Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2025

Dramachine: «Σε λάιβ όπου δεν έχει υπάρξει ένταση, γινόμαστε ράκος»

 


Συνταιριάζοντας την πανκ ένταση και την electropop μελαγχολία, οι Dramachine είναι από τα πλέον αξιόλογα σχήματα της εγχώριας dark wave/post-punk σκηνής.

Μια συνάντηση με τα μέλη της μπάντας Ελένη Μάκκα και Γιώργο Πάλλη ενόψει της συναυλιακής σύμπραξης των Dramachine με τους Valisia Odell, Marva Von Theo και Bipolia την Παρασκευή 14 Νοεμβρίου στο Gagarin205.

Κι οι δυο σας (αλλά και ο Χάρης Ζαχαρόπουλος που απουσιάζει σήμερα) έχετε παρελθόν στον χώρο της μουσικής, αλλά οι Dramachine είναι σχετικά «φρέσκο» σχήμα. Πώς προέκυψε αυτή η δημιουργική συνάντηση;

Ελένη Μάκκα: Εγώ είχα συμμετάσχει στους Testera, στους Deadbeat Club και στους La Noia. Ο Γιώργος [Πάλλης] στους ατζινάβωτο φέγι, ενώ ο Χάρης στους Nurse of War και στους Μαύρο Γάλα.

Γνωριζόμασταν ήδη χρόνια, και είχαμε συζητήσει το ενδεχόμενο να φτιάξουμε μια μπάντα. Ξεκινήσαμε πρόβες το φθινόπωρο του 2019. Στην πρώτη όλοι είχαμε κάποια αμηχανία.

Γιατί αυτό;

Ε.Μ.: Λόγω διαφορετικών μουσικών καταβολών. Δεν ξέραμε αν θα παίζαμε dark wave ή πανκ ροκ, αλλά θέλαμε να βρεθούμε κι ό,τι γίνει. Στην πρώτη πρόβα γράψαμε και το πρώτο μας κομμάτι, το Ήρθε η ώρα.

Είχε έρθει η ώρα.

Ε.Μ.: Ήταν περίεργη συνθήκη, αλλά το γουστάραμε ταυτόχρονα, κι έτσι αποφασίσαμε να συνεχίσουμε.

Βρισκόμασταν κάθε εβδομάδα στο Περιστέρι, στα Ignite Studios. Κάθε φορά, πριν την πρόβα, ανταλλάσσαμε τα νέα της εβδομάδας, που ήταν πάντα δραματικά, κι έτσι προέκυψε το όνομα της μπάντας.

Έξυπνο λογοπαίγνιο, παραπέμπει τόσο σε μια «μηχανή» η οποία παράγει δράμα, όσο και στο ντραμ μασίν.

Ε.Μ.: Ισχύουν και τα δύο. Αν θυμάμαι καλά, οι πρόβες μας γίνονταν την Κυριακή.

Αυτά που σας είχαν συμβεί ή στα οποία θέλατε να εμβαθύνετε στιχουργικά και συνθετικά ήταν κυρίως δραματικά;

Ε.Μ.: Ήταν δραματικά, αλλά τα αντιμετωπίζαμε και με χιούμορ.

Γιώργος Πάλλης: Η Κυριακή διαδέχεται το Παρασκευσάββατο, κατά τα οποίο συμβαίνουν τα πιο δραματικά, παράδοξα και περίεργα γεγονότα της εβδομάδας.

Μέσα από ποιου είδους συλλογική διεργασία άρχισαν σταδιακά να μετασχηματίζονται τα νέα που μοιραζόσασταν σε ιστορίες και στίχους;

Ε.Μ.: Σε έναν βαθμό άρχισαν να αποτυπώνονται σε στίχους, αλλά όχι τόσο συνειδητά. Το δραματικό στοιχείο είχε περισσότερο να κάνει με το ύφος και τη σκηνική παρουσία μας ως σχήμα, τελικά.

Γ.Π.: Το πρώτο μας ΕΡ, που κυκλοφόρησε τον Φλεβάρη του 2020 λίγο πριν την καρραντίνα, αποτυπώνει ουσιαστικά τις προσωπικές διαδρομές των μελών του σχήματος σε βάθος εξαμήνου, οι οποίες συνομιλούν μεταξύ τους.

Η αφήγηση, ωστόσο, δεν είναι στιβαρή και «μπετοναρισμένη», ούτε θεωρούσαμε πως λέμε κάτι πολύ σημαντικό. Μια ιστορία απλώς, όπως όλες οι άλλες.

Ε.Μ.: Περιλάβαμε, μάλιστα, μια διασκευή του Σαν με κοιτάς, κοροϊδεύοντας λιγάκι το δράμα.

Κατ’ εξοχήν «ποπ» τραγούδι.

Ε.Μ.: Ποπ, αλλά έχει και μελαγχολία, που την «μπασταρδέψαμε λιγάκι.

Η μακρά περίοδος της πανδημίας που ακολούθησε σίγουρα επηρέασε -αν όχι καθόρισε- τον τρόπο με τον οποίο συνθέτετε μουσική και γράφετε στίχους. Τι βγήκε, τελικά, από αυτό το διάστημα;

Ε.Μ.: Ζούσαμε μια φρίκη και καταφέραμε να την αποτυπώσουμε συλλογικά.

Λόγω των συνθηκών και επειδή είχαμε περισσότερο χρόνο στη διάθεσή μας, συναντιόμασταν για πρόβες συχνότερα, κυρίως το πρωί, στο Ίδρυμα 2.14, το οποίο, για να επιβιώσει, είχε μετατραπεί σε προβάδικο.

Οι συναντήσεις ήταν επιτακτικές, ένας τρόπος να την παλέψουμε μέσα στην καραντίνα, να κάνουμε κάτι δημιουργικό και να μη φρικάρουμε.

Γ.Π.: Μέσα από όλη αυτήν τη δυσκολία γνωριστήκαμε λίγο καλύτερα, «δέσαμε» με διάφορους τρόπους, καταλάβαμε τι μουσική θέλουμε και μπορούμε να γράψουμε και γίναμε μπάντα.

Οπότε κατόπιν είχατε πλέον αποκτήσει ένα στίγμα, μια ταυτότητα.

Γ.Π.: Μπασταρδεμένοι ήμασταν ακόμα, αλλά πιο συνειδητοί, νομίζω.

Ε.Μ.: Αρχίσαμε να αναπτύσσουμε κάποια patterns στη μουσική και να χτίζουμε στιλ.

Yπάρχουν αποκλίσεις μεταξύ σας σε σχέση με την κατεύθυνση της μπάντας;

Ε.Μ.: Στη Συγκινησιακή Πανούκλα λειτουργούσαμε πιο συνειδητά. Ξέραμε προς ποια κατεύθυνση πηγαίναμε, χωρίς να γνωρίζουμε πώς να ονοματίσουμε το είδος στο οποίο κινούμασταν, αν και το synth-punk μάς ταιριάζει.

Η μουσική και οι στίχοι σας βγάζουν πολλή ένταση και πολύ άγχος.

Γ.Π.: Δεν κρυβόμαστε πολύ εύκολα!

Ε.Μ.: Δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από το άγχος, την απόγνωση, τα αρνητικά συναισθήματα. Μάς ακολουθούν.

Επειδή, όμως, έχουμε διάφορα ποπ διαλείμματα, μερικά πιο μελωδικά στοιχεία στις συνθέσεις μας, αυτό «σπάει» την αγωνία. Όταν τζαμάρουμε στις πρόβες, πάντα προκύπτει το μελωδικό break.

Με το κοινό σας, πώς επικοινωνείτε; Ποιο είναι το ηλικιακό του εύρος;

Και, τελικά, πόσο πλατιά είναι η «ομπρέλα» ακουσμάτων τα οποία μπορούν να περιγραφούν ως dark wave, post punk, synth-pop ή όπως αλλιώς μπορείς να σκεφτείς;

Γ.Π.: Γύρω στα 2008-2009 αυτός ο ήχος, που ήταν ξεχασμένος κάπου στα 80s, άρχισε να αφορά και πάλι ανθρώπους οι οποίοι δεν προσδιορίζονται με «ορθόδοξο» τρόπο όσον αφορά στις μουσικές τους ανησυχίες.

Έκτοτε, αυτή η σκηνή συνεχίζει να παράγει νέα γεγονότα. Συντίθεται, λοιπόν, αφ’ ενός από όσους το 2010 ήταν στα είκοσί τους και σήμερα έχουν φτάσει στα τριάντα πέντε, αφ’ ετέρου από νεαρούς και νεαρές που τους παίρνει αυτό το «κύμα» και γουστάρουν.

Γιατί, κατά τη γνώμη σας, η συγκεκριμένη μουσική σκηνή και η αντίστοιχη κοινότητα ακροατών και ακροατριών έχει τέτοια ζωντάνια στην Ελλάδα - σχεδόν αντίστοιχη με εκείνη της χιπ χοπ σκηνής/κοινότητας;

Ε.Μ.: Υπάρχει η συναισθηματική διάσταση η οποία σχετίζεται με τη χρόνια καλλιεργούμενη αίσθηση εγκλωβισμού. Η αναγέννηση, επομένως, αυτής της σκηνής έχει μια κοινωνιολογική ερμηνεία.

Γ.Π.: Σε σχέση με την αισθητική της θλίψης, δεν είναι τυχαίο πως και πολλές από τις χιπ χοπ μπάντες στην Ελλάδα των οποίων ο στίχος «κοιτούσε» προς ζητήματα όπως η απομόνωση, η κατάθλιψη ή η πρέζα είχαν μεγάλη δημοφιλία.

Σκέφτομαι, για παράδειγμα, τους Ψυχόδραμα 07 ή Τα μάτια των πνιγμένων.

Εσείς, ως σχήμα, νιώθετε ως κομμάτι ενός μεγαλύτερου πράγματος;

Ε.Μ.: Πώς το εννοείς;

Με την έννοια της συνάφειας με ανθρώπους, σχήματα, χώρους.

Γ.Π.: Διατηρούμε προσωπικές σχέσεις με ανεξάρτητους μουσικούς και ανεξάρτητες δισκογραφικές σε Ελλάδα και Ευρώπη, και τις φροντίζουμε.

Συνομιλούμε, μας βοηθούν, βοηθάμε. Όσο μπορούμε, προφανώς. Αυτό είναι το πιο σημαντικό που έχουμε, όχι κάποιο αφηρημένο ιδεώδες.

Ανθεί και διεθνώς αυτή η σκηνή;

Γ.Π.: Και σε επίπεδο μουσικής/δισκογραφικής παραγωγής, αλλά και «επιμελητειακό», μέσω της κυκλοφορίας ντοκιμαντέρ, σε πόλεις όπως η Μαδρίτη, χώρες όπως η Γερμανία και η Ιταλία και ήπειροι όπως η Λατινική Αμερική.

Παράγονται, λοιπόν, πράγματα τα οποία κινούνται ανάμεσα σε μια ρετρό αισθητική και μια ανάγκη να ειπωθεί κάτι καινούριο, συμβατό με την εποχή μας.

Ε.Μ.: H συμβατότητα με την εποχή καθιστά ένα άκουσμα και επίκαιρο.

Υπάρχουν δύο ακραίες προσεγγίσεις: η μία, η μαρκετίστικη, βάσει της οποίας σε μια σύνθεση χωράνε όλα, προκειμένου να «πιάσεις» μεγαλύτερο κοινό. Η άλλη είναι η πιο αυστηρή, λειτουργεί με τη λογική των 80s.

Είναι, πάντως, δύσκολο να εντοπίσεις τι καθιστά μια σύνθεση στιλιστικά συμβατή με την εποχή.

Μέσα στο δημιουργικό και άλλο άγχος το οποίο βιώνετε, υπάρχουν κάποιες κατευθύνσεις που θα θέλατε να εξερευνήσετε κάποια στιγμή στο μέλλον;

E.M.: Ποτέ δεν είχα στο μυαλό μου μια συγκεκριμένη μουσική κατεύθυνση. Σε επίπεδο ήχου, όμως, θα ήθελα να εξερευνήσουμε τις πιθανότητες του μη low-fi, κάτι το οποίο κάνουμε τελευταία περισσότερο. Έχει ενδιαφέρον το πώς παίζεις με τον ήχο.

Το πόσο πληθωρική ή minimal είναι μια σύνθεση είναι κάτι που αλλάζει, επίσης.

Εσύ, Γιώργο, θέλεις να συμπληρώσεις κάτι;

Γ.Π.: Αλλάζω γνώμη κάθε εβδομάδα. (Γέλιο).

Το τελευταίο διάστημα πειραματιζόμαστε με congas και λίγο πιο tribal στοιχεία. Θέλω να αγκαλιάσουμε την jungle μουσική και να την εντάξουμε σ’ αυτό που κάνουμε.

Ε.Μ.: Απομακρυνόμαστε λίγο από τον κιθαριστικό ήχο. Δοκιμάζουμε να μην ακουγόμαστε τόσο πανκ ροκ. Αυτή είναι μια ακόμα αλλαγή.

Οπότε μπορεί στην επικείμενη συναυλιακή σύμπραξη την Παρασκευή 14 Νοεμβρίου στο Gagarin205 να προκύψουν στοιχεία που δεν τα έχετε δουλέψει και τόσο;

Ε.Μ.: Σίγουρα θα παίξουμε ακυκλοφόρητα κομμάτια, αν εννοείς αυτό.

Και αυτό, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο εκτελείται/εκτελείτε το σετ σας. Αν, δηλαδή, είστε ανοιχτοί/ανοιχτές σε διαθέσεις και δυνατότητες.

Γ.Π.: Από λάιβ σε λάιβ πάντα δοκιμάζουμε νέα πράγματα - και επειδή βαριόμαστε, και επειδή ο πειραματισμός έχει ενδιαφέρον.

Κατά τα άλλα, δε θα κάνουμε κάτι τελείως διαφορετικό. Δεν μπορούμε να το υποσχεθούμε, δυστυχώς!

Ε.Μ.: Πέρα από κάποιες κινήσεις οι οποίες επαναλαμβάνονται αναπόφευκτα, κάθε λάιβ είναι διαφορετικό και η περφόρμανς προφανώς επηρεάζεται από το κοινό και την ενέργεια που εκπέμπει ή όχι.

Το καλό με τα λάιβ των Dramachine είναι η ενέργεια του κοινού. Πάντα υπάρχει μια ένταση από κάτω! (Γέλιο).

Γ.Π.: Μας σώζει αυτό, αλλιώς δε θα παίζαμε. Σε λάιβ όπου δεν έχει υπάρξει ένταση γινόμαστε ράκος.

Ευχαριστώ θερμά τους Dramachine για την παραχώρηση της φωτογραφίας τους.

Οι Dramachine μoιράζονται τη σκηνή του Gagarin205 Live Music Space (Λιοσίων 205) την Παρασκευή 14 Νοεμβρίου με τους Valisia Odell, τους Marva Vοn Theo και την Bipolia.

Οι πόρτες ανοίγουν στις 20:30.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου