Κυριακή 8 Οκτωβρίου 2023

Brigitte Fossey: «Πρέπει να γιορτάζουμε τη ζωή, ιδίως τώρα!»

 


Πνευματώδες, σκληρό, σπαρακτικό, τρυφερό, τολμηρό, το αντιπολεμικό αριστούργημα του Ρενέ Κλεμάν Απαγορευμένα παιχνίδια παραμένει, 71 χρόνια μετά, ταινία αναφοράς.

Με αφορμή την προβολή της σε ψηφιακά αποκατεστημένη επανέκδοση 4Κ από τις 5 Οκτωβρίου κουβεντιάζουμε με την 77χρονη σήμερα εκπληκτική  πρωταγωνίστριά της, Brigitte Fossey.

Καλησπέρα!

Χαίρομαι τόσο που σε ακούω και λυπάμαι ειλικρινά που δεν κατάφερα να απαντήσω στις ερωτήσεις σου μέσω email. Είμαι «δεινόσαυρος» σε θέματα τεχνολογίας!

Όχι, όμως, και υποκριτικής. Σπαρακτικό, χιουμοριστικό και πολύ πνευματώδες παραμένει, 71 χρόνια μετά, το αντιπολεμικό αριστούργημα του Ρενέ Κλεμάν, Απαγορευμένα παιχνίδια (1952), όπου υποδύεστε την πεντάχρονη Πωλέτ.

Προτιμώ τον συνδυασμό τραγωδίας και κωμωδίας, γιατί κι η ζωή έτσι είναι.

Όταν βιώνεις την πιο φρικτή τραγωδία –αν, για παράδειγμα, νοσηλεύεσαι στο νοσοκομείο ή χάνεις ξαφνικά έναν άνθρωπο για τον οποίο νοιάζεσαι-, μια κωμική σκηνή συμβαίνει και όλοι γελάνε.

Αυτή η ζωή αποτυπώνεται με τον πιο βαθύ και φαινομενικά ανάλαφρο τρόπο στο συγκεκριμένο φιλμ, ενώ η ίδια κάθε άλλο παρά ανάλαφρη είναι. Πόσων χρονών ήσασταν την περίοδο των γυρισμάτων; Πέντε, έξι;

Ήμουν πέντε. Πήγαινα ήδη σχολείο δύο χρόνια και ήξερα να διαβάζω και να γράφω. Διάβαζα εφημερίδα, διάβασα και το σενάριο, και μου άρεσε!

Οπότε έτσι ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με τη φιλμική διαδικασία.

Ακριβώς.

Εκείνη την εποχή ζούσα στον Βορρά της Γαλλίας, σε μια πολύ μικρή πόλη. Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών διακοπών πήγα στις Κάννες στην θεία μου, που δεν είχε παιδιά, κι έτσι προέβαλλε πάνω μου όλες τις φιλοδοξίες και τις φαντασιώσεις της.

Όταν, λοιπόν, διάβασε στην εφημερίδα ότι ο Ρενέ Κλεμάν αναζητούσε ένα παιδί περίπου δέκα-έντεκα χρονών, είπε στην μητέρα μου: «Στοιχηματίζω πως, αν δει την Brigitte, θα την πάρει!»

«Άσ’ την ήσυχη, παιδί είναι, δε θέλεις να την κάνεις μαϊμού!» απάντησε η μητέρα μου. Ο πατέρας μου, από την άλλη, ο οποίος ήταν σινεφίλ, σχολίασε: «Α, ο Ρενέ Κλεμάν!»

Υπήρξε μια εμβληματική φυσιογνωμία στην προ της Νουβέλ Βαγκ περίοδο.

Πολύ πριν τη Νουβέλ Βαγκ!

Ο πατέρας μου, λοιπόν, είχε δει την προηγούμενη ταινία του Κλεμάν, Η μάχη των σιδηροδρόμων (1946), κι είχε εντυπωσιαστεί, ενώ έκανε προβολές φιλμ και στο σπίτι.

Ένα από αυτά ήταν η Πεντάμορφη και το Τέρας (1946) του Ζαν Κοκτώ, που όμως μόνο άκουγα, γιατί δε μου επέτρεπαν να το παρακολουθήσω.

Όταν ήμουν τεσσάρων, με πήγε να δω τους Μοντέρνους καιρούς (1936), του Τσάρλι Τσάπλιν. Αγάπησα τον Τσάρλι Τσάπλιν!

Δε φανταζόσασταν, ωστόσο, ότι θα συμμετείχατε ποτέ σε κάποια ταινία.

Καθόλου!

Τελικά πείστηκαν οι γονείς σας πως θα άξιζε τον κόπο να πάρουν -και να πάρετε- αυτό το ρίσκο;

Υπήρξε μια πολύ αργή διαδικασία.

Στην αρχή ήταν αυτό το ηλίθιο στοίχημα ανάμεσα στην μητέρα και την θεία μου. Πήγα παρέα και με τις δύο στο casting του Ρενέ Κλεμάν στη Νίκαια.

Επειδή είχαμε καθυστερήσει, ο Ρενέ Κλεμάν μάς ρώτησε: «Γιατί βρίσκεστε εδώ, τι θέλετε;» «Ήρθαμε με την Brigitte», απάντησαν εκείνες ντροπαλά.

Το βλέμμα του κατέβηκε προς εμένα. Ούτε καν με είχε δει, καθώς ήμουν τόσο μικρούλα. «Είσαι πολύ μικρή!» επισήμανε. «Είμαι πέντε χρονών και τριών μηνών», του αντέτεινα. Είχα βαρεθεί, όλοι με χρησιμοποιούσαν. Οπότε, έκατσα μπροστά του.

«Καταλαβαίνω τον χαρακτήρα του κοριτσιού», του είπα. Ήξερα ήδη πιάνο και χορό και διάβαζα ποίηση. Έκανα ό,τι μου ζήτησε, και στο τέλος δήλωσε: «Αυτό είναι το κατάλληλο κορίτσι».

«Ήταν ένα στοίχημα, ένα αστείο, δε θέλουμε να δουλέψει!» αντέδρασαν η μητέρα και η θεία μου τότε. «Θα την ρωτήσω, λοιπόν, αν θέλει να παίξει», είπε ο Ρενέ Κλεμάν. «Θέλεις να δουλέψεις μαζί μου;» με ρώτησε. «Ναι, θέλω», του απάντησα.

«Μα θα είναι κουραστικό!» αναστατώθηκε η μητέρα μου. «Δε θα είναι κουραστικό, αλλά διασκεδαστικό», επέμεινα εγώ.

Αρχικά επρόκειτο να γίνει ταινία μικρού μήκους. Όταν, όμως, την έδειξε στον Ζακ Τατί, εκείνος τον προέτρεψε να την κάνουν μεγάλου, επειδή «ήταν μια πολύ καλή ιστορία».

Το σενάριο εμπλουτίστηκε, επομένως, και τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν το επόμενο Πάσχα, γιατί η μητέρα μου δεν ήθελε να δουλεύω όσο ήμουν στο σχολείο.

Στο μεταξύ, μεγαλώνατε.

Είχα ψηλώσει κάπου δώδεκα εκατοστά, μου είχε πέσει ένα δόντι κι έπρεπε να βάλω ψεύτικο, καθώς και ν’ αλλάξω φόρεμα. Κι ο συμπρωταγωνιστής μου, Georges Poujouly, είχε μεγαλώσει, άρα έπρεπε κι εκείνος να βρει καινούρια ρούχα.

Πώς βιώνατε τα γυρίσματα; Σαν ένα είδος παιχνιδιού ή ως δουλειά;

Νόμιζα ότι ήταν σαν δουλειά και την αντιμετώπιζα πολύ σοβαρά, με τον ίδιο τρόπο που αντιμετώπιζα την ποίηση στο σχολείο.

Μου άρεσε πολύ να δουλεύω, επειδή με έπαιρναν στα σοβαρά οι μεγάλοι και ήμουν μέλος του συνεργείου. Με έκανε, εξάλλου, πολύ περήφανη το γεγονός πως έπαιζα με ένα αγόρι που ήταν πέντε χρόνια μεγαλύτερό μου.

Ανάμεσα στα γυρίσματα, πάντως, εκείνο δεν ήθελε να παίζει μαζί μου, γιατί με θεωρούσε πολύ μικρή. Το ακριβώς αντίθετο με αυτό που συνέβαινε στην ταινία. (Γέλιο).

Σας δίνονταν αυστηρές οδηγίες ή επειδή ήσασταν παιδιά σας επιτρεπόταν και να αυτοσχεδιάσετε;

Δεν υπήρξε κανένας αυτοσχεδιασμός, ακολουθούσαμε πολύ ακριβείς οδηγίες σχετικά με το πώς έπρεπε να νιώθουμε, πού να κοιτάζουμε, με ποιον τρόπο να εκφραζόμαστε. Ήταν μια πολύ πειθαρχημένη διαδικασία, αλλά δεν είχα πρόβλημα μ’ αυτό.

Δεν είχατε. Είναι, πάντως, εκπληκτικό ότι ήσασταν μόλις πεντέμισι χρονών, κι όμως καταφέρατε να αποδώσετε όλο το βάθος, τη διαύγεια και το εύρος των συναισθημάτων, τα οποία συνδέονται με τον χαρακτήρα που υποδύεστε.

Είναι και θέμα ταλέντου, φυσικού ταλέντου. Δε σας το είχαν πει τότε;

Ποτέ δε μιλούσαν για το ταλέντο μου. Ο Ρενέ Κλεμάν είχε μεγάλη εξουσία στο πλατώ, κι ήθελα απλώς να κάνω το καλύτερο δυνατό.

Μπορούσα να βιώσω συναισθήματα γιατί οι γονείς μου ήταν πολύ ευαίσθητοι, αγαπούσαν το σπουδαίο σινεμά, και με βοήθησαν. Αν δεν επρόκειτο για ταινία του Ρενέ Κλεμάν, δε θα είχαν αποδεχτεί το να συμμετάσχω.

Πώς ήταν ο ίδιος ο Κλεμάν στο πλατώ; Αυστηρός, πατρικός, τρυφερός; Ποια ήταν η συμπεριφορά του - και κυρίως απέναντί σας, μιας κι ήσασταν το νεότερο μέλος του συνεργείου;

Όλοι μου φέρονταν πολύ καλά, και η μητέρα μου ήταν παρούσα στο πλατώ, επομένως αισθανόμουν πολύ προστατευμένη.

Ο Ρενέ Κλεμάν ήταν πολύ αυστηρός και εξουσιαστικός στο πλατώ και όταν μου ζητούσε κάτι, το περιέγραφε με τρόπο επιτακτικό, οικείο και υπνωτιστικό. Προσπαθούσα να κάνω το καλύτερο δυνατό.

Παρόλα αυτά, μερικές φορές τον άκουγα να φωνάζει πίσω από την κάμερα: «Δε βλέπω αρκετά δάκρυα!» «Έρχονται, κύριε Κλεμάν, έρχονται!» του απαντούσα αμέσως. (Γέλιο).

Σας καθόρισε ως ηθοποιό αυτή η εμπειρία;

Με καθόρισε, γιατί έβλεπα πώς φτιάχνεται μια ταινία και με ενδιέφερε ο τρόπος λειτουργίας της κάμερας. Υπάρχει μια φωτογραφία μου με τον Ρενέ Κλεμάν όπου κοιτάμε μια λήψη μέσα από την κάμερα. Έμαθα τη δουλειά έτσι. Ήμουν πολύ περίεργη.

Πότε παρακολουθήσατε την ταινία για πρώτη φορά;

Στο Φεστιβάλ των Καννών. Εντυπωσιάστηκα, γιατί ήταν πολύ σκληρή. Δεν είχε επιλεγεί για το Επίσημο Διαγωνιστικό επειδή είχε θεωρηθεί πολύ σκληρή, λίγα χρόνια μετά τον τερματισμό του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Και πολύ τολμηρή, θα έλεγα, ιδίως σε σχέση με τον τρόπο που προσεγγίζει τα ζητήματα της θρησκείας, του πολέμου, της λιποταξίας. Ας μην ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε στις αρχές της δεκαετίας του 1950.

Το πιο μεγάλο σκάνδαλο του φιλμ ήταν το κοιμητήριο των ζώων που είχε σκοτώσει το αγόρι. Γι’ αυτό και δεν είναι μια ταινία για παιδιά, αλλά για ενήλικες.

Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα. Ο μόνος τρόπος να καταλαβαίνεις τον πόλεμο είναι να τον αναπαραστήσεις.

Η οικοδόμηση αυτού του κοιμητηρίου συντελείται, άλλωστε, ως μια απόπειρα υπέρβασης των τραυμάτων που έχει προκαλέσει ο πόλεμος.

Ναι, το ξέρω.

Πού αποδίδετε τη διαχρονική απήχηση των Απαγορευμένων παιχνιδιών;

Η ταινία θεωρείται πια κλασική, ανήκει στην Ιστορία του κινηματογράφου. Πολλοί σκηνοθέτες έχουν εμπνευστεί από αυτή. Αποτελεί παράδειγμα αυτού που θα έπρεπε να είναι το σινεμά.

Καταπιάνεται με το ζήτημα των παιδιών σε καιρό πολέμου, κι αυτή είναι η πιο δύσκολη κατάσταση που μπορείς να φανταστείς. Όταν βλέπεις τετράχρονα Παλαιστινόπουλα να παίζουν με καλάσνικοφ, πρόκειται για το ίδιο ζήτημα.

Παραμένουν, όμως, παιδιά και παίζουν απαγορευμένα παιχνίδια. Δεν ξέρουν πως είναι απαγορευμένα, γιατί τα παίζουν οι μεγάλοι, οπότε νομίζουν ότι μπορούν να τα παίξουν κι εκείνα. Δε θα έπρεπε να θεωρούνται ήρωες, όμως, αλλά φτωχά παιδάκια.

Το φιλμ είναι, εξάλλου, επιδραστικό όχι μόνο γι’ αυτά που δείχνει, αλλά και εξαιτίας όσων δε δείχνει.

Κι οι πόλεμοι δε σταματούν.

Όταν συμβαίνουν μακριά, δε μας απασχολούν. Όταν, όμως, συμβαίνουν στην Ευρώπη, καταλαβαίνουμε πως πρέπει να κάνουμε κάτι. Ελπίζω να επιστρέψει η ειρήνη.

Είναι ωφέλιμη για τους θεατές τού σήμερα η παρακολούθηση ταινιών όπως τα Απαγορευμένα παιχνίδια;

Είμαστε τόσο απασχολημένοι με επείγουσες καταστάσεις που δεν έχουμε τον χρόνο να καταπιαστούμε με το σινεμά, τα βιβλία ή τη μουσική. Η τέχνη, όμως, μπορεί να λειτουργήσει παιδευτικά.

Έχουν αλλάξει πολλά στον κινηματογράφο από το πρώιμο στάδιο της σταδιοδρομίας σας; Απολαμβάνετε σύγχρονα φιλμ ή σας φαίνονται απόμακρα;

Έχω μια τάση να αναζητώ όμορφες ταινίες. Με ενδιαφέρει πολύ το κορεάτικο,  το ιρανικό, το κινέζικο σινεμά. Προσπαθώ να βλέπω τα καλύτερα.

Αν σας προτεινόταν κάποιος ρόλος σε φιλμ, θα σας ενδιέφερε κάποιος συγκεκριμένος ή προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση;

Πάντα ήμουν ανοιχτή στην ποιότητα. Το όνομα του σκηνοθέτη -αν με θέλει- και οι συνεργάτες μου είναι για μένα οι πιο σημαντικοί παράγοντες. Καθετί που έχει συμβεί στη ζωή μου είναι απόρροια μια συνάντησης με κάποιον άνθρωπο, όχι μέσω ατζέντη.

Δουλεύω, επίσης, στο θέατρο, αλλά και με τη μουσική και την ποίηση. Όταν δεν κάνω σινεμά ή τηλεόραση, και πάλι είμαι πολυάσχολη.

Διατηρείτε πολλή ζωτικότητα, άρα δεν υπάρχει πολύ περιθώριο για νοσταλγία.

Καθόλου, καθόλου! Επειδή ενδιαφέρομαι υπερβολικά για το τι κάνουν οι άλλοι και είμαι πολύ απασχολημένη! (Γέλιο).

Αρνήθηκα, ωστόσο, να συμμετάσχω σε μια ταινία με πολύ όμορφο σενάριο, γιατί στο τέλος της το ζευγάρι αυτοκτονεί, κι αυτό είναι τόσο ενάντια στη φιλοσοφία μου που δεν μπορώ να το κάνω. Κρίμα!

Δεν μπορώ, όμως, να βρίσκομαι σε ένα φιλμ που δεν πιστεύω. Πρέπει να γιορτάζουμε τη ζωή, ιδίως τώρα!

Στην Αθήνα μένεις;

Στο κέντρο, ναι.

Είχα έναν σπουδαίο δάσκαλο και πολύ καλό φίλο, τον Ανδρέα Βουτσινά. Τώρα βρίσκεται στον ουρανό. Έμοιαζε λίγο με τον Ρενέ Κλεμάν. Ακριβής και διεισδυτικός.

Ευχαριστώ θερμά την Anne Alvares Correa (Agence Anne Alvares Correa) για την πολύτιμη συμβολή της στην πραγματοποίηση της συνέντευξης και για την παραχώρηση της φωτογραφίας της Brigitte Fossey.

Η ταινία του Ρενέ Κλεμάν Απαγορευμένα παιχνίδια με πρωταγωνίστρια την Brigitte Fossey προβάλλεται στις αίθουσες σε ψηφιακά αποκατεστημένη 4Κ επανέκδοση από τις 5 Οκτωβρίου (διανομή New Star).



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου