Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2018

Yrsa Sigurðardóttir: «Τα αστυνομικά μυθιστορήματα εκμεταλλεύονται τον πόθο μας να κατανοήσουμε»


Αποκαλούμενη και «βασίλισσα» του σύγχρονου ισλανδικού αστυνομικού μυθιστορήματος, η πολυβραβευμένη Yrsa Sigurðardóttir επισκέφτηκε την προηγούμενη βδομάδα την Αθήνα, προκειμένου να παρουσιάσει τη δουλειά της στο αθηναϊκό κοινό και να συνομιλήσει μαζί του. Την συναντήσαμε.

Τι ωθεί, λοιπόν, μία επαγγελματία πολιτικό μηχανικό να στραφεί στη συγγραφή αστυνομικών μυθιστορημάτων- και μάλιστα τόσο σκοτεινών, μακάβριων και, μερικές φορές, αιματοβαμμένων;

Ξεκίνησα γράφοντας βιβλία για παιδιά. Αυτό το έκανα γιατί ο γιος μου δε διάβαζε πολύ κι ανησυχούσα. Με αυτό τον τρόπο προσπάθησα να τον ωθήσω στην ανάγνωση. Η είσοδός μου στη συγγραφή, ωστόσο, ήταν η αγάπη μου για το διάβασμα. Ανέκαθεν είχα ζωηρή φαντασία. Ουδέποτε σπούδασα συγγραφή ή κάτι παρόμοιο, παρά μόνο μέσω της ανάγνωσης.

Όταν σταμάτησα να γράφω παιδικά βιβλία, έκανα ένα διάλειμμα δύο χρόνων. Νόμιζα ότι δε θα ξαναέγραφα. Είχα κουραστεί να είμαι αστεία, ήθελα να γράψω για ενήλικες. Η επιλογή τού να γράψω αστυνομικά μυθιστορήματα υπήρξε εύκολη, γιατί αυτά μου αρέσει να διαβάζω πιο πολύ- αστυνομικά και τρόμου.

Βγάζει νόημα, επομένως.

Όσον αφορά το μακάβριο χαρακτήρα της πλοκής, πάντα με ενδιέφεραν τα παράξενα πράγματα.

Με ποια έννοια «παράξενα»;

Άλυτα μυστήρια, μούμιες, ιστορίες φαντασμάτων. Πάντα μου άρεσαν όλα αυτά πολύ. Αν γράφεις ένα βιβλίο, πρέπει να είναι ένα βιβλίο που θα σου άρεσε να διαβάσεις. 



Ελλοχεύει όντως κάτι τόσο μοχθηρό στα υψίπεδα και στα πεδινά της Ισλανδίας, ή απλώς η χώρα είναι για σένα ένας φανταστικός «καμβάς» όπου προβάλλεις διαφορετικών ειδών άγχη, ανησυχίες, ενδιαφέροντα ή εμπνεύσεις;

Είναι ένας συνδυασμός και των δύο. Αν και το τυπικό ισλανδικό έγκλημα δεν είναι αρκετό για να γράψεις ένα αστυνομικό μυθιστόρημα σχετικά μ’ αυτό, υπάρχουν πράγματα που έχουν πάει πραγματικά στραβά στην κοινωνία μας κι αυτό που κάνω είναι να παίρνω αυτό το υλικό και, μερικές φορές, να το κάνω ακόμα χειρότερο. Χτίζεις, λοιπόν, πάνω σε κάτι που δεν είναι σωστό.

Από την άλλη, σε κάθε χώρα οι άνθρωποι είναι καλοί και κακοί. Σε σχεδόν όλους μας ενυπάρχει ο πόθος να κάνουμε το καλό, αλλά και μια πιο σκοτεινή πλευρά, την οποία οι πιο πολλοί κρατάμε υπό περιορισμό, νομίζω.

Σε συναρπάζει η σκοτεινότερη πλευρά του ανθρώπινου ψυχισμού;

Ναι, με συναρπάζει. Όλα τα βιβλία ασχολούνται με τα συναισθήματα και τις πράξεις των ανθρώπων. Αν το κοιτάξεις με απλό τρόπο, οι πιο λόγιοι συγγραφείς καταπιάνονται με πιο ήπια συναισθήματα, ενώ εμείς με τα πιο σκληρά, όπως το μίσος, την εκδίκηση, την απληστία.

Ασφαλώς τα συναισθήματα αυτά είναι πολύ πιο επιθετικά, και τα μέτρα που παίρνουν οι άνθρωποι βιώνοντάς τα είναι πολύ πιο επιθετικά. Τα βρίσκω πιο ενδιαφέροντα από τα πιο αδύναμα συναισθήματα, όπως τη μεταμέλεια ή τη λύπη.

Πώς γεννήθηκαν οι χαρακτήρες του αστυνομικού Χούλνταρ και της ψυχολόγου Φρέιγια; Είχες εξαρχής κατά νου να δημιουργήσεις μια σειρά μυθιστορημάτων, όπου κάποιοι χαρακτήρες θα επανέρχονταν;

Αυτό ήταν το σχέδιο. Ήθελα να έχω έναν αστυνομικό, καθώς και τη γυναικεία οπτική. Σε καμιά περίπτωση δεν ήθελα να γράψω για τον τυπικό, αλκοολικό, σε κατάθλιψη Σκανδιναβό αστυνομικό, δε μου φαινόταν σωστό. Τον ήθελα πιο φυσιολογικό.

Δούλεψα πολύ σκεπτόμενη γι’ αυτούς τους χαρακτήρες, γιατί, αν γράψεις μια σειρά, θα επανέρχονται διαρκώς και ως συγγραφέας δεν μπορείς να τους βαρεθείς γρήγορα, επειδή τότε πρέπει να τερματίσεις τη σειρά. Δεν μπορείς να γράφεις για χαρακτήρες για τους οποίους δεν ενδιαφέρεσαι πλέον.

Μου άρεσε, εξάλλου, η ιδέα του Σπιτιού του Παιδιού, ενός πραγματικού φορέα, κι ήθελα να τον συμπεριλάβω. Εισάγοντας, εξάλλου, το χαρακτήρα της ψυχολόγου, θεώρησα πως θα μπορούσα να εστιάσω περισσότερο στην ψυχολογική πτυχή των εγκλημάτων. 



Αναφέρεις κάπου στο Μήνυμα ότι ο τρόμος κι η δυστυχία προσελκύουν τους ανθρώπους. Νομίζεις πως αυτή η έλξη αποτελεί ένα από τους λόγους που τους γοητεύουν τα αστυνομικά μυθιστορήματα κι η αστυνομική λογοτεχνία, γενικότερα;

Έτσι νομίζω. Αν δεις ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα, οι άνθρωποι επιβραδύνουν τις κινήσεις τους όχι μόνο από προσοχή, αλλά και για να παρατηρήσουν. Το να βλέπεις κάτι φρικτό σε κάνει να νιώθεις κάπως πιο ασφαλής. Σε ένα βιβλίο μπορείς να εισέλθεις σ’ ένα τέτοιο κόσμο κι όταν το κλείσεις έχεις βγει. Δε νομίζω ότι όσοι αρέσκονται να διαβάζουν αστυνομική λογοτεχνία θα ήθελαν να πάνε σε μια εμπόλεμη ζώνη.

Αυτή η προτίμηση εν μέρει οφείλεται στη σαγήνη που προκαλούν όσα είναι έξω από το συνηθισμένο, εν μέρει και γιατί ξέρεις, διαβάζοντας ένα βιβλίο, πως θα αποδοθεί δικαιοσύνη. Τα αστυνομικά μυθιστορήματα εκμεταλλεύονται το γενετικό μας πόθο να κατανοήσουμε τα πράγματα, να βυθιστούμε σ’ ένα μυστήριο και να καταλάβουμε πώς λειτουργεί.

Το άλλο ζήτημα είναι να βιώσεις αυτή την αίσθηση δικαιοσύνης, ότι κανένα κακό δε θα μείνει ατιμώρητο- γιατί στον πραγματικό κόσμο δε συμβαίνει κάτι τέτοιο. Κάποιοι άνθρωποι τη γλιτώνουν ό,τι κι αν έχουν κάνει. Στον κόσμο μου, οι άνθρωποι θα λάβουν αυτό που τους αξίζει.

Τι είδους αντιδράσεις και ανατροφοδότηση «εισπράττεις» από τους αναγνώστες σου;

Συνήθως θετικές. Έχω πολλούς οπαδούς στην Ισλανδία. Όσο μεγαλώνω, τόσο πιο πολύ γράφω και τόσο πιο φρικτή γίνομαι. Πιο διαβολική. (Γέλια). Κάποιοι από τους αρχικούς αναγνώστες έχουν ενοχληθεί από το πόσο σκοτεινή κι αιματοβαμμένη είναι η καινούρια σειρά. Πρέπει, ωστόσο, να γράφεις αυτό που θέλεις να γράψεις.

Είσαι δημοφιλής, πάντως.

Όσο πιο σκοτεινή γίνομαι, τόσο πιο δημοφιλής. Οι αναγνώστες αστυνομικής λογοτεχνίας έχουν εξοικειωθεί με τη βία, υποθέτω. Συνήθως, όμως, δε συνθέτω περιγραφές των πραγματικών βίαιων περιστατικών. Δεν κυνηγάω στάλες αίματος τριγύρω. Μ’ ενδιαφέρει κυρίως ο αντίκτυπος.

Πρέπει, όμως, να προσέχεις προς τα πού κατευθύνεσαι. Θα γίνεσαι όλο και πιο αιματοβαμμένος; Καταντά αηδιαστικό. Γι’ αυτό κι έριξα λίγο τους τόνους.

Σε ποιο βαθμό μοιάζεις ή διαφέρεις σε σύγκριση με άλλους Ισλανδούς κι ευρύτερα Σκανδιναβούς συγγραφείς του είδους;

Τα βιβλία μου συνήθως περιέχουν μια πιο σύνθετη πλοκή. Επιπλέον, δεν αποφεύγω να καταπιαστώ με την τεχνολογία. Προσπαθώ να χρησιμοποιήσω αυτό το στοιχείο προς όφελός μου. Δε γράφω για μέθυσους, σε κατάθλιψη αστυνομικούς, και τείνω να έχω πιο δουλεμένη αφήγηση.

Αλλά πάλι, καθένας γράφει τα δικά του. Δεν υπάρχει, επομένως, ένα κοινό στοιχείο εντοπίσιμο σε κάθε σκανδιναβικό αστυνομικό μυθιστόρημα. Υπάρχουν κάποια. Το πιο πιθανό είναι να διαβάσεις για κοινωνικά ζητήματα αναφυόμενα σε ένα ζοφερό χιονισμένο περιβάλλον.

Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζεις ως συγγραφέας;

Το πιο δύσκολο είναι το τέλος, το να εξηγήσω όλα όσα συνέβησαν. Επειδή η πλοκή είναι σύνθετη, υπάρχουν πολλά να εξηγηθούν. Η ίδια η διαδικασία της συγγραφής είναι μακρά και απαιτεί πολλή σκέψη κι έρευνα.

Από όσο ξέρω, η δουλειά σου έχει διασκευαστεί για τη μεγάλη οθόνη. Πώς λειτούργησε αυτό για σένα;

Ήταν πραγματικά ωραίο. Επρόκειτο για το μυθιστόρημα φαντασμάτων που είχα γράψει. Αποφάσισα να μην εμπλακώ στο σενάριο. Τους είχα εμπιστοσύνη. Κι ήταν η σωστή απόφαση, νομίζω, γιατί αν πάρεις το βιβλίο και το διαβάσεις μεγαλοφώνως χρειάζεσαι οκτώ ώρες. Πολλά, άρα, πρέπει να αφαιρεθούν.

Ένα αστυνομικό μυθιστόρημα δύσκολα χωράει σε ένα φιλμ δίωρης διάρκειας. Οι σεναριογράφοι, ωστόσο, έκαναν εξαιρετική δουλειά, και θα ήταν πολύ δυσκολότερο για εκείνους, αν παραπονιόμουν από πάνω τους.

Βοηθάει, ίσως, το ότι τα μυθιστορήματά σου έχουν μια κινηματογραφική ποιότητα;

Όταν γράφω, τείνω να βλέπω τις σκηνές να εκτυλίσσονται στο μυαλό μου, σαν να ήταν σινεμά. Αλλά δεν το κάνω σκόπιμα. Πρέπει να δω το μέρος, για το οποίο θα γράψω. Να μυρίσω την περιοχή. Αυτό μου επιτρέπει να την οπτικοποιήσω.

Μιας και βρίσκεσαι στην Αθήνα, νομίζεις πως η έμπνευση θα μπορούσε, επίσης, να αναδυθεί σε μια ξένη τοποθεσία;

Θα μπορούσε. Ένα βιβλίο μου διαδραματιζόταν στη Γροιλανδία, αλλά για διαφορετικούς λόγους. Δε θα έγραφα, ωστόσο, ένα βιβλίο σε μια άλλη χώρα, γιατί νομίζω ότι έχετε τους δικούς σας συγγραφείς που θα μπορούσαν να τα καταφέρουν πολύ καλύτερα από μένα.

Μπορώ να γράψω καλά για την Ισλανδία, αλλά, αν ήταν να γράψω για την Ελλάδα, δε θα γνώριζα όσα χρειάζεται να ξέρω, ώστε να τα αποτυπώσω πειστικά.

Ποια είναι τα αγαπημένα σου ελληνικά μυθιστορήματα, αν ορισμένα έχουν μεταφραστεί στα ισλανδικά;

Δεν έχουν μεταφραστεί πολλά στα ισλανδικά. Δεν μπορώ να θυμηθώ κάποια πρόσφατη έκδοση. Στο σχολείο είχαμε, βεβαίως, διαβάσει ορισμένες από τις αρχαιοελληνικές τραγωδίες και κωμωδίες και λίγο Όμηρο, αλλά ήμουν υπερβολικά νέα για να είμαι ικανή να απολαύσω αυτά τα κείμενα κατά τον πρέποντα τρόπο. Κάποια στιγμή θα ήθελα να επισκοπήσω εκ νέου το συγκεκριμένο υλικό ως ενήλικη. Τμήμα της επίσκεψης σε μια χώρα είναι, άλλωστε, η ανάγνωση της σύγχρονης λογοτεχνίας της.

Ευχαριστώ θερμά την Ντόρα Τσακνάκη, υπεύθυνη του Γραφείου Τύπου των Εκδόσεων Μεταίχμιο, για την πολύτιμη συμβολή της στον προγραμματισμό της συνέντευξης με την συγγραφέα.

Τα μυθιστορήματα της Yrsa Sigurðardóttir Η εκδίκηση, DNA και Το μήνυμα κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου