Σάββατο 14 Δεκεμβρίου 2019

«Αυλαία» στη δίκη της αντιφασιστικής μοτοπορείας: «Χαϊδεύοντας» ακροδεξιούς και αστυνομικούς


Με μια απόφαση άτολμη, που αφήνει στο απυρόβλητο ψευδομάρτυρες ακροδεξιούς και αστυνομικούς μάρτυρες κατηγορίας, το Β’ Μ.Ο.Δ. Αθηνών καταδίκασε την Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2 από τους διωκόμενους της αντιφασιστικής μοτοπορείας στις 30/9/2012 για δύο πλημμελήματα και άλλους 3 για ένα.


Τα εν λόγω πλημμελήματα αφορούσαν στην αντίσταση και τη διατάραξη κοινής ειρήνης με εκτέλεση βιαιοπραγιών. Στους δύο πρώτους επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης ενός χρόνου και έξι μηνών, και στους υπόλοιπους ενός χρόνου.


Σε σχέση με τα υπόλοιπα αδικήματα, αποφασίστηκε, κατά περίπτωση, απαλλαγή ή παύση της δίωξης υφ’ όρων. Δόθηκε τριετής αναστολή.


Συνέχεια απολογιών διωκόμενων αντιφασιστών/αντιφασιστριών


Η τελευταία συνεδρίαση ξεκίνησε γύρω στις 9:25 με τις απολογίες των υπόλοιπων διωκόμενων αντιφασιστών και αντιφασιστριών.


«Όλο το κατηγορητήριο είναι εντελώς ψέμα», υπογράμμισε ο όγδοος κατά σειρά απολογούμενος.

 Και συνέχισε:


«Στην Ευελπίδων, στο ύψος του Πανελληνίου, μας σταματάει ένα περιπολικό. Από κάτω περνάει μια ομάδα μηχανάκια της ομάδας Δέλτα, κάτι είπαν με τους αστυνομικούς [του περιπολικού] και αντί για το ΑΤ Κυψέλης μας πάνε στη ΓΑΔΑ».


«Από την ώρα που μας συλλάβανε μέχρι την επομένη δεν είδαμε δικηγόρο», συμπλήρωσε.


«Το μόνο μας έγκλημα είναι ότι συμμετείχαμε στην πορεία, ότι δεν αρνηθήκαμε πως συμμετείχαμε στην πορεία», ξεκαθάρισε. 


«Επειδή οι αστυνομικοί της ομάδας Δέλτα δε συμφωνούσαν μαζί μας ιδεολογικά, καταλήξαμε να είμαστε κατηγορούμενοι επί 7 χρόνια», κατέληξε.


«Στις 30 Σεπτεμβρίου του 2012 είχαμε προσπαθήσει να κάνουμε μια μοτοπορεία ενάντια στα φασιστικά περιστατικά», κατέθεσε η ένατη εκ των διωκόμενων ξεκινώντας την απολογία της.


«Εγώ ήμουν με το μηχανάκι στην αρχή της πορείας. Σε κάποια φάση αρχίζουν να γίνονται επεισόδια και καταλαβαίνουμε ότι είναι αστυνομικοί που αρχίζουν να μας κυνηγάνε», συνέχισε.


Πρόεδρος: Φυλής και Μηθύμνης κατεβήκατε από το όχημα;


Διωκόμενη: Όχι, δεν υπήρχε λόγος.


Πρόεδρος: Επεισόδιο με πολίτη αντιληφθήκατε;


Διωκόμενη: Εμείς δεν είχαμε οπτική εικόνα.


«Στην Αλεξάνδρας και Θεσπρωτέως κατάλαβα ένα χτύπημα από δύο άτομα της ομάδας Δέλτα. Δεν έπεσα κάτω. Με προσεγγίζουν άλλα δύο μηχανάκια. Με κλωτσάγανε, και κλωτσάγανε και τη μηχανή, για να με συλλάβουν», διευκρίνισε.


Για να συμπληρώσει:


«Με σηκώνουν, με τραβάνε από τα μαλλιά, αρχίζουν να με βρίζουν, με πετάνε στο πεζοδρόμιο, με χτυπάνε στο κεφάλι. Ένας αρχίζει να με πατάει, είχε ανέβει όλος πάνω στο πόδι μου. Μας απειλούσανε ότι θα πάμε φυλακή για 20 χρόνια».


Πρόεδρος: Εσείς δεν ήρθατε σε συμπλοκή;


Διωκόμενη: Όχι.


Πρόεδρος: Το αρνείστε, λέτε;


Διωκόμενη: Κατηγορηματικά.


Σε ό,τι δε αφορά στα βασανιστήρια που υπέστησαν στη συνέχεια στη ΓΑΔΑ οι συλληφθέντες και συλληφθείσες δήλωσε, μεταξύ άλλων:


«Για σωματικό έλεγχο μας γδύνανε συνέχεια, κι ήμασταν σε κοινή θέα σε όλους τους αστυνομικούς. Είχαμε γίνει στόχος λόγω του φύλου μας με σεξιστικά υπονοούμενα. Πολλά άσχημα σκηνικά που δεν πρόκειται να ξεχάσουμε».


«Είναι τα κατακάθια της κοινωνίας, αυτοί είναι οι μάρτυρες κατηγορίας. Πάνω σ’ αυτό το κομμάτι επιλέξαμε ν’ αντιπαρατεθούμε», επισήμανε ο δέκατος διωκόμενος στην αρχή της χειμαρρώδους απολογίας του.


Αναφερόμενος στη δημιουργία της ομάδας Δέλτα, υπογράμμισε:


«Φτιάχτηκε μια ομάδα που θα ήταν πιο ανεξέλεγκτη στο δρόμο από τις ήδη υπάρχουσες. Θέλαμε να βάλουμε ένα λιθαράκι να σπάσει αυτό το απόστημα».


«Στρίβοντας στη Φυλής, γίνεται η επίθεση. Υπήρχε ένας τραυματίας στο δρόμο. Επιτέθηκε στην πορεία, έλαβε το ελάχιστο αντίτιμο. Μετά έμαθα ότι επρόκειτο για έναν από την επιτροπή κατοίκων», σημείωσε. 


«Είμαι η τελευταία μηχανή. Η επίθεση θα γινόταν ούτως ή άλλως. Κι άλλες μοτοπορείες είχαν δεχτεί επίθεση. Αυτή ολοκληρώθηκε μ’ αυτό τον τρόπο», συνέχισε.


«Δε θα μιλήσω για τις κατηγορίες, γιατί δε μ’ ενδιαφέρουν», ξεκαθάρισε.


«Προσπάθησα να φύγω με τη μηχανή, αλλά κόλλησε», κατέθεσε ο ενδέκατος διωκόμενος, αναφερόμενος στη στιγμή που εκδηλώθηκαν οι σφοδρές επιθέσεις ομάδων Δέλτα εναντίον της αντιφασιστικής μοτοπορείας.


«Δεν έκανα πέντε βήματα και δέχτηκα επίθεση από πίσω. Για 5 λεπτά με χτυπούσαν 5, 6, 7 άτομα», συμπλήρωσε.


Πρόεδρος: Ήρθατε σε συμπλοκή με αστυνομικούς Φυλής και Μηθύμνης;


Διωκόμενος: Δεν πρόλαβα.


Πρόεδρος: Αντιληφθήκατε κάποιο επεισόδιο;


Διωκόμενος: Ακουγόταν φασαρία από το πίσω μέρος της πορείας.


«Είναι απίστευτα τα ψέματα, δεν επιτέθηκα», διευκρίνισε.


«Αν πήγαινα το χρόνο πίσω, θα ξαναπήγαινα σ’ αυτή την αντιφασιστική μοτοπορεία. Ήταν μια πολύ χρήσιμη εμπειρία, άλλαξε η οπτική μου για πολλά πράγματα», κατέληξε.


«Στη Θεσπρωτέως μας πλευρίζουν σαν δαγκάνα. Δεν κρατούσα κάτι. Μόνο με το κράνος [ήμουν] κι ένα φουτεράκι. Στη σύλληψη έγινε μια κουτρουβάλα», κατέθεσε απολογούμενος ο δωδέκατος διωκόμενος.


«Κανονικά θα πρέπει κάποιος να μου ζητήσει συγγνώμη και να συνεχίσω τη μέρα μου κάπου αλλού», δήλωσε ο δέκατος τρίτος διωκόμενος ξεκινώντας την εμπλουτισμένη με φωτογραφικό υλικό από δράσεις φασιστών μαρτύρων κατηγορίας απολογία του.


Μεταξύ άλλων, επέδειξε φωτογραφία της μάρτυρος κατηγορίας Καρατζιώτη, που ουδέποτε μπήκε στον κόπο να εμφανιστεί στο δικαστήριο, να πρωτοστατεί σε επίθεση στα γραφεία της τανζανικής κοινότητας.


«Το κατηγορητήριο πέρασε από μια εισαγγελέα, έναν ανακριτή, μια ακόμη εισαγγελέα κι από ένα Συμβούλιο. Όχι απλώς στήριξαν το κατηγορητήριο, αλλά το επικύρωσαν», σημείωσε.


«Ο κ. Παπαβασιλείου επιτέθηκε σ’ αυτή τη διαδήλωση. Πρέπει να εξηγηθεί γιατί επιτέθηκε. Η μία [εξήγηση] είναι επειδή είναι βλάκες, αλλά δε φτάνει. Για κάθε μία φορά που είναι βλάκες, άλλες δέκα είναι δειλοί», υπογράμμισε.


«Η δεύτερη είναι ότι το περιστατικό ήταν στημένο σε συνεννόηση με την Αστυνομία, αλλά δεν πιστεύω σ’ αυτή την εκδοχή», συνέχισε.


«Το πειστικό σενάριο είναι το εξής: Είχαν αναλάβει να είναι η κρατική προέκταση της αντιμεταναστευτικής πολιτικής σε επίπεδο γειτονιάς και πεζοδρομίου. Αυτός ήταν ο ρόλος τους, να παριστάνουν τους ειδικούς της βίας, της αστυνόμευσης», συμπέρανε.


«Η επίθεσή τους στη μοτοδιαδήλωση είχε προαναγγελθεί και θεωρητικά και έμπρακτα», ξεκαθάρισε, επικαλούμενος και αναρτήσεις του νεοναζί Παπαβασιλείου στο προσωπικό του προφίλ στο Facebook.


«Τις κατηγορίες περί φθοράς τις επιστρέφω ως χυδαίες. Δεκάδες άνθρωποι χειροκροτάνε για την παρουσία μας στην περιοχή», κατέθεσε, επιδεικνύοντας φωτογραφικά καρέ από βίντεο πολύ μεγαλύτερης διάρκειας.


«Τις κατηγορίες περί οπλοφορίας και οπλοχρησίας τις επιστρέφω ως απαράδεκτες στους παραλήπτες τους. Τη δε κατηγορία περί διατάραξης την επιστρέφω προσωρινά ως απαράδεκτη, ζητώντας διευκρινίσεις», κατέληξε.


«Για μένα είναι αρκετά σαφές ότι το κατηγορητήριο έχει στηθεί για να δικαιολογήσει πράγματα που είχαν γίνει τη βραδιά της σύγκρουσης», κατέθεσε ο δέκατος τέταρτος διωκόμενος.


Όσο για το χαρακτήρα των αντιφασιστικών μοτοπορειών:


«Οι μοτοπορείες πάντα είχαν ενημερωτικό-προπαγανδιστικό χαρακτήρα, για να δείξουμε ότι οι μετανάστες που χτυπιούνται δεν είναι μόνοι τους, ότι η κοινωνία δεν είναι μόνη της απέναντι στο τέρας του φασισμού, ότι μπορούμε να το νικήσουμε».


Και, συνεχίζοντας:


«Ήμουν στο μπροστά μέρος της πορείας, μέσα στα πέντε πρώτα μηχανάκια. Φορούσα κράνος γιατί ήμουν οδηγός. Αυτό που αντιλήφθηκα ήταν ότι σταματήσαμε από φωνές συντρόφων. Φυλής δεν κατέβηκα, οι μπροστά προσπαθούσαμε να φύγουμε».


«Εμένα μου πέταξαν το παπάκι πάνω. Ήταν μια πορεία που κυνηγιόταν, πρόλαβαν κάποιους από τους τελευταίους. Έπιαναν όποιον βρίσκανε. Κάνανε ένα κατηγορητήριο για να δικαιολογήσουν αυτά που κάνανε», επανέλαβε.


«Αν δε φορούσα κράνος, θα μας είχαν κόψει κλήση για κράνος», παρατήρησε σκωπτικά.


Στο σημείο αυτό, δύο αλληλέγγυες από το ακροατήριο χαμογέλασαν, όπως και ο διωκόμενος, εξίσου σκωπτικά.


Η «υπερευαίσθητη» πρόεδρος της έδρας, που ανέχτηκε τα ψέματα των μαρτύρων κατηγορίας «χαϊδεύοντάς» τους, επέπληξε τις αλληλέγγυες για έλλειψη σεβασμού προς.. τον διωκόμενο, ζητώντας την απομάκρυνσή τους από την αίθουσα!


«Το σεβασμό από καιρό τον έχετε χάσει», της απάντησε μία εκ των αλληλέγγυων αποχωρώντας.


«Έχετε διακόψει την απολογία του κατηγορούμενου, κι αυτό είναι απαράδεκτο», διαμαρτυρήθηκε ο συνήγορος υπεράσπισης Δημήτρης Κατσαρής.


«Μας περιμένανε, μας επιτεθήκανε, το είχανε προγραμματισμένο», ολοκλήρωσε την απολογία του ο διωκόμενος, όταν κατέστη εφικτό.


«Ο πόλεμος ενάντια στο φασισμό δεν είναι μια αφηρημένη συζήτηση», σχολίασε εν είδει «δευτερολογίας» ένας από τους διωκόμενους που είχαν προηγουμένως απολογηθεί, ανεβαίνοντας ξανά στο εδώλιο.


 «Είμαστε περήφανοι για τους συντρόφους και την Ιστορία μας. Ποιος είναι ο στόχος μας; Η ελευθερία. Δε θα κάνουμε καμιά ειρήνη αν δε σπάσουμε το κεφάλι του φασισμού ή δεν του το κόψουμε», κατέληξε.


Πρόταση εισαγγελέως


Στη διάρκειας 35 λεπτών αγόρευσή της, η εισαγγελέας της έδρας Αγγελική Κουρινιώτη επιχείρησε μια τουλάχιστον αμφιλεγόμενη «σύνθεση» του νομικά ορθού και των επιταγών του αστυνομικοδικαστικού μηχανισμού.


Πρότεινε, έτσι, την απαλλαγή των 11 κατηγορουμένων για το κακούργημα της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης κατά συρροή σε βάρος των Παπαβασιλείου και Περρή, γιατί «οι δράστες παραμένουν άγνωστοι».


Όσον αφορά στην πλειονότητα των επιμέρους πλημμεληματικών κατηγοριών πρότεινε, κατά περίπτωση, την απαλλαγή των κατηγορουμένων ή την παύση υφ’ όρων της δίωξής τους. 


Οι κατηγορίες αυτές συνίσταντο σε:


Επικίνδυνες σωματικές βλάβες, φθορά ξένης ιδιοκτησίας, παράνομη οπλοφορία/οπλοχρησία, παράνομη κατοχή κροτίδας, άρνηση δακτυλοσκόπησης και διατάραξη κοινής ειρήνης χωρίς εκτέλεση βιαιοπραγιών.


Για δύο από τις πλημμεληματικές κατηγορίες, ωστόσο, της αντίστασης και της διατάραξης κοινής με εκτέλεση βιαιοπραγιών πρότεινε την ενοχή τριών και επτά κατηγορουμένων, αντιστοίχως.


Αγορεύσεις συνηγόρων υπεράσπισης


«Η πρόταση της κ. εισαγγελέως πετυχαίνει να εγγυηθεί την αδιατάρακτη φροντίδα των κακώς κειμένων», σχολίασε ο συνήγορος υπεράσπισης Χάρης Λαδής.


«Η δίκη αυτή ήταν ένα ζωντανό μάθημα της πρόσφατης κοινωνικής και πολιτικής Ιστορίας του τόπου», συνέχισε.


«Αυτό το μόρφωμα [των «αγανακτισμένων» του 6ου Διαμερίσματος] είχε και συγκεκριμένα πρόσωπα. Αυτοί οι άνθρωποι, αποβράσματα μιας κοινωνικής δυσλειτουργίας, εμφορούνται από βαθιά περιφρόνηση της Δικαιοσύνης», σημείωσε.


Κι αυτό γιατί;


«Γιατί νιώθουν ότι τους κανακεύει».


«Αν το δικαστήριο ακολουθήσει τη λογική της κ. εισαγγελέως, δικαιοσύνη δε θα απονείμει», υπογράμμισε.


Η δε ομάδα Δέλτα, σύμφωνα με τον Χάρη Λαδή, «έρχεται και ενεργεί σε συμπαράσταση της ομάδας των αγανακτισμένων κατοίκων, της οποίας έχει διαταραχτεί η επικυριαρχία στην περιοχή».


«Οι “Τομπουλίδηδες” είτε συνέπρατταν είτε έβλεπαν αυτά που γίνονταν εκεί [στη ΓΑΔΑ]. Όταν λες ότι δεν είδες τίποτα και το δικαστήριο λέει ότι έγιναν, τότε είσαι μεγάλος ψεύτης», συνέχισε.


«Τα γενικευμένα ψέματα με κάνουν να έχω μια αμφιβολία. Αν έχετε έστω και μία αμφιβολία, πρέπει να οδηγήσει στην απαλλαγή», τόνισε.


«Φοβήθηκε η αξιότιμη κ. εισαγγελέας να μην ακουστεί η λέξη “ψέμα”- ούτε αστυνομικός ούτε ακροδεξιός», παρατήρησε.


«Το “μπαλάκι” πέφτει τώρα σε σας», επισήμανε, απευθυνόμενος στην έδρα.


«Το αίσχος που συνέβη εκείνο το βράδυ στη ΓΑΔΑ έχει όνομα, και λέγεται “κατάχρηση εξουσίας”», πρόσθεσε.


«Αν θέλετε να φύγετε λέγοντας “θέλω μια άλλη κοινωνία”, διαβιβάστε [τη δικογραφία]. Είναι χρέος σας να αποκαταστήσετε την πίστη των κατηγορουμένων στο θεσμό της Δικαιοσύνης», κατέληξε, ζητώντας την απαλλαγή όλων.


«Στην πραγματικότητα, οι μάρτυρες αστυνομικοί και η διαδικασία που ακολουθήθηκε ήταν έξω από κάθε πλαίσιο νομιμότητας και όσων ορίζει ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας», επισήμανε ο συνήγορος υπεράσπισης Παναγιώτης Παπαγεωργίου.


«Έχουμε μια στημένη δικογραφία με κατασκευασμένους μάρτυρες πολίτες», πρόσθεσε.


«Ζητώ την απαλλαγή των κατηγορουμένων για όλα τα αδικήματα για λόγους ουσίας, και να διαβιβάσετε τη δικογραφία, γιατί μόνο έτσι θα αποδοθεί δικαιοσύνη», συμπλήρωσε. 


«Σαν σήμερα πριν από 76 χρόνια οι Ναζί κάψαν τα Καλάβρυτα. Βλέπουμε τους συγκαιρινούς Ναζί να καταθέτουν εναντίον των αντιφασιστών», κατέληξε.


«Το ποινικό δικαστήριο αναζητά την αλήθεια και μόνο την αλήθεια», επισήμανε η συνήγορος υπεράσπισης Μαρίνα Δαλιάνη.


«Η πρόταση της κ. εισαγγελέως ήταν επικίνδυνη, γιατί είναι κακή για τη Δικαιοσύνη και κατ’ επίφαση επιεικής», υπογράμμισε.


«Η πραγματική της αγωνία ήταν να προστατεύσει με κάθε κόστος, με κάθε τίμημα, ευλαβικά, όλον αυτό το συρφετό των ψευδομαρτύρων που παρήλασαν από το δικαστήριό σας», παρατήρησε.


«Έκανε δύο θλιβερά ατοπήματα: Απαξίωσε πλήρως τους κατηγορούμενους. Ούτε μια λέξη δεν αφιέρωσε σ’ αυτούς. Απαξίωσε την αποδεικτική διαδικασία, τον εαυτό της, το θεσμικό της ρόλο και εντέλει το δικαστήριό σας», συνέχισε.


«Στις 30/9/2012 καταλύθηκε πλήρως η νομιμότητα, υπό το βλέμμα της συντεταγμένης πολιτείας, από όλους αυτούς τους επίορκους αστυνομικούς που προέβησαν σε σωρεία αξιοποίνων πράξεων μαζί με την περίφημη ομάδα κατοίκων του 6ου Διαμερίσματος», συμπλήρωσε.


«Ουδείς εκ των μαρτύρων αστυνομικών δεν μπόρεσε να εξηγήσει γιατί ξεκίνησε η επιχείρηση της Αστυνομίας στην οδό Μηθύμνης και Φυλής. Όταν φτάνουμε στο άβατο, δίνεται η εντολή ελέγχου», επισήμανε.


Όσο για τους  νεοναζί: «Αντί να τους ασκηθεί ποινική δίωξη για τα όσα είχαν κάνει τις προηγούμενες μέρες, αναβαθμίζονταν σε παθόντες».


Στη συνέχεια ζήτησε κι εκείνη την απαλλαγή των κατηγορουμένων και τη διαβίβαση της δικογραφίας, διευκρινίζοντας, ωστόσο, πως δεν είναι πολύ αισιόδοξη ότι αυτή θα είναι η έκβαση της δίκης.


«Θα διαφωνήσω κάθετα με την πρόταση της κ. εισαγγελέως, γιατί υπηρετεί ένα σκοπό, να προστατέψει τους ακροδεξιούς και την Αστυνομία», υπογράμμισε στην αγόρευσή της η συνήγορος υπεράσπισης Βούλα Γιαννακοπούλου


«Ήταν η πρώτη φορά που αντιφασιστική πορεία έφτασε τότε στο άβατο του Αγίου Παντελεήμονα. Οι ακροδεξιοί δεν το ανέχτηκαν, ούτε το κράτος με την ομάδα Δέλτα, τους ακροδεξιούς αστυνομικούς της ομάδας Δέλτα», συνέχισε.


«Ήταν η πρώτη φορά που κάποιοι “έσπασαν” το άβατο του Αγίου Παντελεήμονα», τόνισε.


«Πιάσανε όποιους πιάσανε και προσπαθούν να τους φορτώσουν τα πάντα. [Οι κατηγορούμενοι] έγιναν δέκτες του μίσους αυτής της κοινωνίας. Έχουμε μια λαίλαπα επί δικαίων και αδίκων», πρόσθεσε.


«Θα πρέπει να αποφασίσετε αν θα κλείσετε το μάτι στο τέρας. Σας καλώ, λοιπόν, να αναλάβετε τον ιστορικό σας ρόλο», κατέληξε.


«Το μόνο που αρκεί για να θριαμβεύσει το κακό είναι οι καλοί άνθρωποι να μείνουν άπραγοι», ήταν το μυθιστορηματικό τσιτάτο που εισαγωγικά επικαλέστηκε ο συνήγορος υπεράσπισης Δημήτρης Κατσαρής στην ολιγόλεπτη αγόρευσή του.


«Έχουμε ένα κακό. Οι κατηγορούμενοι δεν έμειναν άπραγοι. Ανέλαβαν το κόστος, και το έχουν πληρώσει. Αυτή η υπόθεση τους έχει επηρεάσει βαθιά στη ζωή τους», τόνισε, ζητώντας την απαλλαγή τους.


Η ετυμηγορία


Μετά από διάσκεψη που διήρκεσε 5 ώρες και 40 λεπτά (!), το Β’ Μ.Ο.Δ. Αθηνών, χωρίς να αναλάβει τον ιστορικό του ρόλο, ανακοίνωσε την ετυμηγορία του, η οποία κινήθηκε στη «γραμμή» της εισαγγελικής πρότασης, με μικρές διαφοροποιήσεις.


Πέραν, λοιπόν, του απαλλακτικού σκέλους κι εκείνου της παύσης υφ’ όρων της δίωξης για την πλειονότητα των αδικημάτων μετά από μετατροπή κατηγοριών, αποφάσισε την ενοχή 2 κατηγορουμένων για την αντίσταση και 5 για τη διατάραξη


Στους 2 κατηγορούμενους που καταδικάστηκαν και για τα δύο αδικήματα επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης ενός χρόνου και έξι μηνών, ενώ στους υπόλοιπους ενός χρόνου. Δόθηκε τριετής αναστολή και ασκήθηκε έφεση.


Αποφασίστηκε, εξάλλου, η απόδοση της εγγυοδοσίας σε όσους είχαν καταθέσει και κρανών, κλειδαριάς και εξοπλισμού μηχανής, και η άρση αυτοδικαίως των περιοριστικών όρων. Διατάχτηκε δήμευση των κατασχεθέντων κονταριών.


Η δικογραφία δε θα διαβιβαστεί για περαιτέρω διερεύνηση, αστυνομικοί και νεοναζί μάρτυρες κατηγορίας παραμένουν στο απυρόβλητο, η δικαιοσύνη αναζητείται...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου