Τετάρτη 1 Νοεμβρίου 2017

Χάνα Σλακ: «Αν προσπαθείς να “θάβεις” πράγματα στο συλλογικό υποσυνείδητο, θα το δηλητηριάσουν»


Εμπνευσμένη από την πραγματική ιστορία του βοσνιακής καταγωγής ανθρακωρύχου Μεχμεντάλια Άλιτς, ο οποίος αγωνίζεται για την αξιοπρεπή ταφή των θυμάτων συνοπτικών εκτελέσεων σε ορυχείο στη Σλοβενία μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η ταινία της Σλοβένας Χάνα Σλακ Ο ανθρακωρύχος είναι προορισμένη να προκαλέσει συζητήσεις.

Πολιτικά αμφιλεγόμενη, αλλά καλοσκηνοθετημένη και με εξαιρετική ερμηνεία από τον Λέον Λούτσεβ στον πρωταγωνιστικό ρόλο, αποτελεί τη σλοβενική υποψηφιότητα για το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας για το 2018. Παρακολούθησα την ταινία στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βαρσοβίας, όπου απέσπασε 2 βραβεία. Εκεί, συναντηθήκαμε με την σκηνοθέτρια.

Ο Ανθρακωρύχος προβάλλεται σε πανελλήνια πρεμιέρα στο πλαίσιο του 58ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.



Ας «σκάψουμε» λοιπόν, όπως κι ο ανθρακωρύχος Μεχμεντάλια Άλιτς, στα πραγματικά γεγονότα, από τα οποία αντλείς την έμπνευσή σου. Τι συνέβη μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο σ’ εκείνο το ορυχείο στη Σλοβενία;

Δεν είναι ξεκάθαρο. Στην ταινία υπάρχουν 3, ίσως, θεωρίες. Για μένα, το βασικό ζήτημα είναι ότι ούτε ένας από τους 4.000 ανθρώπους που βρέθηκαν εκεί δεν έχει ταυτοποιηθεί. Δεν έχουμε, επομένως, καμία βεβαιότητα ως προς το ποιοι ήταν. Βασικά υπάρχει έλλειψη ενδιαφέροντος να εγκύψουμε στα γεγονότα και να γράψουμε γι’ αυτά όσο πιο αντικειμενικά γίνεται. Αυτό δεν έχει γίνει, αν και στην ευρύτερη περιοχή μας, στο Σαράγεβο, έχουμε το καλύτερο εργαστήριο για αναγνώριση στον κόσμο. Με την πάροδο του χρόνου μια τέτοια έρευνα θα είναι αδύνατη, γιατί πρέπει να υπάρχουν συγγενείς, προκειμένου να προκύψει δείγμα αίματος. Και αυτοί πεθαίνουν, χωρίς να έχουν μεταφέρει τις ιστορίες τους στις νεότερες γενιές.

Γιατί απουσιάζει το ενδιαφέρον για διερεύνηση αυτών των γεγονότων;

Γιατί δεν είναι βέβαιο τι συνέβη, κι έτσι μπορείς να έχεις διάφορες θεωρίες, επιλέγοντας εκείνη που σου ταιριάζει καλύτερα. Αυτό το ζήτημα έχει αποτελέσει αντικείμενο τεράστιας εκμετάλλευσης για πολιτικούς λόγους. Τόσο Δεξιά, όσο και η Αριστερά, το εκμεταλλεύονται ενόψει κάθε εκλογικής αναμέτρησης. Είναι ένα μεγάλο πολιτικό κεφάλαιο. Με το να το διεξαγάγεις έρευνα και να πεις την αλήθεια, χάνεις κάποιο είδος «πυρομαχικών» για πολιτική χειραγώγηση.



Εσύ, όμως, όπως και άλλοι στο πεδίο τους, νοιάζεσαι.

Αυτό που κατάφερε ο Μεχμεντάλια ήταν ότι όχι μόνο κατάφερε να βρει αυτούς τους ανθρώπους και να δημοσιοποιήσει την αλήθεια, αλλά και εγκαινίασε μια τρίτη φωνή. Από τη μία, υπήρχε η αριστερή, πολύ ιδεολογική, γεμάτη μίσος φωνή, κι από την άλλη η δεξιά, πολύ θυματοποιημένη, πολύ συναισθηματική. Και η τρίτη φωνή είναι συναισθηματικά φορτισμένη, αλλά όχι ιδεολογική. Είναι απλώς ανθρώπινη. Αυτή η φωνή έλειπε από την κοινωνία. Πολλοί, όπως εγώ, ανακουφίστηκαν που την άκουσαν. Δεν ταυτίζομαι με καμία από τις άλλες δύο. Είναι απαίσιες. Δε μου αρέσουν. Ο στόχος μου είναι ενισχύσω την τρίτη φωνή.

Εστιάζοντας κυρίως, αν όχι αποκλειστικά, σε θύματα πολίτες.

Ίσως έχει έρθει η ώρα να σταματήσουμε να σκεφτόμαστε με όρους «πολίτες» ή «στρατιώτες». Είναι άνθρωποι. Χωρίς συν ή πλην. 4.000 άνθρωποι.



Η επιλογή του Λέον Λούτσεβ για τον πρωταγωνιστικό ρόλο επηρεάστηκε από το κoινό του υπόβαθρο με τον πραγματικό ανθρακωρύχο;

Όταν διαλέγω ηθοποιούς, ιδίως για πρωταγωνιστικούς ρόλους όπως αυτός, δεν κοιτάζω την εθνικότητά τους. Το σημαντικό είναι η ανθρωπιά του Λέον. Νομίζω πως μοιράζοναι μια κοινή ανθρωπιά με τον Μεχμεντάλια. Αυτό που τους συνδέει είναι ότι ασχολήθηκαν με τις προκλήσεις, τις οποίες βίωσαν, με παρόμοιο τρόπο και οι επιλογές τους βασικά καθορίστηκαν από την ηθική τους. Δε μιλώ για τον Λέον τόσο ως ηθοποιό, αλλά ως άνθρωπο. Ο χαρακτήρας είχε βαθιά απήχηση μέσα του.

Η ερμηνεία του χαρακτηρίζεται από έντονη εσωτερικότητα.

Είναι διαισθητικός ηθοποιός, όχι διανοούμενος. Γίνεται αυτός ο χαρακτήρας. Χαίρομαι πραγματικά για τη συνεργασία μας. Στην πραγματικότητα ο Λέον δεν ήταν εκεί στη διάρκεια των γυρισμάτων καθόλου. Δεν ξέρω τον Λέον Λούτσεβ. Απλώς ξέρω τον Μεχμεντάλια.



Συμμερίζεσαι, εξάλλου, την ίδια ηθική ευθύνη απέναντι στη μνήμη, την ιστορία, την κοινωνία, τους ανθρώπους μ’ εκείνον.

Ό,τι συνέβη κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν είναι δικιά μας ευθύνη. Αυτές οι ανακαλύψεις, όμως, έγιναν στη διάρκεια της ενήλικης ζωής μας. Είμαστε, λοιπόν, υπεύθυνοι να ασχοληθούμε μ’ αυτές. Πώς καταπιανόμαστε, λοιπόν, υπεύθυνα;

Εκτιμώ, επίσης, το ότι αυτές οι διαφορετικές ιστορικές περίοδοι- ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, οι πόλεμοι στην πρώην Γιουγκοσλαβία, η γενοκτονία στη Σρεμπρένιτσα- τείνουν να επικαλύπτονται ή να μπλέκονται στο πλαίσιο της αφήγησης και στην ιστορία του Μεχμεντάλια.

Μου άσκησαν κριτική για το γεγονός αυτό. Αφ’ ενός, γιατί είναι ένδειξη κακού γούστου να παραλληλίζει κάποιος τη δολοφονία των προδοτών μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο με τη γενοκτονία στη Σρεμπρένιτσα. Αλλά δεν είναι δικός μου ο παραλληλισμός. Σοκαρίστηκα μ’ αυτόν εξίσου με οποιονδήποτε άλλο. Προέρχεται από τη ζωή και τις σκέψεις του Μεχμεντάλια.



Αφ’ ετέρου, επειδή κάποιες από τις λεπτομέρειες των αντικειμένων που βρήκε στο ορυχείο θύμιζαν το Ολοκαύτωμα. Δεν ήταν αυτή η πρόθεσή μου. Πολύ σχολαστικά αναδημιούργησα τις φωτογραφίες και τις περιγραφές του. Κάθε μαζικός θάνατος, ανεξαρτήτως υποβάθρου, αφήνει τα ίδια ίχνη, υλικά ή αόρατα, στην κοινωνία. Ένα ορφανό πολέμου είναι ορφανό πολέμου. Δε ρωτάς τι έκαναν οι γονείς του. Κι όλα μοιάζουν.

Πιστεύεις πως ο πόλεμος, ή τα τραύματα που άφησε ο πόλεμος στην πρώην Γιουγκοσλαβία, είναι παρελθόν, δεδομένου ότι οι «σειρήνες» του εθνικισμού ηχούν στα Βαλκάνια πολύ δυνατά όλα αυτά τα χρόνια, και στις μέρες μας;

Κάθε γενιά έχει το δικό της έργο: να ασχοληθεί με το παρελθόν και να χτίσει το μέλλον. Η γενιά μου εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τα ανεπούλωτα τραύματα από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Από την άλλη, υπάρχουν πράγματα που παραμένουν έγκυρα σε καθε γενιά. Όπως το κουράγιο, για παράδειγμα. Το κουράγιο να μένεις πιστός στην εσωτερική σου ηθική. Σ’ αυτό, επίσης, αφορά η ταινία.

Πώς μπορούν να επουλωθούν τραύματα, όπως οι μαζικοί θάνατοι;

Η καλύτερη θεραπεία είναι να αρχίσεις να μιλάς γι’ αυτά. Στην πραγματικότητα, το να μιλάς γι’ αυτά είναι ήδη μερικές φορές η λύση. Προσφέρει ανακούφιση και απελευθέρωση. Το ίδιο ισχύει για μια κοινωνία. Αν προσπαθείς να «θάβεις» πράγματα στο συλλογικό υποσυνείδητο, θα το δηλητηριάσουν, και μ’ αυτό το μέλλον σου. Μιλώντας για τα πράγματα, αυτά χάνουν τις κρυφές τερατώδεις δυνάμεις τους και αποδεικνύονται αρκετά κοινότοπα.



Ο Ανθρακωρύχος επιλέχτηκε ως η υποψηφιότητα της Σλοβενίας για το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας του 2018. Έχοντας κατά νου το πολιτικά φορτισμένο θέμα της ταινίας, εξεπλάγης με την επιλογή;

Δεν ξέρω. Οι υποψήφιοι επιλέγονται από την Ένωση Σλοβένων Σκηνοθετών, όχι από τους κριτικούς, το κοινό, ή τους πολιτικούς. Είναι οι συνάδελφοί μου, οι οποίοι αποφάσισαν. Μ’ αυτή την έννοια δεν εκπλήσσομαι, αλλά νιώθω τιμή. Αυτό που θα αποτελούσε νίκη για όλους μας θα ήταν αν ο Ανθρακωρύχος έμπαινε στη βραχεία λίστα των υποψηφιοτήτων. Αλλά γι’ αυτό χρειάζεται λόμπινγκ. Και το λόμπινγκ απαιτεί είτε διασυνδέσεις ή λεφτά, που δεν έχουμε.

Η ταινία σου προβάλλεται στο πλαίσιο της ενότητας Ματιές στα Βαλκάνια του 58ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Ποια είναι η σχέση σου με την πόλη και το Φεστιβάλ;

Έχω ξεχωριστούς δεσμούς με τη Θεσσαλονίκη, και χαίρομαι που θα έρθω. Θέλω να δω πόσο έχει αλλάξει η πόλη, οι άνθρωποι και το Φεστιβάλ.

Ευχαριστώ θερμά τον Paweł Dobrowolski από το Γραφείο Τύπου του Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βαρσοβίας για τη συμβολή του στον προγραμματισμό της συνέντευξης με την σκηνοθέτρια.

Η ταινία Ο ανθρακωρύχος της Χάνα Σλακ προβάλλεται στο πλαίσιο της ενότητας Ματιές στα Βαλκάνια του 58ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης την Παρασκευή, 3 Νοεμβρίου (αίθουσα Σταύρος Τορνές, 18:00) και το Σάββατο, 4 Νοεμβρίου (αίθουσα Σταύρος Τορνές, 20:30).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου