Τραχιές, απόκρημνες πλαγιές πάνω απ’ τον Ατλαντικό, χρυσαφένιες παραλίες,
γαλήνιες λίμνες, πολύβουες πόλεις, γραφικά χωριουδάκια, το γλεντζέδικο και
ανυπότακτο πνεύμα των ντόπιων και η ανεπανάληπτη ιρλανδική μουσική συνθέτουν το
«πορτραίτο» της Δυτικής Ακτής της Ιρλανδίας, του πιο γοητευτικού ίσως τμήματος
της χώρας.
Ορμητήριό μου το Γκόλγουεϊ (Galway),
η άτυπη «πρωτεύουσα» της γαελικής (δηλαδή ιρλανδόφωνης) Ιρλανδίας και «Μέκκα»
των λατρών της παραδοσιακής ιρλανδικής μουσικής (εμού συμπεριλαμβανομένου!).
Διοικητικό κέντρο της ομώνυμης κομητείας (County Galway), είναι ένας νεανικός και κοσμοπολίτικος τόπος, φημισμένος
για τις πολιτιστικές εκδηλώσεις που διοργανώνονται κυρίως κατά τη διάρκεια της
άνοιξης και του καλοκαιριού: από το Φεστιβάλ Λογοτεχνίας τον Απρίλιο, μέχρι τα
Φεστιβάλ Τεχνών και Κινηματογράφου τον Ιούλιο. Το Γκόλγουεϊ αποτελεί, εξάλλου,
«Μέκκα» και των απανταχού λατρών των… οστρακοειδών, οι οποίοι συγκεντρώνονται εκεί
επί ένα τετραήμερο στα τέλη κάθε Σεπτέμβρη, για να ικανοποιήσουν το αναμφίβολα
πρωτότυπο γευστικό τους πάθος!
Οι πρωτοτυπίες της πόλης δε σταματούν, ωστόσο, εδώ. Αν είστε… τυχεροί,
βγαίνοντας από το αεροδρόμιο θα σας «υποδεχτεί» μια «επιτροπή» από τετράπαχες
αγελάδες, οι οποίες βόσκουν αμέριμνα σε λιβαδάκι ακριβώς απέναντι από την
είσοδο του αεροδρομίου, και είναι απόλυτα εξοικειωμένες με την ανθρώπινη
παρουσία! Όπως μου εξήγησε, πνιγμένος στα γέλια, ο οδηγός του ταξί-βαν που με
μετέφερε στο κέντρο, πολλοί Αμερικανοί τουρίστες ενθουσιάζονται με αυτό το θέαμα
και φωτογραφίζουν μανιωδώς τα συμπαθή τετράποδα. Του ζήτησα να με αφήσει κοντά στην κεντρική πλατεία του
Γκόλγουεϊ, την πλατεία Έιρε (Eyre Square).
Κατέλυσα σε hostel, το
οποίο βρίσκεται στον πιο γραφικό και διάσημο, επομένως και πιο θορυβώδη,
πεζόδρομο της πόλης, την οδό Κουέι (Quay Street). Φανταστείτε ένα δρόμο στο στυλ της οδού Ηρακλειδών στο
Θησείο, αλλά με πολύ μικρότερο μήκος, με μαγαζιά, εστιατόρια και pubs στοιχημένα
και στις δυο του πλευρές και θα πάρετε μια ιδέα…
Πριν ξεχυθώ στις εξοχές της διασημότερης Δυτικής Ακτής στην… καθ’ ημάς
πλευρά του Ατλαντικού, μια επίσκεψη σε κάποιο κατά προτίμηση μικρό folk club, όπου θα είχα τη
δυνατότητα να απολαύσω live
μια από εκείνες τις ιρλανδικές sessions που πάντα ονειρευόμουν, ήταν απλώς επιβεβλημένη.
Συμβουλευόμενος ντόπιους, κατέληξα, όχι χωρίς κόπο, στο… πατάρι του πιο γνωστού
folk club της
πόλης, του Crane Bar.
Ιδιοκτησίας δύο καλλιτεχνών, φιλοξενεί συναυλίες καλλιτεχνών σε καθημερινή
βάση, τόσο στον πιο… συμβατικά pub ισόγειο χώρο του, όσο και στον μικρότερης χωρητικότητας πρώτο
όροφο. Όταν έφτασα, η συναυλία είχε ήδη ξεκινήσει. Ο χώρος ήταν διακριτικά
φωτισμένος, λιτά διακοσμημένος, με λίγες καρέκλες και τραπέζια εδώ κι εκεί. Ατμόσφαιρα
μυσταγωγική. Οι θαμώνες, κυρίως ντόπιοι («καλό σημάδι», σκέφτηκα), αλλά και
μερικοί Αμερικανοί, λιγοστοί, αλλά απολύτως απορροφημένοι από τη μουσική.
Κάθησα αθόρυβα στο μπαρ, παραγγέλνοντας ένα μεγάλο ποτήρι μαύρη Guinness. Η συναυλία ήταν
οργανική, unplugged. Η
γκάιντα, το βιολί και το μποντράν «κεντούσαν». Εξαιρετική η ακουστική-βοηθούσε
το ξύλο που κυριαρχούσε στο χώρο. Ένας γιγαντόσωμος ροδομάγουλος Αμερικανός
κουνούσε ρυθμικά το πόδι του. Κάποιοι ντόπιοι έπαιρναν πότε πότε την
πρωτοβουλία και τραγουδούσαν a cappella.
Ήταν από τις βραδιές που εύχεσαι να μην τελείωναν… Σα μαγεμένος επέστρεψα δυο
ώρες αργότερα στο κατάλυμά μου. Έπρεπε νε ξεκουραστώ ενόψει της πρώτης
εκδρομής…
Ανεμοδαρμένα ύψη
Η κομητεία του Κλερ (County Clare)εκτείνεται
νοτιοδυτικά του Γκόλγουεϊ. Επονομαζόμενη και «η κομητεία που τραγουδά» («the singing county»), λόγω της μουσικής
παράδοσης που παραμένει και στις μέρες μας ζωντανή, φιλοξενεί ένα από τα
διασημότερα αξιοθέατα της Ιρλανδίας, τους Γκρεμούς του Μοχέρ (Cliffs of Moher), καθώς και μια σειρά
από υπέροχες παραλίες.
Πρώτος σταθμός της εκδρομής, το μικροσκοπικό χωριό Ντουλίν (Doolin), το οποίο βρίσκεται
τέσσερα χιλιόμετρα βορείως των Γκρεμών του Μοχέρ. Για πολλούς, το Ντουλίν είναι
η «Μέκκα» της παραδοσιακής μουσικής, όχι το Γκόλγουεϊ. Αυτό ίσως εξηγεί το γεγονός
ότι εδώ συρρέουν λάτρεις της ιρλανδικής μουσικής από όλο τον κόσμο, προς
αναζήτηση «εκείνης» της session που θα θυμούνται για πάντα. Εκτός από τις τρεις pubs του
χωριού, μην παραλείψετε να επισκεφτείτε το άνετο και πολύ φιλικό café, το Lodestone ,όπου
μπορείτε να χαλαρώσετε, να φάτε κάτι ελαφρύ ή να ακούσετε μουσική.
Είχα ακούσει για τους Γκρεμούς του Μοχέρ χρόνια πριν τους επισκεφτώ. Η
πραγματικότητα, όμως , ξεπερνούσε κάθε φαντασία. Πρόκειται για μια σειρά από
ανεμοδαρμένους, διαβρωμένους από τα κύματα, απότομους, σχεδόν κάθετους, βράχους
που απλώνονται σε μήκος πέντε μιλίων δυτικά του χωριού Λίσκανορ (Liscannor), βιγλάτορες πάνω από τον
Ατλαντικό. 214 μέτρα
είναι το υψηλότερο σημείο τους. Προφανώς μια τέτοια επίσκεψη αντενδείκνυται για
υψοφοβικούς ή σε όσους έχουν αυτοκτονικές τάσεις. Αν και, εδώ που τα λέμε, αν
δεν προσέξεις, ο αέρας είναι πολύ εύκολο
να σε πάρει και… να σε σηκώσει, ιδίως αν κατορθώσεις να ανέβεις μέχρι την
κορυφή του Πύργου του Ο’ Μπράιεν (Ο’Brien’s Tower),
ένα παρατηρητήριο απ’ όπου μπορούμε να απολαύσουμε τον Ατλαντικό σ’ όλο του το άγριο
μεγαλείο.
Για να ηρεμήσει η ψυχή και το σώμα, μια σύντομη βόλτα (πολύ κρύο το νερό για
μπάνιο!) σε μερικές από τις θαυμάσιες παραλίες της περιοχής ήταν απαραίτητη.
Δύο απ’ αυτές, το Ντούνμπεγκ (Doonbeg)
και η Λευκή Παραλία (White Strand),
έχουν αξιολογηθεί ως «γαλάζιες ακτές» (Blue Flag beaches), είναι, επομένως, ιδανικές για κολύμπι.
Απάνεμο καταφύγιο
Μετά από μια μαρτυρική βραδιά στο δωμάτιο, το οποίο έμοιαζε να έχει καταληφθεί
από μια παρέα μεθυσμένων Βρετανών, οι οποίοι συναγωνίζονταν ποιος απ’ όλους θα
κάνει τον περισσότερο θόρυβο, χρειαζόμουν επειγόντως κάτι πιο καταπραϋντικό από
τη…συγγνώμη τους, που έλαβα, ωστόσο, το επόμενο πρωί. Επόμενος σταθμός μου, οι
φημισμένες εξοχές της Κονεμάρα (Connemara),
και ιδιαίτερα η περιοχή του Αββαείου του Κάιλμορ (Kylemore Abbey).
Το νέο-γοτθικού ρυθμού Αββαείο βρίσκεται τρία μίλια ανατολικά του χωριού
Λέττερφρακ (Letterfrack).
Εδώ διαβιούν οι μοναχές του Τάγματος των Ιρλανδών Βενεδικτίνων. Περπατώντας στα
νοτισμένα από πρόσφατη βροχή φύλλα, οδηγήθηκα σε λίγα λεπτά στην επίσης
νέο-γοτθικού ρυθμού Εκκλησία του Κάιλμορ. Οι περιτειχισμένοι κήποι του Αββαείου
ήταν χάρμα οφθαλμών, αλλά η λίμνη κέρδισε τελικά τις εντυπώσεις: τα γαλήνια
νερά της, σε απόλυτη αρμονία με τις απαλές πτυχώσεις των γύρω λόφων απέπνεαν
μια στοχαστική, απόκοσμη ίσως , ηρεμία. Μετά από αυτή τη σχεδόν μυστικιστική
εμπειρία, η γνώριμη πλέον φλυαρία του οδηγού-ξεναγού στην επιστροφή φάνταζε σαν
(ευπρόσδεκτη, άραγε;) επάνοδος στη γήινη πραγματικότητα…
Το οδοιπορικό στη Δυτική Ιρλανδία πρωτοδημοσιεύτηκε στο Γεωτρόπιο της Σαββατιάτικης Ελευθεροτυπίας (τεύχος 387, 15/9/2007).