουν και θα αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις του παρόντος. Είμαι σίγουρη γι’ αυτό. Δε ζούμε την πιο επικίνδυνη περίοδο γι’ αυτά. Τους χρωστάμε κάποιον σεβασμό.

Επίσης, κι άλλοτε υπήρχαν διαφορετικές μορφές βιβλίων. Κατά το παρελθόν είχαμε πήλινες πλάκες, παπύρους και κώδικες- και συνυπήρξαν για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Δεν αντιμάχονται τα τυπωμένα βιβλία τα ψηφιακά. Έχουμε διαφορετικές εναλλακτικές.

Καλωσορίζω την πιθανότητα συνύπαρξης. Δε χρειάζεται να διαλέξουμε μία από αυτές τις μορφές. Δε σκέφτομαι με όρους ανταγωνισμού, νίκης ή ήττας.

Η συνέντευξη με την συγγραφέα πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του 14ου Φεστιβάλ ΛΕΑ. Ευχαριστώ θερμά την Ντόρα Τσακνάκη (Εκδόσεις Μεταίχμιο) για την πολύτιμη συμβολή της στην υλοποίησή της.

Το αφηγηματικό δοκίμιο της Ιρένε Βαγιέχο Πάπυρος: H περιπέτεια του βιβλίου από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο σε μετάφραση της Κλεοπάτρας Ελαιοτριβιάρη.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου